Δευτέρα 31 Αυγούστου 2015

Κρυμμένα μυστικά και αυταπάτες - στη ριζοσπαστική Αριστερά και στους επίδοξους Έλληνες Σοσιαλδημοκράτες

Στον ΣΥΡΙΖΑ είχαν προειδοποιηθεί από καιρό και έγκαιρα, ακόμη και από ανθρώπους τότε και τώρα φιλικά διακείμενους. Αλλά συστηματικά απέφευγαν να προσέξουν τη βοή των πλησιαζόντων γεγονότων. Επέμεναν σε κεκτημένα γνώριμα, δυστυχώς ανθεκτικά στην πολιτική μας παράδοση. Φορέθηκε πολύ μετά το 2009 η σκληρή πανοπλία του νεοελληνικού πολιτικαντισμού. Τα αυτιά ετερόκλητων ομάδων πιθανών ψηφοφόρων χαϊδεύτηκαν από όλες τις αταίριαστες υποχέσεις που θα ήθελαν να ακούσουν, χρησιμοποιήθηκε πάλι από Συριζαίους και Νεοδημοκράτες ως επιθετικό κομματικό όπλο ο παλιός συνοδός του κομματικού μας συστήματος, ο διπολισμός. Στην οικεία του πολιτικού μας προσωπικού γλώσσα, που μετατρέπει τον κάθε αντίπαλο του πολιτικού αγώνα σε εχθρό εμπόλεμης κατάστασης, ο κλασικός πλούτος του δεξιο-κεντρώου παλαιοκομματισμού αναμείχθηκε με παλαιο-αριστερά αποθέματα από πολύ περασμένες δεκαετίες, με άφθονες αναδρομές στον Εμφύλιο. Συμβαίνει πάντως και στις ΗΠΑ, με τον δικό τους, πιο παλιό Εμφύλιο.
Από το μείγμα δεν έλειψαν ψήγματα μεταμοντέρνου αριστερισμού και ανορθολογικές θεωρίες - αυταπάτες. Λόγου χάρη, ότι η χρεοκοπημένη Ελλάδα είναι ο δήθεν αδύνατος κρίκος της λεγόμενης ιμπεριαλιστικής αλυσίδας, στην ευρωζώνη ή και στον πλανήτη ολόκληρο. Τροφοδότησαν ψευδαισθήσεις για τη «ρήξη» εδώ και τώρα: μερικοί τη φαντάστηκαν σαν πυροκροτητή που θα μπορούσε να συγκλονίσει τον παγκοσμιοποιημένο καπιταλισμό ή τουλάχιστον την ΕΕ. Η «ρήξη» έγινε φετίχ. Όχι έλλογη πολιτική, αλλά σύμβολο που ένωνε διάφορες αποσχιστικές νοοτροπίες.
Paul Klee, Πίνακες
Ο ΣΥΡΙΖΑ μετά το 2012 ήταν κυβερνητικό κόμμα σε αναμονή. Όμως καθηλωμένοι στις εσωκομματικές ισορροπίες, επέμεναν να μη διορθώνουν το μεγάλο προγραμματικό σφάλμα: το μονόχορδο βιολί που έπαιζε μόνον μια μελωδία με δύο νότες, «μνημόνιο-αντιμνημόνιο» και διαγραφή δημόσιου χρέους, παραβλέποντας το αποτυχημένο πελατειακό κράτος και την τεράστια κοινωνική δυσαρμονία που ερχόταν από πολύ παλιότερα. Συνακόλουθα, στη σχέση του με την κοινωνία, ο ριζοσπαστισμός συνέχισε να εκδηλώνεται με μια ρητορική που δεν απευθυνόταν κυρίως στην ψυχή του ταλαιπωρημένου απλού κόσμου λέγοντας αλήθειες, αλλά πιο πολύ και με δυνατή φωνή έλεγε αυτά που ήθελαν να ακούσουν ιδιαίτερες ομάδες πίεσης. Αυτές που εκπροσωπούν υπερπροστατευμένα κοινωνικά συμφέροντα με υπερφίαλα «συλλογικά εγώ», την ώρα που ματαιώνονται λόγω κρίσης οι προσδοκίες τους.
Έτσι, παρά την κρίση, μελωδίες που δόξαζαν την ελληνική «ιδιαιτερότητα» συνέχισαν να ακούγονται στ΄ αυτιά μερών της κοινωνίας με πολιτική ισχύ (είτε ανήκαν σε προνομιούχους του βαθέος ή ευρύτερου κράτους, είτε σε προστατευμένες επιχειρηματικές και ελευθεροεπαγγελματικές μερίδες) και αυτές τι άλλο να κάνουν, συνέχισαν να χορεύουν τον παλιό χορό των ημερών της αφθονίας. Πατώντας, όπως πάντα, πάνω στους πιο αδύναμους. Είδαμε πώς και γιατί γιγαντώθηκαν κοινωνικές συμπεριφορές του τύπου «δεν πληρώνω διόδια για το τζίπ μου», «να πάτε τα σκουπίδια στο άλλο χωριό, όχι στο δικό μου», «το παν είναι να είσαι (βαθύ) κράτος - άρα κατοχυρωμένος, ποιός μιλά για εργαζόμενους του ιδιωτικού τομέα;» Είδαμε πώς σε ζοφερούς καιρούς παραμένουν ακλόνητα τα πιο νοσηρά: λόγου χάρη, το «αγρότες είμαστε, δεν πληρώνουμε φόρο», κι ας είμαστε μεγαλοκαλλιεργητές ή γεωργο-εργολάβοι.
Ενώ η κρίση διαρκεί, περνούσαν γρήγορα τα χρόνια. Η αντιπολίτευση του ΣΥΡΙΖΑ έγινε σε συνεργασία με τους ΑΝΕΛ η κυβέρνηση του Ιανουαρίου 2015. Η στείρα άνοιξη της μακρόσυρτης διαπραγμάτευσης και της μη διακυβέρνησης αποκάλυψε ότι δεν υπήρχε σοβαρός πολιτικός σχεδιασμός. Και όπως προηγουμένως την έπαθαν οι δύο αντίπαλοι, το ΠΑΣΟΚ - «λεφτά υπάρχουν» και η αντιπολιτευτική - αντιμνημονιακή ΝΔ των Ζαππείων που μεταλλάχθηκε στο κυβερνητικό κόμμα της δι(τρι)κομματικής, αποδείχτηκε πάλι πως σε καιρούς κρίσης, αντίθετα με εποχές παχειών αγελάδων, κάθε διανομέας αστήρικτων υποσχέσεων γίνεται δρομέας μικρών αποστάσεων.
 
Μια υπέρβαση της κατεστημένης πολιτικής μεθόδου που λέει στον κόσμο μόνον αυτά που θέλει να ακούσει, είχε επιχειρήσει με αδέξιο τρόπο το φθινόπωρο του 2013 η κίνηση των «58», από τον χώρο της λεγόμενης κεντροαριστεράς. Γράφαμε τότε (Οκτώβριος 2013): 
Οι «58» διατυπώνουν προαπαιτούμενα για την οικονομική επανεκκίνηση και στόχους για το μέλλον από πολιτική άποψη. Ωστόσο σιωπούν για τα απολογιστικά. Και άν δεν μιλήσεις για την «ευτυχισμένη» περίοδο 1990 - 2008 που επώασε την κρίση στην ελληνική της ιδιαίτερα οξεία μορφή και έφερε τη χρεοκοπία και τα Μνημόνια, πόσο αξιόπιστα μπορείς να μιλήσεις για τη διατηρήσιμη, βιώσιμη ανασυγκρότηση;
Είναι ο ίδιος φόβος που έχουν η NΔ και ο ΣΥΡΙΖΑ, μη τυχόν και ξεστομίσουν τη λέξη
«φούσκα». Μη τυχόν και γίνει παραδεκτό, ότι οικονομικές, κοινωνικές και πολιτικές δυσμορφίες και κοινωνικά χάσματα πολύ πιό βαθειά απ' ότι έχουν οι χώρες του ευρωπαïκού κορμού, εδώ στο Μεσογειακό Νότο και στην Ελλάδα, μεγάλωσαν ραγδαία στις δεκαετίες της ανάπτυξης. Απλώς, μετά το 2008 η ασταθής πυραμίδα γκρεμίστηκε, παρασύροντας και όσα φαινόταν σε αρκετούς ευχάριστα.
Φόβος τρώει ακόμη τα σωθικά του πολιτικού προσωπικού (και άλλων κοινωνικών ελίτ), μην ομολογηθεί, ότι πίσω από τον υπερδανεισμό του δημοσίου
κρυβόταν η παραγωγική συρρίκνωση. Το δημόσιο χρέος τροφοδότησε την υπερκατανάλωση των μεγαλο-μεσαίων στρωμάτων και συμπλήρωσε με αυτοκαταστροφικό τρόπο ό,τι χανόταν για το δημόσιο, λόγω φοροδιαφυγής ή υποφορολόγησης ευνοούμενων κοινωνικών ομάδων.
Είναι ο φόβος μη τυχόν ομολογηθεί ότι και ο πλούτος που συσσώρευσαν οι ευνοημένες κοινωνικές ομάδες στις 2 - 3 δεκαετίες των παχειών αγελάδων, ήταν σε ικανό ποσοστό φοροδιαφυγή, υποφορολόγηση και δημόσιο χρέος που συσσωρευόταν ως ιδιωτική περιουσία (ακίνητα ή καταθέσεις, εσωτερικού και εξωτερικού). Ενώ το δημόσιο υπερχρεωνόταν, ο ιδιωτικός πλούτος
αυξάνονταν εντυπωσιακά και πολύ άνισα. Ο αυξημένος ιδιωτικός πλούτος αποθησαυρίσθηκε με τη μορφή ανενεργού κεφαλαίου, μακριά απο κάθε παραγωγική διαδικασία.
Μόνον σ' ένα σημείο το γραπτό είναι υπαινικτικά εύγλωττο για την εικοσαετία της αλαζονικής,
«ισχυρής Ελλάδας»: Εκεί που αναφέρεται στη «μεσαία τάξη που θα θελήσει να ανασυνταχθεί σεβόμενη τις υποχρεώσεις προς την κοινωνία, δηλαδή πληρώνοντας τους φόρους που της αναλογούν»...
...Δεν είναι θεωρητικό το ζήτημα.
Έχει μεγάλη πρακτική σημασία, για τα ζητούμενα της επανεκκίνησης, να συνειδητοποιήσουμε ότι το κοινωνικό και οικονομικό μοντέλο της «ισχυρής Ελλάδας» ήταν αποτυχημένο, ανορθολογικό, μη ανταγωνιστικό, κοινωνικά διχοτομικό και σκληρά άδικο. Ακριβοπληρωμένο και μη διατηρήσιμο. Το πολιτικό σύστημα της μεταπολίτευσης σαφώς έχει πελώριες ευθύνες για την αποτυχία αυτή. Αλλά πρόκειται πιά για περασμένη ιστορία.
Δυστυχώς, ενώ συζητούν για την ανάρρωση του ασθενούς, είτε ο ΣΥΡΙΖΑ είτε η ΝΔ, είτε η λεγόμενη Κεντροαριστερά, ακόμη δεν αποφάσισαν ότι χρειάζεται σωστή διάγνωση της ασθένειας.
Το 2013 και πολύ πιο πρίν, δεν χρειαζόταν άγνωστες λέξεις για να ειπωθούν οι παραπάνω δυσάρεστες διαπιστώσεις. Είχαν βιωθεί και ήταν καρφωμένες το μυαλό πολλών. Αλλά ελάχιστοι εντός του οίκου τις ξεστόμιζαν. Ωστόσο τα σπουργίτια στα κεραμίδια της στέγης τιτίβιζαν ήδη, πώς και γιατί αυτό το κράτος είναι αποτυχημένο :
το χάσμα μεταξύ των δημόσιων εσόδων και των δαπανών είχε ξεπεράσει κάθε αποδεκτό μέτρο, η Δημόσια Διοίκηση είναι κατακερματισμένη και αναποτελεσματική, οι αυτοεξυπηρετήσεις των καλά οργανωμένων ομάδων συμφερόντων πρέπει να καταπολεμηθούν, το ίδιο και τα πολυάριθμα μονοπώλια και καρτέλ (από την εναρκτήρια ομιλία του Ralf Fücks, προέδρου του Πράσινου Ινστιτούτου Heinrich Böll, στο ειδικό Συνέδριο για την Ελλάδα, Ιανουάριος 2012, Βερολίνο -  Kritische Solidarität mit Griechenland)
Πρέπει να θυμόμαστε ότι χρόνια ονομαστικής ανάπτυξης υπήρξαν πολλά (π.χ. άνοδος του ΑΕΠ πάνω από 5 % το 2003), αλλά
ούτε καλή, δημοκρατική, αποτελεσματική διακυβέρνηση επιτεύχθηκε, ούτε σύνδεση της Ελληνικής οικονομίας με τα διεθνή standards ανταγωνιστικότητας (από την ίδια ομιλία, Ιανουάριος 2012)
Γι' αυτό δεν έφταιξε - τουλάχιστον κατά πρώτο λόγο - ότι οι πόροι που αντλήθηκαν από τις διεθνείς αγορές ως Δημόσιος ή ιδιωτικός δανεισμός ήταν λίγοι, ή ότι οι υποστηρικτικές Κοινοτικές παροχές προς την Ελλάδα ήταν πολύ μικρές. Οι υπολογίσιμες οικονομικές ροές που έρευσαν τα προηγούμενα χρόνια προς την Ελλάδα, και κυρίως τις δεκαετίες 1990 και 2000, εξυπηρέτησαν την στήριξη και επιδότηση δομών που δεν ήταν διατηρήσιμες, ούτε πολιτικά, ούτε οικονομικά:
Με τη βοήθεια της μεταφοράς πόρων από την ΕΕ και των φθηνών πιστώσεων, ωραιοποιήθηκαν και έγιναν ανεκτές στην Ελλάδα οι κοινωνικές ανισότητες που προέκυπταν από την άνιση κατανομή περιουσιών και εισοδημάτων (από την ίδια ομιλία, Ιαν. 2012) 
Αυτό διευκόλυνε τις ελληνικές κυβερνήσεις να αποφύγουν ένα βασικό καθήκον τους: να εξαναγκάσουν σε ισοπολιτεία και σε υπευθυνότητα τα ανώτερα κοινωνικά στρώματα που φοροδιέφευγαν σε πολύ μεγάλο βαθμό και ακόμη φοροδιαφεύγουν. Βοηθούμενο τόσο από τα πλεονεκτήματα του ευρώ, που διευκόλυναν και έκαναν φθηνό τον δημόσιο δανεισμό από τις αγορές, όσο και από τις Κοινοτικές μεταφορές πόρων,  
“το πολιτικό προσωπικό στην Ελλάδα «κατάφερε» να αποφύγει την δημιουργία ενός αποτελεσματικού και κοινωνικά δίκαιου φορολογικού συστήματος, μέχρι που η υπερχρέωση έπνιξε το κράτος” (ίδια ομιλία)
Και αυτά είναι πια περασμένη ιστορία. Όμως το νέο μάθημα της εποχής μετά το ξέσπασμα της κρίσης επαναλήφθηκε πολλές φορές αλλά δεν εμπεδώθηκε.
Δεν αναγνωρίστηκε ή δεν έγινε παραδεκτή η πραγματικότητα (ότι το δημόσιο χρέος είναι ιδιωτικός πλούτος, πολύ άνισα μοιρασμένος) και έμεινε ελλειμματική η πολιτική αυτογνωσία (ότι έχουμε αποτυχημένο κράτος). 
Αυτή η ιδιοτελής, αυτοπροστατευτική αποφυγή της πραγματικότητας και της αυτογνωσίας είναι κοινή σε όλο το απαξιωμένο κομματικό σύστημα και στο πολιτικό προσωπικό, υπό τους διαφορετικούς τίτλους της κεντροαριστεράς, της (κεντρο)δεξιάς  ή της ριζοσπαστικής αριστεράς, αλλά υπό την κοινή σημαία του ενός, άν και πολυκέφαλου, «κόμματος του κράτους». Δεν διδάσκονται από την ιστορία και τη ζωή και καθυστερούν πολύ. Τι άλλο θα μπορούσε να συμβεί, εκτός από αποτυχίες;

Γιώργος Β. Ριτζούλης
Paul Klee: Τυνησιακοί Κήποι, Mestres
Ως πολύ επίκαιρη κατακλείδα, ιδού τι είχε γράψει τότε ο Νικόλας Σεβαστάκης, πάλι με αφορμή των πρωτοβουλία των «58», αντιπαραβάλλοντας τα ανάμεικτα ψέμματα και τις αυταπάτες της ριζοσπαστικής αριστεράς με εκείνα των επίδοξων Ελλήνων σοσιαλδημοκρατών:
  
Νικόλας Σεβαστάκης, «Το Βήμα», 15/12/2013
Στους κλονισμούς που έφερε η κρίση στο πολιτικό σύστημα και στην κοινωνία, ειπώθηκε συχνά ότι η Κεντροαριστερά δεν έχει πλέον νόημα. Οταν μεγάλο μέρος της μεσαίας τάξης χάνει το έδαφος κάτω από τα πόδια του και τα προγράμματα αναμορφωτικής λιτότητας σφραγίζονται από μια πειθαρχική νεοφιλελεύθερη λογική, η πραγματικότητα γίνεται, «αντικειμενικά», διχοτομική. Ετσι άλλωστε και η καταβύθιση του ΠαΣοΚ ερμηνεύθηκε ως απόδειξη της καθολικής (αν όχι οριστικής) χρεοκοπίας κάθε εκδοχής Σοσιαλδημοκρατίας.
Σήμερα - λέει το ίδιο επιχείρημα - υπάρχει μια κοινωνική πόλωση η οποία μεταφράζεται, αναπόδραστα, σε πολιτικό ανταγωνισμό για την εξουσία. Ολες λοιπόν οι αξιώσεις για διαφορετική ερμηνεία της κατάστασης και των προοπτικών της συνιστούν είτε μετέωρη ηθικολογία είτε μεταμφιεσμένη ιδιοτέλεια όσων γυρεύουν να διασωθούν από την πολιτική κατακρήμνιση. Και κάπως έτσι, με μια τέτοια εξήγηση, κλείνει και η όλη συζήτηση.
Νομίζω ότι η παραπάνω προσέγγιση στο ζήτημα της Σοσιαλδημοκρατίας είναι λανθασμένη. Εχει με το μέρος της αληθινά ερωτήματα και βάσιμες υποψίες αλλά κατασκευάζει μια υπερβολικά μονοσήμαντη εικόνα για την πραγματικότητα.
Στις τελευταίες δεκαετίες η ευρωπαϊκή Σοσιαλδημοκρατία δεν μπόρεσε ή δεν επιδίωξε να αποτελέσει πολιτικό αντίβαρο στα κύματα των νεοφιλελεύθερων αναδιαρθρώσεων. Τις περισσότερες φορές υιοθέτησε μια πολιτισμικά διακριτή αλλά σε κρίσιμα σημεία παρόμοια ατζέντα με αυτήν των κεντροδεξιών και συντηρητικών δυνάμεων. Την ίδια στιγμή κυριάρχησε η πεποίθηση ότι οι όποιες λαϊκές και κοινωνικές αναφορές των προοδευτικών κομμάτων ανήκουν στο παρελθόν, στην εποχή των αρχαϊσμών και της ταξικής πάλης. Γι' αυτό και επιλέχθηκαν με εκλογικό πανικό νέα κοινά-στόχοι, οι μεσαίες τάξεις της γνώσης και της πληροφορίας ή οι λεγόμενοι θύλακες καινοτομίας στην κοινωνία. Η ιδέα ότι έχουμε περάσει από τις κοινωνίες των αντιθέσεων στις κοινωνίες των soft αποχρώσεων βρήκε εν τέλει απροετοίμαστη την Κεντροαριστερά απέναντι στο νέο κοινωνικό ζήτημα και στις οικονομικές καταστροφές των τελευταίων χρόνων. Ετσι άλλωστε «ανδρώθηκαν» τα διάφορα Εθνικά Μέτωπα όσο οι σοσιαλδημοκρατίες μετατρέπονταν σε κόμματα προυχόντων και ειδικών παραγόντων.
Η ελληνική περίπτωση έχει βέβαια και άλλα στοιχεία. Η αναφορά στον εκσυγχρονισμό και ο αφορισμός του λαϊκισμού λειτούργησαν για κάποια χρόνια ως μια μίνιμουμ ταυτότητα ενός χώρου που δεν απαντούσε σε σημαντικά ερωτήματα: πώς φτιάχτηκε το ελληνικό μοντέλο ευημερίας, ποιες αξίες και οικονομικές πρακτικές ενθαρρύνθηκαν από τις ελίτ της ύστερης Μεταπολίτευσης, ποια πολιτική μπορεί να υπερασπιστεί τα δημόσια αγαθά και την κοινωνική πρόοδο; Παρόμοια ερωτήματα είτε δεν αντιμετωπίστηκαν καθόλου είτε παράπεσαν ως υποσημειώσεις μέσα σε μια εκσυγχρονιστική ρητορεία που συνδυαζόταν με την ικανοποίηση που πρόσφερε το να ανήκει κανείς στο κόμμα του κράτους.
Τα χρόνια προ της κρίσης δεν μπόρεσε να σταθεί επίσης ένα πραγματικό ρεύμα ηθικής και διανοητικής μεταρρύθμισης στην ελληνική κοινωνία. Το πρόβλημα της σύγχρονης συλλογικής μας ταυτότητας στριμώχτηκε ανάμεσα σε έναν ξινό ορθολογισμό με μορφή κατήχησης και σε διάφορους απίθανους εθνικισμούς της «αντίστασης στη δυτική αλλοτρίωση».
Τι γίνεται όμως σήμερα ύστερα από τρία και περισσότερα χρόνια βύθισης; Εχουν έλθει βίαια στην επιφάνεια όλα τα πολιτικά και πνευματικά κενά των προηγούμενων δεκαετιών. Και είναι προφανές ότι η απάντηση σε αυτά τα κενά και ιδίως η διαμόρφωση ρυθμιστικών ιδεών για την υπέρβαση της κρίσης χρειάζεται ένα πνεύμα διαλόγου. Οχι το ύφος του επιθετικού τελεσιγράφου ούτε όμως και μια, εκτός τόπου και χρόνου, αντίληψη για εθνικές συναινέσεις σε μονόδρομους. Με άλλα λόγια, η κριτική, και η κριτική σε εγχειρήματα όπως αυτό των «58», δεν μπορεί να είναι μια παραλλαγή της γνωστής αγανάκτησης «κατά των ενόχων».
Η βασική αυταπάτη που καλλιεργείται στους χώρους της ριζοσπαστικής Αριστεράς είναι η ιδέα μιας Ελλάδας που εξαιτίας της κρίσης έγινε ή γίνεται Λατινική Αμερική. Στη βάση αυτή προβάλλει η βεβαιότητα ότι κάθε εκδοχή Σοσιαλδημοκρατίας είναι νεκρή ή απλώς ένα υποσύστημα των νεοφιλελεύθερων ελίτ. Αυτή η αντίληψη παραβλέπει ένα σημαντικό γεγονός: ότι υπάρχει ένας δημοκρατικός κόσμος που θέλει την πρόοδο και τρομάζει με τις ανισότητες αλλά δεν αναγνωρίζεται στον θορυβώδη αντισυστημισμό και στη διαρκή κινηματική φαντασίωση. Και ότι παρά τον κλυδωνισμό ταυτοτήτων και δεσμών μέσα στην κρίση, η χώρα αποτελεί πάντοτε τμήμα ενός ευρωπαϊκού πολιτικού και πολιτισμικού χώρου.
Από την άλλη, ωστόσο, είναι ορατή μια άλλη αυταπάτη: ότι στην Ελλάδα με τα μαγκάλια, τη μαζική ανεργία και τους κατακουρασμένους πολίτες μπορεί να δοκιμαστεί ένα είδος απογειωμένου «μπλερισμού». Την ίδια στιγμή που ένα σημαντικό κομμάτι της κοινωνίας βρίσκεται στην πράξη εκτός κοινωνικού συμβολαίου και ανοίγονται νέα επικίνδυνα, οικονομικά και πολιτισμικά, χάσματα.
Τόσο η λυρική επίκληση ενός ελληνικού «τσαβισμού» όσο και μια Σοσιαλδημοκρατία που θα στόχευε να προβάλει το 2014 την κεντρώα μεταπολιτική είναι αδύναμα σενάρια. Ζούμε σε μια άλλη συνθήκη που επιβάλλει να ξαναδούμε τα περιεχόμενα κάθε πολιτικής υπόσχεσης δίχως καθήλωση σε ετοιμοπαράδοτες ταυτότητες, εξωτικές ή όχι. Το τι είναι ριζοσπαστικό και τι όχι, το ποιος είναι ο ελιτίστικος και ποιος ο λαϊκός ευρωπαϊσμός, το τι εννοούμε δίκαιη λιτότητα και κοινωνική ανασυγκρότηση, όλα αυτά αποτελούν καλά ερωτήματα. Και στα ερωτήματα δεν ταιριάζει περιφρόνηση, ακόμα και αν πρέπει να αποδεχθούμε ότι δεν μπορούμε να δώσουμε τις ίδιες απαντήσεις.
Ο Νικόλας Σεβαστάκης είναι καθηγητής Πολιτικής Φιλοσοφίας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης.
     
Αρθρογραφία του Νικόλα Σεβαστάκη στο Βήμα
  

    
       
Στον ιστότοπο Μετά την Κρίση, κείμενα του Νικόλα Σεβαστάκη:
   
     
    
Αποκλίσεις - Νικόλας Σεβαστάκης: Οι λέξεις εκδικούνται / Ευρωπαïκός δρόμος μετά την καμπή;
ΥΓ.: Από το φθινόπωρο του 2013 με τους «58», ο χώρος της λεγόμενης κεντροαριστεράς ή των επίδοξων σοσιαλδημοκρατών, συρρικνώνεται και κατακερματίζεται σε βαθμό υπερβολής. Το είδαμε στις εκλογές του Ιανουαρίου 2015, το ξαναβλέπουμε και τώρα, εν όψει των εκλογών του Σεπτεμβρίου 2015, στο εναπομένον ΠΑΣΟΚ, στα απομεινάρια της ΔΗΜΑΡ, στη μείωση, όπως φαίνεται, της επιρροής του «Ποταμιού»
Αλλά και τον ΣΥΡΙΖΑ, όπου επικρατούσε επί χρόνια η αντίθετη τάση (της συνένωσης των αταίριαστων και του ακραίου πολυσυλλεκτισμού), τον επανέφερε στον πραγματικό κόσμο η ανάληψη της εξουσίας: Το αταίριαστο και το αντιφατικό είναι καταδικασμένα να σκορπίζουν, ή πιο απλά, ανεμομαζώματα, ανεμοσκορπίσματα. 
Φυσικά και στις δύο περιπτώσεις, το κινούν αίτιο της αποτυχίας και του διασκορπισμού δεν είναι μόνον οι φιλοδοξίες ηγετών και ηγετίσκων, ούτε η μεγάλη πίεση από την (αναμφισβήτητα) αμετακίνητη πολιτική λιτότητας των εταίρων της ΕΕ, αλλά κυρίως οι πολιτικές αυταπάτες και τα κρυμμένα μυστικά: δηλαδή η άρνηση της ελληνικής πολιτικής και των πολιτικών να αναστοχαστούν και να δούν ως συνολική πραγματικότητα την κοινωνία, αντί να προσέχουν τις οικείες κοινωνικές ομάδες και τις πελατείες.
Γ. Ρ.
Η ελληνική κρίση μέσα στην ευρωπαϊκή. Είμαστε ακόμα ζωντανοί; (Μάιος 2012 - Φεβρουάριος 2013)
  
   
Πολυμέρης Βόγλης: Σημειώσεις για μια αριστερή κυβερνητική πολιτική («Ενθέματα της Αυγής»)
  
Νίκος Μουζέλης - Οι φαντασιώσεις της Αριστεράς (Το Βήμα)
     
Mεϊμαράκης: Δεν θα ψηφίσουμε τη φορολογία των αγροτών
  

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Δημοφιλείς αναρτήσεις 2013 - 2022

Το δημοκρατικό αίτημα των καιρών: Το δίκιο των νέων γενεών και των γενεών που έρχονται

Το δημοκρατικό αίτημα των καιρών: Το δίκιο των νέων γενεών και των γενεών που έρχονται
Χρίστος Αλεξόπουλος: Κλιματική κρίση και κοινωνική συνοχή

ΕΠΙΛΟΓΕΣ:
Αντρέϊ Αρσένιεβιτς Ταρκόφσκι

ΕΠΙΛΟΓΕΣ:<br>Αντρέϊ Αρσένιεβιτς Ταρκόφσκι
Πως η αγάπη επουλώνει τη φθορά του κόσμου

Danilo Kiš:

Danilo Kiš:
Συμβουλές σε νεαρούς συγγραφείς, και όχι μόνον

Predrag Matvejević:

Predrag Matvejević:
Ο Ρωσο-Κροάτης ανιχνευτής και λάτρης του Μεσογειακού κόσμου

Azra Nuhefendić

Azra Nuhefendić
Η δημοσιογράφος με τις πολλές διεθνείς διακρίσεις, γράφει για την οριακή, γειτονική Ευρώπη

Μάης του '36, Τάσος Τούσης

Μάης του '36, Τάσος Τούσης
Ο σκληρός Μεσοπόλεμος: η εποχή δοσμένη μέσα από τη ζωή ενός ανθρώπου - συμβόλου

Ετικέτες

«Γενιά του '30» «Μακεδονικό» 1968 1989 αειφορία Ανδρέας Παπανδρέου αντιπροσωπευτική δημοκρατία Αριστοτέλης Αρχιτεκτονική Αυστρομαρξισμός Βαλκανική Βαρουφάκης βιοποικιλότητα Βρετανία Γαλλία Γερμανία Γκράμσι Διακινδύνευση Έθνος και ΕΕ Εκπαίδευση Ελεφάντης Ενέργεια Επισφάλεια ηγεμονία ΗΠΑ Ήπειρος Θ. Αγγελόπουλος Θεοδωράκης Θεσσαλονίκη Θεωρία Συστημάτων Ιβάν Κράστεφ ιστορία Ιταλία Καντ Καρλ Σμιτ Καταναλωτισμός Κεντρική Ευρώπη Κέϋνς Κίνα Κλιματική αλλαγή Κοινοτισμός κοινωνική ανισότητα Κορνήλιος Καστοριάδης Κοσμάς Ψυχοπαίδης Κράτος Πρόνοιας Κώστας Καραμανλής Λιάκος Α. Λογοτεχνία Μάνεσης Μάξ Βέμπερ Μάρξ Μαρωνίτης Μέλισσες Μέσα «κοινωνικής» δικτύωσης Μέσα Ενημέρωσης Μεσόγειος Μεταπολίτευση Μιχ. Παπαγιαννάκης Μουσική Μπερλινγκουέρ Νεοφιλελευθερισμός Νίκος Πουλαντζάς Νίτσε Ο τόπος Οικολογία Ουκρανία Π. Κονδύλης Παγκοσμιοποίηση Παιδεία Πράσινοι Ρήγας Ρίτσος Ρωσία Σεφέρης Σημίτης Σολωμός Σοσιαλδημοκρατία Σχολή Φραγκφούρτης Ταρκόφσκι Τουρκία Τραμπ Τροβαδούροι Τσακαλώτος Τσίπρας Φιλελευθερισμός Φιλοσοφία Χαλκιδική Χέγκελ Χριστιανισμός Acemoglu/Robinson Adorno Albrecht von Lucke André Gorz Axel Honneth Azra Nuhefendić Balibar Brexit Carl Schmitt Chomsky Christopher Lasch Claus Offe Colin Crouch Elmar Altvater Ernst Bloch Ernst-W. Böckenförde Franklin Roosevelt Habermas Hannah Arendt Heidegger Jan-Werner Müller Jeremy Corbyn Laclau Le Corbusier Louis Althusser Marc Mazower Matvejević Michel Foucault Miroslav Krleža Mudde Otto Bauer PRAXIS International Ruskin Sandel Michael Strauss Leo Streeck T. S. Eliot Timothy Snyder Tolkien Ulrich Beck Wallerstein Walter Benjamin Wolfgang Münchau Zygmunt Bauman

Song for the Unification (Zbigniew Preisner -
Elzbieta Towarnicka - Kr. Kieślowski) - youtube

Song for the Unification (Zbigniew Preisner - <br>Elzbieta Towarnicka - Kr. Kieślowski) - youtube
Ἐὰν ταῖς γλώσσαις τῶν ἀνθρώπων λαλῶ καὶ τῶν ἀγγέλων,
ἀγάπην δὲ μὴ ἔχω, γέγονα χαλκὸς ἠχῶν ἢ κύμβαλον ἀλαλάζον...
Ἡ ἀγάπη ...πάντα στέγει, πάντα πιστεύει, πάντα ἐλπίζει, πάντα ὑπομένει...
Νυνὶ δὲ μένει πίστις, ἐλπίς, ἀγάπη, τὰ τρία ταῦτα·
μείζων δὲ τούτων ἡ ἀγάπη (προς Κορινθ. Α΄ 13)

Zygmunt Bauman: «Ρευστές ζωές, ρευστός κόσμος, ρευστή αγάπη»

Zygmunt Bauman: «Ρευστές ζωές, ρευστός κόσμος, ρευστή αγάπη»
«Είμαι βραχυπρόθεσμα απαισιόδοξος αλλά μακροπρόθεσμα αισιόδοξος»

Μουσείο Γουλανδρή Φυσικής Ιστορίας

Μουσείο Γουλανδρή Φυσικής Ιστορίας
«Χριστούγεννα με τον Κοκκινολαίμη – Το Αηδόνι του Χειμώνα»

Ψηλά στην Πίνδο, στο Περτούλι

Ψηλά στην Πίνδο, στο Περτούλι