Ι. Αποκαλυπτήρια αποσιωπημένων σχέσεων
Για λόγους που έχουν άμεση σχέση με τις αιτίες της ανθρωπογενούς κλιματικής αλλαγής, κυρίως όμως με τις συνέπειες της και με την άφιξη στο σταυροδρόμι της επιλογής εναλλακτικών λύσεων για το αύριο, είναι ήδη «μπελάς» η Γκρέτα Τούνμπεργκ. «Μπελάς» του σήμερα και όχι απλώς εν δυνάμει μπελάς του αύριο, όπως λέει στο ενδιαφέρον άρθρο του ο συντηρητικός αλλά αντισυμβατικός Κώστας Ιορδανίδης («Η μικρή Σουηδέζα», Καθημερινή, 29.9.2019).
“Έτσι λοιπόν, σε αυτήν τη σύνοδο του ΟΗΕ, ενεφανίσθη [...] η Γκρέτα Τούμπεργκ – η 16χρονη Σουηδέζα που απευθύνθηκε με βιαιότητα μοναδική εναντίον των ηγετών του πλανήτη, εγκαλώντας τους «πώς τολμούν» να καταστρέφουν το μέλλον της και της γενιάς της.Η παρουσία της αντιμετωπίσθηκε με χλευασμό ακόμη και από όσους προπαγανδίζουν την πολιτική ορθότητα. Χαρακτηρίσθηκε εμμονική, ψυχοπαθής περίπου, αλλά όλοι οι ανατροπείς στην ιστορία του ανθρώπου ανήκαν στην κατηγορία αυτή. Οι «φυσιολογικοί» κοιτάμε τις δουλειές μας, κάποιοι φιλόδοξοι εμπλέκονται στη διαχείριση των κοινών ως στυλοβάτες του συστήματος ή άλλοι ως φορείς της «αλλαγής» του.Από τους ηγέτες που ασχολήθηκαν με τη δίδα Τούμπεργκ, ο Γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν εξέφρασε την άποψη του διεθνούς κατεστημένου. «Πρόκειται για μια ριζοσπαστική προσέγγιση που εχθρεύεται την κοινωνία μας». Εχει δίκιο. Εάν συνεχίσει με αυτούς τους ρυθμούς, η Γκρέτα Τούμπεργκ ως ανεξέλεγκτη και «εμμονική», θα είναι πράγματι ένας μπελάς μεγάλος, διότι είναι νέα, είναι «τρέντι» και εκτός πολιτικού συστήματος. Και ας λένε ό,τι θέλουν. Ηγέτες που αγωνιούν – ματαίως – να αντιμετωπίσουν προβλήματα σε εθνικό επίπεδο, δεν είναι δυνατόν να διαχειρισθούν πλανητικές προκλήσεις”.
Φανερό. Είναι ακόμη πιο φανερό, ποιών ειδών πολιτικοί και δημοσιολογούντες έχουν βρει το μπελά τους και ποιάς λογής πολιτικές μένουν έκθετες στα επιχειρήματα μιας 16χρονης.
Στην Ελλάδα, λόγου χάρη, με αφορμή το θέμα κλιματική αλλαγή, η μεγάλη πλειοψηφία των συντηρητικών, των πάσης φύσεως εθνικολαϊκιστών ή των λεγόμενων αντισυστημικών (κυρίως αυτών που παίζουν αυτόν το ρόλο από δεξιά αλλά μερικοί των «αριστερών» επίδοξων απομιμήσεών τους), εξίσου των νεοφιλελεύθερων αλλά και φιλελεύθερων που θα' θελαν «να γινόταν κάτι άλλο» από τους προηγούμενους - όλοι αυτοί μαζί και ταυτοχρόνως - ανακατεύτηκαν και έγιναν ομοιογενής και αδιαχώριστος χυλός, μια γκρίζα σούπα και άμορφη μάζα, σαν παραβρασμένες μπάμιες καζανιού. Προσέτρεξαν για να πέσουν μέσα στη σούπα ακόμη και θραύσματα της πολιτισμικής Αριστεράς ή του αναρχοαριστερισμού. Έχουμε μπροστά μας ένα μπάχαλο, έναν σωρό από ερείπια γνωμών και ιδεών.
Έχουμε όμως και ένα θλιβερό δείγμα για το πόσο διαδεδομένο είναι στην εποχή μας, οι «ενήλικες» και υποτιθέμενοι ώριμοι να καταφρονούν - συχνά και να μισούν - τα παιδιά. Με λόγια, όπως κάνουν και με έργα.
Έχουμε όμως και ένα θλιβερό δείγμα για το πόσο διαδεδομένο είναι στην εποχή μας, οι «ενήλικες» και υποτιθέμενοι ώριμοι να καταφρονούν - συχνά και να μισούν - τα παιδιά. Με λόγια, όπως κάνουν και με έργα.
Δεν είναι ελληνική ιδιομορφία, Το ίδιο συμβαίνει στη δημόσια συζήτηση των περισσότερων χωρών. Η Γκρέτα Τούνμπεργκ προκάλεσε όλη αυτή την αναστάτωση; Είναι λοιπόν πράγματι μεγάλος μπελάς, αλλά για άλλο λόγο: Ως αγγελιοφόρος κινδύνου, όχι ως δημιουργός αναταραχής.
Γιατί, ο μεγάλος μπελάς είναι η πραγματικότητα. Η μικρή Γκρέτα απλώς μας την έδειξε με το δάχτυλό της. Και όπως συχνά συμβαίνει, πολλοί ασχολούνται με το δάχτυλο, όχι μ' αυτό που δείχνει. Είτε γιατί το μυαλό τους είναι πολύ πιο ελαφρύ από της Γκρέτας, είτε γιατί έτσι τους συμφέρει.
Άς περιοριστούμε, τη φορά αυτή, στα δρώμενα του οίκου μας. Εμφανίστηκαν πρώτα οι συνήθεις περιπτώσεις όπως του κ. Μπογδάνου, ο οποίος εστίασε την αγανάκτησή του σε ένα μπλουζάκι με αντιφασιστικό σύνθημα που έχει η Γκρέτα Τούνμπεργκ στη ντουλάπα της και έχει το θράσος να το φοράει, κυρίως όμως στη συνάντησή της με τον Ομπάμα. Αλλά μετά τους γκράδες και τις διμούτσουνες πιστόλες των εθνικοφρόνων, άνοιξαν πυρ κατά της μικρής τα έξυπνα όπλα των φιλελεύθερων. Είδαμε τον κ. Γεωργελέ της Athens Voice να συγχέει και να συμψηφίζει την διαφωτιστική και συναισθηματική ρητορική της Τούνμπεργκ με τις μετά Χριστόν προφητείες και με την λεπτή ενσυναίσθηση πολιτικών όπως ο Ντόναλντ Τραμπ και ο Μπόρις Τζόνσον. Ο κ. Κασιμάτης της Καθημερινής μας προειδοποίησε ότι η μικρή Σουηδή «δεν είναι αυτό που βλέπουμε», ότι ελέγχει υποκριτικά τα συναισθήματά της (ως γνωστόν έχει πατέρα και παππού ηθοποιούς)· κατ' αυτόν, μάλλον η Γκρέτα Τούνμπεργκ είναι άξια νεαρή συνάδελφος της Γκρέτα Γκάρμπο. Ο δε ανατροπέας της κάθε μεταφυσικής κ. Θεοδωρόπουλος (Καθημερινή, 26.9.2019) παρουσίασε την Τούνμπεργκ ως εξομολογήτρια και ψυχοθεραπεύτρια των εθισμένων «της θρησκείας και των ιδεολογιών που στέγασαν τόσες ψυχές τον περασμένο αιώνα». Και ως προμηθεύτρια υποκατάστατης ουσίας: Της οικολογικής μεθαδόνης.
Γιατί, ο μεγάλος μπελάς είναι η πραγματικότητα. Η μικρή Γκρέτα απλώς μας την έδειξε με το δάχτυλό της. Και όπως συχνά συμβαίνει, πολλοί ασχολούνται με το δάχτυλο, όχι μ' αυτό που δείχνει. Είτε γιατί το μυαλό τους είναι πολύ πιο ελαφρύ από της Γκρέτας, είτε γιατί έτσι τους συμφέρει.
Μαδρiτη, 6.12.2019 |
Άς μη βιαστούν να συμπεράνουν οι «υλιστές» - και οι χυδαίοι και οι πιο διαλεκτικοί - ότι εδώ μιλά αποκλειστικά και μόνον ο φόβος
μήπως τυχόν κινδυνεύσει η εταιρεία και το καταπέτασμα, εάν ό μη γένοιτο η
υφαλοτρυπίδα του μονοπύθμενου κάνει ζημιά στην υφαλοκρηπίδα. Γιατί και εδώ, στο
επιτυχημένο κράτος του Νότου, όπως αλλού στον κόσμο, βλέπουμε - ιδίως με αφορμή τη Γκρέτα - και «αριστερούς» λεγόμενους
σκεπτικιστές της κλιματικής αλλαγής (στην πραγματικότητα
ζαμανφουτίστες). Είναι αναλογικά λιγότεροι από τους δεξιούς, όμως είναι και αυτοί φαινόμενο αξιοπαρατήρητο. Βλέπουμε μέχρι και «αντισυστημικούς» γελοιογράφους - δειγματολόγιο όλων των
ανωτέρω ρευμάτων σε οικονομική συσκευασία, και μάλιστα σε αριστερόστροφα μέσα ενημέρωσης.
Αποκαλυπτήρια λοιπόν. Το παραπέτασμα εσχίσθη. Η Γκρέτα Τούνμπεργκ εκτός από κοπανατζού είναι και ζημιάρα.
Η αγγελιοφόρος ξέρει να μιλά ωραία, αλλά δεν γλείφει και δεν έχει νέα ευχάριστα να πει. Ειναι αυθάδης: Δεν άκουσε τη συμβουλή, «αφού είναι έτσι, καλύτερα να μην μας πει κανένα».
Τί Τραμπ και Μακρόν; Μέχρι και στη μακρινή Ελλάδα την έκανε τη ζημιά της.
Αποκαλυπτήρια λοιπόν. Το παραπέτασμα εσχίσθη. Η Γκρέτα Τούνμπεργκ εκτός από κοπανατζού είναι και ζημιάρα.
Η αγγελιοφόρος ξέρει να μιλά ωραία, αλλά δεν γλείφει και δεν έχει νέα ευχάριστα να πει. Ειναι αυθάδης: Δεν άκουσε τη συμβουλή, «αφού είναι έτσι, καλύτερα να μην μας πει κανένα».
Τί Τραμπ και Μακρόν; Μέχρι και στη μακρινή Ελλάδα την έκανε τη ζημιά της.
ΙΙ. Οι σημερινοί φιλελεύθεροι απειλούν πόρους ζωής του φιλελεύθερου δημοκρατικού κράτους
Η Γκρέτα πολώνει, όμως αυτή η πόλωση προκαλεί ένα είδος αποσαφήνισης και κάθαρσης. Εδώ και καιρό, κάποιοι που χαλάνε την πιάτσα επιμένουν να υποστηρίζουν ότι οι διαφορές που έχουν μεταξύ τους οι κατεστημένοι νεοφιλελεύθεροι και οι λεγόμενοι αντισυστημικοί της Δεξιάς ή εθνικολαϊκιστές, ιδίως στους πιο σημαντικούς και πιο βαθείς πολιτικούς στόχους τους, δεν είναι και τόσο μεγάλες όσο λέγεται. Ωστόσο, η εκτίμηση τούτη, μέχρι τώρα, δεν επιδρά δραστικά στη δημόσια συζήτηση. Όμως τώρα, αυτή η δημόσια στάση ποικίλων παραγόντων απέναντι στο κλιματικό ζήτημα και οι διαμαρτυρίες ενάντια στις πρωτοβουλίες του κινήματος Fridays for Future και εναντίον της εμβληματικής ηγέτιδάς του, προσφέρουν - ως παράπλευρη, αλλά πολιτικά ευεργετική προσφορά - εμπειρικές αποδείξεις ότι νεοφιλελεύθεροι και εθνικολαϊκιστές πράγματι συναντώνται. Μας δείχνουν μόνοι τους πώς συναντώνται σε κρίσιμα πολιτικά ζητήματα, σε απαντήσεις για το δέον γενέσθαι, για το αύριο του κόσμου.
Αυτή η παράπλευρη προσφορά είναι δυνατότητα και πρώτης τάξεως ευκαιρία για να κατανοηθεί πληρέστερα και πιο ρεαλιστικά η πολιτική πραγματικότητα της παρούσας στιγμής, τα ουσιαστικά μέτωπα σύγκρουσης και οι συσχετισμοί δύναμης. Και να τεθούν κρίσιμα, αλλά αποσιωπημένα ερωτήματα.
Για ό,τι αφορά εκείνους τους φιλελεύθερους που θα' θελαν να τους λογάριαζαν ως «κάτι άλλο από τους νεοφιλελεύθερους», το κρίσιμο ερώτημα είναι ένα· ερώτημα παράδοξο, αλλά μόνον φαινομενικά:
Για ό,τι αφορά εκείνους τους φιλελεύθερους που θα' θελαν να τους λογάριαζαν ως «κάτι άλλο από τους νεοφιλελεύθερους», το κρίσιμο ερώτημα είναι ένα· ερώτημα παράδοξο, αλλά μόνον φαινομενικά:
Πόσο συμβατός είναι ο φιλοσοφικός και οικονομικός φιλελευθερισμός τους με το φιλελεύθερο κράτος, δηλαδή με το δημοκρατικό κράτος δικαίου, με το κράτος που εγγυάται τις ελευθερίες και ίσα δικαιώματα των πολιτών; Και μάλιστα με εμμονή στο δημοκρατικό κράτος σε εποχές κρίσης και με εμμονή στην ισότητα όχι μόνον των σημερινών αλλά και των αυριανών πολιτών του. Αυτός είναι άλλωστε ο πυρήνας του - υποτίθεται - υπερβολικά φορτισμένου, συναισθηματικά και ηθικά, μηνύματος της Γκρέτα Τούνμπεργκ: «Εσείς οι ώριμοι, οι πολιτικοί και οικονομικά ισχυροί, κλέψατε το μέλλον ημών των νεώτερων. Για τα λεφτά».
Οι σημερινοί φιλελεύθεροι αρνούνται ή αδυνατούν να αυτοεξεταστούν και να θέσουν στον εαυτό τους το ερώτημα για την συμβατότητα της ιδεολογίας τους με το φιλελεύθερο κράτος. Και χαρακτηριστικό αυτής της μορφής κράτους είναι ότι «διατηρείται ζωντανό, τρέφεται από προϋποθέσεις τις οποίες δεν μπορεί να εγγυηθεί αυτό το ίδιο» (Ernst-Wolfgang Böckenförde), δηλαδή από ήθη και προσανατολισμούς που διαποτίζουν τον πολιτικό πολιτισμό και την κοινωνία. Μια από τις πιο κρίσιμες προϋποθέσεις, τουλάχιστον στις δυτικές δημοκρατίες της ευρωπαϊκής ηπείρου όπως διαμορφώθηκαν ιστορικά με αντιφάσεις και αγώνες (βλ. Zygmunt Bauman και Tony Judt), ιδίως στο 2ο μισό του 20ού αιώνα, είναι ένα ορισμένο επίπεδο κοινωνικής (ταξικής) συνοχής και διαγενεακής αλληλεγγύης. Στις δεκαετίες μετά το 1980, η αδιαφορία των φιλελεύθερων (και όχι μόνον αυτών) για την προϋπόθεση τούτη, η υπονόμευσή της από τα ήθη της πλεονεξίας, της απληστίας και του «μετά από εμάς άς έρθει ο κατακλυσμός», ουσιαστικά συνεπάγονται αδιαφορία του υπαρκτού φιλελευθερισμού για τη βιωσιμότητα του φιλελεύθερου δημοκρατικού κράτους.
Οι μετά το 1980 φιλελεύθεροι παραγκωνίζουν συστηματικά το πολιτικόν ζώον για να θεοποιήσουν το οικονομικόν-τεχνοκρατικόν ζώον και για να αφήσουν ανεξέλεγκτες τις αγορές. Οι αγορές είναι πολύ χρήσιμες ως οικονομικό εργαλείο. Ωστόσο, από τη φύση τους είνει ανορθολογικές. Αυτό επανορθώνεται: Με ορθολογικές ρυθμίσεις, με οριοθέτηση της εμβέλειας τους εκεί που είναι «δουλειά τους» να λειτουργούν, με δημοκρατικό πολιτικό έλεγχο. Οι αγορές γίνονται όμως απολύτως καταστροφικές όταν αναγορεύονται σε μέτρο πάντων, σε αυτοσκοπό, και αφήνονται αρρύθμιστες να διεισδύουν σε κάθε τομέα της ζωής των ανθρώπων.
Οι σημερινοί φιλελεύθεροι αρνούνται ή αδυνατούν να αυτοεξεταστούν και να θέσουν στον εαυτό τους το ερώτημα για την συμβατότητα της ιδεολογίας τους με το φιλελεύθερο κράτος. Και χαρακτηριστικό αυτής της μορφής κράτους είναι ότι «διατηρείται ζωντανό, τρέφεται από προϋποθέσεις τις οποίες δεν μπορεί να εγγυηθεί αυτό το ίδιο» (Ernst-Wolfgang Böckenförde), δηλαδή από ήθη και προσανατολισμούς που διαποτίζουν τον πολιτικό πολιτισμό και την κοινωνία. Μια από τις πιο κρίσιμες προϋποθέσεις, τουλάχιστον στις δυτικές δημοκρατίες της ευρωπαϊκής ηπείρου όπως διαμορφώθηκαν ιστορικά με αντιφάσεις και αγώνες (βλ. Zygmunt Bauman και Tony Judt), ιδίως στο 2ο μισό του 20ού αιώνα, είναι ένα ορισμένο επίπεδο κοινωνικής (ταξικής) συνοχής και διαγενεακής αλληλεγγύης. Στις δεκαετίες μετά το 1980, η αδιαφορία των φιλελεύθερων (και όχι μόνον αυτών) για την προϋπόθεση τούτη, η υπονόμευσή της από τα ήθη της πλεονεξίας, της απληστίας και του «μετά από εμάς άς έρθει ο κατακλυσμός», ουσιαστικά συνεπάγονται αδιαφορία του υπαρκτού φιλελευθερισμού για τη βιωσιμότητα του φιλελεύθερου δημοκρατικού κράτους.
Οι μετά το 1980 φιλελεύθεροι παραγκωνίζουν συστηματικά το πολιτικόν ζώον για να θεοποιήσουν το οικονομικόν-τεχνοκρατικόν ζώον και για να αφήσουν ανεξέλεγκτες τις αγορές. Οι αγορές είναι πολύ χρήσιμες ως οικονομικό εργαλείο. Ωστόσο, από τη φύση τους είνει ανορθολογικές. Αυτό επανορθώνεται: Με ορθολογικές ρυθμίσεις, με οριοθέτηση της εμβέλειας τους εκεί που είναι «δουλειά τους» να λειτουργούν, με δημοκρατικό πολιτικό έλεγχο. Οι αγορές γίνονται όμως απολύτως καταστροφικές όταν αναγορεύονται σε μέτρο πάντων, σε αυτοσκοπό, και αφήνονται αρρύθμιστες να διεισδύουν σε κάθε τομέα της ζωής των ανθρώπων.
Επειδή οι τέτοιοι φιλελεύθεροι απορρίπτουν τις παραπάνω προϋποθέσεις και περιορισμούς, η στάση τους σε καιρούς και σε τόπους κρίσης, εύκολα ή λιγότερο εύκολα μπορεί να εξομοιωθεί με την πολιτική στάση εκείνων των ιδεολόγων (νεο)φιλελεύθερων, του Φρίντριχ Χάγιεκ και του Μίλτον Φρίντμαν. Ως γνωστόν, και οι δύο ήταν πρόθυμοι, τουλάχιστον σε καταστάσεις έκτακτης ανάγκης, να θυσιάσουν τον πολιτικό φιλελευθερισμό και το δημοκρατικό κράτος, προκειμένου να εμπεδωθεί ο οικονομικός φιλελευθερισμός.
Μοντρεάλ, 28.9.2019, η ομιλία σε κοινό 500.000 Καναδών |
ΙΙΙ. Ποιοί ορίζουν τί είναι πολιτικά και ηθικά έγκυρο και τί όχι; Ένας ανταγωνισμός για την ισχύ στη δημόσια σφαίρα
Ως προς τις πιο σοβαρές απορίες (και συνακόλουθες αντιρρήσεις) άλλων, πιο προσεκτικών αρθρογράφων και σχολιαστών, κυριαρχεί μία: «Ποιά λύση προτείνει, λοιπόν, η Γκρέτα Τούνμπεργκ για την κλιματική αλλαγή;»
Η πραγματικότητα είναι απλή: Η νεαρή Σουηδή εκπροσωπεί, με τον δικό της τρόπο, ένα μεγάλο, παγκόσμιο κίνημα νεολαίας, το Fridays for Future. Δεν είναι επιστήμονας του κλίματος για να μιλά σε πρώτο πρόσωπο προτείνοντας λύσεις (μολονότι, για να μιλά με στοιχεία, συμβουλεύεται ανελλιπώς τους καλύτερους του κλάδου). Ούτε είναι εκλεγμένη πολιτικός, με την δημοκρατική νομιμοποίηση που παρέχουν μόνον εκλογικά σώματα, για να διαπραγματευτεί η ίδια (ή άλλοι συναγωνιστές της) δημοκρατικές πολιτικές αποφάσεις. Εξαιτίας της ηλικίας, δεν έχει ακόμη ούτε καν δικαίωμα ψήφου, τόσο αυτή όσο και οι πιο πολλοί συναγωνιστές της. Όμως έχει ακριβή αίσθηση - και αυτογνωσία - για το τί συμβαίνει όταν τα πράγματα οδεύουν σε δρόμο στραβό: «Όλα είναι λάθος. Δεν θα έπρεπε να ήμουν εδώ, αλλά στο σχολείο μου», είπε. Σε τέτοιες ιστορικές καταστάσεις αποτυχίας των ισχυρών και καθιερωμένων, συχνά εμφανίζονται στον πραγματικό κόσμο εκείνες και εκείνοι που θυμίζουν πρόσωπα από τις επικές-φανταστικές ιστορίες του Τόλκιν.
Συνεπώς, κάνει τώρα δύο πράγματα: Αυτά που μπορεί και δικαιούται να κάνει μία εκπρόσωπος κινήματος νεολαίας, δρώντας σε όλα τα επίπεδα, παρούσα «σε όλα τα αζιμούθια», σε δημοκρατικούς θεσμούς, σε μέσα ενημέρωσης ή άλλα fora, και κυρίως στους δρόμους. Πράττει χρησιμοποιώντας όλες τις δικές της πολιτικές και ρητορικές ικανότητες - κι άς είναι δυσανάλογα μεγάλες για την ηλικία της. Πότε-πότε και την λεπτή, διαπεραστική ειρωνεία της, δείγματα της οποίας άγγιξαν τους Προέδρους Τραμπ και Πούτιν.
(1) Διαφωτίζει και παροτρύνει με λογικά και ηθικά επιχειρήματα τον κόσμο, και εν πρώτοις τους νέους, για να δράσουν, για να γίνουν ακόμη πιο πολλοί οι κινητοποιημένοι. Για να αλλάξουν οι συσχετισμοί δυνάμεων μέσα στις κοινωνίες. Σήμερα, εάν είναι δυνατόν. Θέτει το ηθικό-πολιτικό ζήτημα: Έχετε γραμμένα στα παλαιά σας υποδήματα εμάς τα παιδιά, άρα το μέλλον, λέει. Θέτει και το ζήτημα της ορθολογικότητας: Φτιάξατε μια κοινωνία που θέλει ιδιωτικά αυτοκίνητα βάρους δύο τόννων για να μετακινούν ένα άτομο μέσα στις πόλεις, προσθέτει. Σε ποιά πλευρά είναι η λογική και η σύνεση, σε ποιά πλευρά το ανεξέλεγκτο και ο παραλογισμός;
(2) Θέτει τους εκλεγμένους πολιτικούς, κυβερνήσεις, κόμματα κυβερνώντα και αντιπολιτευόμενα, ενώπιον της πραγματικότητας και απαιτεί να πράξουν όπως αρμόζει. Ωθεί την πολιτική συζήτηση για το κλίμα μέχρι τα έσχατα όρια· αυτό προκαλεί πολιτικό «πόνο», συμβάλλει όμως και στη δημιουργία, επιτέλους, «δημοκρατικής πόλωσης» (Habermas). Υπενθυμίζει συνεχώς, άμεσα ή έμμεσα τις πολιτικές και ηθικές προϋποθέσεις για επιτυχή αντιμετώπιση της ανθρωπογενούς κλιματικής αλλαγής; Το ζήτημα αυτό απαιτεί ισχυρό δημοκρατικό κράτος, ισχυρή δημοκρατική πολιτική, παρεμβατική, κανονιστική (χρειάζοναι νέοι κανόνες του παιχνιδιού, αλλά και απαγορεύσεις) και ανακατανεμητική (για λόγους τοπικής και παγκόσμιας κλιματικής δικαιοσύνης). Και μάλιστα όχι απλά σε εθνικό, αλλά και σε διακρατικό επίπεδο. Ταυτόχρονα θυμίζει πόσο καίριο ήταν το παράπονο του Λέοντος Τολστόϊ: «Όλοι σκέφτονται να αλλάξουν τον κόσμο, αλλά κανείς δεν σκέφτεται να αλλάξει τον εαυτό του!».
«Χρειαζόμαστε αλλαγή συστήματος και όχι απλά αλλαγή ατομικών συμπεριφορών. Όμως δεν μπορούμε να κάνουμε το ένα, εάν δεν κάνουμε και το άλλο», μας θυμίζει η Τούνμπεργκ.
Τίθεται λοιπόν και θέμα αξιολόγησης διαφορετικών τρόπων ζωής των ατόμων - lifestyles - με μέτρα τη βιωσιμότητα και τη διαγενεακή δικαιοσύνη· εν τέλει με κριτήρια διυποκειμενικής ορθολογικότητας, όχι ατομοκεντρικής-ωφελιμιστικής. Ο φιλοσοφικός φιλελευθερισμός δεξιάς ή αριστερής απόχρωσης αναθεματίζει κάθε τέτοια «ουσιαστική» (substantive) αξιολόγηση.
«Χρειαζόμαστε αλλαγή συστήματος και όχι απλά αλλαγή ατομικών συμπεριφορών. Όμως δεν μπορούμε να κάνουμε το ένα, εάν δεν κάνουμε και το άλλο», μας θυμίζει η Τούνμπεργκ.
Τίθεται λοιπόν και θέμα αξιολόγησης διαφορετικών τρόπων ζωής των ατόμων - lifestyles - με μέτρα τη βιωσιμότητα και τη διαγενεακή δικαιοσύνη· εν τέλει με κριτήρια διυποκειμενικής ορθολογικότητας, όχι ατομοκεντρικής-ωφελιμιστικής. Ο φιλοσοφικός φιλελευθερισμός δεξιάς ή αριστερής απόχρωσης αναθεματίζει κάθε τέτοια «ουσιαστική» (substantive) αξιολόγηση.
Επίσης, ως λογικό συμπέρασμα προκύπτει ότι το κλιματικό ζήτημα γκρεμίζει τα νεοφιλελεύθερα ιδεολογήματα για «μικρό κράτος που δεν παρεμβαίνει», για «επιτελικό» κράτος-νυχτοφύλακα, για «πολιτική συμβατή με τις αγορές». Άς λάβουμε υπόψη και την υπενθύμιση της Μπενγιαμινικής ιδέας, ότι σε συνθήκες όψιμου καπιταλισμού «επανάσταση είναι τράβηγμα του χειρόφρενου έκτακτης ανάγκης, όχι η ατμομηχανή της ιστορίας». Έτσι αποκαλύπτονται ως ψευδαισθήσεις και οι αναρχοφιλελεύθερες, νεομπολσεβίκικες ή μηδενιστικές φαντασιώσεις για «διάλυση του κράτους» και επανεκπαίδευση ενός «νέου ανθρώπου» μετά από αυτό το συμβάν, ή εκείνες που βλέπουν ως κατεξοχήν αντίπαλο των κοινωνικών κινημάτων βάσης την αντιπροσωπευτική δημοκρατία, το κράτος και τα όργανά του.
Είναι εύλογο γιατί δέχεται σχεδόν ίδιες επιθέσεις από όλες αυτές τις πλευρές. Αφενός η Γκρέτα Τούνμπεργκ τρομάζει πολύ όσους θεωρούν αδιαπραγμάτευτο έναν καθιερωμένο τρόπο ζωής τους - το lifestyle τους. Τρομάζει και εκείνους που εν όψει της αδιαφάνειας και των αδιεξόδων της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης καταφεύγουν στον εθνο-φετιχισμό ή στις θεωρίες συνωμοσίας και βλέπουν με καχυποψία και φόβο κανονιστικές ρυθμίσεις με ισχύ σε διεθνικό επίπεδο.
Αφετέρου βλέπουμε μια νεαρή γυναίκα, παιδί ακόμη, να αμφισβητεί στρατηγικά την αυθεντία και την ισχύ εκείνων που ορίζουν τί είναι έγκυρο και τί όχι στη δημόσια σφαίρα· και να διεκδικεί νέα κριτήρια εγκυρότητας. Εκείνοι που δεν θέλουν να χάσουν το μονοπώλιο της προπαγάνδισης κοινώς αποδεκτών πολιτικών ορισμών - και τέτοιοι είναι, στην εποχή μας, οι δογματικοί υποστηρικτές του οικονομικού αλλά και φιλοσοφικού φιλελευθερισμού, όπως άλλοτε ήταν η ελέω Θεού δεσποτεία - γι' αυτόν ακριβώς το λόγο, αισθάνονται τόσο φόβο και μίσος γι' αυτή τη μικρή εισαγωγέα καινών δαιμονίων.
Αφετέρου βλέπουμε μια νεαρή γυναίκα, παιδί ακόμη, να αμφισβητεί στρατηγικά την αυθεντία και την ισχύ εκείνων που ορίζουν τί είναι έγκυρο και τί όχι στη δημόσια σφαίρα· και να διεκδικεί νέα κριτήρια εγκυρότητας. Εκείνοι που δεν θέλουν να χάσουν το μονοπώλιο της προπαγάνδισης κοινώς αποδεκτών πολιτικών ορισμών - και τέτοιοι είναι, στην εποχή μας, οι δογματικοί υποστηρικτές του οικονομικού αλλά και φιλοσοφικού φιλελευθερισμού, όπως άλλοτε ήταν η ελέω Θεού δεσποτεία - γι' αυτόν ακριβώς το λόγο, αισθάνονται τόσο φόβο και μίσος γι' αυτή τη μικρή εισαγωγέα καινών δαιμονίων.
Δουλειά των κοινωνικών κινημάτων είναι να αγωνίζονται, να διαφωτίζουν, να διεκδικούν νέα κοινωνικά και πολιτικά περιθώρια κινήσεων για ιδέες και προτάσεις καινοτομικές αλλά παραγκωνισμένες· στο τέλος, να αλλάζουν την ημερήσια διάταξη στη δημόσια σφαίρα. Δουλειά της δημοκρατικά νομιμοποιημένης πολιτικής είναι να διαβουλεύεται μέσα στα θεσμικά όργανα - μαζί με τα κινήματα και ακούγοντας με δέος την «φωνή λαού» - , για να λαμβάνονται δημοκρατικά βιώσιμες αποφάσεις.
Γιώργος Β. Ριτζούλης
Μοντρεάλ, 28.9.2019, ομιλεί περιστοιχισμένη από τους αρχηγούς των αυτόχθονων First Nations του Καναδά (Ινδιάνοι + Ινουίτ)
Niko Paech: Καταστροφική οικονομική μεγέθυνση - Η θύελλα της προόδου και τα ερείπια που αφήνει πίσω της
Λαϊκιστές και φιλελεύθεροι - «Το φιλελεύθερο κράτος στηρίζεται σε προϋποθέσεις τις οποίες δεν μπορεί να εγγυηθεί αυτό το ίδιο» Ernst-Wolfgang Böckenförde: «Η ελευθερία είναι μεταδοτική» - Όμως, «το κράτος πρέπει να θέτει και πραγματοποιεί με αξιοπιστία ηθικούς στόχους, λόγου χάρη την κοινωνική δικαιοσύνη» Jürgen Habermas: Πολιτική ισχύς, εξουσία και επικοινωνία σύμφωνα με την Χάννα Άρεντ - Μια κριτική διερεύνηση
1ο Μέρος 2ο Μέρος
Ανδρέας Ανδριανόπουλος (φιλελεύθερος ή νεοφιλελεύθερος, τώρα διδάσκει Effective Communication Campaigns και Ανάλυση Ρίσκου στο Πανεπιστήμιο του Καλίνιγκραντ - πρώην Koningsberg - της Ρωσικής Ομοσπονδίας): Κλιματική παραπληροφόρηση |
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου