Δευτέρα 26 Δεκεμβρίου 2016

Γιούργκεν Χάμπερμας: Στην ιστορία, εποχές στις οποίες καπιταλισμός και δημοκρατία ισορροπούσαν ήταν η εξαίρεση, όχι ο κανόνας

ολόκληρη η συνέντευξη του Jürgen Habermas  στο περιοδικό © Blätter für deutsche und internationale Politik 11/2016  (Für eine demokratische Polarisierung)
αγγλική μετάφραση του David Gow:  © Social Europe (17.11.2016) / © Eurozine -For a democratic polarization - An interview with Jürgen Habermas - pdf (Αγγλικά)

Δεν πρέπει να δίνεται έδαφος στους ακροδεξιούς για να ορίζουν αυτοί την ημερήσια διάταξη της πολιτικής, υποστηρίζει ο Jürgen Habermas στην «εφ΄ όλης της ύλης» συνέντευξή του. Και σε αντίθεση με την κοντόφθαλμη, αντιφατική πολιτική της Άνγκελα Μέρκελ, η ΕΕ χρειάζεται δημοκρατική πόλωση μεταξύ των διαφορετικών πολιτικών δυνάμεων και παρεμβατική πολιτική δράση ώστε να αξιοποιηθούν τα περιθώρια στρατηγικών πολιτικών ελιγμών για να αναδιαμορφωθεί κοινωνικά η παγκοσμιοποίηση. Η Αριστερά πρέπει να ανακτήσει την πρωτοβουλία και να προσφέρει μια αξιόπιστη απάντηση στις καταστροφικές δυνάμεις του αχαλίνωτου καπιταλισμού.
   
Blätter für deutsche und internationale Politik: Μετά το 1989, όλοι συζητούσαν για το «τέλος της ιστορίας», για το άραγμά της στο λιμάνι της δημοκρατίας και της οικονομίας της αγοράς. Σήμερα βιώνουμε την εμφάνιση ενός νέου φαινομένου που λαμβάνει την μορφή της αυταρχικής / λαϊκίστικης ηγεσίας - από τον Πούτιν μέσω του Ερντογάν στον Ντόναλντ Τραμπ. Είναι σαφές ότι μια νέα «Διεθνής του αυταρχισμού» σημειώνει όλο και μεγαλύτερη επιτυχία στο να καθορίζει αυτή τον πολιτικό λόγο. Είχε δίκιο ο σύγχρονός σας Ραλφ Ντάρεντορφ (Ralf Dahrendorf), όταν προέβλεψε την έλευση ενός αυταρχικού 21ου αιώνα; Μπορούμε - ή σωστότερα, πρέπει - να μιλάμε για κοσμοϊστορική αλλαγή;
Jürgen Habermas: Μετά τις αλλαγές του 1989-1990, όταν ο Φουκουγιάμα άρπαξε και χρησιμοποίησε το σύνθημα της «μετα-ιστορίας», το οποίο αρχικά έφερε την σφραγίδα ενός άγριου είδους συντηρητισμού, η δική του επανερμηνεία εξέφρασε την κοντόφθαλμη θριαμβολογία των ελίτ της Δύσης, οι οποίες ήταν προσκολλημένες σε μια φιλελεύθερη πίστη στην προϋπάρχουσα αρμονική σχέση μεταξύ της οικονομίας της αγοράς και της δημοκρατίας. Και τα δύο αυτά, η οικονομία της αγοράς και η δημοκρατία, διαμορφώνουν καθοριστικά τη δυναμική του κοινωνικού εκσυγχρονισμού, αλλά συνδέονται με λειτουργικές επιταγές, οι οποίες κατ' επανάληψη συγκρούονται μεταξύ τους. Η ισορροπία μεταξύ της ανάπτυξης του καπιταλισμού και αυτού που έγινε αποδεκτό από το λαό ως μια (μισο-)δίκαιη μοιρασιά της μέσης αύξησης στις οικονομίες υψηλής παραγωγικότητας, μπορεί να επιτευχθεί μόνον με ένα πραγματικά δημοκρατικό κράτος. Ωστόσο, ιστορικά μιλώντας, μια τέτοια ισορροπία, που θα δικαιούται να φέρει το όνομα της «καπιταλιστικής δημοκρατίας», ήταν η εξαίρεση και όχι ο κανόνας. Αυτό και μόνον, μετατρέπει σε ψευδαίσθηση την ιδέα ότι το «αμερικανικό όνειρο» μπορεί να γίνει παγκόσμιο όνειρο.
Η νέα παγκόσμια αταξία, η αδυναμία των ΗΠΑ και της Ευρώπης απέναντι στις αυξανόμενες διεθνείς συγκρούσεις, είναι βαθύτατα ανησυχητική. Οι ανθρωπιστικές καταστροφές στη Συρία ή το Νότιο Σουδάν σκορπούν απογοήτευση, όπως και οι πράξεις ισλαμικής τρομοκρατίας. Παρ' όλα αυτά, στον συνδυασμό συμβαινόντων που επισημάνατε, δεν μπορώ να διακρίνω μια ομοιόμορφη τάση προς έναν νέο αυταρχισμό. Βλέπω μάλλον, μια ποικιλία από δομικές αιτίες και πολλές συμπτώσεις. Αυτό που τους ενώνει είναι ο εθνικισμός σε διάφορες αποχρώσεις του, ο οποίος έχει πλέον αρχίσει να εμφανίζεται στη Δύση. Και πριν από Πούτιν και Ερντογάν, η Ρωσία και η Τουρκία κατά κανένα τρόπο δεν ήταν «άψογες δημοκρατίες». Εάν η Δύση είχε ακολουθήσει μια κάπως πιο έξυπνη πολιτική, η πορεία των σχέσεων με τις δύο χώρες μπορεί να είχε εξελιχτεί διαφορετικά· και ίσως οι [πολιτικά] φιλελεύθερες δυνάμεις μπορεί να είχαν αποκτήσει μεγαλύτερη υποστήριξη από τους λαούς τους.
Μήπως, αναδρομικά, υπερεκτιμούμε τις δυνατότητες της Δύσης στο θέμα αυτό;
Φυσικά, με δεδομένη την τεράστια ποικιλία των διαφορετικών συμφερόντων εντός της, δεν θα ήταν εύκολο για «τη Δύση» να επιλέξει την κατάλληλη στιγμή για να αντιμετωπίσει ορθολογικά τις γεωπολιτικές φιλοδοξίες της υποβιβασθείσας ρωσικής υπερδύναμης, ή τις προσδοκίες της θυμώδους τουρκικής κυβέρνηση για ό,τι αφορά την ευρωπαϊκή πολιτική. Η περίπτωση του εγωμανούς Τραμπ, η οποία είναι πάνω απ' όλα εξαιρετικά σημαντική για τη Δύση, είναι διαφορετικής τάξης πρόβλημα. Με την καταστροφική προεκλογική του εκστρατεία, αποκορύφωσε μια διαδικασία πόλωσης την οποία προωθούν οι Ρεπουμπλικανοί με ψυχρό υπολογισμό από τη δεκαετία του 1990. Κλιμάκωσαν αυτή τη διαδικασία τόσο ανενδοίαστα, ώστε το «Grand Old Party» - μην ξεχνάμε, είναι το κόμμα του Αβραάμ Λίνκολν - έχασε εντελώς τον έλεγχο. Αυτή η κινητοποίηση της δυσαρέσκειας ανοίγει τη βαλβίδα για να εκδηλωθούν βίαια οι κοινωνικές εξαρθρώσεις μιας υπερδύναμης που βρίσκεται σε πολιτική και οικονομική παρακμή. 
Συνεπώς, αυτό που βλέπω ως πρόβλημα, δεν είναι το μοντέλο μιας «Διεθνούς του αυταρχισμού» που εικάσατε, αλλά η θραύση της πολιτικής σταθερότητας στις δικές μας χώρες, της Δύσης ως συνόλου. Σε ενδεχόμενη απόφαση των ΗΠΑ να αποχωρήσουν από το ρόλο τους ως παγκόσμια δύναμη έτοιμη πάντα να παρεμβαίνει για να αποκαθιστά την τάξη,  πρέπει να στρέψουμε την προσοχή μας στο υποκείμενο δομικό πλαίσιο της απόφασης, το οποίο αφορά την Ευρώπη με παρόμοιο τρόπο.
Η οικονομική παγκοσμιοποίηση, την οποία εισήγαγε στη δεκαετία του 1970 η Ουάσιγκτον με το νεοφιλελεύθερο πρόγραμμά της, άν την αξιολογήσουμε σε παγκόσμιο επίπεδο, προκάλεσε μια σχετική αποδυνάμωση της Δύσης έναντι της Κίνας και των άλλων αναδυόμενων χωρών BRIC. Οι κοινωνίες μας πρέπει να αναγνωρίσουν ως πραγματικότητα αυτή την σχετική αποδυνάμωση σε παγκόσμιο επίπεδο, σε συνδυασμό με την εκρηκτική αύξηση της πολυπλοκότητας της καθημερινής ζωής εντός των χωρών μας, που προκαλείται από τις τεχνολογικές αλλαγές. Οι εθνικιστικές αντιδράσεις κερδίζουν έδαφος σε κοινωνικά στρώματα που είτε δεν επωφελήθηκαν καθόλου από την άνοδο της ευημερίας στις μεγάλες οικονομίες, είτε έχουν επωφεληθεί σε ανεπαρκή μόνον βαθμό, επειδή τα στρώματα αυτά λάμβαναν διαρκώς την υπόσχεση ότι και αυτά θα επωφεληθούν, ότι η ευημερία θα διαχυθεί «στάλατάλα και προς τα κάτω» («trickle-down effect») [και μετά αναλαμβάνουν υπηρεσία άλλα απατηλά σλόγκαν, όπως «σημασία έχει να μεγαλώνει η πίττα και όχι το πώς μοιράζεται» ή «φασούλι το φασούλι, θα γεμίσει το σακούλι»]· όμως επί δεκαετίες, τούτη η υπόσχεση δεν εκπληρώθηκε, απέτυχε να γίνει πραγματικότητα.
Ακόμη κι αν δεν υπάρχει ξεκάθαρη τάση προς ένα νέο αυταρχισμό, βλέπουμε σαφώς μια μεγάλη στροφή προς την Δεξιά, μια πραγματική δεξιόστοφη εξέγερση. Η προεκλογική εκστρατεία για την Brexit ήταν το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής της τάσης στην Ευρώπη. Όπως εσείς ο ίδιος το θέσατε πρόσφατα, που «δεν ανέμενα να νικήσει ο λαϊκισμός τον καπιταλισμό στη χώρα που γεννήθηκε ο δεύτερος». Κάθε λογικός παρατηρητής δεν μπορεί παρά να μένει έκπληκτος από το πόσο ανορθολογικό είναι τόσο το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος, όσο και η προεκλογική του εκστρατεία. Ένα πράγμα είναι σαφές: Και η Ευρώπη, όλο και περισσότερο παρασύρεται προς τον λαϊκισμό, από τους Ορμπάν και Κατσίνσκι μέχρι την ΛεΠαν στη Γαλλία και την Εναλλακτική στη Γερμανία. Διανύουμε μια περίοδο,στην οποία η ανορθολογική πολιτική γίνεται στη Δύση μια κανονικότητα; Ορισμένα τμήματα της Αριστεράς έχουν ήδη βγάλει το συμπέρασμα ότι ως αντίδραση στον δεξιό λαϊκισμό χρειάζεται μια αριστερή έκδοση του ίδιου πράγματος.
Πριν αντιδράσει κανείς με κινήσεις καθαρά τακτικής, πρέπει να λυθεί ένα παζλ: Πώς προέκυψε το γεγονός, ότι ο δεξιός λαϊκισμός υπέκλεψε από την Αριστερά τα δικά της θέματα; Σχετικά με αυτό, η τελευταία Σύνοδος Κορυφής των G-20 σκηνοθέτησε ένα διδακτικό κομμάτι θεατρικής παράστασης. Οι συναγμένοι επικεφαλής των κυβερνήσεων εξέπεμψαν ένα σήμα συναγερμού για τον «κίνδυνο από τη Δεξιά», η οποία ίσως οδηγήσει τα εθνικά κράτη να κλείσουν τις πόρτες τους, να ανεβάσουν την κινητή γέφυρα του τείχους και να εγκαταλείψουν σε βαθμό ερήμωσης τις παγκοσμιοποιημένες αγορές. Εναρμονισμένη με αυτή τη διάθεση, είναι η εντυπωσιακή αλλαγή στις κοινωνικές και οικονομικές πολιτικές που ανακοίνωσε μία από τους συμμετέχοντες και συμμετέχουσες, η Βρετανίδα πρωθυπουργός Τερίσα Μέι (Theresa May), η οποία ανακοίνωσε στο τελευταίο συνέδριο του Συντηρητικού κόμματος κάτι που προκάλεσε αναμενόμενα κύματα οργής στα μέσα ενημέρωσης τα φιλικά προς τον επιχειρηματικό κόσμο. Είναι σαφές ότι η May έχει μελετήσει καλά τους κοινωνικούς λόγους της Brexit. Σε κάθε περίπτωση, προσπαθεί να στρέψει τον αέρα μακριά από τα πανιά του δεξιού λαϊκισμού, αντιστρέφοντας την προηγούμενη γραμμή του κόμματος· με τις ανακοινώσεις της δίνει έμφαση σε ένα παρεμβατικό «ισχυρό κράτος», προκειμένου να καταπολεμηθεί η περιθωριοποίηση των «εγκαταλειμμένων» τμημάτων του πληθυσμού και οι αυξανόμενες ανισότητες στην κοινωνία. Με δεδομένη αυτή την ειρωνική αντιστροφή της πολιτικής ημερήσιας διάταξης, η Αριστερά στην Ευρώπη πρέπει να αναρωτηθεί γιατί ο δεξιός λαϊκισμός έχει επιτυχία και κερδίζει τους δυσαρεστημένους ή όσους βρίσκονται σε μειονεκτική θέση, οδηγώντας τους στο απατηλό μονοπάτι της εθνικής απομόνωσης.
Κοινωνικά αποδεκτή παγκοσμιοποίηση μέσω διεθνούς συνεργασίας
Τι λογής πρέπει να είναι η αριστερή απάντηση στην πρόκληση από τα δεξιά; 
Ρωτάτε γιατί τα αριστερά κόμματα δεν περνούν στην επίθεση εναντίον των κοινωνικών ανισοτήτων επιχειρώντας, με μια συντονισμένη και διασυνοριακή προσπάθεια, να δαμάσουν τις ανεξέλεγκτες αγορές. Η μόνη λογική εναλλακτική λύση - τόσο στο status quo του εξαγριωμένου χρηματοπιστωτικού καπιταλισμού, όσο και στην εθνικολαϊκίστικη (völkisch) ή αριστερο-εθνικιστική οπισθοχώρηση σε μια υποθετική κυριαρχία των εδώ και καιρό αποδυναμωμένων απο ουσιαστικές αρμοδιότητες εθνικών κρατών - είναι, κατά τη γνώμη μου, μια υπερεθνική μορφή συνεργασίας, η οποία θα έχει ως στόχο να δώσει μορφή σε μια κοινωνικά αποδεκτή, πολιτική αναδιάρθρωση της οικονομικής παγκοσμιοποίησης. Τα υπάρχοντα καθεστώτα των διεθνών συνθηκών είναι ανεπαρκή· πέρα από την αμφίβολη δημοκρατική νομιμοποίησή τους, πολιτικές αποφάσεις σε ζητήματα αναδιανομής μπορούν να γίνουν πράξη μόνον μέσα σε ένα σταθερό θεσμικό πλαίσιο. Αυτό μας αφήνει μόνον μια δυνατότητα: Να πορευτούμε στο κακοτράχαλο μονοπάτι της θεσμικής εμβάθυνσης και εμπέδωσης μιας δημοκρατικά νομιμοποιημένης συνεργασίας πέραν των εθνικών συνόρων. Η Ευρωπαϊκή Ένωση ήταν κάποτε ένα τέτοιο εγχείρημα - και μια πολιτική ένωση της ευρωζώνης θα μπορούσε ακόμη και τώρα να γίνει. Όμως τα εμπόδια που εγείρονται στην εσωτερική διαδικασία λήψης αποφάσεων είναι μάλλον πολύ υψηλά γι' αυτό. 
Από την εποχή των Κλίντον, Μπλερ και Σρέντερ, τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα μετακινήθηκαν προς την επικρατούσα νεοφιλελεύθερη κατεύθυνση στις οικονομικές πολιτικές, διότι αυτό είχε - ή τους φαινόταν να έχει - πολιτικά πλεονεκτήματα. Στον «αγώνα για την κατάκτηση των μεσαίων κοινωνικών στρωμάτων», αυτά τα πολιτικά κόμματα πίστεψαν ότι μπορούν να κατακτήσουν πλειοψηφίες μόνον άν έπαιρναν το δρόμο της προσαρμογής στη νεοφιλελεύθερη κατεύθυνση. Γι΄αυτό τον λόγο, δέχτηκαν να ανεχτούν το κόστος μιας κοινωνικής ανισορροπίας και ανισότητας αυξανόμενης σε μακροπρόθεσμη κλίμακα. Το τίμημα αυτής της ανοχής - δηλαδή η οικονομική, κοινωνική και πολιτισμική εγκατάλειψη όλο και μεγαλύτερων τμημάτων του πληθυσμού - έχει διογκωθεί σε τέτοιο βαθμό, ώστε ξεσπά σε μια αντίδραση που οδηγεί τους πολίτες αυτούς προς τα δεξιά. Και που αλλού να πηγαίνανε; Εφόσον λείπει μια αξιόπιστη προοπτική, προβεβλημένη ανοιχτά και επιθετικά, στους δυσαρεστημένους και διαμαρτυρόμενους απομένει μόνον η καταφυγή στους θορυβοποιούς και ανορθολογικούς.
Ακόμη χειρότερoς από τους ίδιους τους δεξιούς λαϊκιστές, φαίνεται να είναι ο κίνδυνος «μετάδοσης της επιδημίας» στα καθιερωμένα κόμματα όλης της Ευρώπης. Υπό την πίεση της Δεξιάς, η νέα Βρετανίδα πρωθυπουργός έχει υιοθετήσει μια σκληρή πολιτική γραμμή παρεμποδισμού ή και απέλασης των αλλοδαπών εργαζομένων και των μεταναστών. Στην Αυστρία, ο Σοσιαλδημοκράτης καγκελάριος θέλει να περιορίσει το δικαίωμα του ασύλου με έκτακτο διάταγμα και στη Γαλλία, ο Φρανσουά Ολάντ έχει επιβάλει εδώ και σχεδόν ένα χρόνο κατάσταση έκτακτης ανάγκης, προς μεγάλη χαρά του Εθνικού Μετώπου. Είναι η Ευρώπη είναι αρκετά ισχυρή για να αντιμετωπίσει αυτή την εξέγερση από τα δεξιά, ή έχουν αμετάκλητα διαβρωθεί οι κατακτήσεις της δημοκρατίας;
Κατά τη γνώμη μου, οι πολιτικοί στις χώρες μας αντιμετώπισαν από την αρχή τον δεξιό λαϊκισμό με τρόπο λανθασμένο. Το λάθος των καθιερωμένων κομμάτων έγκειται στο γεγονός ότι αποδέχτηκαν τη γραμμή του μετώπου της σύγκρουσης με τον δεξιό λαϊκισμό όπως την όρισε αυτός: «Εμείς» [δηλαδή οι δεξιοί λαϊκιστές] ενάντια στο σύστημα. Και δεν παίζει κανέναν ρόλο άν αυτό το σφάλμα παίρνει τη μορφή της προσέγγισης προς τη «Δεξιά» με στόχο την αφομοίωσή της ή της σύγκρουσης με αυτήν. Λόγου χάρη, ο σκληροτράχηλος, για δεύτερη φορά επίδοξος Γάλλος πρόεδρος Νικολά Σαρκοζί, ο οποίος πλειοδοτεί της Μαρίν ΛεΠεν με τις απαιτήσεις του, ή ο νηφάλιος Γερμανός υπουργός δικαιοσύνης Χάικο Μάας (Heiko Maas), ο οποίος, στις δημόσιες συζητήσεις, επιτίθεται δυναμικά στον συν-ιδρυτή και εκπρόσωπο της Εναλλακτικής (AfD) Αλεξάντερ Γκάουλαντ (Alexander Gauland [πρώην στέλεχος των Χριστιανοδημοκρατών]). Και οι δύο ενισχύουν τους αντιπάλους τους. Και οι δύο τους παίρνουν στα σοβαρά και αναβαθμίζουν το προφίλ τους. Εδώ στη Γερμανία, όλοι ξέρουμε το επιμελημένα ειρωνικό χαμόγελο της ηγέτιδας της AfD Φράουκε Πέτρι (Frauke Petry) και τι συμπεριφορά επειδεικνύει η υπόλοιπη ηγεσία του άθλιου θιάσου της. Μόνον αγνοώντας τις παρεμβάσεις τους, μπορεί κανείς να τραβήξει το χαλί κάτω από τα πόδια των δεξιών λαϊκιστών.
Όμως αυτό απαιτεί προθυμία να ανοίξει ένα εντελώς διαφορετικό μέτωπο στην εσωτερική πολιτική, δηλαδή να αναγορευτεί ως το βασικό πολιτικό θέμα το πρόβλημα που ήδη αναφέραμε: Πώς μπορούμε να ανακτήσουμε την πολιτική πρωτοβουλία έναντι των καταστροφικών δυνάμεων της αχαλίνωτης καπιταλιστικής παγκοσμιοποίησης; Αντ' αυτού, η πολιτική σκηνή κυρίως ζωγραφίζει με γκρι χρώμα πάνω στο γκρι [ο Χάμπερμας υπονοεί εδώ μια έκφραση του Χέγκελ στο έργο του Βασικές κατευθύνσεις της φιλοσοφίας του δικαίου, στο περίφημο απόσπασμα για την «γλαύκα της Αθηνάς»]. Για παράδειγμα, δεν είναι πιά δυνατό να γίνει διάκριση μεταξύ ενός αριστερού πολιτικού προγράμματος που είναι υπέρ της παγκοσμιοποίησης, έχοντας ως στόχο να μορφοποιήσει πολιτικά μια παγκόσμια κοινωνία που συν-αναπτύσσεται οικονομικά και ψηφιακά, και του νεοφιλελεύθερου προγράμματος που επιλέγει την παραίτηση από την πολιτική όταν εκβιάζεται από τις τράπεζες και τις ακυβέρνητες  αγορές.
Πρέπει λοιπόν να ξαναγίνουν εμφανείς και αναγνωρίσιμες οι πολιτικές αντιθέσεις· και μεταξύ αυτών, η αντίθεση ανάμεσα στην ανοιχτόμυαλη και ανοιχτή στον κόσμο αριστερή κριτική της αχαλίνωτης οικονομικής παγκοσμιοποίησης αφενός - η οποία είναι μια κριτική «φιλελεύθερη» με την πολιτική και πολιτισμική έννοια της λέξης - και στις εθνικιστικές ανοησίες της δεξιάς κριτικής της παγκοσμιοποίησης αφετέρου. Συνοψίζοντας: Πρέπει ξανά να γίνει σαφής η πολιτική πόλωση μεταξύ των καθιερωμένων κομμάτων και να αποκρυσταλλωθεί γύρω από πραγματικές αντιθέσεις. Κόμματα που βλέπουν με ενδιαφέρον τον ακροδεξιό λαϊκισμό αντί να τον καταδικάζουν με περιφρόνηση, δεν πρέπει να αναμένουν από την κοινωνία των πολιτών να απαξιώσει την ακροδεξιά συνθηματολογία και την ακροδεξιά βία. Θεωρώ λοιπόν ως τον μεγαλύτερο κίνδυνο, το να προκύψει μια πολύ διαφορετική πόλωση, δηλαδή εκείνη που φαίνεται να προτιμά ο σκληρός πυρήνας της αντιπολίτευσης που υπάρχει μέσα στο κόμμα των Χριστιανοδημοκρατών (CDU), όταν τεθεί το ζήτημα του τι θα συμβεί μετά την Μέρκελ. Αυτή η εσωκομματική αντιπολίτευση βλέπει τους Εναλλακτικούς περί τον Αλεξάντερ Γκάουλαντ ως κεντρικούς παράγοντες της (εθνικο-συντηρητικής) πτέρυγας της Χριστιανοδημοκρατίας, όπως ήταν κάποτε οι περί τον Ντρέγκερ (Dregger) στην Έσση· με άλλα λόγια τους θεωρεί σάρκα εκ της σαρκός των Χριστιανοδημοκρατών και παίζει με την ιδέα να πάρει πίσω τους χαμένους ψηφοφόρους μέσω ενός κυβερνητικού συνασπισμού των Χριστιανοδημοκρατών με την Εναλλακτική για τη Γερμανία.
Πρόσφορο έδαφος για να επωασθεί ένας νέος φασισμός
Ακόμη και προφορικά, πολλά φαίνονται να αλλάζουν αυτές τις μέρες: Οι πολιτικοί, όλο και πιο συχνά καταγγέλλονται ως «εχθροί του λαού» και υβρίζονται ανοιχτά. Ο Αλεξάντερ Γκάουλαντ της AfD αποκαλεί την Άνγκελα Μέρκελ «δικτατορική καγκελάριο». Στην ίδια κατεύθυνση είναι η σταδιακή πολιτική αποκατάσταση της ναζιστικής ορολογίας: Η Φράουκε Πέτρι θέλει να επαναφέρει στον καθημερινό λόγο την ιδέα του εθνικολαϊκού (völkisch), ένας άλλος πολιτικός της AfD, ο Μπιέρν Χόκε (Björn Hocke) μιλά για «εκφυλισμένη πολιτική», και ένας βουλευτής των Χριστιανοδημοκρατών (CDU) από τη Σαξονία επανέρχεται στα κλασικά ναζιστικά λογύδρια περί εθνικής καθαρότητας - και όλα αυτά συμβαίνουν χωρίς να τους δίνεται η αρμόζουσα σημασία.
 
Το μόνο μάθημα που πρέπει να πάρουν τα δημοκρατικά κόμματα για το πώς πρέπει να αντιμεωπίζουν ανθρώπους που χρησιμοποιούν τέτοια γλώσσα, είναι ένα: Πρέπει να σταματήσουν να υπεκφεύγουν με ελαφρά πηδηματάκια, χαρακτηρίζοντάς τους «δυσαρεστημένους πολίτες», και να τους στιγματίζουν ορθά-κοφτά ως αυτό που είναι, το πρόσφορο έδαφος για να επωασθεί ένας νέος φασισμός. Αντί να κάνουν αυτό που πρέπει, βλέπουμε ακόμη και τώρα εκείνο το κωμικό τελετουργικό που τόσο καλά διαδραματιζόταν στην παλιά Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της [Δυτικής] Γερμανίας, μιας παθολογικού τύπου θεατρικής πράξης εξισορρόπησης: Κάθε φορά που μιλά κάποιος για «δεξιό εξτρεμισμό», αισθάνεται την υποχρέωση να επισημάνει αμέσως και τον αντίστοιχο «αριστερό εξτρεμισμό», λες και θέλει να αποδιώξει την αμηχανία του. 
Πώς εξηγείτε την δεκτικότητα που ευνοεί τον δεξιό λαϊκισμό της AfD στην Ανατολική Γερμανία και το μεγάλο αριθμό εγκληματικών πράξεων από ακροδεξιούς εκεί;
Φυσικά, δεν πρέπει να τρέφουμε αυταπάτες και για την εκλογική επιτυχία της AfD στις δυτικές περιοχές της Γερμανίας, για παράδειγμα στη Βάδη-Βυρτεμβέργη - μολονότι η επιθετικότητα του τοπικού πολιτικού της AfD Γεργκ Μόιτεν (Jörg Meuthen) εναντίον της φιλελεύθερης-αριστερής κληρονομιάς της γενιάς του 1968 δεν μοιάζει τόσο πολύ με ακροδεξιό εξτρεμισμό, αλλά μάλλον με απομεινάρι από την παλιά Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Δυτικής Γερμανίας. Στα δυτικά, φαίνεται ότι οι δεξιόστροφες προκαταλήψεις των ψηφοφόρων της AfD περνούν κυρίως μέσα από το φίλτρο ενός συντηρητικού κοινωνικού περιβάλλοντος, το οποίο δεν είχε την ευκαιρία να αναπτυχθεί στην πρώην «Λαοκρατική Δημοκρατία της [Ανατολικής] Γερμανίας». Η δυτική περιοχή οφείλει επίσης να λογοδοτήσει για εκείνους τους δεξιούς ριζοσπάστες, οι οποίοι, αμέσως μετά την ένωση των δύο Γερμανιών το 1990, μετακόμισαν από την παλιά Δυτική Γερμανία κατά κύματα προς τα ανατολικά, φέρνοντας μαζί τους και τις απαραίτητες οργανωτικές ικανότητες. Ωστόσο, αν κρίνουμε από τα συνήθη στατιστικά στοιχεία, στην Ανατολική Γερμανία υπάρχει σίγουρα περισσότερη αφιλτράριστη επιδεκτικότητα σε διάχυτες αυταρχικές προκαταλήψεις και «στη συνέχεια με το παλιό». Δεδομένου ότι το δυναμικό αυτό προέκυψε από ανθρώπους οι οποίοι, ούτως ή άλλως, μέχρι τώρα απέφευγαν να ψηφίζουν, είχε μείνει λίγο-πολύ αφανές, μέχρι τη στιγμή που προέκυψε η τωρινή πολιτική για τους πρόσφυγες. Η προσφυγική πολιτική έδρασε ως καταλύτης: Μέχρι τότε, αυτούς τους ψηφοφόρους, είτε τους προσέλκυε η επιλεκτική οπτική και η καλή εθνική φήμη του ανατολικού Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος (CDU), είτε τους απορροφούσε σε μεγάλο βαθμό το Κόμμα της Αριστεράς (Die Linke). Μέχρις ενός σημείου, αυτό μπορεί και να υπηρέτησε έναν θετικό σκοπό. Όμως, για μια στιβαρή δημοκρατική πολιτική, είναι καλύτερο να μην κρύβονται κάτω από το χαλί αμφισβητήσιμες πολιτικές αντιλήψεις, παγιωμένες στο σώμα των πολιτών. 
Από την άλλη πλευρά, η γερμανική δύση - με άλλα λόγια, η παλιά κυβέρνηση της Δυτικής Γερμανίας, η οποία καθόρισε τον τρόπο της επανένωσης των δύο Γερμανιών και της ανοικοδόμησής τους, φέρει τώρα την πολιτική ευθύνη για τις συνέπειες· στό τέλος, μπορεί ακόμη και να καταλήξει ως «ο κακός αυτής της ιστορίας», από την άποψη του πώς η ιστορία κρίνει και αξιολογεί εκ των υστέρων τέτοια γεγονότα. Ας λάβουμε  υπόψη το εξής: Ο πληθυσμός της πρώην Δυτικής Γερμανίας είχε την ευκαιρία να συζητά δημόσια διαρκώς επί δεκαετίες, υπό καλές οικονομικές συνθήκες, για το πώς θα απαλλαγεί από την κληρονομιά της ναζιστικής περιόδου και από νοοτροπίες ή κοινωνικοπολιτικές ελίτ μολυσμένες από τον Εθνικοσοσιαλισμό, οι οποίες εξακολουθούσαν να έχουν ισχύ. Αντίθετα, στους πολίτες της πρώην Ανατολικής Γερμανίας δεν δόθηκε η δυνατότητα μετά το 1990 να κάνουν τα δικά τους λάθη και έτσι να εξαναγκαστούν να πάρουν το μάθημά τους αντιμετωπίζοντας το ναζιστικό παρελθόν. 
Στη Γερμανία, το κόμμα της Εναλλακτικής (AfD) έχει προπαντός προκαλέσει αναταραχή στην πολιτική στρατηγική της συμμαχίας Χριστιανοδημοκρατών και Βαυαρών Χριστιανοκοινωνιστών (CDU/CSU). Πολιτικοί αυτών των δύο κομμάτων επικαλέσθηκαν πρόσφατα επίσημα έναν «πυρήνα» του εθνικού πολιτισμού, προκειμένου να διατηρηθεί το κληρονομημένο πολιτισμικό πλαίσιο και να αποφευχθεί «να αναλάβουν την υπόθεση του πατριωτισμού λάθος άνθρωποι». Η διακήρυξη αυτή δηλώνει ότι «η Γερμανία έχει το δικαίωμα να ορίζει το τι θα πρέπει να είναι αυτονόητο» και καλεί να υποστηρίζεται «το ρίζωμα σε μια πατρίδα που αγαπάμε και σε μια βιωμένη εμπειρία του πατριωτισμού». Στην παλιά Δυτική Γερμανία, με την διαρκώς αυξανόμενη αποδοχή της δημοκρατίας, ο Βασικός Νόμος [δηλ. το Σύνταγμα της Ομοσπονδίας] λειτουργούσε όλο και περισσότερο ως ο «πυρήνας» του πολιτισμού της χώρας. Το να αναγνωρίζουμε το Σύνταγμα, έγινε το πρότυπο για μια επιτυχή ενσωμάτωση στη γερμανική κοινωνία. Βιώνουμε μήπως σήμερα την μετατόπιση αυτού του συνταγματικού-πατριωτικού πυρήνα του πολιτισμού σε έναν νέο επικρατούντα πολιτισμό στη Γερμανία, ο οποίος αποτελείται από ήθη και έθιμα, όπως είναι η υποχρέωση να σφίγγουμε τα χέρια μας για να χαιρετηθούμε με κάποιον; 
Υποθέσαμε, και σαφώς ήμασταν πολύ βιαστικοί, ότι το Χριστιανοδημοκρατικό Κόμμα της Άνγκελα Μέρκελ είχε αφήσει πίσω του αυτή την συζήτηση της δεκαετίας του 1990 η οποία κυττούσε προς το παρελθόν. Η πολιτική για τους πρόσφυγες έφερε στην επιφάνεια μια εσωτερική αντιπολίτευση μέσα στο κόμμα αυτό, στην οποία ενώνονται οι επίγονοι της εθνικο-συντηρητικής πτέρυγας των παλιών δυτικών CDU/CSU με τους προσήλυτους του ανατολικού CDU. Η στάση τους σηματοδοτεί την ραφή, κατά μήκος της οποίας η Χριστιανοδημοκρατική Ένωση θα χωρίσει στα δυό ​​ως κόμμα, αν αναγκαστεί να αποφασίσει μεταξύ του χειρισμού της ένταξης των προσφύγων σύμφωνα με τις συνταγματικές προδιαγραφές, από τη μία πλευρά, ή σύμφωνα με τις ιδέες του πλειοψηφούντος εθνικού πολιτισμού, από την άλλη. Το δημοκρατικό σύνταγμα μιας πλουραλιστικής κοινωνίας παρέχει πολιτισμικά δικαιώματα στις μειονότητες, ώστε να έχουν την ευκαιρία να κάνουν πράξη τον πολιτισμό τους εντός των ορίων του νόμου. Το να υποχρεωθούν οι μετανάστες που έχουν διαφορετικό πολιτισμικό υπόβαθρο να υποτάξουν τους εαυτούς τους σε έναν γενικής ισχύος πολιτισμό της πλειοψηφίας, είναι λοιπόν ασυμβίβαστο με μια πολιτική ένταξης που έχει ως επίκεντρο τις συνταγματικές προβλέψεις. Αυτή η δεύτερη πολιτική απαιτεί να γίνεται διάκριση ανάμεσα στον ριζωμένο στη χώρα παραδοσιακό πολιτισμό της πλειοψηφίας αφενός, και σε έναν πολιτικό πολιτισμό εξίσου προσιτό σε όλους τους πολίτες αφετέρου. 
Ωστόσο, αυτός ο πολιτικός πολιτισμός περιλαμβάνει και το ιστορικό πλαίσιο της χώρας, το οποίο επηρεάζει το πώς οι πολίτες κατανοούν τον εαυτό τους και το πώς ερμηνεύουν τις βασικές αρχές του συντάγματος. Η κοινωνία των πολιτών πρέπει να το προσδοκά αυτό από τους μετανάστες πολίτες που μεγαλώνουν μέσα σ' αυτό τον πολιτικό πολιτισμό, άν και δεν μπορεί να το επιβάλλει με τα νόμιμα μέσα. Το γραπτό που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Der Spiegel από τον Ναβίντ Κερμάνι (Navid Kermani), έναν Γερμανό ιρανικής καταγωγής, με θέμα την επίσκεψή του στο πρώην στρατόπεδο συγκέντρωσης του Άουσβιτς, είναι ένα συγκινητικό και διαφωτιστικό παράδειγμα: Εκεί, βρέθηκε ανάμεσα σε ομάδες επισκεπτών από πολλές χώρες, οι οποίοι μιλούσαν πολλές διαφορετικές γλώσσες. Αυτός επέλεξε να ενταχθεί στη σιωπηλή ομάδα των Γερμανών, των απογόνων της γενιάς των δραστών. Και σε κάθε περίπτωση, δεν ήταν η γερμανική γλώσσα αυτής της ομάδας που τον παρακίνησε να πράξει έτσι και όχι αλλοιώς.
Δεδομένου ότι σε έναν ζωντανό δημοκρατικό πολιτισμό του διαλόγου, ο πολιτικός πολιτισμός δεν παραμένει στατικός, οι νέοι πολιτογραφημένοι πολίτες, όσο και εκείνοι μακρόχρονης γερμανικής καταγωγής, έχουν το δικαίωμα να ακούγεται η φωνή τους στην διαδικασία της εξέλιξης και αλλαγής αυτού του κοινού πολιτικού πολιτισμού. Η καθοριστική δύναμη αυτών των φωνών εξηγείται καλύτερα από τους επιτυχημένους συγγραφείς, σκηνοθέτες, ηθοποιούς, δημοσιογράφους και επιστήμονες προερχόμενους από οικογένειες των πρώην «φιλοξενούμενων εργατών» απο την Τουρκία. Οι προσπάθειες για διατήρηση με νόμιμα μέσα ενός εθνικού πολιτισμικού πυρήνα δεν είναι μόνον αντισυνταγματικές αλλά και μή ρεαλιστικές.
Η σταδιοδρομία της καγκελαρίου Μέρκελ ως υποδείγματος «συμπαθητικού» πολιτικού ηγέτη
Στην εφημερίδα Die Zeit της 7ης Ιουλίου 2016, επικρίνατε από την οπτική γωνία ενός «επίμονου και προσεκτικού αναγνώστη εφημερίδων» μια «ορισμένη συμμόρφωση του Τύπου», χωρίς την οποία δεν θα μπορούσε να λειτουργήσει με επιτυχία η πολιτική της Μέρκελ «που νανουρίζει όλο τον κόσμο». Από τότε που η Μέρκελ εξήγγειλε την πολιτική της γιά τους πρόσφυγες, είναι σαφές ότι βιώνουμε μια πόλωση νέου είδους. Πιστεύετε ότι αυτό προσφέρει την ευκαιρία να σκεφτούμε επιτέλους για εναλλακτικές πολιτικές λύσεις; 
Αντίθετα, με δεδομένη την σταθεροποίηση του κόμματος Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD), φοβάμαι μια περαιτέρω ισοπέδωση των διαφορών μεταξύ των άλλων κομμάτων. Όταν μίλησα για πολιτική που νανουρίζει τους ανθρώπους, αναφερόμουν στην Ευρώπη. Γιά ό,τι αφορά το μέλλον της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τίποτα δεν έχει αλλάξει μετά το δημοψήφισμα της Brexit. Για παράδειγμα, στον γερμανικό τύπο δεν διαβάζουμε σχεδόν τίποτε για τη νέα κλιμάκωση της σύγκρουσης μεταξύ του υπουργού Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε και του ΔΝΤ, το οποίο εγκαταλείπει το πρόγραμμα βοήθειας στην Ελλάδα. Χωρίς μια πρωτοβουλία που αλλάζει την παραλυτική πολιτική της λιτότητας, η προθυμία εντός της Ευρώπης για συνεργασία θα αποτυγχάνει επίσης να αναπτύσσεται  και σε άλλους τομείς πολιτικής. 
Μετά το δημοψήφισμα της Brexit, σε μια συνέντευξη στην εφημερίδα Die Welt, ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε επανέφερε στη δημοσιότητα την πρότασή του για το μέλλον, την οποία είχε συντάξει στις αρχές της δεκαετίας του 1990 μαζί με τον πολιτικό των Χριστιανοδημοκρατών Καρλ Λάμερς (Karl Lamers), στην οποία υποστήριζαν την δημιουργία ενός ενεργού πυρήνα της Ευρώπης ως «εμπροσθοφυλακής». Η Άνγκελα Μέρκελ, η οποία έχει τη φήμη τόσο της ευχάριστα ορθολογικής, ρεαλιστικής πολιτικού, όσο και της κοντόφθαλμης οπορτουνίστριας που έχει ως κίνητρο μόνον τη διατήρηση της εξουσίας, με εξέπληξε με την εποικοδομητική πολιτική της για τους πρόσφυγες. Στο πρόσφατο ταξίδι της στην Αφρική, έδειξε ότι έχει πράγματι την ικανότητα και την προθυμία να ενεργεί με στρατηγική και με τρόπο μακροπρόθεσμο. Αλλά τι να το κάνω αυτό, τη στιγμή που η πολιτική της για την Ευρώπη καθορίζεται από τη στενή προοπτική του εθνικού οικονομικού εγωισμού; Και αυτό συμβαίνει συνεχώς από το 2010. Φαίνεται να σκέφτεται μόνον από την άποψη του εθνικού συμφέροντος ακόμη και σ΄ εκείνο το πεδίο της πολιτικής, στο οποίο αποτελεί υποχρέωση της κυβέρνηση μας να δώσει την ώθηση για την οικοδόμηση και την ανάπτυξη της ΕΕ. Η κοντόφθαλμη πολιτική λιτότητας της Μέρκελ, η οποία μένει σταθερά προσκολλημένη στο status quo, εμπόδισε και εμποδίζει την απαραίτητη πρόοδο και έχει βαθύνει εξαιρετικά τα ρήγματα στο εσωτερικό της Ευρώπης.
Henry Marisse - Η Ευρώπη και ο Δίας-Ταύρος
Εδώ και πολύ καιρό προτείνετε μια επέκταση της δημοκρατίας στο δι-εθνικό επίπεδο, με άλλα λόγια την ενίσχυση της ΕΕ, προκειμένου να αντισταθμιστεί η απώλεια ελέγχου των εθνικών κρατών, σε μια παγκόσμια κοινωνία μεγάλης αλληλεξάρτησης. Ωστόσο, είναι σαφές ότι αυξάνεται η επιθυμία για καταφυγή μέσα στο κουκούλι του εθνικού κράτους. Με δεδομένη την σημερινή κατάσταση της ΕΕ και των θεσμικών της οργάνων, βλέπετε την παραμικρή ρεαλιστική πιθανότητα να καταπολεμηθεί αυτή η επανεθνικοποίηση; 
Οι διαπραγματεύσεις για την έξοδο της Βρετανίας από την ΕΕ, ασφαλώς θα φέρουν και πάλι αυτό το θέμα πίσω στην ημερήσια διάταξη. Εξακολουθώ να θεωρώ έγκυρη την ιδέα μιας εσωτερικής διαφοροποίησης ανάμεσα σε μια πολιτική ένωση των χωρών που έχουν ως νόμισμα το ευρώ, η οποία λειτουργεί με ολοένα και πιο στενή συνεργασία (λέξη-κλειδί: ο πυρήνας της Ευρώπης), και σε μια περιφέρεια των άλλων κρατών-μελών της ΕΕ, εκείνων που προτιμούν να περιμένουν να δούν πώς θα εξελιχθούν τα πράγματα και που μπορούν ανά πάσα στιγμή να ενταχθούν στον πυρήνα. Υπάρχουν πολλοί πολιτικοί λόγοι και οικονομικά δεδομένα που συνηγορούν για το παραπάνω, συνεπώς πιστεύω ότι θα ήταν καλύτερο οι πολιτικοί να πιστεύουν στην ικανότητα των ανθρώπων να μαθαίνουν, αντί να δικαιολογούν την παραίτησή τους από την παρεμβατική πολιτική δράση παραπέμποντας μοιρολατρικά σε ακατανίκητες συστημικές δυνάμεις. Με την εγκατάλειψη της χρήσης πυρηνικών εργοστασίων για παραγωγή ενέργειας και με τον νέο δρόμο που χάραξε στην πολιτική για τους πρόσφυγες, η πολιτική σταδιοδρομία της Άνγκελα Μέρκελ προσφέρει δύο αξιοσημείωτα αντι-παραδείγματα που διαψεύδουν την ιδέα ότι δεν υπάρχει περιθώριο για στρατηγικούς πολιτικούς ελιγμούς.
J. Habermas στον ιστότοπο του περιοδικού Blätter für deutsche und internationale Politik
  
Strukturwandel der Öffentlichkeit - The Structural Transformation of the Public Sphere (1962) - Αλλαγή δομής της δημοσιότητας (1997)
Theorie und Praxis. Sozialphilosophische Studien - Theory and Practice (1963) 
Zur Logik der Sozialwissenschaften - On the Logic of the Social Sciences (1967) 
Technik und Wissenschaft als Ideologie - Technology and Science as Ideology (1968) 
Erkenntnis und Interesse (1968) - Knowledge and Human Interests (1971) 
Legitimationsprobleme im Spätkapitalismus - Legitimation Crisis (1975) 
Zur Rekonstruktion des Historischen Materialismus (1976)
Communication and the Evolution of Society (1976) 
On the Pragmatics of Social Interaction (1976) 
Theorie des kommunikativen Handelns - The Theory of Communicative Action (1981) 
Kleine politische Schriften I–IV  (1981) 
Moralbewusstsein und kommunikatives Handeln - Moral Consciousness and Communicative Action (1983) - Η ηθική της επικοινωνίας (1997)
Philosophisch-politische Profile - Philosophical-Political Profiles (1983) 
Der philosophische Diskurs der Moderne - The Philosophical Discourse of Modernity (1985) - Ο φιλοσοφικός λόγος της νεωτερικότητας (1993)
Die neue Unübersichtlichkeit. Kleine Politische Schriften V - The New Conservatism (1985) -The New Obscurity: The Crisis of the Welfare State (1986)
Eine Art Schadensabwicklung. Kleine Politische Schriften VI (1987)  
Nachmetaphysisches Denken. Philosophische Aufsätze - Postmetaphysical Thinking (1988)
Die nachholende Revolution. Kleine politische Schriften VII (1990)
Die Moderne – Ein unvollendetes Projekt. Philosophisch-politische Aufsätze (1990)
Faktizität und Geltung. Beiträge zur Diskurstheorie des Rechts und des demokratischen Rechtsstaates - Justification and Application (1991) - Between Facts and Norms: Contributions to a Discourse - Το πραγματικό και το ισχύον  (1996)
Theory of Law and Democracy (1992) 
On the Pragmatics of Communication (1992)  
Die Einbeziehung des Anderen. Studien zur politischen Theorie - The Inclusion of the Other (1996) 
A Berlin Republic (1997, συνεντεύξεις) 
Die postnationale Konstellation. Politische Essays - The Postnational Constellation (1998) - Ο μεταεθνικός αστερισμός (2003)
Kommunikatives Handeln und detranszendentalisierte Vernunft (2001)
Zeit der Übergänge. Kleine Politische Schriften IX (2001)  - Η εποχή των μεταβάσεων (2006)
Rationality and Religion (1998) 
Wahrheit und Rechtfertigung. Philosophische Aufsätze - Truth and Justification (1998) 
Die Zukunft der menschlichen Natur. Auf dem Weg zu einer liberalen Eugenik? - The Future of Human Nature (2003)  - Το μέλλον της ανθρώπινης φύσης. Πίστη και γνώση (2004)
Old Europe, New Europe, Core Europe (2005)
Der gespaltene Westen. Kleine politische Schriften X - The Divided West (2006) - Η διάσπαση της Δύσης (2007)
The Dialectics of Secularization (2007, μαζί με τον Joseph Ratzinger, ομότιμο Πάπα Βενέδικτο ΙΣΤ') -
Η διαλεκτική της εκκοσμίκευσης (2010)
Ach, Europa. Kleine politische Schriften XI (2008)
Between Naturalism and Religion: Philosophical Essays (2008)  
Europe. The Faltering Project (2009) 
Zur Verfassung Europas. Ein Essay (2011) -  Για ένα σύνταγμα της Ευρώπης (2012)
Nachmetaphysisches Denken II. Aufsätze und Repliken (2012) 
Τhe Crisis of the European Union (2012)
Im Sog der Technokratie. Kleine politische Schriften XII (2013)

http://www.epikentro.gr/index.php?isbn=9789604585601
http://www.epikentro.gr/index.php?isbn=9789604585915Δημοκρατία ή καπιταλισμός - Η Ευρώπη σε κρίση - τόμοι A' και Β'
Elmar Altvater, Ulrich Beck, Peter Bofinger, Joschka Fischer, Ulrike Guérot, Jürgen Habermas, Rudolf Hickel, Paul Krugman, Isabell Lorey, Oskar Negt, Claus Offe, Ulrich Preuß, Stefan Schulmeister, Wolfgang Streeck, Hans-Jürgen Urban κ.α. Η συλλογική έκδοση για την κρίση, από το πιο σημαντικό πολιτικό περιοδικό της Γερμανίας Blätter für deutsche & internationale Politik, στα Ελληνικά

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Δημοφιλείς αναρτήσεις 2013 - 2022

Το δημοκρατικό αίτημα των καιρών: Το δίκιο των νέων γενεών και των γενεών που έρχονται

Το δημοκρατικό αίτημα των καιρών: Το δίκιο των νέων γενεών και των γενεών που έρχονται
Χρίστος Αλεξόπουλος: Κλιματική κρίση και κοινωνική συνοχή

ΕΠΙΛΟΓΕΣ:
Αντρέϊ Αρσένιεβιτς Ταρκόφσκι

ΕΠΙΛΟΓΕΣ:<br>Αντρέϊ Αρσένιεβιτς Ταρκόφσκι
Πως η αγάπη επουλώνει τη φθορά του κόσμου

Danilo Kiš:

Danilo Kiš:
Συμβουλές σε νεαρούς συγγραφείς, και όχι μόνον

Predrag Matvejević:

Predrag Matvejević:
Ο Ρωσο-Κροάτης ανιχνευτής και λάτρης του Μεσογειακού κόσμου

Azra Nuhefendić

Azra Nuhefendić
Η δημοσιογράφος με τις πολλές διεθνείς διακρίσεις, γράφει για την οριακή, γειτονική Ευρώπη

Μάης του '36, Τάσος Τούσης

Μάης του '36, Τάσος Τούσης
Ο σκληρός Μεσοπόλεμος: η εποχή δοσμένη μέσα από τη ζωή ενός ανθρώπου - συμβόλου

Ετικέτες

«Γενιά του '30» «Μακεδονικό» 1968 1989 αειφορία Ανδρέας Παπανδρέου αντιπροσωπευτική δημοκρατία Αριστοτέλης Αρχιτεκτονική Αυστρομαρξισμός Βαλκανική Βαρουφάκης βιοποικιλότητα Βρετανία Γαλλία Γερμανία Γκράμσι Διακινδύνευση Έθνος και ΕΕ Εκπαίδευση Ελεφάντης Ενέργεια Επισφάλεια ηγεμονία ΗΠΑ Ήπειρος Θ. Αγγελόπουλος Θεοδωράκης Θεσσαλονίκη Θεωρία Συστημάτων Ιβάν Κράστεφ ιστορία Ιταλία Καντ Καρλ Σμιτ Καταναλωτισμός Κεντρική Ευρώπη Κέϋνς Κίνα Κλιματική αλλαγή Κοινοτισμός κοινωνική ανισότητα Κορνήλιος Καστοριάδης Κοσμάς Ψυχοπαίδης Κράτος Πρόνοιας Κώστας Καραμανλής Λιάκος Α. Λογοτεχνία Μάνεσης Μάξ Βέμπερ Μάρξ Μαρωνίτης Μέλισσες Μέσα «κοινωνικής» δικτύωσης Μέσα Ενημέρωσης Μεσόγειος Μεταπολίτευση Μιχ. Παπαγιαννάκης Μουσική Μπερλινγκουέρ Νεοφιλελευθερισμός Νίκος Πουλαντζάς Νίτσε Ο τόπος Οικολογία Ουκρανία Π. Κονδύλης Παγκοσμιοποίηση Παιδεία Πράσινοι Ρήγας Ρίτσος Ρωσία Σεφέρης Σημίτης Σολωμός Σοσιαλδημοκρατία Σχολή Φραγκφούρτης Ταρκόφσκι Τουρκία Τραμπ Τροβαδούροι Τσακαλώτος Τσίπρας Φιλελευθερισμός Φιλοσοφία Χαλκιδική Χέγκελ Χριστιανισμός Acemoglu/Robinson Adorno Albrecht von Lucke André Gorz Axel Honneth Azra Nuhefendić Balibar Brexit Carl Schmitt Chomsky Christopher Lasch Claus Offe Colin Crouch Elmar Altvater Ernst Bloch Ernst-W. Böckenförde Franklin Roosevelt Habermas Hannah Arendt Heidegger Jan-Werner Müller Jeremy Corbyn Laclau Le Corbusier Louis Althusser Marc Mazower Matvejević Michel Foucault Miroslav Krleža Mudde Otto Bauer PRAXIS International Ruskin Sandel Michael Strauss Leo Streeck T. S. Eliot Timothy Snyder Tolkien Ulrich Beck Wallerstein Walter Benjamin Wolfgang Münchau Zygmunt Bauman

Song for the Unification (Zbigniew Preisner -
Elzbieta Towarnicka - Kr. Kieślowski) - youtube

Song for the Unification (Zbigniew Preisner - <br>Elzbieta Towarnicka - Kr. Kieślowski) - youtube
Ἐὰν ταῖς γλώσσαις τῶν ἀνθρώπων λαλῶ καὶ τῶν ἀγγέλων,
ἀγάπην δὲ μὴ ἔχω, γέγονα χαλκὸς ἠχῶν ἢ κύμβαλον ἀλαλάζον...
Ἡ ἀγάπη ...πάντα στέγει, πάντα πιστεύει, πάντα ἐλπίζει, πάντα ὑπομένει...
Νυνὶ δὲ μένει πίστις, ἐλπίς, ἀγάπη, τὰ τρία ταῦτα·
μείζων δὲ τούτων ἡ ἀγάπη (προς Κορινθ. Α΄ 13)

Zygmunt Bauman: «Ρευστές ζωές, ρευστός κόσμος, ρευστή αγάπη»

Zygmunt Bauman: «Ρευστές ζωές, ρευστός κόσμος, ρευστή αγάπη»
«Είμαι βραχυπρόθεσμα απαισιόδοξος αλλά μακροπρόθεσμα αισιόδοξος»

Μουσείο Γουλανδρή Φυσικής Ιστορίας

Μουσείο Γουλανδρή Φυσικής Ιστορίας
«Χριστούγεννα με τον Κοκκινολαίμη – Το Αηδόνι του Χειμώνα»

Ψηλά στην Πίνδο, στο Περτούλι

Ψηλά στην Πίνδο, στο Περτούλι