«Δεν πειράζει άν χάσουμε μερικά νησιά, τα νησιά χάνονται και ξανακερδίζονται· το ζήτημα είναι να μη χάσουμε τη γλώσσα μας».
Η του Ζουράρεως επιχειρηματολογία δεν θα άξιζε ούτε καν ως αφορμή για σχολιασμό, άν ήταν μόνον μια παραδοξολογία, ειπωμένη απλά για να κερδηθούν δέκα λεπτά δημοσιότητας στον καναλόκοσμο και στον δύσοσμο βάλτο του ελληνικού διαδικτύου (και ιδίως, για να «κερδηθούν» μερικές χιλιάδες εξυπναδίστικα σχόλια στο twitter και στο facebook). Και είναι πια φανερό από προαγωγές πολιτευτών και διανομές θέσεων εξουσίας, ότι στα βιογραφικά των Ελλήνων πολιτικών, κυβερνώντων ή αντιπολιτευόμενων, ακόμη και το βρισίδι που προκαλούν και δέχονται μετρά πολύ θετικά. Όμως δεν είναι μεμονωμένη παραδοξολογία, αλλά μυτερή κορυφή ενός τεράστιου παγόβουνου. Αξίζει λοιπόν να ασχοληθεί κανείς με το παγόβουνο, όχι με την κορυφή του.
Πρώτα-πρώτα, η «τόλμη» να ξεστομίζει τέτοια πράγματα οποιοσδήποτε πολιτευόμενος - είτε έχει το «υψηλό φρόνημα» Έλληνα επαγγελματία πολιτικού, είτε εκτελεί αγγαρεία, δεξιός, αριστερός, κεντρώος ή ιδιόρρυθμος - σε καιρούς ταραγμένους, τόσο στον περίγυρό μας (βλέπε την αστάθεια της Ευρώπης και τις επισφαλείς εσωτερικές καταστάσεις ή τις αντιστρεφόμενες διακρατικές σχέσεις του δύσκολου ανατολικού μας γείτονα), όσο και στον κόσμο (βλέπε την αναστάτωση στην παγκόσμια σκακιέρα που φέρνει μαζί της η αναδυόμενη ακραία Δεξιά), έχει κάτι πολύ αλαζονικό και προσβλητικό. Προσβλητικό προς τις πολλές χιλιάδες νέων παιδιών, τα οποία, από την ανεργία ή από τους ανασφάλιστους μισθούς των εκατό και διακοσίων, βρίσκονται σ' αυτά τα νησιά σε ρόλο φύλακα «πρό των τειχών»· για μια ακόμη φορά, ακριβώς όπως έδειξε κάποτε ο Κροάτης συγγραφέας Μίροσλαβ Κρλέζα (Miroslav Krleža) πόσο συχνά συμβαίνει στην ιστορία, σε όσους τους έλαχε να ζούν όχι στα πλούσια και μεγάλα έθνη της Ευρώπης, αλλά στη μικρή και φτωχή περιφερειακή ζώνη της, στη Βαλκανική και στη Μεσόγειο, στα όρια της Ευρώπης και στις χώρες της οριακής Ευρώπης.
Σε μια εποχή που καταρρέει ή μεταλλάσσεται ο άμεσος εξω-ευρωπαϊκός ή ημι-ευρωπαϊκός περίγυρος, είτε το θέλουν κάποιοι είτε όχι, το θέμα δεν είναι μόνον να φυλάξεις τον χώρο όπου μιλιέται αυτή η άξια διατήρησης γλώσσα, αλλά περισσότερα και ακόμη πιο πολύτιμα πράγματα. Υπ' αυτό ακριβώς το ευρύτερο πρίσμα, το του Ζουράρεως προσβλητικό «τόλμημα» είναι αντιπροσωπευτικό σοβαρότερων εθνικών πληγών, αποκαλύπτει καταστάσεις ηθικο-πολιτικής σήψης και απροθυμία ή αδυναμία για ιστορική ενηλικίωση, που διαρκούν πολλές δεκαετίες.
Το βασικό θέμα της ίδιας μελωδίας (απλά τώρα έφτασε σε ενοχλητική παράφωνη κορύφωση) παίζεται από την εποχή που ΕΟΚ και ΝΑΤΟ ήταν το ίδιο συνδικάτο και οι Άραβες δικτάτορες παρουσιάζονταν ως πολιτικοί φίλοι. Ακούστηκε σε πολύ υψηλές συχνότητες την εποχή του ενδο-ομοσπονδιακού πολέμου στη Γιουγκοσλαβία. Παίχτηκε μετά το 2009 από μεικτή ορχήστρα στην ελληνική «αντιμνημονιακή» παραλλαγή της μεγάλης παραισθητικής ευρωπαϊκής χορογραφίας, που μετέτρεπε τις πραγματικές διαχωριστικές γραμμές μεταξύ αντίπαλων κοινωνικών τάξεων και κοινωνικών ομάδων σε απατηλές διαχωριστικές γραμμές μεταξύ ευρωπαϊκών εθνών. Ακούστηκε σε υψηλή οκτάβα ψαλμών σαλαφιστή μουεζίνη, όταν ανευθυνο-υπεύθυνοι Έλληνες πολιτικοί απείλησαν ότι θα αμολήσουν μουτζαχεντίν στο κέντρο της Ευρώπης. Και σαν αντίστιξη, ή μάλλον σαν ίδια παρτιτούρα παιγμένη ανάστροφα, ακούμε από αυτοαποκαλούμενες φιλοευρωπαϊκές πολιτικές δυνάμεις στην Ελλάδα (αυτές που απέκοψαν από το τρένο και έρριξαν το τελευταίο βαγόνι της ΕΕ στη χαράδρα), το νανούρισμα που απαγορεύει την δημοκρατική πολιτική πόλωση και επιχειρεί να στιγματίσει ως δήθεν αντιευρωπαϊκή, εκείνη ακριβώς την κριτική που επισημαίνει ότι οι άπληστες ελίτ και οι πολιτικοί τους εκπρόσωποι, οι προσκολλημένοι σε αδιέξοδες στρατηγικές ή στο μερκελικό «βλέποντας και κάνοντας», με «προσαρμογή της πολιτικής στις αγορές», οδηγούν στην καταστροφή όχι μόνον την Ελλάδα και τον προβληματικό Νότο, αλλά το σύνολο της ΕΕ, ακόμη και τις πιο ευημερούσες χώρες της.
Σε μια εποχή που καταρρέει ή μεταλλάσσεται ο άμεσος εξω-ευρωπαϊκός ή ημι-ευρωπαϊκός περίγυρος, είτε το θέλουν κάποιοι είτε όχι, το θέμα δεν είναι μόνον να φυλάξεις τον χώρο όπου μιλιέται αυτή η άξια διατήρησης γλώσσα, αλλά περισσότερα και ακόμη πιο πολύτιμα πράγματα. Υπ' αυτό ακριβώς το ευρύτερο πρίσμα, το του Ζουράρεως προσβλητικό «τόλμημα» είναι αντιπροσωπευτικό σοβαρότερων εθνικών πληγών, αποκαλύπτει καταστάσεις ηθικο-πολιτικής σήψης και απροθυμία ή αδυναμία για ιστορική ενηλικίωση, που διαρκούν πολλές δεκαετίες.
Το βασικό θέμα της ίδιας μελωδίας (απλά τώρα έφτασε σε ενοχλητική παράφωνη κορύφωση) παίζεται από την εποχή που ΕΟΚ και ΝΑΤΟ ήταν το ίδιο συνδικάτο και οι Άραβες δικτάτορες παρουσιάζονταν ως πολιτικοί φίλοι. Ακούστηκε σε πολύ υψηλές συχνότητες την εποχή του ενδο-ομοσπονδιακού πολέμου στη Γιουγκοσλαβία. Παίχτηκε μετά το 2009 από μεικτή ορχήστρα στην ελληνική «αντιμνημονιακή» παραλλαγή της μεγάλης παραισθητικής ευρωπαϊκής χορογραφίας, που μετέτρεπε τις πραγματικές διαχωριστικές γραμμές μεταξύ αντίπαλων κοινωνικών τάξεων και κοινωνικών ομάδων σε απατηλές διαχωριστικές γραμμές μεταξύ ευρωπαϊκών εθνών. Ακούστηκε σε υψηλή οκτάβα ψαλμών σαλαφιστή μουεζίνη, όταν ανευθυνο-υπεύθυνοι Έλληνες πολιτικοί απείλησαν ότι θα αμολήσουν μουτζαχεντίν στο κέντρο της Ευρώπης. Και σαν αντίστιξη, ή μάλλον σαν ίδια παρτιτούρα παιγμένη ανάστροφα, ακούμε από αυτοαποκαλούμενες φιλοευρωπαϊκές πολιτικές δυνάμεις στην Ελλάδα (αυτές που απέκοψαν από το τρένο και έρριξαν το τελευταίο βαγόνι της ΕΕ στη χαράδρα), το νανούρισμα που απαγορεύει την δημοκρατική πολιτική πόλωση και επιχειρεί να στιγματίσει ως δήθεν αντιευρωπαϊκή, εκείνη ακριβώς την κριτική που επισημαίνει ότι οι άπληστες ελίτ και οι πολιτικοί τους εκπρόσωποι, οι προσκολλημένοι σε αδιέξοδες στρατηγικές ή στο μερκελικό «βλέποντας και κάνοντας», με «προσαρμογή της πολιτικής στις αγορές», οδηγούν στην καταστροφή όχι μόνον την Ελλάδα και τον προβληματικό Νότο, αλλά το σύνολο της ΕΕ, ακόμη και τις πιο ευημερούσες χώρες της.
Οι άνθρωποι αυτοί - και δεν υπάρχουν μόνον στην Ελλάδα τέτοιοι, αλλά παντού - δεν μπορούν να καταλάβουν πόσο πολύτιμο αγαθό είναι αυτά τα λίγα, ελάχιστα από την οπτική γωνία της ιστορίας, 60-70 χρόνια ευρωπαϊκής ειρήνης, μετά το τέλος του 2ου Παγκοσμίου Πολέμου και του Εμφυλίου στην Ελλάδα. Δεν καταλαβαίνουν ότι το να διατηρηθεί και μακροημερεύσει αυτή η μικρή και βραχυχρόνια ευρωπαϊκή νησίδα ειρήνης σε έναν ταραγμένο κόσμο, δεν είναι αυτονόητο, ούτε εύκολο. Δεν είναι συμβατό με το να υποδύεσαι τον εμπρηστή της γειτονιάς σου, ούτε με το να κάνεις πώς δεν βλέπεις τις φωτιές που άλλοι βάζουν γύρω ή και στον πυρήνα της ηπείρου.
Το μείζον αγαθό που προστατεύεται (και) στη γραμμή που σχηματίζουν αυτά τα νησιά, μαζί την προστασία που παρέχεται σε άλλα πολύτιμα πράγματα, όπως στον χώρο που δίνει γεωγραφική υπόσταση στη γλώσσα μας, είναι ακριβώς η εύθραυστη και πολύτιμη ειρήνη στην μικρή ήπειρό μας, στη γωνιά του κόσμου την πιο ταλαιπωρημένη ανά τους αιώνες από πολέμους μεταξύ γειτόνων*.
Το μείζον αγαθό που προστατεύεται (και) στη γραμμή που σχηματίζουν αυτά τα νησιά, μαζί την προστασία που παρέχεται σε άλλα πολύτιμα πράγματα, όπως στον χώρο που δίνει γεωγραφική υπόσταση στη γλώσσα μας, είναι ακριβώς η εύθραυστη και πολύτιμη ειρήνη στην μικρή ήπειρό μας, στη γωνιά του κόσμου την πιο ταλαιπωρημένη ανά τους αιώνες από πολέμους μεταξύ γειτόνων*.
Ένας δημοφιλής τρόπος να βάζεις φωτιά, είναι η σκέψη ότι η αλλαγή συνόρων είναι τώρα επιτρεπτή και στο ευρωπαϊκό πλαίσιο. Είναι σκέψη που είχε και έχει θιασώτες αλλού, αλλά και στην Ελλάδα. Είδαμε τα αποτελέσματα έξω από το τυπικό περίγραμμα της ΕΕ, στο Κοσσυφοπέδιο, στον Καύκασο και στην Κριμαία, τα βλέπουμε διαρκώς στη Μέση Ανατολή. Το να φαντάζεσαι τα νησιά του Αιγαίου ως μπαλάκια του πιγκ-πογκ, ως ένα ακόμη μέσο για να γίνει επιτρεπτό και «εντός των τειχών» αυτό που δεν επιτρέπεται, προέρχεται, και αυτό, από το ανορθολογικό σώμα ιδεών που ενδημεί εδώ και δεκαετίες στην Ελλάδα και της ζητά να πιστέψει ότι είναι «κάτι άλλο», όχι οριακή Ευρώπη και όριο της Ευρώπης, όχι φύλακας επί των τειχών ή και «πρό των τειχών» της, αλλά Πέμπτη Φάλαγγα στην περιφέρειά της. Όμως τώρα δεν είναι οι ελαφρο-φιλελεύθερες δεκαετίες του 1980 ή του 1990, τότε που κάποιοι υπέθεσαν ότι ήρθε το «τέλος της ιστορίας» και οι αερολογίες δεν είχαν κόστος. Τώρα τα πράγματα έχουν γίνει πολύ σοβαρά.
Εν ολίγοις, την ώρα που το παγόβουνο ήδη ξύνει τα ύφαλα, οι μεγάλες και ανταγωνίστριες ελληνικές ορχήστρες παίζουν στο κατάστρωμα διαρκώς τις ελαφρο-λαϊκές μελωδίες τους. Αυτό το ρεπερτόριο ξέρουν. Ο βιολιστής στα κεραμίδια Ζουράρις, όπως και άλλοι διαρκώς παρόντες στα μέσα ενημέρωσης καλλιτέχνες μας, παίζουν και βαρειές τουρκο-μπαρόκ δοξαριές που ακούγονται σαν μουσική τσίρκου. Χάρις σ' αυτούς, το φιλοθεάμον κοινό, δηλαδή το 30-35 % των Ελλήνων που λέει στις δημοσκοπήσεις ότι, παρά την κρίση, προβλέπει ότι η προσωπική οικονομική τους κατάσταση θα μείνει σταθερή ή και θα βελτιωθεί, δεν κοιμάται και συνεχίζει τον πολιτικό οπαδισμό. Και έτσι, συνεχίζει να βλέπει ξύπνιο τις ψευδαισθήσεις του, τις γαλάζιες, ροζ ή κανελλί με βούλες· και τις χαίρεται όπως πρίν, στα χρόνια της φούσκας.
Το πρόβλημα δεν είναι οι ίδιοι οι (ποικίλοι από πολιτική άποψη) Ζουράριδες. Το πρόβλημα είναι, ότι οι λαοπρόβλητοι (είπαμε, 30 %) - ίσως και σοβαροί - πολιτικοί μας, προτιμούν και επιλέγουν ως συνομιλητές και μάστορες της πολιτικής συμβουλευτικής ή ως τηλεβόες ή ως υπασπιστές ή και ως άμεσους συνεργάτες στην κυβερνητική εξουσία και στην αντιπολιτευτική δυνάμει και αυριανή εξουσία, τους ομοϊδεάτες και (κυρίως) όμοιας νοοτροπίας με τους κάθε λογής Ζουρ(λι)άριδες και Λαζόπουλους, με κάθε λογής Γεωργιάδηδες και Πολύδωρες, με τα Hot και με τα Doc τους, μολονότι όλοι αυτοί ενδεχομένως χρειάζονται doctor. Φυσικά, οι ηγέτες δεν θα επέλεγαν με ευχαρίστηση σημερινούς Έλληνες με χαρακτήρα και νοοτροπία τύπου Μίροσλαβ Κρλέζα (τον οποίο αναφέραμε ως παράδειγμα από τους γεωγραφικά κοντά μας οριακούς Ευρωπαίους). Και δεν είναι σημερινό μόνον φαινόμενο· άς θυμηθούμε μόνον ποιός ήταν ο ευνοημένος περίγυρος παλαιότερων πρωθυπουργών μετά το 1980.
Το κακό παράγινε σήμερα, επειδή, ιδιαίτερα σε δύσκολους καιρούς κρίσης, όλοι οι αυλικοί των πολιτικών ηγετών, αυτιστικοί ή απλά ναρκισσιστές που δεν θέλουν να χάσουν τη βολή του πολιτικού γυάλινου πύργου τους, βρίσκουν ενοχλητικούς τους ισχυρούς χαρακτήρες που δεν λένε αυτά που εκείνοι και οι ηγέτες θέλουν να ακούσουν· όχι τους κλόουν που ξεστομίζουν προσβλητικά λόγια.
Γ. Ρ.
* ΥΓ: Θα ήταν βέβαια προτιμότερο να ήταν η Τουρκία η χώρα που μπορεί να λειτουργεί πρώτη ως σταθερό ενδιάμεσο «μαξιλάρι», ως ψύχραιμη χώρα-«μονωτής» που βάζει τάπα στο μπουκάλι με το κακό τζίνι, για να εμποδίζει το ρευστό μεσανατολικό γεωπολιτικό χάος να προκαλεί μεταστάσεις στην Ευρώπη (εδώ δεν υπονοείται το προσφυγικό ρεύμα, αλλά η κρατική, πολιτική ή κοινωνικο-θρησκευτική αστάθεια και αμορφία αυτής της περιοχής, που την κάνει διαρκώς αδέσποτο πεδίο βολής και εργαστήριο γεωπολιτικών πειραμάτων των μεγάλων παγκόσμιων δυνάμεων). Όμως, δυστυχώς και για τους Τούρκους και για τους Έλληνες, υπάρχουν πιά πολλές ενδείξεις ότι δεν μπορεί και ίσως δεν θα μπορέσει ούτε στο ορατό μέλλον. Έτσι, μέχρι νεωτέρας, άν δεν μπορεί ο πρώτος, η πραγματικότητα αναθέτει τον ρόλο αυτό στον επόμενο, και μάλιστα υπό τις πιό δυσμενείς συνθήκες. Με όλα όσα συνεπάγεται αυτός ο καταναγκασμός από τα πράγματα.
Ελλάδα, Ευρώπη, πατριωτισμός. Σε εποχή μειωμένων προσδοκιών
Λαϊκισμός ελληνικού τύπου. Πόσο παγερά αδιάφορος να μένει κανείς;
Λαϊκισμός ελληνικού τύπου. Πόσο παγερά αδιάφορος να μένει κανείς;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου