© Project Syndicate - Dani Rodrik: Straight Talk on Trade, 15.11.2016
Βαρύνονται και οι οικονομολόγοι με μέρος της ευθύνης για τη συγκλονιστική νίκη του Ντόναλντ Τραμπ στις προεδρικές εκλογές των ΗΠΑ; Ακόμη και άν δεν μπορούσαν να τον σταματήσουν, οι οικονομολόγοι θα ασκούσαν μεγαλύτερη επίδραση στη δημόσια συζήτηση άν έμεναν πιο πιστοί στα διδάγματα της επιστήμης τους, αντί να γίνονται και αυτοί μαζορέτες της παγκοσμιοποίησης.
Πριν από δυό σχεδόν δεκαετίες, όταν ήταν έτοιμο να εκτυπωθεί το βιβλίο μου Has Globalization Gone Too Far?, πλησίασα έναν πολύ γνωστό οικονομολόγο για να του ζητήσω αν ήθελε να γράψει κάτι υποστηρικτικό για το βιβλίο στο οπισθόφυλλό του. Στο βιβλίο εκείνο ισχυριζόμουν το εξής: ελλείψει μιας πιο συντονισμένης δράσης από κυβερνήσεις και κράτη, η υπερβολική παγκοσμιοποίηση θα εμβαθύνει τις κοινωνικές ανισότητες, θα επιδεινώσει τα προβλήματα κατανομής του πλούτου και θα υπονομεύσει τις κοινωνικές δυνατότητες εντός των χωρών. Τα επιχειρήματα αυτά του τότε, έχουν γίνει κοινά αποδεκτή σοφία τώρα.
Ο γνωστός οικονομολόγος είχε αντιρρήσεις. Είπε ότι δεν είχε πραγματικές διαφωνίες με όλη την ανάλυσή μου, ανησυχούσε όμως ότι το βιβλίο μου θα προμηθεύσει «πυρομαχικά στους βαρβάρους». Οι οπαδοί του οικονομικού προστατευτισμού θα χρησιμοποιήσουν τα επιχειρήματα του βιβλίου, τα σχετικά με τις αρνητικές πλευρές της παγκοσμιοποίησης, ως κάλυψη για το στενόμυαλο, εγωιστικό τους πολιτικό πρόγραμμα.
Πριν από δυό σχεδόν δεκαετίες, όταν ήταν έτοιμο να εκτυπωθεί το βιβλίο μου Has Globalization Gone Too Far?, πλησίασα έναν πολύ γνωστό οικονομολόγο για να του ζητήσω αν ήθελε να γράψει κάτι υποστηρικτικό για το βιβλίο στο οπισθόφυλλό του. Στο βιβλίο εκείνο ισχυριζόμουν το εξής: ελλείψει μιας πιο συντονισμένης δράσης από κυβερνήσεις και κράτη, η υπερβολική παγκοσμιοποίηση θα εμβαθύνει τις κοινωνικές ανισότητες, θα επιδεινώσει τα προβλήματα κατανομής του πλούτου και θα υπονομεύσει τις κοινωνικές δυνατότητες εντός των χωρών. Τα επιχειρήματα αυτά του τότε, έχουν γίνει κοινά αποδεκτή σοφία τώρα.
Ο γνωστός οικονομολόγος είχε αντιρρήσεις. Είπε ότι δεν είχε πραγματικές διαφωνίες με όλη την ανάλυσή μου, ανησυχούσε όμως ότι το βιβλίο μου θα προμηθεύσει «πυρομαχικά στους βαρβάρους». Οι οπαδοί του οικονομικού προστατευτισμού θα χρησιμοποιήσουν τα επιχειρήματα του βιβλίου, τα σχετικά με τις αρνητικές πλευρές της παγκοσμιοποίησης, ως κάλυψη για το στενόμυαλο, εγωιστικό τους πολιτικό πρόγραμμα.
[Ποιοί προμηθεύουν πράγματι «πυρομαχικά στους βαρβάρους»;]
Αυτή την αντίδραση την παρατηρώ ακόμη και τώρα σε συναδέλφους οικονομολόγους. Ένας από αυτούς σήκωσε διστακτικά το χέρι του μετά από μια ομιλία μου και με ρώτησε: Δεν ανησυχείτε ότι θα γίνει κατάχρηση των επιχειρημάτων σας και θα εξυπηρετήσουν τους δημαγωγούς και τους λαϊκιστές που εσείς ο ίδιος αποδοκιμάζετε;
Πάντα υπάρχει κίνδυνος ότι τα επιχειρήματά μας θα χρησιμοποιηθούν καταχρηστικά στη δημόσια συζήτηση από εκείνους με τους οποίους διαφωνούμε. Αλλά ποτέ δεν κατάλαβα γιατί πολλοί οικονομολόγοι πιστεύουν πως αυτό συνεπάγεται ότι πρέπει να παραποιήσουμε προς μια συγκεκριμένη κατεύθυνση την επιχειρηματολογία μας για το παγκόσμιο εμπόριο. Φαίνεται να κάνουν τη σιωπηρή παραδοχή ότι οι βάρβαροι υπάρχουν μόνο στη μία πλευρά της συζήτησης περί εμπορίου. Προφανώς υποθέτουν, ότι όλοι αυτοί που διαμαρτύρονται για τους κανόνες του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου ή για τις διακρατικές συμφωνίες περί εμπορικών συναλλαγών είναι απαίσιοι οπαδοί του προστατευτισμού, ενώ όσοι τους υποστηρίζουν στέκονται πάντα στο πλευρό των αγγέλων. Στην πραγματικότητα, πολλοί λάτρεις του διεθνούς εμπορίου δεν παρακινούνται λιγότερο από τα δικά τους στενόμυαλα, ιδοτελή προγράμματα που επιβάλλουν στην ημερήσια διάταξη. Οι φαρμακευτικές εταιρείες που επιδιώκουν αυστηρότερους κανόνες διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας, οι τράπεζες που πιέζουν για απρόσκοπτη πρόσβαση στις ξένες αγορές, ή οι πολυεθνικές που επιζητούν ειδικά διαιτητικά δικαστήρια [αντί των συνήθων οργάνων οικονομικής διαιτησίας και απονομής δικαιοσύνης], δεν ενδιαφέρονται περισσότερο για το δημόσιο συμφέρον από ό,τι κάνουν οι οπαδοί του οικονομικού προστατευτισμού. Έτσι, όταν οι οικονομολόγοι αποσιωπούν τα επιχειρήματά τους, ευνοούν δραστικά την μία ομάδα βαρβάρων έναντι της άλλης.
[Οικονομολόγοι που γνωρίζουν αλλά αποσιωπούν και συσκοτίζουν. Έτσι έχασαν την αξιοπιστία τους]
Εδώ και πολύ καιρό, ένας άγραφος κανόνας που δεσμεύει την δημόσια συμπεριφορά των οικονομολόγων είναι να υποστηρίζουν το διεθνές εμπόριο και να μην ασχολούνται πολύ με τα «ψιλά γράμματα». Αυτό δημιούργησε μια παράδοξη κατάσταση. Τα καθιερωμένα μαθηματικά μοντέλα περί διεθνών εμπορικών συναλλαγών, με τα οποία εργάζονται συνήθως οι οικονομολόγοι, δείχνουν έντονες επιδράσεις αναδιανεμητικής φύσης: Οι απώλειες εισοδημάτων για ορισμένες ομάδες παραγωγών ή κατηγορίες εργαζομένων είναι η άλλη όψη των «επωφελών συνεπειών του διεθνούς εμπορίου». Και οι οικονομολόγοι γνωρίζουν εδώ και καιρό ότι η κακή λειτουργία και οι αποτυχίες των αγορών - συμπεριλαμβανομένης της κακής λειτουργίας της αγοράς εργασίας, της ελαττωματικής αγοράς πιστώσεων, της εξωτερίκευσης του εκπαιδευτικού και περιβαλλοντικού κόστους [ώστε να μη λαμβάνονται υπόψη στη διανομή κόστους-οφέλους μέσω των αγορών αλλά να φορτώνονται μονόπλευρα στους ασθενέστερους], καθώς και των μονοπωλίων - μπορούν να επηρεάσουν το ποιοί «τρυγούν» και πως διανέμονται αυτά τά κέρδη από τις διεθνείς εμπορικές συναλλαγές. Γνωρίζουν επίσης ότι τα οικονομικά οφέλη των εμπορικών συμφωνιών που φτάνουν πέρα από σύνορα και γίνεται επίκλησή τους για να αναδιαμορφωθούν οι εσωτερικοί ρυθμιστικοί κανόνες των χωρών - παραδείγματα είναι η θέσπιση αυστηρότερων κανόνων για τα διπλώματα ευρεσιτεχνίας ή η εναρμόνιση των κανόνων ασφάλειας και υγείας - είναι θεμελιωδώς διφορούμενα και αμφιλεγόμενα. Παρ' όλα αυτά, οι οικονομολόγοι βρίσκονται σταθερά ανάμεσα σ' εκείνους που παπαγαλίζουν τα θαύματα των συγκριτικών πλεονεκτημάτων και του ελεύθερου εμπορίου, κάθε φορά που συνάπτονται εμπορικές συμφωνίες. Διαρκώς υποβαθμίζουν και ελαχιστοποιούν τις ανησυχίες τις σχετικές με τις διανεμητικές λειτουργίες, αν και είναι πλέον σαφές ότι η [δυσμενής] αναδιανεμητική επίδραση, λόγου χάρη, της Συμφωνίας Εμπορίου της Βόρειας Αμερικής (NAFTA) ή της εισόσου της Κίνας στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου (WTO) ήταν σημαντική για όσες κοινωνικές ομάδες και περιοχές στις Ηνωμένες Πολιτείες επηρεάζονται και πλήττονται άμεσα από αυτές. Έχουν υπερεκτιμήσει το μέγεθος του σωρευτικού ωφέλους από τις εμπορικές συμφωνίες, αν και γνωρίζουν ότι τα τέτοια ωφέλη ήταν σχετικά μικρά, ήδη από τη δεκαετία του 1990 ή και παλιότερα. Ενέκριναν την προπαγάνδα που εξιδανικεύει τις τωρινές εμπορικές συμφωνίες ως «συμφωνίες ελεύθερου εμπορίου», παρόλο που ο Άνταμ Σμιθ (Adam Smith) και ο Ντέιβιντ Ρικάρντο (David Ricardo) θα στριφογύριζαν μέσα στους τάφους τους, αν διάβαζαν την Trans-Pacific Partnership. Αυτή η απροθυμία τους να μιλήσουν με ειλικρίνεια για το παγκόσμιο εμπόριο, κοστίζει στους οικονομολόγους, στερεί την αξιοπιστία τους μέσα στην κοινή γνώμη. Ακόμη χειρότερα, τροφοδοτεί τα επιχειρήματα των αντιπάλων τους. Η αποτυχία των οικονομολόγων να δώσουν την πλήρη εικόνα για το εμπόριο, με όλες τις απαραίτητες διακρίσεις και επιφυλάξεις, έχει κάνει πιο εύκολο το εμπόριο λάσπης, συχνά με εσφαλμένα επιχειρήματα, με κάθε είδους αρνητικές συνέπειες. Για παράδειγμα, άν και οι διεθνείς εμπορικές συναλλαγές μπορούν να συμβάλουν στην αύξηση της ανισότητας, είναι μόνον ένας από τους παράγοντες που συμβάλλουν σ' αυτή την ευρεία τάση - και κατά πάσα πιθανότητα, είναι παράγοντας σχετικά ήσσονος σημασίας, σε σύγκριση με την τεχνολογία. Αν οι οικονομολόγοι ήταν πιο ειλικρινείς και ξεκάθαροι ως προς τις αρνητικές πλευρές του διεθνούς εμπορίου, ίσως να είχαν μεγαλύτερη αξιοπιστία ως έντιμοι διαμεσολαβητές σ' αυτή τη συζήτηση.
Αυτή την αντίδραση την παρατηρώ ακόμη και τώρα σε συναδέλφους οικονομολόγους. Ένας από αυτούς σήκωσε διστακτικά το χέρι του μετά από μια ομιλία μου και με ρώτησε: Δεν ανησυχείτε ότι θα γίνει κατάχρηση των επιχειρημάτων σας και θα εξυπηρετήσουν τους δημαγωγούς και τους λαϊκιστές που εσείς ο ίδιος αποδοκιμάζετε;
Ομοίως, ίσως θα είχαμε μια πιο τεκμηριωμένη δημόσια συζήτηση γύρω από την κοινωνική ισοπέδωση προς τα κάτω (dumping), αν οι οικονομολόγοι ήταν πρόθυμοι να αναγνωρίσουν ότι οι εισαγωγές από χώρες όπου τα εργασιακά δικαιώματα δεν προστατεύονται εγείρουν σοβαρά ερωτήματα σχετικά με τη διανεμητική δικαιοσύνη. Ίσως τότε να ήταν εφικτό να διακρίνουμε τις περιπτώσεις όπου οι χαμηλοί μισθοί στις φτωχές χώρες αντανακλούν όντως τη χαμηλή παραγωγικότητα, από τις περιπτώσεις των γνήσιων παραβιάσεων εργασιακών δικαιωμάτων. Και το μεγαλύτερο μέρος των διεθνών εμπορικών συναλλαγών που δεν εγείρουν τέτοιες ανησυχίες, μπορεί να θωρακιζόταν καλύτερα απέναντι στην κατηγορία για «αθέμιτες εμπορικές πρακτικές» («unfair trade»).
[Χειραγωγημένα μαθηματικά μοντέλα και λογικές προπαγανδιστών και ζηλωτών έφεραν το αντίστροφο αποτέλεσμα]
Επίσης, αν οι οικονομολόγοι άκουγαν τους επικριτές τους, αυτούς που προειδοποιούσαν για τη χειραγώγηση των νομισματικών ισοτιμιών, για τις ανισορροπίες στα εμπορικά ισοζύγια και για τις απώλειες θέσεων εργασίας, αντί να προσκολλούνται σε μαθηματικά μοντέλα που «εξαφανίζουν» αυτά τα προβλήματα, τότε ίσως να ήταν σε καλύτερη θέση για να αντιμετωπίσουν υπερβολικούς ισχυρισμούς για τις δυσμενείς επιπτώσεις των εμπορικών συμφωνιών στην απασχόληση.
[Χειραγωγημένα μαθηματικά μοντέλα και λογικές προπαγανδιστών και ζηλωτών έφεραν το αντίστροφο αποτέλεσμα]
Επίσης, αν οι οικονομολόγοι άκουγαν τους επικριτές τους, αυτούς που προειδοποιούσαν για τη χειραγώγηση των νομισματικών ισοτιμιών, για τις ανισορροπίες στα εμπορικά ισοζύγια και για τις απώλειες θέσεων εργασίας, αντί να προσκολλούνται σε μαθηματικά μοντέλα που «εξαφανίζουν» αυτά τα προβλήματα, τότε ίσως να ήταν σε καλύτερη θέση για να αντιμετωπίσουν υπερβολικούς ισχυρισμούς για τις δυσμενείς επιπτώσεις των εμπορικών συμφωνιών στην απασχόληση.
Συνοψίζοντας, εάν οι οικονομολόγοι είχαν κάνει κτήμα της κοινής γνώμης τις επιφυλάξεις, τις αβεβαιότητες, και τον σκεπτικισμό που ακουγόταν μόνον στις αίθουσες των σεμιναρίων, τότε θα μπορούσαν να είναι καλύτεροι υπερασπιστές της παγκοσμιοποιημένης οικονομίας. Δυστυχώς, ο ζήλος τους να υπερασπιστούν το διεθνές εμπόριο από τους εχθρούς του, τους έχει οδηγήσει στην αποτυχία. Λειτούργησε αντίστροφα. Για το γεγονός ότι οι δημαγωγοί που ισχυρίζονται παράλογα πράγματα σχετικά με το διεθνές εμπόριο βρίσκουν ευήκοα ώτα - και στις ΗΠΑ, αλλά και αλλού, κερδίζουν πραγματική ισχύ - ένα μέρος, τουλάχιστον, της ευθύνης, ανήκει δικαιωματικά στους ακαδημαϊκούς προπαγανδιστές των διεθνών εμπορικών συναλλαγών.
[Οι μεσότιτλοι προστέθηκαν στον ιστότοπο Μετά την Κρίση]
[Οι μεσότιτλοι προστέθηκαν στον ιστότοπο Μετά την Κρίση]
Ο Ντάνι Ρόντρικ (έτος γέννησης 1957, Κωνσταντινούπολη) είναι Τούρκος οικονομολόγος, σήμερα καθηγητής Διεθνούς Πολιτικής Οικονομίας στην έδρα Ford του Πανεπιστημίου Harvard - John F. Kennedy School of Government. Διετέλεσε καθηγητής στην έδρα Albert O. Hirschman Professor στη School of Social Science, Πανεπιστήμιο Princeton. Είναι επισκέπτης καθηγητής στην London School of Economics ως Centennial Professor (2013-2016). Eρευνητικό έργο: Θέματα παγκοσμιοποίησης, οικονομικής ανάπτυξης και πολιτικής οικονομίας. Συνεργάτης του National Bureau of Economic Research, Centre for Economic Policy Research (London) και του Center for Global Development. Βραβευμένος με το Albert O. Hirschman Prize του Social Science Research Council. Αντιπρόεδρος της International Economic Association.
Βιβλία του: The Globalization Paradox: Democracy and the Future of the World Economy, (2011, ελληνικά: Το παράδοξο της Παγκοσμιοποίησης, εκδόσεις Κριτική).
One Economics, Many Recipes: Globalization, Institutions and Economic Growth (2007).
The Global Governance of Trade As If Development Really Mattered (2001).
The New Global Economy and Developing Countries: Making Openness Work (1999)
Has Globalization Gone Too Far? (1997)
Πιο πρόσφατο: Economics Rules: The Rights and Wrongs of the Dismal Science (2015)
Γράφει στους New York Times και στην τουρκική εφημερίδα Radical
One Economics, Many Recipes: Globalization, Institutions and Economic Growth (2007).
The Global Governance of Trade As If Development Really Mattered (2001).
The New Global Economy and Developing Countries: Making Openness Work (1999)
Has Globalization Gone Too Far? (1997)
Πιο πρόσφατο: Economics Rules: The Rights and Wrongs of the Dismal Science (2015)
Γράφει στους New York Times και στην τουρκική εφημερίδα Radical
Ο επίσημος προσωπικός του ιστότοπος: Dani Rodrik's weblog -Unconventional thoughts on economic development and globalization
Βόλφγκανγκ Μύνχάου: Διώξτε τους οικονομολόγους! Άχρηστες οικονομικές προβλέψεις
«Μέσ' τον Πράσινο το Μύλο μας τα παίρναν τακτικά»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου