Τρίτη 30 Αυγούστου 2022

Οικονομία, τρόποι ζωής και κριτική του καπιταλισμού. Δομές και πράξις στην Κριτική Θεωρία

Στις κοινωνικές επιστήμες, και πιο γενικά στην κοινωνιολογική και πολιτική φιλοσοφία του 20ού αιώνα, εμφανίστηκε με πολλές μορφές ένα πρότυπο σκέψης που βλέπει την οικονομία υπό στενή οπτική γωνία. Τη βλέπει ως σύστημα, και μάλιστα κλειστό. Στην οικονομία βλέπει μόνον δομή, δηλαδή στοιχεία που ανήκουν σ’ αυτήν και τις μεταξύ τους σχέσεις, αλλά όχι και τις δράσεις ενεργών παραγόντων που δρουν  ταυτόχρονα «μέσα και έξω» από την οικονομία. Όσο μένουμε στα πλαίσια αυτού του προτύπου, όταν επιχειρούμε να την παρατηρήσουμε «εκ των έξω», η οικονομία γίνεται αδιαφανής, μαύρο κουτί· έτσι μετατρέπεται σε αντικείμενο που μπορεί να εξετάζεται μόνον «από μέσα», δηλαδή αποκλειστικά με οικονομικές θεωρίες, είτε των Κλασικών Οικονομολόγων, είτε παράγωγες της μαρξικής Κριτικής της Πολιτικής Οικονομίας, είτε με τα Κεϋνσιανά μοντέλα και ούτω καθεξής. Γίνεται αποκλειστική αρμοδιότητα των λεγόμενων θεωριών του συστήματος (system theories) και των ειδικών τεχνικών εργαλείων τους. 
Άλλοι τομείς της ανθρώπινης δραστηριότητας όπως ο πολιτισμός και οι αλληλεπιδράσεις μεταξύ ατόμων στην καθημερινή ζωή, συχνά εξετάζονταν και με αναλυτικά εργαλεία δημιουργημένα από «θεωρίες της δράσης» (action theories). Όμως αναπτύχθηκαν κοινωνιολογικές σχολές, εμπνευσμένες ιδίως από τη Γενική Θεωρία των Συστημάτων, η οποία προέρχονταν κυρίως από τη Μαθηματική Θεωρία των Συνόλων, τη Βιολογία  και την Κοινωνική Ανθρωπολογία (βλ. Ludwig Bertalanffy, Georg Cantor, Alfred Radcliffe-Brown, αλλά και Norbert Wiener, Ανατόλι Μπορίσοβιτς Ραποπόρτ, Jean Piaget, βλ. και εδώ) που εξέτασαν το σύνολο της κοινωνίας ως σύστημα, ως δομή. Χαρακτηριστικά παραδείγματα ήταν αφενός η θεωρία του λειτουργισμού (ή δομο-λειτουργισμού) του Πάρσονς (Talcot Parsons), αφετέρου η αμιγώς συστημική κοινωνική θεωρία του Λούμαν (Niklas Luhman). Σύμφωνα με τη δεύτερη, τα βασικά κοινωνικά φαινόμενα ερμηνεύονται με την ιδιότητα των συστημάτων να αυτο-οργανώνονται και να αυτορρυθμίζονται με τέτοιο τρόπο, ώστε οι εσωτερικές τους ισορροπίες και λειτουργίες, καθώς και οι σχέσεις των επιμέρους στοιχείων που συναποτελούν το σύνολο, να προσαρμόζονται κάθε φορά στο μεταβαλλόμενο εξωτερικό περιβάλλον του συστήματος. 
Ένα άλλο παράδειγμα ήταν ο δομοκεντρικός μαρξισμός της λεγόμενης σχολής Αλτουσέρ. Σύμφωνα με αυτό το ρεύμα σκέψης, δοσμένο με αδρό τρόπο, οι πολλαπλοί επικαθορισμοί των διαφόρων δομικών επιπέδων της κοινωνίας, όπως η οικονομία, η πολιτική, η ιδεολογία, με δραστικότερο, αλλά μόνον «σε τελική ανάλυση», το μαύρο κουτί της οικονομίας, «αποφασίζουν πίσω από την πλάτη» των δρώντων ατόμων και κοινωνικών ομάδων και «κινούν» την ιστορία· άρα, δεν υπάρχει «υποκείμενο-δημιουργός της ιστορίας». Οι δράσεις (ή πρακτικές) ατόμων και κοινωνικών ομάδων είναι, κατά κάποιο τρόπο, σαν τη δράση των εξαρτημένων μεταβλητών στις μαθηματικές συναρτήσεις· μεταβάλλονται μεν, αλλά με μηδενικούς ή με επικαθορισμένους βαθμούς ελευθερίας, δηλαδή «χωρίς τη θέλησή μας». Οι άνθρωποι και οι κοινωνικές ομάδες είναι σαν σκιές ριγμένες πάνω στη σκηνή – ή μέσα στο Πλατωνικό σπήλαιο - από τη χορογραφία που εκτελούν οι δομικές, συστημικές αντιφάσεις και συγκρούσεις. Σ΄ αυτές τις δράσεις των ανθρώπινων «σκιών» και στην ακατάλυτη σύνδεση τους με τα συστημικά «σώματα» που τις ρίχνουν, οι οπαδοί αυτού του ρεύματος σκέψης πίστεψαν πως ανακάλυψαν εκ νέου, και πιο ευκρινώς, εκείνα που ο Μαρξ και ο Ένγκελς αποκαλούσαν ταξικούς αγώνες. Όχι άστοχα, ο δομοκεντρικός μαρξισμός αλλά και ποικίλες μετα-στρουκτουραλιστικές παραφυάδες που βλάστησαν από την ίδια ρίζα με αυτόν, αυτοχαρακτηρίστηκαν ως θεωρητικοί αντιανθρωπισμοί
Διαφορετικό παράδειγμα, με σαφέστερα σχεδιασμένες τις σχέσεις και τα όρια μεταξύ συστημάτων και δρώντων παραγόντων, είναι η «θεωρία της επικοινωνιακής δράσης» του ώριμου Γιούργκεν Χάμπερμας. Σύμφωνα με αυτό το εγχείρημα «ανακατασκευής του ιστορικού υλισμού», το σύστημα (ήτοι τα υποσυστήματα της οικονομίας και της πολιτικής) στις καπιταλιστικές κοινωνίες αυτονομείται πλήρως από τον κόσμο της καθημερινής ζωής, τον βιόκοσμο (Lebenswelt). Στον βιόκοσμο συνεχίζουν πάντα να συμβαίνουν δράσεις ενεργών παραγόντων που μπορούν να διέπονται από τη μη εργαλειακή ορθολογικότητα της διυποκειμενικής αλληλεπίδρασης· δηλαδή οι ενεργοί παράγοντες έχουν δυνατότητα να ελέγχουν και να αξιολογούν λογικά και ηθικά τόσο τα μέσα (means) όσο και τους σκοπούς (ends) της δικής τους δράσης. Αντίθετα, στα αυτονομημένα υποσυστήματα της οικονομίας και της πολιτικής, υπό την παρούσα τάξη πραγμάτων ισχύει αμιγώς εργαλειακή ορθολογικότητα, δηλαδή εδώ οι σκοποί «είναι δεδομένοι» και δεν επιδέχονται ουσιαστική αξιολόγηση. Ο έλεγχος από ενεργούς παράγοντες των οικονομικών και πολιτικών σκοπών της δικής τους δράσης καταντά ανέφικτος. Συνεχίζοντας και συστηματοποιώντας σημαντικές σκέψεις του Μαξ Χορκχάιμερ, ο Χάμπερμας επισημαίνει περαιτέρω το εξής: Η «απο-κοινωνικοποιημένη» οικονομία και η πολιτική «ξεχειλίζουν»· και με τα δικά τους εργαλεία ή «μέσα» (media), το χρήμα και την εξουσία, «αποικίζουν εκ των έξω» τον βιόκοσμο. Δηλαδή «εγκαθιστούν» και εκεί σκοπούς υπεράνω ουσιαστικού (λογικού και ηθικού) ελέγχου, πράγμα που του επιφέρει παθολογικά αποτελέσματα. 
Ουΐλλιαμ Μπλέικ: Ο Δάντης κυνηγημένος από τα Τρία Θηρία (σπό την εικονογράφηση της Θείας Κωμωδίας)
Το εγχείρημα του Χάμπερμας είναι μια σύνθεση θεωρίας συστήματος και θεωρίας της δράσης. Όπως στην περίπτωση των «Αλτουσεριανών» και των θεωρητικών του συστήματος α λα Λούμαν ή Πάρσονς, ο ώριμος Χάμπερμας δεν αναγνωρίζει κάποιο «υποκείμενο» που «κινεί και μορφοποιεί την ιστορία», εν «πλήρει συνειδήσει» των προθέσεών του και της κατεύθυνσης της δράσης του· έτσι απορρίπτει την Εγελιανή φιλοσοφία της συνείδησης και του υποκειμένου, ή αλλιώς του προοδεύοντος Λόγου, την τελεολογία της, καθώς και τη μαρξιστική συνέχειά της με τις εικασίες για τη γνώση και τη συνείδηση στο πρώιμο έργο του Λούκατς (το οποίο, σημειωτέον, επηρέασε τόσο τη σκέψη του Χάμπερμας όσο και των παλαιότερων της Σχολής της Φρανκφούρτης). Ωστόσο, σε αντίθεση με τους δομοκεντρικούς και τους «μετα-στρουκτουραλιστές», η ουσιαστική ορθολογικότητα είναι κατ΄ αυτόν εγγενώς ενσωματωμένη (immanent) στη διυποκειμενική αλληλεπίδραση μεταξύ έλλογων, προικισμένων με γλώσσα όντων· μέσω αυτής μπορεί να αποτυπώνεται στους κοινωνικούς και πολιτικούς θεσμούς, στον πολιτισμό, στα ήθη μιας εποχής. Το αποτέλεσμα είναι αντίστοιχο με τον πραγματοποιημένο «αντικειμενικό Λόγο» του Χέγκελ, με τη διαφορά ότι δεν υπάρχει υποκείμενο (απτό ή ιδεατό, συλλογικό ή μή) που δίνει μορφή και κατεύθυνση στην ιστορία, ούτε το περιβόητο «τέλος» της, που επικαλέστηκαν ξανά οι Νεοεγελιανοί Αλεξάντρ Κοζέβ και προσφάτως ο Φράνσις Φουκουγιάμα. Η αλληλεπίδραση μεταξύ έλλογων υποκειμένων μπορεί να παράγει πράξη, δηλαδή μορφοποιό επίδραση· είναι δυνητικά διαμορφωτική δράση επί της ιστορίας. Ωστόσο τα αποτελέσματα δεν καθορίζονται από τις προθέσεις των αλληλοεπιδρώντων (η πράξις υπόκειται στην Αριστοτελική «ετερογονία των σκοπών») και η όλη ιστορική διαδικασία δεν έχει τέλος ούτε ιδεατό «προορισμό». 
Ο Χάμπερμας στο Πανεπιστήμιο «Friedrich Schiller» της Ιένας με φοιτητές (2010)
Η διάκριση μεταξύ αφενός της εργαλειακής ορθολογικότητας που διέπει τις σφαίρες της οικονομίας – εργασίας, και αφετέρου της ουσιαστικής ορθολογικότητας που είναι δυνατή στις δράσεις της διυποκειμενικής αλληλεπίδρασης, ανακαλεί στη μνήμη και την Αριστοτελική διάκριση μεταξύ ποιείν και πράττειν· εκεί η «τέχνη» (ποιείν) αξιολογείται «εκ των έσω», με τεχνικούς κανόνες αποτελεσματικότητας, η πράξις αξιολογείται «εκ των έξω», με κανόνες καθολικής ισχύος ηθικούς (morality) και λογικο-πρακτικούς («φρόνησις», τι πρέπει να κάνουμε ή να μη κάνουμε σε μια δεδομένη κατάσταση). Εξαιτίας αυτής της διάκρισης, η σφαίρα της οικονομίας και της εργασίας είναι και στο έργο του Χάμπερμας μαύρο κουτί, δηλαδή αμιγώς σύστημα, δομή. Η ίδια η οικονομία και η εργασία δεν επιδέχονται ουσιαστικό έλεγχο της ορθολογικότητας τους ούτε αξιολόγηση των τελικών σκοπών τους. Κριτική με νόημα επιδέχεται μόνον η εισβολή της οικονομίας σε πεδία έξω από αυτήν, εισβολή ούτως ή άλλως καταστροφική. Η ίδια η οικονομία είναι ανεπίδεκτη  ουσιαστικής (δηλαδή αξιολογικής) κριτικής, όπως στους Αλτουσέρ, Λούμαν και Πάρσονς. 
Rahel Jaeggi - Photo: © Andreas Schmidt
Η Ράχελ Γιέγκι (Rahel Jaeggi), η οποία ανήκει στη νεώτερη «τέταρτη γενιά» της Κριτικής Θεωρίας, εξετάζει την ίδια την οικονομία υπό διαφορετικό πρίσμα. Τη βλέπει ως κοινωνική πρακτική, ως μία ανάμεσα σε άλλες κοινωνικές πρακτικές, αν και καθοριστικής σημασίας. Όπως οι άλλες, υλοποιείται και αυτή μέσω δράσεων. Και ρυθμίζεται, όπως όλες, από τους ισχύοντες κανόνες των εφαρμοσμένων «ηθών της όλης κοινωνικής ζωής» (η Sittlichkeit του Hegel). Συνεπώς, η θεωρία για την οικονομία είναι, ή πρέπει να είναι, εκτός των άλλων, θεωρία δράσεων και ηθική (ethical) θεωρία, δηλαδή μέρος μιας θεωρίας των κοινωνικών ηθών. Για μια κριτική της οικονομίας υπό ευρεία οπτική γωνία δεν αρκεί ούτε η περιεκτική «Κριτική της Πολιτικής Οικονομίας» του ώριμου Μαρξ. Χρειάζεται συμπλήρωση με κριτική των κοινωνικών ηθών που διέπουν τις οικονομικές πρακτικές. 
Το νέο και κρίσιμο που εισάγει βρίσκεται εδώ: Οι κοινωνικές πρακτικές της οικονομίας επιδέχονται ουσιαστικό ορθολογικό έλεγχο, ηθικούς κανόνες και αξιολόγηση των τελικών σκοπών τους. Σε δεύτερο επίπεδο, η Γιέγκι μας θυμίζει ότι πολλές και πολλών ειδών κοινωνικές πρακτικές, συνδεόμενες μεταξύ τους, ορίζουν τρόπους ζωής. 
Βιβλία του Άξελ Χόνετ σε αγγλική μετάφραση από τις εκδόσεις του MIT
Η οπτική γωνία της Ράχελ Γιέγκι μας παραπέμπει κυρίως στα «ήθη της συγκεκριμένης κοινωνικής ζωής», στον «απτό» κόσμο των ηθών μιας ορισμένης κοινωνίας ή μιας εποχής. Επιστρέφει έτσι σ’ ένα κεντρικό σημείο του έργου του Χέγκελ, του μάλλον παραγκωνισμένου από τη σύγχρονη κοινωνιολογία και κοινωνιολογική φιλοσοφία. 
Ως προς αυτή την «επιστροφή στον Χέγκελ», με στροφή της προσοχής στις κοινωνικές πρακτικές και στο κανονιστικό-ηθικό τους υπόβαθρο, συγγενεύει με την εξέταση των κοινωνικών σχέσεων υπό το πρίσμα του «αγώνα για αναγνώριση» (σε ποιούς ανθρώπους ή άλλα όντα αναγνωρίζεται από μια κοινωνία, από θεσμούς της ή από κοινωνικές ομάδες «αξία» και δικαιώματα - και τί λογής «αξία», ποιά δικαιώματα;) από τον Άξελ Χόνετ (Axel Honneth) και την Σέυλα Μπενχαμπίμπ (Seyla Benhabib), εξέχοντες στοχαστές της «3ης γενιάς» της Κριτικής Θεωρίας. Καθόλου παράδοξο που αυτή η επιστροφή στον Χέγκελ προσφέρει και σημεία επαφής με τις λεγόμενες κοινοτιστικές κριτικές στον φιλελευθερισμό στοχαστών σαν τους Μάικλ Σαντέλ (Michael Sandel), Τσαρλς Τέιλορ (Charles Taylor), Άλιστερ Μακιντάιρ  (Alasdair McIntyre) και Μάικλ Γουώλτσερ (Michael Walzer). Παραπέμπει όμως και σε κλασικές ιδέες, όπως στα «κατασκευάσματα ανθρώπων που μας εμφανίζονται ως δεδομένη δεύτερη φύση» του νεαρού Μαρξ και το «ήθος του καπιταλισμού» του Μαξ Βέμπερ. 
Ουΐλλιαμ Μπλέικ: Great Red Dragon και Στύξ
Αυτή η οπτική γωνία της Ράχελ Γιέγκι φαίνεται κατάλληλη για να ξανακοιτάξει κανείς από στρατηγικό σημείο όλη τη συζήτηση από το 1960 μέχρι σήμερα για το που βαδίζουν οι κοινωνίες στην εποχή του όψιμου καπιταλισμού. Προς το παρόν, μια ανακεφαλαίωση αυτής της συζήτησης, δείχνει μάλλον αδυναμία της να παραγάγει νέες ιδέες και εργαλεία κατάλληλα για την ταχέως μεταβαλλόμενη πραγματικότητα του 21ου Αιώνα. Πράγμα που δηλώνει, ίσως, ότι οι υποθέσεις και τα ρεύματα σκέψης που διαμόρφωσε μέχρι τώρα τούτη η συζήτηση, προσκρούουν σε επιστημολογικά εμπόδια και η νέα κατάσταση τους αναθέτει «νέα καθήκοντα», προκειμένου να υπερβούν το αδιέξοδο. 
Εξετάζοντας έτσι την ίδια την οικονομία εν γένει, η Ράχελ Γιέγκι βλέπει τον καπιταλισμό όχι απλά ως τρόπο παραγωγής, αλλά και ως τρόπο ζωής. Βλέπει «την κριτική του καπιταλισμού ως κριτική μιας, κατά κάποιο τρόπο, ανορθολογικής τάξης κοινωνικών πραγμάτων». Μέχρι εδώ φτάνει άκοπη η συνέχεια του νήματος από τη δεύτερη γενιά της Σχολής της Φρανκφούρτης, ιδίως από τον Χάμπερμας. Ωστόσο, όλα όσα στο νεωτερικό κόσμο μας εμφανίζονται ως διαχωρισμένες σφαίρες δραστηριότητας των ανθρώπων μιας κοινωνίας, υπό την «Εγελιανή» οπτική γωνία της Γιέγκι εμφανίζονται ενοποιημένα ως η μία και αυτή πραγματικότητα των κοινωνικών ηθών της (Sittlichkeit με την Εγελιανή ορολογία) και, τελικά, ως τρόπος ζωής. Έτσι στο σημείο αυτό παίρνει αποστάσεις από τον Τέοντορ Αντόρνο, ο οποίος, όταν διέκρινε αδιέξοδο στο ηθικο-πολιτικό πεδίο, είδε ως τελευταίο καταφύγιο την εκφραστική-αισθητική σφαίρα - την τέχνη, στηριζόμενος στη σχετική αυτονομία της αισθητικής τόσο από την ηθική όσο και από τη γνωστική-τεχνική-οικονομική σφαίρα. Διαφοροποιείται όμως και από τον ώριμο Χάμπερμας, ο οποίος, για την εποχή της νεωτερικότητας, θεωρεί αναπόφευκτο αυτό τον «κατακερματισμό του κόσμου και της ζωής μας» σε διαχωρισμένες σφαίρες δραστηριότητας. Η Ράχελ Γιέγκι βλέπει τις δυσλειτουργίες του καπιταλισμού όχι απλά ως ως δυσλειτουργίες ενός συστήματος, αλλά και ως δυσλειτουργίες ενός τρόπου ζωής.
«Τί δεν πάει καλά, λοιπόν, στον καπιταλισμό ως τρόπο ζωής;», ερωτά. Ας δούμε λοιπόν «τι συμβαίνει με τις “αποτυχημένες” κοινωνικές πρακτικές και με την υποτιθέμενη ηθική ουδετερότητα της οικονομίας του καπιταλισμού. Φαίνεται πως κάτι δεν πάει καλά σε μια τάξη κοινωνικών πραγμάτων η οποία στηρίζεται σε ένα κοινωνικό ήθος με τέτοιο τρόπο, ώστε να αποκρύπτει ότι αυτό είναι το ήθος μιας συγκεκριμένης μορφής κοινωνικής ζωής και να το παρουσιάζει, αντίθετα, ως καθολικής ισχύος και ως ηθικά ουδέτερο. Φαίνεται πως κάτι δεν πάει καλά όταν επικρατούν κοινωνικές πρακτικές που δεν τις βλέπουμε ως κοινωνικές πρακτικές και οι οποίες συγκροτούνται με τέτοιο τρόπο, ώστε αποκρύπτεται το γεγονός ότι είναι δημιουργήματα ανθρώπων· φτιάχτηκαν, δεν υπήρχαν ανέκαθεν».
Μπλέικ: Το αγόρι και το θαλάσσιο τέρας
Πέρα από αυτά, και πάλι πίσω, αλλά από άλλο δρόμο: Στο δίλημμα δομές και συστήματα ή δράσεις και πρακτικές: Σε τελευταία ανάλυση, οι κοινωνικές πρακτικές της οικονομίας και αυτός ο καπιταλισμός – ως τρόπος ζωής, συνίστανται από δράσεις που γίνονται μέσα σε δομικά πλαίσια ανεξάρτητα από αυτές και από αυτόν. Στα πλαίσια του χώρου και του χρόνου – ο πλανήτης Γη και η εποχή μας - οι κοινωνικές πρακτικές της οικονομίας υλοποιούνται σε τελευταία ανάλυση ως πρακτικές και δράσεις που αφενός χειρίζονται, ανταλλάσσουν, μετασχηματίζουν ύλη και ενέργεια, αφετέρου εμπλέκουν ανθρώπους σε σχέσεις παραγωγής συνδεδεμένες ποικιλόμορφα με τους ανωτέρω χειρισμούς. Όπως έλεγε ο αείμνηστος Έλμαρ Αλτφάτερ (Elmar Altvater), οι φυσικές οντότητες που επιτρέπουν στην κοινωνική πραγματικότητα να είναι όντως πραγματικότητα, δηλαδή ο χρόνος και ο χώρος, εμφανίζονται με τον κάθε φορά τρόπο (modality) ως συγκεκριμένος συνδυασμός οικολογίας και οικονομίας. Εκεί, στην πιο πραγματική από τις κοινωνικές πραγματικότητες, είναι αδύνατο να «δουν» οι κοινωνικές και οι οικονομικές επιστήμες. Εκεί βλέπουν και «μετρούν» μόνον οι μαθηματικές και φυσικές επιστήμες, εκ φύσεως εξοπλισμένες με «θεωρίες συστήματος», επιστήμες που δεν είναι δουλειά τους να ερμηνεύουν κοινωνικές πρακτικές ούτε να αξιολογούν ηθικά τις δράσεις ανθρώπων.
Και πράγματι: Από τις διαγνώσεις της Λέσχης της Ρώμης για τα περιβαλλοντικά Όρια της Οικονομικής Μεγέθυνσης (1972) και τις αναλύσεις του Χάυμαν Μίνσκυ (Hyman Philip Minsky) για τον χρηματοοικονομικό - πιστωτικό τομέα ως κύριο παράγοντα αστάθειας στον κεφαλαιοκρατικό τρόπο παραγωγής και ως «ανταγωνιστή» του σχηματισμού παραγωγικού κεφαλαίου και καινοτομίας (1986-1993) ή για την εγγενή
ευθραυστότητα («ανθρωπολογικά» προσδιορισμένη από τα «animal spirits» του Κέυνς) των ανοδικών φάσεων των οικονομικών κύκλων, μέχρι τα σαφή «οικονομετρικά» συμπεράσματα σύγχρονων μελετητών όπως π,χ. ο Τομά Πικετί (Thomas Piketty), ο Μπράνκο Μιλάνοβιτς (Branko Milanović), η Μαριάνα Μαντζουκάτο (Mariana Francesca Mazzucato), αλλά και μέχρι την επιστημονική βεβαιότητα για το επείγον των θεσμικών δράσεων μετάβασης προς ολικό ενεργειακό αναπροσανατολισμό, υπάρχει πια μια ολόκληρη παράδοση ρεαλιστικής καινοτομικής εξέτασης της υφιστάμενης κοινωνικής πρακτικής στην οικονομία και των αποτελεσμάτων της. 
Τούτη η καινοτομική παράδοση βασίστηκε κυρίως στη ραγδαία, συνεχή προαγωγή των μαθηματικών και των φυσικών επιστημών. Άλλωστε, και τη δυνατότητα χειρισμού και ανάλυσης τεράστιων ποσοτήτων δεδομένων, φυσικών, οικονομικών ή άλλων, μας την πρόσφεραν για πρώτη φορά στην ιστορία του ανθρώπου οι πιο προχωρημένες εφαρμογές των μαθηματικών και των φυσικών επιστημών στον κόσμο της τεχνικής, δηλαδή οι  υπολογιστές του 21ου Αιώνα. Έτσι, η ίδια η τεχνολογική έκρηξη στη νεωτερική εποχή, αυτή που συνέργησε τα μέγιστα στην όλο και πιο έντονη ασυμβατότητα μεταξύ κοινωνίας και φύσης, αυτή που ενεργοποίησε νέες μορφές κοινωνικής ανισότητας εντός του υφιστάμενου τρόπου παραγωγής και τρόπου ζωής, κάποια στιγμή έγινε ο κρίσιμος παράγοντας που αποκαλύπτει (ή καθιστά ορατές) τις δικές της τοξικές επιπτώσεις.
Εξαιτίας της σχετικής στασιμότητας στις ερμηνευτικές κοινωνικές και ιστορικές επιστήμες μετά τη δεκαετία του 1970 (που συνεχίζεται), αυτή η καινοτομική εξέταση δεν έλαβε πιο ολοκληρωμένη και πιο κριτική μορφή. Εξαιρέσεις υπήρξαν, όπως είναι οι συνθετικές κοινωνιολογικές καινοτομίες του Ούλριχ Μπεκ και του Ζίγκμουντ Μπάουμαν για την Κοινωνία της Διακινδύνευσης και τις Ρευστές Κοινωνίες,  το έργο του πρόσφατα θανόντος Γάλλου κοινωνιολόγου των επιστημών Μπρούνο Λατούρ, η αναφερθείσα σύνθεση του Χάμπερμας στο αναγκαστικά αφαιρετικό πεδίο της φιλοσοφικής και πολιτικής κοινωνιολογίας, καθώς και η συνέχιση από τον Ιμμάνιουελ Βαλλερστάιν, με νέα εργαλεία (π.χ. μαθηματικά της «Χαοτικής Κατάστασης») της κατά Φερνάν Μπρωντέλ «ιστορικής έρευνας της Μακράς Διάρκειας»· όμως είναι μόνον εξαιρέσεις, φωτεινά σημεία και σκόρπιοι οδοδείκτες μέσα στην ομίχλη.
Όμως όλα τα «σκληρά» δεδομένα ήρθαν στο φως. Τις δομικές καταστάσεις τις γνωρίζουμε επαρκώς. Ξέρουμε ότι είναι «μαθηματικά προσδιορισμένες». Το γεγονός ότι αυτός ο τρόπος παραγωγής και αυτός ο τρόπος ζωής, με τη μορφή που πήραν μετά το 1980 στις αναπτυγμένες χώρες, παράγουν εκεί όλο και πιο έντονη κοινωνική ανισότητα ταυτόχρονα με όλο και πιο χαμηλούς ρυθμούς οικονομικής μεγέθυνσης, το βεβαιώνουν με αξιοπιστία (και το αιτιολογούν) τα οικονομικά μαθηματικά και η στατιστική ανάλυση γιγάντιων ποσοτήτων αριθμητικών δεδομένων, και όχι κοινωνιολογικές αναλύσεις. Φυσικές επιστήμες, θεωρία συστημάτων, μαθηματικά και η υπολογιστική ισχύς που τα μαθηματικά δημιούργησαν, απέδειξαν πέραν πάσης αμφιβολίας ότι η κλιματική κρίση είναι ανθρωπογενής και αποκάλυψαν τις δυνάμεις που την επιτάχυναν, δυνάμεις «συστημικές» (με την ορολογία του Χάμπερμας, πράγμα που σημαίνει δυνάμεις της οικονομίας και της πολιτικής).
Αντίθετα, ασαφείς είναι οι γνώσεις μας για ό,τι δεν μπορούν να αναλύσουν τα μαθηματικά και οι θεωρίες των συστημάτων: Πόση αξιόπιστη γνώση προστέθηκε τις τελευταίες δεκαετίες για τους δρώντες παράγοντες, για το πως αντιδρούν και πως πράττουν; Σχεδόν τίποτε δεν ξέρουμε για το πως αντιδρούν σε «καταστάσεις εκτάκτου ανάγκης» ή σε «σημεία διακλάδωσης» (bifurcation points), σύμφωνα με την ορολογία του Βαλλερστάιν, δανεισμένη από τον Ίλια Πριγκόγκιν.
Όταν λοιπόν οι κοινωνικές πρακτικές οι φτιαγμένες από ανθρώπους, προπαντός της οικονομίας, και αυτός ο τρόπος ζωής, απειλούν να συγκρουσθούν με τα προαναφερθέντα δομικά-φυσικά πλαίσια του χώρου και του χρόνου, ή να προσκρούσουν στα δομικά όρια που εξασφαλίζουν ένα ελάχιστο κοινωνικής συνοχής (η δεύτερη πρόσκρουση, ως καταστροφική πολιτική παθολογία, είχε ήδη απασχολήσει τον Πλάτωνα στους Νόμους και τον Αριστοτέλη στα Πολιτικά), ξέρουμε από τα μαθηματικά, τη θεωρία των συστημάτων και τις φυσικές επιστήμες ποιο από τα δύο συντρίβεται σε τέτοιες συγκρούσεις. Τι γίνεται τότε με την Εγελιανή Sittlichkeit, δηλαδή με τα επικρατούντα ήθη της κοινωνικής ζωής, τί γίνεται με τις «αποτυχίες» και τις αποκρύψεις, τί γίνεται με τις κανονιστικές και αξιολογικές βάσεις της κάθε κοινωνικής πρακτικής μας, και εν συντομία, τί γίνεται με τον επικρατούντα τρόπο ζωής;
 
Γ. Β. Ριτζούλης


 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
Elmar Altvater: Οικολογία, οικονομία, χρόνος, χώρος (από το περιοδικό Ο Πολίτης, 1988)
 

 
 
 
 
 
 
 
 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Δημοφιλείς αναρτήσεις 2013 - 2022

Το δημοκρατικό αίτημα των καιρών: Το δίκιο των νέων γενεών και των γενεών που έρχονται

Το δημοκρατικό αίτημα των καιρών: Το δίκιο των νέων γενεών και των γενεών που έρχονται
Χρίστος Αλεξόπουλος: Κλιματική κρίση και κοινωνική συνοχή

ΕΠΙΛΟΓΕΣ:
Αντρέϊ Αρσένιεβιτς Ταρκόφσκι

ΕΠΙΛΟΓΕΣ:<br>Αντρέϊ Αρσένιεβιτς Ταρκόφσκι
Πως η αγάπη επουλώνει τη φθορά του κόσμου

Danilo Kiš:

Danilo Kiš:
Συμβουλές σε νεαρούς συγγραφείς, και όχι μόνον

Predrag Matvejević:

Predrag Matvejević:
Ο Ρωσο-Κροάτης ανιχνευτής και λάτρης του Μεσογειακού κόσμου

Azra Nuhefendić

Azra Nuhefendić
Η δημοσιογράφος με τις πολλές διεθνείς διακρίσεις, γράφει για την οριακή, γειτονική Ευρώπη

Μάης του '36, Τάσος Τούσης

Μάης του '36, Τάσος Τούσης
Ο σκληρός Μεσοπόλεμος: η εποχή δοσμένη μέσα από τη ζωή ενός ανθρώπου - συμβόλου

Ετικέτες

«Γενιά του '30» «Μακεδονικό» 1968 1989 αειφορία Ανδρέας Παπανδρέου αντιπροσωπευτική δημοκρατία Αριστοτέλης Αρχιτεκτονική Αυστρομαρξισμός Βαλκανική Βαρουφάκης βιοποικιλότητα Βρετανία Γαλλία Γερμανία Γκράμσι Διακινδύνευση Έθνος και ΕΕ Εκπαίδευση Ελεφάντης Ενέργεια Επισφάλεια ηγεμονία ΗΠΑ Ήπειρος Θ. Αγγελόπουλος Θεοδωράκης Θεσσαλονίκη Θεωρία Συστημάτων Ιβάν Κράστεφ ιστορία Ιταλία Καντ Καρλ Σμιτ Καταναλωτισμός Κεντρική Ευρώπη Κέϋνς Κίνα Κλιματική αλλαγή Κοινοτισμός κοινωνική ανισότητα Κορνήλιος Καστοριάδης Κοσμάς Ψυχοπαίδης Κράτος Πρόνοιας Κώστας Καραμανλής Λιάκος Α. Λογοτεχνία Μάνεσης Μάξ Βέμπερ Μάρξ Μαρωνίτης Μέλισσες Μέσα «κοινωνικής» δικτύωσης Μέσα Ενημέρωσης Μεσόγειος Μεταπολίτευση Μιχ. Παπαγιαννάκης Μουσική Μπερλινγκουέρ Νεοφιλελευθερισμός Νίκος Πουλαντζάς Νίτσε Ο τόπος Οικολογία Ουκρανία Π. Κονδύλης Παγκοσμιοποίηση Παιδεία Πράσινοι Ρήγας Ρίτσος Ρωσία Σεφέρης Σημίτης Σολωμός Σοσιαλδημοκρατία Σχολή Φραγκφούρτης Ταρκόφσκι Τουρκία Τραμπ Τροβαδούροι Τσακαλώτος Τσίπρας Φιλελευθερισμός Φιλοσοφία Χαλκιδική Χέγκελ Χριστιανισμός Acemoglu/Robinson Adorno Albrecht von Lucke André Gorz Axel Honneth Azra Nuhefendić Balibar Brexit Carl Schmitt Chomsky Christopher Lasch Claus Offe Colin Crouch Elmar Altvater Ernst Bloch Ernst-W. Böckenförde Franklin Roosevelt Habermas Hannah Arendt Heidegger Jan-Werner Müller Jeremy Corbyn Laclau Le Corbusier Louis Althusser Marc Mazower Matvejević Michel Foucault Miroslav Krleža Mudde Otto Bauer PRAXIS International Ruskin Sandel Michael Strauss Leo Streeck T. S. Eliot Timothy Snyder Tolkien Ulrich Beck Wallerstein Walter Benjamin Wolfgang Münchau Zygmunt Bauman

Song for the Unification (Zbigniew Preisner -
Elzbieta Towarnicka - Kr. Kieślowski) - youtube

Song for the Unification (Zbigniew Preisner - <br>Elzbieta Towarnicka - Kr. Kieślowski) - youtube
Ἐὰν ταῖς γλώσσαις τῶν ἀνθρώπων λαλῶ καὶ τῶν ἀγγέλων,
ἀγάπην δὲ μὴ ἔχω, γέγονα χαλκὸς ἠχῶν ἢ κύμβαλον ἀλαλάζον...
Ἡ ἀγάπη ...πάντα στέγει, πάντα πιστεύει, πάντα ἐλπίζει, πάντα ὑπομένει...
Νυνὶ δὲ μένει πίστις, ἐλπίς, ἀγάπη, τὰ τρία ταῦτα·
μείζων δὲ τούτων ἡ ἀγάπη (προς Κορινθ. Α΄ 13)

Zygmunt Bauman: «Ρευστές ζωές, ρευστός κόσμος, ρευστή αγάπη»

Zygmunt Bauman: «Ρευστές ζωές, ρευστός κόσμος, ρευστή αγάπη»
«Είμαι βραχυπρόθεσμα απαισιόδοξος αλλά μακροπρόθεσμα αισιόδοξος»

Μουσείο Γουλανδρή Φυσικής Ιστορίας

Μουσείο Γουλανδρή Φυσικής Ιστορίας
«Χριστούγεννα με τον Κοκκινολαίμη – Το Αηδόνι του Χειμώνα»

Ψηλά στην Πίνδο, στο Περτούλι

Ψηλά στην Πίνδο, στο Περτούλι