Το στερεότυπο «δεν υπάρχουν ειδήσεις τον Αύγουστο» διαψεύδεται σχεδόν κάθε Αύγουστο. Αλλά η πολιτική αποκάλυψη τούτου του Αυγούστου είναι ο ορισμός της εκρηκτικής πολιτικής είδησης. Φυσικά, οι υποκλοπές από την ΕΥΠ τηλεφωνικών συνομιλιών πολιτικών προσώπων, και μάλιστα επί κυβερνήσεων της ΝΔ, δεν είναι πρωτοφανές φαινόμενο. Όμως τούτη τη φορά, με την περίπτωση Ανδρουλάκη, αξίζει να προσεχθούν όχι τόσο η επανάληψη και η επιστροφή του ιδίου, αλλά μερικές «καινοτομίες».
Την πιο επιδερμική καινοτομία την δηλώνει η επισημότατη ομολογία (από τον ίδιο τον πρωθυπουργό) ότι η παρακολούθηση έγινε νόμιμα, ή μάλλον νομότυπα, δηλαδή με την άδεια αρμόδιας εισαγγελικής αρχής. Αιτιολογία της νομιμοποίησης η συνήθης, «λόγοι εθνικού συμφέροντος»· για τους νουνεχείς δεν απομένει παρά να επαναλάβουν το επιφώνημα του Πράκτορα Θου Βου: «Πελάτες μου». Το γεγονός ότι η παρακολούθηση ευρωβουλευτή, νυν αρχηγού κοινοβουλευτικού κόμματος, συνέβη αυτή τη φορά με την άδεια του νόμου (και όχι με τις παλαιολιθικές μεθοδολογίες της εποχής του στρατηγού Γρυλλάκη), είναι καινοτομία που οφείλεται ίσως σε τυπική εναρμόνιση κάποιων «λεπτομερειών» του εθνικού νομικού πολιτισμού μας με το Κοινοτικό Δίκαιο («όπως ακριβώς ορίζει η διάταξη που ψηφίστηκε το 2018 από την προηγούμενη κυβέρνηση», λέει ο κ. Μητσοτάκης). Εφόσον η αιτία της είναι απλά και μόνον τυπική (προσαρμογή στο «γράμμα του νόμου» όπως ισχύει τώρα), δύσκολα θα λέγαμε ότι αυτή η καινοτομία είναι ουσιαστική· θα δούμε όμως στο τέλος, τι έμμεσο αλλά ουσιαστικό λογικό συμπέρασμα προκύπτει από το γεγονός ότι τούτη η τυπική καινοτομία «δια το γράμμα του νόμου», το μόνο που παρήγαγε στην πράξη είναι η επανάληψη της παλιάς, εκτός νόμου πρακτικής. Και με πιο προκλητικό τρόπο!
Την πιο επιδερμική καινοτομία την δηλώνει η επισημότατη ομολογία (από τον ίδιο τον πρωθυπουργό) ότι η παρακολούθηση έγινε νόμιμα, ή μάλλον νομότυπα, δηλαδή με την άδεια αρμόδιας εισαγγελικής αρχής. Αιτιολογία της νομιμοποίησης η συνήθης, «λόγοι εθνικού συμφέροντος»· για τους νουνεχείς δεν απομένει παρά να επαναλάβουν το επιφώνημα του Πράκτορα Θου Βου: «Πελάτες μου». Το γεγονός ότι η παρακολούθηση ευρωβουλευτή, νυν αρχηγού κοινοβουλευτικού κόμματος, συνέβη αυτή τη φορά με την άδεια του νόμου (και όχι με τις παλαιολιθικές μεθοδολογίες της εποχής του στρατηγού Γρυλλάκη), είναι καινοτομία που οφείλεται ίσως σε τυπική εναρμόνιση κάποιων «λεπτομερειών» του εθνικού νομικού πολιτισμού μας με το Κοινοτικό Δίκαιο («όπως ακριβώς ορίζει η διάταξη που ψηφίστηκε το 2018 από την προηγούμενη κυβέρνηση», λέει ο κ. Μητσοτάκης). Εφόσον η αιτία της είναι απλά και μόνον τυπική (προσαρμογή στο «γράμμα του νόμου» όπως ισχύει τώρα), δύσκολα θα λέγαμε ότι αυτή η καινοτομία είναι ουσιαστική· θα δούμε όμως στο τέλος, τι έμμεσο αλλά ουσιαστικό λογικό συμπέρασμα προκύπτει από το γεγονός ότι τούτη η τυπική καινοτομία «δια το γράμμα του νόμου», το μόνο που παρήγαγε στην πράξη είναι η επανάληψη της παλιάς, εκτός νόμου πρακτικής. Και με πιο προκλητικό τρόπο!
«Αυτή η υποκλοπή έγινε εν αγνοία μου, και οφείλω μια συγγνώμη στον κ. Ανδρουλάκη», λέει ο πρωθυπουργός, στην αρμοδιότητα του οποίου υπάγεται απευθείας η ΕΥΠ. Και προσθέτει: «Αν το γνώριζα δεν θα το επέτρεπα». Εδώ έχουμε ουσιαστική καινοτομία. Και εδώ ανοίγει ο ασκός του Αιόλου. Και τί δεν μπορεί να πάρει και να σηκώσει αυτός ο καινοτομικός άνεμος!
Η «ιστορική αντιπαλότητα»; Τυχοδιωκτισμοί του «βαθέος κράτους»; Ή απλά, η συνήθης αλαζονεία της εξουσίας;
Η σημερινή κυβέρνηση της ΝΔ και ο πρωθυπουργός ως επικεφαλής της και πρόεδρος του κόμματος του, με κάθε ευκαιρία υπογράμμιζαν και υπογραμμίζουν την κεντροδεξιά (ή και σχεδόν «κεντρώα») πολιτική τους κατεύθυνση. Οι δυνάμεις που επικρατούν εντός της ΝΔ εδώ και λίγα χρόνια, προχώρησαν σε πολλά ανοίγματα προς τον ευρύτερο «κεντρώο χώρο» και ενσωμάτωσαν πολλά πολιτικά στελέχη προερχόμενα από αυτόν, με ΠΑΣΟΚικό ή όχι παρελθόν. Και παρά τη θρησκευτικού τύπου πίστη τους στις αυτοδύναμες κυβερνήσεις, ποτέ δεν σταμάτησαν να κλείνουν το μάτι στο «ενδιάμεσο» κόμμα – το κόμμα στο «κέντρο του πολιτικού φάσματος», το ΠΑΣΟΚ/ΚΙΝΑΛ - για ό,τι ενδεχομένως προκύψει από τις μελλοντικές εκλογές. Και τώρα αποκαλύπτεται ότι η ΕΥΠ, για την οποία αρμόδιος είναι απευθείας αυτός ο ίδιος πρωθυπουργός, ο τόσο πολύ φιλικά προσκείμενος προς το «Κέντρο», υπέκλεπτε τις τηλεφωνικές συνομιλίες του σημερινού «κεντρώου» αρχηγού, όταν αυτός ήταν υποψήφιος για την ηγεσία του ΠΑΣΟΚ/ΚΙΝΑΛ και ενώ όλα τα προγνωστικά έδειχναν ότι αυτός θα είναι και ο τελικός νικητής. Το άμεσο πολιτικό αποτέλεσμα της παρακολούθησης είναι ότι για το ορατό μέλλον, μια οποιουδήποτε τύπου προσέγγιση ΝΔ και ΠΑΣΟΚ/ΚΙΝΑΛ δεν μπορεί να την διανοηθεί ούτε ο πιο φαντασιόπληκτος νους.
Αυτό το φαινομενικά παράδοξο είναι εύκολα ερμηνεύσιμο και μάλιστα με ερμηνείες απλές, πολύ λογικές και περισσότερες από μία. Η μία ερμηνεία: Ο πρωθυπουργός δεν λέει αλήθεια (που δεν θα είναι δα και κάτι σπάνιο για πολιτικό), οπότε, απλώς, η πράξη του είναι αναντίστοιχη με τις διακηρύξεις του και τις ιδεολογικές εξομολογήσεις του (πράγμα που είναι ακόμη λιγότερο σπάνιο για πολιτικό). Η άλλη ερμηνεία: Ο πρωθυπουργός λέει αλήθεια, όντως δεν ήξερε. Αν υπάρχει και τρίτη ερμηνεία, θα το δείξουν οι ειδήσεις των επόμενων ημερών.
Η πρώτη ερμηνεία είναι η πιθανότερη και επικρατέστερη, γιατί συνάδει με τον σημερινό τρόπο άσκησης της πολιτικής εξουσίας γενικά, και ιδιαίτερα στην Ελλάδα. Συνοπτικά, πρόκειται για τρόπο άσκησης πολιτικής εξουσίας που δύσκολα, πολύ δύσκολα, μπορεί να συνοδεύεται από ουσιαστική λογοδοσία. Η δεύτερη, αν και έχει πολύ λιγότερες πιθανότητες να ισχύει, δεν μπορεί να αποκλεισθεί εντελώς, γιατί συνάδει με τον ιδιαίτερο τρόπο του πολιτεύεσθαι εντός του κόμματος της ΝΔ (ή μάλλον της ευρύτερης «Δεξιάς πλευράς» στο εγχώριο πολιτικό φάσμα). Αυτός ο τρόπος έχει πίσω του ένα ολόκληρο ιστορικό εσωκομματικής συμπεριφοράς με πολλά χαρακτηριστικά συμβάντα. Μάλιστα, τα συμβάντα αυτού του ιστορικού, όσες φορές εμφανίζονται, έχουν και πιθανές διαστάσεις πέραν της στενά κομματικής: Εμπλέκονται συχνά με επιχειρηματικά «θέματα» και μερικές φορές μορφάζει πίσω τους θολό αλλά ευδιάκριτο το φάσμα του λεγόμενου βαθέος κράτους.
Η πρώτη ερμηνεία είναι η πιθανότερη και επικρατέστερη, γιατί συνάδει με τον σημερινό τρόπο άσκησης της πολιτικής εξουσίας γενικά, και ιδιαίτερα στην Ελλάδα. Συνοπτικά, πρόκειται για τρόπο άσκησης πολιτικής εξουσίας που δύσκολα, πολύ δύσκολα, μπορεί να συνοδεύεται από ουσιαστική λογοδοσία. Η δεύτερη, αν και έχει πολύ λιγότερες πιθανότητες να ισχύει, δεν μπορεί να αποκλεισθεί εντελώς, γιατί συνάδει με τον ιδιαίτερο τρόπο του πολιτεύεσθαι εντός του κόμματος της ΝΔ (ή μάλλον της ευρύτερης «Δεξιάς πλευράς» στο εγχώριο πολιτικό φάσμα). Αυτός ο τρόπος έχει πίσω του ένα ολόκληρο ιστορικό εσωκομματικής συμπεριφοράς με πολλά χαρακτηριστικά συμβάντα. Μάλιστα, τα συμβάντα αυτού του ιστορικού, όσες φορές εμφανίζονται, έχουν και πιθανές διαστάσεις πέραν της στενά κομματικής: Εμπλέκονται συχνά με επιχειρηματικά «θέματα» και μερικές φορές μορφάζει πίσω τους θολό αλλά ευδιάκριτο το φάσμα του λεγόμενου βαθέος κράτους.
Και πράγματι, στην προκειμένη περίπτωση τα επιχειρηματικά «θέματα» κάθε άλλο παρά λείπουν· ενώ ένας κοινοβουλευτικός έλεγχος της ΕΥΠ (κατάλληλης μορφής για τέτοιες βαθιές υπηρεσίες, όπως υπάρχει σε όλες τις κανονικές χώρες της ΕΕ), ουσιαστικά λείπει· και πιθανότατα, παρά τις εξαγγελίες Μητσοτάκη, θα λείπει μέχρι νεωτέρας (γιατί δεν είναι μόνον ζήτημα νομικό, αλλά κυρίως δομής του κράτους και πολιτικής παιδείας). Ως προς τα εσωκομματικά ρεύματα της ΝΔ, είναι πασίγνωστο ότι κάθε άλλο παρά συμφωνούν όλα, με τα διακηρυκτικά ανοίγματα της πλευράς του κ. Μητσοτάκη προς τον ευρύτερο «κεντρώο χώρο», ακόμη λιγότερο με την ενσωμάτωση στη ΝΔ πολιτικών στελεχών προερχόμενων από το παλιό ΠΑΣΟΚ ή άλλων «κεντρώων» και μάλλον δεν συμφωνούν με την ιδέα μιας (ακόμη) μελλοντικής συγκυβέρνησης της ΝΔ με το σημερινό ΠΑΣΟΚ/ΚΙΝΑΛ. Τώρα οι δύο πολιτικοί χώροι θα αποξενωθούν και κάθε ενδεχόμενο τέτοιας μελλοντικής συγκυβέρνησης έχει εκμηδενιστεί.
Για μερικά από τα υπάρχοντα εσωκομματικά ρεύματα της ΝΔ, από αυτά που διατηρούν τις παραδόσεις της ελληνικής Δεξιάς (πτυχή των οποίων είναι μια ιδιαίτερη πίστη στον πολωτικό δικομματισμό), το ιστορικό «Κέντρο», υπό τις μεταβαλλόμενες μορφές του, από τον Φιλελεύθερο Βενιζελισμό στην Ένωση Κέντρου και μέχρι το ΠΑΣΟΚ στη μεταπολιτευτική εποχή, εξακολουθεί να είναι ο ιστορικός πολιτικός αντίπαλος. Σε σύγκριση με την «ιστορική αντιπαλότητα», τον ΣΥΡΙΖΑ τον βλέπουν μάλλον ως «παρεμβολή» της βραχείας ιστορικής διάρκειας. Έτσι εξηγείται και η στάση ορισμένων παραγόντων της Δεξιάς στην περίοδο 2010-2019, πράγμα που είχε ως συμμετρική ανταπόκριση την εξεύρεση ενός modus vivendi και από την πλευρά του ΣΥΡΙΖΑ. Γι' αυτόν ήταν μια επιτυχής κίνηση τακτικής της «αντι-μνημονιακής» εποχής, αποδείχτηκε όμως (το 2019) στρατηγικά καταστροφική, όπως συνέβη με την εμπλοκή της «όλης Αριστεράς» στο «βρώμικο 1989».
Για μερικά από τα υπάρχοντα εσωκομματικά ρεύματα της ΝΔ, από αυτά που διατηρούν τις παραδόσεις της ελληνικής Δεξιάς (πτυχή των οποίων είναι μια ιδιαίτερη πίστη στον πολωτικό δικομματισμό), το ιστορικό «Κέντρο», υπό τις μεταβαλλόμενες μορφές του, από τον Φιλελεύθερο Βενιζελισμό στην Ένωση Κέντρου και μέχρι το ΠΑΣΟΚ στη μεταπολιτευτική εποχή, εξακολουθεί να είναι ο ιστορικός πολιτικός αντίπαλος. Σε σύγκριση με την «ιστορική αντιπαλότητα», τον ΣΥΡΙΖΑ τον βλέπουν μάλλον ως «παρεμβολή» της βραχείας ιστορικής διάρκειας. Έτσι εξηγείται και η στάση ορισμένων παραγόντων της Δεξιάς στην περίοδο 2010-2019, πράγμα που είχε ως συμμετρική ανταπόκριση την εξεύρεση ενός modus vivendi και από την πλευρά του ΣΥΡΙΖΑ. Γι' αυτόν ήταν μια επιτυχής κίνηση τακτικής της «αντι-μνημονιακής» εποχής, αποδείχτηκε όμως (το 2019) στρατηγικά καταστροφική, όπως συνέβη με την εμπλοκή της «όλης Αριστεράς» στο «βρώμικο 1989».
Αυτή η εμμονή ρευμάτων της Δεξιάς στην «ιστορική αντιπαλότητα», παρόλο που σε μεγάλο βαθμό εκπηγάζει από ιδεοληψία και είναι πολιτικός αναχρονισμός, δεν παύει να είναι πολιτικά δραστική. Γιατί, πρώτον, συνάδει όπως είπαμε με τον τρόπο του πολιτεύεσθαι εντός του κόμματος της ΝΔ μετά το 1981 και τροφοδοτείται από την απουσία ηγετικών προσωπικοτήτων με στρατηγική πολιτική σκέψη· δεύτερον, το δίλημμα «Δεξιά με το Κέντρο ή κόντρα στο Κέντρο» υποδαυλίζεται και από παράγοντες εκτός της ΝΔ (επιχειρηματικούς, Μέσων Ενημέρωσης, ιδεολόγους της «ευρύτερης» και «δεξιότερης» Δεξιάς), και μάλιστα με πολλούς τρόπους και με αντίθετες λογικές· τρίτον εμπλέκεται ίσως και με εικασίες ή πειρασμούς γεωπολιτικής και γεωοικονομικής φύσης που γεννούν εξ αντιδράσεως οι πολύπλευρες αποτυχίες της εγχώριας «ιθύνουσας τάξης» εντός της Κοινοτικής πραγματικότητας, αλλά τώρα και η ιστορική συγκυρία (πόλεμος, ενεργειακό ζήτημα). Η παράδοξη «διαρροή» από τον διοικητή της ΕΥΠ λίγο πριν παραιτηθεί, ότι η παρακολούθηση του κ. Ανδρουλάκη έγινε τότε (φθινόπωρο 2021) κατόπιν δήθεν αιτημάτων από τις υπηρεσίες πληροφοριών της Αρμενίας και της Ουκρανίας, τι ακριβώς σημαίνει; Μήπως τυχόν ρίχτηκε ως Πάρθιο Βέλος και σηματοδοτεί απόπειρα εκ των υστέρων εμπλοκής αναρμόδιων εγχώριων παραγόντων σε ευαίσθητους προσανατολισμούς της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής, και μάλιστα γεωπολιτικής φύσης; Πάντως, οι πρεσβείες των 2 χωρών μίλησαν για «ξεδιάντροπο ψέμα» και «πολύ βολικό για να αποσπαστεί η προσοχή από το βασικό ζήτημα, την εισβολή και τον πόλεμο». Στο σημείο αυτό, η αναφορά στο «βαθύ κράτος» αποκτά πιο χειροπιαστό και πιο επικίνδυνο περιεχόμενο.
Το ενδεχόμενο να λέει αλήθεια ο πρωθυπουργός δεν μπορεί λοιπόν να αποκλειστεί εντελώς. Όμως πολλά συνηγορούν ότι ευτυχώς είναι το λιγότερο πιθανό ενδεχόμενο. Πολύ αμυδρό αν και όχι αδιανόητο.
Ευτυχώς. Γιατί αυτό το αμυδρό ενδεχόμενο να ισχύει το απίθανο και όχι το πιθανό - και να λέει αλήθεια ο πρωθυπουργός, είναι το πολύ χειρότερο. Αν ο μη γένοιτο ισχύει, επαναφέρει στη συζήτηση - στο παρόν, εν έτει 2022 - εκείνη τη φοβερή ερώτηση «ποιος κυβερνά αυτή τη χώρα;» και τη λέξη παρακράτος με την αρχική της σημασία. Τι σημαίνει «η υποκλοπή έγινε εν αγνοία μου»; Ποιος έδωσε την εντολή; Ποια ήταν τα κίνητρά του; Με ποιους το συζήτησε και το συναποφάσισε; Από ποιους έχουν πολιτική κάλυψη; Πως διάολε, λειτουργοί της Δικαιοσύνης λένε έτσι «ορίστε, περάστε, “αρπάξτε τον”, ελεύθερα, για λόγους εθνικού συμφέροντος»; Ή, μήπως, όποιος περνάει από τα γραφεία της ΕΥΠ, πολιτικό πρόσωπο ή επιχειρηματίας, δανείζεται ένα στικάκι με ένα ακριβό «Αρπακτικό» (παλιά είχαν ένα φτηνιάρικο βαλιτσάκι) κι αρχίζει δουλειά; Ποιος είναι πιο σατανικός, ο Πράκτωρ 007 ή ο Επιθεωρητής Κλουζώ;
Το ενδεχόμενο να λέει αλήθεια ο πρωθυπουργός δεν μπορεί λοιπόν να αποκλειστεί εντελώς. Όμως πολλά συνηγορούν ότι ευτυχώς είναι το λιγότερο πιθανό ενδεχόμενο. Πολύ αμυδρό αν και όχι αδιανόητο.
Ευτυχώς. Γιατί αυτό το αμυδρό ενδεχόμενο να ισχύει το απίθανο και όχι το πιθανό - και να λέει αλήθεια ο πρωθυπουργός, είναι το πολύ χειρότερο. Αν ο μη γένοιτο ισχύει, επαναφέρει στη συζήτηση - στο παρόν, εν έτει 2022 - εκείνη τη φοβερή ερώτηση «ποιος κυβερνά αυτή τη χώρα;» και τη λέξη παρακράτος με την αρχική της σημασία. Τι σημαίνει «η υποκλοπή έγινε εν αγνοία μου»; Ποιος έδωσε την εντολή; Ποια ήταν τα κίνητρά του; Με ποιους το συζήτησε και το συναποφάσισε; Από ποιους έχουν πολιτική κάλυψη; Πως διάολε, λειτουργοί της Δικαιοσύνης λένε έτσι «ορίστε, περάστε, “αρπάξτε τον”, ελεύθερα, για λόγους εθνικού συμφέροντος»; Ή, μήπως, όποιος περνάει από τα γραφεία της ΕΥΠ, πολιτικό πρόσωπο ή επιχειρηματίας, δανείζεται ένα στικάκι με ένα ακριβό «Αρπακτικό» (παλιά είχαν ένα φτηνιάρικο βαλιτσάκι) κι αρχίζει δουλειά; Ποιος είναι πιο σατανικός, ο Πράκτωρ 007 ή ο Επιθεωρητής Κλουζώ;
Να επαναπαυθούμε, λοιπόν, στο πιο πιθανό και πιο προφανές ενδεχόμενο: Ότι ο πρωθυπουργός ψεύδεται. Αλλά, πώς να ανεχτεί κανείς μια τρικυμία αλαζονείας της εξουσίας, τέτοια που τυφλώνει το νου και τον κάνει να πιστεύει ότι «όλους τους πιάνουν στα πράσα, αλλά εμάς δεν θα μπορέσουν, γιατί είμαστε αλλιώς»; Η ανοησία καβάλα στο καλάμι, στα «καλύτερα» της. Και πώς αισθάνεται κανείς ως πολίτης, όταν βλέπει πρωθυπουργό (και τους συμβούλους και συνεργάτες του) να έχουν τόση άγνοια κινδύνου; Όταν «το έκαναν», δεν ήξεραν ότι από τους πολιτικούς ηγέτες που πιάστηκαν στα πράσα για τέτοια υπόθεση - στην Ευρώπη τουλάχιστον, κανείς δεν επιβίωσε πολιτικά; Και άν όντως δεν ήξεραν, δεν ρώταγαν;
Υπάρχουν χειρότερα πράγματα από το να ψεύδεται ασύστολα ένας πρωθυπουργός;
Όμως, από την άλλη πλευρά, μια δεύτερη, πιο νηφάλια σκέψη λέει το εξής: Σε μια δημοκρατία εν έτει 2022, είναι πολύ καλύτερο (ή πολύ πιο ανώδυνο) το να ψεύδεται ασύστολα και ασόβαρα ένας πρωθυπουργός, παρά το να μην έχει την ικανότητα (ή τη βούληση) να ελέγχει και να πειθαρχεί τους πιο σκληρούς και πιο βαθείς μηχανισμούς της εξουσίας. Στην πρώτη περίπτωση, αν θέλουν οι πολίτες, αλλάζουν στις εκλογές κυβέρνηση και πρωθυπουργό, και μετά κοιτάμε όλοι μαζί προς την τρύπα του τούνελ και ελπίζουμε. Ενώ στη δεύτερη περίπτωση μια αλλαγή της ανεπαρκούς ή κακής κυβέρνησης πιθανότατα δεν λέει τίποτε, γιατί επείγει απολύτως και η ριζική αλλαγή στις δομές του κράτους και στις πολιτικές νοοτροπίες. Με καινοτομίες ουσιαστικές, αφού είδαμε ότι «τυπικές καινοτομίες», από μόνες τους δεν μπορούν να εμποδίσουν την επανάληψη παλαιών κακών.
Σε κάθε περίπτωση, χρειάζεται δομική αντιπολίτευση σήμερα (αντί για το «φύγε εσύ να κάτσω εγώ, με τους δικούς μου στην αγκαλιά») και δομική μεταρρυθμιστική κυβερνητική πολιτική αύριο. Στη σημερινή Ελλάδα, ο πιο σκληρός, πιο εχθρικός και πιο επικίνδυνος αντίπαλος είναι η δυσλειτουργική, κοινωνικά άδικη, αποτυχημένη εκδοχή του όλου κράτους, όχι το Α ή Β κόμμα ή ο Χ ή Ψ πολιτικός. Όμως, αν, παρ’ ελπίδα, συνέβη το σχεδόν αδιανόητο, τότε (λες και δεν μας έφταναν όλα τα άλλα), ο βράχος του βαθέος κράτους που πρέπει να κουνηθεί είναι πάρα πολύ βαρύς· και πολλά δείχνουν ότι ο ελληνικός Σίσυφος δεν αισθάνεται πολύ δυνατός τελευταία.
Σε κάθε περίπτωση, χρειάζεται δομική αντιπολίτευση σήμερα (αντί για το «φύγε εσύ να κάτσω εγώ, με τους δικούς μου στην αγκαλιά») και δομική μεταρρυθμιστική κυβερνητική πολιτική αύριο. Στη σημερινή Ελλάδα, ο πιο σκληρός, πιο εχθρικός και πιο επικίνδυνος αντίπαλος είναι η δυσλειτουργική, κοινωνικά άδικη, αποτυχημένη εκδοχή του όλου κράτους, όχι το Α ή Β κόμμα ή ο Χ ή Ψ πολιτικός. Όμως, αν, παρ’ ελπίδα, συνέβη το σχεδόν αδιανόητο, τότε (λες και δεν μας έφταναν όλα τα άλλα), ο βράχος του βαθέος κράτους που πρέπει να κουνηθεί είναι πάρα πολύ βαρύς· και πολλά δείχνουν ότι ο ελληνικός Σίσυφος δεν αισθάνεται πολύ δυνατός τελευταία.
Γιώργος Β. Ριτζούλης
Παναγιώτης Σωτήρης: Η υπόθεση των παρακολουθήσεων γεννά ρήγματα στο πολιτικό σκηνικό
Ενδιαφέρουσα ανάλυση, από πολιτικό αναλυτή που εδώ γίνεται αρκετά σοβαρός, μολονότι ο πολιτικός χώρος προέλευσής του βρίθει εμμονών και ψευδαισθήσεων, ενώ συνήθως στερείται καινοτομικών ιδεών. Ενδιαφέρον γεννά και το γεγονός ότι «συνήθως ύποπτα» Μέσα Ενημέρωσης εκπέμπουν - τέτοιες ώρες - τέτοιες σκέψεις
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου