του Scott London
Ο Κρίστοφερ Λάς ήταν μία από εκείνες τις σπάνιες μορφές της Αμερικανικής
δημόσιας ζωής, που ήταν σεβαστές από ανθρώπους τόσο της αριστεράς όσο και της δεξιάς, μεταξύ των ακαδημαϊκών αλλά και συνηθισμένων λαϊκών ανθρώπων, σε
πνευματικούς κύκλους αλλά και μεταξύ εκείνων που δεν έχουν υπομονή για αφηρημένες ιδέες. Ως ιστορικός και κριτικός του πολιτισμού, έγινε ίσως πιό γνωστός με το βιβλίο του
The Culture of Narcissism, το οποίο έγινε μπεστ σέλερ στα τέλη της δεκαετίας του
1970. Η Εξέγερση των ελίτ και η Προδοσία της Δημοκρατίας, μια συλλογή δοκιμίων
που δημοσιεύτηκαν το 1994, μετά το θάνατό του, αντιπροσωπεύει τον Λάς
στα καλύτερά του - έγκαιρος, διορατικός και πνευματικά ασυυμβίβαστος.
Το βιβλίο συγκεντρώνει δεκατρία δοκίμια (δέκα από τα οποία έχουν προσαρμοσθεί από προηγουμένως δημοσιευμένα άρθρα) σχετικά με αυτό που περιγράφει ο Lasch ως «δημοκρατική κακοδιαθεσία» της Αμερικής. Το βιβλίο χωρίζεται σε τρία μέρη : Το πρώτο αφορά την «εμβάθυνση των κοινωνικών διαιρέσεων» μέσα στο έθνος. Το δεύτερο, ερευνά την υποβάθμιση του σύγχρονου δημόσιου λόγου. Και το τρίτο προσφέρει τον στοχασμό και τη διάγνωση του Λάς για την πνευματική κατάσταση στην καρδιά της Αμερικανικής κοινωνικής και πολιτικής κρίσης.
Το βιβλίο συγκεντρώνει δεκατρία δοκίμια (δέκα από τα οποία έχουν προσαρμοσθεί από προηγουμένως δημοσιευμένα άρθρα) σχετικά με αυτό που περιγράφει ο Lasch ως «δημοκρατική κακοδιαθεσία» της Αμερικής. Το βιβλίο χωρίζεται σε τρία μέρη : Το πρώτο αφορά την «εμβάθυνση των κοινωνικών διαιρέσεων» μέσα στο έθνος. Το δεύτερο, ερευνά την υποβάθμιση του σύγχρονου δημόσιου λόγου. Και το τρίτο προσφέρει τον στοχασμό και τη διάγνωση του Λάς για την πνευματική κατάσταση στην καρδιά της Αμερικανικής κοινωνικής και πολιτικής κρίσης.
Ο
τίτλος του βιβλίου είναι μια αναφορά στο βιβλίο του Jose Ortega y Gasset [βλ. και εδώ - βιβλία του στα Ελληνικά], Η Εξέγερση των Μαζών, ενός αντιδραστικού έργου που δημοσιεύθηκε το 1930, το οποίο απέδωσε την κρίση του Δυτικού πολιτισμού στην «πολιτική κυριαρχία
των μαζών». Ο Ortega
πίστευε ότι η άνοδος των μαζών στο προσκήνιο απειλεί τη δημοκρατία,
καθώς υπονομεύει τα ιδανικά της πολιτικής αρετής που χαρακτήριζε τις παλιές
κυρίαρχες ελίτ. Αλλά
στα τέλη του Εικοστού αιώνα, στην Αμερική, σύμφωνα με τον Λάς, τη μεγαλύτερη απειλή για τη δημοκρατία δεν την αποτελούν τόσο οι μάζες, όσο μια
αναδυόμενη ελίτ των [ελευθερο]επαγγελματικών και διευθυντικών τύπων. Η
νέα γνωστική ελίτ αποτελείται από αυτούς που ο Robert Reich αποκάλεσε «αναλυτές συμβόλων» - δικηγόρους, πανεπιστημιακούς, δημοσιογράφους,
αναλυτές συστημάτων, χρηματιστές, τραπεζίτες κλπ. Αυτοί οι
επαγγελματίες διακινούν την πληροφορία και έχουν ως επάγγελμα τον χειρισμό των
λέξεων και των αριθμών. Ζουν σε ένα αφηρημένο κόσμο, στον οποίο η πληροφορία και η τεχνογνωσία είναι τα πιο πολύτιμα αγαθά. Δεδομένου
ότι η αγορά γι αυτά τα περιουσιακά στοιχεία είναι διεθνής, η
προνομιούχα τάξη ενδιαφέρεται περισσότερο για το παγκόσμιο σύστημα παρά για τις περιφερειακές, εθνικές ή τοπικές κοινότητες. Στην πραγματικότητα, τα μέλη των νέων ελίτ έχουν την τάση να αποξενώνονται από τις κοινότητές τους και από τους συμπολίτες τους.
Η παρακμή του δημοκρατικού λόγου έχει επέλθει σε μεγάλο βαθμό καθώς αυτός έπεσε στα χέρια των ελίτ, ή των «ομιλουσών τάξεων», όπως ο Λάς αναφέρεται σ' αυτές. Η ευφυής συζήτηση η σχετική με τα κοινά ενδιαφέροντα και ανησυχίες έχει σχεδόν ολοκληρωτικά παραμερισθεί από ιδεολογικές διαμάχες, ξινούς δογματισμούς και επικλήσεις ονομάτων και ταμπελλών. Μας λέει, ότι η αυξανόμενη απομόνωση και κατακερματισμός αυτού που περνά ως δημόσιος λόγος σήμερα, έχει επιδεινωθεί, εξαιτίας της απώλειας των «τρίτων θέσεων» - πέρα από το σπίτι και το χώρο εργασίας - οι οποίες προωθούν εκείνο το είδος της ελεύθερης συναναστροφής και αυθόρμητης συζήτησης μεταξύ των πολιτών, που κάνει τη δημοκρατία να ευδοκιμεί. Χωρίς τους θεσμούς της πολιτικής κοινωνίας - που εκτείνονται από τα πολιτικά κόμματα μέχρι τα δημόσια πάρκα και τους ανεπίσημους χώρους συνάντησης - οι οποίοι «προωθούν τη γενική συζήτηση διαπερνώντας τις διαχωριστικές ταξικές γραμμές», οι κοινωνικές τάξεις όλο και περισσότερο
Μια πολεμική :
Sam Vaknin - The Cultural Narcissist: Lasch in an Age of Diminishing Expectations (όλο, pdf)
«Στέλνουν τα παιδιά τους σε ιδιωτικά σχολεία, αυτασφαλίζονται ιδιωτικά για την περίπτωση επειγόντων ιατρικών περιστατικών... και προσλαμβάνουν φύλακες ιδιωτικής ασφάλειας για να προστατεύσουν τον εαυτό τους ενάντια στη βία εναντίον τους η οποία γίνεται όλο και μεγαλύτερη», γράφει ο Λάς. «Στην πραγματικότητα, έχουν βγάλει τον εαυτό τους έξω από την κοινή ζωή».Οι προνομιούχες τάξεις, οι οποίες σύμφωνα με τoν «επεκτατικό» ορισμό του Λάς, αποτελούν τώρα περίπου το ένα πέμπτο του πληθυσμού, έχουν επενδύσει πολύ στην έννοια της κοινωνικής κινητικότητας. Η νέα αξιοκρατία έχει κάνει την επαγγελματική ανέλιξη και την ελευθερία να κερδίζει κανείς χρήματα «τον βασικό στόχο της κοινωνικής πολιτικής». Ο Λάς επικρίνει ότι η εμμονή με τις ευκαιρίες και τον «εκδημοκρατισμό του να είναι κανείς ειδήμων», προδίδει το Αμερικανικό όνειρο αντί να το κάνει παράδειγμα προς μίμηση.
«Η κυριαρχία της εξειδικευμένης γνώσης», γράφει, «είναι το αντίθετο της δημοκρατίας, όπως την κατανοούσαν εκείνοι που είδαν αυτή τη χώρα ως την “τελευταία, καλύτερη ελπίδα επί της γης”».Η ιδιότητα του πολίτη δεν θεμελιώνεται στην ίση πρόσβαση στον οικονομικό ανταγωνισμό, αλλά στο να μοιράζεσαι τη συμμετοχή σε μια κοινή ζωή και σ' έναν κοινό πολιτικό διάλογο. Ο στόχος δεν είναι να κρατηθεί η υπόσχεση της διαφυγής από τις «εργαζόμενες τάξεις», υποστηρίζει ο Λάς, αλλά και να θεμελιώνονται οι αξίες και οι θεσμοί της δημοκρατίας στην ευρηματικότητα, στη δραστηριοποίηση, στο αυτεξούσιο και στον αυτοσεβασμό του εργαζόμενου λαού.
Η παρακμή του δημοκρατικού λόγου έχει επέλθει σε μεγάλο βαθμό καθώς αυτός έπεσε στα χέρια των ελίτ, ή των «ομιλουσών τάξεων», όπως ο Λάς αναφέρεται σ' αυτές. Η ευφυής συζήτηση η σχετική με τα κοινά ενδιαφέροντα και ανησυχίες έχει σχεδόν ολοκληρωτικά παραμερισθεί από ιδεολογικές διαμάχες, ξινούς δογματισμούς και επικλήσεις ονομάτων και ταμπελλών. Μας λέει, ότι η αυξανόμενη απομόνωση και κατακερματισμός αυτού που περνά ως δημόσιος λόγος σήμερα, έχει επιδεινωθεί, εξαιτίας της απώλειας των «τρίτων θέσεων» - πέρα από το σπίτι και το χώρο εργασίας - οι οποίες προωθούν εκείνο το είδος της ελεύθερης συναναστροφής και αυθόρμητης συζήτησης μεταξύ των πολιτών, που κάνει τη δημοκρατία να ευδοκιμεί. Χωρίς τους θεσμούς της πολιτικής κοινωνίας - που εκτείνονται από τα πολιτικά κόμματα μέχρι τα δημόσια πάρκα και τους ανεπίσημους χώρους συνάντησης - οι οποίοι «προωθούν τη γενική συζήτηση διαπερνώντας τις διαχωριστικές ταξικές γραμμές», οι κοινωνικές τάξεις όλο και περισσότερο
«μιλούν μόνον στον εαυτό τους σε μια διάλεκτο δική τους, απρόσιτη για τους έξω από αυτές».Στο κείμενο «η χαμένη τέχνη της επιχειρηματολογίας», ο Λάς θρηνεί την υποβάθμιση του δημόσιου λόγου στα χέρια του κατεστημένου των Μέσων Ενημέρωσης, που είναι μάλλον δεσμευμένο σε ένα «λανθασμένο ιδεώδες αντικειμενικότητας» παρά στο να παρέχει το πλαίσιο και τη συνέχεια - το θεμέλιο για μια ουσιαστική δημόσια συζήτηση.
Σε
μια τελευταία ενότητα με τίτλο «Η Σκοτεινή Νύχτα της Ψυχής», ο Λάς
εξετάζει αυτό που θεωρεί πνευματική κρίση στην καρδιά του Δυτικού
πολιτισμού. Αυτή
η κρίση, υποστηρίζει, είναι το προϊόν μιας υπερβολικής προσκόλλησης στην εκκοσμικευμένη κοσμοθεωρία, η οποία έχει αφήσει μικρό περιθώριο για αμφιβολία και ανασφάλεια στην ελίτ της γνώσης. Παραδοσιακά, η θεσμοποιημένη θρησκεία παρείχε ένα καταφύγιο για τις πνευματικές
αβεβαιότητες, καθώς επίσης μια πηγή ανώτερου νοήματος και ένα απόθεμα
πρακτικής ηθικής σοφίας. Ωστόσο οι
νέες ελίτ, στην αγκαλιά της επιστήμης και της
εκκοσμίκευσης, βλέπουν τη θρησκεία με περιφρόνηση που συνορεύει με
εχθρότητα. «Ο κριτικός πολιτισμός είναι κατανοητό να αποκλείει τις θρησκευτικές δεσμεύσεις», παρατηρεί ο Λάς. Σήμερα, η θρησκεία είναι «κάτι χρήσιμο για γάμους και κηδείες, αλλά κατά τα άλλα περιττή». Στερημένες
από μια υψηλότερη ηθική, οι τάξεις της γνώσης έχουν βρει καταφύγιο σε έναν πολιτισμό του κυνισμού, εμβολιάζοντας στους εαυτούς τους με την ασέβεια.
Christopher Lasch:«Η κατάρρευση της θρησκείας», γράφει, «η αντικατάστασή της από την ανελέητα επικριτική ευαισθησία, που φαίνεται παραδειγματικά στην ψυχανάλυση, και ο εκφυλισμός της “αναλυτικής στάσης” [της κλασικής, φροϋδικής ψυχανάλυσης] σε μια ολομέτωπη επίθεση κατά των ιδανικών κάθε είδους, έχουν αφήσει τον πολιτισμό μας σε θλιβερή κατάσταση».
Roger Kimball - Christopher Lasch vs. the elites (από το περιοδικό "New Criterion", Vol. 13, 1995)
Μια πολεμική :
Sam Vaknin - The Cultural Narcissist: Lasch in an Age of Diminishing Expectations (όλο, pdf)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου