Πέμπτη 4 Μαΐου 2017

Εμμανουέλ Μακρόν και Ζαν-Λυκ Μελανσόν

1. Εμμανουέλ Μακρόν, σπασμός του συστήματος
  
του Φρεντερίκ Λορντόν
© αγγλικά (μτφ. David Broder): Verso - Frédéric Lordon: Emmanuel Macron, spasm of the system, 21.4. 2017
  
  

  
[...] Το τέλος μιας εποχής
Αναμφίβολα, μια ολόκληρη εποχή μιλάει μέσω αυτού του υποψηφίου που δεν θέλει να μιλήσει καθαρά - και για τον ίδιο λόγο αισθάνεται υποχρεωμένος να μας προειδοποιεί συνεχώς ότι «θα είναι σαφής». Μιλώντας πολύ γενικά, ένα από τα χαρακτηριστικά σημαντικών γεγονότων όπως οι προεδρικές εκλογές, είναι ότι εκφράζουν τη χρονική συγκυρία τους. Και είναι φανερό ότι βρισκόμαστε σε ειδική συγκυρία: Υπάρχει η αίσθηση ότι κάτι τελειώνει. Ξέρουμε ότι μια εποχή εισέρχεται στην φάση του τέλους της όταν καταρρέουν όλοι οι ρυθμιστικοί μηχανισμοί που εξασφαλίζουν ένα ελάχιστο βιωσιμότητάς της. Λες και επικρατεί τρέλα, οι πιο σκανδαλώδεις δυσλειτουργίες αυτής της εποχής ξεφεύγουν από τον έλεγχο και στο τέλος βγαίνουν έξω από τα όρια της ευπρέπειας. Τα ρήγματα δεν μπορούν πλέον να καλυφθούν από τους καθιερωμένους θεσμούς· και όταν τα τεκτονικά ρήγματα αρχίσουν να διευρύνονται, τότε  αρχίζουν να κινούνται και οι τεκτονικές πλάκες.
«La vue à travers la paille», © Danjo Paluska - Le Monde Diplomatique
Από τη μία πλευρά είναι ο Φρανσουά Φιγιόν (François Fillon), που τίποτε δεν τον σταμάτησε να εμφανίζεται ως αντικοινωνικό στοιχείο. Απόλυτα ατάραχος ξεπέρασε κάθε όριο εκείνου του είδους αναξιοπρεπούς συμπεριφοράς που συνηθίζουν οι πλούσιοι. Δεν εκπροσωπεί πλέον τίποτε άλλο παρά κάτι που προσβάλλει την κοινωνία. Από την άλλη πλευρά, έχουμε τον αποπροσανατολισμό του Σοσιαλιστικού Κόμματος, το οποίο τώρα πιά δεν μπορεί να αποκρύψει πόσο έχει γείρει προς τα δεξιά αυτός ο κατ΄ όνομα αριστερός κομματικός σχηματισμός· είναι χαρακτηριστική η εικόνα του [πρώην πρωθυπουργού] Μανουέλ Βαλς (Valls), ο οποίος, όπως μαθαίνουμε τώρα, σκέπτεται να έλθει σε «συμβιβασμό με την κοινοβουλευτική Δεξιά», σε περίπτωση που ο Φιγιόν κερδίσει την προεδρία, ή του Πιέρ Μπερζέ (Pierre Bergé), μεγαλομετόχου στον «αριστερό Τύπο» [Le Monde], ο οποίος είναι βέβαιος ότι ο [σοσιαλιστής υποψήφιος] Μπενουά Αμόν (Benoît Hamon) είναι «κομμουνιστής». Όπως στις ΗΠΑ το Tea Party διαβεβαίωνε ότι ήταν «κομμουνιστής» ο Ομπάμα
Όμως τα τελευταία βάσανα μιας θνήσκουσας εποχής που δεν θέλει να πεθάνει εκφράζονται καλύτερα στην υποψηφιότητα του Εμμανουέλ Μακρόν. Ήταν βέβαιο ότι ένας ετοιμοθάνατος κόσμος, ο οποίος εξακολουθεί να είναι πολύ αποφασισμένος να μην παραιτηθεί από τίποτε, θα κατέληγε στην εξεύρεση ενός κατάλληλου υποψηφίου, ενός ατόμου ικανού να για όλες τις αμφισημίες που απαιτεί αυτή η ειδική κατάσταση. Δηλαδή, ενός υποψηφίου ικανού να μιλάει και να μην λέει τίποτε, να μην λέει τίποτε αλλά να σκέφτεται συνεχώς για «αυτό»· να είναι εντελώς άδειος και ταυτόχρονα επικίνδυνα φορτισμένος με περιεχόμενο [...]

«Eμπρός» ή «Στο σωρό» ;
Ο Μακρόν, ο αυτοαποκαλούμενος «αντι-συστημικός» υποψήφιος πρόεδρος, είναι το σημείο σύγκλισης στο οποίο συρρέουν όλα ανεξαιρέτως τα απομεινάρια του συστήματος, όλοι οι απαξιωμένοι που βλέπουν αυτό το σημείο σύγκλισης ως ευκαιρία για μια κάθαρσή τους. Δεν μπορούν να καταλάβουν ότι αυτή η ευκαιρία τους δόθηκε προνοητικά, ως η δυνατότητα να κάνουν ακόμη έναν γύρο, όπως στο καρουζέλ του λούνα παρκ. Με αυτή τη σύγκλιση όλων των χειρότερων, ο Μακρόν είναι η ίδια η προσωποποίηση του συστήματος και μάλιστα έτσι καταδεικνύεται η πιο βασική αλήθεια: Οι καθιερωμένες διαφορές και αντιθέσεις, από τις οποίες αντλείται η βασική επιχειρηματολογία για τις προτεινόμενες κυβερνητικές ψευδοαλλαγές, τις οποίες τροφοδοτούν και οι αρθρογράφοι (η «Αριστερά» και η «Δεξιά», οι «Σοσιαλιστές» και οι «Ρεπουμπλικάνοι», ο «Ολάντ» και ο «Σαρκοζί») έχουν εκφυλιστει σε απλή φάρσα. Η απόδειξη είναι η ανησυχητική ταχύτητα με την οποία ο πραγματικός συνασπισμός της εξουσίας αποδέχτηκε την ήττα του, τη στιγμή που βρέθηκε πράγματι υπό απειλή. Μια ζωτική επείγουσα ανάγκη επέβαλε τη συγχώνευσή του σε ένα και μοναδικό πρόσωπο· και το ερώτημα είναι μήπως όλο αυτό που ενώθηκε γύρω από τον Μακρόν θα πρέπει να ονομάζεται «Στο σωρό» και όχι «En Marche» [«Εν Κινήσει», «Εμπρός»].
Πάντως, αυτό είναι εντυπωσιακή αποκάλυψη, είναι το σκίσιμο του πέπλου· μόνο που στο γήπεδο αυτών των εκλογών αφήνει κενή την εστία στην επίθεση του Εθνικού Μετώπου: «Όλες οι σφοδρές πολιτικές αντιθέσεις μας, όλες οι τεχνητές διαιρέσεις μας, το μεγάλο  θέαμα των πολιτικών συγκρούσεων,  όλα αυτά ήταν απλά και μόνον θέαμα. Δύσμοιροι αφελείς, που πιστέψατε ότι θα μπορούσατε να αλλάξετε την κυβέρνηση· το βλέπετε: απλά και μόνον θα φορέσετε πάλι ανάποδα ένα σακάκι διπλής όψεως». 
Όσο και άν πλέον έχουμε εξοικειωθεί με το φαινόμενο, εντούτοις εντυπωσιάζει αυτός ο απίστευτος κατάλογος  υποστηρικτών του Εμμανουέλ Μακρόν, που περιλαμβάνει από Κομμουνιστές που μετατοπίστηκαν προς τη Δεξιά μέχρι υπερφιλελεύθερους που παρέμειναν στην Δεξιά, μαζί και τα μισά μέλη της παλιάς κυβέρνησης Σιράκ τα εξόριστα από το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα, καθώς και όλη (σχεδόν) την πτέρυγα του Σοσιαλιστικού Κόμματος που πουλήθηκε στο κεφάλαιο.
Όμως, ακόμη πιο εντυπωσιακό είναι το εξής γεγονός: Αυτή η απίστευτη ένωση δυνάμεων, η οποία θα έπρεπε να ασκεί καταστρεπτική αποκαλυπτική δύναμη, δεν φαίνεται να αποκαλύπτει απολύτως τίποτε, τουλάχιστον άν λάβουμε υπόψη το πώς την σχολιάζουν τα Μέσα Ενημέρωσης. Και αυτό ισχύει ιδιαίτερα για το σχολιασμό στη δεξιόστροφη μερίδα του Τύπου της Αριστεράς. Βεβαίως, ο Τύπος αυτός είχε εκ γενετής ως βασική αποστολή να συγκαλύπτει πόσο έχει γείρει προς τα δεξιά η Αριστερά αυτή. Όμως, ούτε και ένα πραγματικό όργιο Αριστερο-Δεξιάς - και τώρα, στην πραγματικότητα, δεν απέχουμε πολύ από μια τέτοια κατάσταση - δεν μπορεί να του δώσει ευκαιρίες για διορατικό σχολιασμό. Είναι αλήθεια ότι και αυτός ο Τύπος είναι «Εν Κινήσει», διότι ακόμη και άν οι μεγαλομέτοχοι δεν κουνήσουν τα μικρά τους δάχτυλα, οι ίδιοι οι αρχισυντάκτες αυτού του Τύπου αναλαμβάνουν την ευθύνη για να ορίσουν τη σωστή πορεία. Από το Challenges, που φωνάζει από τη χαρά του, μέχρι το L' Obs [Le Nouvel Observateur], που έσπρωξε τον εξορθολογισμό του σε τόσο ακραίο σημείο, ώστε μια εικόνα στο εξώφυλλο [δηλ. το πρόσωπο του Μακρόν], του ήταν αρκετή για όλη τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας, μάθαμε καλά τι πρέπει να περιμένουμε, έστω και αν ο ζήλος των αφοσιωμένων αφήνει πάντα κάποιες ευκαιρίες για εκπλήξεις που δεν θα μπορούσαμε να φανταστούμε προηγουμένως [...]
« “L’Obs” observe Emmanuel Macron... jusqu’à L’Obsession ? »
Julien Salingue, Acrimed, 13 Janvier 2017
«Ρεαλισμός» και πραγματικότητα 
Χρειάζεται πράγματι όλη αυτή η μεγάλη επιχείρηση παραποιήσεων με τα στεροειδή των Μέσων Ενημέρωσης, για να καλυφθεί - όσο είναι απαραίτητο - το τεράστιο μέγεθος αυτού που πρέπει να περάσει απαρατήρητο. Σε πολιτική γλώσσα, είναι προσφερόμενη υπηρεσία σε μια μόνον κοινωνική τάξη. Μιλώντας «τεχνικά», είναι η εντατική προώθηση όλων των πραγμάτων που αποδείχτηκαν αποτυχημένα στις τελευταίες τρεις δεκαετίες. Ένα ειρωνικό χαρακτηριστικό της ηγεμονίας υπό την Γκραμσιανή έννοια είναι το εξής: Εκείνη η πλευρά που καμαρώνει για τον «ρεαλισμό» της, χαρακτηρίζεται από την σχεδόν απόλυτη απώλεια της σχέσης της με την πραγματικότητα, μολονότι καταφέρνει πάντα να επικαλείται την «πραγματικότητα» ως το πιό ισχυρό επιχείρημά της. 
Στην εποχή του νεοφιλελευθερισμού, «ρεαλισμός» ονομάζεται η συνεχής μεταμόρφωση των αποτυχημένων αυτοσχεδιασμών σε επιτυχίες, τις οποίες πάντοτε και διαρκώς επιφυλάσσει το μέλλον. Αυτό που εδώ και πολύ καιρό έχει καταδικάσει απερίφραστα η πραγματικότητα, ο «ρεαλισμός» προστάζει όχι μόνον να συνεχίσουμε να το ακολουθούμε, αλλά και να το εμβαθύνουμε. Η εξήγηση για τις απογοητεύσεις είναι ότι αυτές είναι μόνον «προσωρινές», ότι «δεν έχουμε προχωρήσει αρκετά», ότι προς το παρόν εφαρμόσαμε μόνον «ημίμετρα» και ότι το «αληθινό ξεκίνημα» μέλλει πάντα να αρχίσει. Αυτό συμβαίνει εδώ και τριάντα χρόνια. Σ' αυτό το πεδίο, η τέλεια ταύτιση των επιχειρημάτων του Φιγιόν και του Μακρόν πρέπει να είναι αρκετή για να δείξει πού είναι πολιτικά τοποθετημένος ο δεύτερος και τι επικρατεί στην πραγματικότητα στο μείγμα πολιτικής του, που είναι, όπως λέει, «και δεξιά και αριστερή». 
Και για τους δύο υποψηφίους της Δεξιάς, αλλά και για όλους εκείνους που τους ακολουθούν, «μεταρρύθμιση» - η οποία, ως προς την πραγματική ουσία της είναι κάτι ατέρμον - είναι ένα ταξίδι μέχρι το τέλος της νύχτας [Louis - Ferdinand Céline]. Ή, ειπωμένο με λιγότερο λογοτεχνικούς όρους, ένας σταλινισμός των αγορών. Ακριβώς όπως για την αποτυχία του «σοσιαλισμού» - ο οποίος ονομάστηκε και «πραγματικός σοσιαλισμός» (το γαλλικό ισοδύναμο του «υπαρκτού σοσιαλισμού») - κατηγορούνται οι σαμποτέρ και τα «αντεπαναστατικά στοιχεία», που καταδιώκονταν μέχρι το τέλος εκείνου του συστήματος, έτσι και για την αποτυχία του νεοφιλελευθερισμού φταίει η ακαμψία των υπολειμμάτων της παλιάς κοινωνίας, λόγου χάρη οι τελευταίες συντάξεις που έχουν μείνει ανέγγιχτες: φταίνε οι συντάξεις των οδηγών ταξί ή των μηχανοδηγών σιδηροδρόμων, όχι φυσικά οι πρόσοδοι του χρηματοοικονομικού κεφαλαίου ή το γεγονός ότι οι φόροι δεν παύουν να θεωρούνται «κλοπή», ακόμη και όταν οι φορολογικοί συντελεστές μειώνονται τόσο, ώστε πλησιάζουν στο μηδέν.
Εάν δεν είναι ένα «κενό σημαίνον», «μεταρρύθμιση» είναι το όνομα μιας απροσδιόριστης διαδικασίας που δεν εκφράζει τίποτε άλλο, παρά το εγχείρημα μιας μικροσκοπικής ομάδας που επιδιώκει να προωθήσει όλο και περισσότερο τα πλεονεκτήμάτά της έναντι της υπόλοιπης κοινωνίας. Αυτός ο δρόμος είναι μακρύς· στην πραγματικότητα δεν θα τελειώσει ποτέ, πόσο μάλλον άν λάβουμε υπόψη το γεγονός ότι η κάθε πρόοδος είναι και πρόοδος της αποτυχίας της, πράγμα που «δικαιολογεί» την ανάγκη για ακόμη περισσότερη πρόοδο. Είναι λοιπόν καιρός να ξεκινήσουμε την πορεία «προς τα εμπρός» («en marche»). Διότι αυτή η αποτυχία παράγει αποτελέσματα που διαφέρουν πολύ μεταξύ τους. Εν μέσω της γενικής καταστροφής, τα ιδιαίτερα συμφέροντα που χρηματοδοτούν τον Μακρόν ποτέ άλλοτε δεν ήταν σε τόσο ανθηρή κατάσταση. Αυτό είναι ένα άλλο χαρακτηριστικό της ηγεμονίας: Προβάλλει την επιδίωξη τέτοιων επιμέρους συμφερόντων ως επιδίωξη του γενικού συμφέροντος, ακόμη και όταν η ριζική αντίθεση τους αποδεικνύεται με ολοένα και πιο έντονο τρόπο.
 
Ελεύθερο εμπόριο, Ευρώπη, χρηματοοικονομικά, «το ισχυρό μας μοντέλο αλληλεγγύης».
Έτσι, την ώρα που οι ευρωπαϊκές και διεθνείς συμφωνίες ελεύθερου εμπορίου καταστρέφουν την βιομηχανική βάση και πλήττουν ολόκληρες περιοχές, το πιο σημαντικό είναι, ότι όλα αυτά έχουν το αξεπέραστο πλεονέκτημα να κρατούν την τάξη των μισθωτών εργαζομένων υπό έλεγχο, μέσω της πίεσης του ανταγωνισμού και της μόνιμης απειλής να μετακινηθούν οι θέσεις εργασίας αλλού ή να ανατεθούν σε «εξωτερικούς συνεργάτες» (outsourcing). Ολόκληρη η ζώνη του ευρώ παρουσιάζει αυτές τις ίδιες εξαιρετικές ιδιότητες πειθάρχησης, αν και με τα πιό διαφορετικά μέσα και τρόπους· είναι λοιπόν πολύ σημαντικό να κάνουμε ο,τιδήποτε άλλο, εκτός από το να τις θίξουμε. Η σχεδιασμένη παρεμπόδιση οποιουδήποτε βαθμού ελευθερίας στην οικονομική πολιτική δεν επιτρέπει κανένα άλλο μέσο παρέμβασης εκτός από την «εσωτερική υποτίμηση» η οποία συνεπάγεται πίεση των μισθών προς τα κάτω μέσω της υποαπασχόλησης, ώστε οι μισθωτοί να προσπαθούν διαρκώς να επιβιώσουν σε έναν ηλίθιο διαγωνισμό «ανταγωνιστικότητας» (ενώ στην πραγματικότητα όλοι σχεδόν θα βγουν χαμένοι σ' αυτό το παιχνίδι). Όμως, αυτό ακριβώς είναι που καθιστά ευπρόσδεκτο αυτό το μέσο. Ο «ρεαλισμός», ο οποίος εδώ και πολύ καιρό δεν έχει καμμιά σχέση με την πραγματικότητα, δεν σκέφτεται καθόλου την κοινωνική καταστροφή που προκύπτει, όμως όταν περνά πάνω από τα ερείπια δεν παραλείπει να εξαργυρώνει τα κέρδη που ήταν η πραγματική του επιδίωξη: Δηλαδή να βάζει τους εργαζόμενους σε διαρκή θέση άμυνας. 
Πάντως, η γενικώς επικρατούσα διαστρέβλωση της πραγματικότητας απαιτεί και μια προσποιητή επίδειξη ευελιξίας. Έτσι, δίνουν μια συνέντευξη στη Libération για να εξηγήσουν ότι η καλύτερη στρατηγική για αλλαγή στην Ευρώπη είναι να μην αλλάξει τίποτε: «Η Γαλλία μπορεί να πάρει τη Γερμανία μαζί της, μόνον εάν η ίδια είναι οικονομικά και οικονομικά αξιόπιστη» (1). Άς καταλάβουμε καλά το εξής: Για να πάρουμε την άδεια της Γερμανίας να κάνουμε κάτι, πρέπει πρώτα να δείξουμε ότι αποφασίσαμε να μην αλλάξουμε τίποτε. Το σχόλιο του Λωράν Ζοφρέν (Laurent Joffrin) της Libération, απόλυτα γοητευμένου από την «πρωτοτυπία» της μεθόδου Μακρόν - η οποία συνίσταται στο να τελειοποιεί δύο δεκαετίες απραξίας με ακόμη πιο πολλή απραξία - ήταν το εξής: «Άς ξεκινήσουμε με το να δώσουμε αυτές τις εγγυήσεις καλής διαχείρισης και έξυπνων μεταρρυθμίσεων· και μετά μπορούμε να ζητήσουμε παραχωρήσεις» (2). Άς ξεκινήσουμε έρποντας, έτσι θα προχωρήσουμε ελεύθεροι. Αυτή είναι η τέλεια ικανοποίηση που δίνει η συνάντηση ενός κόμπλεξ και μιας ιδεολογίας [...]

Σημειώσεις
1. Emmanuel Macron, ‘On ne peut pas être timidement européen, sinon on a déjà perdu’, Libération, 24.4.2017.
2. Laurent Joffrin, ‘Gages’, Libération, 24.4 2017.
Ο Frédéric Lordon (1962) είναι οικονομολόγος και από το 2004 διευθυντής ερευνών στο Centre européen de sociologie et de science politique (CNRS, Παρίσι). Διδάσκει επίσης στην Ecole des Hautes Etudes en Sciences Sociales (Παρίσι). Σπούδασε στην École nationale des Ponts et Chaussées και στο Institut Supérieur des Affaires.  
Στο έργο του, μεταξύ άλλων, επιχειρεί να εισάγει έννοιες του φιλοσόφου Spinoza, όπως το conatus, στη μελέτη των οικονομικών φαινομένων. Μελετά τη σημερινή κρίση του καπιταλισμού, συμμετέχει στη δημόσια συζήτηση στη Γαλλία και προτείνει λύσεις που θα μπορούσαν να αποτρέψουν άλλες κρίσεις στο μέλλον. Μετά το 2010 συμμετέχει στους Economistes atterrés, ομάδα οικονομολόγων που απορρίπτουν επικρατούσες οικονομικές θεωρίες, όπως η υπόθεση περί αποτελεσματικής αγοράς (efficient-market hypothesis) κ.τ.λ. Πρόβλεψε έγκαιρα την κρίση των ενυπόθηκων στεγαστικών δανείων και πρότεινε τη δημιουργία του λεγόμενου φόρου SLAM (Shareholder Limited Authorized Margin), ο σκοπός του οποίου θα ήταν ο περιορισμός των κερδών, ώστε οι επιχειρήσεις στην πραγματική οικονομία να μην κυβερνώνται «μόνον από τα συμφέροντα στις χρηματοπιστωτικές αγορές». Συμμετέχει με σημαντικό ρόλο στο κίνημα Nuit debout.  
Βιβλία: Les Quadratures de la politique économique (1997),  Fonds de pension, piège à cons. Mirage de la démocratie actionnariale (2000),  La Politique du capital (2002),  Et la vertu sauvera le monde  (2003),  L'intérêt souverain — Essai d'anthropologie économique spinoziste (2006),  Spinoza et les sciences sociales. De l'économie des affects à la puissance de la multitude (2008),  Jusqu'à quand ? Pour en finir avec les crises financières (2008),  Conflits et pouvoirs dans les institutions du capitalisme (2008),  La crise de trop – Reconstruction d'un monde failli (2009),  Capitalisme, désir et servitude. Marx et Spinoza (2010, αγγλ. μετάφραση Willing Slaves of Capital, 2014),  D'un retournement l'autre. Comédie sérieuse sur la crise financière (2011), L'intérêt souverain – Essai d'anthropologie économique (2011),  Imperium - Structures et affects des corps politique (2015).
2. Γαλλία, εκλογές 2017 - Τραγωδία ή φάρσα;
 
lead του Φιλίπ Μαρλιέρ
 
Can Europe Make It?/openDemocracy - Philippe Marlière: French tragedy or farce: the 2017 presidential election – 1 18.4. 2017
  
Σε τι οφείλεται η εντυπωσιακή «άνοδος της τελευταίας στιγμής» του Jean-Luc Mélenchon στις προτιμήσεις των Γάλλων ψηφοφόρων; Και τι σηματοδοτεί το νέο, μετεκλογικό πολιτικό τοπίο της Γαλλίας; Θα δούμε την 5η Δημοκρατία του Ντε Γκωλ να παραχωρεί τη θέση της σε μια «6η Δημοκρατία»; Και τι λογής μπορεί να είναι μια «Επανάσταση των Πολιτών» α λα Μελανσόν, εν έτει 2017;
  
   
[...] Μέχρι τις 20 Μαρτίου [περίπου ένα μήνα πριν από τον πρώτο γύρο των προεδρικών εκλογών], ο Ζαν Λυκ Μελανσόν (Jean-Luc Mélenchon) υποψήφιος της France Insoumise («Ανυπότακτη Γαλλία») και πρώην υποψήφιος του Αριστερού Μετώπου, ακολουθούσε πίσω από τον υποψήφιο του Σοσιαλιστικού Κόμματος Μπενουά Αμόν (Benoît Hamon) και καταλάμβανε στις δημοσκοπήσεις την πέμπτη θέση. Στις μετέπειτα δημοσκοπήσεις, ο Mélenchon βρέθηκε ακόμη και στην τρίτη θέση, μπροστά από τον συντηρητικό υποψήφιο Φρανσουά Φιγιόν (François Fillon) και πλησίασε σε απόσταση αναπνοής τον Εμμανουέλ Μακρόν και την Μαρίν Λε Πεν που βρισκόταν στις δυό πρώτες θέσεις. Τόσο ο Μακρόν όσο και η Λε Πεν έχασαν δημοσκοπική υποστήριξη τις τελευταίες εβδομάδες πριν τον πρώτο γύρο [...]. Ο Μελανσόν θα μπορούσε να είχε φτάσει και στον δεύτερο γύρο και τότε, ως αντίπαλος της Λε Πεν, θα ήταν σαφώς φαβορί για να γίνει ο επόμενος πρόεδρος. Τι εκπληκτική αλλαγή τύχης για έναν υποψήφιο, ο οποίος τον περασμένο Φεβρουάριο είχε κολλήσει στις δημοσκοπήσεις σε ποσοστά κάτω από  10%, ενώ ο Αμόν, ο νικητής των προκριματικών εκλογών στο Σοσιαλιστικό Κόμμα, κατέγραφε τότε ένα ελπιδοφόρο 17 % !
Πώς εξηγείται η τόσο μεγάλη άνοδος του Μελανσόν στην τελευταία φάση του προεκλογικού αγώνα; Υπάρχουν εσωτερικοί και εξωτερικοί παράγοντες. Από όλους τους υποψηφίους, ο Μελανσόν ήταν σίγουρα ο πιό καλά προετοιμασμένος. Το 2012 ήταν ο υποψήφιος πρόεδρος του Αριστερού Μετώπου και από τότε ήταν φλογερός αντίπαλος της μη δημοφιλούς σοσιαλιστικής κυβέρνησης. Δήλωσε υποψηφιότητα πριν από ενάμιση χρόνο (και την είχε σκεφτεί πολύ καιρό πριν). 
Με αποφασιστικότητα, αυτή τη φορά επέλεξε τον «μοναχικό δρόμο»· ήθελε να δράσει με τον δικό του τρόπο. Δεν θα ήταν ο υποψήφιος της ριζοσπαστικής Αριστεράς, αλλά ο αυτοαναγορευμένος «υπέρμαχος του λαού». Αυτή τη φορά, οι παραδοσιακοί σύμμαχοί του (το Κομμουνιστικό Κόμμα Γαλλίας και άλλα μικρά αριστερά κόμματα) δεν έπαιξαν σημαντικούς ρόλους στην προεκλογική εκστρατεία του. Οι κόκκινες σημαίες δεν ήταν πιά ευπρόσδεκτες στις μαζικές συγκεντρώσεις του και αντικαταστάθηκαν από την τρικολόρ σημαία της Γαλλίας. Τώρα, στο τέλος των εκδηλώσεων δεν τραγουδούσαν τη Διεθνή. Η Μασσαλιώτιδα ήταν ο νέος κοινός ύμνος. 
Ακολουθώντας την μόδα του λαϊκισμού - μια έννοια που ο Μελανσόν δέχεται με θετικό τρόπο - ο «ανυπότακτος ηγέτης» αυτή τη φορά δεν επιχείρησε να συγκεντρώσει όλες τις εκλογικές συνιστώσες της Αριστεράς, αλλά να «συγκροτήσει έναν λαό». Με άλλα λόγια, ακολουθεί μια διαταξική τακτική, με την ελπίδα να συλλέξει ψήφους από κοινωνικές και δημογραφικές ομάδες εντελώς διαφορετικών ειδών. Ο Μελανσόν είχε συναντηθεί αρκετές φορές με την Σαντάλ Μουφ (Chantal Mouffe) και με τον αείμνηστο Ερνέστο Λακλάου (Ernesto Laclau), τους δύο γνωστούς ακαδημαϊκούς εμπειρογνώμονες περί τον λαϊκισμό. Συζήτησαν για τον «αριστερό λαϊκισμό» ως στρατηγική κατάλληλη για να καταπολεμηθεί ο ανερχόμενος «δεξιός λαϊκισμός» τον οποίο ενσαρκώνει στη Γαλλία το Εθνικό Μέτωπο.
Ο Jean-Luc Mélenchon πιστεύει ότι η Αριστερά πεθαίνει, επειδή έχει ξεχάσει ότι η πολιτική οικοδομείται γύρω από συγκρούσεις, πάθος και συμβολισμούς. Υποστηρίζει ότι οι «πολιτικές του Τρίτου Δρόμου», με το να προσαρμόζονται στις απαιτήσεις του παγκοσμιοποιημένου χρηματοπιστωτικού καπιταλισμού, έχουν διαπράξει πολιτική αυτοκτονία. Σε όλη την Ευρώπη, οι απλοί εργάτες εγκαταλείπουν ομαδικά τα Σοσιαλδημοκρατικά κόμματα. Εξ ου και η ανάγκη να επαναπροσεγγιστεί μια ρητορική και μια πολιτική που έχουν σχέση με την κοινωνική δικαιοσύνη, αλλά και να ανακτηθούν θέματα που έχουν αναμφίβολα «εγκαταλειφθεί» στο έλεος της Δεξιάς και της Ακροδεξιάς, κυρίως το θέμα του πατριωτισμού. Aυτή είναι μια προσέγγιση νέα για τη γαλλική Αριστερά· ωστόσο, αυτή η τακτική τέθηκε σε εφαρμογή με σχετική επιτυχία στην Ισπανία από το κόμμα Podemos. 
Καθώς προχωρούσε η προεκλογική εκστρατεία, ο Mélenchon εκλαμβάνονταν από το κοινό ολοένα και λιγότερο ως «ριζοσπαστικός αριστερός» υποψήφιος. Αυτό ήταν σαφώς μέρος ενός σχεδίου, προκειμένου να μην εμφανίζεται ως μορφή υποψηφίου που προκαλεί διαιρέσεις και να μπορεί να προσεγγίζει ψηφοφόρους τόσο της Αριστεράς όσο και της Δεξιάς. Στην τελευταία φάση εισέπραξε περισσότερη υποστήριξη και από μετριοπαθείς σοσιαλιστές ψηφοφόρους, όμως απευθύνθηκε με επιτυχία ακόμη και σε άτομα που είχαν αρχικά την πρόθεση να ψηφίσουν υπέρ του Μακρόν ή της Λε Πεν. Αφού ανακάλυψε και πάλι τις ριζοσπαστικές του ρίζες της εποχής του 2008, τότε που εγκατέλειψε το Σοσιαλιστικό Κόμμα (PS, κομματικό στέλεχος του οποίου ήταν επί 35 χρόνια), ο Μελανσόν προχώρησε στην επινόηση ενός διαφορετικού εαυτού του, ως παππούς με φιλο-οικολογικές ιδέες που ανεμίζει την τρικολόρ.
 
Ο Μελανσόν ως υποδειγματικός πολίτης
Τα περιβαλλοντικά ζητήματα συνδέουν ανθρώπους πέρα από κοινωνικές τάξεις και γενιές· η πατρική μορφή (όπως ο Μιτεράν, ο πολιτικός ήρωας του Μελανσόν), τώρα έχει την τάση να προβάλλει μια εικόνα ενότητας και συμφιλίωσης: Φαίνεται πολύ πιο ήρεμος στην τηλεόραση και έχει σταματήσει να παλεύει με τους δημοσιογράφους. Η τρικολόρ είναι ένα αδιάψευστο σημάδι της προσχώρησής του στη λαϊκιστική πολιτική (αν και ο Μελανσόν ήταν πάντα ένας πατριώτης δημοκράτης). Ο κραυγαλέος πατριωτισμός του - για κάποιους είναι εθνικισμός - δυσαρέστησε μερικούς στην Αριστερά. Επιπλέον, είναι ένας ντεμοντέ δημοκράτης που υμνεί το «γαλλικό μοντέλο της ιθαγένειας». Αυτή την κοινοτιστική αντίληψη περί εθνικής ολοκλήρωσης την στηρίζει με έναν λόγο που διακηρύσσει αφηρημένα την ισότητα όλων, ανεξάρτητα από την κοινωνική θέση, την εθνοτική καταγωγή και το φύλο. Είναι μια ιδέα περί ιθαγένειας την οποία συμμερίζεται η πλειοψηφία των ψηφοφόρων, συμπεριλαμβανομένων των συντηρητικών και των ψηφοφόρων του Εθνικού Μετώπου. 
Οι προσπάθειες του Mélenchon να απευθυνθεί στο πολιτικά δεξιόστροφο ακροατήριο, ενώ  ταυτόχρονα έδινε μάχη εναντίον της μετατροπής της πολιτικής σε «εθνοτικό» ζήτημα που επιχειρεί το Εθνικό Μέτωπο, τελικά απέδωσαν καρπούς. Η επίμονη αντίθεσή του στην «νεοφιλελεύθερη στροφή» των κυβερνώντων ηγετών του Σοσιαλιστικού Κόμματος Ολάντ και Βαλς (Valls), σίγουρα εκτιμήθηκε από την πλειοψηφία των πολιτών. Επίσης, έπιασε τον σφυγμό του zeitgeist που επικρατεί στη χώρα: το πνεύμα της εποχής στη Γαλλία είναι εχθρικό προς το κατεστημένο. Από νωρίς κατάλαβε ότι οι ευμετάβλητοι και θυμωμένοι ψηφοφόροι ήθελαν να «πετάξουν έξω με τις κλωτσιές τους κυβερνώντες». Αλλά, τελικά, ίσως αυτοί οι παράγοντες να έπαιξαν οριακό μόνον ρόλο στην επιτυχία του Mélenchon στην τελευταία φάση του προεκλογικού αγώνα για τον πρώτο γύρο των προεδρικών εκλογών. 
Jean-Luc Mélenchon - Flickr/ © Richard Grandmorin
Οι αντίπαλοι του Μελανσόν ήταν μετριότητες
Την θεαματική άνοδο του Mélenchon την ενίχυσε και το γεγονός ότι οι αντίπαλοί του αποδείχτηκαν μετριότητες: Η Le Pen, η οποία είχε φτάσει υπερβολικά νωρίς στο κορυφαίο σημείο των δημοσκοπικών της επιδόσεων, δεν έκανε καλή προεκλογική εκστρατεία. Ακούστηκαν ισχυρισμοί ότι βαρύνεται με περιστατικά διαφθοράς. Οι 
προοπτικές του Fillon να κερδίσει αυτές τις εκλογές ήταν αναμφισβήτητα πολύ καλές μέχρι  τον περασμένο Δεκέμβριο, δηλαδή μέχρι τη στιγμή που οι Γάλλοι συνειδητοποίησαν ότι το οικονομικό του πρόγραμμα ήταν μια παραλλαγή νεο-Θατσερισμού. Μετά προέκυψαν και οι πολλαπλές κατηγορίες για διαφθορά, με εμπλοκή μελών της οικογένειάς του· έτσι καταστράφηκαν οι προοπτικές του Φιγιόν να εκλεγεί πρόεδρος. Παρόλα αυτά, και ίσως με τρόπο που εξέπληξε, ο Fillon αποδείχτηκε πολύ ανθεκτικός. Ο Μακρόν είναι πολιτικός που δεν έχει αρκετή εμπειρία και η Αριστερά γενικά περιφρονεί το πρώην υψηλόβαθμο στέλεχος επενδυτικής τράπεζας· τον βλέπει σαν ένα Γάλλο Τόνι Μπλερ (Tony Blair). 
Όμως οι πραγματικοί λόγοι για την άνοδο του Mélenchon είναι η δραματική κατάρρευση του σοσιαλιστή υποψήφιου Hamon στις δημοσκοπήσεις. Ο Αμόν είναι ένας νεαρός σύγχρονος αριστερός, ο οποίος χαίρει εκτίμησης σε όλη την γαλλική Αριστερά· νίκησε στις ενδοκομματικές προκριματικές εκλογές των Σοσιαλιστών με την υπόσχεση να καταργήσει το μίγμα των οικονομικά φιλελεύθερων μεταρρυθμίσεων (π.χ. στο εργατικό δίκαιο) και των πολιτικά αντιφιλελεύθερων μέτρων (π.χ. το σχέδιο να στερούνται την γαλλική ιθαγένεια οι τρομοκράτες που διαθέτουν διπλή υπηκοότητα) του Ολάντ και του Βαλς. 
Όπως και του Μελανσόν, το πρόγραμμα του Αμόν απηχεί γενικά αριστερές σοσιαλδημοκρατικές ιδέες. Επίσης, ο Αμόν δείχνει ενδιαφέρον για οικολογικά θέματα και μιλά για ζητήματα φύλου και σχετικά με εθνοτικά προβλήματα.
  
[Η δημοσκοπική κατάρρευση του Αμόν - πολίτες που δίνουν ψήφο «τακτικής»]
Ο Αμόν θεωρούσε ότι, ως υποψήφιος ενός κόμματος της Αριστεράς με πιο κεντρικό ρόλο στο κομματικό σύστημα, θα καταφέρει να «μεταγγίσει στη δική του δεξαμενή» τις ψήφους του Mελανσόν· υπέθεσε ότι το εκλογικό σώμα σύντομα θα συνειδητοποιούσε ότι η πιο αποτελεσματική επιλογή, ήταν να υποστηρίξει τον Αμόν - και όχι τον πιό ριζοσπαστικό Μελανσόν - για να νικηθεί η Λε Πεν και ο Φιγιόν. Όμως ο Αμόν (όπως και όλοι οι σχολιαστές, συμπεριλαμβανομένου και εμού) υποτίμησε δύο πράγματα: Μετά από τα πέντε χρόνια αυτής της διακυβέρνησης, το Σοσιαλιστικό Κόμμα είναι τώρα πιά μια «φίρμα» πολύ μολυσμένη. Επίσης, υψηλόβαθμοι αξιωματούχοι του κόμματός του γρήγορα εγκατέλειψαν τις θέσεις τους και πρόσφεραν την υποστήριξή τους στον Mακρόν, μολονότι εκείνος δεν είναι μέλος του Σοσιαλιστικού Κόμματος. Έπραξαν έτσι, επειδή ανήκουν στην νεοφιλελεύθερη δεξιά πτέρυγα του κόμματος και δεν μπορούσαν να αποδεχτούν μια νίκη του Αμόν. 
Οι ψηφοφόροι συνειδητοποίησαν ότι ο Αμόν εγκαταλείφθηκε με πολύ άσχημο τρόπο από τον Βαλς και άλλους σοσιαλιστές πρώην υπουργούς· τότε άρχισαν να αλλάζουν τον τρόπο σκέψης τους για το ποιά ήταν η πιό «χρήσιμη ψήφος», προκειμένου να νικηθεί η Δεξιά και η Άκρα Δεξιά. Οι πιο μετριοπαθείς ψηφοφόροι των Σοσιαλιστών επέλεξαν τον Μακρόν ως ψήφο τακτικής· στη συνέχεια, βλέποντας ότι το πλοίο του Αμόν έμπαζε νερά, οι πιο παραδοσιακοί αριστεροί ψηφοφόροι άλλαζαν την εκλογική τους προτίμηση και από τον Αμόν την πρόσφεραν στον Mελανσόν. Ο «ανυπότακτος ηγέτης» έγινε απροσδόκητα η τελευταία ελπίδα των αριστερών όλων των ειδών για να νικηθεί ο Fillon, η Le Pen αλλά και ο Macron. Αυτή η υποστήριξη της τελευταίας στιγμής στον Mélenchon δεν σημαίνει πλήρη προσκόλληση στο πρόσωπο ή στο πρόγραμμά του. Καμμιά σχέση με κάτι τέτοιο. 

[Η απίστευτη άνοδος - το μέλλον του κινήματος Μελανσόν]
Η απίστευτη άνοδος του Ζαν-Λυκ Μελανσόν - που θα μπορούσε να τον είχε φέρει και στο Μέγαρο των Ηλυσίων - μπορεί να εξηγηθεί και από την ικανότητα που επέδειξε στο να συλλάβει και να κινητοποιήσει την διάθεση εξέγερσης του γαλλικού έθνους. Όμως, είχε και την εξαιρετική τύχη να δράσει σε μια κατάσταση στα όρια της θεσμικής και πολιτικής κατάρρευσης, η οποία ήταν πολύ βολική γι' αυτόν. 

[...] Μένει να δούμε άν και πώς οι προτάσεις του για «Επανάσταση των Πολιτών» και για εγκαθίδρυση μιας «6ης Δημοκρατίας» στη θέση της 5ης Δημοκρατίας του ντε Γκωλ, θα μπορούσαν να γίνουν πράξη χωρίς συμβιβασμούς με τα αριστερά κόμματα και με τα συνδικάτα, τα οποία έχουν έντονες επιφυλάξεις απέναντι στο ύφος και την πολιτική του Μελανσόν σε πολλά ζητήματα: οικονομικά, πολιτικά (κοσμικός χαρακτήρας του κράτους, αντιρατσισμός, ζητήματα φύλου), αλλά και γεωπολιτικά (Συρία, Ρωσία, Ευρωπαϊκή Ένωση). 
Ο Philippe Marlière διδάσκει γαλλική και ευρωπαϊκή πολιτική στο  University College του Λονδίνου. Οι έρευνές του επικεντρώνονται σε θέματα σχετικά με την Σοσιαλδημοκρατία, την ριζοσπαστική Αριστερά και τη ρεπουμπλικανική ιδεολογία στη σημερινή Γαλλία. Γράφει τακτικά στις εφημερίδες Le Monde, Le Monde diplomatique και The Guardian. Έχει εκδώσει βιβλία για το Γαλλικό Σοσιαλιστικό Κόμμα, την ευρωπαϊκή Σοσιαλδημοκρατία γενικά και τον «Τρίτο Δρόμο» των «Νέων Εργατικών» στη Βρετανία:
 La gauche ne doit pas mourir ! Le Manifeste des socialistes affligés, Éditions Les Liens qui Libèrent, (2014),  La Gauche radicale en Europe, Éditions du Croquant (2013), La Social-démocratie domestiquée - la Voie blairiste Éditions Aden (2008), La Mémoire socialiste 1905-2007 - Sociologie du souvenir politique en milieu partisan Éditions L'Harmattan (2007), Essais sur Tony Blair et le New Labour - La Troisième Voie dans l'impasse, Éditions Syllepse (2003), Social Democratic Parties in the European Union - History, Organization, Policies, Éditions Macmillan (1999), Jean Jaurès et son discours à la jeunesse, Éditions de la Nacelle (1995) 
Συμμετέχει στις συντακτικές επιτροπές των γαλλικών περιοδικών Mouvements, Démocratie et socialisme  και débats1. Μετά από είκοσι χρόνια συμμετοχής στο Σοσιαλιστικό Κόμμα Γαλλίας (PS), το 2009 προσχώρησε στο Νέο Αντικαπιταλιστικό Κόμμα (NPA), από το οποίο αποχώρησε 2 χρόνια μετά. Τον Ιούνιο του 2014 ήταν από τους ιδρυτές του Club des socialistes affligés, μιας προσπάθειας για συσπείρωση των Σοσιαλιστών που ήταν αντίθετοι με τις πολιτικές του Φρανσουά Ολάντ και της κυβέρνησής του. Τον Φεβρουάριο του 2015 συμμετείχε στο κίνημα Ensemble. Τον Ιανουάριο του 2017 στις προκριματικές εκλογές του Σοσιαλιστικού Κόμματος, υποστήριξε τον Benoît Hamon.
Update 5.5.2017:

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Δημοφιλείς αναρτήσεις 2013 - 2022

Το δημοκρατικό αίτημα των καιρών: Το δίκιο των νέων γενεών και των γενεών που έρχονται

Το δημοκρατικό αίτημα των καιρών: Το δίκιο των νέων γενεών και των γενεών που έρχονται
Χρίστος Αλεξόπουλος: Κλιματική κρίση και κοινωνική συνοχή

ΕΠΙΛΟΓΕΣ:
Αντρέϊ Αρσένιεβιτς Ταρκόφσκι

ΕΠΙΛΟΓΕΣ:<br>Αντρέϊ Αρσένιεβιτς Ταρκόφσκι
Πως η αγάπη επουλώνει τη φθορά του κόσμου

Danilo Kiš:

Danilo Kiš:
Συμβουλές σε νεαρούς συγγραφείς, και όχι μόνον

Predrag Matvejević:

Predrag Matvejević:
Ο Ρωσο-Κροάτης ανιχνευτής και λάτρης του Μεσογειακού κόσμου

Azra Nuhefendić

Azra Nuhefendić
Η δημοσιογράφος με τις πολλές διεθνείς διακρίσεις, γράφει για την οριακή, γειτονική Ευρώπη

Μάης του '36, Τάσος Τούσης

Μάης του '36, Τάσος Τούσης
Ο σκληρός Μεσοπόλεμος: η εποχή δοσμένη μέσα από τη ζωή ενός ανθρώπου - συμβόλου

Ετικέτες

«Γενιά του '30» «Μακεδονικό» 1968 1989 αειφορία Ανδρέας Παπανδρέου αντιπροσωπευτική δημοκρατία Αριστοτέλης Αρχιτεκτονική Αυστρομαρξισμός Βαλκανική Βαρουφάκης βιοποικιλότητα Βρετανία Γαλλία Γερμανία Γκράμσι Διακινδύνευση Έθνος και ΕΕ Εκπαίδευση Ελεφάντης Ενέργεια Επισφάλεια ηγεμονία ΗΠΑ Ήπειρος Θ. Αγγελόπουλος Θεοδωράκης Θεσσαλονίκη Θεωρία Συστημάτων Ιβάν Κράστεφ ιστορία Ιταλία Καντ Καρλ Σμιτ Καταναλωτισμός Κεντρική Ευρώπη Κέϋνς Κίνα Κλιματική αλλαγή Κοινοτισμός κοινωνική ανισότητα Κορνήλιος Καστοριάδης Κοσμάς Ψυχοπαίδης Κράτος Πρόνοιας Κώστας Καραμανλής Λιάκος Α. Λογοτεχνία Μάνεσης Μάξ Βέμπερ Μάρξ Μαρωνίτης Μέλισσες Μέσα «κοινωνικής» δικτύωσης Μέσα Ενημέρωσης Μεσόγειος Μεταπολίτευση Μιχ. Παπαγιαννάκης Μουσική Μπερλινγκουέρ Νεοφιλελευθερισμός Νίκος Πουλαντζάς Νίτσε Ο τόπος Οικολογία Ουκρανία Π. Κονδύλης Παγκοσμιοποίηση Παιδεία Πράσινοι Ρήγας Ρίτσος Ρωσία Σεφέρης Σημίτης Σολωμός Σοσιαλδημοκρατία Σχολή Φραγκφούρτης Ταρκόφσκι Τουρκία Τραμπ Τροβαδούροι Τσακαλώτος Τσίπρας Φιλελευθερισμός Φιλοσοφία Χαλκιδική Χέγκελ Χριστιανισμός Acemoglu/Robinson Adorno Albrecht von Lucke André Gorz Axel Honneth Azra Nuhefendić Balibar Brexit Carl Schmitt Chomsky Christopher Lasch Claus Offe Colin Crouch Elmar Altvater Ernst Bloch Ernst-W. Böckenförde Franklin Roosevelt Habermas Hannah Arendt Heidegger Jan-Werner Müller Jeremy Corbyn Laclau Le Corbusier Louis Althusser Marc Mazower Matvejević Michel Foucault Miroslav Krleža Mudde Otto Bauer PRAXIS International Ruskin Sandel Michael Strauss Leo Streeck T. S. Eliot Timothy Snyder Tolkien Ulrich Beck Wallerstein Walter Benjamin Wolfgang Münchau Zygmunt Bauman

Song for the Unification (Zbigniew Preisner -
Elzbieta Towarnicka - Kr. Kieślowski) - youtube

Song for the Unification (Zbigniew Preisner - <br>Elzbieta Towarnicka - Kr. Kieślowski) - youtube
Ἐὰν ταῖς γλώσσαις τῶν ἀνθρώπων λαλῶ καὶ τῶν ἀγγέλων,
ἀγάπην δὲ μὴ ἔχω, γέγονα χαλκὸς ἠχῶν ἢ κύμβαλον ἀλαλάζον...
Ἡ ἀγάπη ...πάντα στέγει, πάντα πιστεύει, πάντα ἐλπίζει, πάντα ὑπομένει...
Νυνὶ δὲ μένει πίστις, ἐλπίς, ἀγάπη, τὰ τρία ταῦτα·
μείζων δὲ τούτων ἡ ἀγάπη (προς Κορινθ. Α΄ 13)

Zygmunt Bauman: «Ρευστές ζωές, ρευστός κόσμος, ρευστή αγάπη»

Zygmunt Bauman: «Ρευστές ζωές, ρευστός κόσμος, ρευστή αγάπη»
«Είμαι βραχυπρόθεσμα απαισιόδοξος αλλά μακροπρόθεσμα αισιόδοξος»

Μουσείο Γουλανδρή Φυσικής Ιστορίας

Μουσείο Γουλανδρή Φυσικής Ιστορίας
«Χριστούγεννα με τον Κοκκινολαίμη – Το Αηδόνι του Χειμώνα»

Ψηλά στην Πίνδο, στο Περτούλι

Ψηλά στην Πίνδο, στο Περτούλι