© Project Syndicate - Jan-Werner Müller: The People vs. Democracy?, 6.3.2018
αναδημοσίευση: Social Europe, 9.3.2018
αναδημοσίευση: Social Europe, 9.3.2018
[...] «Στις ΗΠΑ, η κομματική πόλωση δεν προέκυψε αντικειμενικά, ως αντανάκλαση συγκεκριμένων πολιτισμικών διαφορών. Τουλάχιστον εν μέρει, ήταν και είναι έργο μιας ελίτ που το προώθησε συνειδητά και σκόπιμα για να διασπάσει τη χώρα, και έτσι να προσφέρει πολιτικό πλεονέκτημα· μερικές φορές και για προσωπικό όφελος. Εκτός των άλλων, η πόλωση είναι και big business [...]
[...] Αυτά που σε πολλές χώρες είναι εμφανώς ελαττωματικά ή έχουν αποτύχει και χρειάζεται συστηματική ανασυγκρότησή τους, είναι τα συστήματα των Μέσων Επικοινωνίας και τα συστήματα των πολιτικών κομμάτων» [...]
O Jan-Werner Müller γράφει για τις ΗΠΑ, για το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα, για τον Ντόναλντ Τραμπ, για την Ουγγαρία, για την Πολωνία. Ωστόσο, εκτός από τα τοπικά και επιμέρους της εκεί πολιτικής, υπάρχουν τα παγκόσμια της εποχής μας και τα ακόμη πιο καθολικά και διαχρονικά κοινά μας - ως πολιτικών ζώων. Μιλά και για μας ο μύθος: Για την σημερινή Ελλάδα, της καταστροφικής πόλωσης, που προωθείται αμφίπλευρα, εσκεμμένα και συνειδητά· και για τον πόλεμο στα ελληνικά Μέσα Ενημέρωσης (αλλά και σε τοξικά, τάχα πολιτικοποιημένα «κοινωνικά» δίκτυα). Για Μου-Μούου-Έ που είναι ακριβώς ό,τι ο Μύλλερ αποκαλεί «μαζορέτες κομμάτων». Και ολιγαρχών, βέβαια.
Ας ανακαλέσουμε στη μνήμη και τις πολώσεις μας των προηγούμενων δεκαετιών, άν τις ξεχάσαμε.
Γ. Ρ.
Το
αποτέλεσμα των εκλογών στην Ιταλία, όπου οι λαϊκιστές και τα ακροδεξιά
κόμματα ξεπέρασαν τις προβλέψεις των δημοσκοπήσεων, με πρότυπο την δίδυμη καταστροφή της Brexit στο Ηνωμένο Βασίλειο και της εκλογής του Ντόναλντ Τραμπ στις Ηνωμένες Πολιτείες, φαίνεται να στερέωσε και να αποσκλήρυνε μια συνήθη πεποίθηση των φιλελεύθερων: Γι αυτές τις καταστροφές φταίνε οι άνθρωποι που ψηφίζουν, λένε. Σύμφωνα με αυτή την άποψη, οι «συνήθεις πολίτες», είναι πολύ ανορθολογιστές και άσχημα ενημερωμένοι, και γι' αυτό κάνουν τρομακτικά άσχημες επιλογές. Κάποιοι προχωρούν ένα βήμα παραπέρα και καταλογίζουν στους πολίτες αυτούς συνειδητές, σταθερές προτιμήσεις για αντιδημοκρατικούς ηγέτες. Μάλιστα, ένα νέο βιβλίο μας βεβαιώνει ότι το πρόβλημα είναι ένα, οι άνθρωποι εναντίον της δημοκρατίας [Yascha Mounk: The People vs. Democracy. Why Our Freedom Is in Danger and How to Save It]
Τέτοιες διαγνώσεις είναι πολύ λανθασμένες. Με το να εστιάζουν στις πεποιθήσεις των μεμονωμένων πολιτών, χάνουν από το οπτικό πεδίο τους τις δομικές αιτίες για τις τωρινές απειλές εναντίον της δημοκρατίας. Και ως αποτέλεσμα, καταλήγουν μοιραία σε εσφαλμένες πρακτικές συμβουλές. Εάν κάποιος πιστεύει πραγματικά ότι οι ψηφοφόροι είναι ανίκανοι ή εχθροί της ελευθερίας, το προφανές επόμενο βήμα είναι να απομακρύνει ακόμη περισσότερο από αυτούς την εξουσία λήψης αποφάσεων. Όμως, αντί να οπισθοδρομήσουμε στην τεχνοκρατία, πρέπει να αντιμετωπίσουμε τα συγκεκριμένα δομικά προβλήματα που συνέβαλαν στον θρίαμβο των λαϊκιστών πολιτικών.
Υπάρχουν άφθονα αποδεικτικά στοιχεία που δείχνουν ότι οι πολίτες δεν είναι τόσο καλά ενημερωμένοι όσο θα ήθελε η θεωρία περί δημοκρατίας. Ειδικά στις ΗΠΑ, οι πολιτικοί επιστήμονες έχουν δείξει επανειλημμένα ότι μια ρεαλιστική εικόνα του λαού ως πραγματικότητας, αποκλίνει δραματικά από αυτήν που μας δείχνουν τα σοφά εγχειρίδια περί πολίτη και κράτους. Αλλά οι εκλογές δεν είναι ούτε τεστ στο μάθημα της αγωγής του πολίτη ούτε εξετάσεις μεταπτυχιακών σπουδών στη δημόσια διοίκηση. Οι ψηφοφόροι δεν χρειάζονται λεπτομερείς γνώσεις και εναλλακτικές επιλογές για κάθε ζήτημα της πολιτικής. Ένας γενικός πολιτικός προσανατολισμός και μια ικανότητα να αντλούν τα βασικά πολιτικά μηνύματα από αξιόπιστες πηγές, δηλαδή από πολιτικούς, δημοσιογράφους, ή - ο Θεός να μας φυλάξει - από εμπειρογνώμονες, είναι μάλλον αρκετά.
[Σκόπιμη κομματική πόλωση για πολιτικό πλεονέκτημα, για προσωπικό όφελος, για big business]
Πρόβλημα αρχίζει να υπάρχει όταν οι πολίτες βλέπουν το κάθε τί ως καθαρό ζήτημα κομματικής ταυτότητας· και έτσι, για παράδειγμα, η αξιοπιστία της επιστήμης που μελετά την αλλαγή του κλίματος καταλήγει να εξαρτάται από το αν κάποιος είναι Ρεπουμπλικανός ή Δημοκρατικός. Το πρόβλημα γίνεται ακόμη χειρότερο όταν η κομματική ταυτότητα γίνεται τόσο ισχυρή, ώστε δεν μπορεί να περάσει το φράγμα της και να γίνει ακουστό κανένα επιχείρημα που έρχεται από την άλλη πλευρά, ή αποδέχεται την άλλη πλευρά ως νόμιμη.
Ο Tραμπ δεν εξελέγη ως υποψήφιος ενός λαϊκού κινήματος βάσης οργισμένων λευκών που βγήκαν χαμένοι από την παγκοσμιοποίηση, αλλά ως ηγέτης ενός κόμματος του κατεστημένου. Πολύ πριν από τον Tραμπ, αυτό το κόμμα - και οι μαζορέτες του στα δεξιά Μέσα Ενημέρωσης - είχαν αρχίσει να δαιμονοποιούν τους αντιπάλους τους και προπαγάνδιζαν επίμονα στους οπαδούς τους ότι σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να επιλέξουν «σοσιαλιστές ευρωπαϊκού τύπου» και άλλα μη-αμερικανικά βδελύγματα. Έτσι, ακόμη και εκείνοι οι Ρεπουμπλικανοί ψηφοφόροι που χωρίς δεύτερη σκέψη αναγνώριζαν ότι ο Τραμπ δεν ήταν κατάλληλος για πρόεδρος, στο τέλος τον ψήφισαν.
Στις ΗΠΑ, η κομματική πόλωση δεν προέκυψε αντικειμενικά, ως αντανάκλαση συγκεκριμένων πολιτισμικών διαφορών. Τουλάχιστον εν μέρει, ήταν και είναι δημιούργημα μιας ελίτ που το προώθησε συνειδητά και εσκεμμένα για να διασπάσει τη χώρα, και έτσι να προσφέρει πολιτικό πλεονέκτημα στη μάχη για την εξουσία· μερικές φορές και για προσωπικό όφελος. Εκτός των άλλων, η πόλωση είναι και big business. Το επιβεβαιώνει μια γρήγορη ματιά στα κέρδη των μεγάλων επωνύμων που εμφανίζονται στο κανάλι Fox News ή συμμετέχουν στις συζητήσεις ραδιοφωνικών σταθμών.
Ανατολή και Δύση
Οι παρατηρητές που ισχυρίζονται ότι η Ευρώπη είναι τώρα χωρισμένη σε ένα φιλελεύθερο-δημοκρατικό Δυτικό τμήμα και σε ένα Ανατολικό, όπου ψηφοφόροι με βαθιά εχθρότητα προς την ελευθερία έφεραν τους λαϊκιστές στην εξουσία, κάνουν το ίδιο λάθος: εξηγούν όλα τα πολιτικά αποτελέσματα με πολιτισμικούς όρους. Και αυτοί οι παρατηρητές, χρεώνουν τα εκλογικά αποτελέσματα υπέρ των απολυταρχικών, σε αυτό που τάχα «ήθελαν πραγματικά» οι ψηφοφόροι.
Ας θυμηθούμε όμως τις κρίσιμες εκλογές στην Ουγγαρία το 2010 και την Πολωνία το 2015: Όπως επεσήμανε η συνάδελφος μου Kim Lane Scheppele [καθηγήτρια Κοινωνιολογίας και Διεθνών Σχέσεων στην έδρα Laurance S. Rockefeller του Πανεπιστημίου Πρίνστον], οι ψηφοφόροι έκαναν ακριβώς αυτό που η θεωρία περί δημοκρατίας διδάσκει ότι πρέπει να κάνουμε σε ένα δικομματικό σύστημα. Στην Ουγγαρία, ένα θλιβερό οικονομικό αρνητικό ρεκόρ και η διαφθορά απονομιμοποίησαν το μεγάλο αριστερό κόμμα της χώρας [το Ουγγρικό Σοσιαλιστικό Κόμμα - MSZP - που κυβερνούσε μέχρι τότε, έχοντας κερδίσει τις εκλογές του 2006 με 43,2 %], άρα είχε έλθει η ώρα να ψηφίσουν οι εκλογείς υπέρ της άλλης πλευράς. Στην Πολωνία, η κεντροδεξιά Πλατφόρμα των Πολιτών [Platforma Obywatelska] είχε πετύχει εξαιρετικά οικονομικά αποτελέσματα, αλλά το ευρύ κοινό θεωρούσε ότι είχε γίνει πολύ αυτάρεσκη και αλαζονική μετά από πάρα πολλά χρόνια στην εξουσία.
Το 2010, ο Βίκτορ Ορμπάν [ο σημερινός πρωθυπουργός της Ουγγαρίας Viktor Orbán] στην προεκλογική του εκστρατεία δεν υποσχέθηκε νέο Σύνταγμα, ούτε αποδυνάμωση της εξισορρόπησης μεταξύ των εξουσιών, ούτε και την δραστική μείωση της πολυφωνίας στα Μέσα Ενημέρωσης. Αντίθετα, είχε αυτοπαρουσιστεί ως ένας ικανός αλλά συμβατικός Χριστιανοδημοκράτης. Στην Πολωνία, το κόμμα του Νόμου και της Δικαιοσύνης (PiS) τόνιζε τον χαρακτήρα του ως ενός συντηρητικού αλλά λογικού κόμματος. που απλώς ήθελε να ευνοήσει περισσότερο τις οικογένειες με πολλά παιδιά.
Πολλοί πολίτες είχαν στη μνήμη τους τη θλιβερή, πολωτική συμπεριφορά του ηγέτη του PiS Γιάροσλαβ Κατσίνσκι (Jarosław Kaczyński), ως πρωθυπουργού από το 2006 έως το 2007. Όμως, ο Κατσίνσκι αποσύρθηκε από το προσκήνιο και άφησε κάποιον άλλο να ηγηθεί της κυβέρνησης. Ακόμη και σήμερα, τυπικά είναι ένα απλό μέλος του Sejm (κοινοβούλιο) - μολονότι ελέγχει τη διοίκηση από τα παρασκήνια.
Όμως, μόλις ανέβουν στην εξουσία, οι λαϊκιστές σαν τον Ορμπάν αρχίζουν τον πολιτισμικό πόλεμο σε όλα τα μέτωπα. Εν ονόματι της «ενότητας του έθνους» διχάζουν τις κοινωνίες τους και ποντάρουν στο επικοινωνιακό πλεονέκτημα: θέτοντας τα περισσότερα Μέσα Ενημέρωσης υπό τον έλεγχό τους, υπολογίζουν ότι μπορούν να χειραγωγήσουν την κοινή γνώμη για να παραμείνουν στην εξουσία.
[Τα συστήματα των ΜΜΕ και των πολιτικών κομμάτων έχουν αποτύχει και χρειάζονται συστηματική ανασυγκρότηση]
Όπως και στις ΗΠΑ, το ζητούμενο δεν είναι να διεκτραγωδούμε τις τάσεις των ανθρώπων προς την απολυταρχία, αλλά να αντιμετωπίσουμε τα δομικά προβλήματα που έδωσαν στους λαϊκιστές την ευκαιρία να κάνουν τη δουλειά τους. Για παράδειγμα: Δεν είναι εσφαλμένα όλα όσα λένε οι λαϊκιστές για εκείνους τους πολίτες που «εγκαταλείφθηκαν στην τύχη τους». Ούτε είναι πάντα λάθος η υποψία ότι τμήματα του κράτους έχουν υφαρπαγεί από ομάδες συγκεκριμένων συμφερόντων. Όμως, τέτοιου είδους εύλογα παράπονα και διαμαρτυρίες πρέπει πάντα να αρθρώνονται και να αντιπροσωπεύονται με τη βοήθεια των Μέσων Ενημέρωσης και των πολιτικών κομμάτων.
Αυτά που σε πολλές χώρες είναι εμφανώς ελαττωματικά ή έχουν αποτύχει και χρειάζεται συστηματική ανασυγκρότησή τους, είναι τα συστήματα των Μέσων Επικοινωνίας και τα συστήματα των πολιτικών κομμάτων.
[Ανάγκη πολιτικής παιδείας]
Τέτοιες διαγνώσεις είναι πολύ λανθασμένες. Με το να εστιάζουν στις πεποιθήσεις των μεμονωμένων πολιτών, χάνουν από το οπτικό πεδίο τους τις δομικές αιτίες για τις τωρινές απειλές εναντίον της δημοκρατίας. Και ως αποτέλεσμα, καταλήγουν μοιραία σε εσφαλμένες πρακτικές συμβουλές. Εάν κάποιος πιστεύει πραγματικά ότι οι ψηφοφόροι είναι ανίκανοι ή εχθροί της ελευθερίας, το προφανές επόμενο βήμα είναι να απομακρύνει ακόμη περισσότερο από αυτούς την εξουσία λήψης αποφάσεων. Όμως, αντί να οπισθοδρομήσουμε στην τεχνοκρατία, πρέπει να αντιμετωπίσουμε τα συγκεκριμένα δομικά προβλήματα που συνέβαλαν στον θρίαμβο των λαϊκιστών πολιτικών.
Υπάρχουν άφθονα αποδεικτικά στοιχεία που δείχνουν ότι οι πολίτες δεν είναι τόσο καλά ενημερωμένοι όσο θα ήθελε η θεωρία περί δημοκρατίας. Ειδικά στις ΗΠΑ, οι πολιτικοί επιστήμονες έχουν δείξει επανειλημμένα ότι μια ρεαλιστική εικόνα του λαού ως πραγματικότητας, αποκλίνει δραματικά από αυτήν που μας δείχνουν τα σοφά εγχειρίδια περί πολίτη και κράτους. Αλλά οι εκλογές δεν είναι ούτε τεστ στο μάθημα της αγωγής του πολίτη ούτε εξετάσεις μεταπτυχιακών σπουδών στη δημόσια διοίκηση. Οι ψηφοφόροι δεν χρειάζονται λεπτομερείς γνώσεις και εναλλακτικές επιλογές για κάθε ζήτημα της πολιτικής. Ένας γενικός πολιτικός προσανατολισμός και μια ικανότητα να αντλούν τα βασικά πολιτικά μηνύματα από αξιόπιστες πηγές, δηλαδή από πολιτικούς, δημοσιογράφους, ή - ο Θεός να μας φυλάξει - από εμπειρογνώμονες, είναι μάλλον αρκετά.
[Σκόπιμη κομματική πόλωση για πολιτικό πλεονέκτημα, για προσωπικό όφελος, για big business]
Πρόβλημα αρχίζει να υπάρχει όταν οι πολίτες βλέπουν το κάθε τί ως καθαρό ζήτημα κομματικής ταυτότητας· και έτσι, για παράδειγμα, η αξιοπιστία της επιστήμης που μελετά την αλλαγή του κλίματος καταλήγει να εξαρτάται από το αν κάποιος είναι Ρεπουμπλικανός ή Δημοκρατικός. Το πρόβλημα γίνεται ακόμη χειρότερο όταν η κομματική ταυτότητα γίνεται τόσο ισχυρή, ώστε δεν μπορεί να περάσει το φράγμα της και να γίνει ακουστό κανένα επιχείρημα που έρχεται από την άλλη πλευρά, ή αποδέχεται την άλλη πλευρά ως νόμιμη.
Ο Tραμπ δεν εξελέγη ως υποψήφιος ενός λαϊκού κινήματος βάσης οργισμένων λευκών που βγήκαν χαμένοι από την παγκοσμιοποίηση, αλλά ως ηγέτης ενός κόμματος του κατεστημένου. Πολύ πριν από τον Tραμπ, αυτό το κόμμα - και οι μαζορέτες του στα δεξιά Μέσα Ενημέρωσης - είχαν αρχίσει να δαιμονοποιούν τους αντιπάλους τους και προπαγάνδιζαν επίμονα στους οπαδούς τους ότι σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να επιλέξουν «σοσιαλιστές ευρωπαϊκού τύπου» και άλλα μη-αμερικανικά βδελύγματα. Έτσι, ακόμη και εκείνοι οι Ρεπουμπλικανοί ψηφοφόροι που χωρίς δεύτερη σκέψη αναγνώριζαν ότι ο Τραμπ δεν ήταν κατάλληλος για πρόεδρος, στο τέλος τον ψήφισαν.
Στις ΗΠΑ, η κομματική πόλωση δεν προέκυψε αντικειμενικά, ως αντανάκλαση συγκεκριμένων πολιτισμικών διαφορών. Τουλάχιστον εν μέρει, ήταν και είναι δημιούργημα μιας ελίτ που το προώθησε συνειδητά και εσκεμμένα για να διασπάσει τη χώρα, και έτσι να προσφέρει πολιτικό πλεονέκτημα στη μάχη για την εξουσία· μερικές φορές και για προσωπικό όφελος. Εκτός των άλλων, η πόλωση είναι και big business. Το επιβεβαιώνει μια γρήγορη ματιά στα κέρδη των μεγάλων επωνύμων που εμφανίζονται στο κανάλι Fox News ή συμμετέχουν στις συζητήσεις ραδιοφωνικών σταθμών.
Ανατολή και Δύση
Οι παρατηρητές που ισχυρίζονται ότι η Ευρώπη είναι τώρα χωρισμένη σε ένα φιλελεύθερο-δημοκρατικό Δυτικό τμήμα και σε ένα Ανατολικό, όπου ψηφοφόροι με βαθιά εχθρότητα προς την ελευθερία έφεραν τους λαϊκιστές στην εξουσία, κάνουν το ίδιο λάθος: εξηγούν όλα τα πολιτικά αποτελέσματα με πολιτισμικούς όρους. Και αυτοί οι παρατηρητές, χρεώνουν τα εκλογικά αποτελέσματα υπέρ των απολυταρχικών, σε αυτό που τάχα «ήθελαν πραγματικά» οι ψηφοφόροι.
Ας θυμηθούμε όμως τις κρίσιμες εκλογές στην Ουγγαρία το 2010 και την Πολωνία το 2015: Όπως επεσήμανε η συνάδελφος μου Kim Lane Scheppele [καθηγήτρια Κοινωνιολογίας και Διεθνών Σχέσεων στην έδρα Laurance S. Rockefeller του Πανεπιστημίου Πρίνστον], οι ψηφοφόροι έκαναν ακριβώς αυτό που η θεωρία περί δημοκρατίας διδάσκει ότι πρέπει να κάνουμε σε ένα δικομματικό σύστημα. Στην Ουγγαρία, ένα θλιβερό οικονομικό αρνητικό ρεκόρ και η διαφθορά απονομιμοποίησαν το μεγάλο αριστερό κόμμα της χώρας [το Ουγγρικό Σοσιαλιστικό Κόμμα - MSZP - που κυβερνούσε μέχρι τότε, έχοντας κερδίσει τις εκλογές του 2006 με 43,2 %], άρα είχε έλθει η ώρα να ψηφίσουν οι εκλογείς υπέρ της άλλης πλευράς. Στην Πολωνία, η κεντροδεξιά Πλατφόρμα των Πολιτών [Platforma Obywatelska] είχε πετύχει εξαιρετικά οικονομικά αποτελέσματα, αλλά το ευρύ κοινό θεωρούσε ότι είχε γίνει πολύ αυτάρεσκη και αλαζονική μετά από πάρα πολλά χρόνια στην εξουσία.
Το 2010, ο Βίκτορ Ορμπάν [ο σημερινός πρωθυπουργός της Ουγγαρίας Viktor Orbán] στην προεκλογική του εκστρατεία δεν υποσχέθηκε νέο Σύνταγμα, ούτε αποδυνάμωση της εξισορρόπησης μεταξύ των εξουσιών, ούτε και την δραστική μείωση της πολυφωνίας στα Μέσα Ενημέρωσης. Αντίθετα, είχε αυτοπαρουσιστεί ως ένας ικανός αλλά συμβατικός Χριστιανοδημοκράτης. Στην Πολωνία, το κόμμα του Νόμου και της Δικαιοσύνης (PiS) τόνιζε τον χαρακτήρα του ως ενός συντηρητικού αλλά λογικού κόμματος. που απλώς ήθελε να ευνοήσει περισσότερο τις οικογένειες με πολλά παιδιά.
Πολλοί πολίτες είχαν στη μνήμη τους τη θλιβερή, πολωτική συμπεριφορά του ηγέτη του PiS Γιάροσλαβ Κατσίνσκι (Jarosław Kaczyński), ως πρωθυπουργού από το 2006 έως το 2007. Όμως, ο Κατσίνσκι αποσύρθηκε από το προσκήνιο και άφησε κάποιον άλλο να ηγηθεί της κυβέρνησης. Ακόμη και σήμερα, τυπικά είναι ένα απλό μέλος του Sejm (κοινοβούλιο) - μολονότι ελέγχει τη διοίκηση από τα παρασκήνια.
Όμως, μόλις ανέβουν στην εξουσία, οι λαϊκιστές σαν τον Ορμπάν αρχίζουν τον πολιτισμικό πόλεμο σε όλα τα μέτωπα. Εν ονόματι της «ενότητας του έθνους» διχάζουν τις κοινωνίες τους και ποντάρουν στο επικοινωνιακό πλεονέκτημα: θέτοντας τα περισσότερα Μέσα Ενημέρωσης υπό τον έλεγχό τους, υπολογίζουν ότι μπορούν να χειραγωγήσουν την κοινή γνώμη για να παραμείνουν στην εξουσία.
[Τα συστήματα των ΜΜΕ και των πολιτικών κομμάτων έχουν αποτύχει και χρειάζονται συστηματική ανασυγκρότηση]
Όπως και στις ΗΠΑ, το ζητούμενο δεν είναι να διεκτραγωδούμε τις τάσεις των ανθρώπων προς την απολυταρχία, αλλά να αντιμετωπίσουμε τα δομικά προβλήματα που έδωσαν στους λαϊκιστές την ευκαιρία να κάνουν τη δουλειά τους. Για παράδειγμα: Δεν είναι εσφαλμένα όλα όσα λένε οι λαϊκιστές για εκείνους τους πολίτες που «εγκαταλείφθηκαν στην τύχη τους». Ούτε είναι πάντα λάθος η υποψία ότι τμήματα του κράτους έχουν υφαρπαγεί από ομάδες συγκεκριμένων συμφερόντων. Όμως, τέτοιου είδους εύλογα παράπονα και διαμαρτυρίες πρέπει πάντα να αρθρώνονται και να αντιπροσωπεύονται με τη βοήθεια των Μέσων Ενημέρωσης και των πολιτικών κομμάτων.
Αυτά που σε πολλές χώρες είναι εμφανώς ελαττωματικά ή έχουν αποτύχει και χρειάζεται συστηματική ανασυγκρότησή τους, είναι τα συστήματα των Μέσων Επικοινωνίας και τα συστήματα των πολιτικών κομμάτων.
Ασφαλώς θα βοηθούσε επίσης άν τα εκπαιδευτικά συστήματα παρείχαν στους μελλοντικούς πολίτες περισσότερη και καλύτερη πολιτική παιδεία. Αυτο το είδος εκπαίδευσης παρακμάζει εδώ και δεκαετίες, διότι δεν είναι εύκολο να ενταχθεί στα σημερινά προγράμματα σπουδών, που εξαρτώνται σε μεγάλο
βαθμό από τυποποιημένες εξεταστικές διαδικασίες. Επίσης, για να γίνει σωστά, είναι διαδικασία πολύ χρονοβόρα και συνεπώς στερεί χρόνο από εκπαιδευτικά αντικείμενα που
φαίνονται πιο χρήσιμα στη βραχυπρόθεσμη κλίμακα, με την έννοια ότι ότι
συμβάλλουν τάχα πιο άμεσα στην οικονομική επιτυχία. Η
πολιτική παιδεία μπορεί να αποβεί ζωτικής σημασίας στο να βοηθήσει
τους νέους να διαχειρίζονται τις διαφωνίες και να αναγνωρίζουν τους άλλους
πολίτες ως νόμιμους αντιπάλους στις δημοκρατικές διαμάχες. Οι
πολιτισμικές διαφορές δεν θα εξαφανιστούν και δεν πρέπει να εξαφανιστούν,
αλλά αν οι άνθρωποι μάθουν να συμβιώνουν με αυτές, οι λαϊκιστές
δεν θα μπορούν να τις χρησιμοποιούν ως πολιτικά όπλα.
Πρώτη δημοσίευση - Copyright: Project Syndicate 2018 The People vs. Democracy? Republication forbidden - [Οι μεσότιτλοι προστέθηκαν στην ελληνική μετάφραση του ιστοχώρου Μετά την Κρίση]
Ο Jan-Werner Müller είναι καθηγητής στο τμήμα Πολιτικής Επιστήμης του Princeton University, ενός από τα παλιότερα και πιο ονομαστά πανεπιστήμια στις ΗΠΑ. Διδάσκει τώρα ως επισκέπτης καθηγητής στο IWM, Βιέννη. Εκτενές βιογραφικό (Princeton)
Πρόσφατο βιβλίο: Was ist Populismus? (Τι είναι λαϊκισμός, Suhrkamp, 2016 - ελληνικά), δοκίμιο από τα μαθήματα στο IWM (Lectures in Human Sciences).
Άλλα: Another Country: German Intellectuals, Unification and National Identity (Yale 2000), A Dangerous Mind: Carl Schmitt in Post-War European Thought (Yale 2003 - ελληνικά), Constitutional Patriotism (Princeton Univ. Press, 2007 - ελληνικά)
Πρόσφατο βιβλίο: Was ist Populismus? (Τι είναι λαϊκισμός, Suhrkamp, 2016 - ελληνικά), δοκίμιο από τα μαθήματα στο IWM (Lectures in Human Sciences).
Άλλα: Another Country: German Intellectuals, Unification and National Identity (Yale 2000), A Dangerous Mind: Carl Schmitt in Post-War European Thought (Yale 2003 - ελληνικά), Constitutional Patriotism (Princeton Univ. Press, 2007 - ελληνικά)
Επιλεγμένη αρθρογραφία του Γ. Β. Μύλλερ (Αγγλικά)
Blätter für deutsche und internationale Politik (γερμ.): Αρθρογραφία J.-W.Müller
Blätter für deutsche und internationale Politik (γερμ.): Αρθρογραφία J.-W.Müller
Jan-Werner Müller: Ελλάδα και ευρωζώνη, δημοψήφισμα του 2015 - Λαϊκή κυριαρχία, δημοκρατία, παραβίαση των κανόνων
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου