Πολλά και διαφορετικά πράγματα στη Δύση, ευρωπαϊκή και αμερικανική, που συνοψίζονται με τους συνεκδοχικούς όρους «μαλθακότητα», «δικαιωματισμός» ή απλά και μονολεκτικά παρακμή, είναι έργο συνόλων ανθρώπων, ή έργο «μαζών» σύμφωνα με την ορολογία της Χάννα Άρεντ, που ανήκουν σε μια γενεά. Ή μάλλον σε δύο, ίσως και τρεις. Λέξη-κλειδί: Baby-boomers.
Πέρα από τα αφηρημένα σχήματα υπερπολιτικοποιημένων στοχαστών και σχολιαστών (λόγου χάρη G. Agamben - αλλά και η ημεδαπή Σ. Τριανταφύλλου στην ίδια κατηγορία ανήκει), γι' αυτά τα πράγματα έχει γίνει λόγος λιγότερο ιδεολογικός, άρα πιο περιεκτικός, από στοχαστές με αισθητήρες ιστορικο-κοινωνιολογικούς. Λόγου χάρη Μarc Mazower: Οι νέοι και η περιβόητη «γενιά του 1968» - Οι baby boomers κατέστρεψαν το μέλλον των παιδιών τους
Και προπαντός οι κοφτερές αναλύσεις του Christopher Lasch για το πολιτισμικό πλαίσιο του ναρκισσισμού.
Πέρα από τα αφηρημένα σχήματα υπερπολιτικοποιημένων στοχαστών και σχολιαστών (λόγου χάρη G. Agamben - αλλά και η ημεδαπή Σ. Τριανταφύλλου στην ίδια κατηγορία ανήκει), γι' αυτά τα πράγματα έχει γίνει λόγος λιγότερο ιδεολογικός, άρα πιο περιεκτικός, από στοχαστές με αισθητήρες ιστορικο-κοινωνιολογικούς. Λόγου χάρη Μarc Mazower: Οι νέοι και η περιβόητη «γενιά του 1968» - Οι baby boomers κατέστρεψαν το μέλλον των παιδιών τους
Και προπαντός οι κοφτερές αναλύσεις του Christopher Lasch για το πολιτισμικό πλαίσιο του ναρκισσισμού.
Αξίζει ίσως μια ματιά και στην ανάλυση του γερμανικής καταγωγής Αμερικανού δημοσιογράφου Hannes Stein, ο οποίος εισάγει στη συζήτηση για τις ημέρες και έργα αυτού του ναρκισσιστικού πλήθους έναν άλλο συνεκδοχικό όρο: «Woodstock» (εδώ, σε γερμανική γλώσσα). Kι αυτός - σαν τον Mazower - εισάγει με έμφαση την πτυχή της διαγενεακής ανισότητας, δηλαδή έλλειμμα αλληλεγγύης ακραίας μορφής, τυραννία εις βάρος των νεότερων γενεών, ιδιοτέλεια.
Έτσι ξαναμπαίνει επίμονα από το παράθυρο ο οικονομικός παράγων, όσο και άν πολλοί, με τους ψυχολογισμούς τους ή με την υπερπολιτικοποίηση των πάντων, πασχίζουν να διώξουν από την πόρτα τη σχέση που έχει με την οικονομία και με τις επακόλουθες νοοτροπίες όλο αυτό το έργο των «εξειδικευμένων χωρίς πνεύμα και ηδονιστών χωρίς καρδιά» (Μαξ Βέμπερ). Αυτοί αποφεύγουν να το δούν ως ιστορικό φαινόμενο, αναποδογυρίζουν τη σχέση αιτίας και αποτελέσματος και ρίχνουν όλη την ευθύνη στη «μαλθακότητα», στις «γενεές της λούφας». Έτσι καίνε και τα χλωρά μαζί με τα ξερά, αλλά αποενοχοποιούν τον εμπρησμό και σιωπούν για το εύφλεκτο υλικό: την εξέλιξη του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής και των κοινωνιών* μετά το 1970.
Έτσι ξαναμπαίνει επίμονα από το παράθυρο ο οικονομικός παράγων, όσο και άν πολλοί, με τους ψυχολογισμούς τους ή με την υπερπολιτικοποίηση των πάντων, πασχίζουν να διώξουν από την πόρτα τη σχέση που έχει με την οικονομία και με τις επακόλουθες νοοτροπίες όλο αυτό το έργο των «εξειδικευμένων χωρίς πνεύμα και ηδονιστών χωρίς καρδιά» (Μαξ Βέμπερ). Αυτοί αποφεύγουν να το δούν ως ιστορικό φαινόμενο, αναποδογυρίζουν τη σχέση αιτίας και αποτελέσματος και ρίχνουν όλη την ευθύνη στη «μαλθακότητα», στις «γενεές της λούφας». Έτσι καίνε και τα χλωρά μαζί με τα ξερά, αλλά αποενοχοποιούν τον εμπρησμό και σιωπούν για το εύφλεκτο υλικό: την εξέλιξη του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής και των κοινωνιών* μετά το 1970.