Μόλις ο πρωθυπουργός κ. Κ. Μητσοτάκης διόρισε ως σύμβουλο Εθνικής Ασφαλείας τον κ. Θάνο Ντόκο, τα αρνητικά σχόλια στα μέσα ενημέρωσης ήρθαν από ποικίλες πλευρές. Φυσικά από μέσα και σχολιαστές της εθνικολαϊκίστικης ακραίας Δεξιάς, αλλά δεν έλειψαν και αιχμές από στελέχη της λεγόμενης πατριωτικής πτέρυγας του ΣΥΡΙΖΑ. Όλοι αυτοί επικαλέσθηκαν ως μομφή μια δήλωση του προ μηνών (στην κυπριακή εφημερίδα «Φιλελεύθερος»), στην οποία, πολύ προσεκτικά, υπό πολλές προϋποθέσεις και με πολλά «εάν και εφόσον», ο κ. Ντόκος δεν απέκλειε για το μέλλον, μορφές συνεκμετάλλευσης κοιτασμάτων πετρελαίου ή φυσικού αερίου από την Ελλάδα και την Τουρκία. Εάν όντως υπάρχουν στην Ανατολική Μεσόγειο ή στο Αιγαίο, εάν θα είναι εκμεταλλεύσιμα και συμφέρουσα η εξόρυξή τους τη στιγμή της απόφασης, εάν η Ελλάδα κρίνει σκόπιμη την εξόρυξη και εκμετάλλευσή τους κλπ κλπ.
Φυσικά, οι καταγγέλοντες και επικριτές, απομονώνοντας τη λέξη «συνεκμετάλλευση» και αποσιωπώντας τα συμφραζόμενα της δήλωσης του κ. Ντόκου και τις προϋποθέσεις που έθετε, τον διαστρέβλωσαν και τον αδίκησαν. Όμως για εκείνους, σημασία είχε το να καταγγείλουν τη «συνεκμετάλλευση». Είτε για να επιβεβαιώσουν ιδεολογήματά τους, είτε απλά και μόνον για κομματική ...αποκλειστική εκμετάλλευση. Αλλά το πιο κρίσιμο ζήτημα είναι αλλού. Η χρήση των υδρογονανθράκων ως κύριας πηγή ενεργειακής τροφοδοσίας είναι τεχνολογία που εισήλθε ήδη σε κύκλο αποδρομής. Η εμμονική προσκόλληση στο πετρέλαιο και στο φυσικό αέριο κοινωνικο-πολιτικών δεινοσαύρων (σε τελευταία ανάλυση και οικονομικών-τεχνολογικών), του τύπου Αμερικής του Τραμπ, Ρωσίας του Πούτιν ή των μεσανατολίτικων βασιλείων, μεσο-μακροπρόσθεσμα δεν πρόκειται να αλλάξει τίποτε στην αποδρομή από τα ορυκτά καύσιμα. Ο κόσμος είναι αναγκασμένος να προσφύγει σε άλλες κύριες πηγές ενέργειας. Ανανώσιμες, αειφορικές. Εκτός άν θέλει να αυτοχειριαστεί.
Κατέβηκε ο Πολύγυρος και γίνηκε Κουβέιτ - Ελληνικά οράματα για το μέλλον, παραφράζοντας τον Καββαδία |
Το γεγονός ότι η γείτων Τουρκία του Ερντογάν σήμερα είναι και φέρεται σαν μικρός πετρελαιο-δεινόσαυρος στο πλευρό των γιγαντιαίων είναι αναμενόμενο και ευεξήγητο. Και είναι μια ακόμη παράμετρος της γεωπολιτικής ατυχίας μας, αλλά είναι αδύνατο μια χώρα να αλλάξει τους γείτονές της ή να βγάλει πόδια και να μετακινηθεί στο χάρτη. Το παράλογο (και ντροπιαστικό για μας) είναι ότι το ελληνικό κομματικό σύστημα και στη πράξη ολόκληρο το πολιτικό προσωπικό μας παριστάνουν επίσης τον σούπερ-μίνι δεινόσαυρο, σε ανταγωνιστική συνεργασία με επίδοξους σουλτάνους, κρυφοκοιτάζοντας πετρελαιοκροίσους σεΐχηδες και αγιατολλάδες με ανομολόγητη ζήλεια, δημοκράτες τύπου Τραμπ και Πούτιν με μείγμα δέους και θαυμασμού.
Καγχάζαμε κάποτε με γέλια μέχρι δακρύων με την όρεξη για «υδατάνθρακες» του ελάσσονος «αντιμνημονιακού» άλλοτε κυβερνήτη μας. Βλέπουμε τώρα ακόμη και πιο σοβαρούς, σε σκυλοκαυγάδες για το δίλημμα «συνεκμετάλλευση ή όχι» του αγαπημένου ποτού των δεινοσαύρων. Είναι η ώρα για κλάματα, για πραγματικά δάκρυα.
Πολλή συζήτηση γίνεται τελευταία για τις διαφωνίες εντός ΣΥΡΙΖΑ σχετικά με την πολιτική για τα λεγόμενα εθνικά θέματα, ιδιαίτερα όμως για το δέον γενέσθαι μετά την πρόσφατη όξυνση των ελληνοτουρκικών σχέσεων (υφαλοκρηπίδα, ΑΟΖ, Κυπριακό). Ο κ. Ευκλείδης Τσακαλώτος εμφανίστηκε ως ο ισχυρότερος εσωκομματικός εκφραστής μιας ψύχραιμης και όχι δημαγωγικής λογικής. Αυτό τον έκανε στόχο της άλλης πλευράς, η οποία δια στόματος του κ. Πολάκη και αναφερόμενη στην πλευρά Τσακαλώτου, μίλησε για «νεο-σημιτικούς». Πολύ βαριά κουβέντα όταν χρησιμοποιείται ως ρόπαλο σε εμφύλιο μεταξύ ριζοσπαστικών αριστερών. Δεν έλειψαν και οι εικασίες για διαγραφές. Αλλά και οι ΣΥΡΙΖΑίοι οι προερχόμενοι εκ του ΠΑΣΟΚ χωρίστηκαν στα δύο, αναπαράγοντας σε άλλο πολιτικό χώρο παλιές διαιρέσεις μεταξύ των φιλοευρωπαϊκών ή φιλο-σοσιαλδημοκρατικών ΠΑΣΟΚικών ρευμάτων αφενός και του λεγόμενου πατριωτικού ΠΑΣΟΚ αφετέρου.
Αυτή η όξυνση των ενδοΣΥΡΙΖΑϊκών διαφωνιών, μολονότι κορυφώνεται στην πολιτική για τα ελληνοτουρκικά, μπλέχτηκε επίσης με την καταδίκη της Χρυσής Αυγής στο δικαστήριο (λόγω της παραίτησης και διαγραφής του κ. Κοντονή, αλλά όχι μόνον) και ταλαιπώρησε πάλι το (προ πολλού λυμένο) ερώτημα, μέχρι πού πρέπει να φθάνει το πλάτος μιας αντιναζιστικής συμμαχίας. Βλέπε πρωτοσέλιδο της Εφημερίδας των Συντακτών και απάντηση της Αυγής με δικό της πρωτοσέλιδο.
Έτσι, εμφανίζεται πάλι η αριστερή εκδοχή μιας μόνιμης ελληνικής πολιτικής παθογένειας. Την είδαμε στην αρχική μεταπολιτευτική περίοδο, με την εκρηκτική εμφάνιση του ΠΑΣΟΚ ως «αριστεράς της Αριστεράς» και με την άλλη Αριστερά, ακόμη και την πιο ανανεωτική, να αδυνατεί να σταθεί στα πόδια της ως αυτοτελής δύναμη παρόντος του ΠΑΣΟΚ. Την είδαμε στα χρόνια της ευρωκατάρρευσης 2010-2015, με το ελληνικής αποκλειστικότητας δίπολο μνημονιακών / αντιμνημονιακών και με τον ΣΥΡΙΖΑ να στοιχηματίζει πολιτικά - για ένα διάστημα επιτυχώς - σε πολιτικές «ελληνικής ιδιαιτερότητας». Αρχικά σε συντονισμό με τον κ. Σαμαρά. Βλέπουμε ξανά μια συγκεκριμένη μορφή ριζοσπαστισμού με χαρακτηριστικά λίγο ή περισσότερο λαϊκίστικα, «αντισυστημικά» (με τη χυδαία σημασία της λέξης που καθιέρωσαν τα ΜΜΕ) και «αντιεκσυγχρονιστικά» (δηλαδή οπισθοδρομικά, με τον τρόπο του μικροαστού, λες και δεν έχει γραφτεί ακόμη Μανιφέστο και Κεφάλαιο), η οποία, ωστόσο, φιλοδοξεί να είναι αριστερός ριζοσπαστισμός· άλλωστε, έτσι αυτοκατανοούνταν και εκείνο το ΠΑΣΟΚ τότε. Και βλέπουμε για πολλοστή φορά, ότι αυτού του είδους ο ριζοσπαστισμός δεν μπορεί να κάνει αλλιώς παρά να προσχωρεί ντροπαλά ή θαρρετά σε εθνικιστικές θέσεις και να αυτοπαγιδεύεται σε διπολικές πολιτικές λογικές τύπου Ρεπουμπλικανών και Δημοκρατικών ή Βενιζελικών και Βασιλικών. «Εμείς» και «αυτοί» - «όσοι δε είναι ολόψυχα μαζί μας, είναι εχθροί μας».
Στο φιλοΣΥΡΙΖΑϊκό Τύπο, δεν έλειψαν ακόμη και έμμεσες δημόσιες προειδοποιήσεις εναντίον των «αποκλίσεων» του κ. Τσακαλώτου: «...Από δω και πέρα, ίσως αναγκαστεί να είναι πολύ πιο προσεκτικός και να αναγκαστεί, για να μην κατηγορηθεί για συνέργεια στην προσπάθεια υπονόμευσης του ΣΥΡΙΖΑ, να αυτοπεριοριστεί».
Φυσικά, όσοι του λένε - με έμμεσο τρόπο - τί πρέπει να κάνει, υπονοούν ότι, μέχρι τώρα, δεν ήταν αρκούντως προσεκτικός και
του συνιστούν να αυτοπεριοριστεί τόσο, ώστε να μη κατηγορηθει για
συνέργεια. Αλλά ποιός κατηγορεί ή μπορεί να κατηγορήσει; Και ποιός θα ελέγχει
άν ο αυτοπεριορισμός του θα είναι επαρκής;
Αυτό το μοντέλο διαχείρισης των ενδοκομματικών πολιτικών διαφωνιών, άν προχωρήσει πιο πολύ, γίνεται αυτοκαταστροφικό για το κόμμα αυτό. Υπάρχουν
πολίτες με ενδιαφέρον για το κόμμα της Αριστεράς «που μας έλαχε», οι οποίοι θυμούνται
ακόμη πολύ καλά αυτά τα πράγματα, τα με κομματοφρουρούς και τα τοιαύτα. Και παρά τα εκ πρώτης όψεως φαινόμενα, αυτά τα πράγματα δεν είναι σταλινισμός. Ή για να το πούμε ακριβέστερα, δεν είναι κατά πρώτο λόγο σταλινισμός. Υπάρχουν πιο (μετα)μοντέρνοι μέντορες.
Οι αριστεροί της εποχής μας δεν βίωσαν από πρώτο χέρι τον Ιωσήφ Στάλιν και τους απανταχού παρατρεχάμενούς του. Αυτά τα πράγματα τα θυμούνται από άλλα κόμματα. Π.χ. από το ΠΑΣΟΚ της πρωτόγονης περιόδου, δηλαδή της εποχής που
στα συνέδρια κομματοφρουροί φώναζαν στον Σάκη Καράγιωργα «κάτσε κάτω Κουλοχέρη» ή διαγραφόταν τα στελέχη της
Δημοκρατικής Άμυνας. Και είναι άραγε τυχαίο που αυτές οι προειδοποιητικές
βολές κομματοφρουρών εναντίον των διαφωνούντων συμπίπτουν χρονικά με πολιτικές στροφές αρκετών
εντός ΣΥΡΙΖΑ, εκείνων που από τις «Πρέσπες» στρίβουν προς το δρόμο για
την «Αρκαδία» - δηλαδή προς την αλήστου μνήμης ΕΛΕ («Εθνικο-Λαϊκή
Ενότητα») του κ. Λαλιώτη και άλλων του «πατριωτικού ΠΑΣΟΚ»; Είναι τυχαία
η άμεση απάντηση στο διάσημο πια πρωτοσέλιδο της Εφημερίδας των Συντακτών, από γρηγορούντες Μανιχαίους του φωτός και του σκότους, με το δικό τους πρωτοσέλιδο της Αυγής;
Τέλος πάντων, ευτυχώς που έχει και το
διασκεδαστικό της η επανάληψη της τραγωδίας ως φάρσας: Αντί για τους μεγάλους
του στάρ-σύστεμ, τον Ανδρέα Παπανδρέου και το «θείο βρέφος» του, τον Κώστα Λαλιώτη, βλέπουμε τώρα νέους πρωταγωνιστές, του τύπου του κ. Κουρουμπλή και της κας Τζάκρη. Ενώ, πίσω από αυτόν τον μπερντέ κρυφογελούν εκδικητικά, ως φαντάσματα πια, πολλοί που έφυγαν από τον ΣΥΡΙΖΑ το καλοκαίρι του 2015.
Παρόλα αυτά, τούτη η ερμηνεία ίσως υπερεκτιμά τον ρόλο του ΠΑΣΟΚ στο ελληνικό κομματικό σύστημα. Με μονόφθαλμη όραση δεν καταλαβαίνεις τι ακριβώς συμβαίνει γύρω. Και για να χορέψεις τανγκό χρειάζονται δύο. Οι τέτοιες προειδοποιήσεις των κομματοφυλάκων προπαντός θυμίζουν
τους τσοπαναραίους μας από την άλλη, την απέναντι στάνη. Θυμίζουν το Νεοδημοκρατικό μαγαζί της ελληνικής
διπολικής διαταραχής. Πώς να ξεχαστεί το πιο διάσημο απόφθευγμα του πιο
διάσημου Μετσοβίτη; «Όποιον φεύγει από το μαντρί τον τρώει ο λύκος». Μαζί με τον γκρινιάρικο και κακομοίρικο εθνικισμό, περί δήθεν ανάδελφου έθνους που το αδικούν και το επιβουλεύονται όλα τα άλλα, η λογική του κόμματος-περίκλειστου οχυρού σφράγισε τη ΝΔ διαχρονικά. Γι΄ αυτό βλέπουμε και τώρα τα πιο πολλά στελέχη της ΝΔ να επιλέγουν τη σκληρή διπολική οξύτητα ως απαραίτητο εργαλείο στις πολλαπλά δύσκολες καταστάσεις (πανδημία, οικονομικές της επιπτώσεις. ελληνοτουρκικά). Και ταυτόχρονα, βλέπουμε πάλι πολλούς σοφούς μέντορές της να ψάχνουν ολόγυρα στην Ευρώπη για ανθέλληνες και φιλότουρκους. Αυτά που λένε τέτοιοι δεξιοί, δύσκολα τα ξεχωρίζεις από τήν επιχειρηματολογία των ευρωσκεπτικιστών που υπάρχουν ακόμη μέσα στον ΣΥΡΙΖΑ. Ωστόσο, ενώ δεν λένε πολύ διαφορετικά πράγματα, παίζουν στην πολιτική σκηνή ως ασυμφιλίωτοι εχθροί. Άν θέλουμε να είμαστε ακριβείς, πρόκειται για παθογένειες του ελληνικού κομματικού συστήματος, όχι της ΝΔ, του ΠΑΣΟΚ, του ΣΥΡΙΖΑ ή άλλου μεμονωμένου κόμματος.
«Όχι, δεν είναι αυτό που νομίζετε», καθησυχάζουν τους καχύποπτους οι πιο ψύχραιμοι κομματοφρουροί του ΣΥΡΙΖΑ.
«Στις παρούσες συνθήκες η επέκταση στα 12 μίλια στα νησιά μας στην Ανατολική Μεσόγειο και στη Κρήτη είναι μονόδρομος. Όπως και η πίεση στη Σύνοδο για κυρώσεις. Πολύ φοβάμαι ότι η γερμανική Προεδρία και η ΕΕ στο σύνολό της δεν πρόκειται να αναλάβουν τις ευθύνες τους αν δεν πιεστούν. Και αν δεν υπάρξει μηχανισμός κυρώσεων έστω τώρα και αν ταυτόχρονα δεν ανοίξει το θέμα επέκτασης σε 12 ν.μ. στην Ανατολική Μεσόγειο η Ελλάδα και η ΕΕ θα χάσουν πια κάθε αξιοπιστία».
Αυτά δήλωσε σε έκτακτη σύσκεψη με τους αρμόδιους τομεάρχες και πρώην αρχηγούς Ενόπλων Δυνάμεων, για την τουρκική επιθετικότητα και τη νέα τουρκική NAVTEX (12 Οκτωβρίου).
Έτσι, εμφανίζεται πάλι, στο πεδίο των ελληνοτουρκικών εντάσεων, ένας ριζοσπαστισμός γνωστός από παλιά, μια πολιτική συνθηματολογία του 20ού Αιώνα. Να 'τη πετιέται, ξανά. Όμως, ποιός Έλληνας πολιτικός, ποιός ελληνικός πολιτικός φορέας, θα μιλήσει επιτέλους σε όλο τον κόσμο με τον ριζοσπαστισμό, τον ορθολογισμό, το καινοτομικό ήθος και την πολιτική ηθική που απαιτούν επειγόντως ο 21ος Αιώνας μας και οι ερχόμενες γενεές; Πότε και από ποιούς θα ακουστεί η θέση ότι η Ελλάδα εμμένει σε όλα τα κυριαρχικά της δικαιώματα που εγγυάται το διεθνές δίκαιο, και κατ΄ ακολουθία αυτών είναι αντίθετη στην εγκατάσταση γεωτρυπάνων και πλατφορμών εξόρυξης στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο; Από ποιόν Έλληνα πολιτικό θα ακουστεί ο καίριος λόγος; Αυτός ο άνθρακας, που τον δέσμευσαν από την ατμόσφαιρα τα φυτά και άλλοι ζωντανοί οργανισμοί με διαδικασίες φωτοσύνθεσης εκατομμυρίων χρόνων, να μείνει εκεί όπου τον εναπόθεσαν. Βαθιά στο φλοιό της Γης κάτω από την Μεσόγειο.
Με μια τέτοια κίνηση η Ελλάδα μπορεί να αναποδογυρίσει αυτό το το άθλιο, σαρακοφαγωμένο τραπέζι του γεωπολιτικού τζόγου, που σήμερα είναι σκεπασμένο με τσόχα χρώματος πετρόλ. Έτσι, η χώρα μπορεί να αρθεί στο ύψος των επιταγών της εποχής μας. Με μια τέτοια κίνηση, η Ελλάδα μπορεί επίσης να αποκοπεί οριστικά από τον πολιτικό, ιδεολογικό και κοινωνικό βάλτο της Μέσης Ανατολής. Στο βάλτο αυτό, αθεράπευτα τοξικό και χωρίς καμιά απολύτως ελπίδα «εξυγίανσης» για το προβλέψιμο μέλλον, έχει ήδη εγκλωβιστεί αποφασιστικά ψυχή τε και σώματι, και με δική της πρωτοβουλία, η σημερινή μετα-Κεμαλική πολιτική τάξη πραγμάτων της Τουρκίας.
Ανέφικτη ουτοπία; Το αντίθετο: Με μια τέτοια κίνηση, η χώρα μας θα υπερβάλλει εαυτήν και θα ενταχθεί πρωταγωνιστικά στον αστερισμό δυνάμεων πολιτικών και κοινωνικών, αλλά και χωρών, που στέκονται στην αιχμή της «αναστοχαστικής νεωτερικότητας» (Ούλριχ Μπεκ), η οποία, στο μέσο της σημερινής «εποχής των τεράτων» (Γκράμσι), παλεύει για να γεννηθεί και να πάρει τη θέση της απαρχαιωμένης και επικίνδυνης αστόχαστης. Μπορεί ακόμη, έτσι, η χώρα να λειτουργήσει ως καταλύτης, ώστε επιτέλους, να «αναλάβει γεωπολιτικές ευθύνες» η ΕΕ συλλογικά και στιβαρά. Υπάρχει καλύτερη καινοτομική κίνηση στο πεδίο της διεθνούς και ευρωπαϊκής πολιτικής, για να συνοδεύσει την επέτειο των 200 χρόνων από το 1821;
Για ό,τι αφορά τους ριζοσπαστισμούς του 20ού Αιώνα: Τί κάνει τώρα ο κ. Τσίπρας; Απλώς προσπαθεί «να στριμώξει τον αντίπαλο», κατά την προσφιλή τακτική του Ανδρέα Παπανδρέου; Ή εννοεί ό,τι λέει, και θα το έκανε όντως, εάν ήταν αυτός πρωθυπουργός;
Σε επόμενα επεισόδια ίσως καταλάβουμε τί ακριβώς τρέχει.
Γιώργος Β. Ριτζούλης
Λαϊκισμός ελληνικού τύπου - Πόσο παγερά αδιάφορος να μένει κανείς;
Σε εποχή μειωμένων προσδοκιών - Ελλάδα, Ευρώπη, πατριωτισμός
Πανδημία, «κοινωνίες της διακινδύνευσης» (Ούλριχ Μπεκ) και πολιτική
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου