της Άζρα Νουχεφέντιτς
© Osservatorio Balcani e Caucaso, Grandfather Alija goes to war (Ιούνιος 2014)
Το
1914 οι Βόσνιοι στάθηκαν πιστοί στην Αυστρο-Ουγγρική Αυτοκρατορία στην
οποία ανήκαν τότε και πολέμησαν στις τάξεις του στρατού της σε διάφορα
μέτωπα του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου. Όμως, μετά την επιστροφή τους από
τα μέτωπα, οι στρατιώτες βασανίζονταν από τους εφιάλτες τους σ΄όλη τους
την υπόλοιπη ζωή. Η ιστορία του παππού Αλία.
Βιέννη, Όπερα ,1907 |
Στενόμακροι, ευρύχωροι διάδρομοι, παχιά χαλιά που πνίγουν τον ήχο των βημάτων, αντίκες έπιπλα, αρωματισμένος αέρας. Από το βάθος έρχεται ο ήχος ενός βαλς. Τα χρώματα που επικρατούν είναι το μπλε ρουά και το χρυσοκίτρινο. Στους τοίχους, ποζάρουν περήφανα σε επίχρυσες κορνίζες, πορτρέτα από τον 19ο αιώνα: άνδρες με μουστάκια, γυναίκες με περίτεχνες κομμώσεις. Μια ατμόσφαιρα μεγαλείου.
Στο πολυτελές ξενοδοχείο, στο κέντρο της πόλης, η ατμόσφαιρα της αυτοκρατορικής Βιέννης μοιάζει πολύ πιο ζωντανή, παρά στα κτίρια που έχουν γίνει μουσεία, όπως το Χόφμπουργκ και το Σένμπρουν.
Σεράγεβο, γύρω στο 1900 (© Zijo Eskić)
|
Το προσωπικό είναι πολύ εξυπηρετικό: πριν ακόμη μιλήσω, οι υπάλληλοι γύρω μου χαμογελούν, λέγοντάς μου με την έκφραση των προσώπων τους ότι βρίσκονται εκεί για να προβλέπουν κάθε μου ανάγκη και είναι στη διάθεσή μου. «Μάλιστα κυρία», «παρακαλώ κυρία», «ασφαλώς, κυρία». Προσπαθώ να μεταφέρω μόνη μου τη βαλίτσα, αλλά «κάποιος με το χαμόγελο» είναι πιο γρήγορος. Τα ίδια στο ασανσέρ ή όταν πάω ν' ανοίξω την πόρτα.
Μόνη στο δωμάτιο, κοιτάζω από το παράθυρο για να δω την πόλη «κάτω από τα πόδια μου», όπως τη θέλει κάθε κατακτητής. Η ήρεμη, φροντισμένη, καθαρή Βιέννη μοιάζει σαν μια χήρα, σαν συνταξιούχος. Υπάκουη, με καλούς τρόπους.
Αναρωτιέμαι τι θα 'λεγε ο παππούς μου, άν μπορούσε να με δει εδώ. Ο παππούς Αλία, ένας επαρχιώτης Βόσνιος καταστηματάρχης σαν τόσους άλλους, θα έμενε έκπληκτος αν έβλεπε την εγγονή του στην πόλη του αυτοκράτορα.
Ο παππούς μου απο την πλευρά της μητέρας μου γεννήθηκε, έζησε και πέθανε στη Βοσνία. Έφυγε από το σπίτι του μόνον δύο φορές στη ζωή του: την πρώτη φορά, στα δεκαοχτώ του, για την υποχρεωτική στρατιωτική θητεία. Τη δεύτερη, για να πολεμήσει στο Μεγάλο Πόλεμο, στον Πρώτο Παγκόσμιο, ως στρατιώτης του αυτοκράτορα.
Μου φαίνεται όμως, πως οι περιποιήσεις που απολαμβάνω τώρα στο ξενοδοχείο, θα άφηναν ακόμη πιο έκπληκτο τον τότε διάδοχο Φραγκίσκο Φερδινάνδο, [τον δολοφονημένο στο Σεράγεβο] που θεωρούσε τους Σλάβους «φυλετικά κατώτερους σε σχέση με τους γερμανόφωνους, αλλά πολιτισμικά ανώτερους».Ποια ήταν πιο μακρινή, εκατό χρόνια πριν; Η Βοσνία όταν την έβλεπες από τη Βιέννη, ή το αντίστροφο;
Σεράγεβο, η Ανατολή
Παρατηρώντας το 1914 από τη Βιέννη, τότε πρωτεύουσα της Αυστρο-Ουγγρικής Αυτοκρατορίας, η Βοσνία και Ερζεγοβίνη έμοιαζε με μακρυνή χώρα του σκότους, με κόσμο προς ανακάλυψη, προς κατάκτηση, με κόσμο που αυτοί έπρεπε να τον εκπολιτίσουν. Η Ανατολή, η εξωτική και άγρια.
Η τέτοια εικόνα της Βοσνίας και των Βόσνιων έγινε ακόμη πιο έντονη μετά την εξέγερση των φοιτητών. Η αυτοκρατορική αστυνομία εξουσιοδότητσε τον Βοσνιακό στρατό να καταστείλει τις διαδηλώσεις. Από τότε, η συντομογραφία της Βοσνίας και Ερζεγοβίνης BiH [Bosna i Herzegovina στα Σερβοκροατικά], στη Βιέννη, μεταφρασμένη στην τοπική γερμανική διάλεκτο, πήρε ένα νέο νόημα: B'schissene Hos'n (κατά λέξη χεσμένa παντελόνια, αλλά χεσμένοι απατεώνες στη βιεννέζικη αργκό) και Blode Hunde (χαζά σκυλιά).
Βλέποντας όμως από το κέντρο των Βαλκανίων, πριν από 100 χρόνια, η Βιέννη ήταν για τους Βόσνιους ακόμη πιο μακρυνή. Η ίδια η ιδέα ενός κόσμου με τόσο μεγάλη δύναμη, με τόσο μεγάλο πνευματικό και τεχνικό πολιτισμό, τους ήταν ακατανόητη. Δεν είναι ότι αμφισβητούσαν την ύπαρξή του (την ισχύ των Αψβούργων την είχαν αισθανθεί με όλη της τη δύναμη από την αρχή), αλλά ήταν ένας τόσο διαφορετικός, προηγμένος, υπέρτερος κόσμος, ώστε τους φαινόταν εξωπραγματικός.
Συνέδριο του Βερολίνου (1878). Πίνακας του Άντον φον Βέρνερ |
Το 1878 η Αυστρο-Ουγγρική Αυτοκρατορία κατέλαβε τη Βοσνία και Ερζεγοβίνη χάρις στη γενναιόδωρη άδεια που της έδωσαν οι άλλες μεγάλες δυνάμεις της εποχής, στο Συνέδριο του Βερολίνου.
Οι Βόσνιοι αντιτάχθηκαν σθεναρά στη νέα μοίρα τους. Μάλλον δεν ήθελαν ν' αλλάξει ο αφέντης τους, μετά από σχεδόν πέντε αιώνες υποδούλωσης στους Οθωμανούς. Αλλά ο Αυστρο-Ουγγρικός στρατός, με επικεφαλής τον στρατηγό Φον Φιλίπποβιτς, κατέκτησε τη Β-Ε σε λιγότερο από τρεις εβδομάδες. Το Σεράγεβο έπεσε στις 19 Αυγούστου, μετά από μια μάχη που κράτησε 8 ώρες και πολλά κτίρια στην πόλη κάηκαν.
Δεν πέρασε πολύς καιρός μετά την άγρια και αιματηρή αντίσταση στο νέο κατακτητή, και οι Βόσνιοι προσαρμόστηκαν στις νέες συνθήκες. Όπως σύντομα ανακάλυψαν, η Αυστρο-Ουγγρική κατοχή είχε και τις θετικές πλευρές της. Εν ολίγοις, οι Βόσνιοι έγιναν ο πιο πιστός και ανεπιφύλακτος υποστηρικτής της νέας διοίκησης και της επικυριαρχίας της αυστρο-ουγγρικής μοναρχίας στη χώρα τους.
Για τους Καθολικούς Βόσνιους [δηλ. Κροατοβόσνιους], η μοναρχία ήταν μια εγγύηση για την ύπαρξη και τη χειραφέτησή τους. Για τους Βόσνιους Μουσουλμάνους, η Αυτοκρατορία ήταν ένα αποτελεσματικό όπλο εναντίον πιθανών καταχρήσεων εις βάρος τους από την αναγεννημένη Σερβία και από το ενισχυμένο Μαυροβούνιο. Τέλος, οι Ορθόδοξοι Βόσνιοι [Σερβοβόσνιοι] ήταν ευτυχείς διότι υπό τη μοναρχία, τα συμφέροντά τους ήταν καλύτερα προστατευμένα, η ισότητά τους ενώπιον του νόμου ήταν εξασφαλισμένη, την εγγυώνταν η καλή διαχείριση του κράτους δικαίου.
Οι απλοί άνθρωποι προσάρμοσαν τη ζωή τους στον καλά οργανωμένο αυστριακό ιμπεριαλισμό. Όπως έλεγε το ρητό ακόμη και δεκαετίες μετά την κατάρρευση της μοναρχίας: «Ode Švabo, ode Babo» («Αντίο στον Αυστριακό, αντίο στον μπαμπά»). Δηλαδή, όταν οι Αυστρο-Ούγγροι έφυγαν από τη Βοσνία, οι Βόσνιοι έμειναν ορφανοί.
Πολλοί, όπως ο παππούς μου Αλία, ήταν ικανοποιημένοι με τη ζωή ως υπήκοοι των Αψβούργων και είχαν την ελπίδα να ζήσουν έτσι ειρηνικά, μέχρι το τέλος της ζωής τους.
Αλλά «οι μεγάλες δυνάμεις», αυτοί που αποφασίζουν για τη ζωή και το θάνατο των απλών ανθρώπων, είχαν όνειρα και σχέδια πολύ διαφορετικά από το «θάνατο στο κρεβάτι», δηλαδή εν ειρήνει. Οι μεγάλες δυνάμεις του 1914 οργανώνονταν για να κάνουν πόλεμο και η κάθε μια τους ήλπιζε να επεκταθεί και να γίνει πιο πλούσια για να λύσει έτσι ό,τι προβλήματα είχε. Λογάριαζαν ότι μπορούσαν να επιτύχουν περισσότερα με σύγκρουση παρά με ειρήνη. Αυτό που τους ενδιέφερε ήταν οι αποικίες, η ανακατανομή των εδαφών και των κατεχόμενων λαών.
Αλλά «οι μεγάλες δυνάμεις», αυτοί που αποφασίζουν για τη ζωή και το θάνατο των απλών ανθρώπων, είχαν όνειρα και σχέδια πολύ διαφορετικά από το «θάνατο στο κρεβάτι», δηλαδή εν ειρήνει. Οι μεγάλες δυνάμεις του 1914 οργανώνονταν για να κάνουν πόλεμο και η κάθε μια τους ήλπιζε να επεκταθεί και να γίνει πιο πλούσια για να λύσει έτσι ό,τι προβλήματα είχε. Λογάριαζαν ότι μπορούσαν να επιτύχουν περισσότερα με σύγκρουση παρά με ειρήνη. Αυτό που τους ενδιέφερε ήταν οι αποικίες, η ανακατανομή των εδαφών και των κατεχόμενων λαών.
Τα Βαλκάνια μετά το Συνέ-
δριο του Βερολίνου (1878)
|
Η Αυστρο-Ουγγαρία πριν το τέλος της (1918)
και τα σύνορα των νέων κρατών
|
«Mlada Bosna», η «Νεαρή Βοσνία»
Εκείνη την εποχή στην Ευρώπη υπήρχε και ένα πλήθος από ανατρεπτικές οργανώσεις και ομάδες, αναρχικές ή εθνικιστικές, που αγωνίζονταν για την απελευθέρωση από την ξένη κυριαρχία. Άνθιζαν οι ιδέες για την εθνική ενότητα, απλώνονταν και δυνάμωνε η επιθυμία για ελευθερία. Πίστευαν ότι θα αρκεί μόνον μια μεγάλη πράξη, για παράδειγμα ο φόνος μιας σημαντικής προσωπικότητας, και μετά όλα θα πάνε καλά, θ' αρχίσει ο κόσμος να λειτουργεί με καλύτερο τρόπο.
Το γεγονός ότι υπήρξε μιας παρόμοια ομάδα στη Βοσνία, δεν ήταν ούτε αναχρονισμός, ούτε οφειλόταν σε κάποιο αποκλειστικό χαρακτηριστικό των Βαλκανίων. Οι ιδέες της ελευθερίας και της εθνικής ενότητας γοήτευσαν μια μικτή ομάδα νεαρών Βόσνιων, Σερβοβόσνιων, Κροατοβόσνιων και Μουσουλμάνων, που ενώθηκαν σε μια οργάνωση που ονομάζονταν «Mlada Bosna» («Νεαρή Βοσνία»).
Στο μεταίχμιο του 19ου και 20ού αιώνα οι επιθέσεις εναντίον εκπροσώπων των κυβερνήσεων, αριστοκρατών και «εστεμμένων κεφαλών» ήταν πολύ συχνές. Στη διάρκεια αυτής της περιόδου, δολοφονήθηκε στη Σερβία ο βασιλιάς της χώρας Αλέξανδρος Α' Ομπρένοβιτς, ο Ουμπέρτο ο I' στην Ιταλία, ο βασιλιάς Κάρολος I' και ο διάδοχός του Λουδοβίκος - Φίλιππος στην Πορτογαλία, ο τσάρος Αλέξανδρος ΙΙ' στη Ρωσία. Ο αυτοκράτορας Φραγκίσκος Ιωσήφ των Αψβούργων βγήκε αλώβητος από τρεις απόπειρες δολοφονίας [σκοτώθηκε όμως από Ιταλό αναρχικό επαναστάτη η αυτοκράτειρα Ελισάβετ, η γνωστή Σίσσυ που έχτισε το «Αχίλλειο» στην Κέρκυρα]. Η βασίλισσα της Αγγλίας Βικτωρία επέζησε από επτά απόπειρες, ο βασιλιάς Λουδοβίκος Φίλιππος της Γαλλίας κινδύνεψε να δολοφονηθεί 18 φορές. Ο ίδιος ο διάδοχος του Αυστρο-Ουγγρικού θρόνου ο αρχιδούκας Φραγκίσκος Φερδινάνδος, προτού σκοτωθεί στο Σεράγεβο, είχε επιζήσει από δύο επιθέσεις. [σ' αυτή τη μεγάλη σειρά ανήκει βέβαια και η δολοφονία του Γεωργίου Α' της Ελλάδας απο τον αναρχικό (;) Αλέξανδρο Σχινά στη Θεσσαλονίκη, 18 Μαρτίου 1913]
Ο Gavrilo Princip, που πυροβόλησε
τον αρχιδούκα Franz Ferdinand |
Ο Α. Σχινάς δολοφονεί τον Γεώργιο Α' (καρτ ποστάλ εποχής) |
«Crazy militarism»: Έτσι συνόψιζε τη διάθεση που επικρατούσε τότε στην Ευρώπη, τον Μάιο του 1914, ο συνταγματάρχης Χάουζ, σύμβουλος του προέδρου των ΗΠΑ Γούντροου Ουίλσον.
Φυσικά, οι απλοί άνθρωποι, όπως ο παππούς Αλία, δεν γνώριζαν τα σχέδια του πολέμου και ούτε γνώριζαν, ούτε συμμερίζονταν τις εθνικιστικές ιδέες που άναβαν τα κεφάλια και ζέσταιναν τις καρδιές των νεαρών Βόσνιων. Ο παππούς Αλία, όπως και ο πατέρας του Νεντέλικο Τσαμπρίνοβιτς (Nedeljko Čabrinović), του ενός από τους δράστες της επίθεσης, ανήκε στην πλειοψηφία, στους απλούς ανθρώπους που «δεν μετράνε» και είναι αναλώσιμοι για τα μεγάλα σχέδια των κρατών. Ο πατέρας Τσαμπρίνοβιτς είχε υψώσει στο σπίτι του την Αυστρο-Ουγγρική σημαία, προς τιμήν του Φραγκίσκου Φερδινάνδου. Για αυτό το λόγο, είχε μαλώσει με το γιο του, ο οποίος θα πήγαινε στο Σεράγεβο για να σκοτώσει τον αρχιδούκα.
Οι νεκροί του Σεράγεβο: Ο αρχιδούκας
και διάδοχος Franz Ferdinand και η Τσέχα
σύζυγος του Σοφία δούκισσα του Χόχενμπεργκ,
(εδώ με τα παιδιά τους) |
Nedeljko Čabrinović, από τα μέλη
της Mlada Bosna
|
Οι εφιάλτες του παππού Αλία
Ο παππούς Αλία είχε μικροπαντρευτεί, στα είκοσί του. Για να κρύβει την όμορφη γυναίκα του από τα βλέμματα των άλλων, είχε φτιάξει ένα ξύλινο καφασωτό πλέγμα στα παράθυρα, όπως συνήθιζαν να κάνουν εκείνη την εποχή. Έτσι, η σύζυγός του θα μπορούσε να κρυφοκοιτάζει έξω χωρίς να βλέπουν από το δρόμο.
Χαμένος κόπος. Σύντομα ο παππούς έπρεπε αναγκαστικά να αφήσει τη γυναίκα του να «τα βγάλει πέρα μόνη της στη ζωή», έπρεπε ν' αφήσει το σπίτι του, τη γενέτειρά του και τη Βοσνία. Ως αυτοκρατορικός στρατιώτης στάλθηκε στο Ανατολικό Μέτωπο. Πληγώθηκε σε μάχη κοντά στην ουγγρική πόλη Pecuh [Pécs, Πετς]. Γύρισε στο σπίτι με μια τρύπα στο πόδι, παρασημοφορημένος μ' ένα μετάλλιο στο στήθος και φορτωμένος με εφιάλτες που τον βασάνιζαν μέχρι το τέλος της ζωής του.
Μόνον 36 χρόνια μετά την προσάρτηση της Βοσνίας και Ερζεγοβίνης στη Μοναρχία των Αψβούργων, διακόσιες χιλιάδες Βόσνιοι (Σέρβοι, Κροάτες, Μουσουλμάνοι και άλλοι, [π.χ. Εβραίοι Βόσνιοι]) σε πληθυσμό δύο εκατομμυρίων ανθρώπων, πολέμησαν σε όλα τα μέτωπα του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, από το Τιρόλο μέχρι και στη Συρία, μοιρασμένοι σε τέσσερα Σώματα Στρατού της Αυστροουγγρικής Αυτοκρατορίας. Έφυγαν για τον πόλεμο χωρίς να έχουν ως κίνητρο τον πατριωτισμό, αλλά από την αίσθηση του καθήκοντος. Ξεχώριζαν ως πολεμιστές γιατί ήταν χαρακτηριστικά σκληροτράχηλοι και νηφάλιοι και οι επιδόσεις τους στη μάχη ήταν υπεράνθρωπες. «Γελοίοι μέσα στην υπερήφανα πιστή τους στάση προς αυτούς που δεν ήταν φίλοι τους», έγραψε ο μεγάλος Βόσνιος συγγραφέας Μέσα Σελίμοβιτς στο γνωστό βιβλίο του «Ο δερβίσης και ο θάνατος».
Το 1914, λίγοι μόνον είχαν ιδέα του τι κατακλυσμός προετοιμαζόταν. Η γενική πεποίθηση ήταν, ότι η σύγκρουση θα ήταν περιορισμένη και μικρής διάρκειας. Οι ναύαρχοι πίστευαν ότι ο πόλεμος στη θάλασσα θα ήταν ένα αντίγραφο των μεγάλων ναυμαχιών του παρελθόντος, οι στρατηγοί πίστευαν ότι οι μάχες στην ξηρά θα ήταν σαν τις συγκρούσεις του 19ου αιώνα και θα είχαν μια αρχή, μια γρήγορη διείσδυση των στρατευμάτων που θα μεταφέρονταν σιδηροδρομικώς, μια αποφασιστική επίθεση, την καθολική ήττα των αντιπάλων σε σύντομο χρονικό διάστημα, την περικύκλωση και μετά από μερικές εβδομάδες ή το πολύ μήνες, την τελική ειρήνη.
Δεν είχαν λάβει υπόψη τί είχαν εφεύρει, τί είχαν κατασκευάσει και τί ήταν ήδη έτοιμο για μάχη: άρματα μάχης και δηλητηριώδη αέρια, τις πρώτες επιθέσεις με βόμβες από τον αέρα, από το πρώτο γερμανικό αεροπλάνο. Δεν είχαν προβλέψει τον «Λευκό Πόλεμο» στις Άλπεις, στο πιο ανελέητο από όλα τα μέτωπα, αφότου μπήκε στον πόλεμο η Ιταλία. Δεν είχαν προβλέψει τις σφαγές των Αρμενίων από τους Τούρκους και τις Αραβικές εξεγέρσεις εναντίον των Οθωμανών δυναστών, ούτε τις μάχες του Σομ και του Βερντέν, ούτε ότι τα γερμανικά υποβρύχια θα προκαλούσαν τις πρώτες απώλειες Αμερικανών τορπιλλίζοντας πλοία. Δεν είχαν προβλέψει τα νέα πολεμικά μέτωπα της Αφρικής και της Ασίας, ούτε τις επαναστάσεις, ούτε την ταπεινωτική συνθηκολόγηση πολλών από τα αντιμαχόμενα μέρη.
Απομεινάρια στρατιωτών στις Άλπεις |
Για τους στρατιώτες μέσα στα χαρακώματα, ο πόλεμος ήταν, όπως έγραψε ένας από αυτούς σε γράμμα που έστειλε στο σπίτι, «μήνες γεμάτοι πλήξη που διακόπτονταν από στιγμές του πιο ανείπωτου τρόμου».
Ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος ήταν ένας αγώνας μεταξύ αυτοκρατοριών και το αποτέλεσμά του ήταν μια ανακατανομή, μια νέα διαίρεση του κόσμου. Οι νικητές μοίρασαν τις γερμανικές αποικίες μεταξύ τους. Τέσσερις αυτοκρατορίες εξαφανίστηκαν [η
Αυστρο-Ουγγρική των Αψβούργων και η Οθωμανική - με δύο δυναστικούς
οίκους που είχαν κρατήσει σταθερά και χωρίς αλλαγή τους θρόνους για πάνω
από 8 αιώνες, αλλά επίσης η παλαιά Τσαρική Ρωσική των Ρωμανώφ και η
νεαρή Γερμανική του Κάϊζερ Γουλιέλμου Χόεντσόλλερν] και νέα κράτη δημιουργήθηκαν με βάση την αρχή της εθνικής αυτοδιάθεσης (με πρόταση του προέδρου των ΗΠΑ Woodrow Wilson).
Η ιδέα για έθνη-κράτη εθνοτικά ομοιογενή ήταν μοιραία, καταστροφική. Μετά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, χρησιμοποιήθηκε για να δικαιολογήσει το εθνικιστικό μίσος, την καταπίεση, την εξολόθρευση και εξόντωση των μειονοτήτων σ' ολόκληρη την Ευρώπη, με ανείπωτο πόνο και εκατομμύρια νεκρών, μέχρι και τις εθνοκαθάρσεις των ημερών μας.
Η ιδέα για έθνη-κράτη εθνοτικά ομοιογενή ήταν μοιραία, καταστροφική. Μετά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, χρησιμοποιήθηκε για να δικαιολογήσει το εθνικιστικό μίσος, την καταπίεση, την εξολόθρευση και εξόντωση των μειονοτήτων σ' ολόκληρη την Ευρώπη, με ανείπωτο πόνο και εκατομμύρια νεκρών, μέχρι και τις εθνοκαθάρσεις των ημερών μας.
Η Azra Nuhefendić, δημοσιογράφος και συγγραφέας από το Σεράγεβο, εργάσθηκε στην Ραδιοτηλεόραση του Βελιγραδίου
(1980 - 1992), μετά το 1995 στην Ιταλία. Έχει τιμηθεί με πολλά βραβεία,
μεταξύ των οποίων της Ραδιοτηλεόρασης Βελιγραδίου (1986, για την
δημοσιογραφία
της γύρω από τους ανθρακωρύχους στο Κοσσυφοπέδιο), το 1989 εθνικό
βραβείο για το ρεπορτάζ περί της επανάστασης στη Ρουμανία, το 2004 το
διεθνές Ιταλικό βραβείο Dario d' Angelo και το 2010 το διεθνές βραβείο "Writing for Central and Eastern Europe", που απονέμεται απο το Εθνικό Πρακτορείο Ειδήσεων της Αυστρίας - ΑPA (Austria Press Agenture).
Κείμενα λογοτεχνικής δημοσιογραφίας της Azra Nuhefendić στον ιστότοπο Μετά την Κρίση :Φλαμουριές του Σεράγεβο, Κατασκευή του Άλλου, Αμερικανός Φίλος
Αρθρογραφία της στο Osservatorio Balcani Caucaso
Το βιβλίο της Άζρα Νουχεφέντιτς: Le stelle che stanno giù, ένα χρονικό για τον πόλεμο στη Γιουγκοσλαβία (ιταλικά).
Thompson, Mark, The White War: Life and Death on the Italian Front, 1915-1919. London: Faber & Faber (2008).
- του Δημήτρη Χριστόπουλου (Χρόνος)
- του Andrea Rossini
Στο Σεράγεβο, πρίν και μετά τον πόλεμο (1992-1995) : Jer Κad ostariš
Ο αγώνας με τον χρόνο, «που όλους θα μας νικήσει» - Bijelo Dugme
Ο αγώνας με τον χρόνο, «που όλους θα μας νικήσει» - Bijelo Dugme
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου