Σάββατο 27 Δεκεμβρίου 2014

«Eπινόησα ένα ζοφερό μέλλον που ήλθε»: Τελευταία έξοδος, Στυμφαλία

συνέντευξη του Μιχάλη Μοδινού στoν Β. Χατζηβασιλείου (ΑΠΕ - ΜΠΕ)
 
Αθηναικό Πρακτορείο Εδήσεων - Μακεδονικό Πρακτορείο Εδήσεων
Πρόσφατα κυκλοφόρησε το μυθιστόρημά του Μ. Μοδινού «Τελευταία έξοδος: Στυμφαλία» (Εκδόσεις της Εστίας), που προβάλλει το τοπίο της κρίσης σε ένα εφιαλτικό μέλλον.
«Το βιβλίο μου», λέει ο συγγραφέας στη συνέντευξη την οποία παραχώρησε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, «δεν συγχωρεί κανέναν αφού η ατομική ευθύνη συντίθεται με τη συλλογική. Πολλά άλλωστε από αυτά που συμβαίνουν στο επίπεδο της μελλοντολογικής του πλοκής, συμβαίνουν ήδη καθημερινά τριγύρω μας. Η δυστοπία μου ατυχώς δεν αποκλείεται να βρίσκεται προ των πυλών».



ΕΡ: Ένα μυθιστόρημα για μιαν Ελλάδα ύστερα από την κρίση: μια Ελλάδα την οποία μετά την ολοκληρωτική καταστροφή λυμαίνονται οι συμμορίες των ληστών και οι άρπαγες του άπληστου κέρδους. Μυθιστορηματική δυστοπία ή ανησυχητική κοινωνική προοπτική;
ΑΠ: Είναι όντως μια μυθιστορηματική δυστοπία που άρχισε να γράφεται εν βρασμώ τον θλιβερό εκείνο χειμώνα του ‘12 και που υπέστη έκτοτε ποικίλες επεξεργασίες, δημοσιευόμενη εν μέρει σε συνέχειες στο περιοδικό The Books Journal. Πράγματι, μετονομάζω την κρίση σε «καταστροφή» και τέμνω τον χρόνο σε προ και μετά από αυτήν κομμάτια.
Ένας τυφλός εμφύλιος μαίνεται στην εκπτωχευμένη χώρα, με ασαφή, ιδιότυπα και ρευστά μέτωπα. Προσπάθειά μου ήταν να αναγάγω την προσωπική, οικογενειακή αποτυχία του ήρωα και αφηγητή στη συλλογική αυτοκτονία, αλλά και το αντίστροφο, να αποδώσω δηλαδή την καταστροφή της χώρας στις ατομικές μας επιλογές - των πολιτικών επιλογών περιλαμβανομένων, εννοείται. Αναζητώ τις ρίζες της αποτυχίας στη μπελ επόκ της άκοπης, αντιαισθητικής και εκτός κάθε ορίου κατανάλωσης, της άμετρης «ανάπτυξης», της υποβάθμισης της φύσης, της καταπάτησης των πάντων, του εύκολου πλουτισμού, της αποποίησης κάθε ευθύνης. 
Από τον Στάλκερ του Αντρέι Ταρκόφσκι

Το βιβλίο δεν συγχωρεί κανέναν – πιστεύω ότι οι πράξεις μας είναι αυτές που μας προσδιορίζουν, για να ανακαλέσουμε την περίφημη σαρτρική ρήση. Προσπαθεί να γίνει ένας καθρέφτης. Η ατομική ευθύνη συντίθεται με τη συλλογική. Είναι κάτι που τείνουμε να ξεχνάμε σ’ αυτό τον τόπο, πηγαίνοντας μάλιστα ένα βήμα παραπέρα, αποδίδοντας πάντοτε τις ευθύνες για τα δεινά μας στον Άλλο, στον γείτονα, στον ξένο – είτε πρόκειται για τον γερμανό άλλοτε κατακτητή (από τον οποίο χρηματοδοτούμαστε και με τον οποίο συνεργαζόμαστε επί δεκαετίες για να ανακαλύψουμε ξανά το Δίστομο και το φάντασμα του Γλέζου), είτε για τον αμερικανό επικυρίαρχο στην πρεσβεία του οποίου συνεχίζουμε επί μισό αιώνα να διαδηλώνουμε τελετουργικά (και πληκτικά) για άσχετα ζητήματα και να του καίμε τη σημαία, είτε για τον δύσμοιρο πακιστανό μετανάστη ή μετανάστρια που μαζεύει τις ελιές που εμείς απαξιούμε να μαζέψουμε ή φροντίζει τις μανάδες μας ως «Γεωργιανή», για να δεχτεί τον κοινωνικό αποκλεισμό και τα μαχαιρώματα των Χρυσαυγιτών και όχι μόνο.
Έχουμε λοιπόν εδώ όντως μια δυστοπία που επιδίωξα ωστόσο να είναι γερά ριζωμένη στην τρέχουσα πραγματικότητα και να γεφυρώνεται μυθοπλαστικά με την προσωπική κόλαση του ήρωα. Πολλά άλλωστε από όσα συμβαίνουν σ’ αυτό το βιβλίο βρίσκονται ήδη στην ημερήσια διάταξη και η πραγματικότητα διαψεύδει σε καθημερινή βάση την πλέον γόνιμη φαντασία. Η δημόσια συζήτηση γίνεται σε λάθος βάση, ο λαϊκισμός θριαμβεύει, οι στοιχειωδέστερες παραδοχές που δόμησαν το κοινωνικό συμβόλαιο διά μέσου των αιώνων οφείλουν να επαναναδιδαχθούν ή να επανεφευρεθούν στα καθ’ ημάς. Αλλά στη «Στυμφαλία» διαγράφω αναμφίβολα και μια ανησυχητική προοπτική για την κοινωνία ή για ό,τι απέμεινε από αυτήν. 

ΕΡ: Όλα τα γεγονότα στα οποία αναφέρεται το βιβλίο σας είναι πραγματικά και κάποτε εικονογραφημένα με εξαντλητικές λεπτομέρειες. Δεν σας τρομάζει ως συγγραφέα μια τόσο άμεση επαφή με την πραγματικότητα; 
ΑΠ: Ελπίζω το «εξαντλητικές» να μην αναφέρεται σε κάποιου τύπου νατουραλισμό. Ας πω πάντως ότι η επαφή με την πραγματικότητα με τρομάζει καταρχάς ως άνθρωπο, ως πολίτη. Ως συγγραφέας λυτρώνομαι, μεταπλάθοντας την πραγματικότητα με όποια εργαλεία διαθέτω και ελπίζω το ίδιο να συμβαίνει με τους αναγνώστες.
Έτσι κι αλλιώς, από πολύ νωρίς στη ζωή μου, η δουλειά μου στον Τρίτο Κόσμο, αλλά και η ενασχόληση επί δεκαετίες με τα διεθνή ή εντόπια οικολογικά ζητήματα, με έφεραν σε επαφή με ποικίλες εφιαλτικές πραγματικότητες. Σ’ ό,τι αφορά τα καθ’ ημάς, επί πέντε χρόνια τώρα (από την άνοδο του Γ. Παπανδρέου του Νεώτερου) και πολλά πριν, για όσους τουλάχιστον είχαν την οξυδέρκεια να μιλούν για χρονικό προαναγγελθέντος θανάτου της χώρας, η πραγματικότητα εισέβαλλε με εξαιρετική ορμή είτε από την οθόνη της τηλεόρασης είτε έξω, στον δρόμο, εν μέσω μιας κοινωνίας που μόνο κοινωνία δεν ήταν: όπου ο δημόσιος χώρος είχε καταργηθεί ήδη από τα χρόνια της άκοπης μεταπολιτευτικής, φτηνής ανάπτυξης, όπου όλοι ήταν εναντίον όλων και όλοι μαζί άρμεγαν την κρατική αγελάδα, όπου όλοι το έπαιζαν Κροίσοι με δανεικά, όπου οι προσωπικές ελευθερίες καταπατούνταν εν ονόματι ενός ιδιότυπου αρπακτικού συνδικαλισμού, όπου η ευρωπαϊκή μας προοπτική ταυτιζόταν με το «δώσε κι εμένα, Μπάρμπα».
Κατασκεύασα στη «Στυμφαλία» μια δυστοπία που ατυχώς δεν αποκλείεται να είναι προ των πυλών. Θέλησα έτσι να αποκαταστήσω επαφή με τη μυθολογία – εξ ού και η τοποθέτηση του μυθικού αυτού τόπου στον τίτλο. Ξέρετε, η ελπίδα όσων προφητεύουν το μέλλον είναι να διαψευσθούν-το είπε εκ των πρώτων ο Μαξ Βέμπερ, δηλαδή η κοινωνία να πάρει το μήνυμα και ν’ αλλάξει πορεία.
Εύχομαι να μην προδώσει το βιβλίο μου αυτό τον κανόνα και να έχω την ικανοποίηση ότι συνέβαλα, στον βαθμό που μου αναλογεί, στην όποια σωτηρία της τελευταίας ώρας. Σε κάθε περίπτωση πρόκειται ταυτόχρονα για ένα αναδρομικό στοχασμό, για ένα χρονικό, που ίσως αποδειχθεί χρήσιμο, λαμβάνοντας υπόψη την κοντή μας μνήμη. 

ΕΡ: Παρόλα αυτά, από το βιβλίο σας δεν λείπει η σωτήρια διέξοδος αφού ο ήρωας θα κατορθώσει, παρά τα δεινά του, να βρει ένα ζωτικό καταφύγιο. Η ελπίδα πεθαίνει τελευταία; 
ΑΠ: Αναμφίβολα ναι – ειδικά στην τέχνη. Η λειτουργία της κάθαρσης είναι το μόνο που συγκράτησα από τα αρχαία του γυμνασίου. Ας μη μαρτυρήσουμε το τέλος του βιβλίου, αλλά όπως και να ‘χει ο υποψήφιος αυτόχειρας ήρωάς μου μοιάζει δεκτικός στη λύτρωση, ακόμη και σε στιγμές ακραίου κυνισμού, αυτοσαρκασμού και απελπισίας – γι αυτό άλλωστε έχει το κουράγιο οδηγώντας προς τον θάνατο να αναστοχάζεται το παρελθόν, επιχειρώντας, όπως όλοι μας αυτή την εποχή της αμηχανίας, να συγκροτήσει μια εξήγηση, μια εν σπέρματι θεωρία. 

ΕΡ: Η κρίση βρίσκεται στην ημερησία διάταξη των συγγραφέων της εποχής μας. Τι ακριβώς πιστεύετε πως έχει κατορθωθεί μέχρι τώρα;  
ΑΠ: Είστε πολύ αρμοδιότερος εμού για το θέμα. Έχω ωστόσο την αίσθηση ότι οι περισσότεροι τη χρησιμοποιούν ως πλαίσιο, ως φόντο της αφήγησης – πολύ σπανιότερα επικαθορίζει τη δράση. Διακρίνω επίσης μια τάση αναγωγισμού, μια επικίνδυνη υπόθεση εργασίας ότι για κάθε προσωπικό δράμα, ατυχία, απώλεια ή διάψευση των ηρώων φταίει η κρίση. Κάποιοι εκδότες προσθέτουν και κάτι περί κρίσης στο οπισθόφυλλο γιατί αυτό πουλάει.
Από την άλλη, πιστεύω ότι πολλοί καλοί έλληνες συγγραφείς τη χρησιμοποιούν δημιουργικά, αναστοχάζονται τα ευρύτερα πολιτικά ζητήματα, φιλοδοξούν να αποδράσουν από μια μυθοπλασία της ομφαλοσκόπησης ή του ευτελούς. Σε κάθε περίπτωση η πραγμάτευση της κρίσης και των επιπτώσεών της σε λογοτεχνικό επίπεδο θέλει δουλειά πολλή εν μέσω της πληροφοριακής εντροπίας που μας κατακλύζει. Απαιτεί έρευνα σε συγκεκριμένα γνωστικά πεδία, στα πρότυπα ας πούμε της κυρίαρχης αγγλοσαξονικής τάσης.
Τέλος απαιτεί τόλμη γιατί τα διακυβεύματα είναι κυριολεκτικά ζωτικής σημασίας. Ο ξεχασμένος ηθικός ρόλος του συγγραφέα ίσως τείνει να επανέλθει στο προσκήνιο. Ας ελπίσουμε βέβαια ότι αυτή η τάση δεν θα εξελιχθεί σε μια τεχνοτροπία κανονιστική και ηθοπλαστική, σαν ας πούμε τον σοσιαλιστικό ρεαλισμό.
ΕΡ: Ξεκινήσατε να γράφετε λογοτεχνία από το 2005 και μετά, προερχόμενος από τον χώρο της πολιτικής οικολογίας. Η οικολογία και η πολιτική δίνουν το παρών, άλλοτε λιγότερο και άλλοτε περισσότερο, σε όλα τα μυθιστορήματά σας. Πώς εξισορροπείτε αυτή τη σχέση; 
ΑΠ: Ήταν για μένα μια φυσιολογική εξέλιξη, αν και χρειάστηκε εξαντλητική δουλειά. Όπως λέει ο φιλόσοφος Λούντβιχ Τρεπλ, η φύση είναι ο ορίζοντας της κοινωνίας. Πρέπει να πω ότι ως εκδότης επί μια δεκαπενταετία του μηνιαίου περιοδικού «Νέα Οικολογία», αλλά και ως αρθρογράφος στον ιστορικό «Πολίτη», έγραφα πέραν των επιστημονικών δοκιμίων μου και άρθρα όπου υπήρχε πρωτοπρόσωπη αφήγηση, όπου δηλαδή, με τους όρους της Κοινωνικής Ανθρωπολογίας ή αν θέλετε της Φυσικής των Κβάντα ο παρατηρητής και το προς παρατήρηρση αντικείμενο συντήκονταν.
Είχαμε τιτλοφορήσει την σειρά αυτή «Οικογεωγραφία» και έφτασε να πραγματεύεται επιστημονικά – αλλά πιστεύω και με λογοτεχνικές αξιώσεις - αντικείμενα τόσο απόμακρα όσο η αποδάσωση του Αμαζονίου, η ερημοποίηση στην Αφρική και η εκτροπή του Αχελώου, πεδία με τα οποία είχα ασχοληθεί και δουλεύοντας επί τόπου, ως εμπειρογνώμονας.
Τρία βιβλία υπήρξαν ο απόηχος αυτής της δουλειάς συν μερικά ακόμα συλλογικά έργα συν το πρόπλασμα για τα περισσότερο θεωρητικά βιβλία μου «Από την Εδέμ στο Καθαρτήριο» και «Η αρχαιολογία της ανάπτυξης». Επρόκειτο για μια εισαγωγή της ατζέντας της επιστημονικής και πολιτικής οικολογίας στην Ελλάδα δίπλα σε εκλεκτούς συνεργάτες όπως ο Ηλίας Ευθυμιόπουλος, ο Κίμων Χατζημπίρος, ο πρόσφατα εκλιπών Λεωνίδας Λουλούδης, οι επίσης εκλιπόντες Παπαγιαννάκηδες, ο Σπήλιος Παπασπηλιόπουλος και άλλοι πολλοί.
Στη «Νέα Οικολογία» είχαμε επιπλέον κάνει από τα πρώτα τεύχη λογοτεχνικά αφιερώματα, φιλοξενήσαμε κείμενα του Χάινριχ Μπελ και του Γκίντερ Γκρας και υπηρετήσαμε ένα είδος διεπιστημονικότητας με την ευρεία έννοια. Θέλω να πω με όλα αυτά ότι η λογοτεχνία ήταν στην ατζέντα μου από πολύ νωρίς. Η ιστορία, η γεωγραφία, οι θετικές και ανθρωπιστικές επιστήμες συνεργάζονταν στις αναλύσεις μας. Προσωπικά, παρακολουθούσα τις λογοτεχνικές εξελίξεις αρκετά συστηματικά όλα αυτά τα χρόνια και όταν το όραμα για μια κοινωνία περισσότερο φιλική στο περιβάλλον, με έλλογη λιτότητα και χαμηλότερα επίπεδα κατανάλωσης άρχισε να γίνεται αχνό, όταν η Ελλάδα ειδικά υπέταξε στην αδηφαγία της τα όποια κελεύσματα για μια ισορροπημένη σχέση κοινωνίας-φύσης με μέριμνα για τις μέλλουσες γενιές, αποφάσισα ότι είχε έρθει η ώρα.
Διάβασα επί δύο-τρία χρόνια σε στιλ εισαγωγικών εξετάσεων, έσκυψα ξανά στους κλασικούς και στα τέλη του 2004 άρχισε να ξεπηδά το πρώτο μου μυθιστόρημα, η «Χρυσή ακτή». Ακόμη και τότε όμως δεν ήμουν βέβαιος ότι είχα καταφέρει να κάνω λογοτεχνία και όταν υπέβαλα το χειρόγραφο στον Θανάση Καστανιώτη είχα τις αμφιβολίες μου. Βλέπετε, πίστευα και πιστεύω ότι ειδικά σε εποχές όπου οι μεγάλες αφηγήσεις υποχωρούν, η λογοτεχνία καλείται να παίξει ένα περίπου λυτρωτικό – ιερατικό ρόλο. Γι αυτό η σύγκλισή της με το δοκίμιο και την ευρύτερη ιστορία των ιδεών είναι απαραίτητη κατά την ταπεινή μου γνώμη. Σεβόμουν υπερβολικά τη λογοτεχνία από παιδί, και ακόμη τη σέβομαι παρά την ευκολία με την οποία εκδίδονται περίπου τα πάντα στην Ελλάδα για να παρατεθούν στο ίδιο ράφι με τον Ντοστογιέφσκι. 

ΕΡ: Μαζί με τη λογοτεχνία έχετε καταπιαστεί και με τη λογοτεχνική κριτική. Με ποια κριτήρια δουλεύει ένας συγγραφέας όταν κρίνει από τη σκοπιά του λογοτεχνικού κριτικού;
ΑΠ: Α, δεν θεωρώ τον εαυτό μου κριτικό, αν και έγραφα από παλιά βιβλιοκριτικές για πάσης φύσεως έργα. Γράφω για τη λογοτεχνία και περί αυτήν – δεν νομίζω ότι κατέχω τα απαραίτητα φιλολογικά και άλλα εργαλεία για να θεωρηθώ κριτικός. Όμως έχω κατά νουν το πρότυπο του Τζον Απντάικ, του δικού μας Παλαμά και μιας μακράς λίστας συγγραφέων που σέβονται τον εαυτό τους και που εμπλέκονται με την τρέχουσα λογοτεχνική πραγματικότητα.
Προσωπικά το θεωρώ καθήκον – αλίμονο αν ένας συγγραφέας δεν παρακολουθεί την εποχή του. Κινδυνεύει να χάσει το τρένο όπως ο κατά τα άλλα μεγάλος Καζαντζάκης σε σχέση με τον μοντερνισμό. Αν δεν λαθεύει η μνήμη μου, εσείς το έχετε γράψει αυτό. Κατά τα άλλα, τα κριτήρια που χρησιμοποιώ είναι τα τρέχοντα για όλα τα ανθρώπινα δημιουργήματα, όταν τα αξιολογούμε: επάρκεια, έρευνα, φαντασία, εμπλοκή, σεβασμός του αντικειμένου, πρωτοτυπία, ρυθμός, λυτρωτική ικανότητα, εντέλει η δυνατότητα να αφηγηθείς μια καλή καθαρτήρια ιστορία.

ΕΡ: Ποια είναι τα επόμενα συγγραφικά σας σχέδια;
ΑΠ: Να ξεκουραστώ. Έξι μυθιστορήματα σε λιγότερο από μια δεκαετία είναι πολλά. Παρά ταύτα δουλεύω ένα θέμα εξαντλητικά – την ανακάλυψη των πηγών του Λευκού Νείλου και την κατασκευή μιας ουτοπίας στην καρδιά της Αφρικής στα τέλη του 19ου αιώνα. Φαντάζομαι, θα προκύψει ένα βιβλίο ομόλογο του «Μεγάλου Αμπάι» - ταξιδιωτικό, ερευνητικό, διαπολιτισμικό, μετααποικιακό, με έλληνα πρωταγωνιστή, ένα κοσμοπολίτικο μυθιστόρημα που θα εξηγεί όσα ενδεχομένως δεν έχω πει αρκετά καλά ώς τώρα. Θα δούμε, θα πάρει ίσως χρόνια, ας μην πούμε περισσότερα αυτή τη στιγμή. Στο μεταξύ, με τη δουλειά τυχαίνει καμιά φορά να σε επισκέπτεται και η Μούσα - απλώς ποτέ δεν ξέρεις πότε.
Περιβαλλοντολόγος, γεωγράφος και μηχανικός, θεωρητικός και ακτιβιστής του οικολογικού κινήματος, ο Μιχάλης Μοδινός συνεργάστηκε με διεθνείς οργανισμούς, δίδαξε σε ξένα ακαδημαϊκά ιδρύματα, υπήρξε ιδρυτής και εκδότης του περιοδικού «Νέα Οικολογία» και τακτικός αρθρογράφος στον «Πολίτη».
Τα τελευταία χρόνια ο Μ. Μοδινός γράφει λογοτεχνία και  λογοτεχνική κριτική. Πρόσφατα κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις της Εστίας το μυθιστόρημά του «Τελευταία έξοδος: Στυμφαλία», που προβάλλει το τοπίο της κρίσης σε ένα εφιαλτικό μέλλον.

Μ. Μοδινός, κείμενα στο Books Journal

Βιβλία του Μ. Μοδινού - συμμετοχές σε συλλογικά έργα και κριτικογραφία

http://www.biblionet.gr/book/6162/%CE%9C%CE%BF%CE%B4%CE%B9%CE%BD%CF%8C%CF%82,_%CE%9C%CE%B9%CF%87%CE%AC%CE%BB%CE%B7%CF%82/%CE%97_%CE%B1%CF%81%CF%87%CE%B1%CE%B9%CE%BF%CE%BB%CE%BF%CE%B3%CE%AF%CE%B1_%CF%84%CE%B7%CF%82_%CE%B1%CE%BD%CE%AC%CF%80%CF%84%CF%85%CE%BE%CE%B7%CF%82http://www.biblionet.gr/book/47384/%CE%9C%CE%BF%CE%B4%CE%B9%CE%BD%CF%8C%CF%82,_%CE%9C%CE%B9%CF%87%CE%AC%CE%BB%CE%B7%CF%82/%CE%A4%CE%BF%CF%80%CE%BF%CE%B3%CF%81%CE%B1%CF%86%CE%AF%CE%B5%CF%82http://www.biblionet.gr/book/133172/%CE%A3%CF%85%CE%BB%CE%BB%CE%BF%CE%B3%CE%B9%CE%BA%CF%8C_%CE%AD%CF%81%CE%B3%CE%BF/%CE%9F%CF%81%CE%B5%CE%B9%CE%BD%CF%8C%CF%82_%CF%87%CF%8E%CF%81%CE%BF%CF%82_%CE%BA%CE%B1%CE%B9_%CE%B4%CE%AC%CF%83%CE%B7

http://www.biblionet.gr/book/116126/%CE%9C%CE%BF%CE%B4%CE%B9%CE%BD%CF%8C%CF%82,_%CE%9C%CE%B9%CF%87%CE%AC%CE%BB%CE%B7%CF%82/%CE%9F_%CE%BC%CE%B5%CE%B3%CE%AC%CE%BB%CE%BF%CF%82_%CE%91%CE%BC%CF%80%CE%AC%CE%B9http://www.biblionet.gr/book/163647/%CE%9C%CE%BF%CE%B4%CE%B9%CE%BD%CF%8C%CF%82,_%CE%9C%CE%B9%CF%87%CE%AC%CE%BB%CE%B7%CF%82/%CE%97_%CF%83%CF%87%CE%B5%CE%B4%CE%AF%CE%B1http://www.biblionet.gr/book/165050/%CE%A3%CF%85%CE%BB%CE%BB%CE%BF%CE%B3%CE%B9%CE%BA%CF%8C_%CE%AD%CF%81%CE%B3%CE%BF/%CE%97_%CE%BF%CE%B9%CE%BA%CE%BF-%CE%BD%CE%BF%CE%BC%CE%AF%CE%B1_%CF%84%CE%BF%CF%85_%CE%BD%CE%B5%CF%81%CE%BF%CF%8D

http://www.biblionet.gr/book/100464/%CE%9C%CE%BF%CE%B4%CE%B9%CE%BD%CF%8C%CF%82,_%CE%9C%CE%B9%CF%87%CE%AC%CE%BB%CE%B7%CF%82/%CE%A7%CF%81%CF%85%CF%83%CE%AE_%CE%B1%CE%BA%CF%84%CE%AE

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Δημοφιλείς αναρτήσεις 2013 - 2022

Το δημοκρατικό αίτημα των καιρών: Το δίκιο των νέων γενεών και των γενεών που έρχονται

Το δημοκρατικό αίτημα των καιρών: Το δίκιο των νέων γενεών και των γενεών που έρχονται
Χρίστος Αλεξόπουλος: Κλιματική κρίση και κοινωνική συνοχή

ΕΠΙΛΟΓΕΣ:
Αντρέϊ Αρσένιεβιτς Ταρκόφσκι

ΕΠΙΛΟΓΕΣ:<br>Αντρέϊ Αρσένιεβιτς Ταρκόφσκι
Πως η αγάπη επουλώνει τη φθορά του κόσμου

Danilo Kiš:

Danilo Kiš:
Συμβουλές σε νεαρούς συγγραφείς, και όχι μόνον

Predrag Matvejević:

Predrag Matvejević:
Ο Ρωσο-Κροάτης ανιχνευτής και λάτρης του Μεσογειακού κόσμου

Azra Nuhefendić

Azra Nuhefendić
Η δημοσιογράφος με τις πολλές διεθνείς διακρίσεις, γράφει για την οριακή, γειτονική Ευρώπη

Μάης του '36, Τάσος Τούσης

Μάης του '36, Τάσος Τούσης
Ο σκληρός Μεσοπόλεμος: η εποχή δοσμένη μέσα από τη ζωή ενός ανθρώπου - συμβόλου

Ετικέτες

«Γενιά του '30» «Μακεδονικό» 1968 1989 αειφορία Ανδρέας Παπανδρέου αντιπροσωπευτική δημοκρατία Αριστοτέλης Αρχιτεκτονική Αυστρομαρξισμός Βαλκανική Βαρουφάκης βιοποικιλότητα Βρετανία Γαλλία Γερμανία Γκράμσι Διακινδύνευση Έθνος και ΕΕ Εκπαίδευση Ελεφάντης Ενέργεια Επισφάλεια ηγεμονία ΗΠΑ Ήπειρος Θ. Αγγελόπουλος Θεοδωράκης Θεσσαλονίκη Θεωρία Συστημάτων Ιβάν Κράστεφ ιστορία Ιταλία Καντ Καρλ Σμιτ Καταναλωτισμός Κεντρική Ευρώπη Κέϋνς Κίνα Κλιματική αλλαγή Κοινοτισμός κοινωνική ανισότητα Κορνήλιος Καστοριάδης Κοσμάς Ψυχοπαίδης Κράτος Πρόνοιας Κώστας Καραμανλής Λιάκος Α. Λογοτεχνία Μάνεσης Μάξ Βέμπερ Μάρξ Μαρωνίτης Μέλισσες Μέσα «κοινωνικής» δικτύωσης Μέσα Ενημέρωσης Μεσόγειος Μεταπολίτευση Μιχ. Παπαγιαννάκης Μουσική Μπερλινγκουέρ Νεοφιλελευθερισμός Νίκος Πουλαντζάς Νίτσε Ο τόπος Οικολογία Ουκρανία Π. Κονδύλης Παγκοσμιοποίηση Παιδεία Πράσινοι Ρήγας Ρίτσος Ρωσία Σεφέρης Σημίτης Σολωμός Σοσιαλδημοκρατία Σχολή Φραγκφούρτης Ταρκόφσκι Τουρκία Τραμπ Τροβαδούροι Τσακαλώτος Τσίπρας Φιλελευθερισμός Φιλοσοφία Χαλκιδική Χέγκελ Χριστιανισμός Acemoglu/Robinson Adorno Albrecht von Lucke André Gorz Axel Honneth Azra Nuhefendić Balibar Brexit Carl Schmitt Chomsky Christopher Lasch Claus Offe Colin Crouch Elmar Altvater Ernst Bloch Ernst-W. Böckenförde Franklin Roosevelt Habermas Hannah Arendt Heidegger Jan-Werner Müller Jeremy Corbyn Laclau Le Corbusier Louis Althusser Marc Mazower Matvejević Michel Foucault Miroslav Krleža Mudde Otto Bauer PRAXIS International Ruskin Sandel Michael Strauss Leo Streeck T. S. Eliot Timothy Snyder Tolkien Ulrich Beck Wallerstein Walter Benjamin Wolfgang Münchau Zygmunt Bauman

Song for the Unification (Zbigniew Preisner -
Elzbieta Towarnicka - Kr. Kieślowski) - youtube

Song for the Unification (Zbigniew Preisner - <br>Elzbieta Towarnicka - Kr. Kieślowski) - youtube
Ἐὰν ταῖς γλώσσαις τῶν ἀνθρώπων λαλῶ καὶ τῶν ἀγγέλων,
ἀγάπην δὲ μὴ ἔχω, γέγονα χαλκὸς ἠχῶν ἢ κύμβαλον ἀλαλάζον...
Ἡ ἀγάπη ...πάντα στέγει, πάντα πιστεύει, πάντα ἐλπίζει, πάντα ὑπομένει...
Νυνὶ δὲ μένει πίστις, ἐλπίς, ἀγάπη, τὰ τρία ταῦτα·
μείζων δὲ τούτων ἡ ἀγάπη (προς Κορινθ. Α΄ 13)

Zygmunt Bauman: «Ρευστές ζωές, ρευστός κόσμος, ρευστή αγάπη»

Zygmunt Bauman: «Ρευστές ζωές, ρευστός κόσμος, ρευστή αγάπη»
«Είμαι βραχυπρόθεσμα απαισιόδοξος αλλά μακροπρόθεσμα αισιόδοξος»

Μουσείο Γουλανδρή Φυσικής Ιστορίας

Μουσείο Γουλανδρή Φυσικής Ιστορίας
«Χριστούγεννα με τον Κοκκινολαίμη – Το Αηδόνι του Χειμώνα»

Ψηλά στην Πίνδο, στο Περτούλι

Ψηλά στην Πίνδο, στο Περτούλι