1. Παρά τις πολλές αφορμές που δίνουν αυτά που ακούμε - ή μάλλον βλέπουμε - στη Βουλή και στα Μέσα Ενημέρωσης (σαφώς συμπεριλαμβάνονται και τα εγχώρια διαδικτυακά) να συνεχίζουν απτόητα στον καιρό της κρίσης την κακοσκηνοθετημένη παράσταση που αποκαλείται ελληνικός δημόσιος διάλογος, οι δημοσιογράφοι που επισήμαναν το βάθος της υποβάθμισης του πολιτικού λόγου είναι δυστυχώς λίγοι. Ως ένας αυτούς τους ελάχιστους, και ίσως πιό ανάγλυφα από όλους, το πρόβλημα το έθεσε ο Παντελής Μπουκάλας (Θέατρο διαλόγου, Καθημερινή 4.2.2017). Καταλήγει ως εξής:
«Μέρα τη μέρα, βδομάδα τη βδομάδα, ο ακροατής του δημόσιου διαλόγου (ο θεατής του μάλλον) βεβαιώνεται πως η παρερμηνεία και η προκρούστεια αντιμετώπιση της ομιλίας των άλλων, ώστε να απομονωθεί και να αποσπαστεί ένα διευκολυντικό ξεφτίδι, δεν είναι κάτι σποραδικό και τυχαίο. Είναι δόγμα, σύστημα, πρόγραμμα. Είναι ένα έθιμο εξαιρετικά βολικό τόσο για τους κομματικούς ρήτορες, αποφασισμένους να υποβαθμίσουν τον πολιτικό λόγο έως το επίπεδο του επιφωνήματος, όσο και για τους θεράποντες μιας βαμμένης, εξαρτημένης δημοσιογραφίας».
Η απλή λογική λέει ότι πράγματι, είναι «δόγμα, σύστημα, πρόγραμμα», βολικό και για τους πομπούς και για τους αναμεταδότες. Η απόδειξη είναι απλή· ένα (ρητορικό) ερώτημα αρκεί: Το γεγονός ότι αυτό το «πρόγραμμα» ζεί και βασιλεύει επί δεκαετίες και το τηρούν με θρησκευτική ευλάβεια κομματικοί ρήτορες των πιό ποικίλων ιδεολογικών στάσεων και ΜΜΕ που στοχεύουν σε εντελώς διαφορετικές ομάδες κοινού, μπορεί να είναι κάτι τυχαίο ή ένα «ανθρώπινο λάθος»; Όχι φυσικά.
Προκύπτει όμως ένα επόμενο ερώτημα, που είναι το πιο ουσιαστικό: Γιατί συμβαίνει; Γιατί άραγε, το τηρούν εμμονικά και εξίσου σχολαστικά «δεξιοί», «κεντρώοι» και «αριστεροί» του πολιτικού προσωπικού, «αστικά» και «λαϊκά» ΜΜΕ; Τι διάολο; Μήπως τους υποχρεώνει όλους αυτούς, τους τόσο διαφορετικούς, κάποια υπέρτερη ή υπερφυσική δύναμη;
Πολλές ενδείξεις συγκλίνουν ότι αυτή η υπέρτερη δύναμη που τους «υποχρεώνει» λέγεται «ένστικτο της αυτοσυντήρησης».
Γράφαμε πρόσφατα για «το υπάρχον πολιτικό προσωπικό, τις οικονομικές, μιντιακές και ακαδημαϊκές ελίτ και τους τροφίμους του βαθέος ελληνικού κράτους ως άτομα και ως παρέες, τους σκληρούς πυρήνες της ελληνικής παρεοκρατίας, της πάντα κυρίαρχης άν και τώρα πιά ανυπόληπτης στους πολλούς». Όλοι αυτοί έχουν, και με το παραπάνω, αυτό το ένστικτο αυτοσυντήρησης των αντικοινωνικών τους προνομίων.
Γράφαμε πρόσφατα για «το υπάρχον πολιτικό προσωπικό, τις οικονομικές, μιντιακές και ακαδημαϊκές ελίτ και τους τροφίμους του βαθέος ελληνικού κράτους ως άτομα και ως παρέες, τους σκληρούς πυρήνες της ελληνικής παρεοκρατίας, της πάντα κυρίαρχης άν και τώρα πιά ανυπόληπτης στους πολλούς». Όλοι αυτοί έχουν, και με το παραπάνω, αυτό το ένστικτο αυτοσυντήρησης των αντικοινωνικών τους προνομίων.
2. Το δραματολόγιο του θεάτρου γράφεται διαρκώς, όλο και μεγαλώνει. Τώρα προέκυψε και μια νέα πτυχή του, η οποία στήνει ίσως τις βάσεις για ένα νέο θρίλερ επί της σκηνής, αυτή που αφορά τις σχέσεις του πρωθυπουργού με τον υπουργό του των οικονομικών. Δεν έχει και πολλή σημασία άν το νέο ψυχόδραμα ανήκει στη ρεαλιστική ή στη φανταστική σχολή της θεατρικής τέχνης. Για τους σεναριογράφους και για τους θεατρικούς κριτικούς, σημασία έχει το κοινό να βλέπει τα δρώμενα στη σκηνή και να φαντάζεται σημεία και τέρατα στα παρασκήνια. Αφού ο άρτος είναι λίγος, τουλάχιστον ας είναι πλούσια τα θεάματα.
Θα επαναληφθεί στο δράμα αυτό η «πράξη Βαρουφάκη», με το «αεροπλανάκι» του πρώτου εξαμήνου του 2015, αναρωτιέται ο Μιχάλης Τσιντσίνης;
«Φαντάζονται κάποιοι», γράφει, «ότι, αφότου θα έχει περάσει η δοκιμασία της αξιολόγησης, μπορούν να παροχετεύσουν το πολιτικό κόστος έτσι ώστε το μεγαλύτερο μέρος του να πέσει προς την πλευρά του υπουργού. Τους ενθαρρύνει το γεγονός ότι έχει ξαναγίνει να καεί ο υπουργός χωρίς να τρωθεί σημαντικά ο πρωθυπουργός».
Βέβαια, είτε το παραδέχονται ρητά είτε όχι, όλοι οι ενδιαφερόμενοι, φίλοι και αντίπαλοι,* έχουν πιά καταλάβει ότι πρόκειται για διαφορετικές περιπτώσεις. Και φυσικά, η διαφορά των δύο που έχει σημασία επί του προκειμένου δεν είναι (ή δεν είναι κυρίως) ότι ως οικονομολόγοι και πανεπιστημιακοί ο μεν Ευκλείδης Τσακαλώτος είναι της μαρξιστικής σχολής, ο δε Γιάνης Βαρουφάκης της νεο- ή της μετα-κεϋνσιανής. Αμέσως μετά, στη συνέχεια του ίδιου άρθρου διαβάζουμε τα εξής εύστοχα:
Ο Τσακαλώτος δεν προσφέρεται για τέτοια χρήση. Δεν είναι περαστικός. Δεν εκτίθεται, διεκδικώντας στη σκηνή περισσότερο χώρο απ’ όσο του αναλογεί. Ούτε έχει δείξει την πρόθεση να χρησιμοποιήσει τα συριζαϊκά του ερείσματα εις βάρος της αποστολής του. Μπορεί οι άλλοι να τον υποψιάζονται, αλλά ο ίδιος δεν συμπεριφέρεται επιθετικά ως «εσωκομματικός πόλος».
Ωραία. Στη συζήτηση για το θεατρικό έργο, κάπου καταλήγουμε. Ας βγούμε όμως έξω από την οικεία αίθουσα του ελληνικού πολιτικού θεάτρου για να οσφρανθούμε, για λίγο, την ανοίκεια πραγματικότητα του κόσμου.
Στις ΗΠΑ έχουν τώρα στην εξουσία πολιτικούς όπως ο Στηβ Μπάνον, το Νο2 της διοίκησης Τραμπ, ο οποίος βέβαια δεν είναι μαρξιστής όπως ο Ε. Τσακαλώτος, αλλά κατά δήλωσή του είναι λενινιστής. Ειρωνική, ξε-ειρωνική, πάντως η αντίληψή του περί του τρόπου του πολιτεύεσθαι και κυρίως περί της πολιτικής στρατηγικής αυτή είναι (και δεν είναι ώρα να μπούμε στη μεγάλη συζήτηση άν η - εφαρμοσμένη - πρωτότυπη στρατηγική και τακτική του ίδιου του Λένιν καρποφόρησε μια επανάσταση ή ένα πραξικόπημα).
Δίδαγμα περί του πρακτέου: Έχουμε μπλέξει, ως πλανήτης (και η Ελλάδα, βέβαια, ό,τι και να νομίζουν μερικοί, δεν είναι στον Άρη). Ο κόσμος μπαίνει σε πολύ μεγάλη αναστάτωση, τα «βουβάλια» αγριεύουν (δεν είναι μόνον οι ΗΠΑ, βλέπε και την πορεία της Βρετανίας προς τη σκληρή Brexit, δίπλα μας την Τουρκία κοκ). Όμως οι πολιτικές και άλλες ελίτ στην Ελλάδα, σαν τα βατράχια κάτω στον πάτο του βάλτου, όχι μόνον είναι αργόστροφες ως συνήθως, αλλά και δεν θέλουν να καταλάβουν τον κίνδυνο. Συνεχίζουν τα αγαπημένα μικροπολιτικά τους παιχνιδάκια ακόμη και τώρα, στα «χρόνια της λάσπης» - ένα παιχνιδάκι τους λέγεται «κάθε 2,5 χρόνια εκλογές». Μόνο που σε αντίθεση με τα πραγματικά βατράχια, αυτοί παίζουν του ασφαλούς: ξέρουν ότι άλλοι, πιό «κάτω», είναι εκείνοι που θα ποδοπατηθούν από τα εξαγριωμένα βουβάλια. Οι ίδιες οι ελληνικές ελίτ είναι «ψηλά», εξασφαλισμένες μέχρι δέκατης γενεάς.
* Βλ. και Κώστας Καλλίτσης: Ποιοι πυροβολούν το υπουργείο Οικονομικών;
* Βλ. και Κώστας Καλλίτσης: Ποιοι πυροβολούν το υπουργείο Οικονομικών;
3. Apropos Στηβ Μπάνον. Να μη παραλείψουμε μια πτυχή που σπάνια αναφέρεται στα ελληνικά ΜΜΕ: Την άκρως επιτυχή σταδιοδρομία του Νο2 της διοίκησης Τραμπ ως
επενδυτικού τραπεζίτη. Ήταν κι αυτός εκεί, με τις «ακρίδες», όπως αποκαλούσε πριν λίγα χρόνια αυτή την κατηγορία επενδυτών ο Σοσιαλδημοκράτης Φραντς Μίντεφέρινγκ, δυσφημώντας άδικα το δύστυχο έντομο με την δυσανάλογη παρομοίωση. Τον Μίντεφέρινγκ μάλλον τον ξεχάσαμε και όταν μίλησε δεν του είχαμε δώσει την αρμόζουσα σημασία. Όμως τώρα ο κ. Μπάνον καταγγέλει με τα πιο φλογερά λόγια τις «ακρίδες» και την παγκοσμιοποίηση,
δηλαδή τον εαυτό του πριν μερικά χρόνια.
Όντως, είναι άτομο εντυπωσιακής ευστροφίας, λενινιστικής (θα έλεγε ο ίδιος) ευκινησίας και προσαρμοστικών ικανοτήτων: Ο νεοφιλελευθερισμός και η παγκοσμιοποίηση δεν δημιουργούν πια προσδοκίες στους εκλογείς της Δύσης, όπως δημιουργούσαν τότε που ο Στηβ Μπάνον και ο Νάιτζελ Φάρατζ ήταν επενδυτικοί τραπεζίτες. Τώρα είναι η ώρα του δεξιού λαϊκισμού με τα κλειστά σύνορα. Με τόση ευκινησία και προσαρμογή, ως προς την ηθική, πολιτική ή άλλη, έχουμε μπροστά μας τον ορισμό του Φαρισαίου.
Ας μην ανησυχούν, πάντως, οι «ακρίδες». «Words, words...», όπως λένε στην Αμερική. Αυτός είναι ο τρόπος των Φαρισαίων.
Όσο για μας, τους κοινούς θνητούς, να την χαιρόμαστε την νέα συν-πλανηταρχία. Για παρηγοριά υπάρχει και ο συν-πλανητάρχης, το Κινεζικό Κομμουνιστικό Κόμμα και οι δικοί του δισεκατομμυριούχοι. Τα αγόρια και τα κορίτσια αντίστοιχης ευστροφίας και ικανοτήτων από το Πεκίνο και τη Σαγκάη δεν το κρύβουν: Θα υπερασπιστούν με νύχια και με δόντια την παγκοσμιοποίηση. Δεν είναι ηλίθιοι. Είναι οι μεγαλύτεροι έμποροι του κόσμου, τι άλλο να κάνουν;
Όντως, είναι άτομο εντυπωσιακής ευστροφίας, λενινιστικής (θα έλεγε ο ίδιος) ευκινησίας και προσαρμοστικών ικανοτήτων: Ο νεοφιλελευθερισμός και η παγκοσμιοποίηση δεν δημιουργούν πια προσδοκίες στους εκλογείς της Δύσης, όπως δημιουργούσαν τότε που ο Στηβ Μπάνον και ο Νάιτζελ Φάρατζ ήταν επενδυτικοί τραπεζίτες. Τώρα είναι η ώρα του δεξιού λαϊκισμού με τα κλειστά σύνορα. Με τόση ευκινησία και προσαρμογή, ως προς την ηθική, πολιτική ή άλλη, έχουμε μπροστά μας τον ορισμό του Φαρισαίου.
Ας μην ανησυχούν, πάντως, οι «ακρίδες». «Words, words...», όπως λένε στην Αμερική. Αυτός είναι ο τρόπος των Φαρισαίων.
Όσο για μας, τους κοινούς θνητούς, να την χαιρόμαστε την νέα συν-πλανηταρχία. Για παρηγοριά υπάρχει και ο συν-πλανητάρχης, το Κινεζικό Κομμουνιστικό Κόμμα και οι δικοί του δισεκατομμυριούχοι. Τα αγόρια και τα κορίτσια αντίστοιχης ευστροφίας και ικανοτήτων από το Πεκίνο και τη Σαγκάη δεν το κρύβουν: Θα υπερασπιστούν με νύχια και με δόντια την παγκοσμιοποίηση. Δεν είναι ηλίθιοι. Είναι οι μεγαλύτεροι έμποροι του κόσμου, τι άλλο να κάνουν;
Το πραγματικό πρόβλημα είναι η Ιταλία και κατά δεύτερο λόγο η Ισπανία. Κυρίως λόγω μεγέθους, οικονομικού (και πολιτικού) «όγκου» των χωρών αυτών εντός της ΕΕ, σε συνδυασμό με την τρομακτική ανισορροπία στις κινήσεις κεφαλαίων. Με απλά λόγια: Αυτές οι δύο χώρες πάσχουν από έξοδο χρήματος τεραστίων διαστάσεων, παρά την «ποσοτική χαλάρωση» της ΕΚΤ που τις διευκολύνει, μετριάζοντας τον ολικό λογαριασμό της εκροής. Φαντασθείτε τι θα συνέβαινε άν δεν βοηθούσε η ΕΚΤ με το πρόγραμμα αγοράς ομολόγων.
Όμως ας μη γράψουμε πολλά. Άς μιλήσουν - «με εικόνες» - οι αριθμοί, τα μεγέθη τους και η εξέλιξή τους στο χρόνο, που δείχνουν ανάγλυφα την πραγματική ανισορροπία στην ΕΕ.
Είναι τα τρέχοντα διαγράμματα συναρτήσει του χρόνου των ισολογισμών της ΕΚΤ target2 -Trans-European Automated Real-time Gross settlement Express
Transfer system. Δηλαδή του Διευρωπαϊκού Αυτοματοποιημένου Συστήματος Ταχείας
Μεταφοράς Κεφαλαίων σε Συνεχή Χρόνο.
Πρώτο της Ιταλίας, δεύτερο της Ισπανίας, στη μέση της Γερμανίας και Γαλλίας, τελευταίο της Ελλάδας.
Αυτό που μπορεί να δείξει - άν και είναι ένδειξη, όχι απόδειξη - η εικόνα της μεταφοράς χρήματος εντός της ευρωζώνης, είναι ότι η πολιτική διαχείρισης της κρίσης που επέβαλαν οι δυνάμεις που επικρατούσαν αυτά τα χρόνια στην ΕΕ, δηλαδή η ευρωδεξιά, απέτυχε εντελώς στο όλο οικονομικό πεδίο· δηλαδή τόσο από δημοσιονομική άποψη, όσο και στην πραγματική οικονομία. Διότι αντί να περιορίζει τις αποσυνθετικές κινήσεις, τις ενισχύει. Οι πολιτικές εξελίξεις δείχνουν ότι απέτυχε και στο πολιτικό πεδίο.
Πρώτο της Ιταλίας, δεύτερο της Ισπανίας, στη μέση της Γερμανίας και Γαλλίας, τελευταίο της Ελλάδας.
Αυτό που μπορεί να δείξει - άν και είναι ένδειξη, όχι απόδειξη - η εικόνα της μεταφοράς χρήματος εντός της ευρωζώνης, είναι ότι η πολιτική διαχείρισης της κρίσης που επέβαλαν οι δυνάμεις που επικρατούσαν αυτά τα χρόνια στην ΕΕ, δηλαδή η ευρωδεξιά, απέτυχε εντελώς στο όλο οικονομικό πεδίο· δηλαδή τόσο από δημοσιονομική άποψη, όσο και στην πραγματική οικονομία. Διότι αντί να περιορίζει τις αποσυνθετικές κινήσεις, τις ενισχύει. Οι πολιτικές εξελίξεις δείχνουν ότι απέτυχε και στο πολιτικό πεδίο.
Μια εικόνα, χίλιες λέξεις: H ζώνη του ευρώ συνεχίζει να αποσταθεροποιείται διαρκώς, και η πιο σημαντική ολίσθηση να συμβαίνει στην Ιταλία και την Ισπανία. Οικονομικά με φυγή κεφαλαίων. Στην Ιταλία και πολιτικά, με την ενίσχυση ισχυρών απομονωτικών και διασπαστικών πολιτικών δυνάμεων «Τραμπικού» τύπου, υπό συνθήκες μακροχρόνιας οικονομικής στασιμότητας, διαφθοράς και μεγάλων ανισοτήτων - φτωχοί vs πλούσιοι και ιταλικός Βορράς vs ιταλικός Νότος.
Με την ευκαιρία, άς θυμηθούμε τον πρώτο «πλουτολαϊκισμό» του Μπερλουσκόνι (εκεί, στη δεκαετία του 2000 έχει τις ρίζες της η τωρινή ρευστοποίηση του ιταλικού σώματος ψηφοφόρων και του κομματικού σκηνικού). Ας προσέξουμε τις ομοιότητές του, αλλά και τις διαφορές, με τον «πλουτολαϊκισμό» του Τραμπ. Παρατηρούμενος εκ των υστέρων, μοιάζει κάτι σαν μικρός - και αρκετά πιό ήπιος - πρόδρομος.
Με την ευκαιρία, άς θυμηθούμε τον πρώτο «πλουτολαϊκισμό» του Μπερλουσκόνι (εκεί, στη δεκαετία του 2000 έχει τις ρίζες της η τωρινή ρευστοποίηση του ιταλικού σώματος ψηφοφόρων και του κομματικού σκηνικού). Ας προσέξουμε τις ομοιότητές του, αλλά και τις διαφορές, με τον «πλουτολαϊκισμό» του Τραμπ. Παρατηρούμενος εκ των υστέρων, μοιάζει κάτι σαν μικρός - και αρκετά πιό ήπιος - πρόδρομος.
Γιώργος Β. Ριτζούλης
Ιταλία |
Ισπανία |
Γερμανία |
Γαλλία |
Ελλάδα |
Δεδομένα και διαγράμματα από: ΕΚΤ - Statistical Data Warehouse