Naomi Klein: Toxic Nostalgia, From Putin to Trump to the Trucker Convoys, The Intercept, 1.3.2022
Αναδημοσιεύτηκε στη γερμανική γλώσσα στο: Blätter, τ. 4/2022, σ. 104-112, σε μετάφραση: Karl D. Bredthauer: Naomi Klein: Toxische Nostalgie - Putin, Trump und der brennende Planet
Φαίνεται πως αυτό που παρακινεί τον Βλαντίμιρ Πούτιν είναι η νοσταλγία της αυτοκρατορίας· νοσταλγία, μαζί με την επιθυμία να απαλείψει τη ντροπή της θεραπείας με οικονομικό σοκ, στην οποία υποβλήθηκε η Ρωσία στο τέλος του Ψυχρού Πολέμου. Η νοσταλγία του «μεγαλείου» της Αμερικής είναι η μια από τις κινητήριες δυνάμεις που τροφοδοτούν και τώρα με ενέργεια το κίνημα υπό την ηγεσία του Ντόναλντ Τραμπ· νοσταλγία, μαζί με την επιθυμία να μη ντρέπονται και να μην είναι πια υποχρεωμένοι να λογοδοτούν για την κακία που δοξάζουν ως αρετή: Για την White Supremacy (την υπεροχή των λευκών), η οποία στιγμάτισε τις Ηνωμένες Πολιτείες από την ίδρυσή τους και τις στοιχειώνει μέχρι σήμερα. Νοσταλγία είναι και αυτό που εμψυχώνει εκείνους τους Καναδούς φορτηγατζήδες που είχαν καταλάβει την Οτάβα για σχεδόν ένα μήνα· σείοντας τις ερυθρόλευκες σημαίες τους λες και ήταν κατακτητικός στρατός, επικαλούνταν άλλους καιρούς, τότε που όλα ήταν πιο «απλά»: Καιρούς στους οποίους δεν τάραζαν την ήσυχη συνείδησή τους μνήμες για τα νεκρά σώματα παιδιών γηγενών Αμερικανικών φυλών, τα οστά των οποίων ανακαλύπτονται ακόμη και σήμερα στις αυλές εκείνων των ιδρυμάτων προώθησης της γενοκτονίας, που κάποτε τολμούσαν να αυτοαποκαλούνται «σχολεία».[1]
Δεν πρόκειται για τις ζεστές, παρηγορητικές νοσταλγίες που γεννιούνται από ομιχλώδεις αναμνήσεις ευτυχισμένων στιγμών της παιδικής ηλικίας. Αντιθέτως, εδώ έχουμε να κάνουμε με εκδοχές νοσταλγίας γεμάτες οργή· εκδοχές καταστροφικές, φονικές, που προσκολλώνται σε φανταστικές, ψευδείς μνήμες για περασμένες δόξες, αν και όλα τα δεδομένα αποδεικνύουν ότι τότε, η πραγματικότητα ήταν η ακριβώς αντίθετη.
Και βέβαια, ο Πούτιν ηγείται ενός κράτους ορυκτών καυσίμων, που αρνείται προκλητικά να διαφοροποιήσει τη μονομερώς εξαρτώμενη από το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο οικονομία του, χωρίς να λαμβάνει υπόψη τον καταστροφικό αντίκτυπο στον λαό του από τις ξέφρενες ανόδους και πτώσεις στις χρηματιστηριακές τιμές των πρώτων υλών και χωρίς να λαμβάνει υπόψη τις πραγματικότητες της κλιματικής αλλαγής. Ο Τραμπ, από την πλευρά του, έχει κυριολεκτικά εμμονή με το πόσο εύκολο είναι να κερδίζεις χρήματα από τα ορυκτά καύσιμα· είχε κάνει την άρνηση της κλιματικής αλλαγής υπογραφή και σφραγίδα της προεδρίας του.
Από τη δική τους πλευρά, οι Καναδοί φορτηγατζήδες δεν επέλεξαν απλώς τα μπιτόνια λαθραίας μεταφοράς βενζίνης και τα γιγάντια φορτηγά των εννέα αξόνων ως σύμβολα της διαμαρτυρίας τους. Οι ηγέτες του κινήματος τους, δίνουν επίσης όρκους πίστης στην εξαιρετικά ρυπογόνα εξόρυξη πετρελαίου από τα κοιτάσματα πισσωδών αμμολιθικών πετρωμάτων της Αλμπέρτα, στον Καναδά. Πριν εμφανιστούν στην πολιτική σκηνή του Καναδά ως Freedom Convoy [ως κίνημα αντιτιθέμενο στα μέτρα κατά του κορωνοϊού, τον χειμώνα του 2021-2022], πολλοί από αυτούς συμμετείχαν στην πρόβα τζενεράλε του 2019, η οποία είχε γίνει γνωστή ως United We Roll. Ήταν ένας άγριος συνδυασμός ενθουσιώδους υποστήριξης της κατασκευής αγωγών πετρελαίου και αερίου, αντίθεσης στην τιμολόγηση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα στην ατμόσφαιρα, ξενοφοβίας κατά των μεταναστών και απροκάλυπτης νοσταλγίας για έναν Καναδά αποκλειστικά λευκό και χριστιανικό.
Syncrude's Mildred Lake, Alberta, Καναδάς |
Το «πετρέλαιο» αντιπροσωπεύει μια ολόκληρη κοσμοαντίληψη
Μολονότι αυτοί οι παίκτες και δυνάμεις χρηματοδοτούνται με πετροδολάρια, είναι σημαντικό να συνειδητοποιήσουμε ότι, εδώ, το «πετρέλαιο» αντιπροσωπεύει επίσης μια ολόκληρη κοσμοαντίληψη, μια κοσμολογία στενά συνυφασμένη με τις ιδέες του Manifest Destiny [3] και με τα κατακτητικά δόγματα μιας εποχής ένδοξων «ανακαλύψεων» (Doctrine of Discovery). Η κοσμολογία αυτή υποτάσσει τόσο την ανθρώπινη όσο και την μη ανθρώπινη ζωή σε μια άκαμπτη ιεραρχία, στην κορυφή της οποίας βρίσκονται οι λευκοί χριστιανοί άνδρες. Σ’ αυτό το πλαίσιο, το «πετρέλαιο» συμβολίζει μια εξορυκτική νοοτροπία, η οποία όχι μόνον πιστεύει στο δοσμένο από τον Θεό δικαίωμα να συνεχίζεται η εξόρυξη ορυκτών καυσίμων, αλλά και νομίζει πως έχει κάθε δικαίωμα να αρπάζει ό,τι επιθυμεί εις το διηνεκές, αφήνοντας στο πέρασμά της μολυσμένη γη· και ποτέ να μη κοιτάζει πίσω της.
Γι’ αυτό τον λόγο, η ταχέως εξελισσόμενη κλιματική κρίση δεν αντιπροσωπεύει απλά και μόνον μια οικονομική απειλή για τους ανθρώπους που δραστηριοποιούνται στις βιομηχανίες εξόρυξης, επεξεργασίας και διακίνησης ορυκτών καυσίμων, αλλά ταυτόχρονα είναι μια κοσμολογική πρόκληση για όλους όσοι ασπάζονται την εν λόγω κοσμοαντίληψη. Γιατί, άς σκεφτούμε, τί σημαίνει στην πραγματικότητα «κλιματική αλλαγή»; Δεν είναι η ίδια η Γη αυτή που μας λέει ότι τίποτε δεν δίδεται δωρεάν, ότι η εποχή της «κυριαρχίας» του (λευκού, ανδρικού φύλου) ανθρώπου έχει τελειώσει, ότι δεν υπάρχει δρόμος μονής κατεύθυνσης η ροή του οποίου εξασφαλίζει να παίρνουμε μόνον; Δεν μας λέει ότι κάθε δράση συνοδεύεται από αντίδραση; Αυτοί οι αιώνες εκσκαφών, γεωτρήσεων και διασκόρπισης αποβλήτων σε όλη τη Γή, απελευθέρωσαν δυνάμεις που κάνουν τώρα ακόμη και τις πιο στιβαρές δομές που δημιούργησαν οι βιομηχανικές κοινωνίες μας – παράκτιες πόλεις, αυτοκινητοδρόμους, θαλάσσιες εξέδρες εξόρυξης πετρελαίου –, φανερά ευάλωτες και εύθραυστες. Όμως η εξορυκτική νοοτροπία δεν μπορεί να το δεχτεί αυτό.
Δεδομένων των κοινών κοσμολογιών που συμμερίζονται, δεν πρέπει να προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι, παρά τις αταίριαστες θέσεις τους στη γεωγραφία του κόσμου και παρά τις εντελώς διαφορετικές περιστάσεις της δράσης τους, ο Πούτιν, ο Τραμπ και οι Καναδοί φορτηγατζήδες των Freedom Convoys είναι «ομοϊδεάτες και συνεταίροι», σε βαθμό που εκπλήττει. Ο Τραμπ επαίνεσε το - καθώς το αποκάλεσε - «ειρηνικό κίνημα πατριωτών φορτηγατζήδων, εργαζομένων και οικογενειών του Καναδά, που απαιτούν τα πιο βασικά δικαιώματα και τις ελευθερίες τους». Ο παρουσιαστής του Fox News, Tucker Carlson και ο γνωστός μας Στιβ Μπάνον (Steve Bannon) επικρότησαν τον Πούτιν, ενώ οι Καναδοί φορτηγατζήδες επιδείκνυαν τα α λα Τραμπ καπέλα τους Make America Great Again. Ο Randy Hillier, βουλευτής του Οντάριο που ήταν από τους πιο ένθερμους υποστηρικτές των Convoys, έγραψε στο Twitter ότι «πολύ περισσότεροι άνθρωποι πέθαναν και θα πεθάνουν από αυτόν τον πυροβολισμό (εννοούσε τα εμβόλια πρόληψης του Covid) παρά στον πόλεμο Ρωσίας/Ουκρανίας». Και τί να πεί κανείς για εκείνο το εστιατόριο στο Οντάριο, που πρόσθεσε στον κατάλογο με τις σπεσιαλιτέ της ημέρας την ανακοίνωση ότι ο Πούτιν δεν «καταλαμβάνει την Ουκρανία» αλλά υψώνει το ανάστημά του ενάντια στη «Μεγάλη Επανεκκίνηση» («Great Reset»), ενάντια στους Σατανιστές και «ενάντια στην υποδούλωση της ανθρωπότητας»;
Σε μια πρώτη ματιά, αυτές οι συμμαχίες φαίνονται εντελώς παράλογες, παράταιρες και απίθανες. Αλλά μετά από μια πιο προσεκτική εξέταση, γίνεται σαφές ότι οι συμμαχούντες συμμερίζονται μια κοινή και πολύ συγκεκριμένη αίσθηση του χρόνου. Μια αίσθηση που προσκολλάται σε μια εξιδανικευμένη εκδοχή του παρελθόντος και αρνείται επίμονα να αντιμετωπίσει τις άβολες αλήθειες για το μέλλον.
Έχουν και ένα άλλο κοινό χαρακτηριστικό: Τους αρέσει να ασκούν ωμή βία· και το απολαμβάνουν: Υπερφορτηγά εναντίον πεζών, η θορυβώδης τύρβη του μηχανικού κόσμου εναντίον της στοχαστικής ανάλυσης των ερευνητικών εκθέσεων, πυρηνικά οπλοστάσια εναντίον πολυβόλων. Η ζύμωση που παράγει αυτό το δυναμικό βίαιης ενεργητικότητας, αναβράζει σήμερα σε πολλές και πολύ διαφορετικές σφαίρες, εξαπολύει πολέμους, επιτίθεται σε κυβερνητικά κτίρια και τολμά να απειλεί το αναπνευστικό και κυκλοφοριακό σύστημα που εξασφαλίζουν τη ζωή στον πλανήτη μας. Αυτή τη νοοτροπία, αυτό το ήθος, το βρίσκουμε ως γενεσιουργό αίτιο στις ρίζες πάμπολλων κρίσεων της δημοκρατίας, πάμπολλων γεωπολιτικών κρίσεων και πάνω απ’ όλα της κλιματικής κρίσης: Πρόκειται για μια εμμονική προσκόλληση σε ένα τοξικό παρελθόν, για νοοτροπία που δεν έχει κανένα δισταγμό να ασκεί βία, και για άκαμπτη άρνηση συμμετοχής σε ένα μέλλον με πιο στενές διασυνδέσεις και αλληλεξαρτήσεις, που θα σέβονται τα όρια αντοχής του ανθρώπου και του πλανήτη. Είναι, στην πιο καθαρή του μορφή, αυτό που περιέγραφε συχνά η πρόσφατα αποθανούσα συγγραφέας και μελετήτρια της λογοτεχνίας Gloria Jean Watkins [λογοτεχνικό ψευδώνυμο Βell Ηooks] ως «ιμπεριαλιστική-καπιταλιστική πατριαρχία υπό το πρόσημο της White Supremacy [υπεροχής των λευκών]». Το διατύπωσε με τέτοιο αδρό τρόπο, γιατί, μερικές φορές, αν θέλεις να φωτογραφήσεις εύστοχα ποιά πραγματική κατάσταση επικρατεί γύρω μας, πρέπει να χρησιμοποιήσεις και εκείνους τους φακούς που πιάνουν τα πιο αδρά χαρακτηριστικά του κόσμου τούτου.
Αναμφίβολα, το πιο επείγον καθήκον αυτή τη στιγμή είναι να ασκηθεί αρκετή πίεση στον Πούτιν, ώστε να καταλάβει ότι η εγκληματική του εισβολή στην Ουκρανία, εάν τη συνεχίσει, είναι πολύ επικίνδυνη γι’ αυτόν τον ίδιο. Αλλά αυτό είναι μόνον η αρχή. «Υπάρχει μόνον ένα παράθυρο του χρόνου πολύ σύντομης διάρκειας, που κλείνει γρήγορα, που μας δίνει την ευκαιρία να διασφαλίσουμε ένα βιώσιμο μέλλον στον πλανήτη», δήλωσε ο Hans-Otto Pörtner, συμπρόεδρος της ομάδας εργασίας IPCC που έχει την ευθύνη για την προαναφερθείσα έκθεση-ορόσημο.[4] Εάν υπάρχει κάποιο ενοποιητικό πολιτικό καθήκον στην εποχή μας, τότε αυτό θα ’πρεπε να είναι μια απάντηση περιεκτική και ευρείας κλίμακας για να αντιμετωπισθεί τούτη η μεγάλη πυρκαγιά τοξικής νοσταλγίας που κατατρώει τεράστιες εκτάσεις των κοινωνιών. Και στο βαθμό που ζούμε στον συγκεκριμένο σύγχρονο κόσμο, η αρχή του οποίου σημαδεύτηκε με γενοκτονίες και με απαλλοτριώσεις, αυτό το καθήκον απαιτεί να οραματισθούμε ένα μέλλον που δεν έχει προηγούμενο πίσω του.
Με ελάχιστες εξαιρέσεις, δεν υπάρχουν πουθενά στις χώρες μας πολιτικές ηγεσίες που θα μπορούσαν να ανταποκριθούν επάξια σ’ αυτήν την πρόκληση. Ο Πούτιν και ο Τραμπ είναι νοσταλγοί στραμμένοι στο παρελθόν και βρίσκουν μπόλικη συντροφιά στη σκληρή Δεξιά. Ο Jair Bolsonaro κατάφερε να εκλεγεί επειδή ξύπνησε νοσταλγικές αναμνήσεις από την εποχή της στρατιωτικής διακυβέρνησης στη Βραζιλία. Και οι Φιλιππίνες δείχνουν ανησυχητικά έτοιμες να εκλέξουν τον Ferdinand Marcos Jr. ως τον επόμενο πρόεδρό τους, τον γιο του ομώνυμου δικτάτορα που λεηλάτησε και τρομοκράτησε τη χώρα του στις δεκαετίες του 1970 και του 1980. Όμως αυτή η κρίση δεν προέρχεται μόνον από τα ακροδεξιά. Πολλοί από τους επιφανείς φιλελεύθερους είναι και αυτοί μορφές πολιτικών εμμονικά προσκολλημένες σε νοσταλγίες. Δεν έχουν τίποτε άλλο να προσφέρουν ως αντίδοτο στον αχαλίνωτο φασισμό παρά μόνον ξαναζεσταμένα πιάτα νεοφιλελευθερισμού· άλλωστε, οι ίδιοι συμμαχούν ανοιχτά με ληστρικά εταιρικά συμφέροντα (από τις μεγάλες φαρμακευτικές βιομηχανίες έως τις ισχυρές εμπορικές τράπεζες) που έχουν καταβαραθρώσει το βιοτικό επίπεδο εκτεταμένων κοινωνικών στρωμάτων.
Ο Τζο Μπάιντεν οφείλει την εκλογή του στην καθησυχαστική υπόσχεση για επιστροφή στην πριν-τον-Τραμπ-κανονικότητα, παρόλο που εκείνη είναι που έθρεψε τον Τραμπισμό και του άνοιξε το δρόμο προς την εξουσία. Ο Τζάστιν Τριντό είναι μια από τα ίδια, σε πιο νεαρή εκδοχή: Ο λόγος του ακούγεται σαν υπόκωφη ηχώ που ανακαλεί στη μνήμη τον πατέρα του, τον αείμνηστο πρωθυπουργό του Καναδά Πιερ Έλιοτ Τριντό, αλλά «σε οικονομική συσκευασία». Το 2015, η πρώτη δήλωση του Τριντό Τζούνιορ στην παγκόσμια σκηνή ήταν «ο Καναδάς επέστρεψε». Η αντίστοιχη δήλωση του Τζο Μπάιντεν, πέντε χρόνια αργότερα, ήταν: «Η Αμερική επέστρεψε και είναι έτοιμη να ηγηθεί του κόσμου».
Δεν θα νικήσουμε τις δυνάμεις της τοξικής νοσταλγίας με τέτοιες μικρές δόσεις μιας νοσταλγίας ελάχιστα λιγότερο τοξικής. Το να «επιστρέφεις» δεν αρκεί, γιατί αυτό που χρειαζόμαστε απεγνωσμένα είναι το νέο. Υπάρχουν όμως και καλά νέα: Τώρα πια ξέρουμε πώς είναι το να αγωνίζεσαι ταυτόχρονα και εξίσου μαχητικά ενάντια στις δυνάμεις που εξαπολύουν την αυτοκρατορική επιθετικότητα, ενάντια στον ακροδεξιό ψευδολαϊκισμό και ενάντια στην κλιματική καταστροφή. Αυτό το εγχείρημα μοιάζει πάρα πολύ με μια Πράσινη Νέα Συμφωνία (Green New Deal), με μια πολιτική πρόταση - πλαίσιο για να απαλλαγούμε από τα ορυκτά καύσιμα επενδύοντας σε θέσεις εργασίας που στηρίζουν την οικογένεια, που έχουν συνδικαλιστική κάλυψη και που προσφέρουν έργο με ουσιαστικό περιεχόμενο, όπως είναι, π.χ., η οικοδόμηση φιλικών προς το περιβάλλον και οικονομικά προσιτών κατοικιών, αλλά και καλών σχολείων, ξεκινώντας πρώτα από τις πιο συστηματικά παραμελημένες κοινότητες με υποβαθμισμένο και ρυπασμένο περιβάλλον. Αυτό απαιτεί αφενός απομάκρυνση από τη φαντασίωση της απεριόριστης ποσοτικής μεγέθυνσης και αφετέρου επένδυση και ενεργητική στροφή προς την εργασία που μεριμνά, επανορθώνει και αποκαθιστά.
Το Green New Deal - ή αλλιώς Red, Black and Green New Deal (RBGND)[5] – είναι η πιο ελπιδοφόρα πολιτική επιλογή για να δημιουργήσουμε έναν ανθεκτικό συνασπισμό της τάξης των εργαζομένων, ανεξάρτητα από εθνική και φυλετική καταγωγή, που θα έχει ως βάση αυτά που ενώνουν και όχι αυτά που χωρίζουν. Συμβαίνει επίσης να είναι ο καλύτερος τρόπος για να κόψουμε τις ροές των πετροδολαρίων, που πάνε τώρα σε ανθρώπους σαν τον Πούτιν, επειδή οι πράσινες οικονομίες, οι απεξαρτημένες από τον εθισμό της χωρίς τέλος οικονομικής μεγέθυνσης, δεν θα έχουν την ανάγκη να κάνουν εισαγωγές πετρελαίου και φυσικού αερίου. Με αυτόν τον τρόπο, μπορούμε επίσης να κόψουμε την παροχή οξυγόνου στον ψευδολαϊκισμό τύπου Τραμπ/Κάρλσον/Μπάνον, ο οποίος κερδίζει έδαφος επειδή αυτοί οι άνθρωποι ξέρουν πολύ καλύτερα από τους Αμερικανούς Δημοκρατικούς πώς να διοχετεύουν στον δικό τους μύλο το ρεύμα της οργής που στρέφεται εναντίον των ελίτ του Νταβός – πόσο μάλλον όταν οι περισσότεροι από τους ηγέτες του Δημοκρατικού Κόμματος των ΗΠΑ ανήκουν και οι ίδιοι σ’ αυτές τις ελίτ.
Η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία υπογραμμίζει το πόσο επείγων είναι ο τέτοιος Πράσινος μετασχηματισμός, αλλά επίσης μας θέτει μπροστά σε νέες προκλήσεις. Ήδη πριν ξεκινήσει η εισβολή των ρωσικών τανκς, ακούγαμε ότι ο καλύτερος τρόπος για να σταματήσουμε την επιθετικότητα του Πούτιν ήταν να αυξηθεί η παραγωγή ορυκτών καυσίμων στη Βόρεια Αμερική. Αμέσως μετά την έναρξη της εισβολής, μέσα σε λίγες ώρες, πολιτικοί της Δεξιάς και υπέρμαχοι της οικονομικής δραστηριότητας περί τα ορυκτά καύσιμα ξανάφεραν επίμονα στο τραπέζι όλα εκείνα τα εγχειρήματα που απειλούν να ρίξουν και άλλες εμπρηστικές βόμβες για να δυναμώσει η φωτιά που κατακαίει τον πλανήτη. Πρόκειται για εγχειρήματα που είχε καταφέρει να εμποδίσει την περασμένη δεκαετία το κίνημα για την κλιματική δικαιοσύνη. Κάθε ακυρωμένος σχεδιασμός για νέο αγωγό πετρελαίου, κάθε ματαιωμένη πρόταση για τερματικούς σταθμούς υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG), κάθε απαγορευμένο σχέδιο εξόρυξης φυσικού αερίου με τη μέθοδο Fracking από κοίτασμα που βρίσκεται σε περιοχή περιβαλλοντικής προστασίας, κάθε όνειρο για εξόρυξη πετρελαίου ή αερίου από την Αρκτική, ζωντάνεψε πάλι. Εφόσον ο Πούτιν χρηματοδοτεί την πολεμική του μηχανή με πετροδολάρια, η λύση - όπως μας λένε - είναι να κάνουμε γεωτρήσεις, να αντλούμε φυσικό αέριο με Fracking και να εξάγουμε πιο πολύ δικό μας πετρέλαιο και αέριο.
Η προσωρινή, βραχυπρόθεσμη επιστροφή στα ορυκτά καύσιμα δεν είναι ρεαλιστική επιλογή
Όλα αυτά είναι μια παρωδία καπιταλισμού της καταστροφής, του είδους στο οποίο έχω αναφερθεί πολλές φορές μέχρι τώρα. Γιατί, πρώτον, όσο παρατείνεται το ισχύον ενεργειακό μοντέλο, η Κίνα θα συνεχίσει να προτιμά την αγορά ρωσικών ορυκτών καυσίμων, ανεξάρτητα από το τι θα κάνουμε εμείς με τα σχιστολιθικά κοιτάσματα αερίου στον σχηματισμό Marcellus στα Αππαλάχια, ή με τα πισσώδη αμμολιθικά κοιτάσματα της Αλμπέρτα. Δεύτερον, οι ιδέες για την εξέλιξη μέσα στον χρόνο (timeline) αυτού του σχεδίου είναι καθαρές φαντασιώσεις. Η προσωρινή, βραχυπρόθεσμη επιστροφή στα ορυκτά καύσιμα δεν είναι ρεαλιστική επιλογή. Οποιοδήποτε έργο ξεκινήσει τώρα, ως μέσο για να ξεπεραστεί η εξάρτηση από το ρωσικό αέριο, πετρέλαιο ή άνθρακα, θα χρειαστεί χρόνια για να έχει ουσιαστικό αντίκτυπο και να φέρει πραγματική απεξάρτηση. Και για να έχει νόημα από οικονομική άποψη, δηλαδή για να αποφέρουν κέρδος τα χρήματα που θα επενδυθούν σ’ αυτό, πρέπει το έργο να συνεχίσει να λειτουργεί για πολλές δεκαετίες, αγνοώντας τις όλο και πιο δραματικές προειδοποιήσεις που μας απευθύνει η επιστημονική κοινότητα.
Φυσικά, η πίεση για νέα εγχειρήματα εκμετάλλευσης ορυκτών καυσίμων στη Βόρεια Αμερική, στην πραγματικότητα δεν έχει καμιά σχέση με παροχή βοήθειας προς την Ουκρανία, ούτε με την αποδυνάμωση του Πούτιν. Η πραγματική αιτία για την ξαφνική επανεμφάνιση όλων αυτών των παλιών ονείρων με αγωγούς και με γεωτρύπανα είναι κραυγαλέα πεζή και πολύ πιο κυνική: Αυτός ο πόλεμος, μέσα σε χρόνο μηδέν, έκανε τούτα τα όνειρα να υπόσχονται πολύ πιο μεγάλη κερδοφορία. Την πρώτη εβδομάδα της εισβολής της Ρωσίας στην Ουκρανία, η τιμή αναφοράς του πετρελαίου στην Ευρώπη – δηλαδή η τιμή του αργού πετρελαίου Brent - εκτοξεύθηκε στα 105 δολάρια το βαρέλι, μια τιμή που είχαμε να την δούμε από το 2014. Και ακόμη κυμαίνεται συνεχώς σε επίπεδα πάνω από τα 100 δολάρια το βαρέλι, δηλαδή διπλάσια από την τιμή στο τέλος του 2020. Οι τράπεζες και οι εταιρείες ενέργειας ήδη στοιχηματίζουν για το ποιοί θα επωφεληθούν περισσότερο από αυτό το ράλι τιμών. Θα είναι άραγε το Τέξας; Θα είναι η Πενσυλβάνια; Ή θα είναι η Αλμπέρτα; Και όπως ο Πούτιν αποφάσισε να επανασχεδιάσει τον μεταψυχροπολεμικό χάρτη της Ανατολικής Ευρώπης, έτσι και αυτό το παιχνίδι ανταγωνισμού ισχύος εντός του τομέα των ορυκτών καυσίμων, στοχεύει στην αλλαγή του δικού του ενεργειακού χάρτη.
Το κίνημα για την κλιματική δικαιοσύνη έχει κερδίσει μερικές εξαιρετικά σημαντικές μάχες την τελευταία δεκαετία. Κατάφερε να επιβάλει απαγορεύσεις εξόρυξης αερίου με τη μέθοδο fracking σε ομόσπονδες Πολιτείες των ΗΠΑ, σε επαρχίες παντού στον κόσμο και σε ολόκληρες χώρες. Τεράστια έργα αγωγών όπως του Keystone XL [στη Β. και Ν. Ντακότα] παρεμποδίστηκαν και σταμάτησαν. Το ίδιο ισχύει για πολλούς τερματικούς σταθμούς και για διάφορα σχέδια γεωτρήσεων σε κοιτάσματα της Αρκτικής. Η ηγεσία των γηγενών Αμερικανικών πληθυσμών έπαιξε κεντρικό ρόλο σε όλους σχεδόν αυτούς τους αγώνες. Είναι αξιοσημείωτο και κάτι άλλο: Χάρις σε μια δεκαετία επίμονων και καλά οργανωμένων εκστρατειών με στόχο την αποεπένδυση κεφαλαίων από τον τομέα των ορυκτών καυσίμων, περισσότεροι από 1.500 οργανισμοί διαχείρισης χαρτοφυλακίων που ανήκουν σε ιδρύματα και σε συνταξιοδοτικά ταμεία έχουν αποσύρει κεφάλαιά τους που ήταν επενδυμένα σε μετοχικά μερίδια εταιριών ορυκτών καυσίμων. Η συνολική αξία των τέτοιων αποεπενδύσεων ανέρχεται μέχρι σήμερα σε περίπου 40 δισεκατομμύρια δολάρια ΗΠΑ.
Ωστόσο, αυτή η επιτυχία τροφοδοτήθηκε από έναν παράγοντα που τα κινήματα μας συχνά παραβλέπουν: Από τότε που η τιμή του πετρελαίου έπεσε κατακόρυφα το 2015, ο κλάδος της οικονομίας εναντίον του οποίου αγωνιζόμαστε, βρέθηκε προσωρινά με ένα σοβαρό αγωνιστικό μειονέκτημα. Ήταν σαν να πάλευε εναντίον μας με το ένα χέρι του δεμένο πίσω από την πλάτη του. Τα πιο προσιτά και φθηνότερα στην εκμετάλλευση κοιτάσματα πετρελαίου και φυσικού αερίου στη Βόρεια Αμερική έχουν σε μεγάλο βαθμό εξαντληθεί. Έτσι οι πιο κρίσιμες και σκληρές μάχες αφορούσαν κυρίως απόπειρες εξόρυξης ορυκτών καυσίμων από μη συμβατικές πηγές, η εκμετάλλευση των οποίων κοστίζει πιο πολύ: Εξορύξεις από κοιτάσματα ορυκτών καυσίμων παγιδευμένα σε ιζηματογενή σχιστολιθικά shale πετρώματα ή σε ωκεάνια βάθη κάτω από τον πυθμένα της θάλασσας ή κάτω από τους πάγους της Αρκτικής ή στις μεταξύ στερεάς και ρευστής κατάστασης λάσπες sludge από πίσσα και άμμο της Αλμπέρτα, στον Καναδά. Πολλές απ’ αυτές τις νέες οριακές πηγές πετρελαίου και φυσικού αερίου είχαν γίνει κερδοφόρες για πρώτη φορά μόνον όταν οι τιμές του πετρελαίου εκτοξεύτηκαν στα ύψη μετά την εισβολή των ΗΠΑ στο Ιράκ το 2003. Τότε, ξαφνικά, αντισυμβατικά εγχειρήματα εξόρυξης, όπως με γεωτρήσεις κάτω από μεγάλα ωκεάνεια βάθη ή με μετατροπή των λασπωδών κοιτασμάτων πίσσας της Αλμπέρτα σε διυλίσιμο αργό πετρέλαιο, απέκτησαν οικονομικό νόημα, δηλαδή άρχισαν να διαφαίνονται προοπτικές κερδοφορίας με το να επενδυθούν πολλά δισεκατομμύρια δολάρια στην εκμετάλλευση τέτοιων προβληματικών πηγών ενέργειας. Ακολούθησαν δέκα χρυσά χρόνια για τον οικονομικό τομέα των ορυκτών καυσίμων: Βaghdad burns, Calgary booms. Οι «Financial Times», αναφερόμενοι στην φρενίτιδα για εξόρυξη πίσσας από τις άμμους της Αλμπέρτα, την αποκάλεσαν ως «τη μεγαλύτερη έκρηξη στην εκμετάλλευση φυσικών πόρων της Βόρειας Αμερικής μετά την Εποχή της Χρυσοθηρίας, τον “Πυρετό του Χρυσού” (“Gold Rush”) στο Klondike», λίγο πριν το έτος 1900.
Ωστόσο, μόλις οι τιμές του πετρελαίου έπεσαν κατακόρυφα το 2015, η αποφασιστικότητα του κλάδου να συνεχίσει να αναπτύσσεται με αυτόν τον φρενήρη ρυθμό άρχισε να παραπαίει. Σε ορισμένες περιπτώσεις, οι επενδυτές φοβήθηκαν ότι δεν θα μπορούσαν ούτε καν να ανακτήσουν το κεφάλαιο που είχαν επενδύσει. Μερικοί πετρελαϊκοί γίγαντες αποσύρθηκαν από την Αρκτική και από τα πισσώδεις αμμολιθικά πετρώματα. Καθώς τα κέρδη και οι τιμές των μετοχών έπεσαν, οι οργανωτές της αποεπένδυσης, δηλαδή της απόσυρσης κεφαλαίων από τον κλάδο των ορυκτών καυσίμων, απέκτησαν ξαφνικά τη δυνατότητα να επιχειρηματολογούν πειστικά ότι η επένδυση σε μετοχικά μερίδια πετρελαίου, φυσικού αερίου και άνθρακα δεν ήταν μόνο ανήθικη, αλλά και μια κάκιστη, ανόητη επένδυση, ακόμη κι αν τη δεις υπό στενά καπιταλιστικό πρίσμα.
Τώρα, η δράση του Πούτιν απελευθέρωσε το χέρι των μεγάλων εταιρειών υδρογονανθράκων που είχε δεθεί πίσω από την πλάτη τους. Το έκανε πάλι γροθιά. Εκεί που ήταν μειονέκτημα, το μετέτρεψε σε ισχυρό όπλο. Έτσι εξηγείται και το πρόσφατο κύμα πολιτικών επιθέσεων κατά του κινήματος που υπερασπίζεται το κλίμα, αλλά και εναντίον των λίγων πολιτικών του Δημοκρατικού Κόμματος των ΗΠΑ που υποστηρίζουν προωθημένες πολιτικές για το κλίμα βασισμένες στην επιστήμη. Ο βουλευτής Τομ Ριντ, Ρεπουμπλικανός από τη Νέα Υόρκη, ισχυρίστηκε πρόσφατα τα εξής: «Οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν αποθέματα ενεργειακών πόρων αρκετά για να πετάξουν τη Ρωσία εντελώς έξω από την αγορά πετρελαίου και φυσικού αερίου. Όμως, εξαιτίας των δεσμών του Προέδρου Μπάιντεν με τους περιβαλλοντικούς εξτρεμιστές του Δημοκρατικού Κόμματος, δεν χρησιμοποιούμε αυτούς τους πόρους».
Όμως αληθεύει το ακριβώς αντίθετο. Εάν οι κυβερνήσεις που διακηρύσσουν και υπόσχονται τα τελευταία 15 χρόνια πολιτικές προς την κατεύθυνση της Πράσινης Νέας Συμφωνίας, τις είχαν πράγματι εφαρμόσει, ο Πούτιν δεν θα μπορούσε να παραβιάσει τόσο κατάφωρα το διεθνές δίκαιο και να περιφρονήσει την παγκόσμια γνώμη όπως κάνει τώρα, έχοντας τη σιγουριά και τη βεβαιότητα ότι θα συνεχίσει να βρίσκει πελάτες για τους όλο και πιο επικερδείς υδρογονάνθρακες του. Η βαθύτερη αιτία της κρίσης που αντιμετωπίζουμε δεν έγκειται στην αποτυχία των κρατών της Βόρειας Αμερικής και της Δυτικής Ευρώπης να επεκτείνουν την δική τους υποδομή ορυκτών καυσίμων τόσο, όσο θα τους επέτρεπε να υποκαταστήσουν το ρωσικό πετρέλαιο και φυσικό αέριο. Στην πραγματικότητα, η κρίση αυτή προέκυψε επειδή όλοι μας - οι Ηνωμένες Πολιτείες, ο Καναδάς, η Γερμανία, η Ιαπωνία - συνεχίζουμε την αλόγιστη και μη βιώσιμη κατανάλωση τεράστιων ποσοτήτων πετρελαίου και φυσικού αερίου, αλλά και ενέργειας γενικά. Τελεία και παύλα.
Τον δρόμο για να βγούμε από αυτήν την κρίση τον ξέρουμε: Ταχεία επέκταση των υποδομών για ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, ηλεκτρική τροφοδοσία των σπιτιών μας με αιολική και ηλιακή ενέργεια, μετάβαση των συστημάτων μεταφοράς στην ηλεκτροκίνηση. Και επειδή οι πηγές ενέργειας όλων των ειδών έχουν περιβαλλοντικό κόστος, πρέπει επίσης να μειώσουμε τη ζήτηση ενέργειας γενικά, μέσω της αύξησης του βαθμού απόδοσης της πρωτογενούς ενέργειας, της ανάπτυξης των δημόσιων μέσων μεταφοράς, αλλά και μέσω της μείωσης της σπατάλης και των αποβλήτων που προκαλεί η υπερκατανάλωση. Όλα αυτά τα λέει το κίνημα για την κλιματική δικαιοσύνη εδώ και δεκαετίες. Το πρόβλημα δεν είναι ότι οι πολιτικές ελίτ δεν αφιέρωσαν επαρκή χρόνο για να ακούσουν αυτούς που [στις ΗΠΑ, άνθρωποι σαν τον προαναφερθέντα Ρεπουμπλικανό βουλευτή] αποκαλούν «περιβαλλοντικούς εξτρεμιστές». Στην πραγματικότητα δεν μας άκουγαν σχεδόν καθόλου.
Τώρα, εν μέσω πολέμου, βρισκόμαστε σε μια παράδοξη κατάσταση, παρατηρούμε αποφάσεις που μοιάζουν να προετοιμάζουν «αρπαχτές» κερδοσκοπικές κινήσεις. Στις 27 Φεβρουαρίου 2022, η βρετανική BP ανακοίνωσε ότι θα πουλήσει το μερίδιο του 20 % των μετοχών του ρωσικού πετρελαϊκού γίγαντα Rosneft που είχε στην κατοχή της. Και άλλες εταιρείες ακολουθούν το παράδειγμα της. Αυτό μπορεί να είναι καλό νέο για την Ουκρανία, γιατί η πίεση στον πιο κρίσιμο οικονομικό τομέα της ρωσικής οικονομίας αναμφίβολα θα βάλει σε σκέψεις τον Πούτιν. Ωστόσο, θα πρέπει επίσης να γνωρίζουμε ότι η BP ίσως το κάνει αυτό απλά και μόνον επειδή σκοπεύει να εκμεταλλευτεί πλήρως τις δυνατότητες που της δίνει η φρενίτιδα πετρελαίου και φυσικού αερίου στη Βόρεια Αμερική (την οποία πυροδότησαν οι υψηλές τιμές), δηλαδή θέλει να μετακινήσει κεφάλαια αλλού. «Η BP συνεχίζει να εμπιστεύεται την ευελιξία και την ανθεκτικότητα του χρηματοοικονομικού της πλαισίου», αναφέρει στο δελτίο τύπου για την πώληση των μετοχών της Rosneft, προκειμένου να καθησυχάσει τους παρατηρητές της αγοράς. Είναι επίσης σημαντικό ότι η ανακοίνωση της BP έγινε μόνον λίγες ώρες μετά την ανακοίνωση του Γερμανού καγκελάριου Όλαφ Σολτς ότι η χώρα του θα κατασκευάσει δύο νέους [πλωτούς] τερματικούς σταθμούς υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG), μια ενέργεια που παρατείνει την εξάρτηση από τα ορυκτά καύσιμα εν μέσω κατάστασης κλιματικής έκτακτης ανάγκης. Το γερμανικό κίνημα προστασίας του περιβάλλοντος ήταν εδώ και καιρό αντίθετο στη δημιουργία τερματικών σταθμών LNG, αλλά τώρα, υπό τις συνθήκες που δημιούργησε ο πόλεμος, η περαιτέρω αντίστασή του κατέστη αδύνατη. Μετά την εγκατάλειψη του αγωγού Nord Stream 2, οι τερματικοί σταθμοί υγροποιημένου φυσικού αερίου παρουσιάζονται ως ο μόνος τρόπος για να αντικατασταθεί το αέριο που δεν θα ρεύσει μέσω αυτού του αγωγού τράνζιτ μεταξύ Ρωσίας και Γερμανίας, ο οποίος κατασκευάστηκε προσφάτως στον πυθμένα της Βαλτικής Θάλασσας. Σύμφωνα με τα λόγια του Eric Reguly - προϊσταμένου του γραφείου της Globe and Mail's Europe - η απόφαση για εγκατάλειψη του Nord Stream 2 μετέτρεψε ένα υπερσύγχρονο κομμάτι υποδομής ορυκτών καυσίμων σε «μια τρύπα κάτω από το νερό, σε υποθαλάσσια στοά-σπήλαιο που κατέρρευσε θάβοντας 11 δισεκατομμύρια δολάρια».
Ωστόσο, εκτός από σχέδια εκμετάλλευσης ορυκτών καυσίμων που είχαν πεθάνει και ξαναζωντανεύουν, συμβαίνουν τώρα και άλλα πράγματα «Διπλασιάζουμε τις προσπάθειές μας και εστιάζουμε όλο και περισσότερο στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Αυτό θα αυξήσει τη στρατηγική ανεξαρτησία της Ευρώπης στην ενέργεια», ανακοίνωσε η Ursula von der Leyen, Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, λίγες μέρες πριν αρχίσει η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία.[6]
Βλέποντας αυτά τα πιόνια να μετακινούνται σαν τρελά πάνω στη γεωπολιτική σκακιέρα μέσα σε λίγες μέρες, ταυτόχρονα με ένα κύμα δραματικών κυρώσεων εναντίον ρωσικών τραπεζών και αεροπορικών εταιρειών, προκύπτει πλήθος λόγων για να ανησυχούμε και να φοβόμαστε – ακόμη και μια επανάληψη της παλιάς γνώριμης συνταγής, με μέτρα που τιμωρούν τους φτωχούς για τα εγκλήματα των πλουσίων. Υπάρχουν όμως και ακτίνες φωτός που προκαλούν αισιοδοξία. Το πιο ενθαρρυντικό δεν είναι η ουσία της Α ή Β μεμονωμένης κίνησης ή πολιτικής απόφασης, αλλά η ταχύτητα και η αποφασιστικότητα με την οποία λαμβάνονται τώρα οι αποφάσεις. Η απάντηση στην εισβολή της Ρωσίας πρέπει να μας υπενθυμίσει πάλι αυτό που έγινε φανερό στους πρώτους μήνες της πανδημίας Covid: Παρά την πολυπλοκότητα των χρηματοοικονομικών και ενεργειακών μας συστημάτων, αποδεικνύεται ότι στην πραγματικότητα, ακόμη και αυτά μπορούν να μεταμορφωθούν μέσω επιλογών και αποφάσεων κοινών θνητών.
Η κλιματική αλλαγή και ο πόλεμος στην Ουκρανία έχουν τις ίδιες ρίζες
Αξίζει να σταματήσουμε εδώ και να εξετάσουμε ορισμένες από τις συνέπειες. Εάν η Γερμανία μπορεί να εγκαταλείψει έναν αγωγό για την κατασκευή του οποίου δαπανήθηκαν 11 δισεκατομμύρια δολάρια, επειδή ξαφνικά κρίνεται εγχείρημα πολιτικά ανήθικο (κάτι που ήταν πάντα), τότε οποιαδήποτε υποδομή ορυκτών καυσίμων που παραβιάζει το δικαίωμά μας για κλιματική σταθερότητα πρέπει επίσης να τεθεί υπό συζήτηση με ανάλογους όρους. Και εφόσον η BP μπορεί να παραιτηθεί από μερίδιο 20 % στο μετοχολόγιο ενός ρωσικού πετρελαϊκού γίγαντα, τότε ποια επένδυση είναι τόσο απαραίτητη ώστε είναι αδύνατο να εγκαταλειφθεί, εάν η επένδυση αυτή συμβάλλει στην καταστροφή ενός κατοικήσιμου πλανήτη; Και αφού μέσα σε ελάχιστο χρόνο μπορεί να ρεύσει το δημόσιο χρήμα για την κατασκευή τερματικών σταθμών υγροποιημένου αερίου, τότε σίγουρα δεν είναι πολύ αργά για να διεκδικήσουμε πολύ περισσότερη ηλιακή και αιολική ενέργεια.
Όπως έγραψε πρόσφατα ο Bill McKibben στο εξαιρετικό ενημερωτικό δελτίο του, ο Μπάιντεν θα μπορούσε να συνεισφέρει σ’ αυτόν τον μετασχηματισμό, εάν χρησιμοποιήσει μια εξουσία που έχει μόνον σε περιόδους έκτακτης ανάγκης, τον αμερικανικό Νόμο για την Παραγωγή Αμυντικού Εξοπλισμού (Defense Production Act), προκειμένου να παραχθεί από τη βιομηχανία των ΗΠΑ μεγάλος αριθμός ηλεκτρικών αντλιών θερμότητας και να αποσταλεί στην Ευρώπη.[7] Αυτό θα μπορούσε να μειώσει τις οδυνηρές συνέπειες της μη χρήσης ρωσικού φυσικού αερίου. Τέτοιο είδος δημιουργικού πνεύματος χρειαζόμαστε τούτες τις στιγμές. Εάν χρειάζεται να δημιουργήσουμε νέες ενεργειακές υποδομές - και πρέπει να το κάνουμε – ασφαλώς αυτές πρέπει να είναι υποδομές του μέλλοντος, όχι πιο πολλή τοξική νοσταλγία.
Η οδυνηρή στιγμή που βιώνουμε τώρα έχει πολλά μαθήματα να μας δώσει: Για το πόσο επικίνδυνο είναι να αφήνουμε τα πυρηνικά όπλα να διαδίδονται και πολλαπλασιάζονται ανεξέλεγκτα. Για το πόσο μυωπικό είναι το να ταπεινώνεις μέχρις εξευτελισμού μια πρώην υπερδύναμη. Για τα τραγελαφικά διπλά κριτήρια που χρησιμοποιούν δυτικά μέσα ενημέρωσης όταν κρίνουν ποιες χώρες επιτρέπεται να καταληφθούν στρατιωτικά και ποιες ανθρώπινες ζωές είναι αναλώσιμες. Για το ποιες εξαναγκασμένες μεταναστευτικές κινήσεις αντιμετωπίζονται ως κρίσεις των πληθυσμών που μετακινούνται και ποιες ως κρίσεις των χωρών στις οποίες οι μετακινούμενοι αναζητούν καταφύγιο. Για την προθυμία απλών ανθρώπων να πολεμήσουν για τη χώρα τους - και πώς αυτός ο αγώνας τους για αυτοπροσδιορισμό και εδαφική ακεραιότητα δοξάζεται ως ηρωισμός από κάποιους και στιγματίζεται ως τρομοκρατική δραστηριότητα από άλλους. Όλα αυτά είναι μαθήματα που αξίζει να πάρουμε από την αποκαλυπτική ιστορική στιγμή που βιώνουμε τούτη την ώρα. Όμως πρέπει να το μάθουμε και το εξής: Είναι πάντα στο χέρι μας να αλλάξουμε ό,τι στον κόσμο φτιάχτηκε από ανθρώπους· οι άνθρωποι εξακολουθούν να έχουν τη δυνατότητα αυτή όταν τίθεται ζήτημα ζωής και θανάτου – και μάλιστα μπορούν να το κάνουν γρήγορα και αποφασιστικά. Όπως κάναμε πριν από δύο χρόνια, στην αρχή της πανδημίας, βρισκόμαστε για μια ακόμη φορά σε μια τρομακτική αλλά εξαιρετικά εύπλαστη στιγμή της ιστορίας.
Ο πόλεμος αλλάζει δραστικά τον κόσμο μας αλλά το ίδιο συμβαίνει και με την κατάσταση κλιματικής έκτακτης ανάγκης. Τίθεται το εξής ερώτημα: Μπορούμε να συνειδητοποιήσουμε ότι και οι δύο αυτές κρίσεις απαιτούν εξίσου επείγουσα δράση και να δαμάσουμε τούτη τη διπλή κατάσταση έκτακτης ανάγκης; Μπορούμε να δράσουμε ενάντια στην κλιματική καταστροφή με την ίδια αποφασιστικότητα και εξίσου καταλυτικά, όπως δρα κανείς σε καιρό πολέμου, για να ζήσουμε όλοι ασφαλέστερα στις δεκαετίες που έρχονται; Ή, αντίθετα, θα δώσουμε στον πόλεμο την ευκαιρία να ρίξει κι άλλο λάδι στη φωτιά που ήδη καίει τον πλανήτη;[8] Την πρόκληση που τίθεται ενώπιόν μας την περιέγραψε σαφέστατα η Ουκρανή επιστήμονας Σβιτλάνα Κρακόφσκα, μέλος της Διακυβερνητικής Επιτροπής για την Κλιματική Αλλαγή του ΟΗΕ (IPCC) που συνέταξε την τελευταία έκθεση για το κλίμα: «Η ανθρωπογενής κλιματική αλλαγή και ο πόλεμος κατά της Ουκρανίας έχουν την ίδια ρίζα, τα ορυκτά καύσιμα και την εξάρτησή μας από αυτά». Αυτά τα λόγια τα είπε στους συναδέλφους της σε μια τηλεοπτική σύνοδο της Επιτροπής. Και τα είπε ακριβώς την ώρα που ξεκίνησε η επίθεση εναντίον της χώρας της.
Οι
φρικαλεότητες της Ρωσίας στην Ουκρανία
πρέπει να μας υπενθυμίσουν ότι στη ρίζα
σχεδόν κάθε δύναμης που αποσταθεροποιεί
τον πλανήτη μας βρίσκεται η καταστροφική
επιρροή του πετρελαίου και του φυσικού
αερίου. Πώς μπορεί να κάνει τόσο αλαζονική
παλαβομάρα ο
Πούτιν; Χωρίς πετρέλαιο, φυσικό αέριο
και πυρηνικά όπλα δεν θα μπορούσε. Τί
παρακίνησε τα φορτηγά που κατέλαβαν
την Οτάβα για εβδομάδες, παρενοχλούσαν
τους κατοίκους, μόλυναν τον αέρα με τα
καυσαέρια τους και ενέπνεαν μιμητές σ’
όλο τον κόσμο; Μία κυρία από τα ηγετικά
πρόσωπα της κατάληψης εμφανίστηκε ως
κατηγορουμένη στο δικαστήριο φορώντας
ένα μπλουζάκι φούτερ με το σύνθημα «I ♥
Oil and Gas». Ξέρει
ποιοι είναι οι χορηγοί της!
Αρνητές του Covid και αχαλίνωτες φαντασιώσεις
για συνωμοσίες; Και λοιπόν? Από τη στιγμή
που αρνείσαι την ύπαρξη κλιματικής
κρίσης, είναι πανεύκολο να αρνείσαι ότι
υπάρχουν πανδημίες, να αρνείσαι εκλογικά
αποτελέσματα ή και κάθε άλλη αντικειμενική
πραγματικότητα.
Βρισκόμαστε
σε προχωρημένο στάδιο τούτης της
συζήτησης, και πολλά απ’ όσα ειπώθηκαν
εδώ είναι απολύτως ξεκάθαρα σε πολλούς
ανθρώπους. Στην αντιπαραθετική συζήτηση
για δράσεις που θα μετασχηματίσουν το
ενεργειακό μοντέλο του κόσμου μας, το
κίνημα για την κλιματική δικαιοσύνη
έχει όλα τα επιχειρήματα με το μέρος
του. Αυτό που υπάρχει κίνδυνος να χάσουμε
μέσα στη βουή τούτου του πολέμου, είναι
η ψυχραιμία μας. Τίποτε δεν αποσπά τόσο
πολύ την προσοχή από την ουσία, όσο η
ακραία βία, και μάλιστα μια βία που
χρηματοδοτείται δραστικά από την
κατακόρυφη άνοδο της τιμής του πετρελαίου.
Για να μη χάσουμε την ψυχραιμία μας,
καλό είναι να πάρουμε έμπνευση από τα
λόγια της Σβιτλάνα Κρακόφσκα:
«Εμείς στην Ουκρανία δεν θα παραδοθούμε,
δεν θα εγκαταλείψουμε τον αγώνα. Και
ελπίζουμε ότι ο κόσμος δεν θα εγκαταλείψει
τον αγώνα για τη δημιουργία ενός μέλλοντος
ασφαλούς από κλιματική άποψη ».
Αυτά είπε στη σύνοδο της Επιτροπής που
έγινε τηλεοπτικά και κεκλεισμένων των
θυρών. Και όπως έγινε γνωστό από άλλους
παρόντες, τα λόγια της παρακίνησαν τον
συνάδελφό της που εκπροσωπούσε τη Ρωσία,
να
ζητήσει συγγνώμη
για τις πράξεις της δικής του κυβέρνησης.
Κάτι που ήταν επικίνδυνο για τον ίδιο,
βέβαια. Ήταν μια σύντομη αναλαμπή ενός κόσμου που κοιτάζει μπροστά, όχι
πίσω.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
[1] Ian Austen, How Thousands of Indigenous Children Vanished in Canada, www.nytimes.com, 7 Ιουνίου 2021.
[2] ‘Αρθρα των Susanne Götze και Jürgen Scheffran στο τεύχος 4/2022 των Blätter (σημ. της Σύνταξης των Blätter)
[3] Το Manifest Destiny ήταν μια διαδεδομένη πεποίθηση σε πληθυσμούς της Αμερικής του 19ου αιώνα με καταγωγή από την Ευρωπαϊκή Ήπειρο ότι ήταν θεϊκό καθήκον και πεπρωμένο των Ηνωμένων Πολιτειών να επεκτείνουν την επικράτεια και την επιρροή τους σε όλη τη βορειοαμερικανική ήπειρο.
[4] Η έκθεση του ΟΗΕ για το κλίμα προτρέπει τον κόσμο να προσαρμοστεί τώρα ή να υποφέρει αργότερα, www.cbc.ca, 28 Φεβρουαρίου 2022.
[5] www.redblackgreennewdeal.org
[6] Ομιλία της Προέδρου της ΕΕ Ursula von der Leyen στη Διάσκεψη για την Ασφάλεια του Μονάχου 2022, www.ec.europa.eu, 19 Φεβρουαρίου 2022.
[8] Βλ. Naomi Klein, «Unser Sommer des Feuers und der Fluten» (Ενα καλοκαίρι γεμάτο πυρκαγιές και πλημμύρες - Η κλιματική καταστροφή και το τέλος των ψευδαισθήσεων ότι είμαστε ασφαλείς), Blätter, 9/2021, σελ. 79-84. (σημ. της Σύνταξης των Blätter).
Βιβλία της μεταφρασμένα στα Ελληνικά : http://www.biblionet.gr/author/58048/Naomi_Klein
Ο Πολίτης Άγγελος Ελεφάντης (1936 - 29 Μαΐου 2008)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου