«Η παράλυση μπορεί να ξεπεραστεί μόνον αν τα φιλοευρωπαϊκά κόμματα συνεργαστούν, παραμερίζοντας τα σύνορα των χωρών τους, με καμπάνιες εναντίον της παραποίησης που μετατρέπει τα κοινωνικά ζητήματα σε εθνικά. Το γεγονός ότι δεν γίνεται αντιπαράθεση απόψεων σχετικά με πολιτικές εναλλακτικές λύσεις, ώστε να διαμορφωθεί η κοινή γνώμη μέσα στα εθνικά κράτη, μπορώ να το εξηγήσω μόνον με το φόβο των δημοκρατικών κομμάτων μπροστά στη δύναμη της δεξιάς. Οι συζητήσεις με αντιπαράθεση για την πορεία της Ευρώπης ξεκαθαρίζουν τα πράγματα και δεν υποδαυλίζουν απλά τις αντιπαλότητες, μόνον αν όλες οι πλευρές παραδεχτούν ότι δεν υπάρχουν εναλλακτικές λύσεις χωρίς ρίσκο, ούτε δωρεάν. Αντί να στήνουν λάθος μέτωπα κατά μήκος των εθνικών συνόρων, καθήκον των κομμάτων είναι να διακρίνουν τις κοινωνικές ομάδες που βγήκαν χαμένες ή κερδισμένες, άλλες λίγο, άλλες πολύ περισσότερο, από τη διαχείριση της κρίσης, ανεξάρτητα από την εθνικότητά τους.
Τα ευρωπαϊκά κόμματα της αριστεράς είναι έτοιμα να επαναλάβουν το ιστορικό τους λάθος του 1914. Διστάζουν, φοβούμενα τη μεσαία τάξη που είναι επιρρεπής στο λαϊκισμό της δεξιάς».
Τα ευρωπαϊκά κόμματα της αριστεράς είναι έτοιμα να επαναλάβουν το ιστορικό τους λάθος του 1914. Διστάζουν, φοβούμενα τη μεσαία τάξη που είναι επιρρεπής στο λαϊκισμό της δεξιάς».
(από το άρθρο του Χάμπερμας «Δημοκρατία ή καπιταλισμός; Από την δυστυχία του κατακερματισμού σε εθνικά κράτη σε μια καπιταλιστική ενοποιημένη παγκόσμια κοινωνία» (Μάϊος 2013). Περιέχεται στη συλλογική έκδοση «Η Ευρώπη σε κρίση - Δημοκρατία ή καπιταλισμός;» - μια συνεργασία των εκδόσεων «Blätter für deutsche und internationale Politik» και «Επίκεντρο».
Ως κόμματα της αριστεράς o Χάμπερμας εννοεί εδώ κυρίως τα σημερινά κόμματα της Σοσιαλδημοκρατίας. Το 1914, πολλά σοσιαλιστικά κόμματα στις ευρωπαϊκές χώρες υποστήριξαν τη συμμετοχή στον 1ο Παγκόσμιο Πόλεμο, φοβούμενα μην απομονωθούν από τα λεγόμενα μεσαία στρώματα, μεγάλο μέρος των οποίων υποστήριζε ένθερμα την είσοδο της χώρας τους στον πόλεμο, παρασυρμένο από ψευδο-πατριωτικές πολιτικές.
Μεταξύ παράλυσης και σύγχυσης
μέρος της συνέντευξης μεταφράστηκε στα Ελληνικά και στο «Βήμα», 12.11.2014
Ο Γερμανός φιλόσοφος Έντμουντ Χούσερλ (1859-1938) είχε πει ότι ο μεγαλύτερος κίνδυνος που απειλεί την Ευρώπη ήταν η κόπωση. Είναι αυτό που συμβαίνει τώρα;
Δεν θέλω να κάνω καμμιά σύγκριση μεταξύ των σημερινών πολιτικών γεγονότων στην Ευρώπη και όσων συνέβαιναν στη διάρκεια της ναζιστικής εποχής. Όμως πράγματι, η λέξη «κόπωση» φαίνεται κατάλληλη: τόσο από πολιτική όσο και από οικονομική άποψη, η Ευρωπαϊκή Ένωση, και ιδίως η Ευρωζώνη βυθίζεται σε ένα φαύλο κύκλο προβλημάτων για τα οποία είναι η ίδια υπεύθυνη - και από τις κυβερνήσεις μας λείπει το θάρρος και η φαντασία που οι ίδιες θα ήθελαν να έχουν οι άλλοι. Την περιρρέουσα ατμόσφαιρα της «κόπωσης» που, εδώ και χρόνια μειώνει τον ενθουσιασμό, εγώ θα την χαρακτήριζα ως ένα θανατηφόρο μίγμα παράλυσης και σύγχυσης.
Οι προβεβλημένοι διανοούμενοι στη Γερμανία δεν ενδιαφέρονται πολύ για την Ευρώπη. Τους φαίνεται υπερβολικά περίπλοκο θέμα και όχι ελκυστικό. Προς λύπη μου η Ευρώπη παραμένει ένα ακαδημαϊκό αντικείμενο που περιορίζεται σε ένα στενό κύκλο νομικών, κοινωνικών επιστημόνων και οικονομολόγων.
Όταν η αριστερά επικρίνει τον σχεδιασμό, την ασκούμενη πολιτική και τις περιορισμένες αρμοδιότητες των ευρωπαϊκών θεσμικών οργάνων, εστιάζει την κριτική της στην υπάρχουσα κατανομή των αρμοδιοτήτων μεταξύ των εθνικών κρατών και του ευρωπαϊκού επιπέδου, η οποία έχει ως μόνο αποτέλεσμα το να παγιώνει το νεοφιλελεύθερο μοντέλο. Συμμερίζομαι τις επικρίσεις αυτές. Ωστόσο θεωρώ καταστροφικά απολιτική την αντίδραση πολλών συναδέλφων μου, οι οποίοι ξεκινώντας από μια σωστή διάγνωση, συνιστούν την επιστροφή στην παλαιά κατάσταση των εθνικών κρατών. Όσον αφορά τους πολίτες της Γερμανίας, δεν είμαι πολύ απαισιόδοξος. Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι εξακολουθεί να υπάρχει στη Γερμανία μια πλειοψηφία που μπορεί να κινητοποιηθεί προς φιλοευρωπαϊκή κατεύθυνση, αρκεί να αποφασίσουν οι πολιτικές ελίτ να δείξουν ανάλογη φιλοευρωπαϊκή αποφασιστικότητα. Αλλά με δεδομένο το ρεαλισμό χωρίς προοπτικές που καλλιεργεί η Άνγκελα Μέρκελ, αυτό δεν θα πρέπει να αναμένεται.
Όταν η αριστερά επικρίνει τον σχεδιασμό, την ασκούμενη πολιτική και τις περιορισμένες αρμοδιότητες των ευρωπαϊκών θεσμικών οργάνων, εστιάζει την κριτική της στην υπάρχουσα κατανομή των αρμοδιοτήτων μεταξύ των εθνικών κρατών και του ευρωπαϊκού επιπέδου, η οποία έχει ως μόνο αποτέλεσμα το να παγιώνει το νεοφιλελεύθερο μοντέλο. Συμμερίζομαι τις επικρίσεις αυτές. Ωστόσο θεωρώ καταστροφικά απολιτική την αντίδραση πολλών συναδέλφων μου, οι οποίοι ξεκινώντας από μια σωστή διάγνωση, συνιστούν την επιστροφή στην παλαιά κατάσταση των εθνικών κρατών. Όσον αφορά τους πολίτες της Γερμανίας, δεν είμαι πολύ απαισιόδοξος. Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι εξακολουθεί να υπάρχει στη Γερμανία μια πλειοψηφία που μπορεί να κινητοποιηθεί προς φιλοευρωπαϊκή κατεύθυνση, αρκεί να αποφασίσουν οι πολιτικές ελίτ να δείξουν ανάλογη φιλοευρωπαϊκή αποφασιστικότητα. Αλλά με δεδομένο το ρεαλισμό χωρίς προοπτικές που καλλιεργεί η Άνγκελα Μέρκελ, αυτό δεν θα πρέπει να αναμένεται.
Τι γνώμη έχετε γι' αυτές τις φωνές από αριστερά που υποστηρίζουν την εγκατάλειψη του ευρώ;
Στα μάτια των οικονομολόγων, η εγκατάλειψη του ευρώ και επιστροφή στα εθνικά νομίσματα είναι σενάριο καταστροφής. Ως κοινωνιολόγος, με δεδομένο το προχωρημένο στάδιο της ολοκλήρωσης των εταιριών και των οικονομιών μας, δύσκολα μπορώ να σκεφτώ πως μπορεί να γίνει μια τόσο μεγάλης έκτασης αποσύμπλεξη. Επακόλουθό του είναι το γεγονός ότι οι υποστηρικτές από αριστερά της επιστροφής στο έθνος-κράτος δεν διευκρινίζουν πως θα γίνει αυτό. Με την οικονομική παγκοσμιοποίηση, η πολιτική έχει χάσει τις τελευταίες δεκαετίες τη διαπραγματευτική ισχύς της, την έχει παραχωρήσει στις αγορές και δεν μπορεί να την ανακτήσει παρά μόνον σε υπερεθνικό επίπεδο. Κατά τη γνώμη μου, ο μόνος τρόπος για τη σωτηρία του κράτους πρόνοιας στην Ευρώπη είναι το πέρασμα από το ενιαίο ευρωπαϊκό νόμισμα σε μια πολιτική ένωση.
Τι πιστεύετε για τη γερμανική ηγεμονία στην Ευρώπη;
Η πρωτοκαθεδρία της Γερμανίας μεταξύ των ευρωπαϊκών δυνάμεων, η οποία οφείλεται σε δημογραφικούς-πληθυσμιακούς και σε οικονομικούς λόγους, δεν ήταν ηθελημένη ούτε είναι αποδεκτή. Αν η γερμανική κυβέρνηση έπαιζε όντως το ρόλο μιας δύναμης ηγεμονικής αλλά και υπεύθυνης, δεν θα εκμεταλλευόταν τις πολιτικές κρίσεις των τελευταίων ετών προς όφελός της με τέτοια σκληρότητα. Από την άλλη πλευρά, το κλειδί για την έξοδο από την κρίση θα πρέπει πλέον να αναζητηθεί πρώτα και κύρια στην ίδια την γερμανική κυβέρνηση: εδώ και καιρό οφείλει να ξεκινήσει μια σοβαρή συζήτηση για εναλλακτικές λύσεις του μέλλοντος της Ευρώπης, αναπτύσσοντας παράλληλα τη δική της προοπτική. Σε τελευταία ανάλυση, το συμφέρον της Γερμανίας είναι να υιοθετήσει η Ένωση μια μορφή στην οποία η ύπαρξη μιας χώρας-ηγέτη δεν είναι ούτε εφικτή ούτε απαραίτητη.
Πιστεύετε ότι ο «κινητήρας» της Ευρώπης, ο γαλλο-γερμανικός άξονας, έχει υποστεί μόνιμη βλάβη;
Το γαλλο-γερμανικό ζεύγος, που μόνον αυτό είναι σε θέση να βγάλει την ΕΕ από το τέλμα, βρίσκεται νομίζω σε επικίνδυνη ακινησία. Ένας συντονισμός των θεσμικών οργάνων για τη δημοσιονομική, οικονομική και κοινωνική πολιτική, η οποία θα υπερβαίνει κατά πολύ τις εθνικές αποφάσεις - εξ ου και η «ευρωπαϊκή οικονομική διακυβέρνηση», την οποία η Γαλλία επιθυμεί εδώ και πολύ καιρό - δεν μπορεί να επιτευχθεί με τεχνοκρατικά μέσα. Η ουσιαστική μεταβίβαση κυριαρχίας σε ευρωπαϊκό επίπεδο απαιτεί δημοκρατικό έλεγχο, δηλαδή μια μετατόπιση ισχύος υπέρ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Δυστυχώς, δεν βλέπω κανένα Τσόρτσιλ, κανένα πολιτικό με αρκετά δυνατούς ώμους για να κάνει μια τέτοια μεταβολή εν κινήσει.
Υποστηρίζετε ακόμη την ενεργοποίηση της ευρωπαϊκής οικοδόμησης μέσω μιας συνταγματικής συζήτησης;
Το αμέσως επόμενο βήμα δεν είναι να γίνει μια αφηρημένη συνταγματική μεταρρύθμιση, αλλά να αποφασίσουν επιτέλους τα κόμματα να εξοικειώσουν τους οπαδούς τους με ένα έργο που οι πολιτικές ελίτ το παραμελούν και το «αφήνουν για αύριο» εδώ και περισσότερο από μισό αιώνα. Οι πολιτικοί δεν πρέπει να φοβούνται τη διαμάχη, τον αγώνα. Θα πρέπει να σηκώσουν τα μανίκια τους και να θέσουν στην ημερήσια διάταξη, ο καθένας μπροστά στην εθνική κοινή γνώμη της χώρας του, τις εναλλακτικές λύσεις που υπάρχουν σήμερα στην Ευρώπη. Θα πρέπει να υπάρξει μια συμμαχία μεταξύ των φιλοευρωπαϊκών κομμάτων σε κάθε χώρα. Είναι αλήθεια ότι ένας τέτοιος Ευρωπαϊκός «μεγάλος συνασπισμός» είναι δύσκολο να συγκροτηθεί στη Γερμανία, αλλά και στη Γαλλία, όπου το χάσμα μεταξύ αριστεράς και δεξιάς είναι τόσο βαθύ. Αλλά σήμερα, μπροστά στο Εθνικό Μέτωπο, τι σημαίνει «δεξιά»;
Πως φαντάζεστε τον υπερεθνικό φεντεραλισμό που υποστηρίζετε;
Η συζήτηση για το μετασχηματισμό της ΕΕ σε μια υπερεθνική δημοκρατία, στην οποία συμμετέχω, είναι μια διαμάχη, όπως και αυτή που αφορά το συνταγματικό ζήτημα της Ευρώπης. Για όσους σκέφτονται «φεντεραλιστικά», η ΕΕ δεν πρέπει να εκλαμβάνεται ως ομοσπονδιακό κράτος, όπως είναι π.χ. οι Ηνωμένες Πολιτείες, η Ελβετία και η Γερμανία. Οι πολίτες πρέπει να είναι βέβαιοι ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν θα μετατραπεί σε ένα τεράστιο υπερ-κράτος, τη στιγμή που ήδη στο εθνικό πεδίο το κράτος απειλεί σε επικίνδυνο βαθμό την ελευθερία και την ισότητα.
Η ανακάλυψη αντισημιτικών κειμένων στα «Μαύρα Τετράδια» του Γερμανού φιλοσόφου Μάρτιν Χάιντεγκερ (Martin Heidegger, 1889-1976) έχει προκαλέσει σάλο στη Γαλλία. Ποια είναι η γνώμη σας;
Αυτά που διάβασα σχετικά με τα «Μαύρα Τετράδια» σε κριτικές, είναι από μόνα τους συγκλονιστικά, αλλά στην πραγματικότητα δεν εκπλήττουν. Η πρώτη υποδοχή του Χάιντεγκερ στη Γαλλία μετά το 1945, με τη μετάφραση από τον Jean Beaufret του βιβλίου του Επιστολή στον ανθρωπισμό (Lettre sur l’humanisme, Aubier, 1957), ήταν θλιβερά προκατειλημμένη. Από την πλευρά του ο Χάιντεγκερ το χειριστηκε καλά, όμως οι Γάλλοι αναγνώστες αποδείχθηκαν αφελείς! Αλλά το θέμα έχει επίσης να κάνει με το ευρωπαϊκό μας πρόβλημα, να αντιμετωπίσουμε την πληθώρα και την αμοιβαία άγνοια των γλωσσών μας.
Από το 1953 και μετά, δηλαδή μετά τα συνέδρια περί «Χάιντεγκερ του 1935» και την «Εισαγωγή στη Μεταφυσική» (γαλλική έκδοση Gallimard, 1967), κανένας Γερμανός σχολιαστής δεν μπορούσε να παραβλέπει το εμποτισμό της ορολογίας του Χάιντεγκερ από το φασισμό. Είχε διατελέσει Ναζί. Αλλά το πιο τρομερό για εμάς, που ως φοιτητές κάποτε είμασταν εκτεθειμένοι στην επιρροή του, ήταν το γεγονός ότι ο Χάιντεγκερ ποτέ δεν αποστασιοποιήθηκε δημοσίως από το ναζιστικό παρελθόν του, ακόμη και όταν ο πρώην μαθητής του Χέρμπερτ Μαρκούζε τον προκάλεσε να το κάνει, λίγα χρόνια μετά τον πόλεμο.
Από το 1953 και μετά, δηλαδή μετά τα συνέδρια περί «Χάιντεγκερ του 1935» και την «Εισαγωγή στη Μεταφυσική» (γαλλική έκδοση Gallimard, 1967), κανένας Γερμανός σχολιαστής δεν μπορούσε να παραβλέπει το εμποτισμό της ορολογίας του Χάιντεγκερ από το φασισμό. Είχε διατελέσει Ναζί. Αλλά το πιο τρομερό για εμάς, που ως φοιτητές κάποτε είμασταν εκτεθειμένοι στην επιρροή του, ήταν το γεγονός ότι ο Χάιντεγκερ ποτέ δεν αποστασιοποιήθηκε δημοσίως από το ναζιστικό παρελθόν του, ακόμη και όταν ο πρώην μαθητής του Χέρμπερτ Μαρκούζε τον προκάλεσε να το κάνει, λίγα χρόνια μετά τον πόλεμο.
Στον ιστότοπο Μετά την Κρίση:
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου