Ένα από τα πολλά στοιχήματα, με τα οποία ειδήμονες και πολιτικοί καταγίνονται αυτή την εποχή, είναι το να μαντέψουν άν και πώς η Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ) πρόκειται να καταρρεύσει και ενδεχομένως άν ήδη καταρρέει. Όποιος παρακολουθεί τις ειδήσεις σ' όλο τον κόσμο, γνωρίζει όλες τις τυπικές ερμηνείες: Μια Grexit ή Brexit θα έχουν ως αποτέλεσμα και άλλες εξόδους. Κανείς δεν θέλει και άλλους μετανάστες (ή πρόσφυγες) στη δική του χώρα. Η Γερμανία έχει υπερβολικά μεγάλη δύναμη - ή δεν είναι αρκετά δυνατή. Οι ακροδεξιές δυνάμεις και κόμματα ενισχύονται σχεδόν παντού. Η συμφωνία του Σένγκεν, η οποία απαλλάσσει από την υποχρέωση θεώρησης την εσωτερική κίνηση προσώπων, έχει ανασταλεί στις περισσότερες χώρες που την εφάρμοζαν. Η ανεργία αυξάνεται ασταμάτητα.
Αυτή η λιτανεία της απαισιοδοξίας (ή μήπως είναι αισιοδοξία;) στηρίζεται σε μια βασική υπόθεση. Οι Ευρωπαίοι, τόσο οι καλά πληροφορημένοι και προβληματισμένοι, όσο και οι «αδαείς», έχουν γίνει αδιαπέραστοι από λογικά επιχειρήματα, δεν πείθονται. Σχεδόν όλοι ενεργούν παράλογα, αντιδρούν με βάση τα συναισθήματα τους και δεν ακούν όσους στοχάζονται και αναλύουν. Είναι όμως έτσι, Τσάρλι Μπράουν; Ταιριάζει για ένα καλό κόμικ· όμως, αυτό μας λέει όντως ότι η ΕΕ θα πάψει να υπάρχει;
Στο γραπτό αυτό δεν σκοπεύω να εκφράσω άποψη για το αν η ΕΕ είναι καλή ή κακή, άν πρέπει ή δεν πρέπει να υποστηριχθεί ή να υπονομευθεί. Θέλω μόνον να αναλύσω αυτό που πιστεύω ότι θα συμβεί στην πραγματικότητα. Θα συνεχίσουν να υφίστανται μετά από δέκα ή είκοσι χρόνια, οι θεσμοί και τα θεσμικά όργανα που αποτελούν σήμερα την Ευρωπαϊκή Ένωση; Υποθέτω ναί. Για να αιτιολογήσω τον ισχυρισμό αυτό, ας εξετάσουμε μαζί, τι μπορεί να κάνει τους Ευρωπαίους - τόσο τους προβληματισμένους όσο και τους «αδαείς» - να κρατούν διστακτική στάση και να αποφεύγουν το μοιραίο βήμα της διάλυσης αυτού που έχουν δημιουργήσει με τόσο κόπο τα τελευταία εβδομήντα χρόνια. Υπάρχουν λόγοι· μερικοί είναι οικονομικοί, άλλοι είναι γεωπολιτικοί, υπάρχουν όμως και μερικοί που μπορούν να ονομαστούν πολιτισμικοί.
Ας αρχίσουμε με την οικονομία. Η κατάσταση τώρα, τόσο ως προς το οικονομικό προιόν των κρατών, όσο και ως προς τα εισοδήματα των περισσότερων ανθρώπων, είναι παντού στην ΕΕ κακή. Το ερώτημα είναι ένα: Σε περίπτωση που διαλυθεί η Ένωση, είναι πιθανό αυτή η κατάσταση να βελτιωθεί; Ή, στην πραγματικότητα, αυτό θα κάνει τα πράγματα χειρότερα;
Η Ευρωζώνη έχει γίνει αντικείμενο διαρκούς συζήτησης. Θα επιβιώσει; Άς πάρουμε για παράδειγμα αυτό που συνέβη στην Ελλάδα στις δύο εκλογικές αναμετρήσεις του 2015. Ο Αλέξης Τσίπρας, ο ηγέτης του τώρα-κυβερνώντος κόμματος ΣΥΡΙΖΑ, εξελέγη στην πρώτη εκλογική αναμέτρηση προτείνοντας ένα πολιτικό πρόγραμμα κατά της λιτότητας. Στη συνέχεια, στις διαπραγματεύσεις του με την ΕΕ για ένα ακόμη δάνειο, υποχώρησε σε όλα σχεδόν τα σημεία που είχε υποσχεθεί στους Έλληνες ψηφοφόρους. Συμφώνησε με μέτρα που ζητήθηκαν από την ΕΕ και τα οποία βλάπτουν σοβαρά το πραγματικό εισόδημα της πλειοψηφίας του πληθυσμού. Γι' αυτό το γεγονός, καταγγέλθηκε ότι προδίδει τις υποσχέσεις του από δυνάμεις που ανήκαν στην αριστερή πτέρυγα του ΣΥΡΙΖΑ, οι οποίες στη συνέχεια αποχώρησαν από το κόμμα και ίδρυσαν δική τους εκλογική λίστα. Ωστόσο, στις νέες εκλογές που προκήρυξε αμέσως μετά ο Τσίπρας, αυτός έλαβε και πάλι την εντολή της πλειοψηφίας. Οι Έλληνες ψηφοφόροι αυτόν επέλεξαν, όχι τις δυνάμεις της αριστερής πτέρυγας που αποχώρησαν από τον ΣΥΡΙΖΑ.
Μου φαίνεται σαφές ότι οι Έλληνες ψηφοφόροι δεν έδωσαν καμία προσοχή στις καταγγελίες από αριστερά, διότι πάνω απ' όλα δεν ήθελαν να αποχωρήσουν από την ευρωζώνη. Ο Τσίπρας επέλεξε ως προτεραιότητα τη διατήρηση του ευρώ, ενώ αντίθετα, οι από αριστερά επικριτές του ζήτησαν την επάνοδο σε ένα αυτόνομο νόμισμα. Προφανώς, οι Έλληνες ψηφοφόροι θεώρησαν ότι οι πολύ πραγματικές αρνητικές συνέπειες της συμμετοχής στην Ευρωζώνη είναι, κατά την άποψή τους, λιγότερες από τις πιθανώς πολύ πιο αρνητικές συνέπειες της επιστροφής στη δραχμή.
Η κατάσταση είναι περίπου η ίδια για ό,τι αφορά τα στοιχεία που αποτελούν το λεγόμενο δίχτυ κοινωνικής πρόνοιας, το οποίο είχαν κατασκευάσει οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις, με στοιχεία όπως οι συντάξεις και τα επιδόματα ανεργίας. Σχεδόν όλες οι χώρες της ΕΕ έχουν περικόψει αυτό το δίχτυ ασφαλείας, εξαιτίας της έλλειψης κονδυλίων. Στις περικοπές αυτές αντιστάθηκαν, μερικές φορές με επιτυχία, κόμματα που τοποθετούνται στα αριστερά ή αριστερά του κέντρου. Όμως δεν υπάρχει κανένας λόγος να εικάσουμε, ότι οι κυβερνήσεις των χωρών-μελών θα έχουν περισσότερα κεφάλαια προς διανομή, σε περίπτωση που η Ευρωπαϊκή Ένωση εξαφανιστεί αύριο. Αυτό συχνά το ισχυρίζονται κάποια αριστερά κόμματα, καταγγέλοντας αυτά που θεωρούν νεοφιλελεύθερες πιέσεις της γραφειοκρατίας της ΕΕ στις Βρυξέλλες. Άς κοιτάξουμε όμως γύρω μας, σε όλο τον κόσμο. Βλέπετε πουθενά άλλες κυβερνήσεις, βλέπετε κάποιες από εκείνες δεν υπάγονται στην εποπτεία των Βρυξελλών, που έχουν σήμερα τη δυνατότητα να αυξάνουν τις δαπάνες για το κράτος πρόνοιας;
Αν η διάλυση της ΕΕ δεν παρέχει κανένα πραγματικό πλεονέκτημα σχετικό με τα επίπεδα του πραγματικού εισοδήματος, μήπως τυχόν υπάρχουν άλλοι λόγοι που την κάνουν επωφελή; Η ΕΕ, από την ίδρυσή της, έχει διαδραματίσει σημαντικό γεωπολιτικό ρόλο και αποκτά σταθερά ευρύτερη σύνθεση, με τη συμμετοχή όλο και περισσότερων κρατών-μελών. Οι Ηνωμένες Πολιτείες υποστηρίζουν δημοσίως την ενίσχυση και την επέκταση της ΕΕ, όμως στην πραγματικότητα προσπαθούν να την υπονομεύσουν. Οι Ηνωμένες Πολιτείες βλέπουν την ΕΕ ως μείζονα γεωπολιτικό κίνδυνο. Για τους περισσότερους παρατηρητές, είναι προφανές ότι η γεωπολιτική ισχύς της ΕΕ είναι αποτέλεσμα των αριθμών [δηλαδή των μεγεθών της ως όλου]. Η διάλυσή της θα έθετε τέλος σ' αυτή την ισχύ και θα υποβάθμιζε τα ξεχωριστά πλέον ευρωπαϊκά κράτη σε μια γεωπολιτική σημασία μηδενική στην πράξη.
Σε τελευταία ανάλυση, αυτό το κατανοούν οι περισσότεροι Ευρωπαίοι ηγέτες και κινήματα. Όσο και άν μερικοί από αυτούς στρέφονται εναντίον της ΕΕ ως δομής, άραγε πόσο είναι έτοιμοι στην πραγματικότητα να εγκαταλείψουν τα πλεονεκτήματα που τους δίνει αυτό το «μεγάλο όλον»; Πολιτικές ομάδες της Δεξιάς, ιδιαίτερα στην ανατολική Ευρώπη, βλέπουν την ΕΕ ως μέσο πίεσης προς τις Ηνωμένες Πολιτείες για να προσφέρουν στις χώρες αυτές στρατιωτική προστασία έναντι μιας Ρωσίας που αυτές θεωρούν επιθετική. Πολιτικές ομάδες της Αριστεράς σε άλλες χώρες, όπως στη Γαλλία, χρησιμοποιούν τη δύναμη της ΕΕ για να εμποδίζει ό,τι αυτές θεωρούν επιθετική δράση των Ηνωμένων Πολιτειών. Τι θα κερδίσουν αυτές οι πολιτικές ομάδες από τη διάλυση της ΕΕ;
Τέλος, υπάρχουν και οι λεγόμενοι πολιτισμικοί δεσμοί μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και της Ευρώπης. Συχνά αποκαλούνται δημοσίως κατάλοιπο της ηγεμονικής κυριαρχίας των ΗΠΑ στα πρώτα 25 χρόνια μετά το 1945, αλλά ακόμη πιο έντονη είναι η περιφρόνησή τους που δεν δηλώνεται ρητά. Για άλλη μια φορά υπάρχουν εδώ πολλά και διαφορετικά κίνητρα. Τα αριστερά κόμματα και κινήματα θέλουν να χρησιμοποιήσουν την ενοποιημένη [σε Ενωσιακό επίπεδο] δομή τους ως έναν τρόπο για να ανακτηθεί η πολιτισμική αυτονομία (ή ακόμη και ανωτερότητα), που ένιωθαν ότι είχαν πριν από το 1945. Οι δεξιές δυνάμεις θέλουν να χρησιμοποιήσουν τη δύναμή τους προκειμένου να εμμείνουν στην πολιτισμική αυτονομία τους, η οποία αφορά τα λεγόμενα ζητήματα ανθρώπινων δικαιωμάτων. Για άλλη μια φορά, η ισχύς εν τη Ενώσει.
Αυτό που βλέπω να συμβαίνει, είναι όλο και περισσότερη ρητορική, όλο και λιγότερη πραγματική δράση. Για το καλό ή για το κακό, η αίσθησή μου είναι ότι οι θεσμοί και τα θεσμικά όργανα της ΕΕ θα επιβιώσουν. Αυτό δεν σημαίνει ότι θα μείνουν αμετάβλητα. Μέσα στην ΕΕ γίνεται και θα συνεχίσει να γίνεται μια πραγματική πολιτική μάχη, η οποία αφορά το ερώτημα τι λογής συλλογικός θεσμός πρέπει να είναι η Ένωση. Αυτή η ενδο-ευρωπαϊκή πολιτική πάλη είναι μέρος ενός παγκόσμιου αγώνα για το τι είδος κόσμου θέλουμε να οικοδομήσουμε ως έκβαση της διαρθρωτικής κρίσης του σύγχρονου παγκόσμιου συστήματος.
Στο γραπτό αυτό δεν σκοπεύω να εκφράσω άποψη για το αν η ΕΕ είναι καλή ή κακή, άν πρέπει ή δεν πρέπει να υποστηριχθεί ή να υπονομευθεί. Θέλω μόνον να αναλύσω αυτό που πιστεύω ότι θα συμβεί στην πραγματικότητα. Θα συνεχίσουν να υφίστανται μετά από δέκα ή είκοσι χρόνια, οι θεσμοί και τα θεσμικά όργανα που αποτελούν σήμερα την Ευρωπαϊκή Ένωση; Υποθέτω ναί. Για να αιτιολογήσω τον ισχυρισμό αυτό, ας εξετάσουμε μαζί, τι μπορεί να κάνει τους Ευρωπαίους - τόσο τους προβληματισμένους όσο και τους «αδαείς» - να κρατούν διστακτική στάση και να αποφεύγουν το μοιραίο βήμα της διάλυσης αυτού που έχουν δημιουργήσει με τόσο κόπο τα τελευταία εβδομήντα χρόνια. Υπάρχουν λόγοι· μερικοί είναι οικονομικοί, άλλοι είναι γεωπολιτικοί, υπάρχουν όμως και μερικοί που μπορούν να ονομαστούν πολιτισμικοί.
Ας αρχίσουμε με την οικονομία. Η κατάσταση τώρα, τόσο ως προς το οικονομικό προιόν των κρατών, όσο και ως προς τα εισοδήματα των περισσότερων ανθρώπων, είναι παντού στην ΕΕ κακή. Το ερώτημα είναι ένα: Σε περίπτωση που διαλυθεί η Ένωση, είναι πιθανό αυτή η κατάσταση να βελτιωθεί; Ή, στην πραγματικότητα, αυτό θα κάνει τα πράγματα χειρότερα;
Η Ευρωζώνη έχει γίνει αντικείμενο διαρκούς συζήτησης. Θα επιβιώσει; Άς πάρουμε για παράδειγμα αυτό που συνέβη στην Ελλάδα στις δύο εκλογικές αναμετρήσεις του 2015. Ο Αλέξης Τσίπρας, ο ηγέτης του τώρα-κυβερνώντος κόμματος ΣΥΡΙΖΑ, εξελέγη στην πρώτη εκλογική αναμέτρηση προτείνοντας ένα πολιτικό πρόγραμμα κατά της λιτότητας. Στη συνέχεια, στις διαπραγματεύσεις του με την ΕΕ για ένα ακόμη δάνειο, υποχώρησε σε όλα σχεδόν τα σημεία που είχε υποσχεθεί στους Έλληνες ψηφοφόρους. Συμφώνησε με μέτρα που ζητήθηκαν από την ΕΕ και τα οποία βλάπτουν σοβαρά το πραγματικό εισόδημα της πλειοψηφίας του πληθυσμού. Γι' αυτό το γεγονός, καταγγέλθηκε ότι προδίδει τις υποσχέσεις του από δυνάμεις που ανήκαν στην αριστερή πτέρυγα του ΣΥΡΙΖΑ, οι οποίες στη συνέχεια αποχώρησαν από το κόμμα και ίδρυσαν δική τους εκλογική λίστα. Ωστόσο, στις νέες εκλογές που προκήρυξε αμέσως μετά ο Τσίπρας, αυτός έλαβε και πάλι την εντολή της πλειοψηφίας. Οι Έλληνες ψηφοφόροι αυτόν επέλεξαν, όχι τις δυνάμεις της αριστερής πτέρυγας που αποχώρησαν από τον ΣΥΡΙΖΑ.
Μου φαίνεται σαφές ότι οι Έλληνες ψηφοφόροι δεν έδωσαν καμία προσοχή στις καταγγελίες από αριστερά, διότι πάνω απ' όλα δεν ήθελαν να αποχωρήσουν από την ευρωζώνη. Ο Τσίπρας επέλεξε ως προτεραιότητα τη διατήρηση του ευρώ, ενώ αντίθετα, οι από αριστερά επικριτές του ζήτησαν την επάνοδο σε ένα αυτόνομο νόμισμα. Προφανώς, οι Έλληνες ψηφοφόροι θεώρησαν ότι οι πολύ πραγματικές αρνητικές συνέπειες της συμμετοχής στην Ευρωζώνη είναι, κατά την άποψή τους, λιγότερες από τις πιθανώς πολύ πιο αρνητικές συνέπειες της επιστροφής στη δραχμή.
Η κατάσταση είναι περίπου η ίδια για ό,τι αφορά τα στοιχεία που αποτελούν το λεγόμενο δίχτυ κοινωνικής πρόνοιας, το οποίο είχαν κατασκευάσει οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις, με στοιχεία όπως οι συντάξεις και τα επιδόματα ανεργίας. Σχεδόν όλες οι χώρες της ΕΕ έχουν περικόψει αυτό το δίχτυ ασφαλείας, εξαιτίας της έλλειψης κονδυλίων. Στις περικοπές αυτές αντιστάθηκαν, μερικές φορές με επιτυχία, κόμματα που τοποθετούνται στα αριστερά ή αριστερά του κέντρου. Όμως δεν υπάρχει κανένας λόγος να εικάσουμε, ότι οι κυβερνήσεις των χωρών-μελών θα έχουν περισσότερα κεφάλαια προς διανομή, σε περίπτωση που η Ευρωπαϊκή Ένωση εξαφανιστεί αύριο. Αυτό συχνά το ισχυρίζονται κάποια αριστερά κόμματα, καταγγέλοντας αυτά που θεωρούν νεοφιλελεύθερες πιέσεις της γραφειοκρατίας της ΕΕ στις Βρυξέλλες. Άς κοιτάξουμε όμως γύρω μας, σε όλο τον κόσμο. Βλέπετε πουθενά άλλες κυβερνήσεις, βλέπετε κάποιες από εκείνες δεν υπάγονται στην εποπτεία των Βρυξελλών, που έχουν σήμερα τη δυνατότητα να αυξάνουν τις δαπάνες για το κράτος πρόνοιας;
Αν η διάλυση της ΕΕ δεν παρέχει κανένα πραγματικό πλεονέκτημα σχετικό με τα επίπεδα του πραγματικού εισοδήματος, μήπως τυχόν υπάρχουν άλλοι λόγοι που την κάνουν επωφελή; Η ΕΕ, από την ίδρυσή της, έχει διαδραματίσει σημαντικό γεωπολιτικό ρόλο και αποκτά σταθερά ευρύτερη σύνθεση, με τη συμμετοχή όλο και περισσότερων κρατών-μελών. Οι Ηνωμένες Πολιτείες υποστηρίζουν δημοσίως την ενίσχυση και την επέκταση της ΕΕ, όμως στην πραγματικότητα προσπαθούν να την υπονομεύσουν. Οι Ηνωμένες Πολιτείες βλέπουν την ΕΕ ως μείζονα γεωπολιτικό κίνδυνο. Για τους περισσότερους παρατηρητές, είναι προφανές ότι η γεωπολιτική ισχύς της ΕΕ είναι αποτέλεσμα των αριθμών [δηλαδή των μεγεθών της ως όλου]. Η διάλυσή της θα έθετε τέλος σ' αυτή την ισχύ και θα υποβάθμιζε τα ξεχωριστά πλέον ευρωπαϊκά κράτη σε μια γεωπολιτική σημασία μηδενική στην πράξη.
Σε τελευταία ανάλυση, αυτό το κατανοούν οι περισσότεροι Ευρωπαίοι ηγέτες και κινήματα. Όσο και άν μερικοί από αυτούς στρέφονται εναντίον της ΕΕ ως δομής, άραγε πόσο είναι έτοιμοι στην πραγματικότητα να εγκαταλείψουν τα πλεονεκτήματα που τους δίνει αυτό το «μεγάλο όλον»; Πολιτικές ομάδες της Δεξιάς, ιδιαίτερα στην ανατολική Ευρώπη, βλέπουν την ΕΕ ως μέσο πίεσης προς τις Ηνωμένες Πολιτείες για να προσφέρουν στις χώρες αυτές στρατιωτική προστασία έναντι μιας Ρωσίας που αυτές θεωρούν επιθετική. Πολιτικές ομάδες της Αριστεράς σε άλλες χώρες, όπως στη Γαλλία, χρησιμοποιούν τη δύναμη της ΕΕ για να εμποδίζει ό,τι αυτές θεωρούν επιθετική δράση των Ηνωμένων Πολιτειών. Τι θα κερδίσουν αυτές οι πολιτικές ομάδες από τη διάλυση της ΕΕ;
Τέλος, υπάρχουν και οι λεγόμενοι πολιτισμικοί δεσμοί μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και της Ευρώπης. Συχνά αποκαλούνται δημοσίως κατάλοιπο της ηγεμονικής κυριαρχίας των ΗΠΑ στα πρώτα 25 χρόνια μετά το 1945, αλλά ακόμη πιο έντονη είναι η περιφρόνησή τους που δεν δηλώνεται ρητά. Για άλλη μια φορά υπάρχουν εδώ πολλά και διαφορετικά κίνητρα. Τα αριστερά κόμματα και κινήματα θέλουν να χρησιμοποιήσουν την ενοποιημένη [σε Ενωσιακό επίπεδο] δομή τους ως έναν τρόπο για να ανακτηθεί η πολιτισμική αυτονομία (ή ακόμη και ανωτερότητα), που ένιωθαν ότι είχαν πριν από το 1945. Οι δεξιές δυνάμεις θέλουν να χρησιμοποιήσουν τη δύναμή τους προκειμένου να εμμείνουν στην πολιτισμική αυτονομία τους, η οποία αφορά τα λεγόμενα ζητήματα ανθρώπινων δικαιωμάτων. Για άλλη μια φορά, η ισχύς εν τη Ενώσει.
Αυτό που βλέπω να συμβαίνει, είναι όλο και περισσότερη ρητορική, όλο και λιγότερη πραγματική δράση. Για το καλό ή για το κακό, η αίσθησή μου είναι ότι οι θεσμοί και τα θεσμικά όργανα της ΕΕ θα επιβιώσουν. Αυτό δεν σημαίνει ότι θα μείνουν αμετάβλητα. Μέσα στην ΕΕ γίνεται και θα συνεχίσει να γίνεται μια πραγματική πολιτική μάχη, η οποία αφορά το ερώτημα τι λογής συλλογικός θεσμός πρέπει να είναι η Ένωση. Αυτή η ενδο-ευρωπαϊκή πολιτική πάλη είναι μέρος ενός παγκόσμιου αγώνα για το τι είδος κόσμου θέλουμε να οικοδομήσουμε ως έκβαση της διαρθρωτικής κρίσης του σύγχρονου παγκόσμιου συστήματος.
Ο Immanuel Wallerstein ενδιαφέρθηκε για τις παγκόσμιες υποθέσεις ήδη ως έφηβος στη Νέα Υόρκη. Φοίτησε στο Πανεπιστήμιο Κολούμπια όπου στη συνέχεια δίδαξε. Από το 1971 δίδαξε κοινωνιολογία στα Πανεπιστήμια McGill και Binghamton (SUNY), μέχρι τη συνταξιοδότησή του το 1999. Επικεφαλής στο Fernand Braudel Center for the Study of Economies, Historical Systems and Civilizations μέχρι το 2005. Διετέλεσε Directeur d' études associé στην École des Hautes Études en Sciences Sociales στο Παρίσι, πρόεδρος της International Sociological Association και της Gulbenkian Commission on the Restructuring of the Social Sciences, για μια νέα κατεύθυνση της κοινωνικής επιστημονικής έρευνας τα επόμενα 50 χρόνια. Senior Research Scholar στο τμήμα Κοινωνιολογίας - Πανεπιστήμιο Yale. Το 2003 έλαβε το βραβείο Career of Distinguished Scholarship Award από την American Sociological Association. Συνεχίζοντας, μεταξύ των άλλων, την ιστορική και κοινωνιολογική παράδοση που ξεκίνησε από το έργο του Fernand Braudel, στρέφει πάντα τη μεθοδολογική του προσέγγιση στη μακρά διάρκεια του χρόνου και στην ευρύτητα του γεωγραφικού και γεωοικονομικού συνόλου.
Ιμμάνιουελ Βαλλερστάιν: Η Αριστερά και το Έθνος, άλυτες αμφισημίες
Ιμμάνιουελ Βαλλερστάιν: «Το κέντρο δεν αντέχει»
«Οι καλύτεροι χωρίς πεποίθηση, ενώ οι χειρότεροι / Είναι γεμάτοι από την ένταση του πάθους»
Ιμμάνιουελ Βαλλερστάιν - Η γεωπολιτική του σχίσματος στην Ουκρανία, η απόκλιση ΗΠΑ και «Γαλλο-Γερμανικού άξονα»
Γ. Β. Ριτζούλης: Ελλάδα, Ευρώπη, πατριωτισμός - Σε εποχή μειωμένων προσδοκιών
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου