του Παναγιώτη Κονδύλη
Το απόσπασμα που ακολουθεί προέρχεται από το βιβλίο του Παναγιώτη Κονδύλη Η παρακμή του αστικού πολιτισμού. Το πέρασμα από τη μοντέρνα στη μεταμοντέρνα εποχή κι από τον φιλελευθερισμό στη μαζική δημοκρατία, εκδ. Θεμέλιο, Αθήνα 1995 (β΄έκδοση).
Πρόκειται για το τελευταίο μέρος του εισαγωγικού κειμένου, που έχει τον τίτλο: «Η καχεξία του αστικού στοιχείου στη νεοελληνική κοινωνία και ιδεολογία».
Αναδημοσιεύεται από τον ιστότοπο Μέσα Ελλάδα
Η υιοθέτηση και διάδοση κεντρικών ιδεών και αξιών της πολιτισμικής
επανάστασης συνόδευσαν και στην Ελλάδα πριν ακόμη από το 1974, προ
πάντως όμως μεταδικτατορικά, τη διαμόρφωση της εγχώριας (εξαμβλωματικής)
μαζικής δημοκρατίας, επηρεάζοντας σε σημαντικό βαθμό τα καθημερινά ήθη. Ταυτόχρονα με την τροπή προς την εγχώρια παραλλαγή
της μαζικής δημοκρατίας συντελέσθηκε λοιπόν και η στροφή προς μιαν
αντίστοιχη μορφή μεταμοντερνισμού, με την έννοια ότι η χαλάρωση ή η
διάλυση των εντόπιων ιδεολογημάτων, μαζί με τη διεθνή ρευστοποίηση των
σαφών ψυχροπολεμικών ορίων, προκάλεσε όχι μόνο μιαν αδιαφορία για την
ελληνική ιδεολογία γενικότερα, αλλά και μια χαοτική ανάμιξη των
πνευματικών προϊόντων που έρχονταν σε όλο και μεγαλύτερες μάζες απ’ έξω –
σε ακριβή αντιστοιχία, άλλωστε, προς τη ραγδαία αύξηση της εισαγωγής
υλικών καταναλωτικών αγαθών.
Ο συνδυασμός των πάντων με τα πάντα, ο οποίος, όπως θα δούμε, σ’ αυτό το βιβλίο, αποτελεί ουσιώδες γνώρισμα του μαζικοδημοκρατικού τρόπου σκέψης, καθώς και οι ηδονιστικές αξίες του αυθορμητισμού και της αυτοπραγμάτωσης, όπως τις διακήρυξε η πολιτισμική επανάσταση, στην Ελλάδα συμφύρθηκαν με τις παμπάλαιες και πασίγνωστες έξεις της πνευματικής νωθρότητας, του εξυπνακιδισμού και της ημιμάθειας· η σύμφυρση αυτή, επομένως, ήταν η φυσική και βολική είσοδος του μεταμοντερνισμού σ’ έναν τόπο όπου το αστικό εργασιακό ήθος είναι ουσιαστικά άγνωστο όχι μόνο στον τομέα της υλικής παραγωγής, αλλά και στον τομέα του πνεύματος, όπου δεν διαμορφώθηκαν επιστημονικές παραδόσεις με συνοχή και με μακρόβιους φορείς και όπου οι μίμοι και οι γελωτοποιοί εκπροσωπούνται με ποσοστά ιδιαιτέρως υψηλά στους κύκλους των διανοουμένων, στα πανεπιστήμια και στα μέσα μαζικής ενημέρωσης.
Ο συνδυασμός των πάντων με τα πάντα, ο οποίος, όπως θα δούμε, σ’ αυτό το βιβλίο, αποτελεί ουσιώδες γνώρισμα του μαζικοδημοκρατικού τρόπου σκέψης, καθώς και οι ηδονιστικές αξίες του αυθορμητισμού και της αυτοπραγμάτωσης, όπως τις διακήρυξε η πολιτισμική επανάσταση, στην Ελλάδα συμφύρθηκαν με τις παμπάλαιες και πασίγνωστες έξεις της πνευματικής νωθρότητας, του εξυπνακιδισμού και της ημιμάθειας· η σύμφυρση αυτή, επομένως, ήταν η φυσική και βολική είσοδος του μεταμοντερνισμού σ’ έναν τόπο όπου το αστικό εργασιακό ήθος είναι ουσιαστικά άγνωστο όχι μόνο στον τομέα της υλικής παραγωγής, αλλά και στον τομέα του πνεύματος, όπου δεν διαμορφώθηκαν επιστημονικές παραδόσεις με συνοχή και με μακρόβιους φορείς και όπου οι μίμοι και οι γελωτοποιοί εκπροσωπούνται με ποσοστά ιδιαιτέρως υψηλά στους κύκλους των διανοουμένων, στα πανεπιστήμια και στα μέσα μαζικής ενημέρωσης.
Όπως και να’ χει η τέτοια είσοδος του
μεταμοντερνισμού αποτελεί την ολοκλήρωση, κι εν μέρει την κορύφωση, της
κρίσης όλων των θεμελιωδών δεδομένων της ελληνικής εθνικής ζωής. Η
εκποίηση του έθνους με την υλική έννοια θα συνοδευθεί και από την πλήρη
πνευματική του στειρότητα, αν η μεταμοντέρνα σύμφυρση των πάντων με τα
πάντα πραγματωθεί αποκλειστικά ως σύμφυρση μεταξύ κακοχωνεμένων δάνειων
στοιχείων και αν η φθορά των ελληνικών, ή εν πάσει περιπτώσει
εξελληνισμένων ιδεολογημάτων καταλήξει συν τοις άλλοις σε συρρίκνωση ή
εργαλειοποίηση της γλώσσας τέτοια, ώστε να μην μπορεί να παραχθεί στον
νεοελληνικό χώρο το μόνο προϊόν που – ακριβώς χάρη στη μοναδική δυναμική
μιας πολυστρώματης και παμπάλαιας γλώσσας – έχει παραχθεί ως τώρα σε
υψηλή ποιότητα: Ποίηση.
Απέναντι σε όλα αυτά τα φαινόμενα μπορεί κανείς να δοκιμάζει οδύνη, νιώθοντας μετέωρος και δίχως εθνικές ρίζες, ή μπορεί και να τα θεωρεί ασήμαντα, πιστεύοντας ότι πατρίδα του ανθρώπου, προπαντός σήμερα, είναι ο κόσμος κι ότι την τροφή που δεν μπορεί να του δώσει ό ένας τόπος τουν την παρέχει ένας άλλος. Οποιαδήποτε προσωπική στάση κι αν επιλέξει ο καθένας, γεγονός είναι ότι η νεοελληνική ιστορία, έτσι όπως τη γνωρίσαμε στα τελευταία διακόσια χρόνια, κλείνει τον κύκλο της. Ασφαλώς, τα τραγικά και κωμικά της επεισόδια δεν τελείωσαν ακόμη, όμως χάνεται η ενότητα της προβληματικής της και ο ειδοποιός της χαρακτήρας. Η Ελλάδα εντάσσεται σε πολύ χαμηλή θέση στο σύστημα του διεθνούς καταμερισμού της εργασίας. Ο δικός της μεταμοντερνισμός συνίσταται στο ότι αποτελεί μια στενή και παράμερη λωρίδα στο ευρύ φάσμα άλλων.
Απέναντι σε όλα αυτά τα φαινόμενα μπορεί κανείς να δοκιμάζει οδύνη, νιώθοντας μετέωρος και δίχως εθνικές ρίζες, ή μπορεί και να τα θεωρεί ασήμαντα, πιστεύοντας ότι πατρίδα του ανθρώπου, προπαντός σήμερα, είναι ο κόσμος κι ότι την τροφή που δεν μπορεί να του δώσει ό ένας τόπος τουν την παρέχει ένας άλλος. Οποιαδήποτε προσωπική στάση κι αν επιλέξει ο καθένας, γεγονός είναι ότι η νεοελληνική ιστορία, έτσι όπως τη γνωρίσαμε στα τελευταία διακόσια χρόνια, κλείνει τον κύκλο της. Ασφαλώς, τα τραγικά και κωμικά της επεισόδια δεν τελείωσαν ακόμη, όμως χάνεται η ενότητα της προβληματικής της και ο ειδοποιός της χαρακτήρας. Η Ελλάδα εντάσσεται σε πολύ χαμηλή θέση στο σύστημα του διεθνούς καταμερισμού της εργασίας. Ο δικός της μεταμοντερνισμός συνίσταται στο ότι αποτελεί μια στενή και παράμερη λωρίδα στο ευρύ φάσμα άλλων.
Ο Παναγιώτης Κονδύλης γεννήθηκε στην Αρχαία Ολυμπία το 1943 και πέθανε αιφνιδίως στην Αθήνα το 1998. Σπούδασε φιλολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, φιλοσοφία, νεότερη ιστορία και πολιτικές επιστήμες στα Πανεπιστήμια Φραγκφούρτης και Χαϊδελβέργης, όπου αναγορεύτηκε διδάκτωρ της φιλοσοφίας. Για το έργο του βραβεύτηκε στη Γερμανία με το μετάλλιο Γκαίτε και με το βραβείο Χούμπολντ. Ήταν εταίρος του Ιδρύματος Ανωτάτων Σπουδών του Βερολίνου. Διηύθυνε τη «Φιλοσοφική και Πολιτική Βιβλιοθήκη» των εκδόσεων «Γνώση» και τη σειρά «Ο Νεώτερος Ευρωπαϊκός Πολιτισμός» των εκδόσεων «Νεφέλη». Έγραψε κυρίως στα γερμανικά και μετέφραζε ο ίδιος τα βιβλία του στα ελληνικά.
Το έργο του τον τοποθετεί στη συνέχεια της παράδοσης αφενός του Θουκυδίδη και αφετέρου του Μαξ Βέμπερ. Σημαντικά έργα του στα ελληνικά: Κριτική της μεταφυσικής στη νεότερη σκέψη (1983), Ο Μαρξ και η αρχαία Ελλάδα (1984), Η Ελλάδα, η Τουρκία και το Ανατολικό Ζήτημα (1985), Ο Ευρωπαϊκός Διαφωτισμός Ι-ΙΙ (1987), Ο Νεοελληνικός Διαφωτισμός (1988), Η παρακμή του αστικού πολιτισμού (1991), Πλανητική Πολιτική μετά τον Ψυχρό Πόλεμο (1992).
http://www.biblionet.gr/main.asp?page=results&person=x&person_id=218
«Η καχεξία του αστικού στοιχείου στη νεοελληνική κοινωνία και ιδεολογία» (εισαγωγικό κείμενο του Παναγιώτη Κονδύλη στην ελληνική έκδοση του βιβλίου του Παρακμή του Αστικού Πολιτισμού, 1991). Κυκλοφορεί ως ανεξάρτητο τομίδιο με τίτλο Οι Αιτίες της Παρακμής της Σύγχρονης Ελλάδας (2011).
«Ένας κλασσικός», δοκίμιο του Κώστα Κουτσουρέλη για τον Παναγιώτη Κονδύλη, και
«Ο Π. Κονδύλης για την ελληνική κρίση», του ιδίου.
Εφημερίδα των Συντακτών, 28.4.2013, «Το πνεύμα της εναντίωσης σε κάθε ιδεολογική πλάνη»: Αφιέρωμα στον Παναγιώτη Κονδύλη
«Ζωντανές μνήμες από τη Χαϊδελβέργη», του Α. Καΐση
«Το έθνος στην πλανητική εποχή» - του Π. Κονδύλη, εφημερίδα Καθημερινή - 7.4.1996
«Το μέλλον του έθνους στην Ευρώπη του αύριο» - Π. Κονδύλης, Καθημερινή - 13/14 Απριλίου 1996
(click στις εικόνες για να μεγεθυνθούν)
Γ. Β. Ριτζούλης: Παναγιώτης Κονδύλης, αξιολογική ουδετερότητα και πολιτική πράξη. Η ηθική της ευθύνης στην Ελλάδα της κρίσης
Update (15.8.2013): Αναδημοσίευση των 2 άρθρων μαζί - στον ιστοχώρο Μετά την Κρίση
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου