του Bartosz Bartkowski
http://zielonygrzyb.wordpress.com/2014/08/06/whats-so-good-about-biodiversity/ 6.8.2014
Η ανάγνωση ενός βιβλίου φάνηκε προς στιγμήν να κλονίζει την άποψή μου ότι η βιοποικιλότητα είναι κάτι πολύτιμο. Πρόκειται για το βιβλίο του Donald S. Maier What’s So Good About Biodiversity: A Call for Better Reasoning About Nature’s Value. Στο τέλος της ανάγνωσης αποδείχτηκε βέβαια ότι δεν την κλόνισε τόσο πολύ, όσο φάνηκε αρχικά. Ωστόσο η προκλητική και έντονα πολεμική επιχειρηματολογία του Maier με έβαλε σε πολλές σκέψεις. Θα επιχειρήσω λοιπόν μιαν «αυτο-θεραπευτική» επανεξέταση του πρώτου μέρους του βιβλίου του, στο οποίο επιτίθεται στην βιοποικιλότητα ως φορέα αξιών της φύσης.
Πρώτα μερικές γενικές παρατηρήσεις: Ο Donald S. Maier αποκαλεί τον εαυτό του «επιστήμονα περιβαλλοντολόγο που ασχολείται τώρα με την ηθική φιλοσοφία». Έχει πολλές γνώσεις για τις βιολογικές θεωρίες και απόψεις, όμως τις αναλύει κυρίως από την ηθική σκοπιά. Το βασικό ζήτημα, όπως φαίνεται και από τον τίτλο του βιβλίου του, είναι το εξής: υπάρχει κάτι (και τι είναι αυτό;) που καθιστά τη βιοποικιλότητα πολύτιμη; Η περίτεχνη απάντησή του, δοσμένη περιληπτικά, είναι: τίποτε. Κατά τον Maier, το να επιλέγουμε την βιοποικιλότητα ως τον φορέα των αξιών της φύσης είναι λανθασμένη αντίληψη.
Ας προχωρήσουμε σε πιο συγκεκριμένα θέματα: Ο ορισμός της βιοποικιλότητας που δίνει ο Maier μου αρέσει. Γράφει ότι βιοποικιλότητα είναι η πολλαπλότητα που εμφανίζεται σε κατηγορίες που περιλαμβάνουν ζώντες οργανισμούς. Τέτοιες κατηγορίες είναι π.χ. τα είδη, οι γονότυποι, οι λειτουργίες και τα χαρακτηριστικά, τα οικοσυστήματα. Ωστόσο, ο ίδιος απορρίπτει εντελώς όλες τις «πρόσθετες έννοιες» που χρησιμοποιούνται συχνά στη βιβλιογραφία της βιοποικιλότητας για τη μέτρησή της, όπως είναι η σπανιότητα, η μοναδικότητα και προπάντων η αφθονία. Εκ πρώτης όψεως, αυτό φαίνεται σωστό. Στο κάτω-κάτω, για να προσδιοριστεί ο βαθμός της ποικιλομορφίας που υπάρχει σε μια κατηγορία, για παράδειγμα η ποικιλομορφία των ειδών, δεν έχει πραγματική σημασία πόσα άτομα από κάθε είδος υπάρχουν. Ωστόσο, πριν από λίγες μέρες παρακολούθησα μια πολύ ενδιαφέρουσα ομιλία του Jonathan M. Chase, ο οποίος απέδειξε ότι στις πρακτικές εφαρμογές η αφθονία είναι αρκετά σημαντική. Κατά τη μέτρηση της βιοποικιλότητας, πάντα βασιζόμαστε σε δειγματολειψία. Για να είναι αποτελεσματική η μέτρηση, είναι καθοριστικής σημασίας η συμπερίληψη της αφθονίας και άλλων μεταβλητών που δεν ανήκουν στον πυρήνα της βιοποικιλότητας. Επίσης ο Maier τονίζει ότι τα διαφορετικά είδη μέσα σε μια κατηγορία βιοποικιλότητας πρέπει να αντιμετωπίζονται ως ισότιμα (ισονομία) και ως ανταλλάξιμα (οι οικονομολόγοι προτιμούν τον όρο «υποκαταστάσιμα»). Έτσι, ο ίδιος επικρίνει διάφορες προσπάθειες που εισάγουν διακρίσεις εις βάρος συγκεκριμένων ειδών, θεωρώντας τα π.χ. είτε «λιγότερο σημαντικά» είτε «ξενόφερτα». Αυτό το θεωρώ σημαντικό σημείο και ιδιαίτερα την κριτική που ασκεί στην έννοια των χωροκατακτητικών ξενικών ειδών. Ωστόσο, ο ίδιος δείχνει να παραβλέπει ότι ορισμένα είδη είναι λιγότερο σημαντικά σε μακροπρόθεσμη βάση, καθώς η εξαφάνισή τους δεν έχει σημαντικές συνέπειες για την επιβίωση άλλων ειδών, ενώ αντίθετα, η εξαφάνιση κάποιων συγκεκριμένων μπορεί να συμπαρασύρει και να «γκρεμίσει» και άλλα. Αυτό είναι ένα βασικό πρόβλημα της ανάλυσης του Maier, που εκ πρώτης όψεως φαίνεται πολύ πειστική, αλλά αποδεικνύεται στη συνέχεια ότι είναι πολύ απλοποιητική.
Θα ήταν υπερβολικό να παρουσιάσω όλα τα επιχειρήματα με τα οποία ο Maier επιχειρεί να δείξει ότι η βιοποικιλότητα δεν έχει καμία αξία. Αντ' αυτού, θα επιλέξω τρεις από τις κοινές αντιλήψεις για το τι αποτελεί την αξία της βιοποικιλότητας και θα αναλύσω κριτικά την αντίστοιχη κριτική που ασκεί ο Maier (με αυτό τον τρόπο, θα υποστηρίξω τη δική μου αντίληψη περί της αξίας της βιοποικιλότητας, την οποία θα παρουσιάσω ως μέρος της διδακτορικής διατριβής μου). Θα χρησιμοποιήσω τη δική του ονοματολογία για τις έννοιες.
Όμως, πριν αρχίσω, θα κάνω μια σημαντική παρατήρηση που ισχύει και για τα τρία πεδία της κριτικής. Κατά παράδοξο τρόπο, πρόκειται για μια επισήμανση που την κάνει και ο ίδιος ο Maier, όμως υποβαθμίζει τη σημασία της και σχεδόν δεν την λαμβάνει πραγματικά υπόψη. Πρόκειται για το εξής: ο λόγος που η βιοποικιλότητα ως έννοια είναι σημαντική είναι ένας και μόνον. Είναι σημαντική επειδή η γνώση μας για τον φυσικό κόσμο είναι εγγενώς περιορισμένη. Αν η γνώση μας για τις αλληλεπιδράσεις και τη δυναμική εντός και μεταξύ των οικοσυστημάτων ήταν τέλεια, η έννοια της βιοποικιλότητας θα είναι άχρηστη.
Επιτρέψτε μου να αποσαφηνίσω το παραπάνω με ένα παράδειγμα: στην οικολογική βιβλιογραφία, υπάρχει μια συζήτηση για τα «αποτελέσματα της βιοποικιλότητας» στη λειτουργία των οικοσυστημάτων, κατ' αντιδιαστολή με τα «αποτελέσματα της ομοιομορφίας». Τα πρώτα είναι αποτελέσματα που αποδίδονται στην ποικιλομορφία (ειδών, γενετική...), τα δεύτερα αποδίδονται σε συγκεκριμένα είδη ή γονίδια ή σε άλλες μεμονωμένες οντότητες. Ωστόσο, στην πραγματικότητα, όλες αυτές οι επιπτώσεις είναι στην πραγματικότητα το αποτέλεσμα είτε των «δραστηριοτήτων» μεμονωμένων ειδών (ή γονιδίων ή οτιδήποτε άλλων) ή των αλληλεπιδράσεων μιας συγκεκριμένης ομάδας ειδών. Εμείς απλά δεν τα κατανοούμε πλήρως. Και αν αυτές οι αλληλεπιδράσεις είναι πολύπλοκες, τότε είμαστε καταδικασμένοι να τις βλέπουμε μέσα από το πρίσμα της ασαφούς έννοιας της βιοποικιλότητας.
Αν μπορούσαμε να ξεπεράσουμε τους γνωστικούς περιορισμούς που αντιμετωπίζουμε, δεν θα χρειαζόταν πια να καταφεύγουμε στη βιοποικιλότητα, γιατί τότε θα γνωρίζαμε ποιες ακριβώς οντότητες του οικοσυστήματος είναι αυτές που εμπλέκονται στις δραστηριότητες που μελετάμε και ποιες είναι οι σχετικές αλληλεπιδράσεις τους. Όμως δεν τις γνωρίζουμε, και αυτό, πιστεύω, είναι κάτι που πρέπει να αποδεχτούμε ως αμετάκλητο. Οι γνώσεις μας βελτιώνονται διαρκώς και γίνονται όλο και πιο ακριβείς - αν και ορισμένοι υποστηρίζουν ότι κάθε ερώτηση που καταφέρνουμε να απαντήσουμε δημιουργεί νέα άλυτα ζητήματα - αλλά ποτέ δεν θα γίνουν τέλειες. Για το λόγο αυτό, νομίζω ότι η βιοποικιλότητα θα είναι πάντα μια καίρια και χρήσιμη έννοια της οικολογίας. Επίσης, ο τρόπος με τον οποίο γίνεται κατανοητή η φύση (δηλαδή αντανακλώντας τους γνωστικούς μας περιορισμούς), αποτελεί ένα σημαντικό μέρος της αξίας της.
1. Βιοποικιλότητα ως φαρμακοποιία
Ένα από τα πιο συνηθισμένα επιχειρήματα που χρησιμοποιούνται για να υποστηριχθεί η θέση ότι η βιοποικιλότητα είναι κάτι πολύτιμο για τους ανθρώπους, είναι ότι η βιοποικιλότητα αποτελεί σημαντική πηγή νέων φαρμάκων. Επίσης, με το επιχείρημα αυτό, οι φαρμακευτικές εταιρείες συμμετέχουν σε δράσεις βιοκατόπτευσης, πράγμα που σημαίνει ότι αγοράζουν γη ή άδειες για τη συγκεκριμένη χρήση μιας έκτασης, ιδιαίτερα σε περιοχές με τροπικά δάση, προκειμένου να ερευνήσουν τη χλωρίδα και την πανίδα τους, ψάχνοντας για βιοδραστικές ουσίες που θα μπορούσαν να αποτελέσουν τη βάση νέων φαρμάκων. Υποτίθεται ότι με αυτόν τον τρόπο προκύπτει και μια οικονομική αποτίμηση της βιοποικιλότητας στις περιοχές αυτές. Ο Maier αντικρούει το επιχείρημα αυτό, επισημαίνοντας αφενός ότι μόνον συγκεκριμένα φυτά και ζώα προσφέρουν τις ουσίες που χρειαζόμαστε για να αναπτύξουμε φάρμακα και αφετέρου ότι υπάρχουν μόνον λίγα φάρμακα στην αγορά που βασίζονται σε ζώντες οργανισμούς. Η μεγαλύτερη πρόοδος στον τομέα αυτό γίνονται με τον σχεδιασμό και τεχνητή σύνθεση νέων φαρμάκων. Το τελευταίο αυτό επιχείρημα μου φαίνεται όντως πειστικό. Η βιοκατόπτευση είναι μια σπάνια πρακτική και μάλλον ήσσονος σημασίας, ενώ ο συνθετικός σχεδιασμός φαρμάκων λειτουργεί μέχρι σήμερα πολύ αποτελεσματικά (και κατά πάσα πιθανότητα θα γίνει πιο αποτελεσματικός στο μέλλον). Όσον αφορά το πρώτο επιχείρημα του Maier, αυτό είναι ακριβώς το είδος της σύγχυσης που εννοούσα παραπάνω: σαφώς είναι ιδιαίτερες ομάδες φυτών και ζώων, αυτές που μας παρέχουν βιοδραστικές ουσίες με φαρμακευτικό ενδιαφέρον. Όμως μέχρι τις βρούμε, δεν ξέρουμε ποιες είναι, συνεπώς είναι λογικό να λεχθεί ότι συμβάλλουν στην αξία της βιοποικιλότητας. Περισσότερα για αυτό παρακάτω, στην ενότητα «Η βιοποικιλότητα ως φορέας επιλογών». Ωστόσο φαίνεται ότι ο Maier έχει δίκιο, τουλάχιστον εν μέρει: ακόμη και αν δεχτούμε ότι η βιοποικιλότητα παίζει ρόλο στην εξεύρεση νέων φαρμάκων, ο ρόλος αυτός δεν είναι και τόσο σημαντικός και ίσως δεν είναι καν αναντικατάστατος, εφόσον υπάρχουν οι τεχνικές σχεδιασμού φαρμάκων. Επιπλέον, όπως ορθά επισημαίνει, τα υψηλά επίπεδα βιοποικιλότητας συνδέονται και με υψηλά επίπεδα παθογόνου ποικιλότητας, πράγμα που σημαίνει ότι, από τη σκοπιά της υγείας, η βιοποικιλότητα μπορεί επίσης να συνιστά και μια ενόχληση για εμάς τους ανθρώπους. Αυτό είναι ένα σημείο που σπάνια έρχεται στην επιφάνεια στις συζητήσεις για την αξία της βιοποικιλότητας: αυτές εστιάζονται αποκλειστικά στο υποτιθέμενο δυναμικό της βιοποικιλότητας να παρέχει μέσα θεραπείας και καταστολής των παθογόνων παραγόντων. Η πραγματικότητα είναι όντως πολύ πιο περίπλοκη.
Ένα από τα πιο συνηθισμένα επιχειρήματα που χρησιμοποιούνται για να υποστηριχθεί η θέση ότι η βιοποικιλότητα είναι κάτι πολύτιμο για τους ανθρώπους, είναι ότι η βιοποικιλότητα αποτελεί σημαντική πηγή νέων φαρμάκων. Επίσης, με το επιχείρημα αυτό, οι φαρμακευτικές εταιρείες συμμετέχουν σε δράσεις βιοκατόπτευσης, πράγμα που σημαίνει ότι αγοράζουν γη ή άδειες για τη συγκεκριμένη χρήση μιας έκτασης, ιδιαίτερα σε περιοχές με τροπικά δάση, προκειμένου να ερευνήσουν τη χλωρίδα και την πανίδα τους, ψάχνοντας για βιοδραστικές ουσίες που θα μπορούσαν να αποτελέσουν τη βάση νέων φαρμάκων. Υποτίθεται ότι με αυτόν τον τρόπο προκύπτει και μια οικονομική αποτίμηση της βιοποικιλότητας στις περιοχές αυτές. Ο Maier αντικρούει το επιχείρημα αυτό, επισημαίνοντας αφενός ότι μόνον συγκεκριμένα φυτά και ζώα προσφέρουν τις ουσίες που χρειαζόμαστε για να αναπτύξουμε φάρμακα και αφετέρου ότι υπάρχουν μόνον λίγα φάρμακα στην αγορά που βασίζονται σε ζώντες οργανισμούς. Η μεγαλύτερη πρόοδος στον τομέα αυτό γίνονται με τον σχεδιασμό και τεχνητή σύνθεση νέων φαρμάκων. Το τελευταίο αυτό επιχείρημα μου φαίνεται όντως πειστικό. Η βιοκατόπτευση είναι μια σπάνια πρακτική και μάλλον ήσσονος σημασίας, ενώ ο συνθετικός σχεδιασμός φαρμάκων λειτουργεί μέχρι σήμερα πολύ αποτελεσματικά (και κατά πάσα πιθανότητα θα γίνει πιο αποτελεσματικός στο μέλλον). Όσον αφορά το πρώτο επιχείρημα του Maier, αυτό είναι ακριβώς το είδος της σύγχυσης που εννοούσα παραπάνω: σαφώς είναι ιδιαίτερες ομάδες φυτών και ζώων, αυτές που μας παρέχουν βιοδραστικές ουσίες με φαρμακευτικό ενδιαφέρον. Όμως μέχρι τις βρούμε, δεν ξέρουμε ποιες είναι, συνεπώς είναι λογικό να λεχθεί ότι συμβάλλουν στην αξία της βιοποικιλότητας. Περισσότερα για αυτό παρακάτω, στην ενότητα «Η βιοποικιλότητα ως φορέας επιλογών». Ωστόσο φαίνεται ότι ο Maier έχει δίκιο, τουλάχιστον εν μέρει: ακόμη και αν δεχτούμε ότι η βιοποικιλότητα παίζει ρόλο στην εξεύρεση νέων φαρμάκων, ο ρόλος αυτός δεν είναι και τόσο σημαντικός και ίσως δεν είναι καν αναντικατάστατος, εφόσον υπάρχουν οι τεχνικές σχεδιασμού φαρμάκων. Επιπλέον, όπως ορθά επισημαίνει, τα υψηλά επίπεδα βιοποικιλότητας συνδέονται και με υψηλά επίπεδα παθογόνου ποικιλότητας, πράγμα που σημαίνει ότι, από τη σκοπιά της υγείας, η βιοποικιλότητα μπορεί επίσης να συνιστά και μια ενόχληση για εμάς τους ανθρώπους. Αυτό είναι ένα σημείο που σπάνια έρχεται στην επιφάνεια στις συζητήσεις για την αξία της βιοποικιλότητας: αυτές εστιάζονται αποκλειστικά στο υποτιθέμενο δυναμικό της βιοποικιλότητας να παρέχει μέσα θεραπείας και καταστολής των παθογόνων παραγόντων. Η πραγματικότητα είναι όντως πολύ πιο περίπλοκη.
2. Βιοποικιλότητα ως πάροχος υπηρεσιών
Ένα άλλο συχνά χρησιμοποιούμενο επιχείρημα που επιχειρεί να αιτιολογήσει γιατί η βιοποικιλότητα είναι κάτι πολύτιμο, είναι ότι στηρίζει την παροχή υπηρεσιών από τα οικοσυστήματα (εξασφαλίζοντας τη σταθερότητά τους).
Ένα άλλο συχνά χρησιμοποιούμενο επιχείρημα που επιχειρεί να αιτιολογήσει γιατί η βιοποικιλότητα είναι κάτι πολύτιμο, είναι ότι στηρίζει την παροχή υπηρεσιών από τα οικοσυστήματα (εξασφαλίζοντας τη σταθερότητά τους).
Όσον αφορά αυτή τη γραμμή σκέψης, ο Maier αμφισβητεί την εγκυρότητα της σχέσης μεταξύ της βιοποικιλότητας και της καλής λειτουργίας ενός οικοσυστήματος. Συγκεκριμένα, απορρίπτει την διευρυμένη εφαρμογή σε πλήρη οικοσυστήματα των αποτελεσμάτων που προκύπτουν από πειράματα μικρής κλίμακας και επισημαίνει το γεγονός, ότι ορισμένα οικοσυστήματα εμφανίζουν εξαιρετικά χαμηλά επίπεδα βιοποικιλότητας παρόλο που είναι εξαιρετικά σταθερά και παραγωγικά (το παράδειγμα που προτιμά είναι τα αλμυρά έλη). Επιπλέον, ο Maier δεν είναι φίλος της έννοιας των υπηρεσιών οικοσυστήματος και υποστηρίζει το εξής: δεδομένου ότι οι περισσότερες υπηρεσίες οικοσυστήματος (η παραγωγή χρήσιμων προϊόντων και οι ρυθμιστικές) εξαρτώνται μόνον από πολύ λίγα είδη, δεν υπάρχει καμία λογική σύνδεση μεταξύ της προστασίας και διατήρησης των υπηρεσιών οικοσυστήματος αφενός και της προστασίας και διατήρησης της βιοποικιλότητας αφετέρου.
Αν και υπάρχει ένας κόκκος αλήθειας και στα τρία επιχειρήματα, όλα είναι λίγο ή πολύ ασαφή ή τουλάχιστον μονόπλευρα, όταν τα δούμε μέσα σε μια ευρύτερη προοπτική. Είναι γεγονός ότι η συζήτηση για τη συσχέτιση της βιοποικιλότητας με την καλή λειτουργία του οικοσυστήματος (BEF) είναι πολύπλοκη και αμφιλεγόμενη. Και αυτό δεν εξαρτάται κυρίως από τα πειράματα μικρής κλίμακας. Ωστόσο, έξοχες μετα-αναλύσεις (π.χ. εδώ και εδώ) αποκαλύπτουν ότι υπάρχει γενική συναίνεση βασισμένη σε εμπειρικά δεδομένα (τόσο πειραματικά όσο και παρατήρησης), ότι η βιοποικιλότητα και (η σταθερότητα) της λειτουργίας του οικοσυστήματος συσχετίζονται. Πολλές λεπτομέρειες στα αποτελέσματα είναι αμφιλεγόμενες, όμως το γενικό συμπέρασμα από το κύριο σώμα των μελετών είναι μάλλον ξεκάθαρο. Όσον αφορά το επιχείρημά του για τα αλμυρά έλη, είναι μια σαφής παρανόηση: κανείς δεν υποστηρίζει, τουλάχιστον με όσα γνωρίζω, ότι τα πιο πλούσια σε βιοποικιλότητα οικοσυστήματα είναι per se τα πιο σταθερά και παραγωγικά. Αντίθετα, η συσχέτιση BEF ισχύει μόνον μέσα στα πλαίσια ενός συγκεκριμένου τύπου οικοσυστήματος. Δεν μπορούμε να συγκρίνουμε εντελώς διαφορετικά οικοσυστήματα και να αντλήσουμε από αυτή τη σύγκριση συμπεράσματα για τις επιπτώσεις της βιοποικιλότητας.
Τελευταίο αλλά όχι λιγότερο σημαντικό: νομίζω ότι ο αντίλογος του Maier στην ιδέα των υπηρεσιών οικοσυστήματος είναι εσφαλμένος για δύο τουλάχιστον λόγους. Πρώτον, επικεντρώνεται αποκλειστικά και μόνον στις υπηρεσίες παραγωγής χρήσιμων προϊόντων και στις ρυθμιστικές, και κατά κύριο λόγο του τομέα της γεωργίας, για να υποστηρίξει ότι οι υπηρεσίες αυτές δεν έχουν ανάγκη υψηλής βιοποικιλότητας για να είναι εξασφαλισμένες. Ωστόσο, ο ίδιος παραβλέπει πλήρως την έννοια των πολιτισμικών υπηρεσιών, οι οποίες μάλον έχουν πιο άμεση σχέση με τη βιοποικιλότητα. Δεύτερον, υποβαθμίζει και πάλι τους εγγενείς περιορισμούς και όρια στη γνώση μας. Πράγματι, πολλές υπηρεσίες οικοσυστήματος, παραγωγής χρήσιμων προϊόντων και ρυθμιστικές, εξαρτώνται άμεσα μόνον από λίγα είδη. Παρ' όλα αυτά, και δεδομένου ότι δεν μπορούμε να κατανοήσουμε σωστά πώς λειτουργούν τα οικοσυστήματα και ποιες είναι οι κρίσιμες αλληλεξαρτήσεις, ίσως θα ήταν καλή ιδέα να διατηρούμε τα οικοσυστήματα σε καλή κατάσταση και με υψηλή βιοποικιλότητα, αν θέλουμε να διασφαλιστεί η σταθερή παροχή υπηρεσιών οικοσυστήματος. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα για τις ρυθμιστικές υπηρεσίες οικοσυστήματος, όπως είναι ο καθαρισμός του νερού.
3. Η βιοποικιλότητα ως φορέας επιλογών και δυνατοτήτων για το μέλλον
Η τελευταία δημοφιλής γραμμή σκέψης για για την αξία της βιοποικιλότητας, στην οποία ασκεί κριτική ο Maier, είναι η πεποίθηση ότι η βιοποικιλότητα είναι φορέας επιλογών και δυνατοτήτων για το μέλλον. Πρόκειται για μια ιδέα την οποία οι βιολόγοι και οι περιβαλλοντολόγοι δανείστηκαν από την οικονομική επιστήμη. Στην οικονομική επιστήμη υπάρχουν δύο παραλλαγές για την αξία των επιλογών, τις οποίες πραγματεύεται εκτενώς ο Maier. Η αξία των επιλογών έχει την πηγή της στην εγγενή μας απροθυμία ανάληψης κινδύνων: τα ανθρώπινα όντα είναι γενικά επιφυλακτικά και θεωρούν ευπρόσδεκτη κάθε ευκαιρία για «διασπορά του κινδύνου» (άς σκεφτούμε τις ασφάλειες ή τη διασπορά σε ένα οικονομικό χαρτοφυλάκιο). Η βιοποικιλότητα συχνά θεωρείται ως ένα είδος «χαρτοφυλακίου» που είναι φορέας επιλογών για να μπορούμε να αντιδρούμε στις μελλοντικές εξελίξεις. Μάλιστα, το προαναφερθέν επιχείρημα περί φαρμακοποιίας αποτελεί ουσιαστικά ένα επιχείρημα με βάση την αξία των επιλογών.
Η τελευταία δημοφιλής γραμμή σκέψης για για την αξία της βιοποικιλότητας, στην οποία ασκεί κριτική ο Maier, είναι η πεποίθηση ότι η βιοποικιλότητα είναι φορέας επιλογών και δυνατοτήτων για το μέλλον. Πρόκειται για μια ιδέα την οποία οι βιολόγοι και οι περιβαλλοντολόγοι δανείστηκαν από την οικονομική επιστήμη. Στην οικονομική επιστήμη υπάρχουν δύο παραλλαγές για την αξία των επιλογών, τις οποίες πραγματεύεται εκτενώς ο Maier. Η αξία των επιλογών έχει την πηγή της στην εγγενή μας απροθυμία ανάληψης κινδύνων: τα ανθρώπινα όντα είναι γενικά επιφυλακτικά και θεωρούν ευπρόσδεκτη κάθε ευκαιρία για «διασπορά του κινδύνου» (άς σκεφτούμε τις ασφάλειες ή τη διασπορά σε ένα οικονομικό χαρτοφυλάκιο). Η βιοποικιλότητα συχνά θεωρείται ως ένα είδος «χαρτοφυλακίου» που είναι φορέας επιλογών για να μπορούμε να αντιδρούμε στις μελλοντικές εξελίξεις. Μάλιστα, το προαναφερθέν επιχείρημα περί φαρμακοποιίας αποτελεί ουσιαστικά ένα επιχείρημα με βάση την αξία των επιλογών.
Η άλλη παραλλαγή ονομάζεται αξία των οιονεί επιλογών και βασίζεται σε εκτιμήσεις περί της μη αναστρεψιμότητας: επειδή στο μέλλον είναι πιθανό να συνειδητοποιήσουμε για πρώτη φορά ότι χρειαζόμαστε κάποια μέρη ενός οικοσυστήματος, υπάρχει σοβαρός λόγος να μην προκαλούμε μη αναστρέψιμες αλλαγές στα οικοσυστήματα. Εδώ, η σύνδεση με τη βιοποικιλότητα είναι λιγότερο προφανής, καθώς η αξία των οιονεί επιλογών αφορά περισσότερο τα οικοσυστήματα ως τέτοια και όχι ειδικά την ποικιλία των στοιχείων τους. Ο Maier ορθώς επισημαίνει, ότι στις συζητήσεις περί της αξίας της βιοποικιλότητας, συχνά κάποιοι επικαλούνται πολύ απρόσεκτα αυτές τις δύο αυστηρά οικονομικές έννοιες. Για παράδειγμα, μπορούμε να μιλήσουμε για την αξία των οιονεί επιλογών μόνον όταν τίθεται ζήτημα μη αναστρεψιμότητας. Από την άλλη πλευρά, η μη αναστρεψιμότητα μέσα στην κλίμακα του χρόνου είναι δεν είναι κάτι το απόλυτο και ο Maier δείχνει να αναφέρεται σε χρονικές κλίμακες που είναι πολύ πιο μακροχρονιες από αυτές που εμπλέκονται συχνά σε τέτοιες συζητήσεις.
Επίσης, επιτίθεται σ' εκείνους που επικαλούνται την αξία των επιλογών ως πηγή της αξίας της βιοποικιλότητας για δύο βασικούς λόγους, ο ένας εκ των οποίων θέτει ένα απαιτητικό ερώτημα στην επιχειρηματολογία που επικρίνει ο Maier, ενώ ο άλλος είναι εντελώς λανθασμένος.
Το απαιτητικό κριτικό επιχείρημά του είναι, ότι η σύγκριση της βιοποικιλότητας με ένα οικονομικό χαρτοφυλάκιο έχει ένα μεγάλο ελάττωμα: σε ένα οικονομικό χαρτοφυλάκιο, όλα τα περιουσιακά στοιχεία έχουν θετική αναμενόμενη αξία. Όμως δεν ισχύει το ίδιο για όλα τα είδη ενός «χαρτοφυλακίου βιοποικιλότητας». Για παράδειγμα, τα παθογόνα είδη, που ήδη αναφέρθηκαν, έχουν σαφώς αρνητική (αναμενόμενη) αξία, όπως επίσης τα παράσιτα, τα ζιζάνια και τα επιβλαβή είδη ζώων στη γεωργία. Η δύναμη ενός συγκεκριμένου οικονομικού χαρτοφυλακίου έγκειται στο γεγονός ότι παρά τις διακυμάνσεις, η αναμενόμενη απόδοση για όλα τα των περιουσιακά στοιχεία πρέπει να είναι θετική. Σε αντίθετη περίπτωση, κάποια δεν θα πρέπει να περιλαμβάνονται στο χαρτοφυλάκιο. Ωστόσο, δεν υπάρχει καμία λογική δυνατότητα να εξαιρούνται από το χαρτοφυλάκιο της βιοποικιλότητας τα «περιουσιακά στοιχεία» που αποτιμώνται αρνητικά. Αυτό θέτει πράγματι μια δύσκολη ένσταση εναντίον όσων ερμηνεύουν με αυτό τον τρόπο την αξία της βιοποικιλότητας, δηλαδή ότι αυτή έγκειται στο ρόλο της ως «χαρτοφυλάκιο».
Το άλλο επιχείρημα του Maier θέτει υπο αμφισβήτηση τη γενική απροθυμία ανάληψης κινδύνων από τα ανθρώπινα όντα. Όμως είναι εντελώς τεκμηριωμένο το γεγονός, ότι στις περισσότερες περιπτώσεις η πλειοψηφία των ανθρώπων αποστρέφεται τον κίνδυνο, όπως φαίνεται για παράδειγμα από τις εκτεταμένες αγορές ασφαλιστικών προγραμμάτων ή από τις διαφορές στα ποσοστά απόδοσης των χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων, ανάλογα με τον αντίστοιχο κίνδυνο ζημιών και χρεοκοπιών. Παρ' όλα αυτά, το πρόβλημα του χαρτοφυλακίου, που επισημάνθηκε πριν, δεν επηρεάζεται από αυτή την αστοχία του Maier, παραμένει ακέραιο και θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη όταν κάποιος επιχειρεί να επιχειρηματολογήσει ότι η αξία της βιοποικιλότητας προκύπτει από την ιδιότητά της να είναι φορέας μελλοντικών επιλογών.
***
Όπως φαίνεται από τις απαντήσεις μου στα επιχειρήματα του Maier, οι λόγοι για την αποτίμηση της βιοποικιλότητας είναι σαφώς αλληλένδετοι. Από το γεγονός αυτό προκύπτει και το τελευταίο επιχείρημα εναντίον του Maier που θα ήθελα να αναφέρω: αντιμετωπίζει όλα τα επιχειρήματα υπέρ της αξίας της βιοποικιλότητας ως ξεχωριστά πράγματα. Αλλά δεν είναι. Αν τα λάβουμε υπόψη ως ένα σύνολο, δείχνουν ότι η βιοποικιλότητα είναι όντως πολύτιμη. Από την άλλη πλευρά, ο Maier ορθώς επισημαίνει ότι η βιοποικιλότητα δεν είναι το μοναδικό πολύτιμο πράγμα στη φύση. Ωστόσο εξακολουθώ να ισχυρίζομαι ότι είναι κάτι σημαντικό.
O Bartosz Bartkowski είναι ερευνητής στον τομέα της οικονομικής αξιολόγησης της βιοποικιλότητας (Helmholtz Centre for Environmental Research - Λειψία). Στον ιστότοπο Skeptische Ökonomie (παλιότερα στα αγγλικά, The Sceptical Economist) πραγματεύεται θέματα σχετικά με την αειφορία - με την ευρεία έννοια - από τη σκοπιά της οικονομικής επιστήμης, της οικολογίας, της πολιτικής, της κοινωνικής επιστήμης και της ηθικής. Βασικοί τομείς ενδιαφέροντος: κλιματική αλλαγή, ειδικά οι οικονομικές πτυχές, οικονομική αποτίμηση των δράσεων για προστασία των
οικοσυστημάτων και της βιοποικιλότητας.
Επίσης, η κριτική αντιμετώπιση της οικονομικής ορθοδοξίας, ιδίως για ό,τι αφορά την υπόθεση ότι η ορθοδοξία αυτή είναι ορθολογική, την ποσοτική μέτρηση της προόδου και την εκτίμηση της μη αγοραίας αξίας των αγαθών.
The Faith-based, Trickle-down Model of Conservation - Michael Soulé
Cofrin Center for Biodiversity |
Biodiversity Institute Oxford |
Μανιτάρια και βιοποικιλότητα - Cofrin Center for Biodiversity
|
Mικροκλίματα της Ελλάδας & βιοποικιλότητα μανιταριών |
Norman Myers et al. - Biodiversity hotspots for conservation priorities (Nature 403, ολόκληρο το κείμενο)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου