του Λέανδρου Φίσερ
© Jacobin - Leandros Fischer: From Papandreou to Tsipras, 24.9.2015
© Jacobin - Leandros Fischer: From Papandreou to Tsipras, 24.9.2015
Τι μπορούμε να μάθουμε από την ιστορία του ελληνικού λαϊκισμού για τον ΣΥΡΙΖΑ, για την πολιτική διαδρομή του και για τις εκλογικές επιτυχίες του; Ποιά μορφή θα λάβει η ανασύνθεσή της Αριστεράς εν μέσω της εφαρμογής του τρίτου μνημονίου; Το διακύβευμα είναι πολύ υψηλό, περαιτέρω λάθη μπορεί να έχουν πολύ επικίνδυνες συνέπειες. Μια «εξ αριστερών» κριτική με νηφάλια συμπεράσματα.
Πώς πρέπει να αναγνωσθεί η πρόσφατη εκλογική νίκη του ΣΥΡΙΖΑ; Σίγουρα αυτό το ερώτημα αποτελεί αφορμή για αμέτρητες συζητήσεις περί την Αριστερά. Γιατί ο ελληνικός λαός επέλεξε να υποστηρίξει έναν πολιτικό που μετέτρεψε το περήφανο «Όχι» του σε υποταγή στο τρίτο και πιο βάναυσο από όλα τα μνημόνια; Και γιατί άραγε οι αποχωρήσαντες της αριστερής πτέρυγας του ΣΥΡΙΖΑ δεν πέτυχαν να εκλέξουν ούτε καν έναν βουλευτή;
Η απάντηση σ' αυτά τα ερωτήματα αποτελείται από πολλά πράγματα που δεν μπορούν να αναλυθούν εδώ: το ποσοστό ρεκόρ της αποχής (45 %), ο φόβος μιας συντηρητικής επιστροφής, η συγκρότηση της Λαϊκής Ενότητας μόνον είκοσι οκτώ ημέρες πριν τις εκλογές, για να αναφέρουμε μερικά απο αυτά. Παρ' όλα αυτά, υπάρχει και μια άλλη πτυχή που αξίζει να εξεταστεί και η οποία, ενώ δεν είναι ικανή να εξηγήσει ολόκληρη την εικόνα ή έστω το μεγαλύτερο μέρος της, ασφαλώς συμβάλλει στην καλύτερη κατανόηση του ελληνικού πολιτικού τοπίου.
Πολλά
έχουν ειπωθεί και γραφτεί τα τελευταία
πέντε χρόνια γύρω από την υποτιθέμενη
επιστροφή του «λαϊκισμού» και της
«λαϊκίστικης πολιτικής», για τη σημασία
των «κενών σημαινόντων» (“empty signifiers”*) στη διαμόρφωση ευρέων κινημάτων και
συμμαχιών. Στα πλαίσια αυτής την αφήγησης,
το Podemos και ο ΣΥΡΙΖΑ είναι λαϊκίστικα
κινήματα που δεν ανήκουν στην Αριστερά ούτε στη Δεξιά, ενώ ο Τσίπρας και ο Πάμπλο
Ιγκλέσιας είναι η πεμπτουσία του λαϊκιστή
ηγέτη και ικανοί να συσπειρώνουν τα
πλήθη που τους ακολουθούν.
Έχω τη γνώμη ότι μια λαϊκίστικη ροπή όντως υπάρχει, όμως το πράγμα είναι πολύ πιο περίπλοκο από την ερμηνεία της μόδας, η οποία συνδέεται με τις εργασίες του Ernesto Laclau και στερείται ταξικού περιεχομένου.
Καθένας που γνωρίζει την ιστορία της ελληνικής πολιτικής, θα έχει παρατηρήσει πόσο διέφερε η προεκλογική εκστρατεία του Τσίπρα τον Σεπτέμβριο από την αντίστοιχη του Ιανουαρίου - όχι μόνον στο περιεχόμενο αλλά και στο ύφος. Και δεν ήταν μόνον ότι η έμφαση της εκστρατείας δόθηκε αποκλειστικά στον Τσίπρα, ως πολιτικό ηγέτη. Η στάση του σώματος, οι τρόποι, οι ομιλίες - όλα θύμιζαν τον παλιό Έλληνα πρωθυπουργό Ανδρέα Παπανδρέου κατά τη διάρκεια της κυριαρχίας του στη δεκαετία του 1980.
Αν η μνήμη του λαού είναι ένας από τους παράγοντες που συγκαθορίζουν την πολιτική δράση, τότε αξίζει να θυμηθούμε ποιος ήταν ο Παπανδρέου. Ήταν ο απόγονος μιας αστικής πολιτικής δυναστείας που κινήθηκε γρήγορα προς τα αριστερά κατά τη διάρκεια της στρατιωτικής δικτατορίας στην Ελλάδα και πειραματίστηκε με νεο-μαρξιστικές ιδέες, όπως η θεωρία της εξάρτησης. Ιππεύοντας ένα κύμα πολιτικοποίησης μετά την πτώση της δικτατορίας, ίδρυσε το ΠΑΣΟΚ και έγινε πρωθυπουργός το 1981, έχοντας αρχικά ως πρόγραμμα την αποχώρηση η Ελλάδα από το ΝΑΤΟ και από την Ευρωπαϊκή Ένωση και τη μετάβαση στο σοσιαλισμό.
Πώς πρέπει να αναγνωσθεί η πρόσφατη εκλογική νίκη του ΣΥΡΙΖΑ; Σίγουρα αυτό το ερώτημα αποτελεί αφορμή για αμέτρητες συζητήσεις περί την Αριστερά. Γιατί ο ελληνικός λαός επέλεξε να υποστηρίξει έναν πολιτικό που μετέτρεψε το περήφανο «Όχι» του σε υποταγή στο τρίτο και πιο βάναυσο από όλα τα μνημόνια; Και γιατί άραγε οι αποχωρήσαντες της αριστερής πτέρυγας του ΣΥΡΙΖΑ δεν πέτυχαν να εκλέξουν ούτε καν έναν βουλευτή;
Η απάντηση σ' αυτά τα ερωτήματα αποτελείται από πολλά πράγματα που δεν μπορούν να αναλυθούν εδώ: το ποσοστό ρεκόρ της αποχής (45 %), ο φόβος μιας συντηρητικής επιστροφής, η συγκρότηση της Λαϊκής Ενότητας μόνον είκοσι οκτώ ημέρες πριν τις εκλογές, για να αναφέρουμε μερικά απο αυτά. Παρ' όλα αυτά, υπάρχει και μια άλλη πτυχή που αξίζει να εξεταστεί και η οποία, ενώ δεν είναι ικανή να εξηγήσει ολόκληρη την εικόνα ή έστω το μεγαλύτερο μέρος της, ασφαλώς συμβάλλει στην καλύτερη κατανόηση του ελληνικού πολιτικού τοπίου.
Pieter Bruegel ο Πρεσβύτερος: Γαμήλιος Χορός |
Έχω τη γνώμη ότι μια λαϊκίστικη ροπή όντως υπάρχει, όμως το πράγμα είναι πολύ πιο περίπλοκο από την ερμηνεία της μόδας, η οποία συνδέεται με τις εργασίες του Ernesto Laclau και στερείται ταξικού περιεχομένου.
Καθένας που γνωρίζει την ιστορία της ελληνικής πολιτικής, θα έχει παρατηρήσει πόσο διέφερε η προεκλογική εκστρατεία του Τσίπρα τον Σεπτέμβριο από την αντίστοιχη του Ιανουαρίου - όχι μόνον στο περιεχόμενο αλλά και στο ύφος. Και δεν ήταν μόνον ότι η έμφαση της εκστρατείας δόθηκε αποκλειστικά στον Τσίπρα, ως πολιτικό ηγέτη. Η στάση του σώματος, οι τρόποι, οι ομιλίες - όλα θύμιζαν τον παλιό Έλληνα πρωθυπουργό Ανδρέα Παπανδρέου κατά τη διάρκεια της κυριαρχίας του στη δεκαετία του 1980.
Αν η μνήμη του λαού είναι ένας από τους παράγοντες που συγκαθορίζουν την πολιτική δράση, τότε αξίζει να θυμηθούμε ποιος ήταν ο Παπανδρέου. Ήταν ο απόγονος μιας αστικής πολιτικής δυναστείας που κινήθηκε γρήγορα προς τα αριστερά κατά τη διάρκεια της στρατιωτικής δικτατορίας στην Ελλάδα και πειραματίστηκε με νεο-μαρξιστικές ιδέες, όπως η θεωρία της εξάρτησης. Ιππεύοντας ένα κύμα πολιτικοποίησης μετά την πτώση της δικτατορίας, ίδρυσε το ΠΑΣΟΚ και έγινε πρωθυπουργός το 1981, έχοντας αρχικά ως πρόγραμμα την αποχώρηση η Ελλάδα από το ΝΑΤΟ και από την Ευρωπαϊκή Ένωση και τη μετάβαση στο σοσιαλισμό.
Στον ιστότοπο Μετά την Κρίση:
Κας Μούντε - Ερνέστο Λακλάου: Λαϊκισμός, το φάντασμα της Βαϊμάρης, η Λατινική Αμερική και το μέλλον της Ευρώπης
Κριστομπάλ Ροβίρα Κάλτβάσσερ: Οι λαϊκιστικές δυνάμεις δεν είναι ανόητες - θέτουν εύλογα ερωτήματα για την σημερινή κατάσταση της δημοκρατίας
Κας Μούντε: Μαθήματα από την αποτυχία του ΣΥΡΙΖΑ: για μια διαφορετική Ευρώπη χρειάζεται και ιδεολογία και πολιτικές ικανότητες
***
Γιώργος Παπαμώκος: Οι εραστές της θητείας του κ. Σημίτη και οι ανέραστοι της Αριστεράς - Οι θεότυφλοι και ο μονόφθαλμος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου