© ft - Wolfgang Münchau : Italy illustrates the way to liberal democracy’s demise, 20.5.2018
«Η αυτάρεσκη αντιμετώπιση της ενδυνάμωσης των λαϊκιστών, με αποφυγή της αυτοκριτικής, είναι χαρακτηριστική αντίδραση των αποτυχημένων πολιτικών συστημάτων». Και «εάν για μεγάλο χρονικό διάστημα η φιλελεύθερη δημοκρατία αποτυγχάνει να αποφέρει οικονομική ευημερία για σημαντικό μέρος του πληθυσμού, τότε έρχεται το τέλος της· πεθαίνει μαζί με τους θεσμούς που έχει δημιουργήσει στη χρηματοοικονομική σφαίρα και στη σφαίρα της πραγματικής οικονομίας», γράφει ο Wolfgang Münchau.
Πριν λίγα χρόνια μερικοί θολά «αντισυστημικοί» ή και «μαρξιστές» (από εκείνους που φέρνουν στο νου το ανέκδοτο «ο Μαρξ στην Κοπεγχάγη αντί του Λονδίνου - ναί, συνέβη σε παράλληλο σύμπαν»), ισχυρίστηκαν ότι η Ελλάδα ήταν ο «αδύνατος κρίκος της αλυσίδας». Αυτό που ισχυρίστηκαν εκείνοι τότε, σε λάθος τόπο και λάθος χρόνο, ίσως δεν είναι τόσο τερατωδώς εξωπραγματικό για την Ιταλία τώρα, λόγω του μεγέθους της, της θέσης της στο στερέωμα της ΕΕ και της διασύνδεσής της στην παγκόσμια οικονομία, της διαρκούς οικονομικής κάμψης και μιας πολιτικής δυσλειτουργίας πολλών δεκαετιών. Ωστόσο το πραγματικό ζήτημα είναι τί είδους και ποιάς κατεύθυνσης αλλαγή θα έφερνε στον κόσμο τώρα μια θραύση στον ευρωπαϊκό «κρίκο» Ιταλία.
Σε αντίθεση με την αμήχανη στάση για τις εξελίξεις στην Ιταλία, που τηρoύν τώρα οι οικονομολόγοι της επικρατούσας Σχολής, οι αυτάρεσκοι «κεντρώοι» του κομματικού συστήματος, μαζί τους και εκείνοι που είδαν την Ελλάδα το 2010-2015 ως χώρα-πειραματόζωο, ο Münchau σκιαγραφεί μια μελανή εικόνα της ΕΕ με ένα από τα μεγάλα ιδρυτικά μέλη της σε βαθειά κρίση. Αλλά προχωρεί και πιο πέρα, πέρα από το πεδίο της οικονομίας, ακριβώς τη στιγμή που αυτό μεταθέτει την κρίση του στο πεδίο της πολιτικής: Προβληματίζεται για το μέλλον της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας όπως την ξέρουμε μετά τον τέλος του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, ενόψει διακυβέρνησης της μεγάλης νοτιοευρωπαϊκής γείτονος από σύμπραξη δυνάμεων ακραιφνώς ακροδεξιών και θολά «αντισυστημικών».
Δεν είναι πρωτοφανείς καταστάσεις. Αυτό που αποκαλούν «σύστημα» στην παραπλανητική Lib-Pop γλώσσα τους ηγεμονικές κοινωνικές δυνάμεις που θέλουν «να τα αλλάξουν όλα για να μείνουν όλα ίδια» (όπως στον Γατόπαρδο των Τζουζέπε Τομάζο Λαμπεντούζα και Λουκίνο Βισκόντι), αμφισβητήθηκε και άλλοτε - επιτυχώς - από τους πιο αδίστακτους «αντισυστημικούς» αυτής της κατηγορίας. Όμως, τι εμπεδώσαμε από το ιστορικό μάθημα της Βαϊμάρης ή του «αντισυστημικού» Μουσολίνι;
Σε αντίθεση με την αμήχανη στάση για τις εξελίξεις στην Ιταλία, που τηρoύν τώρα οι οικονομολόγοι της επικρατούσας Σχολής, οι αυτάρεσκοι «κεντρώοι» του κομματικού συστήματος, μαζί τους και εκείνοι που είδαν την Ελλάδα το 2010-2015 ως χώρα-πειραματόζωο, ο Münchau σκιαγραφεί μια μελανή εικόνα της ΕΕ με ένα από τα μεγάλα ιδρυτικά μέλη της σε βαθειά κρίση. Αλλά προχωρεί και πιο πέρα, πέρα από το πεδίο της οικονομίας, ακριβώς τη στιγμή που αυτό μεταθέτει την κρίση του στο πεδίο της πολιτικής: Προβληματίζεται για το μέλλον της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας όπως την ξέρουμε μετά τον τέλος του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, ενόψει διακυβέρνησης της μεγάλης νοτιοευρωπαϊκής γείτονος από σύμπραξη δυνάμεων ακραιφνώς ακροδεξιών και θολά «αντισυστημικών».
Δεν είναι πρωτοφανείς καταστάσεις. Αυτό που αποκαλούν «σύστημα» στην παραπλανητική Lib-Pop γλώσσα τους ηγεμονικές κοινωνικές δυνάμεις που θέλουν «να τα αλλάξουν όλα για να μείνουν όλα ίδια» (όπως στον Γατόπαρδο των Τζουζέπε Τομάζο Λαμπεντούζα και Λουκίνο Βισκόντι), αμφισβητήθηκε και άλλοτε - επιτυχώς - από τους πιο αδίστακτους «αντισυστημικούς» αυτής της κατηγορίας. Όμως, τι εμπεδώσαμε από το ιστορικό μάθημα της Βαϊμάρης ή του «αντισυστημικού» Μουσολίνι;
Γ. Ρ.
Το να συγκρίνουμε τους σημερινούς λαϊκιστές και εθνικιστές με τους Ναζί και με τους φασίστες που έδρασαν πριν από 80 ή 90 χρόνια, δεν έχει νόημα. Ωστόσο, βλέπω πολύ πιο σαφείς παραλληλισμούς μεταξύ της πτώσης της γερμανικής Δημοκρατίας της Βαϊμάρης και της ευάλωτης κατάστασης στην οποία έχουν περιπέσει σήμερα οι φιλελεύθερες ελίτ της Ευρώπης. Μερικοί από αυτούς που υπερασπίζονται τώρα τη φιλελεύθερη τάξη πραγμάτων, κάνουν το ίδιο λάθος που έκανε, λόγου χάρη, το Γερμανικό Κόμμα του Κέντρου (Deutsche Zentrumspartei, DZP) στις αρχές της δεκαετίας του 1930, διότι υποτιμούν την τάξη μεγέθους της απειλής που αντιμετωπίζουν.
Ο Harold James, καθηγητής ιστορίας στο Πανεπιστήμιο του Πρίνστον, μας παρουσίασε πρόσφατα 10 λόγους για τους οποίους τα σημερινά πολιτικά συστήματα και η Δημοκρατία της Βαϊμάρης έχουν μερικά κοινά αυτοκαταστροφικά χαρακτηριστικά [Ten Weimar Lessons, στο Project Syndicate]. Ένας από αυτούς είναι η δύναμη του οικονομικού σοκ. Ένας άλλος είναι μια υπέρμετρη αισιοδοξία για την ισχύ των θεσμών και για την ικανότητα τους να προστατεύσουν το σύστημα.
Ιδού και μερικές ακόμη σκέψεις που δείχνουν τι ρόλο παίζουν οι αυτάρεσκες αφηγήσεις που αποφεύγουν την αυτοκριτική - δηλαδή ιστορίες που λέμε μεταξύ μας για να μας κάνουν να αισθανόμαστε καλύτερα.
* Λόγου χάρη, ως σχολιαστής για τις υποθέσεις της ευρωζώνης, ακούω διαρκώς το επιχείρημα ότι η έξοδος της Ιταλίας από τη ζώνη του ευρώ είναι κάτι που δεν μπορεί να συμβεί, επειδή αυτό δεν επιτρέπεται. Το Σύνταγμα της Ιταλίας, για παράδειγμα, είναι απαγορευτικό στο να ακυρώσει μια ιταλική κυβέρνηση διεθνείς συνθήκες με δημοψήφισμα.
Αυτό το επιχείρημα όχι μόνον υπερτιμά την ικανότητα ενός συνταγματικού νόμου να μας προστατεύει από παράνομες ενέργειες των κυβερνήσεων (πράγμα που επισήμανε ο καθηγητής Τζέιμς), αλλά και δεν λαμβάνει υπόψη κάτω από ποιές συνθήκες θα θελήσει μια χώρα θα εγκαταλείψει την ευρωζώνη. Το μόνο που θα χρειαστεί να κάνει η κυβέρνηση αυτής της χώρας για να το επιτύχει, είναι να μηχανευτεί μια χρηματοοικονομική κρίση, να επικαλεστεί ανωτέρα βία και στη διάρκεια ενός «τριήμερου Σαββατοκύριακου» τραπεζικής αργίας, να εισαγάγει ένα παράλληλο νόμισμα [κάτι θυμίζει αυτό, μια εμπειρία συγκλονιστική, που ευτυχώς, τελικά δεν βιώσαμε]. Δεν υπάρχει τίποτε στο ιταλικό Σύνταγμα σχετικό με την πρόληψη μιας χρηματοοικονομικής κρίσης ούτε κάτι που θα εμποδίσει μια κυβέρνηση να δώσει στους πολίτες οικονομικά μέσα για να αγοράσουν τρόφιμα.
Γι αυτόν τον λόγο άλλωστε, δεν έχει σημασία γιατί η τελική συμφωνία μεταξύ του Κινήματος των Πέντε Αστέρων και της Λέγκα του Βορρά για σχηματισμό κυβέρνησης συνασπισμού στην Ιταλία, δεν περιέχει πια μια τυπική ρήτρα εξόδου από τη ζώνη του ευρώ, όπως περιείχε ένα προηγούμενο προσχέδιο αυτής της συμφωνίας. Γνωρίζουμε ότι ο Ματέο Σαλβίνι (Matteo Salvini), ο ηγέτης της Λέγκα, θέλει να δημιουργήσει προϋποθέσεις για έξοδο από τη ζώνη του ευρώ. Γνωρίζουμε επίσης ότι ορισμένα, αλλά όχι όλα, από τα μέλη του Κινήματος των Πέντε Αστέρων, οι δυνητικοί εταίροι της Λέγκα στην κυβέρνηση, θέλουν και αυτά το ίδιο. Αυτό είναι το μόνο που έχει σημασία και πρέπει να γνωρίζουμε, τίποτε άλλο.
* Ένα άλλο επιχείρημα είναι ότι οι χρηματοπιστωτικές αγορές θα ματαιώσουν μια τέτοια εξέγερση. Εκείνοι που επικαλούνται και πάλι το επιχείρημα αυτό, κάνουν το εξής λάθος: Παίρνουν τη νοοτροπία ενός κεντρώου πολιτικού και την μεταφυτεύουν στη νοοτροπία των νέων ηγετών της Ιταλίας. Οι κεντρώοι, τουλάχιστον στην Ευρώπη, έχουν συναισθηματική ανάγκη να θεωρούνται από το κοινό ως πολιτικοί συντηρητικοί από δημοσιονομική άποψη. Οι κεντρώοι πολιτικοί προσηλώνουν το βλέμμα τους στα σπρεντ των ομολόγων όπως τα ελάφια που διασχίζουν αυτοκινητόδρομο και προσηλώνουν το βλέμμα τους στους προβολείς των αυτοκινήτων [με το γνωστό αποτέλεσμα]. Για ανθρώπους όπως ο κ. Σαλβίνι, μια χρηματοοικονομική κρίση δεν είναι απειλή, αλλά ευκαιρία και υπόσχεση, κάτι που του δίνει την άδεια να τραβήξει το βύσμα που συνδέει την χώρα με το ευρώ.
* Ένα τρίτο επιχείρημα είναι οι υποτιθέμενες ικανότητες Σούπερμαν του Ιταλού Προέδρου της Δημοκρατίας, που θα αποτρέψουν την καταστροφή. Το Σύνταγμα της Ιταλίας (σοφά) έδωσε ισχυρές εξουσίες στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας. Ο Πρόεδρος έχει το δικαίωμα να διορίζει τους υπουργούς και μπορεί να αρνηθεί να επικυρώσει νόμους που θεωρεί ασυμβίβαστους με το Σύνταγμα. Όμως οι προεδρικές αρμοδιότητες έχουν όρια· ακόμη και ένας ισχυρός Πρόεδρος, όπως ο Σέρτζιο Ματαρέλα (Sergio Mattarella), δεν μπορεί να υπαγορεύσει στους βουλευτές και στους γερουσιαστές να νομοθετήσουν έναν προϋπολογισμό συμβατό με την συμμετοχή της Ιταλίας στην ευρωζώνη.
* Ένα τέταρτο επιχείρημα είναι ότι το Κέντρο του κομματικού συστήματος πάντoτε θέλει και μπορεί «να στήνει το παιχνίδι», να βγάζει κουνέλια από το καπέλο. Αλήθεια; Άς θυμηθούμε την περισυνή απόπειρα του Δημοκρατικού Κόμματος και της Forza Italia του Σίλβιο Μπερλουσκόνι, να αλλάξουν το εκλογικό σύστημα προς όφελός τους. Έκαναν λανθασμένο υπολογισμό για την τεράστια υποστήριξη του εκλογικού σώματος προς τους λαϊκιστές. Η φιλελεύθερη δημοκρατία είναι αδύνατο να διασωθεί με κοπτική και ραπτική στις εκλογικές περιφέρειες (gerrymandering).
Οι πολιτικοί του Κέντρου στηρίζονται τώρα στην ελπίδα ότι ο κ. Μπερλουσκόνι, που επέστρεψε ξανά ως αποδεκτός ηγέτης στην πολιτική σκηνή, θα μπορούσε και πάλι να βάλει ένα χέρι για να τους δώσει μια βοήθεια. Δεν βλέπω τίποτε που να στηρίζει αυτήν την άποψη. Και τι μας λέει αυτό για την ιταλική πολιτική, δηλαδή το να στηρίζει το μέλλον της στον άνθρωπο τον κατεξοχήν υπεύθυνο για την οικονομική καταστροφή της χώρας;
* Πέμπτον, ακούω να λένε το εξής: εάν όλα τα άλλα αποτύχουν, υπάρχει πάντοτε η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Ο Μάριο Ντράγκι, ο πρόεδρός της, έσωσε την ευρωζώνη το 2012· μπορεί όμως να σώσει και τη φιλελεύθερη δημοκρατία; Το ισχυρότερο εργαλείο του για αντιμετώπιση των κρίσεων, γνωστό ως Outright Monetary Transactions [ΟΜΤ - Ανοικτές Άμεσης Δράσης Νομισματικές Συναλλαγές], είναι άσχετο και αλυσιτελές για την περίπτωση αυτή. Οι OMT είναι σχεδιασμένες για να βοηθούνται κυβερνήσεις που συμμορφώνονται με κανόνες και οι οποίες είναι εκτεθειμένες στα πυρά κερδοσκοπικών επιθέσεων από επενδυτές. Εδώ δεν έχουμε μπροστά μας τέτοια περίπτωση.
* Τέλος, υπάρχει η ελπίδα ότι μια οικονομική ανάκαμψη θα ωφελήσει τα κεντρώα κόμματα. Νομίζω ότι το αντίθετο θα συμβεί. Οι Πέντε Αστέρες και η Λέγκα θέλουν να πυροδοτήσουν μια οικονομική ανάκαμψη με παροχή ισχυρών ερεθισμάτων μέσω του δημόσιου προϋπολογισμού - και με τη βοήθεια αυτού θέλουν να κερδίσουν πολιτική υποστήριξη και κύρος. Είναι στην εξουσία ακριβώς επειδή οι κεντρώοι απέτυχαν να φέρουν καλά αποτελέσματα στην οικονομία. Η αλήθεια είναι ότι δεν υπάρχει κάτι σαν τεχνικό-οικονομικό δίχτυ ασφαλείας, ως υποστήριγμα τελευταίας καταφυγής για τη φιλελεύθερη δημοκρατία.
Σ΄ αυτά ακριβώς συνίσταται το βασικό μάθημα που θα' πρεπε να είχαμε διδαχτεί από την πτώση της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης. Εάν για μεγάλη χρονική περίοδο, η φιλελεύθερη δημοκρατία αποτυγχάνει να αποφέρει οικονομική ευημερία για ένα αρκετά σημαντικό μέρος του πληθυσμού, τότε έρχεται το τέλος της· πεθαίνει μαζί με τους θεσμούς που έχει δημιουργήσει στη χρηματοοικονομική σφαίρα και στη σφαίρα της πραγματικής οικονομίας.
Ο Matteo Salvini της Λέγκα, κεφάτος στο Κρεμλίνο με τον Πούτιν στο μπλουζάκι |
* Λόγου χάρη, ως σχολιαστής για τις υποθέσεις της ευρωζώνης, ακούω διαρκώς το επιχείρημα ότι η έξοδος της Ιταλίας από τη ζώνη του ευρώ είναι κάτι που δεν μπορεί να συμβεί, επειδή αυτό δεν επιτρέπεται. Το Σύνταγμα της Ιταλίας, για παράδειγμα, είναι απαγορευτικό στο να ακυρώσει μια ιταλική κυβέρνηση διεθνείς συνθήκες με δημοψήφισμα.
Αυτό το επιχείρημα όχι μόνον υπερτιμά την ικανότητα ενός συνταγματικού νόμου να μας προστατεύει από παράνομες ενέργειες των κυβερνήσεων (πράγμα που επισήμανε ο καθηγητής Τζέιμς), αλλά και δεν λαμβάνει υπόψη κάτω από ποιές συνθήκες θα θελήσει μια χώρα θα εγκαταλείψει την ευρωζώνη. Το μόνο που θα χρειαστεί να κάνει η κυβέρνηση αυτής της χώρας για να το επιτύχει, είναι να μηχανευτεί μια χρηματοοικονομική κρίση, να επικαλεστεί ανωτέρα βία και στη διάρκεια ενός «τριήμερου Σαββατοκύριακου» τραπεζικής αργίας, να εισαγάγει ένα παράλληλο νόμισμα [κάτι θυμίζει αυτό, μια εμπειρία συγκλονιστική, που ευτυχώς, τελικά δεν βιώσαμε]. Δεν υπάρχει τίποτε στο ιταλικό Σύνταγμα σχετικό με την πρόληψη μιας χρηματοοικονομικής κρίσης ούτε κάτι που θα εμποδίσει μια κυβέρνηση να δώσει στους πολίτες οικονομικά μέσα για να αγοράσουν τρόφιμα.
Γι αυτόν τον λόγο άλλωστε, δεν έχει σημασία γιατί η τελική συμφωνία μεταξύ του Κινήματος των Πέντε Αστέρων και της Λέγκα του Βορρά για σχηματισμό κυβέρνησης συνασπισμού στην Ιταλία, δεν περιέχει πια μια τυπική ρήτρα εξόδου από τη ζώνη του ευρώ, όπως περιείχε ένα προηγούμενο προσχέδιο αυτής της συμφωνίας. Γνωρίζουμε ότι ο Ματέο Σαλβίνι (Matteo Salvini), ο ηγέτης της Λέγκα, θέλει να δημιουργήσει προϋποθέσεις για έξοδο από τη ζώνη του ευρώ. Γνωρίζουμε επίσης ότι ορισμένα, αλλά όχι όλα, από τα μέλη του Κινήματος των Πέντε Αστέρων, οι δυνητικοί εταίροι της Λέγκα στην κυβέρνηση, θέλουν και αυτά το ίδιο. Αυτό είναι το μόνο που έχει σημασία και πρέπει να γνωρίζουμε, τίποτε άλλο.
* Ένα άλλο επιχείρημα είναι ότι οι χρηματοπιστωτικές αγορές θα ματαιώσουν μια τέτοια εξέγερση. Εκείνοι που επικαλούνται και πάλι το επιχείρημα αυτό, κάνουν το εξής λάθος: Παίρνουν τη νοοτροπία ενός κεντρώου πολιτικού και την μεταφυτεύουν στη νοοτροπία των νέων ηγετών της Ιταλίας. Οι κεντρώοι, τουλάχιστον στην Ευρώπη, έχουν συναισθηματική ανάγκη να θεωρούνται από το κοινό ως πολιτικοί συντηρητικοί από δημοσιονομική άποψη. Οι κεντρώοι πολιτικοί προσηλώνουν το βλέμμα τους στα σπρεντ των ομολόγων όπως τα ελάφια που διασχίζουν αυτοκινητόδρομο και προσηλώνουν το βλέμμα τους στους προβολείς των αυτοκινήτων [με το γνωστό αποτέλεσμα]. Για ανθρώπους όπως ο κ. Σαλβίνι, μια χρηματοοικονομική κρίση δεν είναι απειλή, αλλά ευκαιρία και υπόσχεση, κάτι που του δίνει την άδεια να τραβήξει το βύσμα που συνδέει την χώρα με το ευρώ.
* Ένα τρίτο επιχείρημα είναι οι υποτιθέμενες ικανότητες Σούπερμαν του Ιταλού Προέδρου της Δημοκρατίας, που θα αποτρέψουν την καταστροφή. Το Σύνταγμα της Ιταλίας (σοφά) έδωσε ισχυρές εξουσίες στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας. Ο Πρόεδρος έχει το δικαίωμα να διορίζει τους υπουργούς και μπορεί να αρνηθεί να επικυρώσει νόμους που θεωρεί ασυμβίβαστους με το Σύνταγμα. Όμως οι προεδρικές αρμοδιότητες έχουν όρια· ακόμη και ένας ισχυρός Πρόεδρος, όπως ο Σέρτζιο Ματαρέλα (Sergio Mattarella), δεν μπορεί να υπαγορεύσει στους βουλευτές και στους γερουσιαστές να νομοθετήσουν έναν προϋπολογισμό συμβατό με την συμμετοχή της Ιταλίας στην ευρωζώνη.
* Ένα τέταρτο επιχείρημα είναι ότι το Κέντρο του κομματικού συστήματος πάντoτε θέλει και μπορεί «να στήνει το παιχνίδι», να βγάζει κουνέλια από το καπέλο. Αλήθεια; Άς θυμηθούμε την περισυνή απόπειρα του Δημοκρατικού Κόμματος και της Forza Italia του Σίλβιο Μπερλουσκόνι, να αλλάξουν το εκλογικό σύστημα προς όφελός τους. Έκαναν λανθασμένο υπολογισμό για την τεράστια υποστήριξη του εκλογικού σώματος προς τους λαϊκιστές. Η φιλελεύθερη δημοκρατία είναι αδύνατο να διασωθεί με κοπτική και ραπτική στις εκλογικές περιφέρειες (gerrymandering).
Οι πολιτικοί του Κέντρου στηρίζονται τώρα στην ελπίδα ότι ο κ. Μπερλουσκόνι, που επέστρεψε ξανά ως αποδεκτός ηγέτης στην πολιτική σκηνή, θα μπορούσε και πάλι να βάλει ένα χέρι για να τους δώσει μια βοήθεια. Δεν βλέπω τίποτε που να στηρίζει αυτήν την άποψη. Και τι μας λέει αυτό για την ιταλική πολιτική, δηλαδή το να στηρίζει το μέλλον της στον άνθρωπο τον κατεξοχήν υπεύθυνο για την οικονομική καταστροφή της χώρας;
* Πέμπτον, ακούω να λένε το εξής: εάν όλα τα άλλα αποτύχουν, υπάρχει πάντοτε η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Ο Μάριο Ντράγκι, ο πρόεδρός της, έσωσε την ευρωζώνη το 2012· μπορεί όμως να σώσει και τη φιλελεύθερη δημοκρατία; Το ισχυρότερο εργαλείο του για αντιμετώπιση των κρίσεων, γνωστό ως Outright Monetary Transactions [ΟΜΤ - Ανοικτές Άμεσης Δράσης Νομισματικές Συναλλαγές], είναι άσχετο και αλυσιτελές για την περίπτωση αυτή. Οι OMT είναι σχεδιασμένες για να βοηθούνται κυβερνήσεις που συμμορφώνονται με κανόνες και οι οποίες είναι εκτεθειμένες στα πυρά κερδοσκοπικών επιθέσεων από επενδυτές. Εδώ δεν έχουμε μπροστά μας τέτοια περίπτωση.
* Τέλος, υπάρχει η ελπίδα ότι μια οικονομική ανάκαμψη θα ωφελήσει τα κεντρώα κόμματα. Νομίζω ότι το αντίθετο θα συμβεί. Οι Πέντε Αστέρες και η Λέγκα θέλουν να πυροδοτήσουν μια οικονομική ανάκαμψη με παροχή ισχυρών ερεθισμάτων μέσω του δημόσιου προϋπολογισμού - και με τη βοήθεια αυτού θέλουν να κερδίσουν πολιτική υποστήριξη και κύρος. Είναι στην εξουσία ακριβώς επειδή οι κεντρώοι απέτυχαν να φέρουν καλά αποτελέσματα στην οικονομία. Η αλήθεια είναι ότι δεν υπάρχει κάτι σαν τεχνικό-οικονομικό δίχτυ ασφαλείας, ως υποστήριγμα τελευταίας καταφυγής για τη φιλελεύθερη δημοκρατία.
Σ΄ αυτά ακριβώς συνίσταται το βασικό μάθημα που θα' πρεπε να είχαμε διδαχτεί από την πτώση της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης. Εάν για μεγάλη χρονική περίοδο, η φιλελεύθερη δημοκρατία αποτυγχάνει να αποφέρει οικονομική ευημερία για ένα αρκετά σημαντικό μέρος του πληθυσμού, τότε έρχεται το τέλος της· πεθαίνει μαζί με τους θεσμούς που έχει δημιουργήσει στη χρηματοοικονομική σφαίρα και στη σφαίρα της πραγματικής οικονομίας.
O Wolfgang Münchau είναι συντάκτης των Financial Times με έδρα τη Μ. Βρετανία.
Wolfgang Münchau - Financial Times, αρθρογραφία
Στον ιστοχώρο Μετά την Κρίση - Wolfgang Münchau, η αρθρογραφία
Wolfgang Münchau - Financial Times, αρθρογραφία
Στον ιστοχώρο Μετά την Κρίση - Wolfgang Münchau, η αρθρογραφία
Harold James: Ten Weimar Lessons (Project Syndicate)
Mario Pianta: Lib-pop politics - Italy’s new government is more neoliberal than populist (Social Europe)
Γιώργος Β. Ριτζούλης: Μετάθεση της κρίσης από την οικονομία στην πολιτική;
[...] H μεν σοσιαλδημοκρατική Αριστερά (για την ακρίβεια η φιλελεύθερη μετάλλαξή της μετά το 1990) θεωρεί αυτή την υποτιθέμενη αντισυστημική φύση του δεξιού λαϊκισμού ως κάτι κακό, ή μάλλον ως τον πυρήνα της κακότητάς του, ενώ αντίθετα, η λεγόμενη ριζοσπαστική Αριστερά συχνά την θεωρεί ως κάτι οιονεί καλό, ή έστω ως το «μικρότερο κακό» σε σχέση με τον φιλελευθερισμό του κλασικού συντηρητισμού ή της «νέας σοσιαλδημοκρατίας».
Πλανώνται και οι δύο πλάνην οικτράν. Ο ακροδεξιός λαϊκισμός ως γεννήτορας προσδοκιών και ισχυρός κατασκευαστής πολιτικής ηγεμονίας, σήμερα που η φιλελεύθερη πολιτική χάνει την ικανότητα να παράγει προσδοκίες ευημερίας ή σταθερότητας, έχει πιά αποκτήσει τον ίδιο λειτουργικό, συστημικό ρόλο που είχε το 1980 ο πρώιμος νεοφιλελευθερισμός της Μ. Θάτσερ και του Ρ. Ρέηγκαν [...]
Mario Pianta: Lib-pop politics - Italy’s new government is more neoliberal than populist (Social Europe)
Γιώργος Β. Ριτζούλης: Μετάθεση της κρίσης από την οικονομία στην πολιτική;
Πλανώνται και οι δύο πλάνην οικτράν. Ο ακροδεξιός λαϊκισμός ως γεννήτορας προσδοκιών και ισχυρός κατασκευαστής πολιτικής ηγεμονίας, σήμερα που η φιλελεύθερη πολιτική χάνει την ικανότητα να παράγει προσδοκίες ευημερίας ή σταθερότητας, έχει πιά αποκτήσει τον ίδιο λειτουργικό, συστημικό ρόλο που είχε το 1980 ο πρώιμος νεοφιλελευθερισμός της Μ. Θάτσερ και του Ρ. Ρέηγκαν [...]
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου