© PRAXIS International (τεύχος 3/1981, για το 2019 © CEEOL) - Claus Offe: Some Contradictions of the Modern Welfare State
Βλ. το εισαγωγικό σημείωμα ←
→ Το μέρος Ι: [Πολυλειτουργικός χαρακτήρας του κράτους πρόνοιας, ικανότητα να εξυπηρετεί ταυτόχρονα πολλούς αλληλοσυγκρουόμενους στόχους και στρατηγικές + Εισαγωγικό σημείωμα για το δοκίμιο του Offe και για το περιοδικό PRAXIS International] ←
→ Το μέρος IΙ: [Η επίθεση εκ δεξιών] ←
Συνέχεια, μέρος ΙΙI:
[Βασικά επιχειρήματα της σοσιαλιστικής-αριστερής κριτικής: Το υπάρχον κράτος πρόνοιας δρα κατόπιν εορτής, «επισκευάζοντας ζημίες». Επίσης, είναι αναποτελεσματικό, αντιπαραγωγικό και καταπιεστικό. Τέλος παράγει και αυτό «ιδεολογία», δηλαδή ψευδή συνείδηση]
Με τους αγώνες που διεξήγαγε το κίνημα της εργατικής τάξης επί ένα αιώνα και κάτι, αγώνες για να νομοθετηθούν κανόνες δικαίου που προστατεύουν την εργασία, για να αναπτυχθούν σε ευρεία κλίμακα οι υπηρεσίες κοινωνικής πρόνοιας, για κοινωνική ασφάλιση και για αναγνώριση των συνδικαλιστικών οργανώσεων, έδρεψε ως καρπούς ουσιαστικές βελτιώσεις στις συνθήκες διαβίωσης των περισσότερων μισθωτών. Θα ήταν ανόητο να το αρνηθεί κανείς αυτό. Ωστόσο, η σοσιαλιστική κριτική του κράτους πρόνοιας είναι θεμελιώδης. Μπορεί να συνοψιστεί σε τρία σημεία, τα οποία θα εξετάσουμε στη σειρά: Η κριτική αυτή υποστηρίζει ότι το κράτος πρόνοιας είναι (1) αναποτελεσματικό και αντιπαραγωγικό - δηλαδή κάνει κακή χρήση των πόρων που τίθενται στη διάθεσή του, (2) είναι καταπιεστικό, δηλαδή περιορίζει τις ελευθερίες του ατόμου, και (3) συνεισφέρει και αυτό στο να δημιουργούνται προϋποθέσεις για να κατανοείται η κοινωνική και πολιτική πραγματικότητα εκ μέρους της εργατικής τάξης με τρόπο ψευδή (ή αλλιώς «ιδεολογικό»). Εν ολίγοις, είναι ένα εργαλείο που σταθεροποιεί την καπιταλιστική κοινωνία και όχι ένα βήμα προς την μεταμόρφωσή της. Η κριτική αυτή υποστηρίζει ότι παρά τα αναμφισβήτητα οφέλη στις συνθήκες διαβίωσης των μισθωτών, το κράτος πρόνοιας, με τη συγκεκριμένη θεσμική του διάρθρωση, έχει κάνει ελάχιστα πράγματα ή τίποτε για να αλλάξει η κατανομή του παραγόμενου κοινωνικού προϊόντος μεταξύ των δύο βασικών τάξεων της κοινωνίας, δηλαδή μεταξύ εργασίας και κεφαλαίου.
Ο τεράστιος μηχανισμός της αναδιανομής δεν λειτουργεί σε κατακόρυφη αλλά σε οριζόντια κατεύθυνση, δηλαδή αναδιανέμει εισοδήματα εντός της κατηγορίας των μισθωτών και μόνον. Μια άλλη πτυχή αναποτελεσματικότητας είναι ότι το κράτος πρόνοιας δεν αντιμετωπίζει τις αιτίες των δυσάρεστων ενδεχόμενων και καταστάσεων ανάγκης στην εργασιακή και κοινωνική ζωή των ανθρώπων (όπως είναι ασθένειες οι σχετικές με την εργασία τους, η αποδιοργάνωση των πόλεων που προκαλεί η καπιταλιστική αγορά ακινήτων, η απαξίωση των δεξιοτήτων τους [που επιφέρουν οι τεχνολογικές αλλαγές], η ανεργία κλπ), αλλά αντισταθμίζει (μερικές από τις) συνέπειες τέτοιων συμβάντων, π.χ. με την παροχή υπηρεσιών υγείας και ασφάλισης έναντι ασθενειών, με επιδοτήσεις της στέγασης, με θεσμούς κατάρτισης και επανεκπαίδευσης, με επιδόματα ανεργίας κ.λπ. Σε γενικές γραμμές, το είδος της κοινωνικής παρέμβασης που είναι το πιο τυπικό για το κράτος πρόνοιας, έρχεται πάντα «πολύ αργά»· και γι΄ αυτό τον λόγο, τούτα τα μέτρα που λαμβάνονται εκ των υστέρων είναι πιό δαπανηρά και λιγότερο αποτελεσματικά από όσο θα μπορούσαν να είναι, εάν οι παρεμβάσεις του κράτους πρόνοιας ήταν διαφορετικού, «προληπτικού» τύπου, δηλαδή εάν στόχευαν πιο πολύ στά «αίτια». Πρόκειται για ένα ευρέως αναγνωρισμένο και παραδεκτό δίλημμα της χάραξης κοινωνικής πολιτικής· η τυπική απάντηση είναι σύσταση για υιοθέτηση περισσότερο «προληπτικών» στρατηγικών. Ωστόσο, είναι επίσης παραδεκτό εξίσου ευρέως, ότι μια αποτελεσματική δράση προληπτικού τύπου θα ισοδυναμούσε σε όλες σχεδόν τις περιπτώσεις με δραστική παρέμβαση στις προνομίες των επενδυτών και των διαχειριστών κεφαλαίων, δηλαδή στη σφαίρα της αγοράς και της ιδιωτικής ιδιοκτησίας· αλλά το κράτος πρόνοιας έχει μόνον πολύ περιορισμένες νομικές και de facto εξουσίες για να παρεμβαίνει ρυθμιστικά στη σφαίρα αυτή.
[Το κράτος πρόνοιας είναι ευάλωτο στις κυκλικές και διαρθρωτικές κρίσεις της οικονομίας]
Ένα άλλο επιχείρημα επικεντρωμένο επίσης στην αναποτελεσματικότητα της κοινωνικής πρόνοιας, τονίζει ότι οι κοινωνικές πολιτικές και οι κοινωνικές υπηρεσίες είναι διαρκώς ευάλωτες, εκτεθειμένες στις δημοσιονομικές κρίσεις του κράτους, κρίσεις που αντικατοπτρίζουν τόσο τις κυκλικές όσο και τις διαρθρωτικές ασυνέχειες στη διαδικασία της συσσώρευσης του κεφαλαίου. Όλες οι χώρες της Δυτικής Ευρώπης βίωσαν έντονη οικονομική επιβράδυνση στο μέσο της δεκαετίας του 1970 και είναι γνωστά τα πολλά παραδείγματα περικοπής δαπανών της κοινωνικής πολιτικής, ως αντιδράσεις στις δημοσιονομικές συνέπειες αυτής της ύφεσης.Όμως, ακόμη και άν η άνοδος των δαπανών της κοινωνικής πολιτικής (είτε ως απόλυτος αριθμός είτε ως ποσοστό του ΑΕΠ) συνεχιζόταν αδιάκοπα, ακόμη και στις περιπτώσεις χωρών όπου πράγματι συνεχίζεται, δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι οι αυξήσεις των δαπανών κοινωνικής πολιτικής σημαίνουν και αντίστοιχες αυξήσεις στην πραγματική κοινωνική «ευημερία»· αυτή την αντίφαση την έχουν επισημάνει ο Ian Gough και άλλοι πριν από αυτόν.
[Το υπάρχον κράτος πρόνοιας είναι αναποτελεσματικό και αντιπαραγωγικό εξαιτίας του γραφειοκρατικού χαρακτήρα του: Οι γραφειοκρατίες είναι self services που καταπίνουν πόρους]
Η διπλή πλάνη, που είναι γνωστή στην τεχνική βιβλιογραφία ως «στερεότυπο - των - δαπανών - και - των - προσφερόμενων - υπηρεσιών» (“spending - service - cliché”), έχει ως εξής: Πρώτον, μια αυξητική μεταβολή των δαπανών δεν αντιστοιχεί κατανάγκη με αυξητική μεταβολή του πραγματικού παραγόμενου «έργου» του μηχανισμού του κράτους πρόνοιας. Η αύξηση των δαπανών μπορεί «κάλλιστα» να χρησιμοποιηθεί και για να τροφοδοτήσει τον ίδιο τον γραφειοκρατικό μηχανισμό. Και δεύτερον, ακόμη και αν η παραγωγή πραγματικού έργου (λόγου χάρη των υπηρεσιών υγείας) αυξάνεται, είναι ενδεχόμενο να προκύψει στην πλευρά των πελατών ή αποδεκτών αυτών των υπηρεσιών ακόμη μεγαλύτερη άνοδος του επιπέδου των κινδύνων και των αναγκών (ή μια ποιοτική αλλαγή τους), καθιστώντας έτσι αρνητικό το «καθαρό αποτέλεσμα». Η γραφειοκρατική μορφή με την επαγγελματοποιημένη δομή της, μέσω της οποίας παρέχει τις υπηρεσίες του το κράτος πρόνοιας, θεωρείται όλο και περισσότερο ως μια από τις πηγές της αναποτελεσματικότητάς του.
Οι γραφειοκρατίες απορροφούν περισσότερους πόρους και παρέχουν λιγότερες υπηρεσίες άν γίνει σύγκριση με το τί θα μπορούσαν να κάνουν άλλες δημοκρατικές και αποκεντρωμένες δομές κοινωνικής πολιτικής. Ο λόγος για τον οποίο η γραφειοκρατική μορφή διαχείρισης των κοινωνικών υπηρεσιών διατηρείται, παρόλο που η αναποτελεσματικότητα και αντιπαραγωγικότητά της γίνεται όλο και πιο φανερή για όλο και περισσότερους παρατηρητές, πρέπει συνεπώς να έχει σχέση με την λειτουργία κοινωνικού ελέγχου που ασκείται από κεντρικές γραφειοκρατικές υπηρεσίες πρόνοιας. Η ανάλυση αυτή οδηγεί στην κριτική του καταπιεστικού χαρακτήρα του κράτους πρόνοιας, ειδικότερα της πτυχής του που ασκεί κοινωνικό έλεγχο.
[Ο «πελάτης» του υπάρχοντος κράτους πρόνοιας λαμβάνει υλικές ενισχύσεις και υπηρεσίες υπό όρους - και έναντι παροχής «ανταλλαγμάτων»]
Κατά την άποψη αυτών των επικριτών, τούτος ο καταπιεστικός χαρακτήρας φαίνεται από το γεγονός ότι για να μπορέσει να επωφεληθεί από τα οφέλη και τις υπηρεσίες που παρέχει το κράτος πρόνοιας ο πελάτης, δεν πρέπει μόνον να αποδεικνύει ότι έχει «ανάγκη» αυτών των υπηρεσιών, αλλά πρέπει επίσης να είναι πελάτης «ικανός» - πελάτης που «αξίζει να τις λαμβάνει» - δηλαδή πελάτης που συμμορφώνεται με τα κυρίαρχα οικονομικά, πολιτικά και πολιτισμικά πρότυπα και με τους κανόνες της κοινωνίας. Όσο πιο μεγάλες είναι οι ανάγκες του παραλήπτη, τόσο πιο ψηλό και αυστηρό τείνει να ορίζεται το επίπεδο των απαιτήσεων που υποχρεούται να πληροί. Για παράδειγμα, οι άνεργοι δικαιούνται επιδόματα ανεργίας μόνον εάν είναι πρόθυμοι να παραμείνουν διαθέσιμοι για την οποιαδήποτε εναλλακτική απασχόληση που μπορεί να τους διατεθεί από τις υπηρεσίες απασχόλησης, συνήθως μετά από μακροχρόνια αναμονή (και συχνά πολύ κατώτερη από την εργασία που έχουν χάσει). Και παντού τα δικαιώματα για οικονομικές ενισχύσεις κοινωνικής μέριμνας προς τους φτωχότερους ισχύουν υπό την υποχρεωτική προϋπόθεση να τηρεί ο παραλήπτης συγκεκριμένα πρότυπα κοινωνικής συμπεριφοράς, τα οποία, ωστόσο, τα πιο ευκατάστατα στρώματα του πληθυσμού είναι απολύτως ελεύθερα να τα παραβιάζουν.
Σε αυτές και σε πολλές άλλες περιπτώσεις, το έργο του κράτους πρόνοιας μπορεί να θεωρηθεί ως συναλλαγή δούναι και λαβείν, στην οποία, οι υλικές παροχές προς εκείνους που έχουν την ανάγκη τους είναι διαπραγματεύσιμες και δίδονται ως αντάλλαγμα για την υπάκουη αναγνώριση της «ηθικής τάξης» της κοινωνίας που δημιουργεί αυτή την ανάγκη.
Μία σημαντική προϋπόθεση για την λήψη των υπηρεσιών του κράτους πρόνοιας είναι και η ικανότητα του ατόμου να συμμορφώνεται με τις τυπικές διαδικασίες και με τις απαιτήσεις της γραφειοκρατίας του κράτους πρόνοιας και των οργανισμών παροχής κοινωνικών υπηρεσιών· ευνόητο είναι, ότι αυτή η ικανότητα του ατόμου, συχνά είναι μέγεθος αντιστρόφως ανάλογο με το μέγεθος της πραγματικής ανάγκης του να λαμβάνει ενίσχυση από το κράτος πρόνοιας.
Μια τρίτη σημαντική πτυχή της σοσιαλιστικής κριτικής του κράτους πρόνοιας είναι η επισήμανση της λειτουργίας του πολιτικο-ιδεολογικού ελέγχου. Η κριτική αυτή δεν αντιμετωπίζει το κράτος πρόνοιας απλά και μόνον ως πηγή παροχών και υπηρεσιών, αλλά συγχρόνως το θεωρεί και πηγή ψευδών αντιλήψεων σχετικών με την ιστορική πραγματικότητα, οι οποίες έχουν καταστροφικές συνέπειες για τη συνείδηση, για την οργάνωση και για τους αγώνες της εργατικής τάξης. Πρώτα απ' όλα, το κράτος πρόνοιας δημιουργεί την ψευδή εικόνα δύο χωριστών σφαιρών της ζωής της εργατικής τάξης. Υποβάλλει την εξής ιδέα: Από την μια πλευρά υπάρχει η σφαίρα της εργασίας, της οικονομίας, της παραγωγής και της «πρωτογενούς» κατανομής των εισοδημάτων· από την άλλη πλευρά υπάρχει η σφαίρα του πολίτη, του κράτους, της κοινωνικής αναπαραγωγής και της «δευτερογενούς» κατανομής των εισοδημάτων. Αυτή η διχοτόμηση του κοινωνικοπολιτικού κόσμου αποκρύπτει τις αιτιώδεις και λειτουργικές σχέσεις και δεσμούς που συνδέουν τις δύο σφαίρες· έτσι, εμποδίζει τα άτομα να κατανοήσουν πολιτικά την κοινωνική πραγματικότητα ως ένα συνεκτικό όλον που χρειάζεται αλλαγή. Πράγμα που σημαίνει ότι οι δομικές ρυθμίσεις του κράτους πρόνοιας τείνουν να κάνουν τους ανθρώπους να παραβλέπουν ή να ξεχνούν ότι οι ίδιες οι ανάγκες και τα περιστατικά στα οποία έρχεται να ανταποκριθεί το κράτος πρόνοιας, δημιουργούνται, άμεσα ή έμμεσα, στη σφαίρα της εργασίας και της παραγωγής.
Επίσης, τους κάνει να ξεχνούν ότι το ίδιο το κράτος πρόνοιας περιορίζεται υλικά και θεσμικά μέσα σε συγκεκριμενα όρια από τη δυναμική της σφαίρας παραγωγής· τέλος, να ξεχνούν ότι μια αξιόπιστη αντίληψη περί κοινωνικής ασφάλισης προϋποθέτει όχι μόνον την επέκταση των «δικαιωμάτων των πολιτών» αλλά και των «δικαιωμάτων των εργαζομένων» στη διαδικασία της παραγωγής.
Σε αντίθεση με αυτές τις ιδέες, οι οποίες ανήκουν στις αναλυτικές αφετηρίες της κάθε είδους σοσιαλιστικής στρατηγικής κοινωνικού μετασχηματισμού, η εγγενής συμβολική «κατήχηση» του κράτους πρόνοιας υποβάλλει τις ιδέες της ταξικής συνεργασίας, της αποσύνδεσης των οικονομικών αγώνων από τους πολιτικούς, καθώς και την πίστη σε έναν επ' άπειρο συνεχιζόμενο κύκλο οικονομικής ανάπτυξης και κοινωνικής ασφάλειας, δηλαδή σε μια πίστη που όλο και περισσότερο αποδεικνύεται σφαλερή, στηριγμένη σε σαθρά θεμέλια.
→ Μέρος Ι: [Πολυλειτουργικός
χαρακτήρας του κράτους πρόνοιας, ικανότητα να εξυπηρετεί
αλληλοσυγκρουόμενες στρατηγικές + Εισαγωγικό
σημείωμα για το δοκίμιο του Offe και για το περιοδικό PRAXIS International]←
Ian Gough: The Political Economy of the Welfare State (ελληνική έκδοση: Η πολιτική οικονομία του κοινωνικού κράτους, εκδ. Σαββάλας. 2008
Πρόκειται για κλασικό έργο που επηρέασε γενιές επιστημόνων που προσεγγίζουν κριτικά το σύγχρονο κράτος και τις λειτουργίες του. Αναλύει την αλληλεξάρτηση των πολιτικών του κοινωνικού κράτους και του καπιταλιστικού συστήματος [...] δείχνει γιατί το κράτος σε όλο τον 20ό αιώνα ενδιαφέρθηκε ενεργά για τη διατήρηση και την προστασία του εισοδήματος, της υγείας, της πρόνοιας, της εκπαίδευσης κ.ά.
Ο Ίαν Γκαφ δείχνει ότι η ανάπτυξη του κοινωνικού κράτους αντανακλά τη μεταβαλλόμενη φύση της προηγμένης καπιταλιστικής κοινωνίας αφενός θέτοντας νέους οικονομικούς και πολιτικούς φραγμούς στο σύστημα, αφετέρου απειλώντας τόσο την καπιταλιστική συσσώρευση όσο και τις πολιτικές ελευθερίες.
Το βιβλίο συνιστά τη βάση για μια πολιτική οικονομία του κοινωνικού κράτους πέρα από τα παραδοσιακά όρια επιστημονικών κλάδων όπως τα οικονομικά, η πολιτική επιστήμη, η κρατική διοίκηση ή η κοινωνιολογία [...]
Το βιβλίο συνιστά τη βάση για μια πολιτική οικονομία του κοινωνικού κράτους πέρα από τα παραδοσιακά όρια επιστημονικών κλάδων όπως τα οικονομικά, η πολιτική επιστήμη, η κρατική διοίκηση ή η κοινωνιολογία [...]
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου