© Financial Times - Wolfgang Münchau: China gains the upper hand over Germany - Berlin is paying for its political choices on public sector debt, 3.3.2019
Η Γερμανία χρειάζεται κινεζική τεχνολογία, όπως η τηλεπικοινωνιακή της εταιρείας Huawei. Όμως από την άλλη πλευρά ανησυχεί επειδή κινεζικές εταιρείες που δραστηριοποιούνται σε άλλους παραγωγικούς τομείς αποκτούν μέσω εξαγορών ή μεγάλων επενδύσεων σε εταιρείες, πρόσβαση σε γερμανικές τεχνολογίες. Στις παρελθούσες δεκαετίες η Κίνα εισήγαγε από τη Γερμανία βιομηχανικό εξοπλισμό για να αναπτύξει τη δική της βιομηχανική βάση. Σήμερα η Κίνα έχει πια το «πάνω χέρι» και γίνεται ο μείζων εμπορικός και επιχειρηματικός εταίρος στη σχέση μεταξύ των δύο χωρών.
Οι μέχρι τώρα επιλογές στη Γερμανία και στην ΕΕ, που έδιναν προτεραιότητα σε πολιτικές δημοσιονομικής λιτότητας, γεννούν γεωστρατηγική ανεπάρκεια. Εμποδίζουν την οικοδόμηση μιας σύνθετης και ολιστικής πολιτικής για το σημερινό δύσκολο παγκόσμιο περιβάλλον, που να συνδυάζει μακροοικονομική και νομισματική σταθερότητα, ικανότητες στον τεχνολογικό ανταγωνισμό και επαρκείς πολιτικές για τις εξωτερικές σχέσεις, την άμυνα και την ασφάλεια
Ίσως το μεγαλύτερο γεωπολιτικό ζήτημα για την ΕΕ αυτή τη στιγμή, και ιδιαίτερα για τη Γερμανία, είναι οι μελλοντικές σχέσεις με την Κίνα. Την περασμένη εβδομάδα σε ένα γερμανικό οικονομικό περιοδικό γράφτηκε ότι ένας ανώτερος αξιωματούχος της καγκελαρίας της Άνγκελα Μέρκελ επισκέφθηκε την Κίνα για να διερευνήσει τις προοπτικές συνομολόγησης μιάς αντι-κατασκοπευτικής συμφωνίας. Τέτοιες συμφωνίες συνήθως δεν αξίζουν ούτε καν το χαρτί πάνω στο οποίο γράφονται.
Αυτή η επίσκεψη έγινε μέσα στα πλαίσια της προσφοράς της Huawei, της κινεζικής εταιρείας που κατασκευάζει τηλεπικοινωνιακό εξοπλισμό, για τις άδειες κινητής τηλεφωνίας πέμπτης γενιάς στη Γερμανία. Για το θέμα αυτό, πρόκειται να ληφθεί απόφαση μέσα σ' αυτόν τον μήνα. Μια αντικατασκοπευτική συμφωνία μεταξύ των δύο χωρών θα δώσει στη Γερμανία τη δυνατότητα να ισχυριστεί ότι η Κίνα δεν αποτελεί απειλή για την ασφάλεια.
Οι οικονομικές σχέσεις μεταξύ των δύο χωρών παρουσιάζουν πολύ ενδιαφέρον. Η Γερμανία είναι αμφίθυμη απέναντι στην Κίνα. Χρειάζεται κινεζική τεχνολογία, όπως αυτή που προσφέρει η Huawei. Οι εταιρείες παροχής υπηρεσιών κινητής τηλεφωνίας στη Γερμανία ενδιαφέρονται ιδιαίτερα για την προσφορά τεχνολογίας πέμπτης γενιάς (5G) της Huawei, επειδή ήδη χρησιμοποιούν στα δίκτυά τους το υλικό τηλεπικοινωνιακής τεχνολογίας της κινεζικής εταιρείας.
Όμως, από την άλλη πλευρά, η Γερμανία ανησυχεί επειδή κινεζικές εταιρείες που δραστηριοποιούνται σε άλλους παραγωγικούς τομείς αποκτούν [μέσω εξαγορών ή μεγάλων επενδύσεων σε εταιρείες] πρόσβαση σε δικές της τεχνολογίες. Τον περασμένο Δεκέμβριο, ένας νέος γερμανικός νόμος μείωσε το κατώτατο όριο του ποσοστού συμμετοχής μιας επενδυτικής εταιρείας στο μετοχικό κεφάλαιο εταιριών που δραστηριποιούνται στη Γερμανία, η υπέρβαση του οποίου ενεργοποιεί αυτομάτως μια έρευνα με ερώτημα περί εταιρικής συγχώνευσης. Η νέα βιομηχανική στρατηγική, που προτάθηκε πρόσφατα από τον υπουργό Οικονομίας Πέτερ Αλτμάιερ (Peter Altmaier), θέλει να προστατεύσει ολόκληρους βιομηχανικούς και άλλους επιχειρηματικούς τομείς από κινεζικές εξαγορές: Αεροπορική βιομηχανία, χρηματοοικονομικά, τηλεπικοινωνίες, τρένα, ενέργεια και ρομποτική.
Όμως, από την άλλη πλευρά, η Γερμανία ανησυχεί επειδή κινεζικές εταιρείες που δραστηριοποιούνται σε άλλους παραγωγικούς τομείς αποκτούν [μέσω εξαγορών ή μεγάλων επενδύσεων σε εταιρείες] πρόσβαση σε δικές της τεχνολογίες. Τον περασμένο Δεκέμβριο, ένας νέος γερμανικός νόμος μείωσε το κατώτατο όριο του ποσοστού συμμετοχής μιας επενδυτικής εταιρείας στο μετοχικό κεφάλαιο εταιριών που δραστηριποιούνται στη Γερμανία, η υπέρβαση του οποίου ενεργοποιεί αυτομάτως μια έρευνα με ερώτημα περί εταιρικής συγχώνευσης. Η νέα βιομηχανική στρατηγική, που προτάθηκε πρόσφατα από τον υπουργό Οικονομίας Πέτερ Αλτμάιερ (Peter Altmaier), θέλει να προστατεύσει ολόκληρους βιομηχανικούς και άλλους επιχειρηματικούς τομείς από κινεζικές εξαγορές: Αεροπορική βιομηχανία, χρηματοοικονομικά, τηλεπικοινωνίες, τρένα, ενέργεια και ρομποτική.
Στο πρόσφατο βιβλίο του Belt and Road, ο Bruno Maçães, πρώην υπουργός Ευρωπαϊκών Θεμάτων της Πορτογαλίας, σημειώνει ότι η σχέση Κίνας-Γερμανίας έχει αλλάξει σε βάθος. Η Γερμανία έβλεπε κάποτε την Κίνα ως αγορά εξαγωγής ειδών βιομηχανικού εξοπλισμού, με τα οποία η Κίνα έμελλε να αναπτύξει τη δική της βιομηχανική βάση. Σήμερα, η Κίνα έχει το πάνω χέρι και γίνεται ο μείζων εταίρος στη σχέση μεταξύ των δύο χωρών. Η αυτοκινητοβιομηχανία θα είναι ο τομέας-κλειδί για το αύριο αυτής της σχέσης. Ήταν η πηγή από την οποία άντλησε η Γερμανία την επιτυχία της στο παρελθόν και είναι η πηγή της μελλοντικής ευημερίας της Κίνας. Όμως οι δύο πλευρές έχουν αντιτιθέμενα συμφέροντα. Η υπερεκτίμηση της τεχνολογίας ντίζελ και η υπερβολική εξάρτηση από αυτήν, καθυστέρησε τη γερμανική αυτοκινητοβιομηχανία από το να επενδύσει στην τεχνητή νοημοσύνη και στις ηλεκτρικές μπαταρίες.
Ο κ. Maçães σημειώνει ότι η Κίνα παίζει το παιχνίδι αλλιώς. Οι Κινέζοι δεν ενδιαφέρονται πρωτίστως για να αποκτήσουν βιομηχανικές μονάδες παραγωγής. Θέλουν να ελέγξουν ολόκληρη την αλυσίδα παραγωγής αξίας στον τομέα των ηλεκτρικών αυτοκινήτων. Ένα παράδειγμα για το πώς το μεθοδεύουν αυτό, είναι το γεγονός ότι η Κίνα έχει δεσμεύσει στις παγκόσμιες αγορές πρώτων υλών μεγάλα μέρη της προσφοράς κοβαλτίου, το οποίο είναι βασικό μέταλλο για την παραγωγή μπαταριών.
Οι δύο χώρες, Κίνα και Γερμανία, έχουν πολλά κοινά. Και οι δύο είναι εξαγωγικές οικονομίες, αποταμιεύουν μεγάλα πλεονάσματα από τις εξωτερικές εμπορικές συναλλαγές. Όμως η οικονομική στρατηγική της Γερμανίας δεν είναι και πολύ συνεκτική και συνεπής. Στη Γερμανία, πολιτική προτεραιότητα δίνεται στη μείωση του δημόσιου χρέους. Αλλά το μεγαλύτερο πρόβλημα της χώρας είναι η υστέρηση στον τεχνολογικό ανταγωνισμό. Η υπερβολική δημοσιονομική εξυγίανση είναι η κύρια αιτία της υποεπένδυσης στα οδικά δίκτυα, αλλά επίσης στα τηλεπικοινωνιακά δίκτυα καθώς και σε άλλες νέες τεχνολογίες.
Επίσης η Γερμανία επενδύει ανεπαρκώς στον τομέα της άμυνας. Η υπουργός Άμυνας Ούρσουλα φον ντερ Λέυεν (Ursula von der Leyen) πρότεινε πρόσφατα ένα σχέδιο για την αύξηση του αμυντικού προϋπολογισμού από το σημερινό 1,3 % στο 1,5 % του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος έως το 2023. Όμως ο υπουργός Οικονομικών Όλαφ Σολτς (Olaf Scholz) είναι αντίθετος. Το επεισόδιο αυτό είναι χαρακτηριστικό, αποκαλύπτει για ένα θεμελιώδες ευρωπαϊκό πρόβλημα: Σε αντίθεση με την Κίνα, στην Ευρώπη η μακροοικονομική πολιτική, η βιομηχανική πολιτική και η πολιτική εξωτερικών σχέσεων άμυνας και ασφάλειας είναι τρείς τομείς που επιτελούνται ανεξάρτητα μεταξύ τους.
Η προσφορά 5G της Huawei δείχνει ότι η ΕΕ δεν είναι καλά προετοιμασμένη για να αντιμετωπίσει τη σχέση μεταξύ της πολιτικής για την ασφάλεια αφενός και της πολιτικής για τη βιομηχανία και την επιχειρηματική δραστηριότητα αφετέρου. Επίσης, οι Ευρωπαίοι δεν έδωσαν την αρμόζουσα προσοχή στις παράπλευρες επιπτώσεις των δημοσιονομικών τους κανόνων, ιδίως στις πολιτικές άμυνας και ασφάλειας. Αντιθέτως, η Κίνα έχει μια σφαιρική, ολοκληρωμένη προσέγγιση στην οικονομική και εξωτερική πολιτική. Η Κίνα προωθεί το νόμισμά της το ρενμίνμπι (ή αλλιώς γιουάν) ως παγκόσμιο νόμισμα, με απώτερο στόχο να αμφισβητήσει το μονοπώλιο του δολαρίου ως το νόμισμα που επικρατεί στις αγορές βασικών εμπορευμάτων.
Η προσφορά 5G της Huawei δείχνει ότι η ΕΕ δεν είναι καλά προετοιμασμένη για να αντιμετωπίσει τη σχέση μεταξύ της πολιτικής για την ασφάλεια αφενός και της πολιτικής για τη βιομηχανία και την επιχειρηματική δραστηριότητα αφετέρου. Επίσης, οι Ευρωπαίοι δεν έδωσαν την αρμόζουσα προσοχή στις παράπλευρες επιπτώσεις των δημοσιονομικών τους κανόνων, ιδίως στις πολιτικές άμυνας και ασφάλειας. Αντιθέτως, η Κίνα έχει μια σφαιρική, ολοκληρωμένη προσέγγιση στην οικονομική και εξωτερική πολιτική. Η Κίνα προωθεί το νόμισμά της το ρενμίνμπι (ή αλλιώς γιουάν) ως παγκόσμιο νόμισμα, με απώτερο στόχο να αμφισβητήσει το μονοπώλιο του δολαρίου ως το νόμισμα που επικρατεί στις αγορές βασικών εμπορευμάτων.
Οι ευρωπαίοι πολιτικοί δεν έχουν συνηθίσει να σκέπτονται με τέτοιο σύνθετο τρόπο και να συνδέουν τα επιμέρους πεδία της πολιτικής με τρόπο σφαιρικό. Οι Γερμανοί, ιδιαίτερα, ποτέ δεν ήθελαν να προωθήσει η ευρωζώνη το νόμισμά της, το ευρώ, ως παγκόσμιο νόμισμα. Στο παρελθόν, ο υπερσυντηρητικός μακροοικονομικός τρόπος σκέψης της Γερμανίας ήταν λίγο-πολύ συνεπής με τα βιομηχανικά συμφέροντα της χώρας. Τώρα πια, αυτό δεν ισχύει: Η ΕΕ πιέζεται και «στίβεται» ανάμεσα σε δύο αντιτιθέμενες ισχυρές οικονομικές δυνάμεις και έχει ένα νομισματικό καθεστώς επιρρεπές σε κρίσεις.
Η μείωση του δημόσιου χρέους ήταν πολιτική επιλογή. Εάν, αντ' αυτού, η Γερμανία είχε επενδύσει στην άμυνα και στο μελλοντικό βιομηχανικό πλεονέκτημα, επιτρέποντας στη δημοσιονομική της θέση να κυμανθεί μέχρι το σημείο που θα ήταν επιθυμητό, θα βρισκόμασταν σήμερα σε διαφορετική θέση. Όμως αυτό απαιτεί ένα υψηλό επίπεδο γεωστρατηγικής σκέψης, που είναι ανύπαρκτο στις συζητήσεις περί εφαρμοστέας πολιτικής σε ολόκληρη την ΕΕ.
Ίσως οι Ευρωπαίοι πολιτικοί ήταν τόσο πολύ εσωστρεφείς και εγωκεντρικοί τα τελευταία 10 χρόνια, ώστε ούτε καν μπορούσαν να ακούσουν τη βοή αυτών των επερχόμενων γεγονότων. Ο προστατευτισμός που φαίνεται να εμφανίζεται τώρα, η ξαφνική συνειδητοποίηση ότι υπάρχει ανάγκη για προστασία από τις κινεζικές επιχειρηματικές εξαγορές, είναι ενδείξεις ότι ο εφησυχασμός τείνει να μετατραπεί σε πανικό.
O Wolfgang Münchau είναι βασικός συντάκτης των Financial Times με έδρα τη Μ. Βρετανία.
Wolfgang Münchau - Financial Times, αρθρογραφία
Wolfgang Münchau στον ιστοχώρο Μετά την Κρίση:
Την κρίση του σύγχρονου φιλελευθερισμού την προκαλούν οι δυνάμεις της αγοράς
Eυρωεκλογές και Μακρόν. Μπορεί η ΕΕ να στηριχτεί στον εαυτό της;
Eυρωεκλογές και Μακρόν. Μπορεί η ΕΕ να στηριχτεί στον εαυτό της;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου