της Ευγενίας Κριτσέφσκαγια
σαν χθές, 17 Ιανουαρίου με το παλαιό ημερολόγιο (στις 29 με το νέο Γρηγοριανό), ανήμερα της ονομαστικής εορτής του, του Αγίου Αντωνίου, γεννήθηκε ο συγγραφέας Άντον Τσέχοφ (1860-1904)
το γραπτό δημοσιεύθηκε στις ‘Αναγνώσεις’ της εφημερίδας ‘Αυγή’ - Κυριακή 8 Δεκεμβρίου 2013:
Ταξίδι στη χώρα του Ποτέ-ποτέ
Έχουμε γνωρίσει τον Τσέχοφ ως μεγάλο πεζογράφο και θεατρικό συγγραφέα, με την πέννα του να ξετυλίγει το πανόραμα της ζωής της Ρωσίας, της πρωτεύουσας και της επαρχίας της. Στις σελίδες του κατοικεί ένας ολόκληρος κόσμος της ευρωπαϊκής Ρωσίας, άνθρωποι όλων των κοινωνικών τάξεων και επαγγελμάτων αναπνέουν, ερωτεύονται, βαριούνται και πεθαίνουν. Όλη η ρωσική και παγκόσμια λογοτεχνία κατοικείται από τους ήρωες του Τσέχοφ: στο περιθώριό της μένουν όσοι έμεναν και στο περιθώριο της ζωής – οι «ένοικοι» της νήσου Σαχαλίνη στην άκρη του κόσμου, άνθρωποι χωρίς επώνυμο, χωρίς παρελθόν και μέλλον, χωρίς θρησκεία, ηθική, χωρίς τα υπάρχοντα, που συνοδεύουν κάθε άνθρωπο στο σύντομο ή μακρύ ταξίδι σε τούτη τη ζωή.
Το 1890, ο 30χρονος συγγραφέας έκανε ένα ταξίδι, που ακόμα και σήμερα, που οι αποστάσεις συμπτύχθηκαν χάρη στα υπερσύγχρονα μέσα και οι μετακινήσεις έγιναν άνετες και χλιδάτες, λίγοι αποφασίζουν να το κάνουν. Η πρωτεύουσα της νήσου, η πόλη Γιούζνο-Σαχαλίνσκ, Νότια Σαχαλίνη, απέχει από τη Μόσχα 9.400 χιλιόμετρα, και η απόσταση με αεροπλάνο από τη Μόσχα ως εκεί είναι 6.700 χιλιόμετρα.
Το ταξίδι Μόσχα-Σαχαλίνη κράτησε για τον Τσέχοφ 81 ημέρες... Εγκαταλείποντας το νησί, μετά από τρεις μήνες παραμονής εκεί, στα μέσα του Οκτώβρη μήνα, Ο Τσέχοφ έφτασε στη Μόσχα στις αρχές του Δεκέμβρη, κάνοντας με το πλοίο της επιστροφής ακόμα ένα ταξίδι – μέσω της Σιγκαπούρης και της Κεϋλάνης – στην Οδησσό.
Η Σαχαλίνη ήταν στην εποχή του Τσέχοφ νησί των καταδίκων, μια γη χωρίς συντεταγμένες και με θολό καθεστώς ιδιοκτησίας: δεν γνώριζε κανείς σε ποιόν στην ουσία ανήκει – στους Ρώσους ή τους Ιάπωνες. Δεν ήξεραν καλά-καλά ακόμα τι ήταν η Σαχαλίνη – νήσος ή χερσόνησος; Τί γύρευε λοιπόν ο Τσέχοφ σ’ αυτή την Κόλαση;
Πιθανόν, το ταξίδι στη Σαχαλίνη να ήταν η τελευταία προσπάθεια του Τσέχοφ «να τα βρει» με την «επίσημη σύζυγό του», την ιατρική, με την επιστήμη τέλος πάντων, και να αραιώσει τις «συνευρέσεις» με την «ερωμένη», τη λογοτεχνία. Όλο το εγχείρημα ξεκίνησε κάπως έτσι: να απογράψει τον εκεί πληθυσμό και να καταγράψει τις συνθήκες διαβίωσης από υγειονομική άποψη. «Θέλω να γράψω 100-200 σελίδες και να ξεπληρώσω μ’ αυτές ό,τι χρωστάω στην ιατρική, της οποίας της φέρθηκα σαν γουρούνι...»
Το ταξίδι του Τσέχοφ στη Σαχαλίνη, σε εκείνο το κυριολεκτικά ξεχασμένο απ’ το θεό κομμάτι άγονης γης, το αποκάλεσαν στα κατοπινά χρόνια «πολιτικό άθλο»: ήταν ο μοναδικός ρώσος συγγραφέας που πήγε στα βάθη της Σιβηρίας και επέστρεψε, κουβαλώντας στις αποσκευές του πλούσιο υλικό. Ήταν ο πρώτος που ανακάλυψε τη Σαχαλίνη για τη ρωσική κοινωνία και για τους ξένους, ο πρώτος που ήρθε να απογράψει τον άμοιρο πληθυσμό της, να μάθει τα ονόματά των κατοίκων της, γιατί οι περισσότεροι απ’ αυτούς είχαν ένα κοινό για όλους επίθετο, σαν τα ξαδερφάκια στα ελληνικά χωριά: Νεπόμνιασι. Που σημαίνει, Δε θυμάμαι. Γι’ αυτούς που ακόμα θυμούνταν, τα ονόματά τους ήταν ο τελευταίος κρίκος που τους συνέδεε με το παρελθόν, με την οικογένεια. Τα «παρέδιδαν» στον Τσέχοφ σαν πολυτιμότερα κειμήλιά τους, για να τα μεταφέρει στη Ρωσία. Γιατί η Σαχαλίνη δεν ήταν γι’ αυτούς Ρωσία. Και για ποιον ήταν;
Η Σαχαλίνη ήταν στην εποχή του Τσέχοφ νησί των καταδίκων, μια γη χωρίς συντεταγμένες και με θολό καθεστώς ιδιοκτησίας: δεν γνώριζε κανείς σε ποιόν στην ουσία ανήκει – στους Ρώσους ή τους Ιάπωνες. Δεν ήξεραν καλά-καλά ακόμα τι ήταν η Σαχαλίνη – νήσος ή χερσόνησος; Τί γύρευε λοιπόν ο Τσέχοφ σ’ αυτή την Κόλαση;
Πιθανόν, το ταξίδι στη Σαχαλίνη να ήταν η τελευταία προσπάθεια του Τσέχοφ «να τα βρει» με την «επίσημη σύζυγό του», την ιατρική, με την επιστήμη τέλος πάντων, και να αραιώσει τις «συνευρέσεις» με την «ερωμένη», τη λογοτεχνία. Όλο το εγχείρημα ξεκίνησε κάπως έτσι: να απογράψει τον εκεί πληθυσμό και να καταγράψει τις συνθήκες διαβίωσης από υγειονομική άποψη. «Θέλω να γράψω 100-200 σελίδες και να ξεπληρώσω μ’ αυτές ό,τι χρωστάω στην ιατρική, της οποίας της φέρθηκα σαν γουρούνι...»
Το ταξίδι του Τσέχοφ στη Σαχαλίνη, σε εκείνο το κυριολεκτικά ξεχασμένο απ’ το θεό κομμάτι άγονης γης, το αποκάλεσαν στα κατοπινά χρόνια «πολιτικό άθλο»: ήταν ο μοναδικός ρώσος συγγραφέας που πήγε στα βάθη της Σιβηρίας και επέστρεψε, κουβαλώντας στις αποσκευές του πλούσιο υλικό. Ήταν ο πρώτος που ανακάλυψε τη Σαχαλίνη για τη ρωσική κοινωνία και για τους ξένους, ο πρώτος που ήρθε να απογράψει τον άμοιρο πληθυσμό της, να μάθει τα ονόματά των κατοίκων της, γιατί οι περισσότεροι απ’ αυτούς είχαν ένα κοινό για όλους επίθετο, σαν τα ξαδερφάκια στα ελληνικά χωριά: Νεπόμνιασι. Που σημαίνει, Δε θυμάμαι. Γι’ αυτούς που ακόμα θυμούνταν, τα ονόματά τους ήταν ο τελευταίος κρίκος που τους συνέδεε με το παρελθόν, με την οικογένεια. Τα «παρέδιδαν» στον Τσέχοφ σαν πολυτιμότερα κειμήλιά τους, για να τα μεταφέρει στη Ρωσία. Γιατί η Σαχαλίνη δεν ήταν γι’ αυτούς Ρωσία. Και για ποιον ήταν;
Το βιβλίο του Τσέχοφ υπήρξε πριν από το Αρχιπέλαγος Γκουλάγκ του Σολζενίτσιν, πριν από τις Ιστορίες από την Κολιμά του Βαρλαάμ Σαλάμωφ. Ο αρχικός στόχος του ήταν διαφορετικός αλλά ο αντίκτυπος ήταν ίδιος, ίσως και μεγαλύτερος: ο συγγραφέας των χιουμοριστικών διηγημάτων και «ευτελών» θεμάτων, που υπέγραφε με το αστείο ψευδώνυμο Αντόσα Τσεχοντέ, αποκάλυψε έναν σκληρό και παγωμένο κόσμο, άγνωστο ακόμα και στην ίδια την κεντρική ρωσική εξουσία, στους ίδιους τους δημόσιους λειτουργούς της Ρωσικής Αυτοκρατορίας.
Ο Τσέχοφ πίστευε ότι Η Νήσος Σαχαλίνη ήταν το βιβλίο της ζωής του – και τότε, κι αργότερα, όταν είχαν γραφτεί και ο Βυσσινόκηπος και ο Γλάρος. Ήταν το βιβλίο της ψυχής του, που γέμισε με τις εικόνες της Σαχαλίνης, αλλά και της Κεϋλάνης:
Ο Ντοστογιέφσκι, που έζησε το κάτεργο, δεν κατάφερε ν’ αφήσει ένα τόσο ωμό ντοκουμέντο, όπως δεν μπόρεσε και ο Τολστόι, με την Ανάστασή του. Η «άλλη» Ρωσία, η Ρωσία της απόλυτης ανομίας και απέραντης εγκατάλειψης, αναστήθηκε μόνο από τον Τσέχοφ. Θα τον ακολουθήσει 65 χρόνια αργότερα ο Σολζενίτσιν, περιγράφοντας με φτωχά χρώματα, χωρίς οργή, χωρίς επίθετα και με πολλά ουσιαστικά, τον εξωπραγματικό κόσμο του Ιβάν Ντενίσοβιτς: το Μια μέρα του Ιβάν Ντενίσοβιτς βγήκε απ’ ευθείας από τη Νήσο Σαχαλίνη. Μετά από τη Νήσο Σαχαλίνη, δεν τίθεται καν ερώτημα, γιατί ο Τσέχοφ αποκάλεσε τον Γλάρο του και τον Βυσσινόκηπο κωμωδίες.
Ο Τσέχοφ πίστευε ότι Η Νήσος Σαχαλίνη ήταν το βιβλίο της ζωής του – και τότε, κι αργότερα, όταν είχαν γραφτεί και ο Βυσσινόκηπος και ο Γλάρος. Ήταν το βιβλίο της ψυχής του, που γέμισε με τις εικόνες της Σαχαλίνης, αλλά και της Κεϋλάνης:
«Είμαι ευχαριστημένος μέχρι εκεί που δεν πάει άλλο! Είμαι χορτάτος και γοητευμένος τόσο, που δεν επιθυμώ πλέον τίποτα, και δεν θα είχα κανένα παράπονο, αν πέθαινα αυτή τη στιγμή από συμφορές ή αν με ξαπόστελναν στον άλλον κόσμο τα εντερικά μου. Μπορώ να πω, ότι έζησα! Αρκετά! Πήγα και στην Κόλαση, στη Σαχαλίνη, και στον Παράδεισο, στην Κεϋλάνη».Περίεργη ακούγεται μια φράση από το βιβλίο: «Η Σαχαλίνη είναι διπλάσια από την Ελλάδα και μιάμιση φορά μεγαλύτερη της Δανίας». Πού τη θυμήθηκε την Ελλάδα ο Τσέχοφ;
Ο Ντοστογιέφσκι, που έζησε το κάτεργο, δεν κατάφερε ν’ αφήσει ένα τόσο ωμό ντοκουμέντο, όπως δεν μπόρεσε και ο Τολστόι, με την Ανάστασή του. Η «άλλη» Ρωσία, η Ρωσία της απόλυτης ανομίας και απέραντης εγκατάλειψης, αναστήθηκε μόνο από τον Τσέχοφ. Θα τον ακολουθήσει 65 χρόνια αργότερα ο Σολζενίτσιν, περιγράφοντας με φτωχά χρώματα, χωρίς οργή, χωρίς επίθετα και με πολλά ουσιαστικά, τον εξωπραγματικό κόσμο του Ιβάν Ντενίσοβιτς: το Μια μέρα του Ιβάν Ντενίσοβιτς βγήκε απ’ ευθείας από τη Νήσο Σαχαλίνη. Μετά από τη Νήσο Σαχαλίνη, δεν τίθεται καν ερώτημα, γιατί ο Τσέχοφ αποκάλεσε τον Γλάρο του και τον Βυσσινόκηπο κωμωδίες.
«Το κάτεργο και στο φως των βεγγαλικών παραμένει κάτεργο, και η μουσική, όταν την ακούει από μακριά ένας άνθρωπος, που δεν θα επιστρέψει ποτέ στην πατρίδα του, προκαλεί πόνο...Ο Τσέχοφ ανακάλυψε το κυριότερο: οι «ένοικοι» της Σαχαλίνης (και της ίδιας της ζωής), δεν είχαν πατρίδα. Ήταν ξεγραμμένοι. Και ίσως αυτό ακριβώς το γεγονός, και όχι οι σκληρές περιγραφές, έκανε τη Ρωσία να σαλέψει, να ξυπνήσει, να στρέψει το κοιμισμένο βλέμμα της σ’ αυτή τη χώρα του Ποτέ-ποτέ. Η Σαχαλίνη κυριολεκτικά εμφανίστηκε στο χάρτη της Ρωσίας μετά από τον Τσέχοφ.
Πουθενά αλλού στη Ρωσία η συμβίωση χωρίς γάμο δεν είναι τόσο διαδεδομένη και τόσο αποδεκτή, και πουθενά δεν έχει τόσο πρωτότυπη μορφή, όσο στη Σαχαλίνη. Την παράνομη, ή όπως λένε εδώ ελεύθερη, συμβίωση δεν την απαγορεύουν ούτε οι Αρχές, ούτε η Εκκλησία, αντιθέτως την εγκρίνουν και τη συνιστούν...
Ήσυχα και άκακα σκυλιά είναι εδώ δεμένα. Αν υπάρχει γουρούνι, είναι δεμένο κι αυτό. Ο κόκορας επίσης είναι δεμένος από το ένα πόδι. ‘Γιατί είναι δεμένα;’ ρωτάω.- ‘Στη Σαχαλίνη, μου απαντούν, όλοι είναι δεμένοι. Το κλίμα είναι έτσι...’Όπου υπάρχουν γυναίκες και παιδιά, υπάρχει και κάτι που μοιάζει με νοικοκυριό, με αγρόκτημα, αλλά κι εκεί αισθάνεσαι ότι λείπουν τα βασικά: δεν υπάρχουν γιαγιάδες και παππούδες, παλιές εικόνες παλιά έπιπλα, άρα το νοικοκυριό δεν έχει παρελθόν, δεν έχει παράδοση... Όλα είναι προσωρινά και τυχαία...»
Τί σόι είδους βιβλίο τελικά είναι το Νήσος Σαχαλίνη; Δεν είναι μυθιστόρημα, δεν είναι ταξιδιωτικό, ούτε επιστημονικό εγχειρίδιο ή στατιστική μελέτη.
Είναι όλα τα βιβλία του Τσέχοφ μαζί, εκείνα που είχε γράψει πριν τη Σαχαλίνη κι εκείνα που επρόκειτο να γράψει: η Νήσος Σαχαλίνη χωρίζεται εύκολα σε μικρά διηγήματα, σε χρονογραφήματα, σε ολόκληρα θεατρικά και σε πολλά άλλα λογοτεχνικά είδη.
Είναι ένα έτοιμο σενάριο - με σκηνικά, διαλόγους, πρόσωπα; Ο Τσέχοφ πέθανε στην αυγή του κινηματογράφου στη Ρωσία, κι αν ζούσε, σίγουρα θα είχε ασχοληθεί με την οθόνη κι όχι με τη σκηνή. Αυτή η τέχνη ήταν στα μέτρα του, τα μέσα της ταίριαζαν απόλυτα στον τρόπο σκέψης και της έκφρασής του.
Είναι όλα τα βιβλία του Τσέχοφ μαζί, εκείνα που είχε γράψει πριν τη Σαχαλίνη κι εκείνα που επρόκειτο να γράψει: η Νήσος Σαχαλίνη χωρίζεται εύκολα σε μικρά διηγήματα, σε χρονογραφήματα, σε ολόκληρα θεατρικά και σε πολλά άλλα λογοτεχνικά είδη.
Είναι ένα έτοιμο σενάριο - με σκηνικά, διαλόγους, πρόσωπα; Ο Τσέχοφ πέθανε στην αυγή του κινηματογράφου στη Ρωσία, κι αν ζούσε, σίγουρα θα είχε ασχοληθεί με την οθόνη κι όχι με τη σκηνή. Αυτή η τέχνη ήταν στα μέτρα του, τα μέσα της ταίριαζαν απόλυτα στον τρόπο σκέψης και της έκφρασής του.
«Πηγαίνω στη Σαχαλίνη πεπεισμένος ότι με το ταξίδι αυτό δεν θα συνεισφέρω ούτε στη λογοτεχνία, ούτε στην επιστήμη. Είναι λειψές οι γνώσεις μου, λειψός είναι και ο χρόνος, δεν έχω και καμιά ιδιαίτερη απαίτηση...»Ήταν ως συνήθως πολύ μετριόφρων: ετοιμαζόμενος για τη Σαχαλίνη ο Τσέχοφ διάβασε 65 βιβλία, μελέτησε τους χάρτες της ευρύτερης περιοχής. Γνώριζε την κάθε πιθαμή της Σαχαλίνης, όπως την γνώριζαν μόνο οι ντόπιοι ψαράδες και οι καπετάνιοι που μετέφεραν στη Σαχαλίνη το «νέο αίμα». Ο χρόνος του όμως ήταν όντως λειψός. Αλλά όχι για να ερευνήσει το νησί. Λειψός ήταν ο δικός του χρόνος, μέσα στον οποίο, όμως, ο Τσέχοφ κατάφερε να κάνει, να γράψει και να ζήσει, όσο πιθανόν, κανένας άλλος Ρώσος κλασικός.
Η Ευγενία Κριτσέφσκαγια είναι κλασική φιλόλογος. Σπούδασε στο Κλασικό Τμήμα της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου
Λομονόσοφ (Μόσχα), όπου ασχολήθηκε ιδιαίτερα με τη νεοελληνική λογοτεχνία. Απο το 1983 ζεί και εργάζεται στην Ελλάδα.
Βιογραφία και πλήρης εργογραφία του Τσέχοφ, με δυνατότητα αναζήτησης (Αγγλικά)
А.П. Чехов на Сахалине - (Ο Α. Π. Τσέχοφ στη Σαχαλίνη): Ιστότοπος με πολύ ενδιαφέρον φωτογραφικό και βιβλιογραφικό υλικό, χάρτες και με εικονική πλοήγηση σε σχετικά μουσεία (Ρωσικά)
Φωτογραφίες της Σαχαλίνης από την φωτογραφική συλλογή του Α. Τσέχοφ (από την Media Library του Ρωσικού Πρακτορείου Ειδήσεων RIA Novosti)
↑
"“άστα και γάμησε τα.” που γραφει ο ποιητης.
ΑπάντησηΔιαγραφήΜονον ο ερωτας και η τεχνη σωζει.
Πίσω λοιπον στους κλασσικούς(7η επαναληψις)
1. Ας θυμηθούμε την εμβληματική φράση από τον Γατόπαρδο του Λαμπεντούζα: «όλα πρέπει να αλλάξουν για να μείνουν ίδια»
……
2. Η μεγαλοφυΐα του Ποε είναι δεδομένη. Διαβάστε λοιπόν την συνέχεια.
Απόσπασμα από το “Ήταν ο Πόε ρατσιστής;”Από την Κατερίνα Σχινά
The Books’ journal
“…ο Πόε θέλει τα πράγματα να μείνουν ως έχουν, είναι γιατί πιστεύει πως όσες μεταρρυθμίσεις και να επιχειρηθούν, η μυστηριώδης δύναμη που φωλιάζει μέσα στον άνθρωπο θα μείνει ανέγγιχτη. Είναι μια δύναμη ανώνυμη, μια αρχέγονη ροπή που τον τραβάει στο χείλος της αβύσσου: η έλξη προς το κακό, η φυσική του μοχθηρία. Τη βλέπει να γιγαντώνεται στην Αμερική του καιρού του, καθώς η χώρα παραπαίει ανάμεσα στο ξεγύμνωμα του κυνισμού και την αταραξία της βιβλικής υποκρισίας και όντας αφοσιωμένη στην ύλη ξεπέφτει, καθώς έγραψε ο Μπωντλαίρ, «σε μια ηθική λογιστηρίου». Είναι σαν να αντιστρέφει εκείνη την εμβληματική φράση από τον Γατόπαρδο του Λαμπεντούζα: «όλα πρέπει να αλλάξουν για να μείνουν ίδια», σε ένα: «αφού θα μείνουν όλα ίδια, γιατί να αλλάξουν;»
3. Η ΒΙΝΤΕΟΚΑΣΕΤΑ [Τίτος Πατρίκιος]
Κι αν γύριζε ο χρόνος πίσω στην αρχή
όπως γυρίζει πίσω μια βιντεοκασέτα
το ίδιο αδέξια, με την ίδια ταραχή
τα ίδια θα κάναμε, άστα και γάμησε τα."
Αφώτιστος Φιλέλλην