ένα κεφάλαιο από το κείμενο του Hans-Jürgen Urban - Stabilitätsgewinn durch Demokratieverzicht? Europas Weg in den Autoritarismus (δημοσίευση στο γερμανικό περιοδικό © Blätter für deutsche und internationale Politik και στη συνέχεια στον συλλογικό τόμο Demokratie oder Kapitalismus? Europa in der Krise, από τις εκδόσεις Blätter.
Το κείμενο αυτό είναι προδημοσίευση στην ελληνική έκδοση του βιβλίου Δημοκρατία ή καπιταλισμός; Η Ευρώπη σε κρίση (στις εκδόσεις © Επίκεντρο). Η συλλογική έκδοση πραγματεύεται την ευρωπαϊκή κρίση πολυεδρικά, από τη σκοπιά της οικονομίας, της κοινωνιολογίας, της πολιτικής επιστήμης και της ενεργού πολιτικής, της πολιτικής φιλοσοφίας, του διεθνούς και του συνταγματικού δικαίου.
Συμμετέχουν με κείμενά τους και με συζητήσεις, μεταξύ άλλων, οι Γιούργκεν Χάμπερμας, Κλάους Όφφε, Ούλριχ Μπεκ, Έλμαρ Άλτφάτερ, Βόλφγκανγκ Στρέεκ, Πωλ Κρούγκμαν, Γιόσκα Φίσερ, Πέτερ Μπόφινγκερ, Ούλρικε Γκερό, Χάουκε Μπρούνκχορστ, Ούλριχ Πρόϊς, Όσκαρ Νεγκτ. Η επιμέλεια της Ελληνικής έκδοσης είναι της δημοσιογράφου Ρούλας Γκόλιου και η μετάφραση του Γιώργου Β. Ριτζούλη.
Ποιος
είναι ο ρόλος της Γερμανίας στα
τεκταινόμενα της ευρωπαϊκής
κρίσης; Σ' αυτό το πολυσυζητημένο ερώτημα,
η απάντηση φαίνεται απλή: είναι εμφανέστατο
ότι η κυβέρνηση Μέρκελ έβαλε τη σφραγίδα
της στο εγχείρημα της αυταρχικής
σταθεροποίησης. Σε έναν όχι πάντα
αξιοσέβαστο συνασπισμό με τη Γαλλία,
δεν παραλείπει να προστατεύει τα δικά
της συμφέροντα. Ακόμη
και φωνές προσεκτικές στις εκτιμήσεις
τους, διέκριναν
ενωρίς στην πολιτική για την αντιμετώπιση
της κρίσης, «την
κραυγαλέα προσπάθεια μιας ευρωπαϊκής
Γερμανίας να ηγηθεί μιας γερμανικής
Ευρώπης» (Jürgen
Habermas, Ein Pakt für oder gegen Europa? (pdf) στην εφημερίδα
„Süddeutsche Zeitung“, 7.4.2011).
Είναι
αλήθεια ότι ακόμη και το καθεστώς του
Ευρωπαϊκού
Μηχανισμού Σταθερότητας, στα βασικά
μέρη του ακολουθεί το γερμανικό μοντέλο
ανταγωνιστικότητας:
Mια
νομισματική και δημοσιονομική πολιτική
δογματικά προσανατολισμένη στη
νομισματική σταθερότητα, μια φιλο-κυκλική* πολιτική εξυγίανσης των δημόσιων οικονομικών που
καταπνίγει τη ζήτηση και μια στρατηγική
για την ανταγωνιστικότητα της πραγματικής
οικονομίας που θεωρεί ως πλεονεκτήματα
στον ανταγωνισμό, κυρίως την αύξηση της
παραγωγικότητας και τις υποτονικές
μισθολογικές εξελίξεις. Όλα αυτά τα
οικονομικά εργαλεία μπορεί κανείς να
τα βρει και στο γερμανικό μοντέλο του
παγκόσμιου πρωταθλητή των εξαγωγών.
Αυτή η εναρμόνιση μεταξύ του ευρωπαϊκού
και του γερμανικού μοντέλου ανάπτυξης,
μειώνει την πίεση προς τη Γερμανία για
προσαρμογή (ως συμβολή της για να
αποκατασταθεί κάποια εσωτερική ισορροπία
στο εμπορικό ισοζύγιο μέσα στην ευρωζώνη)
και ταυτόχρονα αυξάνει την πίεση προς
άλλα κράτη-μέλη, που μέχρι τώρα εφάρμοζαν
άλλα πρότυπα ανάπτυξης.
Ωστόσο, παρά τις εντυπωσιακές ομοιότητες, η απλοποιημένη θέση περί της ηγεμονίας της Γερμανίας, είναι μια στενή και περιορισμένη αντίληψη των πραγμάτων της σημερινής Ευρώπης. Η επικράτηση του νέου προτύπου ανταγωνιστικότητας και ανάπτυξης είναι επίσης σύμφωνη (πράγμα που δεν είναι λιγότερο σημαντικό) με τα συμφέροντα των κυριότερων παραγόντων που δρουν στις διεθνείς χρηματοπιστωτικές αγορές. Ιδιαίτερα οι τράπεζες, έχουν κατά νου την προοπτική να ελαχιστοποιήσουν τις ζημίες που προκύπτουν από την εκκαθάριση δανείων δισεκατομμυρίων προς τις χρεωμένες χώρες. Επωφελούνται σε μεγάλο βαθμό από το γεγονός ότι η ΕΕ δεν απαιτεί μια διαρκή συμμετοχή των παραγόντων της χρηματοπιστωτικής αγοράς στο κόστος της κρίσης και αποφεύγει να προχωρήσει σε ρύθμιση των χρηματοπιστωτικών αγορών μεγάλης έκτασης. Έτσι διατηρείται το ενδιαφέρον των αγορών αυτών για κερδοσκοπικές δραστηριότητες εν μέσω της κρίσης, καθώς επίσης το συνολικό επιχειρηματικό μοντέλο κερδοσκοπίας υψηλού ρίσκου, που μεταξύ άλλων αιτίων προκάλεσε την κρίση και πολλαπλασίασε τον αριθμό των δισεκατομμυριούχων.
Είναι αμφισβητήσιμο αν θα μπορούσε να εφαρμοστεί μια άλλη πολιτική απέναντι στην κρίση, αντίθετη με τα συμφέροντα των παραγόντων της χρηματοπιστωτικής αγοράς, ανεξάρτητα αν υπάρχει ή όχι ηγεμονική θέση της Γερμανίας. Ειδικά οι τράπεζες απειλούσαν και απειλούν με συστημικές καταστροφές στην παγκόσμια οικονομία. Επισήμαιναν ότι η επιβολή εκτεταμένων ρυθμιστικών κανονισμών θα είχε ως αποτέλεσμα την αύξηση των επιτοκίων και επομένως την επιδείνωση των όρων χρηματοδότησης των χρεωμένων κρατών. Προφανώς οι παράγοντες της χρηματοπιστωτικής αγοράς έχουν τέτοια δύναμη και ασκούν τέτοια πίεση στους πολιτικούς, ώστε διατηρούν υπό έλεγχο τη θέληση και τη δυνατότητα των κυβερνήσεων για δράση. Έτσι είναι σε θέση να αντιμετωπίζουν τις απειλές ενάντια στα δικά τους συμφέροντα. Αυτή τη δύναμη την ασκούν και επί του «Γερμανού ηγεμόνα».
Αυτές οι σχέσεις δύναμης και εξουσίας διαμορφώνουν το νέο καθεστώς και κατανέμουν τις ευθύνες για την χρηματοπιστωτική και οικονομική κρίση. Όμως, αν και τα κράτη-μέλη της ΕΕ που βρέθηκαν σε δύσκολη θέση, έχουν μερίδιο ευθύνης για τα χρέη και τις αδυναμίες τους σε ζητήματα ανταγωνιστικότητας, δεν είναι λιγότερο προφανής η συμβολή στην κρίση των απορυθμισμένων, ανεξέλεγκτων χρηματοπιστωτικών αγορών και των στρατηγικών μεγιστοποίησης του κέρδους εκ μέρους των σημαντικότερων παραγόντων τους (αντιπροσωπευτικά για πολλούς είναι όσα γράφονται για το θέμα αυτό στο βιβλίο του Elmar Altvater, Der große Krach - Oder die Jahrhundertkrise von Wirtschaft und Finanzen, von Politik und Natur, Münster 2010).
Ωστόσο το καθεστώς της αυταρχικής σταθεροποίησης δεν διαμορφώνει την πολιτική του έχοντας ως γνώμονα αυτή την κατανομή της ευθύνης. Το αντίθετο: Ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας υποβάλλει τα κράτη-μέλη που υποφέρουν σ' εκείνη την πειθαρχία που θα έπρεπε να επιβληθεί ως νέο ρυθμιστικό πλαίσιο στους παράγοντες που δρουν στις χρηματοπιστωτικές αγορές. Αλλά ενώ οι παράγοντες αυτοί απέφυγαν να υποστούν αυτή την πειθάρχηση χρησιμοποιώντας τη δύναμη ποικίλων ομάδων πίεσης και τις απειλές του συστημικού κινδύνου, τα κράτη δεν την απέφυγαν.
Αυτή η πολιτική για την αντιμετώπιση της κρίσης δεν προγραμματίζει μόνον την επόμενη κρίση. Δείχνει επίσης που βρίσκονται τα όρια της δύναμης της γερμανικής πολιτικής, μέσα στον ευρωπαϊκό και παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό καπιταλισμό. Υπ' αυτούς τους συσχετισμούς δύναμης, το σχέδιο που εξαγγέλθηκε με γερμανική πρωτοβουλία για τη διαχείριση της κρίσης με ρυθμιστικές ενεργές παρεμβάσεις, εκφυλίστηκε σε παθητικές διορθωτικές κινήσεις μετά την κρίση, χωρίς θεμελιακές αλλαγές στους κανόνες της λειτουργίας του χρηματοπιστωτικού καπιταλισμού. Η εξέλιξη αυτή εμποδίζει τις αναγκαίες βελτιώσεις στο ρυθμιστικό πλαίσιο, καθώς και μια κοινωνικά αποδεκτή κατανομή του κόστους της κρίσης. Το πιο σημαντικό είναι, ότι εξακολουθούν να παραμένουν άθικτες οι δομές του χρηματοπιστωτικού καπιταλισμού, αυτές που προκαλούν κρίσεις.
* Φιλο-κυκλική (pro-cyclic) οικονομική πολιτική: η αντίθετη της αντι-κυκλικής.
Δηλαδή η πολιτική οικονομικής διαχείρισης που ενισχύει τις ακραίες διακυμάνσεις των ανοδικών και πτωτικών οικονομικών κύκλων. Στις ανοδικές φάσεις παρεμβαίνει διογκώνοντας πιο πολύ τα περιουσιακά στοιχεία, ακόμη και όταν μετατρέπονται σε “φούσκες”. Στις πτωτικές φάσεις η παρέμβασή της κάνει την ύφεση ακόμη πιό έντονη. Η φιλο-κυκλική και η αντι-κυκλική πολιτική χρησιμοποιούν τα ίδια διαχειριστικά εργαλεία (κυρίως φορολογικά, δημοσιονομικά, νομισματικά και την παρέμβαση στη διαμόρφωση των μισθών), αλλά με αντίστροφο τρόπο. Π.χ. η φιλο-κυκλική πολιτική μειώνει τους φόρους στην περίοδο της “φούσκας” και τους αυξάνει σε περίοδο ύφεσης. Στην άνοδο φροντίζει για την παροχή άφθονου, φθηνού χρήματος στις επιχειρήσεις και στα νοικοκυριά ή ευνοεί μισθολογικές αυξήσεις των υψηλόμισθων, στην πτώση κλείνει τη στρόφιγγα των επενδύσεων ή της τραπεζικής ρευστότητας και μειώνει μισθούς (ακόμη και χαμηλόμισθων). Η αντι-κυκλική πολιτική κάνει τα ακριβώς αντίστροφα.
Ωστόσο, παρά τις εντυπωσιακές ομοιότητες, η απλοποιημένη θέση περί της ηγεμονίας της Γερμανίας, είναι μια στενή και περιορισμένη αντίληψη των πραγμάτων της σημερινής Ευρώπης. Η επικράτηση του νέου προτύπου ανταγωνιστικότητας και ανάπτυξης είναι επίσης σύμφωνη (πράγμα που δεν είναι λιγότερο σημαντικό) με τα συμφέροντα των κυριότερων παραγόντων που δρουν στις διεθνείς χρηματοπιστωτικές αγορές. Ιδιαίτερα οι τράπεζες, έχουν κατά νου την προοπτική να ελαχιστοποιήσουν τις ζημίες που προκύπτουν από την εκκαθάριση δανείων δισεκατομμυρίων προς τις χρεωμένες χώρες. Επωφελούνται σε μεγάλο βαθμό από το γεγονός ότι η ΕΕ δεν απαιτεί μια διαρκή συμμετοχή των παραγόντων της χρηματοπιστωτικής αγοράς στο κόστος της κρίσης και αποφεύγει να προχωρήσει σε ρύθμιση των χρηματοπιστωτικών αγορών μεγάλης έκτασης. Έτσι διατηρείται το ενδιαφέρον των αγορών αυτών για κερδοσκοπικές δραστηριότητες εν μέσω της κρίσης, καθώς επίσης το συνολικό επιχειρηματικό μοντέλο κερδοσκοπίας υψηλού ρίσκου, που μεταξύ άλλων αιτίων προκάλεσε την κρίση και πολλαπλασίασε τον αριθμό των δισεκατομμυριούχων.
Είναι αμφισβητήσιμο αν θα μπορούσε να εφαρμοστεί μια άλλη πολιτική απέναντι στην κρίση, αντίθετη με τα συμφέροντα των παραγόντων της χρηματοπιστωτικής αγοράς, ανεξάρτητα αν υπάρχει ή όχι ηγεμονική θέση της Γερμανίας. Ειδικά οι τράπεζες απειλούσαν και απειλούν με συστημικές καταστροφές στην παγκόσμια οικονομία. Επισήμαιναν ότι η επιβολή εκτεταμένων ρυθμιστικών κανονισμών θα είχε ως αποτέλεσμα την αύξηση των επιτοκίων και επομένως την επιδείνωση των όρων χρηματοδότησης των χρεωμένων κρατών. Προφανώς οι παράγοντες της χρηματοπιστωτικής αγοράς έχουν τέτοια δύναμη και ασκούν τέτοια πίεση στους πολιτικούς, ώστε διατηρούν υπό έλεγχο τη θέληση και τη δυνατότητα των κυβερνήσεων για δράση. Έτσι είναι σε θέση να αντιμετωπίζουν τις απειλές ενάντια στα δικά τους συμφέροντα. Αυτή τη δύναμη την ασκούν και επί του «Γερμανού ηγεμόνα».
Αυτές οι σχέσεις δύναμης και εξουσίας διαμορφώνουν το νέο καθεστώς και κατανέμουν τις ευθύνες για την χρηματοπιστωτική και οικονομική κρίση. Όμως, αν και τα κράτη-μέλη της ΕΕ που βρέθηκαν σε δύσκολη θέση, έχουν μερίδιο ευθύνης για τα χρέη και τις αδυναμίες τους σε ζητήματα ανταγωνιστικότητας, δεν είναι λιγότερο προφανής η συμβολή στην κρίση των απορυθμισμένων, ανεξέλεγκτων χρηματοπιστωτικών αγορών και των στρατηγικών μεγιστοποίησης του κέρδους εκ μέρους των σημαντικότερων παραγόντων τους (αντιπροσωπευτικά για πολλούς είναι όσα γράφονται για το θέμα αυτό στο βιβλίο του Elmar Altvater, Der große Krach - Oder die Jahrhundertkrise von Wirtschaft und Finanzen, von Politik und Natur, Münster 2010).
Ωστόσο το καθεστώς της αυταρχικής σταθεροποίησης δεν διαμορφώνει την πολιτική του έχοντας ως γνώμονα αυτή την κατανομή της ευθύνης. Το αντίθετο: Ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας υποβάλλει τα κράτη-μέλη που υποφέρουν σ' εκείνη την πειθαρχία που θα έπρεπε να επιβληθεί ως νέο ρυθμιστικό πλαίσιο στους παράγοντες που δρουν στις χρηματοπιστωτικές αγορές. Αλλά ενώ οι παράγοντες αυτοί απέφυγαν να υποστούν αυτή την πειθάρχηση χρησιμοποιώντας τη δύναμη ποικίλων ομάδων πίεσης και τις απειλές του συστημικού κινδύνου, τα κράτη δεν την απέφυγαν.
Αυτή η πολιτική για την αντιμετώπιση της κρίσης δεν προγραμματίζει μόνον την επόμενη κρίση. Δείχνει επίσης που βρίσκονται τα όρια της δύναμης της γερμανικής πολιτικής, μέσα στον ευρωπαϊκό και παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό καπιταλισμό. Υπ' αυτούς τους συσχετισμούς δύναμης, το σχέδιο που εξαγγέλθηκε με γερμανική πρωτοβουλία για τη διαχείριση της κρίσης με ρυθμιστικές ενεργές παρεμβάσεις, εκφυλίστηκε σε παθητικές διορθωτικές κινήσεις μετά την κρίση, χωρίς θεμελιακές αλλαγές στους κανόνες της λειτουργίας του χρηματοπιστωτικού καπιταλισμού. Η εξέλιξη αυτή εμποδίζει τις αναγκαίες βελτιώσεις στο ρυθμιστικό πλαίσιο, καθώς και μια κοινωνικά αποδεκτή κατανομή του κόστους της κρίσης. Το πιο σημαντικό είναι, ότι εξακολουθούν να παραμένουν άθικτες οι δομές του χρηματοπιστωτικού καπιταλισμού, αυτές που προκαλούν κρίσεις.
* Φιλο-κυκλική (pro-cyclic) οικονομική πολιτική: η αντίθετη της αντι-κυκλικής.
Δηλαδή η πολιτική οικονομικής διαχείρισης που ενισχύει τις ακραίες διακυμάνσεις των ανοδικών και πτωτικών οικονομικών κύκλων. Στις ανοδικές φάσεις παρεμβαίνει διογκώνοντας πιο πολύ τα περιουσιακά στοιχεία, ακόμη και όταν μετατρέπονται σε “φούσκες”. Στις πτωτικές φάσεις η παρέμβασή της κάνει την ύφεση ακόμη πιό έντονη. Η φιλο-κυκλική και η αντι-κυκλική πολιτική χρησιμοποιούν τα ίδια διαχειριστικά εργαλεία (κυρίως φορολογικά, δημοσιονομικά, νομισματικά και την παρέμβαση στη διαμόρφωση των μισθών), αλλά με αντίστροφο τρόπο. Π.χ. η φιλο-κυκλική πολιτική μειώνει τους φόρους στην περίοδο της “φούσκας” και τους αυξάνει σε περίοδο ύφεσης. Στην άνοδο φροντίζει για την παροχή άφθονου, φθηνού χρήματος στις επιχειρήσεις και στα νοικοκυριά ή ευνοεί μισθολογικές αυξήσεις των υψηλόμισθων, στην πτώση κλείνει τη στρόφιγγα των επενδύσεων ή της τραπεζικής ρευστότητας και μειώνει μισθούς (ακόμη και χαμηλόμισθων). Η αντι-κυκλική πολιτική κάνει τα ακριβώς αντίστροφα.
Γ. Ρ.
Ο Hans-Jürgen Urban (1961) σπούδασε πολιτικές επιστήμες, οικονομικά και φιλοσοφία. Τα ερευνητικά του αντικείμενα είναι ο συνδικαλισμός και η κοινωνική πολιτική. Είναι μέλος του εκτελεστικού προεδρείου του γερμανικού συνδικάτου εργαζομένων στη μεταλλουργική βιομηχανία (ΙG Metall) και του διοικητικού συμβουλίου του Ομοσπονδιακού Γραφείου Εργασίας (Bundesagentur für Arbeit). Συμμετέχει επίσης στον διεθνή εκδοτικό κύκλο του πλούσιου σε παραδόσεις περιοδικού “Blätter für deutsche und internationale Politik”, από κοινού με τους Jürgen Habermas, Norman Birnbaum, Peter Bofinger, Seyla Benhabib, Saskia Sassen, Jens Reich, Friedrich Schorlemmer και άλλους.
Βιβλία του Hans-Jürgen Urban
Γιώργος Παπαμώκος: Αναζητείται Ευρωπαϊκή Εμπνευσμένη Ηγεσία & Το δίπολο Ελλάδας – Γερμανίας
Βιβλία του Hans-Jürgen Urban
«Έτσι υπονομεύεται η δημοκρατία» - Συνέντευξη με τον Hans-Jürgen Urban (Goethe-Institut- Ελλάδα)
Hans-Jürgen Urban: Die Mosaik-Linke (Blätter) και LuXemburg
Hans-Jürgen Urban - συνέντευξη: Dialog der Generationen statt Spaltung der Gesellschaft (Διάλογος μεταξύ των γενεών αντί διάσπαση της κοινωνίας - σε Γερμανική γλώσσα)
IG Metall |
Κλάους Όφφε: Η Ευρώπη στην παγίδα της κρίσης χρέους
Επίσης, για το “ζήτημα Γερμανία - Ευρώπη”:Γιώργος Παπαμώκος: Αναζητείται Ευρωπαϊκή Εμπνευσμένη Ηγεσία & Το δίπολο Ελλάδας – Γερμανίας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου