1. Από τον Τραμπ και τον Ερντογάν έως τον ΣΥΡΙΖΑ και τον Τζέρεμι Κόρμπιν: «Αντισυστημική» ψήφος; Όλα παραλλαγές λαϊκισμού;
Στην Ελλάδα και παντού στη Δύση, όλο και περισσότεροι παρατηρητές διαπιστώνουν ότι η (νεο)φιλελεύθερη τάξη πραγμάτων των τελευταίων δεκαετιών γεννά ένα βαθύ, αντίρροπο κοινωνικό κύμα. Η διαπίστωση είναι σωστή, τα δεδομένα και οι αριθμοί την επαληθεύουν και την αιτιολογούν. Όμως, πολλοί από τους παρατηρητές βλέπουν υπό πολύ στενή οπτική γωνία· δηλαδή βλέπουν μόνον αυτά που θέλουν να δουν και αυτά που τους συμφέρει να δουν. Διότι εκτός από τα ποικίλα μεσαία κοινωνικά στρώματα (για την τεκμηριωμένη εισοδηματική στασιμότητα ή και συμπίεση μερικών από αυτά γίνεται λόγος παντού και διαρκώς), στις κοινωνίες υπάρχουν και άνθρωποι σε ακόμη πιο αδύναμα στρώματα ή κοινωνικές τάξεις. Για τους τελευταίους γίνεται λόγος πολύ πιο σπάνια.* Και ως απάντηση, αυτοί οι άνθρωποι όλο και πιο σπάνια συμμετέχουν στις διαδικασίες της δημοκρατίας. Λόγου χάρη στις εκλογές. Τα στατιστικά στοιχεία δείχνουν σαφώς ποιοί εξακολουθούν να συμμμετέχουν και ποιοί αποσύρονται από τα δρώμενα της δημοκρατικής αντιπροσώπευσης.
Η συμπερίληψη όλων, με εξαίρεση το 1 % ή το 10 % της οικονομικής ελίτ, σε έναν άμορφο, ισοπεδωμένο «λαό», σαν σούπα μέσα στο καζάνι - από «αριστερά» με ορισμένα μετα-μαρξιστικά μοντέλα πολιτικής σκέψης όπως των Ερνέστο Λακλάου και Σαντάλ Μουφ, από δεξιά με εθνικολαϊκές και ταυτοτικές ιδέες βασισμένες σε εκείνες τις μεσοπολεμικές αντιλήψεις για την κοινωνική συνοχή που επικρατούσαν πριν συγκροτηθεί το δημοκρατικό κράτος πρόνοιας - δίνει μια παραμορφωμένη εικόνα της πραγματικότητας.
Όμως αυτή η ισοπεδωμένη εικόνα της κοινωνίας, μοιραία συνεπάγεται ισοπέδωση ανόμοιων κοινωνικών αντιδράσεων, πολιτικών προτάσεων που αποκλίνουν και δυνάμεων που συγκρούονται, και τσουβάλιασμά τους σε σύνολα επιφανειακά συνεκτικά αλλά ουσιαστικά ανυπόστατα: Στην «αντισυστημική» ψήφο, ή και σε μια νέα «αντισυστημική» κατηγορία αριστεροδεξιών κομμάτων· φυσικά, προπαντός δεξιών, πολύ δεξιών. Όλα τα αντίρροπα που εμφανίστηκαν μετά το 2008 παντού στη Δύση, σε τελευταία ανάλυση τσουβαλιάζονται ως «λαϊκισμοί» και «λαϊκιστές».
Όμως, άν χαρακτηριστούν αντισυστημικά τα κοινωνικά και ιδεολογικά στηρίγματα της προεδρίας Τραμπ, μοιραία συμπαρασύρεται στους αντιπάλους του συστήματος και το κόμμα του, το οποίο τού έδωσε έτοιμους τους πολλούς υποστηρικτές και ψηφοφόρους και τώρα τον ακολουθεί πιστό, γεμάτο ικανοποίηση για τις φορολογικές ελαφρύνσεις υπέρ των πλουσίων και για άλλα πολλά. Έτσι αποκαλύπτεται πώς ο παρατηρητής που βλέπει παντού «αντισυστημική» ψήφο ή και νέα κόμματα εν δυνάμει «αντισυστημικά», είτε εσκεμμένα είτε λόγω ψευδούς συνείδησης, απλώς υιοθετεί το επιχειρηματολογικό οπλοστάσιο των παλιών, απερχόμενων πολιτικών εκφραστών του (νεο)φιλελευθερισμού. Οι τελευταίοι, όπως είναι αναμενόμενο, προσπαθούν επίμονα - αλλά τώρα με πιο αδύναμα επιχειρήματα - να διατηρήσουν το μονοπώλιο ως αυθεντικά στηρίγματα του συστήματος, δηλαδή του μετά-την-μεταπολεμική-εποχή καπιταλισμού συν της νέας μορφής κράτους που εκτοπίζει το μεταπολεμικό κράτος πρόνοιας. Άς δούμε όμως λογικά αυτόν τον καυγά για το πάπλωμα: Αυτή η προσπάθεια των παλιών (νεο)φιλελεύθερων, καθόλου δεν εμποδίζει τους νέους να είναι ακόμη πιο αυθεντικά στηρίγματα του συστήματος.
Μπορεί ο παλιός να είναι αλλιώς, όμως ο νέος είναι ωραίος.
Η συμπερίληψη όλων, με εξαίρεση το 1 % ή το 10 % της οικονομικής ελίτ, σε έναν άμορφο, ισοπεδωμένο «λαό», σαν σούπα μέσα στο καζάνι - από «αριστερά» με ορισμένα μετα-μαρξιστικά μοντέλα πολιτικής σκέψης όπως των Ερνέστο Λακλάου και Σαντάλ Μουφ, από δεξιά με εθνικολαϊκές και ταυτοτικές ιδέες βασισμένες σε εκείνες τις μεσοπολεμικές αντιλήψεις για την κοινωνική συνοχή που επικρατούσαν πριν συγκροτηθεί το δημοκρατικό κράτος πρόνοιας - δίνει μια παραμορφωμένη εικόνα της πραγματικότητας.
Όμως αυτή η ισοπεδωμένη εικόνα της κοινωνίας, μοιραία συνεπάγεται ισοπέδωση ανόμοιων κοινωνικών αντιδράσεων, πολιτικών προτάσεων που αποκλίνουν και δυνάμεων που συγκρούονται, και τσουβάλιασμά τους σε σύνολα επιφανειακά συνεκτικά αλλά ουσιαστικά ανυπόστατα: Στην «αντισυστημική» ψήφο, ή και σε μια νέα «αντισυστημική» κατηγορία αριστεροδεξιών κομμάτων· φυσικά, προπαντός δεξιών, πολύ δεξιών. Όλα τα αντίρροπα που εμφανίστηκαν μετά το 2008 παντού στη Δύση, σε τελευταία ανάλυση τσουβαλιάζονται ως «λαϊκισμοί» και «λαϊκιστές».
Χαρακτηριστική «αντισυστημική» αντίδραση της αμερικανικής κοινωνίας |
Οι επιζώντες που θρηνούν για τα θύματα στα σχολεία των ΗΠΑ «παίζουν θέατρο», σύμφωνα με τους υποστηρικτές της γενικευμένης οπλοφορίας και τα λόμπυ-χρηματοδότες του Τραμπ |
Μπορεί ο παλιός να είναι αλλιώς, όμως ο νέος είναι ωραίος.
Οι ΗΠΑ είναι μακρινή, εξωτική χώρα και οι «αντισυστημικοί» πολίτες έχουν εκεί κάτι το εξωτικό, με πολλά ταμπού και τοτέμ, όπως τα όπλα. Ο Πρόεδρος τους, αντλώντας δύναμη από τους τέτοιους εξωτικούς οπαδούς του, προτείνει τώρα να οπλοφορούν οι δάσκαλοι στα σχολεία και να αμείβονται με ειδικό επίδομα οπλοφορίας (!), για να αντιμετωπίζουν τρελαμένους αλλά νόμιμα οπλοφορούντες εφήβους ή μετέφηβους. Όμως, όλη αυτή η αθρόα νέα εσοδεία αντιπάλων του συστήματος επιβεβαιώνεται, γιατί πλησιέστερα έχουμε και τους πιο οικείους, τους «νορμάλ αντισυστημικούς» υποστηρικτές του Μπόρις Τζόνσον και του Νάιτζελ Φάρατζ στη Βρετανία, του Βίκτορ Ορμπάν και των Γερμανών Εναλλακτικών στην Κεντρική Ευρώπη, του Ταγίπ Ερντογάν στην γείτονα, του Βλαντίμιρ Πούτιν πιο μακριά αλλά τόσο κοντά στην παραδοσιακή ελληνική φαντασίωση για το φιλικόν ξανθόν γένος.
Πέρα από τα λογικά παράδοξα, αυτό το ερμηνευτικό σχήμα έχει μια ασυμφωνία με την πραγματικότητα που συνεπάγεται σοβαρές συνέπειες στο διά ταύτα, στην πολιτική πράξη: Με τους συλλογικούς χαρακτηρισμούς «λαϊκιστές» και «αντισυστημικοί», όταν αποφεύγονται οι λεπτότερες διακρίσεις, αποσιωπάται (άλλοτε εσκεμμένα και έντεχνα, άλλοτε εξαιτίας άτσαλων ιδεοληψιών) το γεγονός ότι η μεγάλη πλειοψηφία των περιπτώσεων αυτών είναι ουσιαστικά μορφές νέας Δεξιάς, σκληρής Δεξιάς, και στις περισσότερες περιπτώσεις Ακροδεξιάς. Αυτό το έχει επισημάνει ρητά, μεταξύ άλλων, ο σπουδαίος Ολλανδός πολιτικός επιστήμονας Κας Μούντε. Αποσιωπάται ακριβώς επειδή παρενοχλεί ή ακυρώνει το τσουβάλιασμα των ανόμοιων που παρουσιάζεται ως επιχειρηματολογία. Άλλωστε, δεν είναι δύσκολο να διακρίνει κανείς ότι τα αμιγώς λαϊκίστικα χαρακτηριστικά όλων αυτών είναι κυρίως ρητορική, ενώ οι πραγματικές πολιτικές αποφάσεις τους διέπονται από το χαρακτηριστικό που τονίζει επίμονα ο Μάρτιν Γουλφ των Financial Times: Πλουτολαϊκισμός.
Η συμπερίληψη στον λαϊκισμό μη δεξιών κομμάτων ή πολιτικών όπως ο ΣΥΡΙΖΑ, ακόμη και ο Μπέρνι Σάντερς των ΗΠΑ, είναι μια συνταγή φιλελεύθερων σεφ η οποία δικαίως αμφισβητείται σφόδρα από την σοβαρή πολιτική επιστήμη. Xαρακτηριστικά βλ. τις αναλύσεις του Γιαν-Βέρνερ Μύλλερ (Jan-Werner Müller). Μερικοί φιλελεύθεροι θεωρούν λαϊκιστή ακόμη και τον Τζέρεμι Κόρμπιν των Βρετανών Εργατικών. Με τη φόρα που πήραν, γιατί να μην αναγορεύσουμε αναδρομικά ως «λαϊκιστές» και την κλασική τριάδα της Σοσιαλδημοκρατίας Ούλοφ Πάλμε - Βίλλυ Μπραντ - Μπρούνο Κράισκυ;
2. Ελληνική «ιδιαιτερότητα» στην πολιτική; Ή έχουμε πιο υπερκινητικούς πολιτικούς και προηγούμαστε;
Όλο και συχνότερα, η πραγματικότητα αντιμάχεται ή και διαψεύδει τα περί ελληνικής «ιδιαιτερότητας» στην πολιτική. Κάποια στιγμή είδαμε πώς θριάμβευσε στη Βρετανία η Brexit. Μετά είδαμε τον Μακρόν να διαλύει τα δύο παραδοσιακά κόμματα στη Γαλλία, με τη βοήθεια του εκλογικού συστήματος των 2 γύρων. Tώρα ήρθε η σειρά της Γερμανίας. Δεν είναι χώρα με κοινωνία οικονομικά εξαντλημένη, ούτε ταπεινωμένη, προς το παρόν τουλάχιστον. Όμως ο ακροδεξιοί Εναλλακτικοί μπήκαν στην Ομοσπονδιακή Βουλή εκλέγοντας σχεδόν 100 βουλευτές με την πρώτη, ενώ τα 2 πρώην μεγάλα παραδοσιακά της κόμματα συρρικνώνονται· βλέπουμε μια μεγάλη χώρα, την οποία πρίν από έναν μόλις χρόνο πολλοί θεωρούσαν ισχυρό οχυρό της φιλελεύθερης δυτικής δημοκρατίας, να καταλήγει στα όρια της ακυβερνησίας. Οι πολιτικοί επιστήμονες μιλούν για κατάσταση έντονης ζύμωσης στη γερμανική δημοκρατία και στο κομματικό της σύστημα ως όλον. Σε λίγο θα έλθουν και τα νεότερα εκλογικά και μετεκλογικά νέα από την Ιταλία.
Σε τελευταία ανάλυση, το όντως κρίσιμο και χειροπιαστό στα ελληνικά πράγματα, δηλαδή τα συμβαίνοντα στο άρρωστο πολιτικό-κομματικό μας σύστημα, δεν είναι η θρυλούμενη ιδιαιτερότητα, αλλά η συμφωνία με όσα συμβαίνουν αλλού στη Δύση. Με τη διαφορά ότι προηγηθήκαμε χρονικά· άλλες χώρες μας ακολουθούν τώρα. Ίσως η μόνη πραγματική ιδιαιτερότητα είναι η πάνω από τον μέσο ευρωπαϊκό όρο σπασμωδική υπερκινητικότητα, ελαφρότητα και βιασύνη του «νευρόσπαστου» ελληνικού πολιτικού προσωπικού, των κομματικών μηχανισμών και των παρεών τους. Παλιά ιδιαιτερότητα, που έχει βέβαια και μόνιμες παραλληλίες με πράγματα που φαίνονται καθαρά την ιστορική πορεία της νεοελληνικής κοινωνίας. Η διαπίστωση του ιστορικού Βασίλη Κρεμμυδά που έφυγε πρόσφατα, ότι αμέσως μόλις εκδηλώθηκε η τωρινή κρίση, «η ελληνική αστική τάξη το ’βαλε στα πόδια», δίνει μια ερμηνεία στους βαθύτερους λόγους αυτής της πολιτικής υπερκινητικότητας και ελαφρότητας.
Πέρα από τα λογικά παράδοξα, αυτό το ερμηνευτικό σχήμα έχει μια ασυμφωνία με την πραγματικότητα που συνεπάγεται σοβαρές συνέπειες στο διά ταύτα, στην πολιτική πράξη: Με τους συλλογικούς χαρακτηρισμούς «λαϊκιστές» και «αντισυστημικοί», όταν αποφεύγονται οι λεπτότερες διακρίσεις, αποσιωπάται (άλλοτε εσκεμμένα και έντεχνα, άλλοτε εξαιτίας άτσαλων ιδεοληψιών) το γεγονός ότι η μεγάλη πλειοψηφία των περιπτώσεων αυτών είναι ουσιαστικά μορφές νέας Δεξιάς, σκληρής Δεξιάς, και στις περισσότερες περιπτώσεις Ακροδεξιάς. Αυτό το έχει επισημάνει ρητά, μεταξύ άλλων, ο σπουδαίος Ολλανδός πολιτικός επιστήμονας Κας Μούντε. Αποσιωπάται ακριβώς επειδή παρενοχλεί ή ακυρώνει το τσουβάλιασμα των ανόμοιων που παρουσιάζεται ως επιχειρηματολογία. Άλλωστε, δεν είναι δύσκολο να διακρίνει κανείς ότι τα αμιγώς λαϊκίστικα χαρακτηριστικά όλων αυτών είναι κυρίως ρητορική, ενώ οι πραγματικές πολιτικές αποφάσεις τους διέπονται από το χαρακτηριστικό που τονίζει επίμονα ο Μάρτιν Γουλφ των Financial Times: Πλουτολαϊκισμός.
Η συμπερίληψη στον λαϊκισμό μη δεξιών κομμάτων ή πολιτικών όπως ο ΣΥΡΙΖΑ, ακόμη και ο Μπέρνι Σάντερς των ΗΠΑ, είναι μια συνταγή φιλελεύθερων σεφ η οποία δικαίως αμφισβητείται σφόδρα από την σοβαρή πολιτική επιστήμη. Xαρακτηριστικά βλ. τις αναλύσεις του Γιαν-Βέρνερ Μύλλερ (Jan-Werner Müller). Μερικοί φιλελεύθεροι θεωρούν λαϊκιστή ακόμη και τον Τζέρεμι Κόρμπιν των Βρετανών Εργατικών. Με τη φόρα που πήραν, γιατί να μην αναγορεύσουμε αναδρομικά ως «λαϊκιστές» και την κλασική τριάδα της Σοσιαλδημοκρατίας Ούλοφ Πάλμε - Βίλλυ Μπραντ - Μπρούνο Κράισκυ;
Donald Trump, 1992 |
Donald Trump, Marine Le Pen, Victor Orban 2018 - © David Parkins |
Όλο και συχνότερα, η πραγματικότητα αντιμάχεται ή και διαψεύδει τα περί ελληνικής «ιδιαιτερότητας» στην πολιτική. Κάποια στιγμή είδαμε πώς θριάμβευσε στη Βρετανία η Brexit. Μετά είδαμε τον Μακρόν να διαλύει τα δύο παραδοσιακά κόμματα στη Γαλλία, με τη βοήθεια του εκλογικού συστήματος των 2 γύρων. Tώρα ήρθε η σειρά της Γερμανίας. Δεν είναι χώρα με κοινωνία οικονομικά εξαντλημένη, ούτε ταπεινωμένη, προς το παρόν τουλάχιστον. Όμως ο ακροδεξιοί Εναλλακτικοί μπήκαν στην Ομοσπονδιακή Βουλή εκλέγοντας σχεδόν 100 βουλευτές με την πρώτη, ενώ τα 2 πρώην μεγάλα παραδοσιακά της κόμματα συρρικνώνονται· βλέπουμε μια μεγάλη χώρα, την οποία πρίν από έναν μόλις χρόνο πολλοί θεωρούσαν ισχυρό οχυρό της φιλελεύθερης δυτικής δημοκρατίας, να καταλήγει στα όρια της ακυβερνησίας. Οι πολιτικοί επιστήμονες μιλούν για κατάσταση έντονης ζύμωσης στη γερμανική δημοκρατία και στο κομματικό της σύστημα ως όλον. Σε λίγο θα έλθουν και τα νεότερα εκλογικά και μετεκλογικά νέα από την Ιταλία.
Σε τελευταία ανάλυση, το όντως κρίσιμο και χειροπιαστό στα ελληνικά πράγματα, δηλαδή τα συμβαίνοντα στο άρρωστο πολιτικό-κομματικό μας σύστημα, δεν είναι η θρυλούμενη ιδιαιτερότητα, αλλά η συμφωνία με όσα συμβαίνουν αλλού στη Δύση. Με τη διαφορά ότι προηγηθήκαμε χρονικά· άλλες χώρες μας ακολουθούν τώρα. Ίσως η μόνη πραγματική ιδιαιτερότητα είναι η πάνω από τον μέσο ευρωπαϊκό όρο σπασμωδική υπερκινητικότητα, ελαφρότητα και βιασύνη του «νευρόσπαστου» ελληνικού πολιτικού προσωπικού, των κομματικών μηχανισμών και των παρεών τους. Παλιά ιδιαιτερότητα, που έχει βέβαια και μόνιμες παραλληλίες με πράγματα που φαίνονται καθαρά την ιστορική πορεία της νεοελληνικής κοινωνίας. Η διαπίστωση του ιστορικού Βασίλη Κρεμμυδά που έφυγε πρόσφατα, ότι αμέσως μόλις εκδηλώθηκε η τωρινή κρίση, «η ελληνική αστική τάξη το ’βαλε στα πόδια», δίνει μια ερμηνεία στους βαθύτερους λόγους αυτής της πολιτικής υπερκινητικότητας και ελαφρότητας.
3. ΝΔ όπως ΚΚΕ το 1930; Μακροχρόνια φραξιονιστική πάλη χωρίς αρχές
Αναδεικνύεται πάλι μια από τις εμμονικές εκδηλώσεις αυτής της υπερκινητικότητας στο ελληνικό κομματικό σύστημα, που καταμαρτυρεί χαρακτηριστικά ιδιαίτερα δικά του, αλλά ταυτόχρονα και νοοτροπίες μερικών ανώτερων και μεσαίων κοινωνικών στρωμάτων που υπερ-αντιπροσωπεύει, όχι όμως της κοινωνίας ως όλου, και ακόμη λιγότερο κοινωνικών στρωμάτων που υπο-αντιπροσωπεύονται από το δεδομένο σύστημα των κομμάτων. Είναι η διαρκής εσωτερική διαπάλη στο κόμμα της ελληνικής Κεντροδεξιάς. Επαναλαμβάνεται κάθε τόσο και γίνεται συχνά παράγων ακυβερνησίας, άν και δεν είναι ο μόνος.
Τα μεγάλα ή τέως μεγάλα κόμματα όπως η ΝΔ είναι εκ φύσεως πολυσυλλεκτικά. Όμως χρειάζεται και κάποια πολιτική συνοχή. Στην περίπτωση της ΝΔ, το ετερόκλητο και συχνά ανορθολογικό πολιτικό κουλουβάχατο υπερισχύει και προκαλεί - μαζί με άλλα πράγματα - δυσλειτουργία σε όλο το κομματικό σύστημα. Το είδαμε το 1993 (ως τυχοδιωκτισμό και υπερκινητικότητα), το 2007-2009 (ως μακάρια αμεριμνησία και νωθρότητα), επέστρεψε το 2010-2012 (και πάλι ως τυχοδιωκτισμός και σπασμωδική υπερκινητικότητα), ξανά το 2014 (ο αιώνιος τυχοδιωκτισμός, βλ. λόγου χάρη ΕΡΤ, σε συνδυασμό με σπασμωδική νωθρότητα, βλ. φρένο στις μεταρρυθμίσεις και γκάζι στις «μεταρρυθμίσεις»).
Μετά το 1980 και την μετακίνηση του ιδρυτή της ΝΔ στην πολιτειακή ηγεσία, ένα εγγενές και διαρκές χαρακτηριστικό του κόμματος αυτού φαίνεται να είναι η φραξιονιστική πάλη χωρίς αρχές. Όπως στο ΚΚΕ του Μεσοπολέμου. Αυτό είναι το σταθερό φόντο και εξηγεί πολλά από τα περιστασιακά που συμβαίνουν τώρα.
Εξάρσεις της υπερκινητικότητας και «οξείες νευρικές κρίσεις» συμβαίνουν όταν την εσωκομματική πάλη την συνδράμουν και εξωτερικά γεγονότα. Το 1993 ήταν τα «μακεδονικά» και η ανακατανομή ισχύος μεταξύ των ολιγαρχών. Το 2009-2012 ήταν η κρίση και το μνημόνιο, τα οποία τα είδαν στη ΝΔ ως ευκαιρία για να ανατραπεί στα γρήγορα - το γοργόν και χάριν έχει - η ΠΑΣΟΚική κυβέρνηση. Αμέσως με την επίσημη έναρξη της κρίσης, αναμφισβήτητο κομματικό αίτημα έγινε όχι η σταθεροποίηση της χώρας, αλλά η ρεβάνς για το τεράστιο εκλογικό ποσοστό (περίπου 44 %) του Γ. Παπανδρέου το 2009.
Τώρα, εκτός από την υπόθεση Novartis και τo remake του «μακεδονικού», έχουμε και το σπανιότατο για την Ελλάδα ενδεχόμενο, αυτή τη φορά να μή γίνουν οι εκλογές πρόωρα, αλλά κανονικά. Δηλαδή με ...φοβερή καθυστέρηση, για όσους θεωρούν κεκτημένο δικαίωμα και σεβαστό θεσμό αυτή την παράδοξη και χωρίς κανόνες ελληνική «κανονικότητα». Το αργόν χάριν δεν έχει.
Ίσως και αυτό προκαλεί μεγάλο εκνευρισμό στις πιο βιαστικές, υπερκινητικές και ρεβανσιστικές μερίδες (νά 'τα πάλι τα «νευρόσπαστα»!) ενός κόμματος που οι δημοσκόποι θεωρούν πιθανή κυβερνητική παράταξη σε αναμονή. Ή, μάλλον, παράταξη με βάσιμες ελπίδες επιστροφής στην εξουσία, άρα όπως συνήθιζε παλιά το κόμμα αυτό και οι άλλοι, δυνατότητας για μια ακόμη λαφυραγώγηση του κράτους.
Τα μεγάλα ή τέως μεγάλα κόμματα όπως η ΝΔ είναι εκ φύσεως πολυσυλλεκτικά. Όμως χρειάζεται και κάποια πολιτική συνοχή. Στην περίπτωση της ΝΔ, το ετερόκλητο και συχνά ανορθολογικό πολιτικό κουλουβάχατο υπερισχύει και προκαλεί - μαζί με άλλα πράγματα - δυσλειτουργία σε όλο το κομματικό σύστημα. Το είδαμε το 1993 (ως τυχοδιωκτισμό και υπερκινητικότητα), το 2007-2009 (ως μακάρια αμεριμνησία και νωθρότητα), επέστρεψε το 2010-2012 (και πάλι ως τυχοδιωκτισμός και σπασμωδική υπερκινητικότητα), ξανά το 2014 (ο αιώνιος τυχοδιωκτισμός, βλ. λόγου χάρη ΕΡΤ, σε συνδυασμό με σπασμωδική νωθρότητα, βλ. φρένο στις μεταρρυθμίσεις και γκάζι στις «μεταρρυθμίσεις»).
Μετά το 1980 και την μετακίνηση του ιδρυτή της ΝΔ στην πολιτειακή ηγεσία, ένα εγγενές και διαρκές χαρακτηριστικό του κόμματος αυτού φαίνεται να είναι η φραξιονιστική πάλη χωρίς αρχές. Όπως στο ΚΚΕ του Μεσοπολέμου. Αυτό είναι το σταθερό φόντο και εξηγεί πολλά από τα περιστασιακά που συμβαίνουν τώρα.
Εξάρσεις της υπερκινητικότητας και «οξείες νευρικές κρίσεις» συμβαίνουν όταν την εσωκομματική πάλη την συνδράμουν και εξωτερικά γεγονότα. Το 1993 ήταν τα «μακεδονικά» και η ανακατανομή ισχύος μεταξύ των ολιγαρχών. Το 2009-2012 ήταν η κρίση και το μνημόνιο, τα οποία τα είδαν στη ΝΔ ως ευκαιρία για να ανατραπεί στα γρήγορα - το γοργόν και χάριν έχει - η ΠΑΣΟΚική κυβέρνηση. Αμέσως με την επίσημη έναρξη της κρίσης, αναμφισβήτητο κομματικό αίτημα έγινε όχι η σταθεροποίηση της χώρας, αλλά η ρεβάνς για το τεράστιο εκλογικό ποσοστό (περίπου 44 %) του Γ. Παπανδρέου το 2009.
Τώρα, εκτός από την υπόθεση Novartis και τo remake του «μακεδονικού», έχουμε και το σπανιότατο για την Ελλάδα ενδεχόμενο, αυτή τη φορά να μή γίνουν οι εκλογές πρόωρα, αλλά κανονικά. Δηλαδή με ...φοβερή καθυστέρηση, για όσους θεωρούν κεκτημένο δικαίωμα και σεβαστό θεσμό αυτή την παράδοξη και χωρίς κανόνες ελληνική «κανονικότητα». Το αργόν χάριν δεν έχει.
Ίσως και αυτό προκαλεί μεγάλο εκνευρισμό στις πιο βιαστικές, υπερκινητικές και ρεβανσιστικές μερίδες (νά 'τα πάλι τα «νευρόσπαστα»!) ενός κόμματος που οι δημοσκόποι θεωρούν πιθανή κυβερνητική παράταξη σε αναμονή. Ή, μάλλον, παράταξη με βάσιμες ελπίδες επιστροφής στην εξουσία, άρα όπως συνήθιζε παλιά το κόμμα αυτό και οι άλλοι, δυνατότητας για μια ακόμη λαφυραγώγηση του κράτους.
4. ΣΥΡΙΖΑ 2009-2015: Μια ιστορία αταίριαστης συμβίωσης και ένα ευεργετικό διαζύγιο
Ο ΣΥΡΙΖΑ της περιόδου 2009-2015, ως αντιπολίτευση και ως κυβέρνηση, ήταν η παιδική χαρά της πολιτικής. Όμως, τώρα το βλέπουμε καθαρά: Οι αποχωρήσεις, ή μάλλον η διάσπασή του το καλοκαίρι του 2015, αλλά και η ίδια η «κολοτούμπα» μετά το αλλοπρόσαλλο δημοψήφισμα, λειτούργησαν ως κάθαρση. Το κόμμα αυτό παραμένει ιδεολογικά πολυσυλλεκτικό, όμως διά των αποχωρήσεων απέκτησε ένα ελάχιστο πολιτικής συνοχής. Πολλοί πολίτες αυτό το εκτίμησαν. Και ο ΣΥΡΙΖΑ αντέχει, όσο αντέχει, ακριβώς επειδή βελτίωσε τη συνοχή του με το να απαλλαγεί από την πιο αχαλίνωτη πολιτική ασυμβατότητα και κακοφωνία.
Συχνά η συγκάλυψη των αγεφύρωτων ή μη επιλύσιμων αντιφάσεων καταστρέφει τα κόμματα. Αντίθετα, μερικά πολιτικά διαζύγια κάνουν καλό στους αταίριαστους «συζύγους». Ή τουλάχιστον αποτρέπουν τα πολύ μεγάλα κακά. Και σίγουρα αποτρέπουν ακόμη μεγαλύτερα κακά στον κοινωνικό περίγυρο των κομμάτων και σε όλη την κοινωνία.
5. ΣΥΡΙΖΑ, ΝΔ και «αρχιερείς της διαπλοκής». Nov-Αrtis, μια παλιά τέχνη κόσκινο
Πόσο πρωτοφανής και χωρίς προηγούμενο είναι η πολιτική οξύτητα που καλλιεργεί ο ΣΥΡΙΖΑ και ο μικρός δεξιός κυβερνητικός εταίρος του, με φόντο το σκάνδαλο Nοvartis;
Όταν η «μετριοπαθής» ΝΔ του «συμφιλιωτικού» Κώστα Καραμανλή αποκαλούσε «αρχιερέα της διαπλοκής» τον Kώστα Σημίτη κάθε Δευτέρα, Τετάρτη και Παρασκευή επί 5 συνεχή χρόνια (2004-2009), συνέβαινε κάτι διαφορετικό;
Η μοναδική διαφορά έχει σχέση με την παγκοσμιοποίηση: Σε αντίθεση με την περιορισμένη, εντός των ελληνικών συνόρων «υπόθεση των μαστρωπών» («Δεν θα κάνουν κουμάντο πέντε νταβατζήδες», έλεγε τότε ο μετριοπαθής πρωθυπουργός της ευπρεπούς αστικής Κεντροδεξιάς), τώρα η υπόθεση Novartis είναι διεθνής, με εμπλοκή και του FBI.
Άς μη πάμε πιο πίσω, στο 1989, τότε που το ελληνικό κομματικό σύστημα είχε φθάσει στο αδιέξοδο τέρμα: Στα ειδικά δικαστήρια που δίκαζαν πολιτικούς, ξεχνώντας ότι ο φυσικός δικαστής των πολιτικών για αδικήματα πολιτικά είναι ο πολίτης στην κάλπη.
Ας βλέπουμε όλο το βίντεο, αντί να προσηλωνόμαστε σε μια και μόνον παγωμένη εικόνα που δεν βγάζει νόημα.
6. Σκάνδαλο; Αλλά ποιο σκάνδαλο;
Το μεγαλύτερο σκάνδαλο δεν είναι ο χρηματισμός πολιτικών προσώπων από την Nov-artis και από άλλoυς αρτίστες νέων και παλιών φαρμακοβιομηχανιών. Και αυτό ισχύει πέρα και ανεξάρτητα από το γεγονός ότι δεν ξέρουμε άν πράγματι χρηματίστηκαν πολιτικά πρόσωπα - και ποιά από τα πρόσωπα - ούτε όμως φαίνεται εύλογο ή πιθανό ότι δεν χρηματίστηκαν κάποια, άν λάβουμε υπόψη τον τρόπο κοινωνικής συμπεριφοράς πολλών ανθρώπων αυτής της ομάδας τις τελευταίες δεκαετίες.
Αυτό είναι η εντυπωσιακή κορυφή του παγόβουνου. Είτε χρηματίστηκαν πολιτικοί είτε δεν χρηματίστηκαν - και είναι πιο πιθανό να μην αποδειχτεί ποτέ τεκμηριωμένα ούτε η ενοχή ούτε η αθωότητα τους - η πραγματικά καταστροφική βάση του παγόβουνου συνίσταται στο αποδεδειγμένο γεγονός ότι εκατοντάδες ίσως και χιλιάδες μαθητές του Ιπποκράτη, μεταξύ τους και πολύ επιτυχημένοι επιστημονικά και κοινωνικά, έγραψαν τον όρκο του Ιπποκράτη εκεί που δεν πιάνει μελάνη, με γράμματα σφόδρα καλλιγραφικά.
Συμβαίνει το ίδιο, όπως και σε άλλα πεδία: Όχι μόνον στη «γέφυρα», αλλά και στην Πρώτη Θέση ή στα πολυτελή σαλόνια του αποτυχημένου κράτους-Τιτανικού, κρύβονται ακραία αντικοινωνικές νοοτροπίες, απεριόριστη πλεονεξία, νοσηρός εγωισμός και ηδονισμός, δυσαρμονικές πρακτικές. Και είναι, εδώ και καιρό, κοινωνικά και θεσμικά ανεκτές, ακόμη και αποδεκτές. Περνούν «κάτω από το ραντάρ», δεν στιγματίζονται την ώρα που πολλοί τις βλέπουν. Βέβαια, αυτά είναι πράγματα προ-πολιτικά. Αλλά οι θεσμοί που τα αφήνουν ανεξέλεγκτα και συχνά τα διευκολύνουν είναι θεσμοί πολιτικοί. Εξίσου πολιτική είναι και η δημόσια σφαίρα που αποφεύγει να τα εκθέσει επίσημα και έγκαιρα σε δημόσια θέα. Αυτό είναι το πραγματικό σκάνδαλο. Και είναι το πιο ουσιαστικό πολιτικό σκάνδαλο κυρίως γι' αυτόν τον λόγο, και ανεξάρτητα από το άν χρηματίστηκαν ή όχι πολιτικοί. Σε τελευταία ανάλυση, είναι πολιτικό σκάνδαλο και τραύμα για τη δημοκρατία επειδή το σύγχρονο δημοκρατικό κράτος «διατηρείται ζωντανό και τρέφεται από προϋποθέσεις τις οποίες δεν μπορεί να εγγυηθεί αυτό το ίδιο»· τρέφεται από προϋποθέσεις προ-πολιτικές.
Δηλαδή, σε τελευταία ανάλυση, για να είναι η δημοκρατία βιώσιμη πρέπει να εκπληρούνται όχι μόνον οι δημοκρατικές διαδικασίες, αλλά και ορισμένες προϋποθέσεις που ανήκουν στα πεδία της ηθικής και των επικρατούντων κοινωνικών ηθών μιας εποχής. Και αυτού του είδους τα «προ-πολιτικά» αγαθά, π.χ. στοιχειώδεις αρχές κοινωνικής αρετής και κοινωνικής δικαιοσύνης, δεν είναι πράγματα που κατατάσσονται κατανάγκη στις θρησκευτικές ή μεταφυσικές αξίες.
Πόσο ασχολείται, ακόμη και τώρα, εκ των υστέρων, με αυτό το μεγαλύτερο σκάνδαλο η ελληνική δημόσια σφαίρα, η επίσημη αλλά και η ανεπίσημη - δηλαδή τα Unsocial Media ή Vulgar Networks; Και πώς ασχολείται με το «εν γένει σκάνδαλο Novartis»;
Οι πολλοί και μεγαλόφωνοι προτιμούν να συζητούν - αποκλειστικά και μόνον! - για τον ΣΥΡΙΖΑ και για την ΝΔ. Ή για τον Αντώνη Σαμαρά και για τον Νικολάς Μαδούρο.
Αυτά δεν συμβαίνουν μόνον στην Ελλάδα, διότι άρρωστη δημόσια σφαίρα δεν είναι μόνον η ελληνική. Αλλά στην Ελλάδα έχει καταστραφεί και το ανοσοποιητικό της σύστημα. Εδώ και καιρό, ακόμη και τα - υποτίθεται - κριτικά ή «μη καθιερωμένα» Μέσα Ενημέρωσης, αποφεύγουν να κρίνουν και να επικρίνουν τα πιο ουσιαστικά.
Πολλά μπορούν και πέρασαν και περνούν «κάτω από το ραντάρ» της κριτικής, ακριβώς επειδή η εγχώρια δημόσια σφαίρα είναι πάρα πολύ άρρωστη, με πολύ χρόνιο νόσημα και επιπλέον έχει απομείνει χωρίς αντισώματα.
7. «Κάντο όπως ο Ρούσβελτ»
Η διαφθορά «υψηλού επιπέδου» και η λεγόμενη διαπλοκή, δηλαδή διαφθορά με εμπλοκή πολιτικών, υπάρχει παντού. Ακόμη και στην ευνομούμενη Σκανδιναβία. Όμως είναι εφικτό να καταπολεμηθεί απευθείας; Καλύτερα να λείπουν οι αυταπάτες.
Η ιδιαιτερότητα της διαφθοράς στην Ελλάδα και σε όλο τον Ευρωμεσογειακό Νότο, από την Ισπανία έως την Βουλγαρία, είναι η τερατώδης διάχυσή της σε μεσαίους και μικρότερους. Γι' αυτό τον λόγο, μπορεί να καταπολεμηθεί ουσιαστικά μόνον με χτυπήματα στους κρίσιμους κρίκους που ενώνουν τα δύο άκρα της αλυσίδας, την κορυφή της και τους κατώτερους κρίκους που την στερεώνουν γερά στο έδαφος της κοινωνίας: Χρειάζονται χτυπήματα στο μεσαίο επίπεδο διαφθοράς. Δηλαδή σε μή πολιτικούς, σε ιδιώτες με πολλά περιουσιακά στοιχεία σε Παναμάδες και Παραδείσους, που ανήκουν είτε στα υπηρεσιακά μεγαλοστελέχη και σε ομάδες του βαθέος κράτους, είτε στους μάνατζερ του ιδιωτικού τομέα, είτε σε ισχυρές συντεχνίες αυτοαπασχολούμενων – όπως, λόγου χάρη, στη συντεχνία των οργανωμένων μεγαλογιατρών, που πήρε όρκο σιωπής για την περίπτωση που μας απασχολεί τώρα. Την ενασχόληση με πολιτικούς την βλέπουμε· έχει ως κύριο στόχο να αντλήσει πολιτικά ωφέλη. Είδαμε όμως και την μη ενασχόληση των αρμοδίων με τους δυνητικούς καταλόγους πιθανής διαφθοράς μεσαίου επιπέδου, δηλαδή τις λίστες μη πολιτικών, όπως της Λαγκάρντ, των Παναμάδων και των Παραδείσων.
Εκτός από την πολιτική εξουσία, έκανε τα δέοντα και η δικαστική εξουσία - η οποία είναι αναπόσπαστο και κρίσιμο μέρος της δημόσιας σφαίρας - είτε με εξαντλητική χρήση ενός πλαισίου δικαίου «νοτιοευρωπαϊκού» τύπου όπως των περιβόητων προθεσμιών παραγραφής των φορολογικών αδικημάτων, είτε με συνταγματικές ερμηνείες εκ των ενόντων, χωρίς ευρύτερη ερμηνευτική διαβούλευση, ούτε εντός του ίδιου του δικαστικού σώματος, ούτε στην ευρύτερη δημόσια σφαίρα
Η αποτελεσματική συνταγή λέει «κάντο όπως ο Ρούσβελτ»: Εκείνος δεν χτύπησε τους λαδωμένους πολιτικούς, μολονότι υπήρχαν άπειροι τέτοιοι στις ΗΠΑ της δεκαετίας του 1930. Επίσης, παρέκαμψε τους λαδωμένους δικαστές και κεφαλές της αστυνομίας, στηρίχτηκε σε μια ομάδα «κομμάντος» δικαστών και αστυνομικών και χτύπησε σε μή πολιτικούς, αλλά ισχυρούς κρίκους που έδεναν γερά όλη την αλυσίδα. Χτύπησε με μέσα μάλλον ανορθόδοξα.
Και παρόλο που χρησιμοποίησε μέσα οριακής νομιμότητας αλλά ηθικώς αδαμάντινα, ποιός μπορεί να ισχυριστεί ότι ο Franklin Delano Roosevelt δεν ήταν ο πιο πιστός στη δημοκρατία πρόεδρος που πέρασε από τον Λευκό Οίκο;
Μήπως ήταν και ο FDR «αντισυστημικός» και λαϊκιστής;
Έρνστ-Βόλφγκανγκ Μπέκενφέρντε:
«Η ελευθερία είναι μεταδοτική». Όμως, «το κράτος πρέπει να θέτει και πραγματοποιεί με αξιοπιστία ηθικούς στόχους, λόγου χάρη την κοινωνική δικαιοσύνη»
Λαϊκιστές και φιλελεύθεροι «Το φιλελεύθερο κράτος στηρίζεται σε προϋποθέσεις τις οποίες δεν μπορεί να εγγυηθεί αυτό το ίδιο»
Ενρίκο Μπερλινγκουέρ: Η ηθική διάσταση στην κρίση της πολιτικής
Αλεσσάντρο Λεογκράντε: Ο Ενρίκο Μπερλινγκουέρ εναντίον του καταναλωτισμού - Τριάντα χρόνια μετά τον θάνατό του
Συχνά η συγκάλυψη των αγεφύρωτων ή μη επιλύσιμων αντιφάσεων καταστρέφει τα κόμματα. Αντίθετα, μερικά πολιτικά διαζύγια κάνουν καλό στους αταίριαστους «συζύγους». Ή τουλάχιστον αποτρέπουν τα πολύ μεγάλα κακά. Και σίγουρα αποτρέπουν ακόμη μεγαλύτερα κακά στον κοινωνικό περίγυρο των κομμάτων και σε όλη την κοινωνία.
5. ΣΥΡΙΖΑ, ΝΔ και «αρχιερείς της διαπλοκής». Nov-Αrtis, μια παλιά τέχνη κόσκινο
Πόσο πρωτοφανής και χωρίς προηγούμενο είναι η πολιτική οξύτητα που καλλιεργεί ο ΣΥΡΙΖΑ και ο μικρός δεξιός κυβερνητικός εταίρος του, με φόντο το σκάνδαλο Nοvartis;
Όταν η «μετριοπαθής» ΝΔ του «συμφιλιωτικού» Κώστα Καραμανλή αποκαλούσε «αρχιερέα της διαπλοκής» τον Kώστα Σημίτη κάθε Δευτέρα, Τετάρτη και Παρασκευή επί 5 συνεχή χρόνια (2004-2009), συνέβαινε κάτι διαφορετικό;
Η μοναδική διαφορά έχει σχέση με την παγκοσμιοποίηση: Σε αντίθεση με την περιορισμένη, εντός των ελληνικών συνόρων «υπόθεση των μαστρωπών» («Δεν θα κάνουν κουμάντο πέντε νταβατζήδες», έλεγε τότε ο μετριοπαθής πρωθυπουργός της ευπρεπούς αστικής Κεντροδεξιάς), τώρα η υπόθεση Novartis είναι διεθνής, με εμπλοκή και του FBI.
Άς μη πάμε πιο πίσω, στο 1989, τότε που το ελληνικό κομματικό σύστημα είχε φθάσει στο αδιέξοδο τέρμα: Στα ειδικά δικαστήρια που δίκαζαν πολιτικούς, ξεχνώντας ότι ο φυσικός δικαστής των πολιτικών για αδικήματα πολιτικά είναι ο πολίτης στην κάλπη.
Ας βλέπουμε όλο το βίντεο, αντί να προσηλωνόμαστε σε μια και μόνον παγωμένη εικόνα που δεν βγάζει νόημα.
6. Σκάνδαλο; Αλλά ποιο σκάνδαλο;
Το μεγαλύτερο σκάνδαλο δεν είναι ο χρηματισμός πολιτικών προσώπων από την Nov-artis και από άλλoυς αρτίστες νέων και παλιών φαρμακοβιομηχανιών. Και αυτό ισχύει πέρα και ανεξάρτητα από το γεγονός ότι δεν ξέρουμε άν πράγματι χρηματίστηκαν πολιτικά πρόσωπα - και ποιά από τα πρόσωπα - ούτε όμως φαίνεται εύλογο ή πιθανό ότι δεν χρηματίστηκαν κάποια, άν λάβουμε υπόψη τον τρόπο κοινωνικής συμπεριφοράς πολλών ανθρώπων αυτής της ομάδας τις τελευταίες δεκαετίες.
Αυτό είναι η εντυπωσιακή κορυφή του παγόβουνου. Είτε χρηματίστηκαν πολιτικοί είτε δεν χρηματίστηκαν - και είναι πιο πιθανό να μην αποδειχτεί ποτέ τεκμηριωμένα ούτε η ενοχή ούτε η αθωότητα τους - η πραγματικά καταστροφική βάση του παγόβουνου συνίσταται στο αποδεδειγμένο γεγονός ότι εκατοντάδες ίσως και χιλιάδες μαθητές του Ιπποκράτη, μεταξύ τους και πολύ επιτυχημένοι επιστημονικά και κοινωνικά, έγραψαν τον όρκο του Ιπποκράτη εκεί που δεν πιάνει μελάνη, με γράμματα σφόδρα καλλιγραφικά.
Συμβαίνει το ίδιο, όπως και σε άλλα πεδία: Όχι μόνον στη «γέφυρα», αλλά και στην Πρώτη Θέση ή στα πολυτελή σαλόνια του αποτυχημένου κράτους-Τιτανικού, κρύβονται ακραία αντικοινωνικές νοοτροπίες, απεριόριστη πλεονεξία, νοσηρός εγωισμός και ηδονισμός, δυσαρμονικές πρακτικές. Και είναι, εδώ και καιρό, κοινωνικά και θεσμικά ανεκτές, ακόμη και αποδεκτές. Περνούν «κάτω από το ραντάρ», δεν στιγματίζονται την ώρα που πολλοί τις βλέπουν. Βέβαια, αυτά είναι πράγματα προ-πολιτικά. Αλλά οι θεσμοί που τα αφήνουν ανεξέλεγκτα και συχνά τα διευκολύνουν είναι θεσμοί πολιτικοί. Εξίσου πολιτική είναι και η δημόσια σφαίρα που αποφεύγει να τα εκθέσει επίσημα και έγκαιρα σε δημόσια θέα. Αυτό είναι το πραγματικό σκάνδαλο. Και είναι το πιο ουσιαστικό πολιτικό σκάνδαλο κυρίως γι' αυτόν τον λόγο, και ανεξάρτητα από το άν χρηματίστηκαν ή όχι πολιτικοί. Σε τελευταία ανάλυση, είναι πολιτικό σκάνδαλο και τραύμα για τη δημοκρατία επειδή το σύγχρονο δημοκρατικό κράτος «διατηρείται ζωντανό και τρέφεται από προϋποθέσεις τις οποίες δεν μπορεί να εγγυηθεί αυτό το ίδιο»· τρέφεται από προϋποθέσεις προ-πολιτικές.
Δηλαδή, σε τελευταία ανάλυση, για να είναι η δημοκρατία βιώσιμη πρέπει να εκπληρούνται όχι μόνον οι δημοκρατικές διαδικασίες, αλλά και ορισμένες προϋποθέσεις που ανήκουν στα πεδία της ηθικής και των επικρατούντων κοινωνικών ηθών μιας εποχής. Και αυτού του είδους τα «προ-πολιτικά» αγαθά, π.χ. στοιχειώδεις αρχές κοινωνικής αρετής και κοινωνικής δικαιοσύνης, δεν είναι πράγματα που κατατάσσονται κατανάγκη στις θρησκευτικές ή μεταφυσικές αξίες.
Πόσο ασχολείται, ακόμη και τώρα, εκ των υστέρων, με αυτό το μεγαλύτερο σκάνδαλο η ελληνική δημόσια σφαίρα, η επίσημη αλλά και η ανεπίσημη - δηλαδή τα Unsocial Media ή Vulgar Networks; Και πώς ασχολείται με το «εν γένει σκάνδαλο Novartis»;
Οι πολλοί και μεγαλόφωνοι προτιμούν να συζητούν - αποκλειστικά και μόνον! - για τον ΣΥΡΙΖΑ και για την ΝΔ. Ή για τον Αντώνη Σαμαρά και για τον Νικολάς Μαδούρο.
Αυτά δεν συμβαίνουν μόνον στην Ελλάδα, διότι άρρωστη δημόσια σφαίρα δεν είναι μόνον η ελληνική. Αλλά στην Ελλάδα έχει καταστραφεί και το ανοσοποιητικό της σύστημα. Εδώ και καιρό, ακόμη και τα - υποτίθεται - κριτικά ή «μη καθιερωμένα» Μέσα Ενημέρωσης, αποφεύγουν να κρίνουν και να επικρίνουν τα πιο ουσιαστικά.
Πολλά μπορούν και πέρασαν και περνούν «κάτω από το ραντάρ» της κριτικής, ακριβώς επειδή η εγχώρια δημόσια σφαίρα είναι πάρα πολύ άρρωστη, με πολύ χρόνιο νόσημα και επιπλέον έχει απομείνει χωρίς αντισώματα.
7. «Κάντο όπως ο Ρούσβελτ»
Η διαφθορά «υψηλού επιπέδου» και η λεγόμενη διαπλοκή, δηλαδή διαφθορά με εμπλοκή πολιτικών, υπάρχει παντού. Ακόμη και στην ευνομούμενη Σκανδιναβία. Όμως είναι εφικτό να καταπολεμηθεί απευθείας; Καλύτερα να λείπουν οι αυταπάτες.
Η ιδιαιτερότητα της διαφθοράς στην Ελλάδα και σε όλο τον Ευρωμεσογειακό Νότο, από την Ισπανία έως την Βουλγαρία, είναι η τερατώδης διάχυσή της σε μεσαίους και μικρότερους. Γι' αυτό τον λόγο, μπορεί να καταπολεμηθεί ουσιαστικά μόνον με χτυπήματα στους κρίσιμους κρίκους που ενώνουν τα δύο άκρα της αλυσίδας, την κορυφή της και τους κατώτερους κρίκους που την στερεώνουν γερά στο έδαφος της κοινωνίας: Χρειάζονται χτυπήματα στο μεσαίο επίπεδο διαφθοράς. Δηλαδή σε μή πολιτικούς, σε ιδιώτες με πολλά περιουσιακά στοιχεία σε Παναμάδες και Παραδείσους, που ανήκουν είτε στα υπηρεσιακά μεγαλοστελέχη και σε ομάδες του βαθέος κράτους, είτε στους μάνατζερ του ιδιωτικού τομέα, είτε σε ισχυρές συντεχνίες αυτοαπασχολούμενων – όπως, λόγου χάρη, στη συντεχνία των οργανωμένων μεγαλογιατρών, που πήρε όρκο σιωπής για την περίπτωση που μας απασχολεί τώρα. Την ενασχόληση με πολιτικούς την βλέπουμε· έχει ως κύριο στόχο να αντλήσει πολιτικά ωφέλη. Είδαμε όμως και την μη ενασχόληση των αρμοδίων με τους δυνητικούς καταλόγους πιθανής διαφθοράς μεσαίου επιπέδου, δηλαδή τις λίστες μη πολιτικών, όπως της Λαγκάρντ, των Παναμάδων και των Παραδείσων.
Εκτός από την πολιτική εξουσία, έκανε τα δέοντα και η δικαστική εξουσία - η οποία είναι αναπόσπαστο και κρίσιμο μέρος της δημόσιας σφαίρας - είτε με εξαντλητική χρήση ενός πλαισίου δικαίου «νοτιοευρωπαϊκού» τύπου όπως των περιβόητων προθεσμιών παραγραφής των φορολογικών αδικημάτων, είτε με συνταγματικές ερμηνείες εκ των ενόντων, χωρίς ευρύτερη ερμηνευτική διαβούλευση, ούτε εντός του ίδιου του δικαστικού σώματος, ούτε στην ευρύτερη δημόσια σφαίρα
Η αποτελεσματική συνταγή λέει «κάντο όπως ο Ρούσβελτ»: Εκείνος δεν χτύπησε τους λαδωμένους πολιτικούς, μολονότι υπήρχαν άπειροι τέτοιοι στις ΗΠΑ της δεκαετίας του 1930. Επίσης, παρέκαμψε τους λαδωμένους δικαστές και κεφαλές της αστυνομίας, στηρίχτηκε σε μια ομάδα «κομμάντος» δικαστών και αστυνομικών και χτύπησε σε μή πολιτικούς, αλλά ισχυρούς κρίκους που έδεναν γερά όλη την αλυσίδα. Χτύπησε με μέσα μάλλον ανορθόδοξα.
Και παρόλο που χρησιμοποίησε μέσα οριακής νομιμότητας αλλά ηθικώς αδαμάντινα, ποιός μπορεί να ισχυριστεί ότι ο Franklin Delano Roosevelt δεν ήταν ο πιο πιστός στη δημοκρατία πρόεδρος που πέρασε από τον Λευκό Οίκο;
Μήπως ήταν και ο FDR «αντισυστημικός» και λαϊκιστής;
Γιώργος Β. Ριτζούλης
* «Τα ευρωπαϊκά κόμματα της Αριστεράς είναι έτοιμα να επαναλάβουν τα ιστορικά τους λάθη του 1914. Και αυτά λυγίζουν και παραλύουν, φοβούμενα τη μεσαία τάξη της κοινωνίας, την επιρρεπή στον δεξιό λαϊκισμό»
(μια έγκαιρη προειδοποίηση από το 2013: Jürgen Habermas - «Δημοκρατία ή καπιταλισμός; Από τη δυστυχία του κατακερματισμού σε εθνικά κράτη, σε μια καπιταλιστική ενοποιημένη παγκόσμια κοινωνία», στο συλλογικό Δημοκρατία ή Καπιταλισμός - Η Ευρώπη σε κρίση, τόμ. Β', επιμ. ελλ. έκδοσης Ρούλα Γκόλιου, Θεσσαλονίκη 2015, εκδ. Επίκεντρο/Blätter)
Rethinking Greece - Greek News Agenda:
Παραμορφωμένο κράτος πρόνοιας στη μεταπολιτευτική Ελλάδα και διαχρονική κοινωνική ανισότητα. Στοιχεία για το κοινωνικό μοντέλο της Ελλάδας και του λοιπού ευρωμεσογειακού Νότου
Έρνστ-Βόλφγκανγκ Μπέκενφέρντε:
«Η ελευθερία είναι μεταδοτική». Όμως, «το κράτος πρέπει να θέτει και πραγματοποιεί με αξιοπιστία ηθικούς στόχους, λόγου χάρη την κοινωνική δικαιοσύνη»
Λαϊκιστές και φιλελεύθεροι «Το φιλελεύθερο κράτος στηρίζεται σε προϋποθέσεις τις οποίες δεν μπορεί να εγγυηθεί αυτό το ίδιο»
Ενρίκο Μπερλινγκουέρ: Η ηθική διάσταση στην κρίση της πολιτικής
Αλεσσάντρο Λεογκράντε: Ο Ενρίκο Μπερλινγκουέρ εναντίον του καταναλωτισμού - Τριάντα χρόνια μετά τον θάνατό του
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου