του Τζέισον Μπίττελ
© nature - Jason Bittel: Nocturnal pollinators go dark under street lamps
Την ώρα που δύει ο ήλιος, πιάνουν δουλειά οι νυχτοπεταλούδες, τα νυκτόβια σκαθάρια και άλλα νυκτόβια έντομα, που μεταφέρουν και αυτά - όπως τα ημερόβια - τη γύρη από φυτό σε φυτό. Όμως τελευταίες έρευνες αποκαλύπτουν ότι αυτά τα πλάσματα μπορεί να κινδυνεύουν εξαιτίας του τεχνητού φωτισμού.
Επιστήμονες που εργάζονται στην Ελβετία, σε μελέτη που δημοσιεύθηκε τον Αύγουστο του 2017 στο περιοδικό Nature, αναφέρουν ότι σε συστάδες του φυτού Cirsium oleraceum [είδος γαϊδουράγκαθου της Κεντρικής, Βόρειας και Ανατολικής Ευρώπης καθώς και της Βόρειας Ασίας - cabbage thistle η Siberian thistle] που φωτίζονται με τεχνητό φωτισμό το βράδυ, οι επισκέψεις εντόμων-επικονιαστών στα φυτά παρουσιάζουν μεγάλη μείωση· αναφέρουν επίσης μειωμένη παραγωγή καρπών από αυτά τα φυτά. Για τους ερευνητές δεν ήταν σαφές πώς ακριβώς επηρεάζονται οι επικονιαστές από οχλήσεις όπως η φωτορύπανση. Όμως οι συγγραφείς αυτού του επιστημονικού άρθρου τονίζουν ότι η εργασία τους αποκαλύπτει ότι το ανθρώπινο οικολογικό αποτύπωμα μπορεί να συνεχίζει να «αντηχεί» ως όχληση σε όλη την έκταση ενός οικοσυστήματος, ακόμη και την ώρα που οι άνθρωποι κοιμούνται.
Οι ερευνητές τοποθέτησαν φορητούς λαμπτήρες οδικού φωτισμού πάνω από συστάδες γαϊδουράγκαθων του είδους Cirsium oleraceum, οι οποίες δεν είχαν εκτεθεί ποτέ άλλοτε σε τεχνητό φως τη νύχτα. Χρησιμοποίησαν γυαλιά νυχτερινής όρασης για να παρατηρήσουν και να συλλάβουν επικονιαστές και η ομάδα διαπίστωσε ότι οι συστάδες αυτές είχαν 62 % λιγότερες επισκέψεις εντόμων σε σύγκριση με άλλες συστάδες του ίδιου φυτού που βρίσκονταν στο σκοτάδι. Επίσης, τα είδη επικονιαστών που επισκέφθηκαν τα τεχνητά φωτισμένα φυτά ήταν 29 % λιγότερα.
Τα γαϊδουράγκαθα που φωτίζονταν παρήγαγαν σημαντικά λιγότερους καρπούς και σπόρους από εκείνα που παρέμειναν τις νύχτες στο σκοτάδι. Όμως, φυτά που καλύφθηκαν με σακκούλες ώστε να εμποδίζεται η πρόσβαση των επικονιαστών σε αυτά, έδωσαν τον ίδιο αριθμό καρπών, είτε εκτέθηκαν σε τεχνητό φως είτε έμειναν στο σκοτάδι.
Παρόλο που οι ημερόβιοι επικονιαστές είναι συνήθως περισσότεροι από τους νυκτόβιους «συναδέλφους» τους, οι ημερόβιοι δεν μπόρεσαν να αντισταθμίσουν τη διαφορά και να καλύψουν τη μειωμένη προσέλευση νυκτόβιων επικονιαστών σε εκείνα τα φυτά που εκτέθηκαν σε τεχνητό φωτισμό. Αυτό μπορεί να οφείλεται στο γεγονός ότι οι νυκτόβιοι επικονιαστές φαίνεται να είναι πιο αποτελεσματικοί από τους ημερόβιους «συναδέλφους» τους στη μεταφορά της γύρης από φυτό σε φυτό, πράγμα που έχουν δείξει άλλωστε μερικές μελέτες, λέει η Eva Knop, καθηγήτρια οικολογίας στο Πανεπιστήμιο της Βέρνης στην Ελβετία και επικεφαλής της έρευνας. «Άρα, δεν μετράει μόνον το πλήθος των εντόμων, αλλά και το ποιόν».
Αλλαγές που διαδίδονται στο οικοσύστημα όπως το κύμα όταν μια πέτρα πέφτει στο νερό
Η έρευνα της Knop και της ομάδας της μελέτησε μόνον 14 θέσεις με συστάδες φυτών, αλλά η δουλειά τους παρέχει ενδείξεις ότι οι νυκτόβιοι επικονιαστές, όπως είναι οι νυχτοπεταλούδες, τα δίπτερα [στην τάξη αυτή ανήκουν π.χ. η μύγα, το κουνούπι και η αλογόμυγα] ή και οι ψαλίδες, αλληλοσυνδέονται με τους ημερόβιους ομολόγους τους και με τα φυτά στα οποία συχνάζουν. Για παράδειγμα, αν τα φώτα διώξουν τους νυκτόβιους επικονιαστές, αυτό μπορεί να έχει ως συνέπεια λιγότερους καρπούς και λιγότερα νέα φυτά. Σύμφωνα με τους συγγραφείς της μελέτης, αυτή είναι μια αλλαγή που μπορεί μετά να «εξαπλωθεί» σε μεγαλύτερη έκταση μέσα στο οικοσύστημα, όπως εξαπλώνεται ο κυματισμός που προκαλεί μια πέτρα που πέφτει στην επιφάνεια του νερού: Η παραγωγή λιγότερων καρπών μπορεί να έχει δυσμενείς συνέπειες σε πληθυσμούς ημερόβιων επικονιαστών, οι οποίοι για τη διατροφή τους βασίζονται σε φυτά όπως το Cirsium oleraceum. Η μελέτη αυτή είναι «η πρώτη που δείχνει ότι η φωτορύπανση, εκτός από τις κοινότητες των νυχτοπεταλούδων, επηρεάζει και την όλη οικολογική διαδικασία της επικονίασης», λέει ο Darren Evans, του Πανεπιστημίου του Newcastle στο Ηνωμένο Βασίλειο, ο οποίος έχει μελετήσει πώς το τεχνητό φως επηρεάζει τις νυχτοπεταλούδες.
Η έρευνα της Knop και της ομάδας της μελέτησε μόνον 14 θέσεις με συστάδες φυτών, αλλά η δουλειά τους παρέχει ενδείξεις ότι οι νυκτόβιοι επικονιαστές, όπως είναι οι νυχτοπεταλούδες, τα δίπτερα [στην τάξη αυτή ανήκουν π.χ. η μύγα, το κουνούπι και η αλογόμυγα] ή και οι ψαλίδες, αλληλοσυνδέονται με τους ημερόβιους ομολόγους τους και με τα φυτά στα οποία συχνάζουν. Για παράδειγμα, αν τα φώτα διώξουν τους νυκτόβιους επικονιαστές, αυτό μπορεί να έχει ως συνέπεια λιγότερους καρπούς και λιγότερα νέα φυτά. Σύμφωνα με τους συγγραφείς της μελέτης, αυτή είναι μια αλλαγή που μπορεί μετά να «εξαπλωθεί» σε μεγαλύτερη έκταση μέσα στο οικοσύστημα, όπως εξαπλώνεται ο κυματισμός που προκαλεί μια πέτρα που πέφτει στην επιφάνεια του νερού: Η παραγωγή λιγότερων καρπών μπορεί να έχει δυσμενείς συνέπειες σε πληθυσμούς ημερόβιων επικονιαστών, οι οποίοι για τη διατροφή τους βασίζονται σε φυτά όπως το Cirsium oleraceum. Η μελέτη αυτή είναι «η πρώτη που δείχνει ότι η φωτορύπανση, εκτός από τις κοινότητες των νυχτοπεταλούδων, επηρεάζει και την όλη οικολογική διαδικασία της επικονίασης», λέει ο Darren Evans, του Πανεπιστημίου του Newcastle στο Ηνωμένο Βασίλειο, ο οποίος έχει μελετήσει πώς το τεχνητό φως επηρεάζει τις νυχτοπεταλούδες.
Ειδικά για τις νυχτοπεταλούδες, αυτό δεν είναι καλό σημάδι, λέει ο Evans, διότι εδώ και μεγάλο χρονικό διάστημα παρατηρείται διαρκώς σημαντική μείωση του αριθμού τους σ' ολόκληρη την Ευρώπη. Η φωτορύπανση αυξάνεται και σε παγκόσμιο επίπεδο. «Μελέτες όπως αυτή αποδεικνύουν ότι οι νυχτοπεταλούδες είναι μέρος ενός περίπλοκου δικτύου αλληλεπιδράσεων και, ως προς το συγκεκριμένο θέμα, παίζουν σημαντικό ρόλο ως επικονιαστές των φυτών», λέει ο Evans.
Ουδέν κακόν αμιγές καλού - Όμως η αλληλοεξάρτηση είναι εύθραστο πράγμα
Ωστόσο, τα νέα δεν είναι όλα κακά. Ο Jon Sadler, καθηγητής οικολογίας και βιογεωγραφίας στο Πανεπιστήμιο του Μπέρμιγχαμ, Ηνωμένο Βασίλειο, διαπίστωσε το εξής: Παρόλο που ο φωτισμός της πόλης μπορεί να επηρεάζει αρνητικά την κίνηση των νυχτερίδων 2, τα ίδια αυτά φώτα μπορούν και να προσελκύουν επικονιαστές όπως οι νυχτοπεταλούδες, οι οποίες αρέσουν στις νυχτερίδες και καταλήγουν στο στομάχι τους.
Ο Sadler επισημαίνει επίσης ότι δεν ισχύει το ίδιο για όλα τα είδη τεχνητού φωτισμού. Ανάλογα με την κατεύθυνση της εκπομπής, την ένταση και τη διάρκεια, οι επιπτώσεις στα φυτά και τα ζώα που εκτίθενται στον νυχτερινό φωτισμό διαφέρουν. Και προσθέτει πως είναι πολύ πιθανό αυτός ο φωτισμός να ωθεί τους νυκτόβιους επικονιαστές να μετακινηθούν προς πιο σκοτεινές περιοχές, πράγμα που μπορεί να ευνοήσει την επικονίαση σε αυτά τα σκοτεινά μέρη.
Δεν είναι ξεκάθαρο γιατί ο τεχνητός φωτισμός έχει αρνητικό αντίκτυπο στη δράση των επικονιαστών, λέει ο Knop. Ίσως παρεμβαίνει παραμορφωτικά στους κιρκαδικούς (circadian) βιορυθμούς των φυτών [από το circa και dies = λατ. ημέρα, είναι ο 24ωρος κύκλος αλλαγών της βιολογικής λειτουργίας των έμβιων οργανισμών, ο οποίος καθοδηγείται από «εσωτερικά ρολόγια» τους και συμβάλλει σημαντικά στην αποτελεσματική προσαρμογή των βιολογικών λειτουργιών φυτών και ζώων στην περιστροφή του πλανήτη γύρω από τον άξονά του] και μεταβάλλει τις εκπομπές αρωμάτων ή την παραγωγή νέκταρ, λέει.
Ωστόσο, ενδιαφέρον είναι ότι η τύχη των νυκτόβιων επικονιαστών φαίνεται να είναι συνυφασμένη με των ημερόβιων «συναδέλφων» τους, προσθέτει ο Knop. Και σε ορισμένες περιπτώσεις, ο τεχνητός φωτισμός μπορεί να εξαρθρώσει και να καταστρέψει αυτόν τον οικολογικό ιστό.
Δεν είναι ξεκάθαρο γιατί ο τεχνητός φωτισμός έχει αρνητικό αντίκτυπο στη δράση των επικονιαστών, λέει ο Knop. Ίσως παρεμβαίνει παραμορφωτικά στους κιρκαδικούς (circadian) βιορυθμούς των φυτών [από το circa και dies = λατ. ημέρα, είναι ο 24ωρος κύκλος αλλαγών της βιολογικής λειτουργίας των έμβιων οργανισμών, ο οποίος καθοδηγείται από «εσωτερικά ρολόγια» τους και συμβάλλει σημαντικά στην αποτελεσματική προσαρμογή των βιολογικών λειτουργιών φυτών και ζώων στην περιστροφή του πλανήτη γύρω από τον άξονά του] και μεταβάλλει τις εκπομπές αρωμάτων ή την παραγωγή νέκταρ, λέει.
Ωστόσο, ενδιαφέρον είναι ότι η τύχη των νυκτόβιων επικονιαστών φαίνεται να είναι συνυφασμένη με των ημερόβιων «συναδέλφων» τους, προσθέτει ο Knop. Και σε ορισμένες περιπτώσεις, ο τεχνητός φωτισμός μπορεί να εξαρθρώσει και να καταστρέψει αυτόν τον οικολογικό ιστό.
Σημειώσεις
1. Knop, E. κ.α. Nature http://dx.doi.org/10.1038/nature23288 (2017).
2. Hale, J. D., Fairbrass, A. J., Matthews, T. J., Davies, G. & Sadler, J. P. Glob. Change Biol. 21, 2467–2478 (2015).
O
Jason Bittel σπούδασε περιβαλλοντική δημοσιογραφία στο Allegheny
College και καλές τέχνες στο Πανεπιστήμιο του Πίτσμπουργκ. Γράφει στην Washington Post, στα περιοδικά Nature, Smithsonian Magazine, New Scientist Magazine, onEarth Magazine, Slate Magazine, και στο National Geographic από το 2014. Βραβείο της National Geographic Society (2009)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου