«Λίγα λόγια ακόμη, για τις διδασκαλίες που δίνουν οδηγίες και μας λένε πώς θα 'πρεπε να είναι ο κόσμος: Γι' αυτά τα πράγματα, η φιλοσοφία έρχεται πάντοτε πολύ αργά. Ως σκέψη για τον κόσμο, εμφανίζεται μόνον σε χρόνο που η πραγματικότητα έχει ολοκληρώσει τη διαδικασία του σχηματισμού της και έχει ήδη συμπληρωθεί. Αυτό που διδάσκει η ιδέα, το δείχνει αναγκαστικά και η ιστορία, διότι το ιδεατό εμφανίζεται απέναντι στο πραγματικό μόνον όταν έχει ωριμάσει η πραγματικότητα· και έχοντας πια συλλάβει την ουσία του, αναδομεί αυτόν τον ίδιο τον πραγματικό κόσμο με τη μορφή μιας πνευματικής επικράτειας. Όταν η φιλοσοφία χρωματίζει με γκρίζο χρώμα πάνω σε γκρίζο φόντο, τότε μια μορφή ζωής έχει γεράσει και ξεπεραστεί· και με το γκρίζο πάνω σε γκρίζο της φιλοσοφίας η μορφή αυτή δεν μπορεί να ανανεωθεί, αλλά μόνον να κατανοήσει τον εαυτό της. Η γλαυξ της Αθηνάς αρχίζει την πτήση της μόνον όταν πέσει το λυκόφως».
Χέγκελ, Βασικές Αρχές της Φιλοσοφίας του Δικαίου (1820)
Νομίζουμε - ή νομίζαμε μέχρι πρόσφατα - ότι ζούμε σε χώρα όπου η πολιτική διαδραματίζεται πάντα με ένταση, με πυκνές και απότομες αλλαγές και με πάθη· ίσως πιστεύαμε, όπως έλεγε ο ιστορικός Νίκος Σβορώνος, ότι «ο αντιστασιακός χαρακτήρας», μολονότι δεν είναι γνώρισμα του ελληνικού λαού, ωστόσο είναι «γνώρισμα της ελληνικής ιστορίας». Όμως, σε τούτη ακριβώς τη χώρα αναγκάζεται κανείς, περισσότερο από πολλές άλλες, να καταλήξει, από δύο διαφορετικούς δρόμους ταυτόχρονα, σε μια πραγματικά ρεαλιστική προσέγγιση της πολιτικής - χωρίς το απαξιωτικό και συσκοτιστικό νόημα που δίνουν εδώ συχνά στον όρο «ρεαλισμός» - και σε προτίμηση για «ομαλές» λύσεις.
Αφενός γιατί, όπως παντού στον κόσμο, κανένα μήλο δεν πέφτει από το δέντρο άν δεν ωριμάσει· και άν το ρίξεις με το έτσι θέλω, θα το φας ξινό. Είναι τούτο ακριβώς που έγραψε ο Χέγκελ: Αυτό το σοφό πουλί της Αθηνάς, η κουκουβάγια, αρχίζει την πτήση της πολύ αργά, μόνον αφού πέσει το σούρουπο. Δηλαδή οι κοινωνικές αλλαγές, καλές ή κακές, γίνονται όταν γίνονται, συμβαίνουν, αλλά οι άνθρωποι δεν μπορούν να τις εκβιάσουν με την υποκειμενική βούλησή τους, να τις κάνουν πράξη όπου και όποτε το κρίνουν σκόπιμο. Ούτε και μπορεί κανείς να περιγράψει το πώς και το πότε, παρά μόνον όταν οι εξελίξεις έχουν ήδη πάρει τον ανεπίστρεπτο δρόμο τους. Και όταν οι αλλαγές γίνονται, τότε είναι πολύ αργά για να τις επιταχύνει, να τις σταματήσει ή να αλλάξει την τροχιά τους η βούληση κάποιου «υποκειμενικού παράγοντα».
Όμως, αντίθετα από τη γνώμη του Χέγκελ (και πολλών άλλων), δεν υπάρχει κάποια νομοτέλεια ή εγγενής λογική που κινεί την ιστορία. Και τα συμβαίνοντα στις κοινωνίες δεν τα δημιουργεί κάποιο υποκείμενο με τη συνειδητή του δράση. Αλλά εξίσου δεν έχουν σχέση ούτε με την αλήθεια ούτε με την πραγματική πραγματικότητα (παρά μόνον με την μετα-αλήθεια και με την πλαστή πραγματικότητα), αυτά που διαδίδουν οι μοιρολατρίες και δεισιδαιμονίες όλων των ειδών. Τώρα οι πιο μοντέρνες και σκληρές δεισιδαιμονίες είναι η οικονομίστικη και η πολιτισμική μοιρολατρία, οι νέες μορφές θρησκευτικής πίστης που κηρύσσουν ότι το οικονομικό και πολιτισμικό «σιδερένιο κλουβί» μέσα στο οποίο καταντήσαμε να ζούμε έχει κάγκελα άθραυστα και είναι άφθαρτο και αιώνιο.
Ισχύει το αντίθετο: Αυτό που προκύπτει κάθε φορά, επηρεάζεται πάρα πολύ - και επωάζεται πολύ καιρό πριν εκδηλωθεί - από την αλληλεπίδραση, επικοινωνία και σύγκρουση μεταξύ ξεχωριστών υποκειμένων, ή οιονεί υποκειμένων, που συνυπάρχουν και συναποτελούν την κοινωνία, είτε πρόκειται για άτομα, είτε για συλλογικά υποκείμενα, όπως κοινωνικές τάξεις και στρώματα, ομάδες ανθρώπων με ιδιαίτερες απόψεις, θεσμικά όργανα ως συμπυκνώσεις και ισορροπήσεις σχέσεων, βουλήσεων και συμφερόντων, ακόμη και οι γενιές που μεγαλώνουν, οι άλλες που είναι στα μισά της ζωής κι αυτές που σιγά-σιγά αποχωρούν κλπ. Τούτη η κρίσιμη αλληλεπίδραση συμβαίνει μέσα σ' αυτό που λέμε «δημόσια σφαίρα».
Αφετέρου, στον τόπο αυτό, από τη δεκαετία του '50 και δώθε, γενιές ολόκληρες γεννήθηκαν, ενηλικιώθηκαν και γέρασαν, αλλά πολλοί δεν είδαν να ωριμάζει κανένα γλυκό μήλο η ελληνική μηλιά. Τα μήλα της εξακολουθούν να είναι τόσο πικρά και ξινά, όσο ήταν και πριν 20, 30 ή 40 χρόνια - τουλάχιστον για εκείνους που έτσι τα γεύτηκαν γιατί δεν «πέρασαν καλά» αυτές τις δεκαετίες. Αυτή που θα μπορούσε να τα «επωάσει» με τη θέρμη της, για να ωριμάσουν κάποτε γλυκά μήλα, η δημόσια σφαίρα, είναι στην Ελλάδα πολύ αδύναμη και παγωμένη, επειδή ήταν και είναι πάρα πολύ χειραγωγημένη. Δεν επηρεάζει τα πραγματικά τεκταινόμενα· μόνον επηρεάζεται από όσους έχουν στα χέρια τους δυνατούς πομπούς, κεραίες και τηλεβόες. Πάντα και τώρα «φτιάχνουν οι Έλληνες κυκλώματα και ιστορία οι παρέες», αλλά κατά πολύ ειρωνικό τρόπο, με προθέσεις και αποτελέσματα διαφορετικά από εκείνα που υπέθετε ο Διονύσης Σαββόπουλος το 1983.
Το να σκεφτόμαστε απαισιόδοξα για όσα έγιναν και γίνονται - μέχρι και να λαμβάνουμε σοβαρά υπόψη το ενδεχόμενο να ζούμε σε αποτυχημένο κράτος, ανίκανο να διαχειριστεί τον πολιτικό του χρόνο - είναι λογικό και δείχνει σύνεση. Όμως δεν είναι ψυχωφελές, αλλά ούτε και λογικό, να μένει στο τέλος η απογοήτευση ως σύνοψη, συμπέρασμα και οδηγός για το πρακτέον. Ίσως μια λύση είναι να βλέπει κανείς τα συμβαίνοντα από κάποια απόσταση και με κάποια φανερή ειρωνεία στο βλέμμα· γιατί μόνον έτσι επιβεβαιώνεται μέσα μας και υποδηλώνεται στους άλλους η πιο ρεαλιστική από όλες τις ρεαλιστικές σκέψεις, ότι κάποτε όλα αλλάζουν, άρα μπορεί να κρατιέται ζωντανό αυτό που έχουμε ανάγκη όλοι: Λίγη ελπίδα.
Άλλο πράγμα η αισιοδοξία, άλλο η ελπίδα. Στη σημερινή Ελλάδα, η πρώτη είναι κακός σύμβουλος. Η δεύτερη είναι αναγκαίος και πιστός φίλος.
Αφενός γιατί, όπως παντού στον κόσμο, κανένα μήλο δεν πέφτει από το δέντρο άν δεν ωριμάσει· και άν το ρίξεις με το έτσι θέλω, θα το φας ξινό. Είναι τούτο ακριβώς που έγραψε ο Χέγκελ: Αυτό το σοφό πουλί της Αθηνάς, η κουκουβάγια, αρχίζει την πτήση της πολύ αργά, μόνον αφού πέσει το σούρουπο. Δηλαδή οι κοινωνικές αλλαγές, καλές ή κακές, γίνονται όταν γίνονται, συμβαίνουν, αλλά οι άνθρωποι δεν μπορούν να τις εκβιάσουν με την υποκειμενική βούλησή τους, να τις κάνουν πράξη όπου και όποτε το κρίνουν σκόπιμο. Ούτε και μπορεί κανείς να περιγράψει το πώς και το πότε, παρά μόνον όταν οι εξελίξεις έχουν ήδη πάρει τον ανεπίστρεπτο δρόμο τους. Και όταν οι αλλαγές γίνονται, τότε είναι πολύ αργά για να τις επιταχύνει, να τις σταματήσει ή να αλλάξει την τροχιά τους η βούληση κάποιου «υποκειμενικού παράγοντα».
Όμως, αντίθετα από τη γνώμη του Χέγκελ (και πολλών άλλων), δεν υπάρχει κάποια νομοτέλεια ή εγγενής λογική που κινεί την ιστορία. Και τα συμβαίνοντα στις κοινωνίες δεν τα δημιουργεί κάποιο υποκείμενο με τη συνειδητή του δράση. Αλλά εξίσου δεν έχουν σχέση ούτε με την αλήθεια ούτε με την πραγματική πραγματικότητα (παρά μόνον με την μετα-αλήθεια και με την πλαστή πραγματικότητα), αυτά που διαδίδουν οι μοιρολατρίες και δεισιδαιμονίες όλων των ειδών. Τώρα οι πιο μοντέρνες και σκληρές δεισιδαιμονίες είναι η οικονομίστικη και η πολιτισμική μοιρολατρία, οι νέες μορφές θρησκευτικής πίστης που κηρύσσουν ότι το οικονομικό και πολιτισμικό «σιδερένιο κλουβί» μέσα στο οποίο καταντήσαμε να ζούμε έχει κάγκελα άθραυστα και είναι άφθαρτο και αιώνιο.
Ισχύει το αντίθετο: Αυτό που προκύπτει κάθε φορά, επηρεάζεται πάρα πολύ - και επωάζεται πολύ καιρό πριν εκδηλωθεί - από την αλληλεπίδραση, επικοινωνία και σύγκρουση μεταξύ ξεχωριστών υποκειμένων, ή οιονεί υποκειμένων, που συνυπάρχουν και συναποτελούν την κοινωνία, είτε πρόκειται για άτομα, είτε για συλλογικά υποκείμενα, όπως κοινωνικές τάξεις και στρώματα, ομάδες ανθρώπων με ιδιαίτερες απόψεις, θεσμικά όργανα ως συμπυκνώσεις και ισορροπήσεις σχέσεων, βουλήσεων και συμφερόντων, ακόμη και οι γενιές που μεγαλώνουν, οι άλλες που είναι στα μισά της ζωής κι αυτές που σιγά-σιγά αποχωρούν κλπ. Τούτη η κρίσιμη αλληλεπίδραση συμβαίνει μέσα σ' αυτό που λέμε «δημόσια σφαίρα».
Άλμπρεχτ Ντύρερ - Μικρή Κουκουβάγια (1505) |
Το να σκεφτόμαστε απαισιόδοξα για όσα έγιναν και γίνονται - μέχρι και να λαμβάνουμε σοβαρά υπόψη το ενδεχόμενο να ζούμε σε αποτυχημένο κράτος, ανίκανο να διαχειριστεί τον πολιτικό του χρόνο - είναι λογικό και δείχνει σύνεση. Όμως δεν είναι ψυχωφελές, αλλά ούτε και λογικό, να μένει στο τέλος η απογοήτευση ως σύνοψη, συμπέρασμα και οδηγός για το πρακτέον. Ίσως μια λύση είναι να βλέπει κανείς τα συμβαίνοντα από κάποια απόσταση και με κάποια φανερή ειρωνεία στο βλέμμα· γιατί μόνον έτσι επιβεβαιώνεται μέσα μας και υποδηλώνεται στους άλλους η πιο ρεαλιστική από όλες τις ρεαλιστικές σκέψεις, ότι κάποτε όλα αλλάζουν, άρα μπορεί να κρατιέται ζωντανό αυτό που έχουμε ανάγκη όλοι: Λίγη ελπίδα.
Άλλο πράγμα η αισιοδοξία, άλλο η ελπίδα. Στη σημερινή Ελλάδα, η πρώτη είναι κακός σύμβουλος. Η δεύτερη είναι αναγκαίος και πιστός φίλος.
Γ. Ρ.
Ένα άρθρο στο in.gr. Αυτά που ομολογεί, αυτά που αποσιωπά και συγκαλύπτει
Σε εποχή μειωμένων προσδοκιών - Ελλάδα, Ευρώπη, πατριωτισμός
Σε εποχή μειωμένων προσδοκιών - Ελλάδα, Ευρώπη, πατριωτισμός
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου