Στην ιστορική περίοδο που δίκαια ή άδικα μερικοί τη βλέπουν ως συνεχόμενη και την αποκαλούν ακόμη μεταπολιτευτική, η οποία ήδη κρατά μισό αιώνα παρά τέσσερα χρόνια, πόσο εκπληρώθηκε το πιο διάσημο αίτημα που ακούστηκε στο Πολυτεχνείο - των Αθηνών και της Θεσσαλονίκης, αλλά και στο Πανεπιστήμιο των Ιωαννίνων και αλλού - τον Νοέμβριο του 1973, και έκτοτε έμεινε εμβληματικό;
1. Το ονομαστικό κατά κεφαλήν ΑΕΠ, μετρούμενο με βάση τον μέσο όρο, είναι βέβαια ένας πρώτος δείκτης για το «ψωμί». Σε πείσμα της μετά το 2008 κρίσης, αυτό που δείχνει είναι μια ανοδική κίνηση. Άλλοι αριθμοί, το διάμεσο (median) εισόδημα, η στατιστική κατανομή των εισοδημάτων στα ανώτερα, μεσαία και χαμηλότερα δεκατημόρια του πληθυσμού, και ιδίως ο σύνθετος δείκτης κοινωνικής ανισότητας Gini, δείχνουν εικόνα αρκετά πιο σκοτεινή και δυσάρεστη. Το διάμεσο (median) καθαρό εισόδημα είναι 7.863 € σε ετήσια βάση για το 2018, ήτοι 655 € το μήνα (βλ. Eurostat 30.8.2019). Στοιχειώδεις γνώσεις Στατιστικής αρκούν για να φανεί καθαρά πόσο απατηλή εικόνα δημιουργεί το αντίστοιχο κατά κεφαλήν ονομαστικό ΑΕΠ των 20.000 δολλαρίων (20.324,37 €). Και δεν είναι τυχαίο ότι κυρίως τέτοιοι δείκτες χρησιμοποιούνται ως έγκυροι στις αναλύσεις και στην επιχειρηματολογία σε «κανονικές» χώρες. Όχι ακόμη στην Ελλάδα. Το κοινώς λεγόμενο ότι «είμαστε 20 χρόνια πίσω», είναι άραγε άσχετο με το θέμα ή μήπως απλοϊκή υπερβολή, τη στιγμή που βλέπουμε τέτοια ίχνη καθυστέρησης στη χρήση των «αριθμών» και των εργαλείων διάγνωσης της πραγματικότητας ακόμη και στη συζήτηση για το βιοτικό επίπεδο;
1. Το ονομαστικό κατά κεφαλήν ΑΕΠ, μετρούμενο με βάση τον μέσο όρο, είναι βέβαια ένας πρώτος δείκτης για το «ψωμί». Σε πείσμα της μετά το 2008 κρίσης, αυτό που δείχνει είναι μια ανοδική κίνηση. Άλλοι αριθμοί, το διάμεσο (median) εισόδημα, η στατιστική κατανομή των εισοδημάτων στα ανώτερα, μεσαία και χαμηλότερα δεκατημόρια του πληθυσμού, και ιδίως ο σύνθετος δείκτης κοινωνικής ανισότητας Gini, δείχνουν εικόνα αρκετά πιο σκοτεινή και δυσάρεστη. Το διάμεσο (median) καθαρό εισόδημα είναι 7.863 € σε ετήσια βάση για το 2018, ήτοι 655 € το μήνα (βλ. Eurostat 30.8.2019). Στοιχειώδεις γνώσεις Στατιστικής αρκούν για να φανεί καθαρά πόσο απατηλή εικόνα δημιουργεί το αντίστοιχο κατά κεφαλήν ονομαστικό ΑΕΠ των 20.000 δολλαρίων (20.324,37 €). Και δεν είναι τυχαίο ότι κυρίως τέτοιοι δείκτες χρησιμοποιούνται ως έγκυροι στις αναλύσεις και στην επιχειρηματολογία σε «κανονικές» χώρες. Όχι ακόμη στην Ελλάδα. Το κοινώς λεγόμενο ότι «είμαστε 20 χρόνια πίσω», είναι άραγε άσχετο με το θέμα ή μήπως απλοϊκή υπερβολή, τη στιγμή που βλέπουμε τέτοια ίχνη καθυστέρησης στη χρήση των «αριθμών» και των εργαλείων διάγνωσης της πραγματικότητας ακόμη και στη συζήτηση για το βιοτικό επίπεδο;
Και για να πάμε πέρα από τους αριθμούς: Πόσο καλό ψωμί μπορεί να κάνεις με την εμμονική εμπιστοσύνη, κρίση-ξε-κρίση-πριν-και-μετά-την-κρίση, στις ευεργετικές ιδιότητες του παμπάλαιου, χωρίς προζύμι, τρίπτυχου εθνικού βιοπορισμού με «τις δικές μας βιομηχανίες», δηλαδή τουρισμό-οικοδομή-ναυτιλία;
Είναι βέβαια σωστό ότι οι κοινωνικές ανισότητες διευρύνονται παγκοσμίως, και ακόμη περισσότερο εκτός ευρωπαϊκής ηπείρου. Αλλά η Ελλάδα δεν είναι μια χώρα μέσου επιπέδου στην παγκόσμια κλίμακα· είναι εδώ και δεκαετίες οικονομικά ανεπτυγμένη χώρα, μέλος του ΟΟΣΑ και, τώρα πια, παλαιό κράτος-μέλος της ΕΕ. Εκεί είναι τα μέτρα σύγκρισης που ταιριάζουν στη δική μας πραγματικότητα. Και όλοι οι δείκτες δείχνουν ότι, μαζί με το ακόμη πιο παλαιό μέλος της Ένωσης Ιταλία και τα νεότερα μέλη Βουλγαρία και Ρουμανία, έχει τις μεγαλύτερες κοινωνικές ανισότητες στην Ευρώπη. Ενώ στα πλαίσια του όλου ΟΟΣΑ, το δικό μας επίπεδο σύνθετης κοινωνικής ανισότητας (βλ. συντελεστής Gini) και οι τάσεις του προσεγγίζουν δυστυχώς αυτά των ΗΠΑ, με το υποτυπώδες ή ουσιαστικά ανύπαρκτο κράτος πρόνοιας· και δεν μοιάζουν με των περισσότερων χωρών της ΕΕ, δυτικών και ανατολικών.
2. Παιδεία δεν είναι μόνον (ούτε κυρίως) η πανεπιστημιακή, όπως εμμονικά φαντασιώνονται από δεξιά και αριστερά σε μια δια το θεαθήναι δημόσια συζήτηση στην Ελλάδα και επικεντρώνουν την κούφια διαμάχη τους αποκλειστικά και μόνον στις παθολογίες των ΑΕΙ. Παιδεία και εκπαίδευση, κατά πρώτο λόγο, είναι η πρωτοβάθμια και η μέση βαθμίδα. «The Child is Father of the Μan», έγραψε ανεπανάληπτα εύστοχα ο Άγγλος ποιητής William Wordsworth, ήδη το 1800. Αλλά πόσοι ενήλικες και ανώριμοι-ώριμοι στη νότια Δανιμαρκία μας δίνουν δεκάρα για τα παιδιά εν γένει (πέραν της δικής τους οικογένειας) και αναρωτιούνται για το μέλλον που αυτά θα βιώσουν, εάν θα είναι τότε καλύτερο να ζει κανείς ή να μη ζει; Πόσοι προβληματίζονται για το ελληνικό Γυμνάσιο, για το Δημοτικό μας ή και το Νηπιαγωγείο; Βλέπουμε σήμερα στην Ελλάδα, δεξιά ή αριστερά, νέους Αλέξανδρους Δελμούζους και Μίλτους Κουντουράδες, νέες Ρόζες Ιμβριώτη, νέους Ευάγγελους Παπανούτσους;
3. Και τέλος, ελευθερία δεν είναι ο δευτερογενής πιθηκισμός του κάθε μαϊμουδίσματος των ΜουΜουΕ, ιδίως των τηλεοπτικών· μη ξεχάσουμε όμως και τί λογής σκιά πάνω στην ελευθερία επιπροσθέτει τώρα ο γενναίος κόσμος των μέσων α-κοινωνικής δικτύωσης.
Το αξίωμα της Λούξεμπουργκ «ελευθερία είναι πάντα και αποκλειστικά ελευθερία γι’ αυτόν που σκέφτεται διαφορετικά», ισχύει διαχρονικά. Σήμερα, μια κρίσιμη πτυχή της «απώλειας ελευθερίας» (Μαξ Βέμπερ) συνίσταται στο εξής: Η πραγματικότητα των μέσων επικοινωνίας, προπαντός στην Ελλάδα (αλλά όχι μόνον), είναι μια αυτοπροστατευτική μιντιακή πανοπλία που συντηρεί παρεοκρατικές, κατεψυγμένες πολιτικές συμπεριφορές. Αυτό σκοτώνει κάθε σκέψη και πράξη διαφορετική από τις τάδε ή δείνα διαδεδομένες και επικρατούσες - δηλαδή κάθε ελεύθερη σκέψη και πράξη - ήδη μέσα στη μήτρα της. Είναι και αυτός ένας ακόμη λόγος που καλά κρατεί αυτό το «είμαστε 20 χρόνια πίσω» - η απόσταση των 20 χρόνων από ό,τι καλό μπορεί να συμβαίνει μερικές φορές αλλού.
3. Και τέλος, ελευθερία δεν είναι ο δευτερογενής πιθηκισμός του κάθε μαϊμουδίσματος των ΜουΜουΕ, ιδίως των τηλεοπτικών· μη ξεχάσουμε όμως και τί λογής σκιά πάνω στην ελευθερία επιπροσθέτει τώρα ο γενναίος κόσμος των μέσων α-κοινωνικής δικτύωσης.
Το αξίωμα της Λούξεμπουργκ «ελευθερία είναι πάντα και αποκλειστικά ελευθερία γι’ αυτόν που σκέφτεται διαφορετικά», ισχύει διαχρονικά. Σήμερα, μια κρίσιμη πτυχή της «απώλειας ελευθερίας» (Μαξ Βέμπερ) συνίσταται στο εξής: Η πραγματικότητα των μέσων επικοινωνίας, προπαντός στην Ελλάδα (αλλά όχι μόνον), είναι μια αυτοπροστατευτική μιντιακή πανοπλία που συντηρεί παρεοκρατικές, κατεψυγμένες πολιτικές συμπεριφορές. Αυτό σκοτώνει κάθε σκέψη και πράξη διαφορετική από τις τάδε ή δείνα διαδεδομένες και επικρατούσες - δηλαδή κάθε ελεύθερη σκέψη και πράξη - ήδη μέσα στη μήτρα της. Είναι και αυτός ένας ακόμη λόγος που καλά κρατεί αυτό το «είμαστε 20 χρόνια πίσω» - η απόσταση των 20 χρόνων από ό,τι καλό μπορεί να συμβαίνει μερικές φορές αλλού.
Predrag Matvejevic: “Ψωμί, παιδεία, ελευθερία” - Το ψωμί και η ποιητική της υλικής ζωής
Συνέντευξη του Πρέντραγκ Ματβέγιεβιτς στον Tommaso Di Francesco της εφημερίδας Ιl Μanifesto, 7 Σεπτεμβρίου 2010
Πάσχος Μανδραβέλης: «Ψωμί, παιδεία, ελευθερία» (Καθημερινή, 17.11.2019)
Χρήστος Χωμενίδης: Ψωμί, παιδεία, ελευθερία (Capital, 18.11.2019)
Σε εποχή μειωμένων προσδοκιών - Ελλάδα, Ευρώπη, πατριωτισμός
Σε εποχή μειωμένων προσδοκιών - Ελλάδα, Ευρώπη, πατριωτισμός
Λαϊκισμός ελληνικού τύπου - Πόσο παγερά αδιάφορος να μένει κανείς;
Upd 5.12.2019: Επιδόσεις ευρωπαικών χωρών και άλλων του ΟΟΣΑ σε επιμέρους δείκτες κοινωνικής δικαιοσύνης (πηγή: Social Justice Index 2019)
Upd 5.12.2019: Επιδόσεις ευρωπαικών χωρών και άλλων του ΟΟΣΑ σε επιμέρους δείκτες κοινωνικής δικαιοσύνης (πηγή: Social Justice Index 2019)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου