δύο άρθρα του γνωστού συντάκτη των Financial Times Μάρτιν Γουλφ. Το πρώτο, γραμμένο τον προηγούμενο Μάρτιο, διατηρεί όλη του την επικαιρότητα. Το δεύτερο είναι μια πρώτη εκτίμηση-πρόβλεψη για τις οικονομικές επιπτώσεις του προγράμματος Τραμπ
1. Οι μεγάλες δημοκρατίες δεν είναι απρόσβλητες ούτε αιώνιες
©Financial Times-Martin Wolf: Donald Trump embodies how great republics meet their end
Όπως υποστήριξε σε ένα σημαντικό άρθρο του στην εφημερίδα Washington Post ο νεοσυντηρητικός διανοούμενος Ρόμπερτ Κέιγκαν (Robert Kagan), ο κ. Tραμπ είναι το «τέρας-Φρανκενστάιν του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος». Είναι, κατά τον κ. Κέιγκαν, το τερατώδες αποτέλεσμα της «άγριας πολιτικής κωλυσιεργίας» του κόμματος, της δαιμονοποίησης των πολιτικών θεσμών, του φλερτ του με τη μισαλλοδοξία και του «φυλετικά χρωματισμένου συνδρόμου πνευματικής διαταραχής» του, απέναντι στον Πρόεδρο Μπαράκ Ομπάμα. Και συνεχίζει: «Υποτίθεται ότι η λεγεώνα αυτών των “οργισμένων” ανθρώπων που υποστηρίζουν τον Τραμπ, είναι οργισμένοι εξαιτίας της στασιμότητας των μισθών. Όχι. Είναι οργισμένοι, επειδή, τα τελευταία επτάμισυ χρόνια, οι Ρεπουμπλικανοί τους έχουν πει να είναι οργισμένοι για όλα αυτά τα πράγματα».
Ο κ. Kέιγκαν έχει δίκιο, αλλά δεν πάει αρκετά πίσω στο χρόνο. Αυτά δεν συνέβησαν τα τελευταία επτάμισυ χρόνια. Αυτές τις συμπεριφορές τις βλέπαμε ήδη στη δεκαετία του 1990, στις μομφές εναντίον του Προέδρου Μπιλ Κλίντον. Στην πραγματικότητα, άν δούμε όλη την πολιτική διαδρομή, όλα αυτά άρχισαν με την καιροσκοπική αντίδραση του κόμματος αυτού στο κίνημα για τα πολιτικά δικαιώματα των [μαύρων Αμερικανών] στη δεκαετία του 1960. Δυστυχώς, με το πέρασμα του χρόνου έγιναν χειρότεροι, όχι καλύτεροι.
Γιατί συνέβη αυτό; Η απάντηση είναι η εξής: έτσι εξασφαλίζει τους «πεζικάριους στρατιώτες» και τους ψηφοφόρους που χρειάζεται, μια πλούσια κοινωνική τάξη δωρητών [χρηματοδοτών του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος], δοσμένη ψυχή τε και σώματι στους στόχους της περικοπής των φόρων και της συρρίκνωσης του κράτους. Αυτό, λοιπόν, είναι «ο πλουτο-λαϊκισμός»: ο γάμος της πλουτοκρατίας με τον δεξιό λαϊκισμό. Ο κ. Tραμπ ενσαρκώνει αυτή την ένωση. Μόνον που εκείνος αυτό το κάνει απορρίπτοντας μερικώς την ελεύθερη αγορά, βεβαίως με περικοπές φόρων, αλλά και με συρρίκνωση των κυβερνητικών στόχων του ρεπουμπλικανικού κατεστημένου, στους οποίους παρέμειναν προσκολλημένοι οι εσωκομματικοί αντίπαλοί του, οι πλήρως εξαρτημένοι από χρηματοοικονομικούς κύκλους. Αυτό του έδωσε ένα φαινομενικά ανυπέρβλητο πλεονέκτημα: «Ο κ. Tραμπ δεν είναι συντηρητικός» διαμαρτύρονται οι συντηρητικές ελίτ. Ακριβώς. Αλλά αυτό ισχύει και για τη βάση του κόμματος.
Ο κ. Tραμπ λέει ανήκουστα πράγματα. Ωστόσο, από πολλές πλευρές, οι πολιτικές που πρότειναν οι δύο κορυφαίοι εσωκομματικοί αντίπαλοί του, οι γερουσιαστές Τεντ Κρουζ και Μάρκο Ρούμπιο, ήταν εξίσου κακές. Και οι δύο πρότειναν εντελώς οπισθοδρομικές φορολογικές περικοπές, όπως ακριβώς και ο κ. Tραμπ. Ο κ. Κρουζ ήθελε μέχρι και επιστροφή στον «κανόνα του χρυσού». Ο κ. Tραμπ λέει ότι οι άρρωστοι δεν πρέπει να πεθαίνουν στους δρόμους. Ο κ. Κρουζ και ο κ. Ρούμπιο δεν ήταν και τόσο κατηγορηματικοί.
Ωστόσο, το φαινόμενο Τραμπ δεν αφορά μόνον ένα κόμμα. Αφορά τις ΗΠΑ ως χώρα και συνακόλουθα αφορά αναπόφευκτα όλο τον κόσμο. Όταν δημιουργήθηκε η αμερικανική δημοκρατία, οι ιδρυτές γνώριζαν το παράδειγμα της Ρώμης. Ο Αλεξάντερ Χάμιλτον (Alexander Hamilton) στα Federalist Papers υποστήριξε ότι η νέα δημοκρατία θα χρειαστεί «ενεργητική εκτελεστική εξουσία». Σημείωσε, ότι ακόμη και η Ρώμη, με την προσεκτική της επικάλυψη των αξιωμάτων και εξουσιών, σε ώρες ανάγκης στηριζόταν στην παραχώρηση της απόλυτης εξουσίας, έστω και προσωρινά, σε έναν άνθρωπο που ονομαζόταν «δικτάτορας».
Στις ΗΠΑ δεν προβλέφτηκε τέτοιο αξίωμα. Αντίθετα, προβλέφτηκε να έχουν ενιαία εκτελεστική εξουσία: τον πρόεδρο ως εκλεγμένο μονάρχη.Ο πρόεδρος έχει οριοθετημένες αλλά μεγάλες εξουσίες. Για τον Χάμιλτον, ο κίνδυνος από μια αλαζονική εξουσία πρέπει να περιορίζεται «πρώτον, από την υποχρέωση της εξουσίας να είναι εξαρτημένη από τον λαό, δεύτερον, από την υποχρέωση να δρα με υπευθυνότητα».
Στον 1ο αιώνα π.Χ. η ευημερία της μεγάλης δύναμης αποσταθεροποίησε την Ρωμαϊκή Δημοκρατία. Στο τέλος, ο Αύγουστος, ο οποίος [μετά τη δολοφονία του Ιούλιου Καίσαρα] κληρονόμησε το πιο δημοφιλές «κόμμα», τερμάτισε τη δημοκρατία και εγκαταστάθηκε ο ίδιος στο θρόνο του αυτοκράτορα. Το έκανε διατηρώντας όλους τους τύπους της δημοκρατίας, αλλά καταργώντας το νόημά τους.
Θα ήταν βιαστικό να υποθέσουμε ότι οι συνταγματικοί περιορισμοί θα επιβιώσουν της προεδρίας κάποιου εκλεγμένου που δεν τους κατανοεί, ούτε πιστεύει σ' αυτούς. Το να μαζέψεις και να απελάσεις 11 εκατομμύρια ανθρώπους είναι μια τεράστια επιχείρηση επιβολής αναγκαστικών μέτρων. Ένας πρόεδρος που εκλέγεται για να το κάνει, μπορεί άραγε να εμποδιστεί; Και αν ναι, από ποιον; Τι μπορούμε να κάνουμε αντιμέτωποι με τον ενθουσιασμό του κ. Τραμπ για τις βαρβαρότητες των βασανιστηρίων; Θα μπορέσει να βρει ανθρώπους πρόθυμους για να πραγματοποιήσει τις επιθυμίες του ή όχι;
Δεν είναι δύσκολο για έναν ηγέτη με αποφασιστικότητα να κάνει πράγματα προηγουμένως αδιανόητα, επικαλούμενος συνθήκες έκτακτης ανάγκης. Και ο Αβραάμ Λίνκολν και ο Φράνκλιν Ντελάνο Ρούσβελτ σε καιρό πολέμου έκαναν ασυνήθιστα πράγματα. Όμως εκείνοι οι άνθρωποι είχαν γνώση των ορίων. Έχει γνώση των ορίων και ο κ. Τραμπ; Η «ενεργητική εκτελεστική εξουσία» του Χάμιλτον είναι επικίνδυνο πράγμα.
Ο κ. Tραμπ λέει ανήκουστα πράγματα. Ωστόσο, από πολλές πλευρές, οι πολιτικές που πρότειναν οι δύο κορυφαίοι εσωκομματικοί αντίπαλοί του, οι γερουσιαστές Τεντ Κρουζ και Μάρκο Ρούμπιο, ήταν εξίσου κακές. Και οι δύο πρότειναν εντελώς οπισθοδρομικές φορολογικές περικοπές, όπως ακριβώς και ο κ. Tραμπ. Ο κ. Κρουζ ήθελε μέχρι και επιστροφή στον «κανόνα του χρυσού». Ο κ. Tραμπ λέει ότι οι άρρωστοι δεν πρέπει να πεθαίνουν στους δρόμους. Ο κ. Κρουζ και ο κ. Ρούμπιο δεν ήταν και τόσο κατηγορηματικοί.
Ωστόσο, το φαινόμενο Τραμπ δεν αφορά μόνον ένα κόμμα. Αφορά τις ΗΠΑ ως χώρα και συνακόλουθα αφορά αναπόφευκτα όλο τον κόσμο. Όταν δημιουργήθηκε η αμερικανική δημοκρατία, οι ιδρυτές γνώριζαν το παράδειγμα της Ρώμης. Ο Αλεξάντερ Χάμιλτον (Alexander Hamilton) στα Federalist Papers υποστήριξε ότι η νέα δημοκρατία θα χρειαστεί «ενεργητική εκτελεστική εξουσία». Σημείωσε, ότι ακόμη και η Ρώμη, με την προσεκτική της επικάλυψη των αξιωμάτων και εξουσιών, σε ώρες ανάγκης στηριζόταν στην παραχώρηση της απόλυτης εξουσίας, έστω και προσωρινά, σε έναν άνθρωπο που ονομαζόταν «δικτάτορας».
Στις ΗΠΑ δεν προβλέφτηκε τέτοιο αξίωμα. Αντίθετα, προβλέφτηκε να έχουν ενιαία εκτελεστική εξουσία: τον πρόεδρο ως εκλεγμένο μονάρχη.Ο πρόεδρος έχει οριοθετημένες αλλά μεγάλες εξουσίες. Για τον Χάμιλτον, ο κίνδυνος από μια αλαζονική εξουσία πρέπει να περιορίζεται «πρώτον, από την υποχρέωση της εξουσίας να είναι εξαρτημένη από τον λαό, δεύτερον, από την υποχρέωση να δρα με υπευθυνότητα».
Στον 1ο αιώνα π.Χ. η ευημερία της μεγάλης δύναμης αποσταθεροποίησε την Ρωμαϊκή Δημοκρατία. Στο τέλος, ο Αύγουστος, ο οποίος [μετά τη δολοφονία του Ιούλιου Καίσαρα] κληρονόμησε το πιο δημοφιλές «κόμμα», τερμάτισε τη δημοκρατία και εγκαταστάθηκε ο ίδιος στο θρόνο του αυτοκράτορα. Το έκανε διατηρώντας όλους τους τύπους της δημοκρατίας, αλλά καταργώντας το νόημά τους.
Θα ήταν βιαστικό να υποθέσουμε ότι οι συνταγματικοί περιορισμοί θα επιβιώσουν της προεδρίας κάποιου εκλεγμένου που δεν τους κατανοεί, ούτε πιστεύει σ' αυτούς. Το να μαζέψεις και να απελάσεις 11 εκατομμύρια ανθρώπους είναι μια τεράστια επιχείρηση επιβολής αναγκαστικών μέτρων. Ένας πρόεδρος που εκλέγεται για να το κάνει, μπορεί άραγε να εμποδιστεί; Και αν ναι, από ποιον; Τι μπορούμε να κάνουμε αντιμέτωποι με τον ενθουσιασμό του κ. Τραμπ για τις βαρβαρότητες των βασανιστηρίων; Θα μπορέσει να βρει ανθρώπους πρόθυμους για να πραγματοποιήσει τις επιθυμίες του ή όχι;
Δεν είναι δύσκολο για έναν ηγέτη με αποφασιστικότητα να κάνει πράγματα προηγουμένως αδιανόητα, επικαλούμενος συνθήκες έκτακτης ανάγκης. Και ο Αβραάμ Λίνκολν και ο Φράνκλιν Ντελάνο Ρούσβελτ σε καιρό πολέμου έκαναν ασυνήθιστα πράγματα. Όμως εκείνοι οι άνθρωποι είχαν γνώση των ορίων. Έχει γνώση των ορίων και ο κ. Τραμπ; Η «ενεργητική εκτελεστική εξουσία» του Χάμιλτον είναι επικίνδυνο πράγμα.
2. Οικονομικές επιπτώσεις της εκλογής Τραμπ
© Financial Times - Martin Wolf: The economic consequences of Mr Trump - His tax proposals would shower huge benefits on rich Americans like himself, 10.11.2016
Το φορολογικό του πρόγραμμα θα «βρέξει» έναν καταιγισμό από τεράστια οφέλη στους πλούσιους Αμερικανούς, όπως ο ίδιος.
Η καθοδηγούμενη από τις ΗΠΑ παγκοσμιοποίηση είναι ήδη εύθραυστη. Ίσως ο κ. Τραμπ την βάλει στο φέρετρό της. Μετά τη νίκη του, η εταιρική σύμπραξη των χωρών του Ειρηνικού (Trans-Pacific Partnership
-ΤPP) φαίνεται νεκρή. Αυτό μπορούσε δώσει την ευκαιρία στην
καθοδηγούμενη από το Πεκίνο εναλλακτική λύση: Στην Περιφερειακή Συνολική
Οικονομική Εταιρική Σύμπραξη (Regional Comprehensive Economic Partnership). Ίσως όμως να μην υπάρξει αντικαταστάτρια συμφωνία στη θέση της TPP. Η προτεινόμενη Διατλαντική Εταιρική Σύμπραξη Συναλλαγών και Επενδύσεων (Transatlantic
Trade
and Investment Partnership - TTIP) ήταν ήδη ετοιμοθάνατη και τώρα είναι
νεκρή. Επίσης, ο κ. Tραμπ έχει προτείνει την κατάργηση ή την
επαναδιαπραγμάτευση της Βορειοαμερικανικής Συμφωνίας Ελεύθερων
Συναλλαγών (NAFTA).
Πάνω απ' όλα, πρότεινε την επιβολή υψηλών δασμών, κυρίως στις εισαγωγές από την Κίνα και το Μεξικό, «για να αποθαρρύνουν τις [αμερικανικές] εταιρείες από
την απόλυση εργαζομένων τους, προκειμένου αυτές να μετεγκατασταθούν σε άλλες
χώρες αλλά να συνεχίσουν να πωλούν τα προϊόντα τους στις ΗΠΑ αφορολόγητα».
Είναι μάλλον βέβαιο ότι αυτό θα ερχόταν σε αντίθεση με τους κανόνες του
Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου. Αυτό, επίσης, εμπεριέχει κίνδυνο
επιβολής αντιποίνων από άλλες χώρες. Το κόστος που θα πλήρωναν οι ΗΠΑ,
το παγκόσμιο εμπόριο και η αξιοπιστία του συστήματος συναλλαγών μπορεί
να αποδειχθεί πολύ υψηλό.
Ένα δεύτερο πεδίο ανησυχίας αφορά τη ρύθμιση του χρηματοπιστωτικού συστήματος. Ο κ. Tραμπ έχει υποστηρίξει την κατάργηση του νόμου Dodd-Frank (2010), ο οποίος αφορά την αντιμετώπιση της χρηματοπιστωτικής κρίσης μέσω ρυθμιστικών κανόνων. Πολλές εταιρείες του χρηματοπιστωτικού τομέα μισούν αυτόν τον νόμο. Ωστόσο, το ερώτημα είναι αν θα αντικατασταθεί από μια πιο αποτελεσματική εναλλακτική λύση ή θα έχουμε επιστροφή στην προ της κρίσης ασυδοσία για όλους.
Άν ισχύει το δεύτερο, σίγουρα θα αυξηθούν οι πιθανότητες μιας άλλης, πιθανώς μεγαλύτερης κρίσης. Ωστόσο, στο πεδίο της ρύθμισης του χρηματοπιστωτικού συστήματος, ο λαϊκισμός του κ. Τραμπ ίσως προστατεύσει τις ΗΠΑ από τα χειρότερα απορρυθμιστικα ένστικτα των Ρεπουμπλικανών του Κογκρέσου (και όχι το αντίστροφο, που ισχύει για πεδίο των διεθνών εμπορικών συναλλαγών).
Επίσης, ο κ. Tραμπ θέλει μεγάλη αύξηση των δαπανών για έργα υποδομών καθώς και φορολογικές ελαφρύνσεις. Το πρώτο θα ήταν επιθυμητό, ιδιαίτερα αν τα έργα θα είναι προσεκτικά επιλεγμένα και μελετημένα. Και θα ήταν πράγματι μεγάλη ειρωνεία, εάν ο κ. Tραμπ, με την υποστήριξη του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος στο Κογκρέσο, εφάρμοζε ακριβώς εκείνο το είδος πολιτικής, της Κεϋνσιανής δημοσιονομικής τόνωσης, στο οποίο ήταν αντίθετοι οι Ρεπουμπλικανοί του Κογκρέσου όταν το πρότεινε με εύλογα επιχειρήματα η διοίκηση του Μπαράκ Ομπάμα το 2009. Δυστυχώς, η χρονική στιγμή θα είναι τώρα πολύ λιγότερο ευνοϊκή, δεδομένου ότι η οικονομία των ΗΠΑ είναι σήμερα πολύ πιο κοντά στην πλήρη απασχόληση από ό,τι ήταν τότε.
Οι προτάσεις του για τη φορολογική πολιτική θα «βρέξουν» έναν καταιγισμό από τεράστια οφέλη στην μερίδα των ήδη πλούσιων Αμερικανών, όπως είναι ο ίδιος ο Τραμπ. Σύμφωνα με το Tax Policy Center, άν εφαρμοστούν τα πιο πρόσφατα σχέδιά του, το ετήσιο εισόδημα μετά τη φορολόγηση εκείνων που ανήκουν το μεσαίο 1/5 της κλίμακας των εισοδημάτων θα αυξηθεί κατά 1.010 $ ή κατά 1,8 %. Όμως το κορυφαίο 0,1 του πληθυσμού θα απολαύσει μια μέση φορολογική περικοπή περίπου 1,1 εκατομμυρίων $, δηλαδή πάνω από το 14 % των εισοδημάτων του μετά τη φορολόγηση. Η σωρευτική αύξηση του ομοσπονδιακού χρέους μέχρι το 2026 ίσως να φθάσει το 25 % του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος. Οι Ρεπουμπλικανοί του Κογκρέσου ίσως θελήσουν να αντισταθμίσουν αυτό το χρέος, τουλάχιστον εν μέρει, μειώνοντας τις δαπάνες, συμπεριλαμβανομένων των δαπανών κοινωνικής ασφάλισης και της υγείας. Αλλά ο κ. Tραμπ αντιτίθεται σ' αυτό.
Έτσι, ο λαϊκισμός του κ. Tραμπ συμπράττοντας με τη μανία φορολογικών περικοπών του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος, ίσως ανοίξουν το δρόμο σε μεγάλες και διαρκείς αυξήσεις των δημοσιονομικών ελλειμμάτων. Αν συμβεί αυτό, θα θέσει την Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ μπροστά σε μια μεγάλη πρόκληση. Η προφανής απάντηση είναι η πιο σφιχτή νομισματική πολιτική. Ο κ. Tραμπ έχει δηλώσει ότι το υποστηρίζει. Όμως, έχει δηλώσει επίσης ότι η οικονομία πρέπει να αναπτύσσεται με ρυθμό 4 % κάθε χρόνο. Αυτό φαίνεται αδύνατο, με δεδομένη την αργή μεγέθυνση του απασχολούμενου εργατικού δυναμικού.
Ένα δεύτερο πεδίο ανησυχίας αφορά τη ρύθμιση του χρηματοπιστωτικού συστήματος. Ο κ. Tραμπ έχει υποστηρίξει την κατάργηση του νόμου Dodd-Frank (2010), ο οποίος αφορά την αντιμετώπιση της χρηματοπιστωτικής κρίσης μέσω ρυθμιστικών κανόνων. Πολλές εταιρείες του χρηματοπιστωτικού τομέα μισούν αυτόν τον νόμο. Ωστόσο, το ερώτημα είναι αν θα αντικατασταθεί από μια πιο αποτελεσματική εναλλακτική λύση ή θα έχουμε επιστροφή στην προ της κρίσης ασυδοσία για όλους.
Άν ισχύει το δεύτερο, σίγουρα θα αυξηθούν οι πιθανότητες μιας άλλης, πιθανώς μεγαλύτερης κρίσης. Ωστόσο, στο πεδίο της ρύθμισης του χρηματοπιστωτικού συστήματος, ο λαϊκισμός του κ. Τραμπ ίσως προστατεύσει τις ΗΠΑ από τα χειρότερα απορρυθμιστικα ένστικτα των Ρεπουμπλικανών του Κογκρέσου (και όχι το αντίστροφο, που ισχύει για πεδίο των διεθνών εμπορικών συναλλαγών).
Επίσης, ο κ. Tραμπ θέλει μεγάλη αύξηση των δαπανών για έργα υποδομών καθώς και φορολογικές ελαφρύνσεις. Το πρώτο θα ήταν επιθυμητό, ιδιαίτερα αν τα έργα θα είναι προσεκτικά επιλεγμένα και μελετημένα. Και θα ήταν πράγματι μεγάλη ειρωνεία, εάν ο κ. Tραμπ, με την υποστήριξη του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος στο Κογκρέσο, εφάρμοζε ακριβώς εκείνο το είδος πολιτικής, της Κεϋνσιανής δημοσιονομικής τόνωσης, στο οποίο ήταν αντίθετοι οι Ρεπουμπλικανοί του Κογκρέσου όταν το πρότεινε με εύλογα επιχειρήματα η διοίκηση του Μπαράκ Ομπάμα το 2009. Δυστυχώς, η χρονική στιγμή θα είναι τώρα πολύ λιγότερο ευνοϊκή, δεδομένου ότι η οικονομία των ΗΠΑ είναι σήμερα πολύ πιο κοντά στην πλήρη απασχόληση από ό,τι ήταν τότε.
Οι προτάσεις του για τη φορολογική πολιτική θα «βρέξουν» έναν καταιγισμό από τεράστια οφέλη στην μερίδα των ήδη πλούσιων Αμερικανών, όπως είναι ο ίδιος ο Τραμπ. Σύμφωνα με το Tax Policy Center, άν εφαρμοστούν τα πιο πρόσφατα σχέδιά του, το ετήσιο εισόδημα μετά τη φορολόγηση εκείνων που ανήκουν το μεσαίο 1/5 της κλίμακας των εισοδημάτων θα αυξηθεί κατά 1.010 $ ή κατά 1,8 %. Όμως το κορυφαίο 0,1 του πληθυσμού θα απολαύσει μια μέση φορολογική περικοπή περίπου 1,1 εκατομμυρίων $, δηλαδή πάνω από το 14 % των εισοδημάτων του μετά τη φορολόγηση. Η σωρευτική αύξηση του ομοσπονδιακού χρέους μέχρι το 2026 ίσως να φθάσει το 25 % του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος. Οι Ρεπουμπλικανοί του Κογκρέσου ίσως θελήσουν να αντισταθμίσουν αυτό το χρέος, τουλάχιστον εν μέρει, μειώνοντας τις δαπάνες, συμπεριλαμβανομένων των δαπανών κοινωνικής ασφάλισης και της υγείας. Αλλά ο κ. Tραμπ αντιτίθεται σ' αυτό.
Έτσι, ο λαϊκισμός του κ. Tραμπ συμπράττοντας με τη μανία φορολογικών περικοπών του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος, ίσως ανοίξουν το δρόμο σε μεγάλες και διαρκείς αυξήσεις των δημοσιονομικών ελλειμμάτων. Αν συμβεί αυτό, θα θέσει την Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ μπροστά σε μια μεγάλη πρόκληση. Η προφανής απάντηση είναι η πιο σφιχτή νομισματική πολιτική. Ο κ. Tραμπ έχει δηλώσει ότι το υποστηρίζει. Όμως, έχει δηλώσει επίσης ότι η οικονομία πρέπει να αναπτύσσεται με ρυθμό 4 % κάθε χρόνο. Αυτό φαίνεται αδύνατο, με δεδομένη την αργή μεγέθυνση του απασχολούμενου εργατικού δυναμικού.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου