δημοσιεύθηκε στις ιστοσελίδες news247 και Athens Press,
αναδημοσίευση στην Αριστερή στρουθοκάμηλο
Η ακμάζουσα οικονομική κρίση πλήττει σ' όλη τη Γηραιά Ήπειρο
την ισορροπία των κοινωνικών δομών, ειδικότερα μέσα από την εξαθλίωση
της μεσαίας τάξης.
H τάση αυτή δεν αποτελεί εν δυνάμει κίνδυνο μόνον για την
κοινωνική συνοχή, αλλά κυρίως για την ίδια την υπόσταση της λεγόμενης
Δημοκρατίας Δυτικού τύπου.
Ο λόγος είναι ότι θίγεται μια τάξη που αποτελούσε
πάντοτε ένα «μαξιλάρι» απορρόφησης κραδασμών του ανταγωνισμού και της
σύγκρουσης των κοινωνικών ελίτ με τους κοινωνικά αδύναμους, προσφέροντας
στους τελευταίους τη δυνατότητα να ξεπεράσουν την εξαθλίωσή τους.
Στις περισσότερες καπιταλιστικές οικονομίες, η ετικέτα της μεσαίας τάξης εδράζεται σ' έναν οικονομικό ορισμό, ο οποίος βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στον τρόπο ζωής που μπορεί ν' αντέξει κάποιος οικονομικά. Ένα όμορφο σπίτι στα προάστια, δύο αυτοκίνητα, καλά σχολεία για τα παιδιά και μερικές εβδομάδες διακοπές κάπου μακριά και ηλιόλουστα, είναι οι παραδοσιακές απολαύσεις όταν πληρεί κανείς τα κριτήρια ένταξης στο status της μεσαίας τάξης. Στη «νεόπλουτη» εποχή, πήγαινε ακόμα καλύτερα ένα εξοχικό με πισίνα και ένα σκάφος, για να ατενίσει κανείς από κοντά το ταλαιπωρημένο Αιγαίο.
Στις περισσότερες καπιταλιστικές οικονομίες, η ετικέτα της μεσαίας τάξης εδράζεται σ' έναν οικονομικό ορισμό, ο οποίος βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στον τρόπο ζωής που μπορεί ν' αντέξει κάποιος οικονομικά. Ένα όμορφο σπίτι στα προάστια, δύο αυτοκίνητα, καλά σχολεία για τα παιδιά και μερικές εβδομάδες διακοπές κάπου μακριά και ηλιόλουστα, είναι οι παραδοσιακές απολαύσεις όταν πληρεί κανείς τα κριτήρια ένταξης στο status της μεσαίας τάξης. Στη «νεόπλουτη» εποχή, πήγαινε ακόμα καλύτερα ένα εξοχικό με πισίνα και ένα σκάφος, για να ατενίσει κανείς από κοντά το ταλαιπωρημένο Αιγαίο.
Ειδικότερα, όσον αφορά την χώρα μας, σημειώνει ο Τάκης
Θεοδωρόπουλος, η "πανίδα" της μεσαίας τάξης διέθετε κάποτε πλούσια "βιοποικιλότητα", περιέχοντας στους κόλπους της «τα πιο ετερόκλητα είδη,
από τον εμποράκο της γειτονιάς και τον ιδιοκτήτη άδειας ταξί, τον
καλλιεργητή με τα καλοκαιρινά ενοικιαζόμενα, τον καθηγητή μέσης ή και
ανωτάτης παιδείας, έως τον επιχειρηματία που είχε πιάσει την καλή, τον
δημόσιο υπάλληλο, τον αρμόδιο για τα τρισάγια ιερέα και …το
μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού της ωραίας χώρας»1.
Με την εμβάθυνση της κρίσης ωστόσο, η ποικιλομορφία της μεσαίας τάξης παραχώρησε την θέση της σε μια νέα δημογραφική κατηγορία, αποτελούμενη από ανθρώπους που κάποτε συγκαταλέγονταν στη μεσαία τάξη και τώρα έχουν περιθωριοποιηθεί. Όπως εύστοχα επισημαίνουν οι New York Times «πρόκειται για νεόπτωχους, που αναρριχήθηκαν στη μεσαία τάξη την εποχή των παχιών αγελάδων, αλλά στη συνέχεια κατακρημνίσθηκαν και πάλι οικονομικά. Γι’ αυτήν τη νέα τάξη, το χάσμα μεταξύ του βιοτικού επιπέδου που είχαν, και αυτού που θαέχουν μετά την κρίση, θα είναι τεράστιο και απογοητευτικό»2.
Η πτώση της μεσαίων στρωμάτων τροφοδοτεί μια νέα τάξη που ονομάζεται από τον κοινωνιολόγο Guy Standing «πρεκαριάτο»3. Στο πρεκαριάτο εντάσσονται εκείνες οι κατηγορίες ανθρώπων που ζουν και εργάζονται σε συνθήκες επισφάλειας, συχνά σε διαδοχικές βραχείας διάρκειας θέσεις εργασίας χωρίς να διαμορφώνουν σταθερή επαγγελματική ταυτότητα και συνείδηση, χωρίς καμία κοινωνική ασφάλιση και προστασία. Ο Standing όπως και άλλοι υποστηρίζουν ότι αυτά τα κοινωνικά στρώματα επιδρούν αποσταθεροποιητικά στην κοινωνία.
Οι άνθρωποι που ζήσανε με την οικονομική κρίση το ασανσέρ ραγδαίας κοινωνικής καθόδου, λογικά είναι οι πιο απογοητευμένοι, και επομένως πολύ ευάλωτοι στο κάλεσμα των σειρήνων των ακραίων πολιτικών κομμάτων.
Το πλήγμα για την κοινωνική δομή, αλλά και για το συνολικό πολιτικο-οικονομικό πλέγμα, ειδικότερα στην χώρα μας είναι τεράστιο, επειδή ακριβώς «η χώρα δεν διέθετε αριστοκρατία, πλην ορισμένων νεόπτωχων με βυζαντινά επίθετα, επειδή η αστική παράδοση ήταν αναιμική, χάρη στις αγροτικές καταβολές του πληθυσμού, το δε προλεταριάτο αντίστοιχο της ελάχιστης βιομηχανίας της, η μεσαία τάξη είχε κάθε λόγο να αισθάνεται, και να είναι, παντοδύναμη»4.
Μαζί με τους μέσους Έλληνες - άν και σε μικρότερο βαθμό - βρίσκονται πλέον όλο και περισσότεροι Ευρωπαίοι σε πορεία κοινωνικής κατολίσθησης, μετά από χρόνια υπερβολικής κατανάλωσης.
Η σύγχρονη κοινωνιολογία αναφέρεται στην εξέλιξη αυτή μεταξύ άλλων με τον όρο «missing class»5, χαμένη τάξη, η οποία αριθμεί δεκάδες εκατομμύρια στις ΗΠΑ, αλλά και στην Ευρώπη. Πριν από χρόνια, οι άνθρωποι αυτοί είχαν τη δυνατότητα της κοινωνικής ανόδου. Όμως το έδαφος στο οποίο πατούσαν ήταν ούτως ή άλλως ασταθές: Αρκούσε μια απόλυση, μια ασθένεια, ένα διαζύγιο, για να βρεθούν κάτω από το όριο της φτώχειας.
Οι ως άνω εξελίξεις δικαιολογημένα παράγουν μεγάλη αβεβαιότητα, αφού αφής τάση συρρίκνωσης της μεσαίας τάξης αρχίζει πλέον να φαίνεται και σε αριθμούς. Στη Γερμανία για παράδειγμα, την ισχυρότερη οικονομία της Ευρώπης, στο τέλος της δεκαετίας του 90, κατατάσσονταν το 64 % του πληθυσμού στη μεσαία τάξη. Αυτό το ποσοστό ορίζεται συνήθως, σύμφωνα με τον αριθμό των ανθρώπων που κερδίζουν μεταξύ του 70 % και 150 % του μέσου εισοδήματος μιας χώρας.
Εν τω μεταξύ, η Γερμανική μεσαία τάξη έχει συρρικνωθεί κατά 4,5 εκατομμύρια άτομα και συμπεριλαμβάνει λιγότερο από 60 % πληθυσμού.
Το μεγαλύτερο μέρος του μiκρομεσαίου πληθυσμού έχει κατολισθήσει εισοδηματικά και μόνο ένα μικρό κομμάτι είχε εισοδηματική άνοδο. Ανάλογη είναι η τάση στις περισσότερες χώρες του ΟΟΣΑ.
Υπάρχει μια πτώση της μεσαίας τάξης κατά λίγες εκατοστιαίες μονάδες: Αυτό εκ πρώτης όψεως μπορεί να μην προκαλεί αίσθηση δραματικότητας. Το πρόβλημα ωστόσο είναι, ότι παράλληλα εντείνεται η εξέλιξη της ελαστικοποίησης της εργασίας και των ευέλικτων αγορών εργασίας, ενώ το κράτος πρόνοιας αναδιαρθρώνεται. Όλα αυτά μαζί μειώνουν σημαντικά το πεδίο ανέσεων της μεσαίας τάξης.
Επιπλέον προστίθεται η αύξηση της εισοδηματικής ανισότητας, η οποία αναμένεται να συνεχιστεί αμείωτα.
Είναι χαρακτηριστικό ότι στο τέλος της δεκαετίας του ογδόντα, ένα κορυφαίο στέλεχος ενός μέσου ευρωπαϊκού χρηματιστηριακού οργανισμού κέρδιζε κατά μέσο όρο 14 φορές περισσότερα από το μέσο όρο των εργαζομένων της εταιρείας του. Σήμερα η αναλογία είναι 50 : 1.
Αυτό σημαίνει ότι οι ανώτερες εισοδηματικές τάξεις έχουν ωφεληθεί σημαντικά από την κρίση, ενώ οι μεσαίες τάξεις έμειναν στάσιμες ή κατολίσθησαν.
Κάποτε ο νομπελίστας οικονομολόγος Simon Kuznets αποτύπωσε την περίφημη καμπύλη Kuznets η οποία έδειχνε ότι η κραυγαλέα κοινωνική ανισότητα, σε εισόδημα και πλούτο μειώθηκε σημαντικά κατά τις πρώτες δεκαετίες μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο στις ανεπτυγμένες δυτικές χώρες.6
Για την μείωση της ανισότητας ευθυνόταν αφενός η πρωτοφανής έκρηξη της ευημερίας η οποία χαρακτηρίζεται με τον όρο «οικονομικό θαύμα» και αφετέρου, η επιτυχής παρεμβατικότητα του κράτους πρόνοιας.
Με βάση τα αισιόδοξα αποτελέσματα της έρευνας του, ο Kuznets τόλμησε την πρόγνωση ότι η εξομάλυνση της ανισότητας θα μπορούσε να συνεχιστεί και στο μέλλον. Δυστυχώς αυτή η πρόβλεψη διαψεύστηκε οικτρά, όπως επιβεβαιώνει άλλωστε η σημερινή οικονομική κρίση.
Η εξέλιξη αυτή ωστόσο δρομολογήθηκε νωρίτερα από διάφορους παράγοντες, και ιδίως από τις νεοφιλελεύθερες οικονομικές πολιτικές του προέδρου Ρέιγκαν και της πρωθυπουργού Θάτσερ.
Με την εμβάθυνση της κρίσης ωστόσο, η ποικιλομορφία της μεσαίας τάξης παραχώρησε την θέση της σε μια νέα δημογραφική κατηγορία, αποτελούμενη από ανθρώπους που κάποτε συγκαταλέγονταν στη μεσαία τάξη και τώρα έχουν περιθωριοποιηθεί. Όπως εύστοχα επισημαίνουν οι New York Times «πρόκειται για νεόπτωχους, που αναρριχήθηκαν στη μεσαία τάξη την εποχή των παχιών αγελάδων, αλλά στη συνέχεια κατακρημνίσθηκαν και πάλι οικονομικά. Γι’ αυτήν τη νέα τάξη, το χάσμα μεταξύ του βιοτικού επιπέδου που είχαν, και αυτού που θαέχουν μετά την κρίση, θα είναι τεράστιο και απογοητευτικό»2.
Η πτώση της μεσαίων στρωμάτων τροφοδοτεί μια νέα τάξη που ονομάζεται από τον κοινωνιολόγο Guy Standing «πρεκαριάτο»3. Στο πρεκαριάτο εντάσσονται εκείνες οι κατηγορίες ανθρώπων που ζουν και εργάζονται σε συνθήκες επισφάλειας, συχνά σε διαδοχικές βραχείας διάρκειας θέσεις εργασίας χωρίς να διαμορφώνουν σταθερή επαγγελματική ταυτότητα και συνείδηση, χωρίς καμία κοινωνική ασφάλιση και προστασία. Ο Standing όπως και άλλοι υποστηρίζουν ότι αυτά τα κοινωνικά στρώματα επιδρούν αποσταθεροποιητικά στην κοινωνία.
Οι άνθρωποι που ζήσανε με την οικονομική κρίση το ασανσέρ ραγδαίας κοινωνικής καθόδου, λογικά είναι οι πιο απογοητευμένοι, και επομένως πολύ ευάλωτοι στο κάλεσμα των σειρήνων των ακραίων πολιτικών κομμάτων.
Το πλήγμα για την κοινωνική δομή, αλλά και για το συνολικό πολιτικο-οικονομικό πλέγμα, ειδικότερα στην χώρα μας είναι τεράστιο, επειδή ακριβώς «η χώρα δεν διέθετε αριστοκρατία, πλην ορισμένων νεόπτωχων με βυζαντινά επίθετα, επειδή η αστική παράδοση ήταν αναιμική, χάρη στις αγροτικές καταβολές του πληθυσμού, το δε προλεταριάτο αντίστοιχο της ελάχιστης βιομηχανίας της, η μεσαία τάξη είχε κάθε λόγο να αισθάνεται, και να είναι, παντοδύναμη»4.
Μαζί με τους μέσους Έλληνες - άν και σε μικρότερο βαθμό - βρίσκονται πλέον όλο και περισσότεροι Ευρωπαίοι σε πορεία κοινωνικής κατολίσθησης, μετά από χρόνια υπερβολικής κατανάλωσης.
Η σύγχρονη κοινωνιολογία αναφέρεται στην εξέλιξη αυτή μεταξύ άλλων με τον όρο «missing class»5, χαμένη τάξη, η οποία αριθμεί δεκάδες εκατομμύρια στις ΗΠΑ, αλλά και στην Ευρώπη. Πριν από χρόνια, οι άνθρωποι αυτοί είχαν τη δυνατότητα της κοινωνικής ανόδου. Όμως το έδαφος στο οποίο πατούσαν ήταν ούτως ή άλλως ασταθές: Αρκούσε μια απόλυση, μια ασθένεια, ένα διαζύγιο, για να βρεθούν κάτω από το όριο της φτώχειας.
Οι ως άνω εξελίξεις δικαιολογημένα παράγουν μεγάλη αβεβαιότητα, αφού αφής τάση συρρίκνωσης της μεσαίας τάξης αρχίζει πλέον να φαίνεται και σε αριθμούς. Στη Γερμανία για παράδειγμα, την ισχυρότερη οικονομία της Ευρώπης, στο τέλος της δεκαετίας του 90, κατατάσσονταν το 64 % του πληθυσμού στη μεσαία τάξη. Αυτό το ποσοστό ορίζεται συνήθως, σύμφωνα με τον αριθμό των ανθρώπων που κερδίζουν μεταξύ του 70 % και 150 % του μέσου εισοδήματος μιας χώρας.
Εν τω μεταξύ, η Γερμανική μεσαία τάξη έχει συρρικνωθεί κατά 4,5 εκατομμύρια άτομα και συμπεριλαμβάνει λιγότερο από 60 % πληθυσμού.
Το μεγαλύτερο μέρος του μiκρομεσαίου πληθυσμού έχει κατολισθήσει εισοδηματικά και μόνο ένα μικρό κομμάτι είχε εισοδηματική άνοδο. Ανάλογη είναι η τάση στις περισσότερες χώρες του ΟΟΣΑ.
Υπάρχει μια πτώση της μεσαίας τάξης κατά λίγες εκατοστιαίες μονάδες: Αυτό εκ πρώτης όψεως μπορεί να μην προκαλεί αίσθηση δραματικότητας. Το πρόβλημα ωστόσο είναι, ότι παράλληλα εντείνεται η εξέλιξη της ελαστικοποίησης της εργασίας και των ευέλικτων αγορών εργασίας, ενώ το κράτος πρόνοιας αναδιαρθρώνεται. Όλα αυτά μαζί μειώνουν σημαντικά το πεδίο ανέσεων της μεσαίας τάξης.
Επιπλέον προστίθεται η αύξηση της εισοδηματικής ανισότητας, η οποία αναμένεται να συνεχιστεί αμείωτα.
Είναι χαρακτηριστικό ότι στο τέλος της δεκαετίας του ογδόντα, ένα κορυφαίο στέλεχος ενός μέσου ευρωπαϊκού χρηματιστηριακού οργανισμού κέρδιζε κατά μέσο όρο 14 φορές περισσότερα από το μέσο όρο των εργαζομένων της εταιρείας του. Σήμερα η αναλογία είναι 50 : 1.
Αυτό σημαίνει ότι οι ανώτερες εισοδηματικές τάξεις έχουν ωφεληθεί σημαντικά από την κρίση, ενώ οι μεσαίες τάξεις έμειναν στάσιμες ή κατολίσθησαν.
Κάποτε ο νομπελίστας οικονομολόγος Simon Kuznets αποτύπωσε την περίφημη καμπύλη Kuznets η οποία έδειχνε ότι η κραυγαλέα κοινωνική ανισότητα, σε εισόδημα και πλούτο μειώθηκε σημαντικά κατά τις πρώτες δεκαετίες μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο στις ανεπτυγμένες δυτικές χώρες.6
Για την μείωση της ανισότητας ευθυνόταν αφενός η πρωτοφανής έκρηξη της ευημερίας η οποία χαρακτηρίζεται με τον όρο «οικονομικό θαύμα» και αφετέρου, η επιτυχής παρεμβατικότητα του κράτους πρόνοιας.
Με βάση τα αισιόδοξα αποτελέσματα της έρευνας του, ο Kuznets τόλμησε την πρόγνωση ότι η εξομάλυνση της ανισότητας θα μπορούσε να συνεχιστεί και στο μέλλον. Δυστυχώς αυτή η πρόβλεψη διαψεύστηκε οικτρά, όπως επιβεβαιώνει άλλωστε η σημερινή οικονομική κρίση.
Η εξέλιξη αυτή ωστόσο δρομολογήθηκε νωρίτερα από διάφορους παράγοντες, και ιδίως από τις νεοφιλελεύθερες οικονομικές πολιτικές του προέδρου Ρέιγκαν και της πρωθυπουργού Θάτσερ.
Όλα αυτά οδηγούν σε μια γενικευμένη αβεβαιότητα και σε
εντελώς ασταθείς πολιτικές συμπεριφορές, με έντονη κινητικότητα στα
άκρα.
Οι συνέπειες για τις κοινωνίες όταν διαστρωματικό κέντρο τους χάνεται, είναι πρόδηλες και σημαντικές.
Γνωρίζουμε από τη συγκριτική πολιτική ανάλυση, ότι οι δημοκρατίες είναι πάντα ιδιαίτερα σταθερές όταν υπάρχει μια μεγάλη μεσαία τάξη, διότι απορροφά τους κραδασμούς που γεννά η ανισότητα και η ανισομερής κατανομή των αγαθών, στηρίζοντας τη δημοκρατία. Η ύπαρξη μιας πολυπληθούς μεσαίας τάξης, είναι επίσης θετική για την εγχώρια κατανάλωση και την ζήτηση για εκπαίδευση και κατάρτιση.
Εντούτοις, η αυξανόμενη κοινωνική ανισότητα μπορεί να μετεξελιχθεί σε ένα μεγάλο οικονομικό πρόβλημα. Εν προκειμένω αναπαράγεται ένα φαινόμενο μιμητισμού της μεσαίας τάξης, για να καλύψει φαινομενικά την εισοδηματική οπισθοδρόμηση μέσα από την υπερκατανάλωση πέραν των πραγματικών δυνατοτήτων, με αποτέλεσμα την υπερχρέωση.
Το φαινόμενο αυτό παρατηρήθηκε ειδικότερα στις ΗΠΑ το 2008 και προκάλεσε μεταξύ άλλων την οικονομική κρίση.
Επιπλέον με την αυξανόμενη ανισότητα, εμφανίζονται δυναστικές δομές, επειδή η κοινωνική διαπερατότητα και κινητικότητα μειώνεται.
Δημιουργείται ένα είδος (νεο)φεουδαρχικής κοινωνίας, στην οποία οι κοινωνικές θέσεις κληρονομούνται.
Αυτό σημαίνει ότι το κίνητρο εκείνων που βρίσκονται στα κατώτερα επίπεδα της κοινωνικής πυραμίδας, εξαφανίζεται, επειδή δεν βλέπουν καμία απολύτως δυνατότητα να ανελιχθούν. Επομένως δεν καταβάλουν πλέον καμία προσπάθεια.
Η κοινωνία χάνει μέσα από αυτή την κοινωνική διαδικασία αδρανοποίησης, πολλούς ταλαντούχους, δημιουργικούς, ενεργητικούς ανθρώπους.
Είναι προφανές ότι η επίδραση της κρίσης δεν επέφερε ακόμα στην Βόρεια Ευρώπη τα δραματικά κοινωνικά αποτελέσματα που παρατηρούνται στον Νότο και ειδικά την Ελλάδα.
Στην Βόρεια Ευρώπη επικρατεί περισσότερο ο μακροπρόθεσμος φόβος της απώλειας και λιγότερο η άμεση απώλεια που παρατηρούμε στην Ιταλία, την Ισπανία ή την Ελλάδα.
Ακόμα και στην Βόρεια Ευρώπη χάνεται απολύτως η πίστη στο μέλλον.
Μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο είχαμε στην Γηραιά Ήπειρο μια πολύ μακρά περίοδο της συλλογικής ανέλιξης.
Κοινωνιολογικά η διαδικασία αυτή αποκαλείται ως επίδραση του ανελκυστήρα (Ulrich Beck - Fahrstuhleffekt).
Οι συνέπειες για τις κοινωνίες όταν διαστρωματικό κέντρο τους χάνεται, είναι πρόδηλες και σημαντικές.
Γνωρίζουμε από τη συγκριτική πολιτική ανάλυση, ότι οι δημοκρατίες είναι πάντα ιδιαίτερα σταθερές όταν υπάρχει μια μεγάλη μεσαία τάξη, διότι απορροφά τους κραδασμούς που γεννά η ανισότητα και η ανισομερής κατανομή των αγαθών, στηρίζοντας τη δημοκρατία. Η ύπαρξη μιας πολυπληθούς μεσαίας τάξης, είναι επίσης θετική για την εγχώρια κατανάλωση και την ζήτηση για εκπαίδευση και κατάρτιση.
Εντούτοις, η αυξανόμενη κοινωνική ανισότητα μπορεί να μετεξελιχθεί σε ένα μεγάλο οικονομικό πρόβλημα. Εν προκειμένω αναπαράγεται ένα φαινόμενο μιμητισμού της μεσαίας τάξης, για να καλύψει φαινομενικά την εισοδηματική οπισθοδρόμηση μέσα από την υπερκατανάλωση πέραν των πραγματικών δυνατοτήτων, με αποτέλεσμα την υπερχρέωση.
Το φαινόμενο αυτό παρατηρήθηκε ειδικότερα στις ΗΠΑ το 2008 και προκάλεσε μεταξύ άλλων την οικονομική κρίση.
Επιπλέον με την αυξανόμενη ανισότητα, εμφανίζονται δυναστικές δομές, επειδή η κοινωνική διαπερατότητα και κινητικότητα μειώνεται.
Δημιουργείται ένα είδος (νεο)φεουδαρχικής κοινωνίας, στην οποία οι κοινωνικές θέσεις κληρονομούνται.
Αυτό σημαίνει ότι το κίνητρο εκείνων που βρίσκονται στα κατώτερα επίπεδα της κοινωνικής πυραμίδας, εξαφανίζεται, επειδή δεν βλέπουν καμία απολύτως δυνατότητα να ανελιχθούν. Επομένως δεν καταβάλουν πλέον καμία προσπάθεια.
Η κοινωνία χάνει μέσα από αυτή την κοινωνική διαδικασία αδρανοποίησης, πολλούς ταλαντούχους, δημιουργικούς, ενεργητικούς ανθρώπους.
Είναι προφανές ότι η επίδραση της κρίσης δεν επέφερε ακόμα στην Βόρεια Ευρώπη τα δραματικά κοινωνικά αποτελέσματα που παρατηρούνται στον Νότο και ειδικά την Ελλάδα.
Στην Βόρεια Ευρώπη επικρατεί περισσότερο ο μακροπρόθεσμος φόβος της απώλειας και λιγότερο η άμεση απώλεια που παρατηρούμε στην Ιταλία, την Ισπανία ή την Ελλάδα.
Ακόμα και στην Βόρεια Ευρώπη χάνεται απολύτως η πίστη στο μέλλον.
Μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο είχαμε στην Γηραιά Ήπειρο μια πολύ μακρά περίοδο της συλλογικής ανέλιξης.
Κοινωνιολογικά η διαδικασία αυτή αποκαλείται ως επίδραση του ανελκυστήρα (Ulrich Beck - Fahrstuhleffekt).
Οι αποστάσεις μεταξύ των ομάδων παρέμειναν ίδιες. Όμως όλες μαζί ανέβηκαν πολλούς ορόφους.
Σήμερα αντίθετα τα παιδιά της μεσαίας τάξης που μεγαλώνουν, δεν μπορούν να ελπίσουν με βεβαιότητα ότι θα είναι σε καλύτερη θέση από τους γονείς τους και πρέπει να δουλέψουν πολύ σκληρά για να κρατήσουν κάποια ανεκτή θέση.
Οι εξελίξεις αυτές βέβαια και ο σκληρότερος κοινωνικός ανταγωνισμός δεν έπεσαν ξαφνικά από τον ουρανό.
Μεγάλα τμήματα της μεσαίας τάξης υποστήριξαν κατά το παρελθόν σε όλη την Ευρώπη τις περικοπές φόρων, τις περικοπές στις κοινωνικές υπηρεσίες και παροχές και την απορρύθμιση των τελευταίων δεκαετιών.
Το έκαναν επειδή υπέκυψαν στο δέλεαρ της αγοράς.
Αν πάμε 10 -15 χρόνια πίσω, θα θυμηθούμε ότι οι νέες αγορές άκμαζαν. Ξαφνικά, άπαντες ήθελαν να είναι ιδιοκτήτες μετοχών και αποθεματικών.
Ιδιωτικές ασφαλιστικές εταιρείες δελέαζαν με μεγάλες συνταξιοδοτικές αποδόσεις και πολλοί άνθρωποι άρχισαν να κερδοσκοπούν σε ακίνητη περιουσία. Στην Ελλάδα είχαμε την περίφημη περίοδο του Χρηματιστηρίου, η οποία εδράστηκε σε προσδοκίες ανόδου της μεσαίας τάξης.
Πολλοί πίστεψαν εκείνη την περίοδο ότι δεν χρειάζεται πλέον το κράτος. Εντούτοις και πάλι επωφελήθηκαν κυρίως οι πολύ πλούσιοι.
Δεν χρειαζόταν άλλωστε να είναι μάντης κανείς για να το προβλέψει. Ωστόσο επικράτησε η νεοφιλελεύθερη προσέγγιση, σύμφωνα με την οποία η συσσώρευση πλούτου για τους πλουσίους αποτελεί προϋπόθεση για να διαχυθεί κάποτε ένα μερίδιο ευημερίας προς τα κατώτερα στρώματα.
Επομένως, η ανισότητα έγινε τότε αποδεκτή με μια σχετική ανοχή. Σήμερα όμως έρχεται ο λογαριασμός και είναι τεράστιος.
Κατά μία έννοια η μεσαία τάξη προδόθηκε και αυταπατήθηκε, συμμετέχοντας στο νεοφιλελεύθερο εγχείρημα στα πλαίσια μιας αμφίσημης διαδικασίας.
Η μεσαία τάξη εξακολουθεί να συγκροτείται ως έναν βαθμό στο πλαίσιο της μισθωτής εργασίας και εξαρτάται από μισθούς. Στην ουσία χρειάζεται την προστασία του κράτους. Από την άλλη πλευρά όμως, μια μερίδα της είναι κάτοχος σημαντικής περιουσίας, ασχολείται ως μικροεπενδυτής και έχει πιθανή κληρονομιά.
Από την άλλη πλευρά, το κράτος ως ενεργός δρών έχει όλο και λιγότερα περιθώρια για ελιγμούς, αφού αποδυναμώνεται διαχρονικά, και τώρα την στιγμή της κρίσης που απαιτείται η παρέμβαση του δεν είναι διαθέσιμο σε επαρκή βαθμό.
Πολλά Ευρωπαϊκά κράτη λόγω της υπερχρέωσης δεν είναι σε θέση να διαθέσουν τους πόρους και τις απαιτούμενες ρυθμίσεις για να εξασφαλιστεί μακροπρόθεσμα η μεσαία τάξη τους για την αντιμετώπιση των μακροπρόθεσμων δανείων.
Σήμερα αντίθετα τα παιδιά της μεσαίας τάξης που μεγαλώνουν, δεν μπορούν να ελπίσουν με βεβαιότητα ότι θα είναι σε καλύτερη θέση από τους γονείς τους και πρέπει να δουλέψουν πολύ σκληρά για να κρατήσουν κάποια ανεκτή θέση.
Οι εξελίξεις αυτές βέβαια και ο σκληρότερος κοινωνικός ανταγωνισμός δεν έπεσαν ξαφνικά από τον ουρανό.
Μεγάλα τμήματα της μεσαίας τάξης υποστήριξαν κατά το παρελθόν σε όλη την Ευρώπη τις περικοπές φόρων, τις περικοπές στις κοινωνικές υπηρεσίες και παροχές και την απορρύθμιση των τελευταίων δεκαετιών.
Το έκαναν επειδή υπέκυψαν στο δέλεαρ της αγοράς.
Αν πάμε 10 -15 χρόνια πίσω, θα θυμηθούμε ότι οι νέες αγορές άκμαζαν. Ξαφνικά, άπαντες ήθελαν να είναι ιδιοκτήτες μετοχών και αποθεματικών.
Ιδιωτικές ασφαλιστικές εταιρείες δελέαζαν με μεγάλες συνταξιοδοτικές αποδόσεις και πολλοί άνθρωποι άρχισαν να κερδοσκοπούν σε ακίνητη περιουσία. Στην Ελλάδα είχαμε την περίφημη περίοδο του Χρηματιστηρίου, η οποία εδράστηκε σε προσδοκίες ανόδου της μεσαίας τάξης.
Πολλοί πίστεψαν εκείνη την περίοδο ότι δεν χρειάζεται πλέον το κράτος. Εντούτοις και πάλι επωφελήθηκαν κυρίως οι πολύ πλούσιοι.
Δεν χρειαζόταν άλλωστε να είναι μάντης κανείς για να το προβλέψει. Ωστόσο επικράτησε η νεοφιλελεύθερη προσέγγιση, σύμφωνα με την οποία η συσσώρευση πλούτου για τους πλουσίους αποτελεί προϋπόθεση για να διαχυθεί κάποτε ένα μερίδιο ευημερίας προς τα κατώτερα στρώματα.
Επομένως, η ανισότητα έγινε τότε αποδεκτή με μια σχετική ανοχή. Σήμερα όμως έρχεται ο λογαριασμός και είναι τεράστιος.
Κατά μία έννοια η μεσαία τάξη προδόθηκε και αυταπατήθηκε, συμμετέχοντας στο νεοφιλελεύθερο εγχείρημα στα πλαίσια μιας αμφίσημης διαδικασίας.
Η μεσαία τάξη εξακολουθεί να συγκροτείται ως έναν βαθμό στο πλαίσιο της μισθωτής εργασίας και εξαρτάται από μισθούς. Στην ουσία χρειάζεται την προστασία του κράτους. Από την άλλη πλευρά όμως, μια μερίδα της είναι κάτοχος σημαντικής περιουσίας, ασχολείται ως μικροεπενδυτής και έχει πιθανή κληρονομιά.
Από την άλλη πλευρά, το κράτος ως ενεργός δρών έχει όλο και λιγότερα περιθώρια για ελιγμούς, αφού αποδυναμώνεται διαχρονικά, και τώρα την στιγμή της κρίσης που απαιτείται η παρέμβαση του δεν είναι διαθέσιμο σε επαρκή βαθμό.
Πολλά Ευρωπαϊκά κράτη λόγω της υπερχρέωσης δεν είναι σε θέση να διαθέσουν τους πόρους και τις απαιτούμενες ρυθμίσεις για να εξασφαλιστεί μακροπρόθεσμα η μεσαία τάξη τους για την αντιμετώπιση των μακροπρόθεσμων δανείων.
Το αποτέλεσμα είναι ν' ανακύπτουν σοβαρότατα προβλήματα για
τη Δημοκρατία. Στις υπερχρεωμένες χώρες της Νότιας Ευρώπης για
παράδειγμα, δεν κυβερνούν οι κυβερνήσεις στο όνομα του λαού, αλλά η
Τρόικα, οι οργανισμοί αξιολόγησης, η ΕΚΤ, μεγάλοι επενδυτές - που
επιβάλουν σε αυτές τις χώρες, πως θα αναδιαρθρώσουν την αγορά εργασίας,
ποιά θα είναι τα όρια ηλικίας για την συνταξιοδότηση, πως θ' αξιολογείται η κοινωνική στήριξη ευπαθών ομάδων, πως θα λειτουργεί η
ασφάλιση υγείας.
Αυτό όμως σημαίνει ότι η πολιτική δεν είναι πλέον αυτό που
έπρεπε να είναι, δηλαδή μια διαδικασία λήψης αποφάσεων εντός του
εκλογικού σώματος. Η πολιτική σε αυτές τις χώρες επιβάλλεται πλέον μόνον
από το εξωτερικό, κυρίως με οικονομικές προστακτικές.
Το παράδοξο είναι, ότι στο πεδίο αυτό έχουν την σκανδάλη στα χέρια τους οι ίδιοι εκείνοι παράγοντες της χρηματοπιστωτικής αγοράς, οι οποίοι δρουν με τα χρήματα της μεσαίας τάξης. Αυτό σημαίνει ότι η μεσαία τάξη παροπλίζεται εν μέρει μόνη της, επειδή ως επενδυτής έχει διαμετρικά αντίθετα συμφέροντα από ότι ως πολίτης ενός κράτους.
Η απροθυμία των Βορείων κρατών και ιδίως της Γερμανίας, να βοηθήσουν αποτελεσματικά τα υπερχρεωμένα Ευρωπαϊκά κράτη, είναι ενδεχομένως μια συνέπεια της αβεβαιότητας και της αποδυνάμωσης της μεσαίας τάξης.
Φυσικά η αλληλεγγύη είναι πάντα συνδεδεμένη με την κατάσταση των χωρών - χρηματοδοτών.
Όταν επικρατεί στο εσωτερικό των χωρών αυτών η σύγχυση και ανασφάλεια στην μεγαλύτερη μερίδα των πολιτών, τότε η ανεκτικότητα και η προθυμία για αλληλεγγύη μειώνεται. Από αυτή την εσωτερική ανασφάλεια της μεσαίας κυρίως τάξης στις χώρες του Βορρά, απορρέουν τελικά οι αυστηρές και οι λεπτομερείς προστακτικές συμπεριφοράς, που επιβάλλονται σήμερα σε χώρες όπως η Ελλάδα.
Ωστόσο είναι προφανές ότι γίνεται ένας εντελώς εσφαλμένος υπολογισμός της προσαρμοστικότητας των κοινωνιών.
Η απαίτηση ολικής αναμόρφωσης απέναντι στις χώρες που λαμβάνουν βοήθεια, προσκρούει στο αντικειμενικό δεδομένο, ότι καμία κοινωνία δεν μπορεί να ανακαλύψει εκ νέου τον εαυτό της εν μία νυκτί.
Πράγματι, η ανυπομονησία με την Ελλάδα, ειδικά στη Γερμανία, αυξάνει συνεχώς, ανεξάρτητα από το γεγονός ότι το κλίμα μεταξύ των δύο χωρών έχει κάπως εξομαλυνθεί.
Σαφέστατα βρισκόμαστε μπροστά σε ένα σταυροδρόμι. Η Βόρεια Ευρώπη με ηγέτιδα την Γερμανία, έχει την επιλογή να αποδεχτεί την μακροπρόθεσμη υποστήριξη των χωρών του Νότου ή να αποδεχτεί τον διχασμό και τη διάσπαση της Ενωμένης Ευρώπης, δείχνοντας αδιαφορία απέναντι στα προβλήματα.
Στο σκεπτικισμό γύρω από τη μεταβίβαση αρμοδιοτήτων προς την Ευρώπη, πρέπει να αντιτείνουμε το επιχείρημα ότι η μοναδική εναλλακτική λύση συνδέεται με δημοκρατικά αποδιαρθρωμένα κράτη, υπό την πίεση των χρηματοπιστωτικών αγορών και τον ανελέητο ανταγωνισμό με άλλες περιοχές του πλανήτη.
Είναι προφανές ότι η καλύτερη εναλλακτική λύση είναι μια διαδικασία εξευρωπαϊσμού με μεγαλύτερη έμφαση στην συνεργασία.
Στο πλαίσιο αυτό τα κράτη της Νότιας Ευρώπης δεν μπορούν να ανακτήσουν τα περιθώριο ελιγμών τους, δηλαδή το δυναμικό κυριαρχίας τους, αποκλειστικά μέσα από μια δημοσιονομική εξυγίανση που στηρίζεται σε περικοπές παροχών σε ανέργους, ασθενείς, ηλικιωμένους και νοικοκυριά, υπό την πίεση των χρηματοπιστωτικών αγορών.
Με άλλα λόγια, η μονομερής λιτότητα είναι ένας τρόπος για απομόχλευση του χρέους, ο οποίος φυσικά παροπλίζει τη μεσαία τάξη σε όλα τα επίπεδα.
Η έντονη δυσαρέσκεια ενάντια στις ασκούμενες πολιτικές έχει να κάνει σαφώς με το γεγονός ότι επιβαρύνονται οι απλοί πολίτες, ενώ οι «προνομιούχοι» της οικονομικής κρίσης μένουν σχεδόν απείραχτοι.
Ο εναλλακτικός δρόμος συνδέεται με έναν αναπροσανατολισμό σχετικά με την χρηματοδότηση του κράτους. Ειδικά ο υψηλός ιδιωτικός πλούτος, οι μεγάλες κληρονομιές και τα υψηλά εισοδήματα, θα μπορούσαν να επιβαρυνθούν περισσότερο μέσα από έξυπνα συστήματα εισφοράς όπως είναι ο φόρος Tobin, o ειδικός φόρος αλληλεγγύης υψηλών εισοδημάτων, ο φόρος μεγάλης ακίνητης περιουσίας κατά το ευρωπαϊκό πρότυπο, και ο εξονυχιστικός έλεγχος των ενδο-ομιλικών συναλλαγών των πολυεθνικών.
Στη Γερμανία για παράδειγμα, υπάρχει μια ιδιωτική ιδιοκτησία στο ύψος των 8 τρισεκατομμυρίων ευρώ, ενώ το δημόσιο χρέος της χώρας είναι 2 τρισ. ευρώ.
Αυτό ο ιδιωτικός πλούτος είναι εξαιρετικά άνισα κατανεμημένος. Το 10 % των πλουσίων κατέχει το 60 % του συνολικού ενεργητικού πλούτου. Την ίδια στιγμή η ψαλίδα θα συνεχίσει να ανοίγει - κυρίως λόγω των κληρονομιών.
Το παράδοξο είναι, ότι στο πεδίο αυτό έχουν την σκανδάλη στα χέρια τους οι ίδιοι εκείνοι παράγοντες της χρηματοπιστωτικής αγοράς, οι οποίοι δρουν με τα χρήματα της μεσαίας τάξης. Αυτό σημαίνει ότι η μεσαία τάξη παροπλίζεται εν μέρει μόνη της, επειδή ως επενδυτής έχει διαμετρικά αντίθετα συμφέροντα από ότι ως πολίτης ενός κράτους.
Η απροθυμία των Βορείων κρατών και ιδίως της Γερμανίας, να βοηθήσουν αποτελεσματικά τα υπερχρεωμένα Ευρωπαϊκά κράτη, είναι ενδεχομένως μια συνέπεια της αβεβαιότητας και της αποδυνάμωσης της μεσαίας τάξης.
Φυσικά η αλληλεγγύη είναι πάντα συνδεδεμένη με την κατάσταση των χωρών - χρηματοδοτών.
Όταν επικρατεί στο εσωτερικό των χωρών αυτών η σύγχυση και ανασφάλεια στην μεγαλύτερη μερίδα των πολιτών, τότε η ανεκτικότητα και η προθυμία για αλληλεγγύη μειώνεται. Από αυτή την εσωτερική ανασφάλεια της μεσαίας κυρίως τάξης στις χώρες του Βορρά, απορρέουν τελικά οι αυστηρές και οι λεπτομερείς προστακτικές συμπεριφοράς, που επιβάλλονται σήμερα σε χώρες όπως η Ελλάδα.
Ωστόσο είναι προφανές ότι γίνεται ένας εντελώς εσφαλμένος υπολογισμός της προσαρμοστικότητας των κοινωνιών.
Η απαίτηση ολικής αναμόρφωσης απέναντι στις χώρες που λαμβάνουν βοήθεια, προσκρούει στο αντικειμενικό δεδομένο, ότι καμία κοινωνία δεν μπορεί να ανακαλύψει εκ νέου τον εαυτό της εν μία νυκτί.
Πράγματι, η ανυπομονησία με την Ελλάδα, ειδικά στη Γερμανία, αυξάνει συνεχώς, ανεξάρτητα από το γεγονός ότι το κλίμα μεταξύ των δύο χωρών έχει κάπως εξομαλυνθεί.
Σαφέστατα βρισκόμαστε μπροστά σε ένα σταυροδρόμι. Η Βόρεια Ευρώπη με ηγέτιδα την Γερμανία, έχει την επιλογή να αποδεχτεί την μακροπρόθεσμη υποστήριξη των χωρών του Νότου ή να αποδεχτεί τον διχασμό και τη διάσπαση της Ενωμένης Ευρώπης, δείχνοντας αδιαφορία απέναντι στα προβλήματα.
Στο σκεπτικισμό γύρω από τη μεταβίβαση αρμοδιοτήτων προς την Ευρώπη, πρέπει να αντιτείνουμε το επιχείρημα ότι η μοναδική εναλλακτική λύση συνδέεται με δημοκρατικά αποδιαρθρωμένα κράτη, υπό την πίεση των χρηματοπιστωτικών αγορών και τον ανελέητο ανταγωνισμό με άλλες περιοχές του πλανήτη.
Είναι προφανές ότι η καλύτερη εναλλακτική λύση είναι μια διαδικασία εξευρωπαϊσμού με μεγαλύτερη έμφαση στην συνεργασία.
Στο πλαίσιο αυτό τα κράτη της Νότιας Ευρώπης δεν μπορούν να ανακτήσουν τα περιθώριο ελιγμών τους, δηλαδή το δυναμικό κυριαρχίας τους, αποκλειστικά μέσα από μια δημοσιονομική εξυγίανση που στηρίζεται σε περικοπές παροχών σε ανέργους, ασθενείς, ηλικιωμένους και νοικοκυριά, υπό την πίεση των χρηματοπιστωτικών αγορών.
Με άλλα λόγια, η μονομερής λιτότητα είναι ένας τρόπος για απομόχλευση του χρέους, ο οποίος φυσικά παροπλίζει τη μεσαία τάξη σε όλα τα επίπεδα.
Η έντονη δυσαρέσκεια ενάντια στις ασκούμενες πολιτικές έχει να κάνει σαφώς με το γεγονός ότι επιβαρύνονται οι απλοί πολίτες, ενώ οι «προνομιούχοι» της οικονομικής κρίσης μένουν σχεδόν απείραχτοι.
Ο εναλλακτικός δρόμος συνδέεται με έναν αναπροσανατολισμό σχετικά με την χρηματοδότηση του κράτους. Ειδικά ο υψηλός ιδιωτικός πλούτος, οι μεγάλες κληρονομιές και τα υψηλά εισοδήματα, θα μπορούσαν να επιβαρυνθούν περισσότερο μέσα από έξυπνα συστήματα εισφοράς όπως είναι ο φόρος Tobin, o ειδικός φόρος αλληλεγγύης υψηλών εισοδημάτων, ο φόρος μεγάλης ακίνητης περιουσίας κατά το ευρωπαϊκό πρότυπο, και ο εξονυχιστικός έλεγχος των ενδο-ομιλικών συναλλαγών των πολυεθνικών.
Στη Γερμανία για παράδειγμα, υπάρχει μια ιδιωτική ιδιοκτησία στο ύψος των 8 τρισεκατομμυρίων ευρώ, ενώ το δημόσιο χρέος της χώρας είναι 2 τρισ. ευρώ.
Αυτό ο ιδιωτικός πλούτος είναι εξαιρετικά άνισα κατανεμημένος. Το 10 % των πλουσίων κατέχει το 60 % του συνολικού ενεργητικού πλούτου. Την ίδια στιγμή η ψαλίδα θα συνεχίσει να ανοίγει - κυρίως λόγω των κληρονομιών.
Ακόμη και μια μικρή μετατόπιση της φορολογικής επιβάρυνσης - και δεν μιλάμε για μια εντατική αναδιανομή - μπορεί να
δημιουργήσει ουσιαστική θεραπεία και να απαλύνει την Γερμανική μεσαία
τάξη από το βάρος. Μια τέτοια ασήμαντη μετατόπιση της φορολόγησης στην
Γερμανία εις βάρος των πλουσίων, σε κάθε περίπτωση θα διεύρυνε τα όρια
ανοχής της Γερμανικής κοινωνίας απέναντι στο Ελληνικό πρόβλημα. Βλέπουμε
λοιπόν πόσο μεγάλη σημασία παίζει η πολιτική έξω από τα Ελληνικά
σύνορα. Καλό είναι λοιπόν, οι Ελληνικές πολιτικές παρατάξεις, ανεξαρτήτως
ιδεολογικής απόχρωσης, να μην παριστάνουν το επίκεντρο του κόσμου, αλλά ν'
αρχίσουν να αντιλαμβάνονται αφενός, και να εξωτερικεύουν αφετέρου, τον
διεθνή περίγυρο στον οποίο δρουν. Αυτή η διαπίστωση ισχύει ιδιαιτέρως
για εκείνα τα σχήματα που ασκούνται εσχάτως στον ρόλο του
εθνοσωτήρα.
Πρώτα απ' όλα, είναι σημαντικό να καταστεί κατανοητό σε όλους, ότι «σε όλες τις κοινωνίες οι ελίτ χρησιμοποιούν τη μεγαλύτερη πρόσβασή τους στο πολιτικό σύστημα, για να προστατεύσουν τα συμφέροντά τους, απούσης μιας αποτρεπτικής δημοκρατικής κινητοποίησης, που θα εξισορροπούσε την κατάσταση...
Εντούτοις, αυτή η κινητοποίηση δεν πρόκειται να συμβεί, για όσον καιρό οι μεσαίες τάξεις στον ανεπτυγμένο κόσμο παραμένουν γοητευμένες από τον μύθο της προηγούμενης γενιάς: Ότι τα συμφέροντά τους θα εξυπηρετηθούν καλύτερα από μια ακόμη πιο ελεύθερη αγορά και από λιγότερο κράτος. Ο εναλλακτικός μύθος είναι εκεί έξω και περιμένει να γεννηθεί».7
Πρώτα απ' όλα, είναι σημαντικό να καταστεί κατανοητό σε όλους, ότι «σε όλες τις κοινωνίες οι ελίτ χρησιμοποιούν τη μεγαλύτερη πρόσβασή τους στο πολιτικό σύστημα, για να προστατεύσουν τα συμφέροντά τους, απούσης μιας αποτρεπτικής δημοκρατικής κινητοποίησης, που θα εξισορροπούσε την κατάσταση...
Εντούτοις, αυτή η κινητοποίηση δεν πρόκειται να συμβεί, για όσον καιρό οι μεσαίες τάξεις στον ανεπτυγμένο κόσμο παραμένουν γοητευμένες από τον μύθο της προηγούμενης γενιάς: Ότι τα συμφέροντά τους θα εξυπηρετηθούν καλύτερα από μια ακόμη πιο ελεύθερη αγορά και από λιγότερο κράτος. Ο εναλλακτικός μύθος είναι εκεί έξω και περιμένει να γεννηθεί».7
Σημειώσεις:
1 Τάκη Θεοδωρόπουλου: Η γοητεία της αστάθειας,
2 Mαρίας Kατσουνάκη: Πόσοι θα αντέξουν;
3 Guy Standing: Defining the precariat. A class in the making
4 Τάκη Θεοδωρόπουλου: Η γοητεία της αστάθειας
5 Katherine Newman / Victor Tan Chen: The Missing Class: Portraits of the Near Poor in America, 2007
Ελληνικά στην ιστοσελίδα Αnalysts for Change http://www.analystsforchange.org/2012/03/blog-post_15.html
Το πρωτότυπο στο
Foreign Affairs:
The Future of History - Can Liberal Democracy Survive the Decline of the Middle Class?
Ολo το δοκίμιο (Αγγλικά), Weconoprojekt: The Future of History – Francis Fukuyama
Ελληνική μετάφραση στην © Ελληνική έκδοση των Foreign Affairs
Ολo το δοκίμιο (Αγγλικά), Weconoprojekt: The Future of History – Francis Fukuyama
Ελληνική μετάφραση στην © Ελληνική έκδοση των Foreign Affairs
Ο Μανόλης Μαυροζαχαράκης είναι ελεύθερος συγγραφέας. Από το 1981 έως το 1989 σπούδασε οικονομικά, κοινωνιολογία,
πολιτικές επιστήμες, εθνολογία και
οικονομική ιστορία στο πανεπιστήμιο Philipps του Marburg Δ. Γερμανίας. Εργάστηκε στον τομέα του
κοινωνικού τουρισμού. Από το 2001 έγινε επιστημονικός συνεργάτης στο
τμήμα Πολιτικών επιστημών του Marburg. Αποφοίτησε από το μεταπτυχιακό τμήμα πολιτικών επιστημών του
Πανεπιστημίου Κρήτης.
Μια παρατήρηση αφορά την αντίληψη ότι οι βασικές κατηγορίες (τμήματα) των κοινωνικών μεσοστρωμάτων είναι στενά συνδεδεμένες μεταξύ τους σε μια ενιαία μεσαία τάξη ή σ' αυτήν που παλιότερα αποκαλούσαν συνήθως μικροαστική τάξη. Η αντίληψη αυτή έχει υποστεί κριτική, μεταξύ άλλων από τους Γιάννη Μηλιό και Γιώργο Οικονομάκη ("Εργατική τάξη και μεσαίες τάξεις: Ταξική θέση και ταξική τοποθέτηση", βλ. περιοδικό "Θέσεις", τεύχος 99, Απρίλιος - Ιούνιος 2007).
Οι Μηλιός και Οικονομάκης υποστηρίζουν με ισχυρά επιχειρήματα ότι στην πραγματικότητα τα μεσοστρώματα συντίθενται από 3 διακριτές κοινωνικές τάξεις: Μεσαία αστική - ή μεσοαστική - τάξη (των αυτοαπασχολούμενων μικρών επιχειρηματιών), παραδοσιακή μικροαστική τάξη (των αυτοαπασχολούμενων απλών εμπορευματοπαραγωγών) και νέα μικροαστική τάξη (κυρίως μισθωτοί εργαζόμενοι - διευθυντικά και τεχνικά στελέχη του ιδιωτικού και δημόσιου τομέα).
"...Η ελληνική μεσαία τάξη πίστεψε αφελώς πως, αν το κράτος της κάνει όλα τα χατίρια, και αυτή με τη σειρά της κάνει τα στραβά μάτια στις δικές του αμαρτίες, θα μπορούσαν να βγουν όλοι κερδισμένοι. Πίστεψε αφελώς πως η ίδια μπορεί να πλουτίζει, την ώρα που το Δημόσιο φτωχαίνει. Πίστεψε πως η ίδια μπορεί να συμμετέχει μαζικά σε «ανθρωποφαγικές» δραστηριότητες διαφθοράς (φακελάκια, γρηγορόσημα κ.λπ.), και όλα αυτά να μην έχουν μεσοπρόθεσμα επιπτώσεις πάνω στη συνολική ευημερία. Πίστεψε αφελώς πως το κράτος μόρφωνε τα παιδιά της, την ώρα που η δημόσια εκπαίδευση κατέρρεε και τα σχολεία και τα πανεπιστήμια είχαν μεταμορφωθεί είτε σε εξεταστικά κέντρα επιβράβευσης της άκριτης παπαγαλίας, είτε σε χώρους εθισμού στην οκνηρία και την κοινωνική παραβατικότητα.
Μια παρατήρηση αφορά την αντίληψη ότι οι βασικές κατηγορίες (τμήματα) των κοινωνικών μεσοστρωμάτων είναι στενά συνδεδεμένες μεταξύ τους σε μια ενιαία μεσαία τάξη ή σ' αυτήν που παλιότερα αποκαλούσαν συνήθως μικροαστική τάξη. Η αντίληψη αυτή έχει υποστεί κριτική, μεταξύ άλλων από τους Γιάννη Μηλιό και Γιώργο Οικονομάκη ("Εργατική τάξη και μεσαίες τάξεις: Ταξική θέση και ταξική τοποθέτηση", βλ. περιοδικό "Θέσεις", τεύχος 99, Απρίλιος - Ιούνιος 2007).
Οι Μηλιός και Οικονομάκης υποστηρίζουν με ισχυρά επιχειρήματα ότι στην πραγματικότητα τα μεσοστρώματα συντίθενται από 3 διακριτές κοινωνικές τάξεις: Μεσαία αστική - ή μεσοαστική - τάξη (των αυτοαπασχολούμενων μικρών επιχειρηματιών), παραδοσιακή μικροαστική τάξη (των αυτοαπασχολούμενων απλών εμπορευματοπαραγωγών) και νέα μικροαστική τάξη (κυρίως μισθωτοί εργαζόμενοι - διευθυντικά και τεχνικά στελέχη του ιδιωτικού και δημόσιου τομέα).
Γ. Ρ.
Ωστόσο, για τις επικρατούσες νοοτροπίες και τον χαρακτήρα των συμπεριφορών σημαντικών και "δυναμικών" μεσοστρωμάτων και των 3 κατηγοριών, στην Ελλάδα (αλλά και στο σύνολο του Ευρωπαικού Μεσογειακού Νότου), έχουν αξία οι παρατηρήσεις του Νίκου Μαραντζίδη ("Η πιό αυτοκαταστροφική μεσαία τάξη στον κόσμο", στην ιστοσελίδα Zero news): "...Η ελληνική μεσαία τάξη πίστεψε αφελώς πως, αν το κράτος της κάνει όλα τα χατίρια, και αυτή με τη σειρά της κάνει τα στραβά μάτια στις δικές του αμαρτίες, θα μπορούσαν να βγουν όλοι κερδισμένοι. Πίστεψε αφελώς πως η ίδια μπορεί να πλουτίζει, την ώρα που το Δημόσιο φτωχαίνει. Πίστεψε πως η ίδια μπορεί να συμμετέχει μαζικά σε «ανθρωποφαγικές» δραστηριότητες διαφθοράς (φακελάκια, γρηγορόσημα κ.λπ.), και όλα αυτά να μην έχουν μεσοπρόθεσμα επιπτώσεις πάνω στη συνολική ευημερία. Πίστεψε αφελώς πως το κράτος μόρφωνε τα παιδιά της, την ώρα που η δημόσια εκπαίδευση κατέρρεε και τα σχολεία και τα πανεπιστήμια είχαν μεταμορφωθεί είτε σε εξεταστικά κέντρα επιβράβευσης της άκριτης παπαγαλίας, είτε σε χώρους εθισμού στην οκνηρία και την κοινωνική παραβατικότητα.
Επιπλέον, η ελληνική μεσαία
τάξη παραβίασε το άτυπο κοινωνικό συμβόλαιο ανάμεσα στις γενιές.
Αντλώντας τεράστιους πόρους από το μέλλον, προκειμένου η ίδια να περάσει
καλά στο παρόν, υποθήκευσε και απείλησε το αύριο των παιδιών της και, σε
τελευταία ανάλυση, το δικό της μέλλον ως κοινωνική τάξη. Τώρα, απλώς
παρακολουθεί ή και παρακινεί τα παιδιά της να φύγουν στο εξωτερικό
προκειμένου αυτά να σωθούν, με μεσοπρόθεσμο κίνδυνο την παρακμή της
χώρας...".
ΔΗΜΑΡ και μεσαια ταξη
ΑπάντησηΔιαγραφή1.Τι ειναι -πραγματικα- η μεσαια ταξη ;
2.Εχει αραγε εξαφανισθει ή ειναι υπερβολες;
3.Υπαρχει μεταρρυθμιστικο κομμα που να εκφραζει την μεσαια ταξη ;
Ας επιχειρησω να απαντησω
1.Κατα την γνωμη μου η μεσαια ταξη αποτελειται απο το πλεον ανησυχο, ενημερωμενο τμημα της ελληνικης κοινωνιας (επιστημονες, ελευθερους επαγγελματιες, εμπορους, τμημα των βιοτεχνων και των μικρων βιομηχανων,...)
2.Η ανεξελεγκτη πιστωτικη επεκταση,μετα την εισοδο μας στο ευρω, οδηγησε στην αυταπατη της υπερκαταναλωσης απο σημαντικο τμημα του πληθυσμου (wanabe "μεσαια ταξη") , που νομισαν οτι μπορει να ανελθουν επιτελους στην "μεσαια ταξη". Ειναι σημαντικο τμημα των "κοκκινων δανειων" για αγορα νεοδμητης κατοικιας σε τιμες πανω απο 3.000 ευρω/τ.μ. + 2 ΙΧ υψηλης αξιας.
Η πραγματικη μεσαια ταξη, τοσο σε ορους παραγωγης οικογενειακου εισοδηματος (λογω προγονικης περιουσιας, ευνοϊκης αντιμετωπισης απο την εκαστοτε πολιτικη ελιτ και τελος ικανοτητων, κατα την περιοδο που η κοινωνικη κινητικοτητα ηταν ακομη εφικτη (1955-1985)), οσο και σε επιπεδο ικανοτητων να προβλεπει-οσμιζεται το παγκοσμιο οικονομικο περιβαλλον μεσοπροθεσμα, υπαρχει και θα υπαρχει, δεν ειναι φανατικη και μπορει να ψηφιζει οποιοδηποτε απο τα κομματα της σημερινης βουλης.
3. Οσο για το μεταρρυθμιστικο κομμα που εκφραζει την μεσαια ταξη,βλ. απαντηση 2. Η οποια ταυτιση της μεσαιας ταξης με την ανανεωτικη αριστερα /σοσιαλδημοκρατια της ΔΗΜΑΡ αποτελει υψιστο λαθος εκτιμησης. Υπαρχει μεταρρυθμιστικη δεξια, οπως του Υπ. Οικ. με 2 συντελεστες φορολογησης 23% (εως εισοδημα 50.000) και 33%(για εισοδημα πανω απο 50.000) και η σοσιαλδημοκρατικη με περισσοτερους συντελεστες ανα κλιμακιο εισοδηματος που στην Γαλλια εφθασε στο 75%(για λογους συμβολικους). Οι οπαδοι της μεταρρυθμιστικης αριστερας/οικολογιας θα πρεπει εχουν την ικανοτητα αντιληψης τι ειναι νεοφιλελευθερο και τι αντικλεπτοκρατικο-"δημιουργιας δημοκρατικης οικονομιας" και επομενως να γνωριζουν την "λεπτη ρυθμιση" των αναγκαιων μεταρρυθμισεων, για να μην απογοητευοται και για να μην κανουν πολιτικες γκαφες.
Αφωτιστος Φιλελλην
Λοιπόν, δεν έχω ξαναδεί μεγαλύτερη κλοπή στην ιστορία του πλαγιαρισμού. Το 98,5% του κειμένου είναι η πιο κατάφωρη αντιγραφή του Francis Fukuyama: Η πτώση της μεσαίας τάξης και το μέλλον της Δημοκρατίας http://www.analystsforchange.org/2012/03/blog-post_15.html και εδώ διάβαζουμε ένα τσάτρα πάτρα adaptation.
ΑπάντησηΔιαγραφήΑν τα βάλετε δίπλα δίπλα, θα στενοχωρηθείτε :/
Πάντως ο συγγραφέας παραπέμπει στο δοκίμιο αυτό του Francis Fukuyama, και μάλιστα στην ακροτελεύτια παράγραφό του. Έτσι ο καθένας μπορεί να κρίνει.
ΔιαγραφήΠαρεπιμπτόντως, το σημαντικό αυτό κείμενο του Fukuyama αναδημοσιεύθηκε και στον ιστότοπο Μετά την Κρίση:
http://aftercrisisblog.blogspot.gr/2013/07/blog-post_12.html
Ο συγγραφέας "και καλά" παραπέμπει στον Fukuyama αλλά με κουτοπόνηρο τρόπο σαν να αναφέρεται η παραπομπή μόνο στην τελευταία πολύ μικρή παράγραφο ενώ ουσιαστικά η αντιγραφή αφορά σε όλο μα ΟΛΟ το κείμενο. Από την πολύ αρχή μέχρι και την τελευταία παράγραφο. Βάλτε τα δίπλα, δίπλα και θα το διαπιστώσετε.
ΑπάντησηΔιαγραφήΌσον αφορά το κείμενο του Fukuyama κι εγώ από το after crisis το βρήκα
Το κείμενο αναφέρεται και επηρεάζεται απο τον Fukuyama αλλά δεν διακατέχεται ούτε απο κουτοπονηριά , ούτε απο διαθε΄σεις κλοπής . Κάθε αναγνώστης το αναγνωρίζει αυτό πόσο μάλλον που ο συγγραφέας αναφέρεται στην ελληνική πραγματικότητα της κρίσης επιχειρώντας έναν συσχετισμό με την στην θεώρηση του Kuznets. Ο ανώνυμος επικριτής (και ως εκ τούτου άφαντος ) διακατέχεται προφανώς απο κακόβουλη διάθεση...για άγνωστους λόγους !
ΑπάντησηΔιαγραφή