Δευτέρα 22 Ιουλίου 2013

Για τη συνοχή της πολυσύνθετης κοινωνίας -
"Προ­τε­ραιό­τη­τα στις δι­κές μας κα­τα­φά­σεις"

συνέντευξη του Νικόλα Σεβαστάκη

από την  εφημερίδα "Εποχή" , 7 Ιουλίου 2013 - Προ­τε­ραιό­τη­τα στις δι­κές μας κα­τα­φά­σεις
 αναδημοσιεύθηκε στις ιστοσελίδες  RED Notebook και LLS minor (αποσπάσματα)

Πρό­σφα­τα, στην εφημερίδα «Αυ­γή», με α­φορ­μή την ΕΡ­Τ, υ­πο­στή­ρι­ξες ό­τι πί­σω α­πό την πρά­ξη του Πρω­θυ­πουρ­γού διέ­κρι­νες την πρό­θε­ση μιας δε­ξιάς α­να­σύν­θε­σης με την «ερ­γα­λεια­κή χρή­ση» αν­θρώ­πων του «με­ταρ­ρυθ­μι­στι­κού κέ­ντρου» στο έ­δα­φος μιας νέ­ο-συ­ντη­ρη­τι­κής, κοι­νω­νι­κά και πο­λι­τι­σμι­κά, ατ­ζέ­ντας. Μπο­ρού­με να προσ­διο­ρί­σου­με λί­γο πε­ρισ­σό­τε­ρο το πε­ριε­χό­με­νο αυ­τής της ατ­ζέ­ντας; Υπάρ­χει ευ­νοϊκό έ­δα­φος να γί­νει α­πο­δε­κτή; 
Η α­πό­φα­ση για το μαύ­ρο στην ΕΡΤ μπο­ρεί να δια­βα­στεί με πολ­λούς τρό­πους. Για κά­ποιους το ό­λο ζή­τη­μα πε­ριο­ρί­ζε­ται σε έ­ναν «ά­κομ­ψο» χει­ρι­σμό, υ­πα­γο­ρευ­μέ­νο α­πό την ε­πι­τα­κτι­κή α­νά­γκη μιας προ­α­παι­τού­με­νης δρά­σης του Μνη­μο­νίου. Από ε­κεί η ε­ξή­γη­ση με­τα­το­πί­στη­κε στις κα­θυ­στε­ρή­σεις των με­ταρ­ρυθ­μί­σεων του δη­μό­σιου το­μέα, κα­θυ­στε­ρή­σεις οι ο­ποίες υ­πο­τί­θε­ται ό­τι ο­δη­γούν σε «α­πε­ρί­σκε­πτες» α­πο­φά­σεις αυ­τού του εί­δους. Κα­τά τη γνώ­μη μου, μια τέ­τοια προ­σέγ­γι­ση πα­ρα­βλέ­πει τις συμ­βο­λι­κές - ι­δε­ο­λο­γι­κές δεύ­τε­ρες σκέ­ψεις πί­σω α­πό τη συ­γκε­κρι­μέ­νη α­πό­φα­ση.
Αν δού­με την υ­πό­θε­ση της ΕΡΤ μα­ζί με πολ­λά άλ­λα ε­πει­σό­δια του πρό­σφα­του και­ρού (α­ντι­ρα­τσι­στι­κό, ι­θα­γέ­νεια κ.λπ.) κα­τα­λα­βαί­νου­με ό­τι τα λε­γό­με­να α­τυ­χή­μα­τα χει­ρι­σμών πλαι­σιώ­νο­νται α­πό προ­θέ­σεις. Υπάρ­χει, α­ναμ­φι­σβή­τη­τα, το άγ­χος του πρω­θυ­πουρ­γού και της Νέ­ας Δη­μο­κρα­τίας για τις εκ δε­ξιών α­πώ­λειες. Συγ­χρό­νως, ό­μως, εί­ναι ο­ρα­τή η προ­σπά­θεια για κα­τα­σκευή ε­νός νέ­ου συ­ντη­ρη­τι­κού κοι­νού αι­σθή­μα­τος, το ο­ποίο θα γε­φυ­ρώ­σει τις δύο ευαι­σθη­σίες που βρέ­θη­καν δι­χα­σμέ­νες α­πό την οι­κο­νο­μι­κή πο­λι­τι­κή του Μνη­μο­νίου: Την κε­ντρο-δε­ξιά των ορ­θο­λο­γι­κών ε­πι­λο­γών και τη δε­ξιά των συ­ναι­σθη­μά­των και των πα­θών, κα­τά κά­ποιον τρό­πο. Αν δια­βά­σει κα­νείς τους λό­γους του Αντώ­νη Σα­μα­ρά και τις γρα­φί­δες των αν­θρώ­πων του, βλέ­πει τη συ­γκε­κρι­μέ­νη πρό­θε­ση να ξε­τυ­λί­γε­ται γύ­ρω α­πό δύο «λε­ξι­λό­για» που στο­χεύουν σε μια μελ­λο­ντι­κή α­να­σύν­θε­ση. Ο λυ­ρι­σμός της πα­τρί­δας σμί­γει με την α­παί­τη­ση για με­ταρ­ρυθ­μι­στι­κή πυγ­μή, για ξε­κα­θά­ρι­σμα με το φα­σμα­τι­κό κρά­τος της α­πέ­θα­ντης με­τα­πο­λί­τευ­σης. Και η σκέ­ψη για την «ευ­ρω­παϊκή πα­ρά­τα­ξη» υ­πη­ρε­τεί τον ί­διο στό­χο: Τη δη­μιουρ­γία μιας κοι­νό­τη­τας ό­που οι α­γω­νίες ταυ­τό­τη­τας των συ­ντη­ρη­τι­κών αν­θρώ­πων θα ε­πα­να­συν­δε­θούν με το νε­ο­φι­λε­λεύ­θε­ρο με­ταρ­ρυθ­μι­σμό, ο ο­ποίος ό­μως θα ο­νο­μα­τί­ζε­ται ε­φε­ξής ο μό­νος υ­παρ­κτός ρε­α­λι­σμός. 
Αυ­τό βε­βαίως συ­να­ντά ε­μπό­δια και γεν­νά­ει α­ντι­φά­σεις και πολ­λά προ­βλή­μα­τα στην κα­θη­με­ρι­νή του δια­χεί­ρι­ση. Η δε­ξιά ταυ­τό­τη­τα χρειά­ζε­ται τη μνή­μη των δει­νών της (λ.χ. την ε­πί­κλη­ση του «κα­τα­στρο­φέα Ανδρέα Πα­παν­δρέ­ου») την ί­δια στιγ­μή που η δια­κυ­βέρ­νη­ση, και μά­λι­στα μα­ζί με το ΠΑ­ΣΟ­Κ, α­παι­τεί τη λή­θη και την πραγ­μα­τι­στι­κή πα­ρα­γνώ­ρι­ση των τραυ­μά­των. Αλλά η πρό­θε­ση μιας συ­ντη­ρη­τι­κής α­να­σύν­θε­σης εί­ναι έ­να α­πό τα στοι­χή­μα­τα αυ­τής της πε­ριό­δου.
 
Ο πο­λί­της ό­λο και πε­ρισ­σό­τε­ρο γί­νε­ται α­νί­σχυ­ρος στην ε­πο­χή μας. Εί­ναι α­πο­κλει­σμέ­νος α­πό τις α­πο­φά­σεις, πα­ρα­κο­λου­θεί­ται, ο συ­στη­μι­κός Τύ­πος «συμ­βου­λεύει» να μην υ­πο­λο­γί­ζουν - πα­ντε­λώς - οι πο­λι­τι­κοί το πο­λι­τι­κό κό­στος. Σε τι συ­μπε­ρι­φο­ρές ω­θεί­ται ο πο­λί­της; Πώς μπο­ρεί να γί­νει ξα­νά ι­σχυ­ρός;
Η κρί­ση βιώ­νε­ται κυ­ρίως ως μια ε­μπει­ρία α­πώ­λειας για τους πε­ρισ­σό­τε­ρους. Στην χρό­νια ε­ξέ­λι­ξή της πα­ρά­γει ψυ­χι­κή κό­πω­ση και ε­ναλ­λα­γές δια­θέ­σεων. Εί­ναι προ­φα­νές ό­τι τα συ­ναι­σθή­μα­τα προ­σω­πι­κής μα­ταίω­σης και οι υ­λι­κές δυ­σχέ­ρειες δεν βο­η­θούν στην ι­διό­τη­τα του πο­λί­τη. Πά­ντα ό­μως, έ­βρι­σκα α­φε­λή την ι­δέα ό­τι η έ­ντα­ση των πιέ­σεων (ή και των κα­τα­πιέ­σεων) «ξε­κα­θα­ρί­ζει» τα μέ­τω­πα και δια­λύει τις «αυ­τα­πά­τες». Λέω κά­τι που πολ­λοί στη ρι­ζο­σπα­στι­κή Αρι­στε­ρά το βρί­σκουν ε­νο­χλη­τι­κό: Ό­τι η ι­δέα ε­νός α­δια­λεί­πτως ε­νερ­γο­ποιη­μέ­νου πο­λί­τη και του ί­διου του λα­ού ως εν­σαρ­κω­μέ­νης ε­πα­γρύ­πνη­σης και μα­χη­τι­κής «ου­σίας» εί­ναι μια α­πό τις κλη­ρο­νο­μιές των ε­πα­να­στα­τι­κών στιγ­μών του πα­ρελ­θό­ντος. Θα έ­λε­γα μια κλη­ρο­νο­μιά των πο­λε­μι­κώ­ν - θυ­σια­στι­κών ε­πο­χών. 
Τό­σο οι α­στι­κές ρε­που­μπλι­κα­νι­κές ό­σο και οι σο­σια­λι­στι­κές εκ­δο­χές για τη μα­ζι­κή κι­νη­το­ποίη­ση έ­χουν ό­ρια: Υ­πάρ­χουν οι κοι­νω­νι­κές ρου­τί­νες, οι πε­ρι­πλο­κές και οι ρυθ­μοί της α­το­μι­κής ε­μπει­ρίας. Δεν εί­ναι μό­νο ο φό­βος ή η α­να­σφά­λεια για το μέλ­λον που με­τα­τρέ­πουν τον πο­λί­τη σε ι­διώ­τη κα­τά τη γνω­στή ο­ρο­λο­γία. Ίσως θα έ­πρε­πε να έ­χου­με κα­τά νου ό­τι η εν­δυ­νά­μω­ση του πο­λί­τη εί­ναι κά­τι δια­φο­ρε­τι­κό α­πό την ει­κό­να του «α­κτι­βι­στι­κού» υ­πο­κει­μέ­νου, που φτιά­χνει την ταυ­τό­τη­τά του κυ­ρίως σε έ­να δη­μό­σιο χώ­ρο α­ντι­πα­ρα­θέ­σεων και διεκ­δι­κή­σεων. Υπάρ­χει ση­μα­ντι­κή δια­φο­ρά α­νά­με­σα στην πο­λι­τι­κο­ποίη­ση και στη δια­κρι­τή κι­νη­μα­τι­κή κουλ­τού­ρα, η ο­ποία πι­στεύω ό­τι δεν μπο­ρεί να θε­σμο­ποιη­θεί ως κα­θη­με­ρι­νό­τη­τα του πο­λί­τη πό­σο μάλ­λον ως ι­δεώ­δες του βίου με α­ξιώ­σεις γε­νί­κευ­σης.

Η κε­ντρι­κό­τη­τα της υ­πε­ρά­σπι­σης της δη­μο­κρα­τίας εί­ναι πια δε­δο­μέ­νη στην α­να­νεω­τι­κή και ρι­ζο­σπα­στι­κή α­ρι­στε­ρά, κι αυ­τό εί­ναι κά­τι πο­λύ ση­μα­ντι­κό. Έχει ξα­ναϋπάρ­ξει και στο πα­ρελ­θόν, ας πού­με στη δε­κα­ε­τία του ’60. Η α­ρι­στε­ρά ό­μως, σή­με­ρα, πώς πρέ­πει να το θέ­τει, με τι πε­ριε­χό­με­νο;
Ο σο­σια­λι­σμός με δη­μο­κρα­τία και ε­λευ­θε­ρία εί­ναι ή­δη έ­να πα­λιό σύν­θη­μα. Γεν­νή­θη­κε σε μια δια­δι­κα­σία ρή­ξης με τις ο­λο­κλη­ρω­τι­κές ε­μπει­ρίες στη Σο­βιε­τι­κή Ένω­ση, στην Κί­να και στην Ανα­το­λι­κή Ευ­ρώ­πη. Υπάρ­χει τα τε­λευ­ταία χρό­νια η ά­πο­ψη που θεω­ρεί αυ­τή τη ρή­ξη έ­να ζή­τη­μα του μα­κρι­νού πα­ρελ­θό­ντος, μια υ­πό­θε­ση για τους ι­στο­ρι­κούς με­λε­τη­τές. Έχω μια πο­λύ δια­φο­ρε­τι­κή α­ντί­λη­ψη: Ότι η συ­γκε­κρι­μέ­νη ρή­ξη με τις α­πο­λυ­ταρ­χι­κές πα­ρα­δό­σεις και ε­ντός α­ρι­στε­ράς ή­ταν εν πολ­λοίς α­μή­χα­νη και δέ­σμια ε­νός μύ­θου ε­νό­τη­τας ό­λων των α­ρι­στε­ρών α­πέ­να­ντι στο «βα­σι­κό εχ­θρό». Η α­ρι­στε­ρή ε­τε­ρο­δο­ξία, ω­στό­σο, πο­λύ πριν την εμ­φά­νι­ση της α­να­νεω­τι­κής α­ρι­στε­ράς του ‘70, εί­ναι έ­να μεί­ζον η­θι­κό γε­γο­νός του προ­η­γού­με­νου αιώ­να που η α­ξία του διαρ­κεί α­κό­μα. Επει­δή α­κρι­βώς έ­δει­ξε, με συ­γκε­κρι­μέ­νες μαρ­τυ­ρίες πα­ρά με θεω­ρη­τι­κά ε­πι­χει­ρή­μα­τα, τη ση­μα­σία της ε­λευ­θε­ρίας η ο­ποία πα­ρα­δο­σια­κά θεω­ρού­ταν μια «α­στι­κή» ι­δέα.
Η α­ρι­στε­ρά φυ­σι­κά βλέ­πει πά­ντο­τε στην έν­νοια της δη­μο­κρα­τίας κά­τι πε­ρισ­σό­τε­ρο α­πό τη φι­λε­λεύ­θε­ρη δη­μο­κρα­τία, πό­σο μάλ­λον α­πό τα συ­στή­μα­τα των α­ντα­γω­νι­στι­κών ε­κλο­γών. Αλλά οι ε­μπει­ρίες ε­νός αιώ­να έ­δει­ξαν ό­τι χω­ρίς τα «τυ­πι­κά» χα­ρα­κτη­ρι­στι­κά της φι­λε­λεύ­θε­ρης α­ντι­προ­σω­πευ­τι­κής δη­μο­κρα­τίας, υ­πο­νο­μεύο­νται και ό­λες ε­κεί­νες οι ρι­ζο­σπα­στι­κές ποιό­τη­τες τις ο­ποίες α­να­ζή­τη­σαν οι α­ντι­κα­πι­τα­λι­στι­κές δυ­νά­μεις. Τι εν­νοού­με λέ­γο­ντας ό­τι η υ­πε­ρά­σπι­ση της δη­μο­κρα­τίας έ­χει κε­ντρι­κή ση­μα­σία σή­με­ρα; Κα­τά τη γνώ­μη μου αυ­τό ση­μαί­νει ό­τι η ση­με­ρι­νή οι­κο­νο­μι­κή δια­κυ­βέρ­νη­ση, εί­τε με Μνη­μό­νια εί­τε με την τυ­πι­κή α­που­σία Μνη­μο­νίων, α­πο­κλί­νει α­πό ση­μα­ντι­κά δε­δο­μέ­να μιας φι­λε­λεύ­θε­ρης δη­μο­κρα­τίας και ό­χι μό­νο α­πό τις κοι­νω­νι­κές κα­τα­κτή­σεις των χρό­νων του Κεϊνσια­νού συμ­βι­βα­σμού. Πώς συμ­βαί­νει αυ­τό; Θα έ­λε­γα ό­τι στα ση­με­ρι­νά κα­θε­στώ­τα οι­κο­νο­μίας και δια­κυ­βέρ­νη­σης συρ­ρι­κνώ­νε­ται α­σφυ­κτι­κά ο πλου­ρα­λι­σμός των α­ξιών και στε­νεύουν τα κρι­τή­ρια με βά­ση τα ο­ποία συ­γκρο­τού­νται οι δια­φο­ρε­τι­κές σφαί­ρες ζωής και οι κοι­νω­νι­κοί θε­σμοί. Όλα κα­λού­νται να υ­παχ­θούν σε μια ε­νιαία λει­τουρ­γι­κή και ορ­γα­νω­τι­κή αρ­χή, σε μια θε­με­λιώ­δη νόρ­μα (α­ντα­γω­νι­στι­κό­τη­τα κερ­δών, α­πο­δο­τι­κό­τη­τα). Δεί­τε, για πα­ρά­δειγ­μα, τις κου­βέ­ντες που δι­καιο­λο­γούν την αυ­ταρ­χι­κή ε­πέμ­βα­ση στην ΕΡ­Τ: Δια­κι­νούν την ι­δέα ό­τι έ­νας ορ­γα­νι­σμός που δεν που­λά­ει για­τί δεν έ­χει τη με­γά­λη τη­λε­θέ­α­ση των ι­διω­τι­κών κα­να­λιών εί­ναι ά­χρη­στος, ζη­μιο­γό­νος, α­πο­τυ­χη­μέ­νος κ.λπ. Τα ί­δια δη­λα­δή κρι­τή­ρια με­τα­φέ­ρο­νται σε ό­λους τους τύ­πους κοι­νω­νι­κής, ε­πι­στη­μο­νι­κής ή ε­νη­με­ρω­τι­κής δρα­στη­ριό­τη­τας. Αυ­τό α­κρι­βώς εί­ναι έ­νας μειω­τι­κός οι­κο­νο­μι­σμός, που θυ­μί­ζει σε με­γά­λο βαθ­μό την πιο βά­ναυ­ση α­ντί­λη­ψη πε­ρί «ε­ποι­κο­δο­μή­μα­τος» ως α­ντι­πα­ρα­γω­γι­κής πο­λυ­τέ­λειας. 

Κά­τι τε­λευ­ταίο για τη δη­μο­κρα­τία: Στον α­πό­η­χο της αμ­φι­σβή­τη­σης της δη­μο­κρα­τίας των ε­λίτ α­να­πτύσ­σε­ται ε­δώ και κά­ποια χρό­νια μια ρη­το­ρι­κή της ά­με­σης δη­μο­κρα­τίας ή της δη­μο­κρα­τίας των «α­πό κά­τω». Ήταν η στιγ­μή των πλα­τειών, που έ­γι­νε α­ντι­κεί­με­νο α­δι­καιο­λό­γη­της θε­σμι­κής α­πόρ­ρι­ψης, αλ­λά και δια­φό­ρων μυ­θο­ποιή­σεων. Μη ξε­χνά­με, ό­μως, τις εκ­τρο­πές που μπο­ρεί να γεν­νή­σει η συ­ναι­σθη­μα­τι­κή α­πόρ­ρι­ψη ε­νός ή­δη ε­ξαρ­θρω­μέ­νου κοι­νο­βου­λευ­τι­σμού. Στις πε­ρισ­σό­τε­ρες χώ­ρες της Ευ­ρώ­πης η δυ­σφο­ρία με τις κυ­βερ­νώ­σες ε­λίτ εν­σω­μα­τώ­νε­ται σε έ­να δε­ξιό ρι­ζο­σπα­στι­σμό με σω­βι­νι­στι­κές και πα­τερ­να­λι­στι­κές α­ξίες. Τί­πο­τα δεν εγ­γυά­ται ό­τι η δι­κή μας πε­ρί­πτω­ση δεν θα έ­χει α­ντί­στοι­χες εκ­βά­σεις. Και δεν μι­λώ ε­δώ α­πο­κλει­στι­κά για τη Χρυ­σή Αυ­γή, αλ­λά και για «ε­ξη­με­ρω­μέ­νες» και πο­λύ λι­γό­τε­ρο α­κραίες μορ­φές δε­ξιού λαϊκι­σμού. Γι’ αυ­τό λέω ό­τι η α­ρι­στε­ρά δεν έ­χει κα­νέ­να λό­γο να εν­θαρ­ρύ­νει το λό­γο πε­ρί σά­πιου πο­λι­τι­κού συ­στή­μα­τος, ό­χι για­τί δεν χρειά­ζο­νται ση­μα­ντι­κές α­να­τρο­πές σε τού­το το πο­λι­τι­κό σύ­στη­μα, αλ­λά διό­τι η φα­ντα­σίω­ση χει­ρουρ­γι­κής ε­ξυ­γίαν­σης των σά­πιων ι­στών δεν εί­ναι κα­θό­λου α­ρι­στε­ρή. Η α­ρι­στε­ρή κρι­τι­κή πρέ­πει να ε­ντάσ­σε­ται, με ρη­τό και διαυ­γή τρό­πο, στο αί­τη­μα της υ­πε­ρά­σπι­σης του πο­λι­τι­κού δια­φω­τι­σμού. Με μια ση­μα­ντι­κή υ­πεν­θύ­μι­ση: Ό­τι τό­σο η υ­πο­τί­μη­ση της ερ­γα­σίας, ό­σο και η μα­ζι­κή πα­ρα­γω­γή ευά­λω­των αν­θρώ­πων α­πο­τε­λούν ση­μα­ντι­κά κε­φά­λαια κά­θε ση­με­ρι­νής συ­ζή­τη­σης για τη δη­μο­κρα­τία. Δεί­τε τις πα­ρεμ­βά­σεις κά­θε άλ­λο πα­ρά ρι­ζο­σπα­στι­κών θεω­ρη­τι­κών ό­πως η Μάρ­θα Νου­σμπά­ουμ στις Η­ΠΑ ή η Ρε­βό ντ’ Αλόν, ο Το­ντό­ροφ και ο Ρο­ζαν­βα­λόν στη Γαλ­λία: Η α­νη­συ­χία για την ε­πι­βο­λή της νε­ο­φι­λε­λεύ­θε­ρης νόρ­μας στους θε­σμούς εί­ναι πλέ­ον συ­νυ­φα­σμέ­νη και με την υ­πε­ρά­σπι­ση και αυ­τής α­κό­μα της «φορ­μα­λι­στι­κής» (ό­πως έ­λε­γαν κά­πο­τε) δη­μο­κρα­τίας.
 

Στα άρ­θρα σου συ­χνά α­να­φέ­ρε­σαι στο ή­θος στην πο­λι­τι­κή, συ­μπε­ρι­λαμ­βα­νό­με­νου και του ρι­ζο­σπα­στι­κού ή­θους, ό­πως και στις α­πο­χρώ­σεις οι ο­ποίες, πα­ρα­τη­ρείς στο τε­λευ­ταίο σου βι­βλίο, συ­χνά θυ­σιά­ζο­νται για να α­να­δειχ­θούν οι α­ντι­θέ­σεις, τα μέ­τω­πα, οι σα­φείς γραμ­μές της α­ντι­πα­ρά­θε­σης. Αυ­τά α­φο­ρούν και την α­ρι­στε­ρά, ο λό­γος της δη­λα­δή, ε­γεί­ρει πα­ρό­μοια ζη­τή­μα­τα; Και ποιες οι πη­γές τέ­τοιων σφαλ­μά­τω­ν;
Ο ρι­ζο­σπα­στι­σμός δεν εί­ναι μια ε­νιαία υ­πό­στα­ση, α­μι­γώς θε­τι­κή ή πά­ντο­τε α­πε­λευ­θε­ρω­τι­κή. Υπάρ­χουν πολ­λές ποι­κι­λίες ρι­ζο­σπα­στι­σμού, α­κό­μα και πο­λύ δια­φο­ρε­τι­κές λο­γι­κές λαϊκής ε­ξέ­γερ­σης και α­νυ­πα­κοής. Ανα­φέρ­θη­κα ή­δη στο δε­ξιό ρι­ζο­σπα­στι­σμό που συν­δυά­ζει το θέ­μα της κα­τα­δυ­νά­στευ­σης του α­πλού αν­θρώ­που με την προσ­δο­κία ε­νός αυ­ταρ­χι­κού κρά­τους των ι­σχυ­ρών και α­διά­φθο­ρων «ο­δη­γών». Ή α­κό­μα μπο­ρού­με να α­να­φερ­θού­με και στον ι­διό­τυ­πο ρι­ζο­σπα­στι­σμό ό­σων ζη­τούν την α­πο­φα­σι­στι­κή υ­πέρ­βα­ση των συμ­βα­τι­κών κα­νό­νων και θε­σμι­κών ε­μπο­δίων για την «α­πε­λευ­θέ­ρω­ση της οι­κο­νο­μίας». Ο ρι­ζο­σπα­στι­σμός μπο­ρεί να προέρ­χε­ται και α­πό τις ί­διες τις προω­θη­μέ­νες ε­λί­τ, οι ο­ποίες ε­πι­διώ­κουν να α­παλ­λα­γούν α­πό χρο­νο­βό­ρες και α­τέρ­μο­νες δια­δι­κα­σίες ε­λέγ­χων, α­πό τις κα­θυ­στε­ρή­σεις των κοι­νο­βου­λευ­τι­κών δια­δι­κα­σιών κ.λπ. Για να έλ­θω ό­μως στο ε­ρώ­τη­μα για το ρι­ζο­σπα­στι­κό α­ρι­στε­ρό ή­θος. Έχω γρά­ψει ο­ρι­σμέ­να ε­πι­κρι­τι­κά κεί­με­να για συ­γκε­κρι­μέ­να φαι­νό­με­να. Το κυ­ριό­τε­ρο πρό­βλη­μα για μέ­να εί­ναι μια α­ντί­λη­ψη πε­ρί κοι­νω­νι­κής και πο­λι­τι­κής σύ­γκρου­σης που με­τα­τρέ­πει με μιας τις α­ντι­θέ­σεις σε α­πλοϊκούς δι­χα­σμούς. Αυ­τή η α­ντί­λη­ψη ελ­κύε­ται α­πό μια τε­λε­σι­γρα­φι­κή γλώσ­σα πρό­θυ­μη να με­τα­χει­ρι­στεί α­νι­στό­ρη­τες λε­κτι­κές υ­περ­βο­λές για να ε­πι­βε­βαιώ­σει την κρι­τι­κή και μα­χη­τι­κή της λει­τουρ­γία.
Προ­φα­νώς η πρα­κτι­κή πο­λι­τι­κή γλώσ­σα δεν μπο­ρεί να δια­χει­ρι­στεί α­πο­χρώ­σεις. Αλλά η γλώσ­σα μας δη­μιουρ­γεί ε­θι­σμούς και μα­νιέ­ρες στους κοι­νω­νούς της. Ανά­με­σα σε μια χλια­ρή πε­ρι­γρα­φή γι’ αυ­τό που ι­σχύει σή­με­ρα και στη γκρο­τέ­σκ ρη­το­ρι­κή πε­ρί δι­κτα­το­ρίας και γε­νο­κτο­νιών (α­κού­γο­νται αυ­τές οι λέ­ξεις πο­λύ συ­χνά), υ­πάρ­χουν πολ­λές άλ­λες δυ­να­τό­τη­τες. Το ρι­ζο­σπα­στι­κό ή­θος δεν πρέ­πει να συγ­χέε­ται με τη μο­νό­το­νη δια­κή­ρυ­ξη ε­μπό­λε­μων κα­τα­στά­σεων. Για­τί κα­τά βά­θος οι άν­θρω­ποι, α­κό­μα και ό­σοι βρί­σκο­νται σε κα­τά­στα­ση θυ­μού, δεν α­να­ζη­τούν πλέ­ον πε­ρισ­σό­τε­ρους λό­γους για να θυ­μώ­νουν ή για να εί­ναι «αρ­παγ­μέ­νοι»: Ο κοι­νω­νι­κός και ψυ­χι­κός χρό­νος έ­χει με­τα­βλη­θεί α­πό το 2011 και το 2012. Και αυ­τό άλ­λω­στε πά­ει να α­ξιο­ποιή­σει με τους δι­κούς του ό­ρους ο Αντώ­νης Σα­μα­ράς με την ι­στο­ρία πε­ρί success story και νέ­ας ψυ­χο­λο­γίας. Το δε­σπό­ζον ε­ρώ­τη­μα εί­ναι πλέ­ον οι ό­ροι και οι δυ­να­τό­τη­τες μιας α­να­συ­γκρό­τη­σης της κοι­νω­νι­κής ζωής, πέ­ρα φυ­σι­κά α­πό κά­θε λο­γι­κή ε­πι­στρο­φής στην ψευ­δή «κα­νο­νι­κό­τη­τα» των χρό­νων του 2000. 

Με­γά­λο πο­σο­στό του λα­ού προ­σβλέ­πει στον ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ για να α­να­τρέ­ψει το μνη­μό­νιο και τις συ­νέ­πειές του, πράγ­μα αυ­τό κα­θε­αυ­τό πο­λύ σο­βα­ρό. Αυ­τό, ως κε­ντρι­κό κα­θή­κον, ι­στο­ρι­κό, εί­ναι λο­γι­κό να κυ­ριαρ­χεί στην πο­λι­τι­κή της ρι­ζο­σπα­στι­κής α­ρι­στε­ράς. Υπάρ­χει, ω­στό­σο, έ­να ζή­τη­μα μή­πως - μι­λώ­ντας ξα­νά για τα φυ­σιο­γνω­μι­κά χα­ρα­κτη­ρι­στι­κά - ο­δη­γη­θεί σε μο­νο­μέ­ρεια; Πώς θα μπο­ρού­σε να α­πο­φευχ­θεί αυ­τό;
Όλα τα πα­ρα­πά­νω έ­χουν ά­με­ση σχέ­ση και με την υ­πό­θε­ση του ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ και της προο­πτι­κής του. Κα­τά τη γνώ­μη μου, η ε­πι­κέ­ντρω­ση στο α­ντι-μνη­μό­νιο ή­ταν πα­ρα­γω­γι­κή πο­λι­τι­κά μέ­χρι και τις προ­η­γού­με­νες ε­κλο­γές. Η ά­νο­δος της νε­ο­να­ζι­στι­κής α­κρο­δε­ξιάς και η δια­σπο­ρά α­ντι­μνη­μο­νια­κών φω­νών προς τις πιο α­πί­θα­νες και γρα­φι­κές κα­τευ­θύν­σεις, ε­πι­βάλ­λει και­ρό τώ­ρα μια στο­χα­στι­κή προ­σαρ­μο­γή: Την έμ­φα­ση σε αυ­τό που θέ­λεις πλέ­ον να ε­πι­τύ­χεις ως Αρι­στε­ρά και ό­χι σε ό­λα ό­σα α­πο­δεί­χτη­καν κα­κά. Με μια λέ­ξη: Προ­τε­ραιό­τη­τα στις δι­κές σου κα­τα­φά­σεις, στο δι­κό σου ί­χνος αλ­λα­γών και ό­χι πλέ­ον στο να ζω­γρα­φί­ζεις με με­λα­νά χρώ­μα­τα τις ευ­θύ­νες των άλ­λων για την παι­δεία, την υ­γεία, το κρά­τος. Αυ­τή η στο­χα­στι­κή προ­σαρ­μο­γή δεν έ­χει κα­μιά σχέ­ση με μια α­φε­λή ά­πο­ψη που υ­πο­βαθ­μί­ζει τη ση­μα­σία των Μνη­μο­νίων τα ο­ποία συ­νι­στούν, πέ­ρα α­πό ε­πι­μέ­ρους ση­μεία, «αρ­χι­τε­κτο­νι­κά» υ­πο­δείγ­μα­τα για την α­να­διάρ­θρω­ση μέ­σω υ­πο­τί­μη­σης. Πα­ρα­φρά­ζο­ντας τον Ινγκράο θα έ­λε­γα ό­τι ε­δώ και και­ρό το «α­ντι­μνη­μο­νια­κό» δεν αρ­κεί. Ού­τε η α­να­βίω­ση μιας συν­θη­μα­το­λο­γίας η ο­ποία με­τα­τρέ­πει το έ­θνος και ο­λό­κλη­ρο σχε­δόν τον ελ­λη­νι­κό λαό σε θύ­μα­τα μιας συλ­λο­γι­κής τι­μω­ρίας α­πό την πλευ­ρά των ε­λίτ και της τρόι­κας. Πο­λύ α­πλά διό­τι μπο­ρεί κά­ποιος να βρί­ζει την Μέρ­κελ και την τρόι­κα και συγ­χρό­νως να α­δια­φο­ρεί πα­γε­ρά για τις Νέες Μα­νω­λά­δες, να αρ­νεί­ται με­τά βδε­λυγ­μίας έ­ναν α­ντι­ρα­τσι­στι­κό νό­μο ή να φα­ντα­σιώ­νε­ται την α­ντι­κα­τά­στα­ση του «κοι­νο­βου­λίου των κλε­φτών» α­πό μια ο­μά­δα σο­φών κε­φα­λών του έ­θνους με τη συμ­με­το­χή και των αρ­χη­γών των τριών ό­πλων! Να, για πα­ρά­δειγ­μα, οι τε­λευ­ταίες δη­λώ­σεις Πο­λύ­δω­ρα που στο ό­νο­μα του α­ντι-τροϊκα­νού με­τώ­που νο­μι­μο­ποιούν τη «συ­νεν­νό­η­ση» με τη Χρυ­σή Αυ­γή.
Θα πει κά­ποιος: ό­λα αυ­τά μή­πως ο­δη­γούν σε μια ρι­ζο­σπα­στι­κή Αρι­στε­ρά που δεν θα εί­ναι και τό­σο ρι­ζο­σπα­στι­κή, που θα με­τα­το­πί­ζε­ται προς το «κέ­ντρο»; Ξέ­ρε­τε την ά­πο­ψή μου γι’ αυ­τό το θέ­μα α­πό την αρ­θρο­γρα­φία μου στην «Αυ­γή». Επι­μέ­νω, λοι­πόν, ό­τι σε κά­θε χώ­ρα του Δυ­τι­κού πο­λι­τι­κού κύ­κλου, έ­νας ο­ρι­σμέ­νος εν­διά­με­σος χώ­ρος έ­χει δο­μι­κή θέ­ση. Δεν α­πο­τε­λεί, ό­πως πι­στεύουν πολ­λοί, πο­λι­τι­κή α­ντα­νά­κλα­ση των ε­ξα­σφα­λι­σμέ­νων με­σαίων στρω­μά­των, ο­πό­τε αν λό­γω κρί­σης τα με­σο­στρώ­μα­τα «στρι­μώ­χνο­νται», παύει και ο εν­διά­με­σος χώ­ρος να έ­χει λό­γο ύ­παρ­ξης. 
Η ε­κτί­μη­ση πε­ρί μιας πό­λω­σης που ε­ξα­φα­νί­ζει τους εν­διά­με­σους, υ­πο­τι­μά το βά­θος της ε­ξα­το­μί­κευ­σης, αλ­λά και τις ση­μα­ντι­κές αλ­λα­γές στις κουλ­τού­ρες και στα ή­θη ό­λων των στρω­μά­των, και ό­χι α­πλώς των μι­κρο­α­στι­κών ή ε­κεί­νων που δια­θέ­τουν α­κό­μα πό­ρους. Πο­λύ α­πλά, υ­πάρ­χει έ­νας κό­σμος που δεν α­να­γνω­ρί­ζε­ται στον μαρ­ξο­γε­νή α­ντι­κα­πι­τα­λι­σμό ού­τε στις α­ντι­λή­ψεις πε­ρί συλ­λο­γι­κής δρά­σης και στους ε­σω­τε­ρι­κούς κώ­δι­κες της ρι­ζο­σπα­στι­κής Αρι­στε­ράς. Εί­ναι έ­νας κό­σμος που δεν κα­τε­βαί­νει στο δρό­μο, συγ­χρό­νως ό­μως α­ντι­λαμ­βά­νε­ται πολ­λά α­πό τα δει­νά της ση­με­ρι­νής κα­τά­στα­σης των πραγ­μά­των. Εί­ναι έ­νας κό­σμος, τέ­λος, ο ο­ποίος διεκ­δι­κεί­ται τό­σο α­πό δη­μο­κρα­τι­κές ό­σο και α­πό α­ντι­δη­μο­κρα­τι­κές έ­ξεις, δια­σχί­ζε­ται α­πό πα­νι­κούς α­πώ­λειας, αλ­λά και α­πό ε­πι­θυ­μίες για την εύ­ρε­ση μιας νέ­ας ι­σορ­ρο­πίας στην α­να­πο­δο­γυ­ρι­σμέ­νη ζωή του. 
Η Αρι­στε­ρά δεν γί­νε­ται λι­γό­τε­ρο ρι­ζο­σπα­στι­κή αν α­να­γνω­ρί­σει την πε­ρι­πλο­κό­τη­τα των στά­σεων και των η­θών. Αν α­να­γνω­ρί­σει ε­ντέ­λει ό­τι μια κοι­νω­νία, α­κό­μα και στις φά­σεις της με­γά­λης ύ­φε­σης, δια­θέ­τει δια­φο­ρο­ποιη­μέ­νους η­θι­κούς και πο­λι­τι­στι­κούς κώ­δι­κες. Δεν πρέ­πει άλ­λω­στε, να ξε­χνά­με, ό­τι ό­σο και αν η κρί­ση έ­φτια­ξε «μέ­τω­πα», την ί­δια στιγ­μή ε­ξέ­θρε­ψε και τους κα­τα­κερ­μα­τι­σμούς και τις ο­ρι­ζό­ντιες διαι­ρέ­σεις. 
Για αυ­τό και ο ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ χρειά­ζε­ται συγ­χρό­νως έ­ναν λό­γο μέ­ρι­μνας για τη συ­νο­χή της κοι­νω­νίας αλ­λά και για έ­να modus vivendi με α­ντί­πα­λες ή με α­πο­κλί­νου­σες α­πό τη δι­κή του ερ­μη­νείες του δη­μό­σιου συμ­φέ­ρο­ντος. Μια α­ρι­στε­ρή κυ­βερ­νη­τι­κή δυ­να­μι­κή προϋπο­θέ­τει τό­σο τις έλ­λο­γες συ­γκρού­σεις με πο­λι­τι­κές ε­πι­λο­γές, ό­σο και την ορ­γά­νω­ση συ­ναι­νέ­σεων και μορ­φών πα­ρα­γω­γι­κής πο­λι­τι­κής συ­νύ­παρ­ξης. Ανά­με­σα σε έ­ναν α­κραίο πραγ­μα­τι­σμό, ο ο­ποίος α­γνο­εί τις το­μές α­ξιών και τα­ξι­κών α­να­φο­ρών, και σε έ­ναν ι­δε­ο­λο­γι­σμό, ο ο­ποίος βλέ­πει την κοι­νω­νία ως κοι­νω­νι­κό κί­νη­μα, ως μια «με­γά­λη πλα­τεία», ο ΣΥ­ΡΙ­ΖΑ μπο­ρεί να προ­χω­ρή­σει σε μια δια­φο­ρε­τι­κή λο­γι­κή. Του­λά­χι­στον αυ­τό θα εί­χε εν­δια­φέ­ρον αν υ­πο­θέ­σου­με ό­τι κά­ποια και­νού­ρια ε­πει­σό­δια της κρί­σης δεν αλ­λά­ξουν άρ­δην τα δε­δο­μέ­να…

τη συ­νέ­ντευ­ξη πή­ρε ο Παύ­λος Κλαυ­δια­νός
 

Ο Νικόλας Σεβαστάκης σπούδασε πολιτικές επιστήμες και πολιτική θεωρία (Πανεπιστήμιο Lyon II). Δίδαξε πολιτική και κοινωνική φιλοσοφία στο τμήμα Κοινωνιολογίας του Πανεπιστημίου του Αιγαίου. Από το 2006 είναι αναπληρωτής καθηγητής στο τμήμα Πολιτικών Επιστημών του ΑΠΘ. 


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Δημοφιλείς αναρτήσεις 2013 - 2022

Το δημοκρατικό αίτημα των καιρών: Το δίκιο των νέων γενεών και των γενεών που έρχονται

Το δημοκρατικό αίτημα των καιρών: Το δίκιο των νέων γενεών και των γενεών που έρχονται
Χρίστος Αλεξόπουλος: Κλιματική κρίση και κοινωνική συνοχή

ΕΠΙΛΟΓΕΣ:
Αντρέϊ Αρσένιεβιτς Ταρκόφσκι

ΕΠΙΛΟΓΕΣ:<br>Αντρέϊ Αρσένιεβιτς Ταρκόφσκι
Πως η αγάπη επουλώνει τη φθορά του κόσμου

Danilo Kiš:

Danilo Kiš:
Συμβουλές σε νεαρούς συγγραφείς, και όχι μόνον

Predrag Matvejević:

Predrag Matvejević:
Ο Ρωσο-Κροάτης ανιχνευτής και λάτρης του Μεσογειακού κόσμου

Azra Nuhefendić

Azra Nuhefendić
Η δημοσιογράφος με τις πολλές διεθνείς διακρίσεις, γράφει για την οριακή, γειτονική Ευρώπη

Μάης του '36, Τάσος Τούσης

Μάης του '36, Τάσος Τούσης
Ο σκληρός Μεσοπόλεμος: η εποχή δοσμένη μέσα από τη ζωή ενός ανθρώπου - συμβόλου

Ετικέτες

«Γενιά του '30» «Μακεδονικό» 1968 1989 αειφορία Ανδρέας Παπανδρέου αντιπροσωπευτική δημοκρατία Αριστοτέλης Αρχιτεκτονική Αυστρομαρξισμός Βαλκανική Βαρουφάκης βιοποικιλότητα Βρετανία Γαλλία Γερμανία Γκράμσι Διακινδύνευση Έθνος και ΕΕ Εκπαίδευση Ελεφάντης Ενέργεια Επισφάλεια ηγεμονία ΗΠΑ Ήπειρος Θ. Αγγελόπουλος Θεοδωράκης Θεσσαλονίκη Θεωρία Συστημάτων Ιβάν Κράστεφ ιστορία Ιταλία Καντ Καρλ Σμιτ Καταναλωτισμός Κεντρική Ευρώπη Κέϋνς Κίνα Κλιματική αλλαγή Κοινοτισμός κοινωνική ανισότητα Κορνήλιος Καστοριάδης Κοσμάς Ψυχοπαίδης Κράτος Πρόνοιας Κώστας Καραμανλής Λιάκος Α. Λογοτεχνία Μάνεσης Μάξ Βέμπερ Μάρξ Μαρωνίτης Μέλισσες Μέσα «κοινωνικής» δικτύωσης Μέσα Ενημέρωσης Μεσόγειος Μεταπολίτευση Μιχ. Παπαγιαννάκης Μουσική Μπερλινγκουέρ Νεοφιλελευθερισμός Νίκος Πουλαντζάς Νίτσε Ο τόπος Οικολογία Ουκρανία Π. Κονδύλης Παγκοσμιοποίηση Παιδεία Πράσινοι Ρήγας Ρίτσος Ρωσία Σεφέρης Σημίτης Σολωμός Σοσιαλδημοκρατία Σχολή Φραγκφούρτης Ταρκόφσκι Τουρκία Τραμπ Τροβαδούροι Τσακαλώτος Τσίπρας Φιλελευθερισμός Φιλοσοφία Χαλκιδική Χέγκελ Χριστιανισμός Acemoglu/Robinson Adorno Albrecht von Lucke André Gorz Axel Honneth Azra Nuhefendić Balibar Brexit Carl Schmitt Chomsky Christopher Lasch Claus Offe Colin Crouch Elmar Altvater Ernst Bloch Ernst-W. Böckenförde Franklin Roosevelt Habermas Hannah Arendt Heidegger Jan-Werner Müller Jeremy Corbyn Laclau Le Corbusier Louis Althusser Marc Mazower Matvejević Michel Foucault Miroslav Krleža Mudde Otto Bauer PRAXIS International Ruskin Sandel Michael Strauss Leo Streeck T. S. Eliot Timothy Snyder Tolkien Ulrich Beck Wallerstein Walter Benjamin Wolfgang Münchau Zygmunt Bauman

Song for the Unification (Zbigniew Preisner -
Elzbieta Towarnicka - Kr. Kieślowski) - youtube

Song for the Unification (Zbigniew Preisner - <br>Elzbieta Towarnicka - Kr. Kieślowski) - youtube
Ἐὰν ταῖς γλώσσαις τῶν ἀνθρώπων λαλῶ καὶ τῶν ἀγγέλων,
ἀγάπην δὲ μὴ ἔχω, γέγονα χαλκὸς ἠχῶν ἢ κύμβαλον ἀλαλάζον...
Ἡ ἀγάπη ...πάντα στέγει, πάντα πιστεύει, πάντα ἐλπίζει, πάντα ὑπομένει...
Νυνὶ δὲ μένει πίστις, ἐλπίς, ἀγάπη, τὰ τρία ταῦτα·
μείζων δὲ τούτων ἡ ἀγάπη (προς Κορινθ. Α΄ 13)

Zygmunt Bauman: «Ρευστές ζωές, ρευστός κόσμος, ρευστή αγάπη»

Zygmunt Bauman: «Ρευστές ζωές, ρευστός κόσμος, ρευστή αγάπη»
«Είμαι βραχυπρόθεσμα απαισιόδοξος αλλά μακροπρόθεσμα αισιόδοξος»

Μουσείο Γουλανδρή Φυσικής Ιστορίας

Μουσείο Γουλανδρή Φυσικής Ιστορίας
«Χριστούγεννα με τον Κοκκινολαίμη – Το Αηδόνι του Χειμώνα»

Ψηλά στην Πίνδο, στο Περτούλι

Ψηλά στην Πίνδο, στο Περτούλι