Ο Κριαράς, ως δάσκαλος ενσάρκωνε ολόκληρη την ιστορία της Ελληνικής εκπαίδευσης στον 20ό αιώνα και ως πολίτης βίωσε την ιστορία της νεότερης Ελλάδας από τον Ελευθέριο Βενιζέλο μέχρι σήμερα, συμμετέχοντας ενεργά. Ως παιδαγωγός με την ευρύτερη έννοια και ως διανοούμενος (επίσης με την ευρύτερη σημασία της λέξης, που περιλαμβάνει πανεπιστημιακούς δασκάλους και «ελεύθερους σκοπευτές»), ανήκει στην τάξη μεγέθους του Μανόλη Τριανταφυλλίδη, του Κωνσταντίνου Καραθεοδωρή, του Δημήτρη Γληνού, του Αλέξανδρου Δελμούζου ή του Ευάγγελου Παπανούτσου. Ίσως πρέπει όμως εδώ, διευρύνοντας το πλαίσιο, να προσθέσουμε και λίγους νεότερους, όπως τους Κορνήλιο Καστοριάδη, Κώστα Παπαϊωάννου, Άρη Κωνσταντινίδη, Νίκο Πουλαντζά και τον Παναγιώτη Κονδύλη.
«Στη ζωή μου έκανα πάντα αυτό που θεωρούσα καθήκον μου»: αυτός ήταν ο συνοπτικός απολογισμός των 108 χρόνων πλήρους ζωής του Εμμανουήλ Κριαρά, με το έργο του των 20.000 σελίδων. Έτσι, με μια τέτοια λογοδοσία, θα μπορούσε ίσως να εκπροσωπεί εκείνο το σύνολο ανθρώπων αυτής την τάξης μεγέθους, που κάποτε προσπάθησαν να χαράξουν δρόμους για την παιδεία και τη γλώσσα, για δημιουργία πολιτών, γυναικών και ανδρών, στη νεότερη Ελλάδα*.
Ο Κριαράς με τη σύζυγό του, την καθηγήτρια Αικατερίνη Στριφτού, στα Μετέωρα (1983) |