του Μπερντ Ούλριχ
© Die Zeit - Bernd Ulrich: Kunstwerk des Jahrhunderts - Europa ist zu stark, um sich vom Nervenkrieg mit Athen erschüttern zu lassen 9.7.2015
Τι συγκινητικό, τι εντυπωσιακό και τι ενοχλητικό πράγμα που είναι αυτή η Ευρώπη! Όποιος βρίσκεται σήμερα στην Αθήνα ή σ' ένα από τα μαγευτικά νησιά, βλέπει τους Έλληνες να συζητούν έντονα κάτω από τα πλατάνια, τους συλλαμβάνει σε στιγμές κατάθλιψης ή σε στιγμές που παρ' όλα αυτά, προσπαθούν να χαμογελάσουν. Το καλύτερο είναι να πάει και να τους μιλήσει.
Συγκινητική και ιστορικά πρωτοφανής είναι όμως και η φροντίδα, με την οποία δεκαοκτώ άλλες χώρες της ΕΕ εδώ και πέντε χρόνια ασχολούνται ξανά και ξανά με την τύχη των έντεκα εκατομμυρίων Ελλήνων, πράγμα που εδώ και πέντε μήνες μονοπωλεί το ενδιαφέρον τους. Ξεκίνησαν με πολλά λάθη, όμως επιτέλους η Ευρώπη έχει μάθει καλά τα ελληνικά, με εντατικό πρόγραμμα εκμάθησης. Ακόμη και η γερμανική κυβέρνηση αυτό το καλοκαίρι ασχολείται περισσότερο με την Ελλάδα παρά με τη Γερμανία. Η καγκελάριος, η ίδια που έτρεφε τόσες προκαταλήψεις στην αρχή της κρίσης, τώρα πια έχει εξοικειωθεί τόσο με το ελληνικό ζήτημα, ώστε θα μπορούσε κάθε στιγμή να συγκυβερνά στην Αθήνα. Πιό κοντινή, με πιο εντατική ενασχόληση, πιο αλληλέγγυα, δύσκολα θα μπορούσε να είναι η Ευρώπη.
David Tibet - Soft Black Stars |
Το καταθλιπτικό της συζήτησης το συμπληρώνει η ιδεολογικοποίηση. Αντί να αντιμετωπίζεται η Ελλάδα ως ειδική περίπτωση, γίνεται κατάχρησή της ως παραδειγματικό πεδίο πειραματισμού για αριστερές ή δεξιές οικονομικές πολιτικές, για λιτότητα εναντίον του Κεϋνσιανισμού. Όλοι αυτοί που δεν μπορούν να καταλάβουν τι ακριβώς συμβαίνει - ούτε με τον καθαρό νεοφιλελευθερισμού, ούτε με μια πολιτική αθρόας εκτύπωσης χρήματος και χρέωσης - προσπαθούν να κατακτήσουν το ελληνικό αρχιπέλαγος ως ιδεολογικοί αποικιοκράτες. Ακόμη χειρότερα: ορισμένοι το πίστεψαν κιόλας, ότι στην Ελλάδα βρήκαν το μοχλό με τον οποίο μπορεί να αλλάξει η οικονομική πολιτική στο σύνολο της ζώνης του ευρώ και να πάρει διαφορετική κατεύθυνση. Ακόμη και ο παραιτηθείς υπουργός Οικονομικών Γιάνης Βαρουφάκης είναι ένας από εκείνους που δεν ήθελαν να κάνουν πολιτική για την Ελλάδα, αλλά πολιτική με την Ελλάδα.
Τελικά, αυτή η συζήτηση δηλητηριάστηκε από την ιδεολογία και μολύνθηκε από τους φόβους της καταστροφής.
Για να εκτιμήσουμε πόσο παράλογη είναι αυτή η καταστροφική εικόνα του εαυτού μας, ας ρίξουμε μια ματιά στο άλλο άκρο: Οι ΗΠΑ προκαλεσαν τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια στη Μέση Ανατολή ένα απίστευτο χάος: έχουν κάνει εκεί χιλιάδες λάθη και τώρα στέκονται μπροστά σε ένα βάραθρο, σε σύγκριση με το οποίο η δική μας ελληνική κρίση είναι απλό αποκριάτικο πάρτι. Και τι γίνεται; Μήπως οι Αμερικανοί θρηνούν μετανοημένοι; Μίλησαν ποτέ αυτοκριτικά για τη δική τους ιστορική αποτυχία;
Άφησαν ποτέ να διαφανεί ότι η κοσμοιστορική αποστολή τους έχει αποτύχει; Καθόλου. Απλά οι Ρεπουμπλικανοί κατηγορούν τους Δημοκρατικούς και αντιστρόφως. Κατά τα άλλα πήραν το μάθημα για το μέλλον με κάποια απογοήτευση, αλλά δεν είναι συντετριμμένοι. Μπορεί κανείς να το βρίσκει αυτό απωθητικό, όμως από πολιτική άποψη είναι εξαιρετικά υγιές.
Τα τελευταία πέντε χρόνια, η ΕΕ κατάφερε μεν να θέσει αρκετά καλά υπό έλεγχο την χρηματοπιστωτική και κρίση χρέους που ξεκίνησε από τις ΗΠΑ, εκτός από την περίπτωση μιας μικρής χώρας της ΕΕ όπου δεν τα κατάφερε ακόμη. Και λοιπόν; Μήπως περηφανεύεται για το επίτευγμα της; Το εκλαμβάνει ως απόδειξη μιας σχετικά καλής λειτουργίας των θεσμικών οργάνων της ΕΕ ή ως απόδειξη της ικανότητας των εθνικών κυβερνήσεων να αυτοσχεδιάζουν; Καθόλου. Η ΕΕ και οι λαοί της δεν έχουν καμμιά συναίσθηση για τη δύναμή τους και δεν ξοδεύουν λέξεις για τη δύναμη της Ένωσης, παρά μόνον στις περιπτώσεις που αυτή συμπεριφέρεται συνετά και με τις προβλεπόμενες θεσμικές και νομικές διαδικασίες.
Ωστόσο, αυτή ακριβώς η Ευρώπη των εγχειριδίων έχει φθάσει τα ιστορικά της όρια, επειδή τώρα αντιμετωπίζει προκλήσεις και απειλές, για τις οποίες το οικοδόμημα της ΕΕ δεν είναι προετοιμασμένο, για τις οποίες τώρα μόλις αναδιαμορφώνεται και μάλιστα με τρόπο ελλιπή και χωρίς καν να το συνειδητοποιούμε. Οι νέες απειλές ονομάζονται Ρωσία, χρηματοπιστωτικές αγορές, ισλαμισμός. Το νέο ανθρωπιστικό και πολιτικό καθήκον του αιώνα ονομάζεται πρόσφυγες.
Οι ιστορικές προκλήσεις, μπροστά στις οποίες βρίσκεται σήμερα η Ευρωπαϊκή Ένωση, δεν απαιτούν ως πρώτη προτεραιότητα μια ολοένα πιο εμβαθυνόμενη Ένωση, όπως έχουμε συνηθίσει να πιστεύουμε. Απαιτούν πρώτα πρώτα μια ολοένα και πιο ισχυρή Ένωση. Όμως η ευρωπαϊκή κοινή γνώμη, που ταλαιπωρεί μόνη της τον ευατό της, δεν φαίνεται να είναι έτοιμη για ένα νέο ραντεβού με την ιστορία.
David Tibet - Lucifer over London |
Σ' αυτό το σημείο καμπής της ιστορίας προς μεγαλύτερη δημοσιονομική και γεωπολιτική στιβαρότητα, κλιμακώνεται τώρα η ελληνική κρίση. Οι αντιφάσεις μεταξύ σταθερότητας και αλληλεγγύης, ηπιότητας και ευρωστίας οδηγούνται στο αποκορύφωμα. Φυσικά, θα ήταν ευκολότερο και πιο ωραίο να μηδενιζόταν το χρέος της Αθήνας και οι Έλληνες να αφήνονταν ελεύθεροι για επανεκκίνηση με ένα φιλικό χτύπημα στην πλάτη.
Ποιος μπορεί όμως να εγγυηθεί ότι μετά δεν θα ξαναδομηθεί το άρρωστο σύστημα, με αποτέλεσμα να επωφεληθούν πάλι οι χρηματοπιστωτικές αγορές από την ελληνική αχίλλειο πτέρνα για να επιτεθούν εναντίον του ευρώ;
Δεν είναι τόσο ωραίο, αλλά πάντως είναι εφικτό, να αφεθεί η Ελλάδα να φύγει από το ευρώ. Όμως που θα σταματήσει αυτό; Και δεν θα ενθαρρύνει την άλλη απειλή από τα ανατολικά, να ανοίξει ένα νέο μέτωπο;
Αυτά είναι τα πραγματικά διλήμματα που βρίσκονται πίσω από την κρίση. Με τα δεδομένα αυτά, ήδη είναι πολιτικό επίτευγμα της ΕΕ και των εθνικών της κυβερνήσεων το γεγονός ότι στο θέμα αυτό διατηρείται η ενότητα της ΕΕ, όπως εξάλλου συμβαίνει και στην περίπτωση των κυρώσεων εναντίον της Ρωσίας. Το σκόρ είναι στην ΕΕ 28-0 και στην ευρωζώνη 18-1. Και ίσως γίνει σύντομα και εκεί 19-0.
Το γεγονός ότι η ΕΕ δεν έχει βρεί την κατάλληλη γλώσσα για τη νέα φάση και δεν έχει συναίσθηση της δικής της δύναμης, οφίλεται στην ιστορία της από την ίδρυσή της: Με λίγα λόγια στη φόρμουλα του αμετάκλητου τελικού σκοπού της ενοποίησης που τον δημιουργεί η μοίρα (Finalität aus Fatalität). Οι ευρωπαϊκοί εσωτερικοί πόλεμοι, ένα είδος εμφυλίων συγκρούσεων του περασμένου 20ού αιώνα, γέννησαν την ιδέα, ότι μόνο μια ολοένα στενότερη ένωση θα μπορούσε να αποτρέψει τις υποτροπές. Αυτό δεν είναι λάθος, όμως δεν είναι πια επαρκώς κατάλληλος τρόπος σκέψης και καθιστά αδύνατο για την ΕΕ να επεξεργαστεί ιστορικά γεγονότα που δεν μπορούν να εναρμονισθούν μ' αυτόν τον αμετάκλητο τελικό σκοπό: Τέτοια γεγονότα της δημιουργούν σύγχυση. Αυτό ήταν αληθές ακόμη και για την ένωση των δύο Γερμανιών, την οποία η Ευρώπη μπόρεσε να «χωνέψει» μόνον επειδή συνδυάστηκε με περισσότερη Ευρώπη, ιδιαίτερα με την εισαγωγή του ευρώ.
Η προσήλωση στον τελικό σκοπό σημαίνει επίσης ότι δεν μπορούμε τώρα να πούμε με άνεση και ήσυχη συνείδηση πως ενώ η Ισπανία, η Πορτογαλία, η Ιρλανδία και η Ιταλία τα έχουν πάει καλά, τώρα έχουμε αναλάβει τη φροντίδα της δύσκολης ειδικής περίπτωσης Ελλάδα. Αντιθέτως, όλος ο πανικός ξεσπά εκεί όπου τα πράγματα δεν λειτουργούν καλά ή και οπισθοδρομούν. Και κορυφώνεται σε μια υπέρτατη ψευδαίσθηση τελικού σκοπού, όπως τον έχει εκφράσει πρόσφατα ο Jürgen Habermas, αλλά διακρίνεται και σε μεγάλο μέρος της σημαντικής γερμανικής αρθρογραφίας.
Αυτοί οι σχολιαστές απαιτούν ένα ποιοτικό άλμα προς ακόμη περισσότερη Ευρώπη, σκόπιμα παραβλέποντας το γεγονός ότι στον απόηχο της κρίσης ήδη έχουν σχεδιαστεί πολλοί νέοι μηχανισμοί για αμοιβαίο έλεγχο. Εκείνοι για τους οποίους μια όλο και πιο θεσμικά ενωμένη Ευρώπη είναι η μόνη λύση, έχουν προφανώς ξεχάσει ποιό ήταν το πραγματικό πρόβλημα στην περίπτωση της Ελλάδας: Μέσω της βεβιασμένης ένταξης στη ζώνη του ευρώ, ένα παραδοσιακά δυσλειτουργικό σύστημα μετετράπη σε αρρωστημένο και τελικά ρευστοποιήθηκε. Ακριβώς με το φθηνό χρήμα, αυτό το σύστημα έγινε υπερτροφικό, και αυτό συνεχίστηκε μέχρι που σταμάτησε η τροφοδοσία του. Τώρα οι Έλληνες βρίσκονται σε μια καθυστερημένη διαδικασία μεταρρύθμισης, η οποία είναι πολύ σκληρή και μπορεί να διαρκέσει επί δεκαετίες. Την ίδια στιγμή τα γιγαντιαία χρέη έχουν ως συνέπεια αυτό που προκαλούν όλα τα χρέη, περιορίζουν την λαϊκή κυριαρχία. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο ο πειρασμός είναι τεράστιος, ακαταμάχητος, να ρίχνουν σε τρίτους τις ευθύνες για τη δική τους κατάσταση.
Τι φαντάζονται λοιπόν οι οπαδοί της ταχείας ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης ότι θα είχε συμβεί, άν τα όρια δεν είχαν βάλει η Τρόικα και η καγκελάριος, αλλά η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ή ένας πανευρωπαϊκός Υπουργός Οικονομικών με έδρα τις Βρυξέλλες; Θα είμασταν αντιμέτωποι με το ίδιο δίλημμα, αλλά με διαφορετικούς πρωταγωνιστές. Για την Ελλάδα δεν είναι η μορφή το πρόβλημα - το πρόβλημα είναι το ίδιο το πρόβλημα.
Ακόμη και στο θέμα αυτό, η Ελλάδα αξιοποιείται για όλους τους στόχους που πάντα υπήρχαν, αλλά απλά δεν μπορούσαν να υπερισχύσουν στην εσωτερική πολιτική.
Όποιος βιώνει την Ελλάδα αυτές τις μέρες, καθώς υποφέρει και αγωνίζεται, δεν μπορεί να κάνει αλλοιώς, παρά μόνον να ελπίζει ότι αυτή η χώρα θα παραμείνει στη ζώνη του ευρώ. Όμως ακόμη και αν δεν το καταφέρει, η ΕΕ δεν θα αποτύχει. Απλά δεν θα έχει αντιμετωπίσει επιτυχώς ένα από τα πολλά σημαντικά καθήκοντα της. Συμβαίνουν αυτά, δείτε για παράδειγμα τις ΗΠΑ. Η ΕΕ θα αποτύχει μόνον άν γίνει πόλεμος μεταξύ μελών της, άν καταργηθεί η δημοκρατία σε κάποια χώρα της ή αν δεν καταφέρει να γίνει αρκετά ισχυρή για να επιβιώσει ως υπερδύναμη περικυκλωμένη από αντιπάλους.
Κάτι τελευταίο: Άν τελικά καταφέρει να κρατήσει την Ελλάδα στη ζώνη του ευρώ χωρίς το ευρώ να εξασθενήσει σημαντικά, τότε αυτό δεν θα είναι «δύσκολη και αγωνιώδης προσγείωση», ούτε «θα δούμε πόσο καιρό θ' αντέξει», αλλά το μεγαλύτερο πολιτικό έργο τέχνης αυτού του νέου αιώνα που μετρά 15 χρόνια.
Ο Bernd Ulrich σπούδασε πολιτικές επιστήμες, φιλοσοφία, γερμανική φιλολογία και κοινωνιολογία στο πανεπιστήμιο του Essen. Διετέλεσε δευθυντής στο προεδρείο της κοινοβουλευτικής ομάδας των Πράσινων και εργάστηκε ως δημοσιογράφος στις εφημερίδες Frankfurter Rundschau, taz, FAZ, Wochenpost και στο Tagesspiegel. Από το 2003 είναι αναπληρωτής αρχισυντάκτης της Zeit και από το 2007 επίσης διευθυντής της του τομέα πολιτικής.
Αρθρογραφία του Bernd Ulrich στην Zeit
Ο Bernd Ulrich σπούδασε πολιτικές επιστήμες, φιλοσοφία, γερμανική φιλολογία και κοινωνιολογία στο πανεπιστήμιο του Essen. Διετέλεσε δευθυντής στο προεδρείο της κοινοβουλευτικής ομάδας των Πράσινων και εργάστηκε ως δημοσιογράφος στις εφημερίδες Frankfurter Rundschau, taz, FAZ, Wochenpost και στο Tagesspiegel. Από το 2003 είναι αναπληρωτής αρχισυντάκτης της Zeit και από το 2007 επίσης διευθυντής της του τομέα πολιτικής.
Αρθρογραφία του Bernd Ulrich στην Zeit
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου