Τετάρτη 8 Ιουλίου 2015

Μετά το δημοψήφισμα, ο Τσίπρας εκπρόσωπος όλων των Ελλήνων που υποστηρίζουν το ευρώ; Είναι εφικτός ο συμβιβασμός;

του Νιλς Καντρίτσκε 
  
  
Η απρόσμενη έκβαση του δημοψηφίσματος στις 5/7, δηλαδή το 61,3 % υπέρ του «όχι» είναι σημαντικό πολιτικό γεγονός, το οποίο πρέπει να λάβει υπόψη το σύνολο της ΕΕ. Ιδιαίτερα οι πολιτικοί που θα αποφασίσουν για την τύχη της Ελλάδας και της ζώνης του ευρώ. Αλλά αυτό το αποτέλεσμα δεν αλλάζει τα «σκληρά γεγονότα» στο έδαφος της πραγματικότητας: ούτε την καταστροφική κατάσταση στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα και ιδίως στην πραγματική οικονομία, ούτε τις δυσκολίες για επίτευξη συμφωνίας με «έντιμο» συμβιβασμό μεταξύ της κυβέρνησης Τσίπρα και των θεσμών. Το κρίσιμο ερώτημα είναι, αν και πώς η ψήφος της μεγάλης πλειοψηφίας του ελληνικού λαού μπορεί να επηρεάσει τις εξελίξεις σ' αυτά τα δύο επίπεδα της πραγματικότητας
     
Ισχύει φυσικά η σκέψη, ότι το δημοψήφισμα αποτελεί αξία από μόνο του, από την άποψη της δημοκρατικής διατύπωσης κοινωνικών συμφερόντων και διαθέσεων. Όμως, υπό τις παρούσες συνθήκες, το κρίσιμο ερώτημα είναι ένα: ποιά θα είναι η συμβολή αυτής της ψηφοφορίας στην επίλυση των προβλημάτων η οποία προτείνεται από την κυβέρνηση της Αθήνας; Σε καμμία περίπτωση το δημοψήφισμα δεν αποδεικνύει ότι τα προβλήματα αυτά, που δεν περιορίζονται μόνον στην εγχώρια ελληνική πολιτική, μπορούν να επιλυθούν καλύτερα αν ερωτηθούν οι ενδιαφερόμενοι λαοί. Γιατί το πως σκέφτονται οι Έλληνες, ήταν ήδη γνωστό εκ των προτέρων. Και αν π.χ. ζητήσουμε τη γνώμη των Γερμανών φορολογουμένων, πως θέλουν να συνεισφέρουν για να τη διάσωση της Ελλάδας εντός της ευρωζώνης, το αποτέλεσμα αυτή τη στιγμή θα ήταν καταστροφικό, τουλάχιστον για τους Έλληνες. 
Όπως και πριν, έτσι και μετά το δημοψήφισμα, είτε μας αρέσει είτε όχι, οι δυσκολίες θα πρέπει να υπερνικηθούν σε μη δημοψηφισματικό επίπεδο, δηλαδή από τους πολιτικούς ή τις πολιτικές τάξεις των χωρών που εμπλέκονται στα προβλήματα. Τι πιθανότητες για συμφωνία έχουμε λοιπόν, μετά το δημοψήφισμα της 5ης Ιουλίου;
   
Τι παρακίνησε στο δημοψήφισμα; 
Πρώτα-πρώτα άς ρίξουμε μια ματιά ακόμη στις συνθήκες του δημοψηφίσματος, προκειμένου να εκτιμήσουμε την εσωτερική πολιτική σημασία του. Γι' αυτό, παραπέμπω στη θέση μου της περασμένης Δευτέρας 29.6, με την οποία αξιολόγησα την απόφαση της κυβέρνησης Τσίπρα ως πράξη απελπισίας. 
Η πρώτη πτυχή της απελπισίας ήταν η στάση των εταίρων. Σκλήρυναν τη στάση τους - απαντώντας σε μια πολύ υποχωρητική πρόταση της ελληνικής πλευράς. Αυτό είναι καταφανώς ορατό άν μελετήσει κανείς το υπόμνημα που είχε συντάξει ο από χθες νέος υπουργός Οικονομικών Τσακαλώτος. Αυτή η απάντηση, σύμφωνα με την ελληνική πλευρά, ήταν στην πράξη μια μορφή τελεσιγράφου των εταίρων. Και όλες οι προσπάθειες από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να το αρνηθούν, παραπέμποντας σε περαιτέρω «παραχωρήσεις» της τελευταίας στιγμής προς την Αθήνα, αποκαλύφθηκε ότι ήταν μόνον ελιγμοί (σ' αυτό το σημείο θα επανέλθω). 
Για την άλλη σημαντική πτυχή της απελπισίας, γνωρίζουμε τώρα περισσότερα πράγματα: Στην πραγματικότητα, ο Τσίπρας αποφάσισε το δημοψήφισμα, γιατί φοβόταν ότι το κόμμα του και ιδιαίτερα η κοινοβουλευτική ομάδα θα απέρριπταν τον συμβιβασμό με τις Βρυξέλλες. Ο ίδιος ο Τσακαλώτος το παραδέχτηκε αυτό ανοιχτά σε τηλεοπτική συνέντευξη πριν από την 5.7.2015: Η κυβέρνηση «σύρθηκε» στο δημοψήφισμα, διότι η συμφωνία των Βρυξελλών θα σκόνταφτε στην αντίσταση της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ, άρα θα ήταν αναγκαστικό να ψηφιστεί με την υποστήριξη και βουλευτών των αντιπολιτευόμενων κομμάτων και όχι με «αυτοτελή πλειοψηφία» της κυβερνητικής πλευράς. 
Ωστόσο και η απόφαση για το δημοψήφισμα ήταν εξαιρετικά αμφιλεγόμενη εντός της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ. Ο αναπληρωτής πρωθυπουργός Δραγασάκης είχε σοβαρές ανησυχίες, ενώ άλλα σημαντικά πρόσωπα (όπως ο υπουργός Οικονομίας Σταθάκης) ζήτησαν μέχρι και την απόρριψη του δημοψηφίσματος. Το ίδιο έκαναν και 2 εξέχοντες ευρωβουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ, όπως επίσης η ελληνική συνδικαλιστική συνομοσπονδία ΓΣΕΕ. Οι ανησυχίες των εσωκομματικών αντίπαλων του δημοψηφίσματος οφείλονταν κυρίως σε δύο σημεία: Πρώτον, υπήρχε ο φόβος από μια πόλωση της κοινωνίας και δεύτερον επέκριναν την μη προβλεψιμότητα των επακόλουθων του δημοψηφίσματος. Κανείς δεν μπορούσε να προβλέψει πως θα αντιδρούσαν οι διαπραγματευτές εντός της «Ομάδας των Βρυξελλών». Δεν ήταν λοιπόν δυνατό να ειπωθεί με σαφήνεια στο λαό, ποιες θα ήταν οι συνέπειες της ψήφου του, πράγμα που σημαίνει ότι από το δημοψήφισμα θα έβγαινε μόνο μια γενική εικόνα για τις διαθέσεις των πολιτών και όχι μια σαφή εντολή για τον τρόπο δράσης της κυβέρνησης. 
Ωστόσο, αυτή την τελευταία ανησυχία ο Αλέξης Τσίπρας την έλαβε υπόψη στις ομιλίες και συνεντεύξεις του κατά τη διάρκεια της εκστρατείας για το δημοψήφισμα. Ξανά και ξανά τόνιζε ότι το διακύβευμα του δημοψηφίσματος δεν είναι «δραχμή ή ευρώ», αλλά μάλλον μια ενισχυμένη εντολή για νέες διαπραγματεύσεις, οι οποίες θα έχουν ως  στόχο μια υποφερτή και «βιώσιμη» συμφωνία, που να εξασφαλίζει το μέλλον της Ελλάδας μέσα στη ζώνη του ευρώ.

Gerard Ter Borch - Treaty of Munster (1648)
Τι εξηγεί το απροσδόκητο 61 % υπέρ του «όχι» ;
Η τελευταία αυτή διευκρίνηση ήταν βασική προϋπόθεση για το γεγονός ότι ο Τσίπρας και η κυβέρνηση του κατάφεραν τελικά να επιτύχουν το επιθυμητό, δηλαδή το ισχυρότερο δυνατό «όχι». Όμως ακόμη και για την ηγεσία του κόμματος το 61,3 % του «όχι» ήταν μεγάλη έκπληξη. Όλες οι δημοσκοπικές έρευνες κατά τις τελευταίες δύο ημέρες πριν από το δημοψήφισμα (οι οποίες δεν μπορούσαν πια να δημοσιεύονται, αλλά στα κόμματα ήταν βέβαια γνωστές), κατέληγαν σε μια ψήφο με 50 έως 55 % υπέρ του «όχι». Το γεγονός ότι τελικά πήρε περισσότερο από 60 % χρειάζεται ερμηνεία. Ασφαλώς έπαιξαν ρόλο οι ακόλουθοι παράγοντες: 
* η σαφής δέσμευση υπέρ του ευρώ αλλά και ο συναισθηματικός τόνος στις εμφανίσεις του Τσίπρα, ο οποίος αξιοποίησε πλήρως το «χάρισμά» του και ζήτησε εμπιστοσύνη ακόμη και από τους πολιτικούς του αντιπάλους.
* η δημόσια υποστήριξη όλων των αποτυχημένων πρώην αρχηγών κυβερνήσεων (Σημίτη, Καραμανλή, Σαμαρά) προς το «ναι», την οποία πολλοί ψηφοφόροι την αισθάνθηκαν ως επιβολή και προσβολή, ότι δηλαδή θα πρέπει να ακούσουν για άλλη μια φορά το αποτυχημένο πολιτικό ποροσωπικό.
* το γεγονός ότι πολλοί Ευρωπαίοι πολιτικοί διατύπωσαν γνώμη και πήραν θέση υπέρ του «ναι» - συχνά με απειλητικό τόνο, πράγμα που φέρνει πάντα το αντίθετο αποτέλεσμα.
* η εμφανώς μεροληπτική θέση που πήραν τα περισσότερα ιδιωτικά τηλεοπτικά κανάλια, τα οποία τόσο στις ειδήσεις όσο και στο σχολιασμό, ακουγόταν σαν ηχώ των «παρεμβάσεων» που έκαναν οι ξένοι πολιτικοί.
* Η δημοσίευση μιας «ενδιάμεσης έκθεσης» του ΔΝΤ, στην οποία αναφέρεται σαφώς ότι το ελληνικό πρόβλημα είναι αδύνατο να αντιμετωπισθεί άν δεν γίνει ελάφρυνση του χρέους. Πρόκειται για μια διαπίστωση που επιβεβαίωνε στα μάτια των ψηφοφόρων την κεντρική επιχειρηματολογία της κυβέρνησης της Αθήνας. 
Μια παράπλευρη υποσημείωση: Πρέπει να επισημανθεί το εξής για έναν από τους παράγοντες αυτούς: Το γεγονός ότι στην Ελλάδα, οι πολιτικές εκκλήσεις ή και η απλή διατύπωση άποψης, ενεργοποιούν μάλλον το αντίθετο αποτέλεσμα, είναι γνωστό ήδη από τις διπλές γενικές εκλογές του 2012, τόσο στις Βρυξέλλες, όσο σε όλες τις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες Αυτό εγείρει το εξης ερώτημα: τι πιστεύουν για τον εαυτρό τους οι Ευρωπαίοι πολιτικοί και τι θέλουν να προβάλλουν, τι τους ωθεί να εκφράζονται επανειλημμένα με τον τρόπο αυτό; Το ερώτημα τίθεται μόνο για τους αναγνώστες που ασχολούνται με έξυπνες θεωρίες συνωμοσίας.
   
«Εμπιστοσύνη στο άγνωστο» 
Όλοι αυτοί οι παράγοντες συνέβαλαν στο να περάσουν το μήνυμά τους ο Τσίπρας και η κυβέρνηση: οι περισσότεροι ψηφοφόροι ήταν πεπεισμένοι ότι ένα «όχι» σε καμία περίπτωση δεν θα φέρει πιο κοντά τη Grexit, αλλά αντίθετα θα δώσει βοήθεια για να αποτραπεί η Grexit. Το άν αυτή η υπόσχεση μπορεί να εκπληρωθεί στην πραγματικότητα, θα το δείξει το μέλλον. Συνακόλουθα, μπορεί κανείς να χαρακτηρίσει το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος ως έκφραση της «εμπιστοσύνης στο άγνωστο» (πρόκειται για μια ωραία διατύπωση του αρθρογράφου Νίκου Κωνσταντάρα στην «Καθημερινή»). Αυτό είναι ένα εκπληκτικό φαινόμενο που έχει πολλές πτυχές, αλλά σίγουρα η μία είναι η εξής: η αξιοπιστία ενός «νέου» πολιτικού, ο οποίος κατάφερε να μην ταυτίζεται (ή μην ταυτίζεται ακόμη) με τους παλιούς πολιτικούς ή και να ξεχωρίζει από ολόκληρη την πολιτική τάξη του παρελθόντος. 
Και μάλιστα το κατάφερε, παρά το γεγονός ότι πολύ συχνά δουλεύει με τις «παλιές» μεθόδους, δηλαδή δίνοντας ανεκπλήρωτες ή αβέβαιες υποσχέσεις, όπως για παράδειγμα έκανε  πριν από το δημοψήφισμα: ανακοίνωσε ότι θα είναι ανοικτές οι τράπεζες την Τρίτη μετά το δημοψήφισμα, ότι οι μισθοί και οι συντάξεις του Ιουλίου θα καταβληθούν ή ότι οι ιδιωτικές τραπεζικές καταθέσεις είναι ασφαλείς, δηλαδή ότι οι πολίτες δεν πρέπει να φοβούνται πως μπορεί να συμβεί «bail-in» κατά το μοντέλο της Κύπρου. Στην πραγματικότητα οι τράπεζες θα ανοίξουν το νωρίτερο την Πέμπτη. Και το αν οι επόμενες αποδοχές θα καταβληθούν, όπως και το άν θα γίνει «bail-in»  εξαρτάται από την συμπεριφορά (και την καλή προαίρεση) της ΕΚΤ και των εταίρων της ζώνης του ευρώ. 
Αυτό μας φέρνει στο ερώτημα του τι αποτελέσματα μπορεί να έχει το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος στην εγχώρια πολιτική και ιδίως στο ευρωπαϊκό επίπεδο και στις διαπραγματεύσεις. Σε αυτό το δεύτερο επίπεδο, τα πράγματα είναι πολύ ασαφή ή στην καλύτερη περίπτωση οι προοπτικές θολές. Αντίθετα, στο επίπεδο της ελληνικής εσωτερικής πολιτικής το δημοψήφισμα αποτελεί μια σαφή και σημαντική απόφαση.
   
Εσωτερική πολιτική στροφή
Η σαφής πλειοψηφία του «όχι» είναι μεγάλης σημασίας για το μέλλον του ΣΥΡΙΖΑ και για την εξέλιξη της ελληνικής εσωτερικής πολιτικής. Αυτό είναι κατανοητό μόνο άν δούμε τη σύνθεση του στρατοπέδου του «όχι». Από το 61 %, περίπου 10 ποσοστιαίες μονάδες πιστώνονται στο λογαριασμό των Ελλήνων ακροδεξιών εξτρεμιστών που επιθυμούν μια Grexit. Το νεοναζιστικό κόμμα Χρυσή Αυγή ψήφισε στη Βουλή υπέρ της διεξαγωγής του δημοψηφίσματος (μαζί με τον ΣΥΡΙΖΑ και τους συνεργάτες του στον κυβερνητικό συνασπισμό AΝΕΛ) και κάλεσε για υπερψήφιση του «όχι» στο δημοψήφισμα. Επίσης ένα μέρος των ψηφοφόρων των AΝΕΛ (σύμφωνα με έρευνες, περισσότερο από το μισό) εγκρίνει την Grexit. Το ίδιο ισχύει και για το 15 έως 20 % των ψηφοφόρων που υποστηρίζουν ταυτόχρονα τον ΣΥΡΙΖΑ και είναι οπαδοί της Grexit. 
Αν το στρατόπεδο του «όχι» είχε κερδίσει λίγο πάνω από το 50 % των ψήφων, αυτό θα σήμαινε ότι στην πλειοψηφία αυτών των ψηφοφόρων του «όχι» θα υπήρχε μια ανοικτή ή συγκαλυμμένη προτίμηση για την Grexit.
Εφόσον τελικά το «όχι» έλαβε περισσότερο από το 60 % των ψήφων, η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να επιχειρηματολογεί ότι η πλειοψηφία του στρατοπέδου του «όχι» ψήφισε πράγματι υπέρ του στόχου που διατυπώθηκε από τον Τσίπρα: για «καλύτερο» αποτέλεσμα μιας διαπραγμάτευσης εντός της ζώνης του ευρώ. Αλλά για την «αξιολόγηση» ή την παραγωγική χρήση της λαϊκής βούλησης, ζωτικής σημασίας είναι το γεγονός ότι μετά το δημοψήφισμα ο Τσίπρας φαίνεται να έχει ξεκινήσει μια σημαντική αλλαγή στην εσωτερική πολιτική. Προσκάλεσε όλα τα άλλα πολιτικά κόμματα - εκτός από τους νεοναζί και το λενινιστικό ΚΚΕ - να συμπράξουν σε μια «εθνική συναίνεση» και έλαβε την υποστήριξή τους για την δύσκολη αποστολή του στις Βρυξέλλες. 
Με αυτό τον τρόπο ο Τσίπρας μπορεί να στηρίζεται σε ένα ευρύ μέτωπο απέναντι στους ευρωπαίους εταίρους, το οποίο περιλαμβάνει όχι μόνο το «νέο» κόμμα του Κέντρου Ποτάμι, αλλά και τα παλαιά συστημικά κόμματα της Νέας Δημοκρατίας και του ΠΑΣΟΚ. Η επιτυχία αυτή επισφραγίστηκε από την απόφαση του προέδρου της ΝΔ Σαμαράς να παραιτηθεί από την προεδρία του κόμματος, ώστε η ΝΔ μπορεί να επανατοποθετηθεί απέναντι στην κυβέρνηση. Θα πρέπει εδώ επισημανθεί ότι ο Τσίπρας διατηρεί σταθερά καλές προσωπικές σχέσεις με την φιλελεύθερη πτέρυγα της ΝΔ. Αυτό υπογραμμίσθηκε με την προσωπική απόφασή του - και παρά τις πολλές αντιρρήσεις εντός ΣΥΡΙΖΑ - να εκλεγεί στην προεδρία της Δημοκρατίας ο πολιτικός της ΝΔ Προκόπης Παυλόπουλος, ο οποίος μέχρι τον Οκτώβρη του 2009 ήταν υπουργός στην κυβέρνηση Καραμανλή.
  
Ο Τσίπρας εκπρόσωπος όλων των Ελλήνων υποστηρικτών του ευρώ;
Έτσι ο Τσίπρας αναβάθμισε την μεγάλη επιτυχία του στο δημοψήφισμα και την μετέτρεψε σε σημαντικό εργαλείο για τη σχέση με τους ευρωπαίους εταίρους του. Συνεπώς, μπορεί να εμφανιστεί σήμερα και τις επόμενες κρίσιμες μέρες στις Βρυξέλλες ως εκπρόσωπος όλων των Ελλήνων υποστηρικτών του ευρώ και αντιπάλων της
Grexit, δηλαδή να ισχυρίζεται ότι έχει πίσω του εκείνο το 70 % του πληθυσμού που σε όλες τις έρευνες πρόσφατα δηλώνουν υποστηρικτές του ευρώ. Δηλαδή και το 38 % των υποστηρικτών του «ναι», οι οποίοι ψήφισαν στο δημοψήφισμα εναντίον του Τσίπρα, γιατί έβλεπαν το «όχι» ως κίνδυνο για την παραμονή της χώρας στη ζώνη του ευρώ.
Το άν αυτές οι νέες συμμαχίες θα οδηγήσουν σε  επιτυχία στις Βρυξέλλες, είναι εντελώς ανοικτό ζήτημα. Αλλά για την εσωτερική πολιτική, είναι πλέον αμετάκλητες. Μέχρι πρόσφατα, ο Τσίπρας ήταν αυστηρά αρνητικός στο να καλέσει τα άλλα δημοκρατικά κόμματα σε «εθνική συνεννόηση» ή ακόμα και να σχηματίσει μια μόνιμη επιτροπή διαβούλευσης για να ενημερώνεται η αντιπολίτευση. Τώρα ο Πρωθυπουργός έφερε στο συμβούλιο τα άλλα κόμματα με αποτέλεσμα να υπογράψουν ακόμη και ένα κοινό κείμενο θέσεων. 
  
Η διάσπαση στο εσωτερικό της ελληνικής κοινωνίας αποφεύχθηκε 
Αυτό σημαίνει ότι έχει περάσει ο εξής κίνδυνος: το πολωτικό αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος να προκαλέσει διαίρεση της κοινωνίας σε μόνιμη βάση. Ο Τσίπρας είχε πάντως προειδοποιήσει εναντίον αυτού του διαχωρισμού ήδη από την παραμονή της ψηφοφορίας και έτσι ηρέμησε μια θερμοκέφαλη ατμόσφαιρα, μέσα στην οποία η ψήφος υπέρ του «ναι» θα καταγγέλονταν ως «εθνική προδοσία» από τους αριστεριστές του ΣΥΡΙΖΑ και τους υποστηρικτές των ΑΝΕΛ. Ένα παράδειγμα: Σύμφωνα με ρεπορτάζ στην «Εφημερίδα των Συντακτών» της 4ης Ιουλίου, η ομιλήτρια σε μια εκδήλωση υπέρ του «ναι» κατήγγειλε τα εξής: «Δεν πίστευα ποτέ ότι το 2015, μόνο και μόνο επειδή θέλω να μείνω στην Ευρώπη, θα με αποκαλούσαν Γερμανοτσολιά». Στον ίδιο τόνο εκφράζονταν ο Πάνος Καμμένος, επικεφαλής του κυβερνητικού εταίρου ΑΝΕΛ και Υπουργός Άμυνας. Όταν ένας από τους βουλευτές του, επικαλούμενος τη συνείδησή του υποστήριξε την ψήφο στο «ναι», διαγράφηκε από το κόμμα και η αιτιολόγηση εκ μέρους του Καμμένου ήταν: «Έχουμε πόλεμο και στον πόλεμο δεν υπάρχει έλεος».
Το δια-κομματικό εσωτερικό μέτωπο των αντιπάλων της Grexit έχει και μια δεύτερη, όχι λιγότερο αξιόλογη σημασία. Ουσιαστικά  πρόκειται για μια κίνηση του Τσίπρα, με σκοπό να  εξουδετερώσει προσωρινά την εσωκομματική αντιπολίτευση των αριστεριστών ή και να την θέσει μόνιμα εκτός μάχης. Στις διαπραγματεύσεις που αρχίζουν αμέσως, η εν λόγω φράξια, η οποία υποστηρίζει άμεσα ή έμμεσα την Grexit, δεν θα εκφράζεται μόνον εναντίον της κομματικής ηγεσίας, δεδομένου ότι μετά το δημοψήφισμα αυτή εκπροσωπεί όχι μόνο την κυβέρνηση, αλλά ένα πολύ ευρύ τμήμα του «πολιτικού συστήματος» και ιδιαίτερα μιαν ευρεία κοινωνική πλειοψηφία. Και αυτό σε συνθήκες κατά τις οποίες αποφασίζεται η μοίρα της χώρας και πολλών ερχόμενων γενεών.
 
Οι προοπτικές στις Βρυξέλλες 
Τι μπορούν να αποδώσουν αυτές οι διαπραγματεύσεις στις Βρυξέλλες; Σε μια πρώτη ματιά μετά το δημοψήφισμα, οι προοπτικές για την επίτευξη ενός συμβιβασμού ευνοϊκότερου για την Ελλάδα από τις τελευταίες προσφορές των πιστωτών πριν από δύο εβδομάδες, δεν είναι πολύ ενθαρρυντικές. Οι πιο σημαντικοί «εταίροι» έχουν ήδη δηλώσει ότι γι' αυτούς, το δυνατό «όχι» που ήρθε από την Ελλάδα και η νέα ευρεία πολιτική συμπόρευση στην Αθήνα, δεν είναι λόγοι για να χαλαρώσουν τους όρους τους. Αντιθέτως: Λαμβάνοντας υπόψη ότι τα δεδομένα στην πραγματική οικονομία διαρκώς επιδεινώνονται, είναι ίσως πιο πιθανό οι όροι να γίνουν ακόμη αυστηρότεροι. 
Πολύ αμυδρά σημάδια ελπίδας ότι η κυβέρνηση Τσίπρα μπορεί να ελπίζει σε παραχωρήσεις έρχονται από το Παρίσι και τη Ρώμη. Αλλά το να γίνουν ακουστοί από το Βερολίνο ο Ολλάντ ή ο Ρέντσι, φαίνεται τώρα μάλλον απίθανο. Επιπλέον, οι διαθέσεις στις χώρες της ζώνης του ευρώ στο βορρά (Ολλανδία, Φινλανδία, Λετονία) και στην ανατολή (Σλοβακία, Σλοβενία) φαίνονται πιο άκαμπτες σε σχέση με πριν από το δημοψήφισμα.
    
Στοιχεία ενός συμβιβασμού
Τα στοιχεία ενός συμβιβασμού της τελευταίας ώρας φαίνονται σαφώς πάνω στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων. Αναμφίβολα το σημαντικότερο είναι η παραδοχή, επιτέλους, από την πλευρά των εταίρων ότι το ζήτημα της βιωσιμότητας του χρέους πρέπει να αποσαφηνιστεί. Αν ο όρος ελάφρυνση του χρέους (για «κούρεμα» κανείς δεν θέλει να μιλήσει) καταγραφεί σε μια συμφωνία, η συμφωνία θα γίνει πολύ πιο εύκολη σε πολλά επιμέρους σημεία. 
Το ίδιο ισχύει και για ένα πρόγραμμα οικονομικής αναζωογόνησης και επανεκκίνησης, από το οποίο εξαρτάται η μελλοντική προοπτική της πραγματικής ελληνικής οικονομίας. Εάν μια συμφωνία δεν περιέχει ούτε τον όρο ελάφρυνση του χρέους, ούτε μέτρα για την ανάκαμψη της οικονομίας, καμιά ελληνική κυβέρνηση δεν θα την υπογράψει. Εάν αυτά τα θέματα αντιμετωπιστούν, ο Τσίπρας θα έχει μια καλή ευκαιρία να πάρει την έγκριση στο κοινοβούλιο ακόμη και για μια συμφωνία που θα θεωρείται σκληρή. Και μάλιστα, επειδή μετά το δημοψήφισμα έχει εγκαταλειφθεί η αρχή, ότι ένας συμβιβασμός πρέπει να εγκριθεί οπωσδήποτε με πλειοψηφία που θα προέρχεται από τις κοινοβουλευτικές ομάδες των 2 κομμάτων του κυβερνητικού  συνασπισμού. Αν η αριστερίστικη πτέρυγα του ΣΥΡΙΖΑ ή κάποια μέλη των ΑΝΕΛ δεν τον υπερψηφίσουν, ο Τσίπρας μπορεί να αποσπάσει κοινοβουλευτική πλειοψηφία με τη βοήθεια των άλλων κομμάτων - επικαλούμενος τον κίνδυνο καταστροφής. 
Αναμφίβολα για το ζήτημα του χρέους ο Τσίπρας και ο Τσακαλώτος θα επικαλεστούν την «πραγματογνωνοσύνη» του ΔΝΤ, που περιλαμβάνει τη συγκεκριμένη πρόταση να διπλασιαστεί η περίοδος λήξεων των ελληνικών δανείων (έως 40 χρόνια) και κυρίως να αναβληθεί σημαντικά περαιτέρω η ημερομηνία έναρξης της αποπληρωμής (πράγμα που θα ισοδυναμούσε με «κούρεμα» του κεφαλαίου των δανείων κατά 30 %). Οι πιστωτές είναι δύσκολο να αρνηθούν τη συζήτηση γι' αυτό το σημείο, δεδομένου ότι έχουν ήδη ισχυριστεί, προσχηματικά ή μή, πως υπήρχε μια τέτοια προσφορά τους στο τραπέζι λίγο πριν την διακοπή των συνομιλιών και την προκήρυξη του δημοψηφίσματος: «Υπήρχε η κοινή κατανόηση όλων των εμπλεκόμενων μερών ότι η συνάντηση του Eurogrοup θα πρέπει να καταλήξει σε συνολική συμφωνία για την Ελλάδα, ... η οποία θα πρέπει να καλύπτει (και) τις μελλοντικές χρηματοδοτικές ανάγκες, καθώς επίσης τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους» (βλ. «Καθημερινή» 28 Ιουνίου).
  
Η Grexit παραμονεύει πίσω από τη γωνία
 
Ποιες είναι οι προτάσεις που η ελληνική πλευρά θα φέρει στις Βρυξέλλες, μένει να το δούμε. Αλλά ένα είναι τώρα σαφές: Βρίσκεται υπό αφόρητη πίεση, επειδή το τραπεζικό σύστημα στην Ελλάδα είναι έτοιμο να καταρρεύσει και επειδή το κράτος δεν μπορεί να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις πληρωμών για τον Ιούλιο, ούτε καν τις πληρωμές μισθών και συντάξεων αυτής την εβδομάδας. Σ' αυτή την κατάσταση, ζωτικής σημασίας είναι το πώς θα δράσει η ΕΚΤ. Σε μια συνέντευξη στο BBC υψηλόβαθμος διοικητικός της ΕΚΤ εξήγησε σήμερα το πρωί ότι κανείς - παρά τη δήλωση περί «whatever it needs» του Ντράγκι - δεν μπορεί να αναλάβει την ευθύνη για να διασώσει ένα ουσιαστικά χρεοκοπημένο τραπεζικό σύστημα. Αυτό δεν μπορεί να το κάνει, χωρίς τουλάχιστον να ληφθεί απόφαση σε πολιτικό επίπεδο ότι η Ελλάδα μπορεί να διασωθεί εντός του Ευρωσυστήματος. Μόνο τότε μπορούν να στηρίξουν τράπεζες, που ως εχέγγυα για νέα δάνεια ELA μπορούν να παρέχουν μόνον τίτλους του Ελληνικού Δημοσίου. 
Εάν αυτή η πολιτική λύση δεν αποφασιστεί μέσα σε λίγες μέρες, η Ελλάδα θα βρεθεί στην πράξη αντιμέτωπη με την ανάγκη να δεχτεί τη λύση του bail-in, κατά τα πρότυπα της λύσης που δόθηκε στην περίπτωση της Κύπρου. Αυτό θα σήμαινε ότι μια ακόμη υπόσχεση του Τσίπρα, που δόθηκε πριν από το δημοψήφισμα, δεν θα τηρηθεί. Και ίσως θα ήταν μόνον ένα πρώτο βήμα στο δρόμο προς ένα «εναλλακτικό νόμισμα» εξ ανάγκης - δηλαδή τελικά ένα βήμα στην άβυσσο, η οποία μέχρι πρόσφατα φαινόταν να υπάρχει μόνο στους κακούς αλλά εξωπραγματικούς εφιάλτες.
Η κατάσταση είναι τόσο δραματική ώστε η Grexit, εναντίον της οποίας υψώνουν τη φωνή τους περισσότερο από τα 70 % των Ελλήνων, μπορεί να καραδοκεί ακριβώς πίσω από τη γωνία. «Η Grexit είναι τα χείλη όλων», δήλωσε ο εκπρόσωπος της ΕΚΤ στο BBC, «αλλά κανείς δεν θέλει να προφέρει αυτή τη λέξη».
   
Τι μπορεί να κάνει η ελληνική κυβέρνηση τώρα; 
Αυτό εγείρει το εξής ερώτημα: τι μπορεί να κάνει η ελληνική πλευρά για να γίνει η συμφωνία πιο πιθανή, κάτι που θα μπορούσε επίσης να παρουσιάσει στην Ελλάδα ως επιτυχές αποτέλεσμα και ως συνέπεια του δημοψηφίσματος; Πολλοί σχολιαστές έχουν δηλώσει ότι ο Τσίπρας θυσίασε τον υπουργό Οικονομικών Βαρουφάκη για να διευκολυνθεί η ατμόσφαιρα στις διαπραγματεύσεις. Αυτό είναι σωστό, στο βαθμό που η παραίτηση του υπουργού Οικονομικών αποτελεί παροχή ενός είδους «πρώτης προίκας» προς τους πιστωτές, οι οποίοι είχαν κηρύξει τον Βαρουφάκη persona non grata στην ομάδα των 19 υπουργών Οικονομικών της ευρωζώνης. Όμως είναι γεγονός ότι η παραίτηση του Βαρουφάκη ήταν από καιρό ξεκάθαρο ότι θα συμβεί. Τώρα απλά ήρθε η ώρα που αυτή η απόσυρση προσφέρει τα μέγιστα τακτικά οφέλη. Για κάθε παρατηρητή ήταν σαφές, τουλάχιστον από τη διάσκεψη της Ρίγας, όπου ο Βαρουφάκης κατέγραψε τις εσωτερικές συζητήσεις με το κινητό του, ότι ο υπουργός συνέλεγε υλικό για το επόμενο βιβλίο του, το οποίο βέβαια μπορεί να γράψει μόνον όταν δεν θα είναι πια στο υπουργείο του. Αλλά ακόμη και μέσα στην ίδια την κυβέρνηση, ο Βαρουφάκης ήταν περιθωριοποιημένος εδώ και αρκετές εβδομάδες, χωρίς όμως να έχει απωλέσει τη σημαντική λειτουργία του ως ευφυούς συμβούλου. 
Πολύ πιο σημαντικό είναι ένα δεύτερο σημείο: Η κυβέρνηση Τσίπρα θα πρέπει στη νέα πρόταση της να παρουσιάσει πολύ σαφέστερα και πολύ πιο συγκεκριμένα τις μεταρρυθμίσεις [*] που πρέπει να εφαρμόσει στην πράξη. Και μάλιστα, με σκοπό να εξασφαλίσει τις προϋποθέσεις ώστε να επανεκκινήσει η πραγματική οικονομία, μετά τις τελευταίες καταστροφικές προβλέψεις για το τρέχον έτος (ήδη η πρόβλεψη για ύφεση 2,0 % μέσα στο έτος 2015, θεωρείται αισιόδοξη).

[*] Υστερόγραφο: Μιας και αναφέρω ξανά και ξανά τον όρο απαραίτητες «μεταρρυθμίσεις», θα ήθελα να προσθέσω μια διευκρινιστική σημείωση. Αρκετοί αναγνώστες έχουν ρωτήσει με κάθε σοβαρότητα, γιατί ζητώ «νεοφιλελεύθερες» μεταρρυθμίσεις και έτσι, συνακόλουθα, δικαιολογώ κατά βάση τη θέση των πιστωτών. Στους αναγνώστες που ανησυχούν για την ιδεολογική μου καθαρότητα, απαντώ ως εξής:
Το τι εννοώ ως σημαντικές και απαραίτητες μεταρρυθμίσεις, το έχω εξηγήσει επανειλημμένα. Πρόσφατα, σε ανάλυσή μου στην εφημερίδα Le Monde Diplomatique, τον Φεβρουάριο του 2015, υποστηρίζω ότι ο ίδιος ο προσδιορισμός της μεταρρυθμιστικής 
ατζέντας είναι ταυτόχρονα και ένα μέσο για να γεμίσει τον όρο μεταρρύθμιση με κοινωνικό και προοδευτικό περιεχόμενο ενάντια στη νεοφιλελεύθερη ρητορική περί  μεταρρύθμισης. Εννοώ λοιπόν μεταρρυθμίσεις για τις οποίες έχει μιλήσει ο ίδιος ο Βαρουφάκης και οι οποίες περιλαμβάνονται στο προεκλογικό πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ, χωρίς όμως να έχουν μέχρι τώρα αντιμετωπιστεί στην πράξη με συνέπεια, πράγμα που θεωρώ απαραίτητο τόσο από τακτική όσο και από στρατηγική σκοπιά. Και για τις οποίες, η μεγάλη πλειοψηφία του ελληνικού πληθυσμού επιβεβαιώνει ότι τις θέλει, ότι είναι ώριμες και έχουν καθυστερήσει.
Με άλλα λόγια, αν υπάρχει δυνατότητα να γίνει ένας έντιμος συμβιβασμός με τους πιστωτές, τότε πρέπει να γίνει μέσω μιας αυστηρής και ενεργητικής ατζέντας μεταρρυθμίσεων, που θα ξεκαθαρίζει και στο δικό του εκλογικό σώμα τι είναι απαραίτητο. Ευνόητο είναι ότι δεν εννοώ νεοφιλελεύθερα εργαλεία, αλλά ριζικές αλλαγές
* στην καταπολέμηση της φοροδιαφυγής και της φοροαποφυγής, όπου ελάχιστα έγιναν και γίνονται.
* στην αξιολόγηση και μεταρρύθμιση των δημοσίων υπηρεσιών, οι οποίες εξακολουθούν να είναι εξαιρετικά αναποτελεσματικές, διότι η ευνοιοκρατία και το πελατειακό σύστημα φροντίζουν να υπάρχουν σε πολλές θέσεις οι λάθος άνθρωποι και οι πιο αδιάφοροι. Ενώ υπάρχουν απίστευτα πολλές κενές ή ανενεργές θέσεις, διότι το προσωπικό βρίσκεται σε λάθος θέσεις και υποχρησιμοποιείται φοβερά.
* στο συνταξιοδοτικό σύστημα, όπου οι ρυθμίσεις για πρόωρες συνταξιοδοτήσεις έχουν οδηγήσει (κυρίως τα τελευταία πέντε χρόνια!) σε αφαίμαξη των ταμείων, επειδή οι «εξοικονομήσεις» μέσω της πρόωρης συνταξιοδότησης σε επιχειρήσεις του δημόσιου τομέα έχουν περάσει ως κόστος στο ασφαλιστικό σύστημα. 
Αυτά όλα είναι σημεία που ο ΣΥΡΙΖΑ πειλαμβάνει στο πρόγραμμά του, ενώ ο Βαρουφάκης τα έχει αποδεχτεί ως απολύτως επείγοντα κατά τις πρόσφατες διαπραγματεύσεις.
O Niels Kadritzke (1943) είναι δημοσιογράφος, κοινωνιολόγος και συγγραφέας στο Βερολίνο. Συντάκτης της Monde Diplomatique και της Tageszeitung, συγγραφέας του βιβλίου Άτλας της Παγκοσμιοποίησης
      
Niels Kadritzke για την Ελλάδα, στην Tageszeitung
Βιβλία του Νιλς Καντρίτσκε
 





(NachDenkSeiten, Γερμανικά)
 
Νίκος Κωνσταντάρας, «Καθημερινή» 06.07.2015  Εμπιστοσύνη στο άγνωστο

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Δημοφιλείς αναρτήσεις 2013 - 2022

Το δημοκρατικό αίτημα των καιρών: Το δίκιο των νέων γενεών και των γενεών που έρχονται

Το δημοκρατικό αίτημα των καιρών: Το δίκιο των νέων γενεών και των γενεών που έρχονται
Χρίστος Αλεξόπουλος: Κλιματική κρίση και κοινωνική συνοχή

ΕΠΙΛΟΓΕΣ:
Αντρέϊ Αρσένιεβιτς Ταρκόφσκι

ΕΠΙΛΟΓΕΣ:<br>Αντρέϊ Αρσένιεβιτς Ταρκόφσκι
Πως η αγάπη επουλώνει τη φθορά του κόσμου

Danilo Kiš:

Danilo Kiš:
Συμβουλές σε νεαρούς συγγραφείς, και όχι μόνον

Predrag Matvejević:

Predrag Matvejević:
Ο Ρωσο-Κροάτης ανιχνευτής και λάτρης του Μεσογειακού κόσμου

Azra Nuhefendić

Azra Nuhefendić
Η δημοσιογράφος με τις πολλές διεθνείς διακρίσεις, γράφει για την οριακή, γειτονική Ευρώπη

Μάης του '36, Τάσος Τούσης

Μάης του '36, Τάσος Τούσης
Ο σκληρός Μεσοπόλεμος: η εποχή δοσμένη μέσα από τη ζωή ενός ανθρώπου - συμβόλου

Ετικέτες

«Γενιά του '30» «Μακεδονικό» 1968 1989 αειφορία Ανδρέας Παπανδρέου αντιπροσωπευτική δημοκρατία Αριστοτέλης Αρχιτεκτονική Αυστρομαρξισμός Βαλκανική Βαρουφάκης βιοποικιλότητα Βρετανία Γαλλία Γερμανία Γκράμσι Διακινδύνευση Έθνος και ΕΕ Εκπαίδευση Ελεφάντης Ενέργεια Επισφάλεια ηγεμονία ΗΠΑ Ήπειρος Θ. Αγγελόπουλος Θεοδωράκης Θεσσαλονίκη Θεωρία Συστημάτων Ιβάν Κράστεφ ιστορία Ιταλία Καντ Καρλ Σμιτ Καταναλωτισμός Κεντρική Ευρώπη Κέϋνς Κίνα Κλιματική αλλαγή Κοινοτισμός κοινωνική ανισότητα Κορνήλιος Καστοριάδης Κοσμάς Ψυχοπαίδης Κράτος Πρόνοιας Κώστας Καραμανλής Λιάκος Α. Λογοτεχνία Μάνεσης Μάξ Βέμπερ Μάρξ Μαρωνίτης Μέλισσες Μέσα «κοινωνικής» δικτύωσης Μέσα Ενημέρωσης Μεσόγειος Μεταπολίτευση Μιχ. Παπαγιαννάκης Μουσική Μπερλινγκουέρ Νεοφιλελευθερισμός Νίκος Πουλαντζάς Νίτσε Ο τόπος Οικολογία Ουκρανία Π. Κονδύλης Παγκοσμιοποίηση Παιδεία Πράσινοι Ρήγας Ρίτσος Ρωσία Σεφέρης Σημίτης Σολωμός Σοσιαλδημοκρατία Σχολή Φραγκφούρτης Ταρκόφσκι Τουρκία Τραμπ Τροβαδούροι Τσακαλώτος Τσίπρας Φιλελευθερισμός Φιλοσοφία Χαλκιδική Χέγκελ Χριστιανισμός Acemoglu/Robinson Adorno Albrecht von Lucke André Gorz Axel Honneth Azra Nuhefendić Balibar Brexit Carl Schmitt Chomsky Christopher Lasch Claus Offe Colin Crouch Elmar Altvater Ernst Bloch Ernst-W. Böckenförde Franklin Roosevelt Habermas Hannah Arendt Heidegger Jan-Werner Müller Jeremy Corbyn Laclau Le Corbusier Louis Althusser Marc Mazower Matvejević Michel Foucault Miroslav Krleža Mudde Otto Bauer PRAXIS International Ruskin Sandel Michael Strauss Leo Streeck T. S. Eliot Timothy Snyder Tolkien Ulrich Beck Wallerstein Walter Benjamin Wolfgang Münchau Zygmunt Bauman

Song for the Unification (Zbigniew Preisner -
Elzbieta Towarnicka - Kr. Kieślowski) - youtube

Song for the Unification (Zbigniew Preisner - <br>Elzbieta Towarnicka - Kr. Kieślowski) - youtube
Ἐὰν ταῖς γλώσσαις τῶν ἀνθρώπων λαλῶ καὶ τῶν ἀγγέλων,
ἀγάπην δὲ μὴ ἔχω, γέγονα χαλκὸς ἠχῶν ἢ κύμβαλον ἀλαλάζον...
Ἡ ἀγάπη ...πάντα στέγει, πάντα πιστεύει, πάντα ἐλπίζει, πάντα ὑπομένει...
Νυνὶ δὲ μένει πίστις, ἐλπίς, ἀγάπη, τὰ τρία ταῦτα·
μείζων δὲ τούτων ἡ ἀγάπη (προς Κορινθ. Α΄ 13)

Zygmunt Bauman: «Ρευστές ζωές, ρευστός κόσμος, ρευστή αγάπη»

Zygmunt Bauman: «Ρευστές ζωές, ρευστός κόσμος, ρευστή αγάπη»
«Είμαι βραχυπρόθεσμα απαισιόδοξος αλλά μακροπρόθεσμα αισιόδοξος»

Μουσείο Γουλανδρή Φυσικής Ιστορίας

Μουσείο Γουλανδρή Φυσικής Ιστορίας
«Χριστούγεννα με τον Κοκκινολαίμη – Το Αηδόνι του Χειμώνα»

Ψηλά στην Πίνδο, στο Περτούλι

Ψηλά στην Πίνδο, στο Περτούλι