της Μαρίας Θανασούλια
© Red NoteBook - Μαρία Θανασούλια: Άραγε θα θυμάται κάποιος τ’ όνομά μας; 14.9.2015
1996. Ο κύριος Γιάννης, ιδιοκτήτης του
συνοικιακού δισκοπωλείου έχει αναλάβει να μας ενημερώνει για ό,τι καλό
κυκλοφορεί. Είμαστε γυμνασιόπαιδα που ανακαλύπτουμε τον κόσμο και οι
καλύτεροι πελάτες του.
«Να πάρετε να ακούσετε αυτό. Είναι τα Διάφανα Κρίνα.»
«Να πάρετε να ακούσετε αυτό. Είναι τα Διάφανα Κρίνα.»
Πήρα το cd με το σκούρο εξώφυλλο την
ίδια μέρα. Δύο φωτογραφίες, το όνομα του συγκροτήματος, ένα fleur de lis
και ο τίτλος: «Έγινε η απώλεια συνήθειά μας». Η ακρόαση έγινε στο σπίτι
μίας φίλης. Το βιβλιαράκι με τους στίχους περνούσε από χέρι σε χέρι και
σαν υπνωτισμένοι αποστηθίζαμε την κάθε λέξη.
Έκτοτε δε χάσαμε ούτε μισή συναυλία,
ούτε έναν δίσκο. Στα πρώτα live ήμασταν λίγοι. Μετά περισσότεροι. Πολύ
περισσότεροι. Στο «Δίπλα στο Ποτάμι», στο «ΑΝ», στο «Φίλων Διάβαση», στο
γήπεδο του Χαλανδρίου, στο «ΡΟΔΟΝ»... Ένας στρατός μαυροφορεμένων
παιδιών που τραγουδούσε στίχους του Καρθαίου, του Ουράνη, του Καψάλη,
αλλά και δύο ακόμα σπουδαίων ποιητών που παρουσιάστηκαν αίφνης: του
Θάνου Ανεστόπουλου και του Παντελή Ροδοστόγλου.
Η μουσική και οι στίχοι των Κρίνων
καθόρισαν τις αναζητήσεις πολλών νέων στα τέλη των 90s και στις αρχές
των 00s. Στις συνεντεύξεις τους μιλούσαν για τις επιρροές τους και κάπως
έτσι ανοίχτηκε για εμάς ο κόσμος των Tindersticks, του Johnny Cash, των
Joy Division, του Nick Cave, των Noir Desir, αλλά και του T.S. Eliot,
του Γιώργου Σεφέρη, της Sylvia Plath και τόσων άλλων.
Αυτές οι επιρροές ήταν εμφανείς στη μουσική και τους στίχους τους. Τα πρώτα χρόνια με τρόπο προφανή και ενθουσιώδη. Πιο διακριτικά στην πορεία, που η μπάντα έβρισκε και παγίωνε το προσωπικό της στυλ. Αν θα μπορούσα να χαρακτηρίσω κάπως τα Διάφανα Κρίνα, θα έλεγα πως είναι ένα “workshop καλλιέργειας και αισθητικής». Μετά τον Γιάννη Αγγελάκα ήρθαν για να μπουν στις αποσκευές μιας γενιάς που στην πορεία θα μάθαινε πολύ καλά τί σημαίνει να γίνεται η απώλεια συνήθειά της...
Αυτές οι επιρροές ήταν εμφανείς στη μουσική και τους στίχους τους. Τα πρώτα χρόνια με τρόπο προφανή και ενθουσιώδη. Πιο διακριτικά στην πορεία, που η μπάντα έβρισκε και παγίωνε το προσωπικό της στυλ. Αν θα μπορούσα να χαρακτηρίσω κάπως τα Διάφανα Κρίνα, θα έλεγα πως είναι ένα “workshop καλλιέργειας και αισθητικής». Μετά τον Γιάννη Αγγελάκα ήρθαν για να μπουν στις αποσκευές μιας γενιάς που στην πορεία θα μάθαινε πολύ καλά τί σημαίνει να γίνεται η απώλεια συνήθειά της...
Ο Γιάννης Αγγελάκας, ο Αλκίνοος Ιωαννίδης και οι Last Drive ταν εκεί την Πέμπτη 10 και την Παρασκευή 11 Σεπτεμβρίου, στις δύο sold out συναυλίες των Διάφανων Κρίνων που
επανενώθηκαν έπειτα από κάλεσμα του Θάνου Ανεστόπουλου ο οποίος δίνει
μία σκληρή, υπερήφανη και γενναία μάχη με τον καρκίνο.
Βρέθηκα εκεί τη δεύτερη ημέρα σε μία
κατάμεστη Τεχνόπολη. Δυστυχώς δεν πρόλαβα τους Last Drive, είδα όμως το
Γιάννη Αγγελάκα με τη νέα του μπάντα και με ενέργεια που θα ζήλευε και ο
Mick Jagger. Στο «Σιγά μην κλάψω» ήταν σαν ο κόσμος που τραγουδούσε να
φωνάζει στη σκηνή το Θάνο Ανεστόπουλο. Κάπως έτσι έγινε. Τα Κρίνα βγήκαν
αμέσως μετά τον Αγγελάκα. Ο Παναγιώτης Μπερλής που είχε αποχωρήσει από
τη μπάντα το 2000 έδωσε με τα πλήκτρα του τη γνωστή ποιητική ατμόσφαιρα
των παλιών Κρίνων, σαν να σκηνοθετούσε τον ήχο από το βάθος. Ο Κυριάκος
Τσουκαλάς με χαρά και ενέργεια που θα ζήλευε και ο Γιάννης Αγγελάκας που
θα τον ζήλευε ο Jagger, ήρθε με έναν ήχο στιβαρό και ταυτόχρονα
ονειρικό όπως και ο Νίκος Μπάρδης ο οποίος συντέλεσε κι αυτός σε ένα
κιθαριστικό αποτέλεσμα που μας πήγαινε σε post rock δρόμους. Ομολογώ
βέβαια ότι περίμενα να εμφανίσει κάποια στιγμή και την τρομπέτα του! Ο
Τάσος Μαχάς, πάντα βράχος ως καλός ντράμερ που είναι, δεν έπαιξε τίποτα
περιττό, τίποτα λιγότερο απ’ότι ακριβώς χρειαζόταν. Ο Παντελής
Ροδοστόγλου, ο τύπος που μάλλον μας τρολάρει ενώ στην πραγματικότητα
είναι κάποιος ήρωας του Poe, έπαιζε τις μπασογραμμές των τραγουδιών σαν
να μιλάει τη μητρική του γλώσσα. Σαν να είναι αυτό που κάνει μονίμως, με
μικρές διακοπές για να ζήσει. Ο Θάνος Ανεστόπουλος στη σκηνή δυνατός,
με τη φωνή του όπως την ξέρουμε τόσα χρόνια. Βαθιά και σπαρακτική.
Μιλούσε τον κάθε στίχο. Τον απηύθηνε σ’εμας, στους συμπαίκτες του και
τον έφτυνε κατάμουτρα στο θάνατο. «Μη φοβάστε τους φόβους τους» μας είπε
τρεις φορές πριν πλημμυρίσει η Τεχνόπολη από τους στίχους του Καρθαίου
στο «Βάλτε να Πιούμε». Το συγκεκριμένο τραγούδι και πριν από αυτό το
«Θέμεθλο», τα τραγούδησε μαζί με τον Αλκίνοο Ιωαννίδη ο οποίος μας
θύμισε το πώς λειτουργεί η μαγεία της τέχνης. Πώς έξι άνθρωποι που
παλεύουν με τις δυκολίες της ζωής έχουν τη δύναμη να δημιουργήσουν
τέτοιες βραδιές και να προκαλέσουν τόσο μεγάλες συγκινήσεις. Τέλος, ο
κόσμος: φανερά συγκινημένος, αλλά και απίστευτα χαρούμενος. Δεν έχω
ξαναδεί τόσα βουρκωμένα μάτια σε συναυλία. Άνθρωποι που μεγάλωσαν με τα
Κρίνα και ακολούθησαν όλη την πορεία τους, αλλά και πιτσιρικάδες που δεν
είχαν ποτέ την τύχη να τους δουν ζωντανά αν και ήξεραν όλους τους
στίχους απ’ έξω. Επίσης, είδα τουλάχιστον δέκα καρότσια. Ναι, τα
γυμνασιόπαιδα έγιναν γονείς.
Δε νομίζω πως έχει νόημα να μιλήσουμε
για τον ήχο και το playlist σε αυτό το κείμενο. Άλλωστε δεν πρόκειται
περί κριτικής. Έχει όμως σημασία να πούμε πως η μουσική, όπως και το
γράψιμο, έχει μία μαγική ιδιότητα. Όσο περνούν τα χρόνια ωριμάζει και
γίνεται καλύτερη. Σαν από μόνη της.
Τα Διάφανα Κρίνα εξελίχθηκαν μουσικά
μέσα σε αυτά τα επτά χρόνια απουσίας. Όσο τους άκουγα σκεφτόμουν πως αν
συνέχιζαν την πορεία τους θα είχαμε στις δισκοθήκες μας ακόμα μερικά
διαμάντια που θα γινόντουσαν κλασικά.
Άκουσε, δε βιαζόμαστε να φύγουμε βαρκάρη...
Η ζωή έχει νικήσει το θάνατο. Τον νικάει καθημερινά μέσα από τις μνήμες. Γι’αυτό ίσως να είναι τόσο σκληρές.
Όσο η αγάπη θα καλεί όμως, εμείς θα είμαστε εκεί, για να δημιουργήσουμε νέες μνήμες μαζί με αυτούς που αγαπάμε.
Θάνο, Παντελή, Κυριάκο, Νίκο, Τάσο, Παναγιώτη, θα σας ξαναδούμε σύντομα!
Όσο η αγάπη θα καλεί όμως, εμείς θα είμαστε εκεί, για να δημιουργήσουμε νέες μνήμες μαζί με αυτούς που αγαπάμε.
Θάνο, Παντελή, Κυριάκο, Νίκο, Τάσο, Παναγιώτη, θα σας ξαναδούμε σύντομα!
Η Μαρία Θανασούλια είναι μουσικός
Άραγε θα θυμάται κάποιος τ’ όνομά μας,της ζωής μας τα εξαίσια φεγγάρια,
τα πάθη μας, τις λύπες, τα δεινά μας;
Άραγε υπήρξαμε ποτέ; Στα όνειρα μας !
αν έχω χάσει τη φωνή μες στ‘ αγριόχορτα, μου απομένει η λέξη.
Αν έχω υποφέρει για τη δίψα, την πείνα,
κι όλα όσα ήταν δικά μου και κατάντησα ένα τίποτα,
κι όλα όσα ήταν δικά μου και κατάντησα ένα τίποτα,
αν έχω θερίσει τις σκιές στα σιωπηλά, μου απομένει η λέξη.
Αν άνοιξα τα χείλη για να δω
το πρόσωπο
το τρομερό και το καθάριο της πατρίδας μου,
αν άνοιξα τα χείλη μέχρι να τα σκίσω, μου απομένει η λέξη
τους σιδερένιους δίαυλους, των σκουπιδιών τους ύπνους.
Μες στις στοές αγόγγυτες χορδές φωνές ριγούσαν
μες στις χολέτρες ψίθυροι κούρνιαζαν και σιγούσαν.
Ίλιγγος των υπόκοσμων, παλμός και προσωδίες,
αρρωστημένο δύστυχο φτερούγισμα του σκότους.
Αισθάνθηκα τους παγερούς υπόγειους σωλήνες
στα σπλάχνα μου να τρίζουνε φριχτά και να δονούνται.
Πραγματικα, μονο συγκινηση αλλα και ευδαιμονια..βαλτε να πιουμε Ζωη..
ΑπάντησηΔιαγραφή