του Πάουλ Ίνγκεντάι
© Frankfurter Allgemeine Zeitung - Paul Ingendaay: Geert Wilders vor der Wahl - Osterei, Nikolaus und Windmühlen, 09.03.2017
Ο Geert Wilders, ηγέτης του δεξιού λαϊκιστικού «Κόμματος για την Ελευθερία» (PVV), αυτοπροβάλλεται ως θεματοφύλακας των ολλανδικών παραδόσεων. Αυτός, τέτοιες παραδόσεις δεν τις βρίσκει στην ιστορία της φιλελεύθερης δημοκρατίας στη χώρα του. Από την άλλη πλευρά, μολονότι το θεμέλιο για τον ιδεαλισμό της πρώτης μεταπολεμικής περιόδου το έβαλαν οι ελίτ εκείνης της εποχής, οι σημερινές ελίτ είναι τώρα υπό πίεση· δεν έχουν να παρουσιάσουν κανένα νέο αφήγημα, που να μπορεί να αντιπαρατεθεί αποτελεσματικά στους λαϊκιστές.
Τους φέρνει σε δύσκολη θέση. Δεν είναι τόσο ενοχλητικός όσο είναι για τους φιλελεύθερους Αμερικανούς ο πρόεδρος που ονομάζεται Ντόναλντ Τραμπ, αλλά σίγουρα τους ενοχλεί. Πολλοί Ολλανδοί, όταν μιλούν για τον Γκέερτ Βίλντερς, τον ηγέτη του «Κόμματος για την Ελευθερία» (PVV), φαίνονται εμφανώς απογοητευμένοι και ανήσυχοι. Σκέφονται ότι κάτι κακό πρέπει να συνέβη στην όμορφή τους χώρα. Και δεν πρέπει να συνέβη πρόσφατα· ο Βίλντερς είναι απλά η πιό χαρακτηριστική έκφραση αυτού που έχει συμβεί εδώ και καιρό. Κάτι έχει γκρεμιστεί· και το σκεπτόμενο μέρος του πληθυσμού συλλογίζεται τι μπορεί να είναι αυτό που γκρεμίστηκε.
Τους φέρνει σε δύσκολη θέση. Δεν είναι τόσο ενοχλητικός όσο είναι για τους φιλελεύθερους Αμερικανούς ο πρόεδρος που ονομάζεται Ντόναλντ Τραμπ, αλλά σίγουρα τους ενοχλεί. Πολλοί Ολλανδοί, όταν μιλούν για τον Γκέερτ Βίλντερς, τον ηγέτη του «Κόμματος για την Ελευθερία» (PVV), φαίνονται εμφανώς απογοητευμένοι και ανήσυχοι. Σκέφονται ότι κάτι κακό πρέπει να συνέβη στην όμορφή τους χώρα. Και δεν πρέπει να συνέβη πρόσφατα· ο Βίλντερς είναι απλά η πιό χαρακτηριστική έκφραση αυτού που έχει συμβεί εδώ και καιρό. Κάτι έχει γκρεμιστεί· και το σκεπτόμενο μέρος του πληθυσμού συλλογίζεται τι μπορεί να είναι αυτό που γκρεμίστηκε.
Ο Ολλανδός συγγραφέας και δημοσιογράφος Μπας Χέινε (Bas Heijne) βρέθηκε πέρυσι στην πόλη Μάντσεστερ των ΗΠΑ, στην Πολιτεία Νιού Χάμσαιρ, σε μια προεκλογική συγκέντρωση του Ντόναλντ Τραμπ. Φοβερός καιρός, χιονοθύελλα και ο Τραμπ έδειξε έξω και φώναξε στους χιλιάδες συγκεντρωμένους οπαδούς του: «Ορίστε, κυττάξτε τι γίνεται έξω· κι αυτοί επιμένουν να μιλούν για κλιματική αλλαγή»! Γέλια και εκκωφαντικό χειροκρότημα. Η απόλυτη απλούστευση της πραγματικότητας μέχρις απλοϊκότητας, λέει ο Χέινε· αυτό το μήνυμα έστελνε εκείνη τη στιγμή ο Τραμπ, και η απόλυτη απλούστευση από μόνη της είναι το μισό του λαϊκισμού. Το άλλο μισό είναι το να υπόσχεσαι την ανάκτηση της αυτονομίας. Η Αμερική πρώτα! Η Ολλανδία θα είναι και πάλι δική μας.
Ο Μπας Χέινε, γεννημένος το 1960, γράφει μια δημοφιλή τακτική στήλη στην ολλανδική εφημερίδα «NRC Handelsblad». Τα δύο τελευταία βιβλία του έγιναν best sellers: Είναι το δοκίμιο «Onbehagen - nieuw licht op de beschaafde mens» [«Δυσαρέσκεια: Βλέποντας υπό νέο πρίσμα τον πολιτισμένο άνθρωπο»], (Ambo, 2016), και πριν από λίγες εβδομάδες ένα άλλο δοκίμιο με τίτλο «Staat van Nederland» (Prometheus)· στα ολλανδικά, η λέξη «Staat» εκτός από «κράτος» σημαίνει και «κατάσταση». Το θέμα των βιβλίων του Χέινε είναι η τυφλότητα, η μή διορατικότητα της γενιάς στην οποία ανήκει και ο ίδιος. Το «σιωπηρό συμβόλαιο» που είχαν συνάψει μεταξύ τους πριν από πολλά χρόνια οι Ολλανδοί, έχει παραβιαστεί, μας λέει σε ένα εστιατόριο στο κέντρο του Άμστερνταμ. Το συμβόλαιο της φιλελεύθερης δημοκρατίας ήταν το εξής: Καθένας μπορεί να γίνει αυτό που θέλει να είναι, διότι είναι αυτόνομο άτομο. Έχει την ελευθερία να επιλέξει επάγγελμα, σταδιοδρομία και τρόπο ζωής, ανεξάρτητα από την καταγωγή του, το θρήσκευμά του, το χρώμα του δέρματός του. «Δείτε όμως τι έχει προκύψει από αυτό: Αβεβαιότητα, ισοπέδωση, παγκοσμιοποίηση. Μετανάστευση. Οι υπολογιστές ξέρουν πιό πολλά για μάς από ό,τι ξέρουμε εμείς οι ίδιοι. Θέλει κανείς να συνεχίσει να μιλά για αυτονομία του ατόμου;»
Το γεγονός ότι ο εχθρός του Ισλάμ Βίλντερς πάει καλά στις προεκλογικές δημοσκοπήσεις - έστω κι αν το προβάδισμα που είχε στην αρχή εξαϋλώθηκε και τώρα πιά δεν μιλά πολύ για συμμετοχή του στην κυβέρνηση που θα προκύψει μετά τις εκλογές της 15ης Μαρτίου - προδίδει πολλά πράγματα και όχι μόνον συγκεκριμένα, αντικειμενικά προβλήματα. Προδίδει και την αποτυχία των άλλων.
«Το θεμέλιο για τον ιδεαλισμό της πρώτης μεταπολεμικής περιόδου το έβαλαν οι ελίτ εκείνης της εποχής», λέει ο Χέινε. «Όμως τώρα, οι σημερινές ελίτ είναι οι ίδιες υπό πίεση. Δεν έχουν να παρουσιάσουν κανένα νέο αφήγημα, που να μπορεί να αντιπαρατεθεί αποτελεσματικά στους λαϊκιστές και στις ριζικές απλουστεύσεις τους».
Στο τελευταίο προεκλογικό σποτ του Βίλντερς ακούμε αισιόδοξη μουσική. Βλέπουμε να ανεμίζουν σημαίες και μετά ανεμόμυλους να λάμπουν κάτω από τον ήλιο. Προβάλλει στην εικόνα ο Γκέερντ Βίλντερς και λέει: «Ελευθερία, Ανεξαρτησία, Μέλλον: Ήρθε η ώρα για αλλαγή. Οι Βρετανοί το κάνουν. Οι Αμερικανοί το κάνουν. Κι εμείς; Ναί, μπορούμε και εμείς να το κάνουμε». Εννοεί την απαγόρευση εισόδου στη χώρα Μουσουλμάνων προσφύγων.
Μέχρι πού το πάει ο Βίλντερς, φαίνεται ανάγλυφα στην παράδοξη διαμάχη γύρω από τον κατά την ολλανδική παράδοση «βοηθό του Σάντα Κλάους», τον λεγόμενο «Zwarte Piet». Αυτός ο «Μαύρος Πέτρος», ο συνοδός του Αγίου Νικολάου, πάντα παρουσιάζονταν με μαύρο πρόσωπο. Υποτίθεται ότι μπαίνει στα σπίτια περνώντας μέσα από την καμινάδα και βοηθά τον αντίστοιχο του Άη Βασίλη στη Ρωμαιοκαθολική και Προστεσταντική παράδοση να μοιράσει τα δώρα στα παιδιά. Όμως ο «Μαύρος Πέτρος» φορά και εξωτικά ρούχα, έχει παχιά χείλη και σκουλαρίκια· εξ αιτίας του, κάποιοι άνθρωποι με μελαμψό δέρμα θεώρησαν ότι πέφτουν θύματα διακρίσεων. Ο Ολλανδός υπουργός Δικαιοσύνης Ard van der Steur του δεξιού φιλελεύθερου κόμματος VVD αποδέχτηκε ως δίκαιη τη διαμαρτυρία τους. Μια συμβιβαστική πρόταση που ακούστηκε, ήταν να βάψουν τον «Μαύρο Πέτρο» σε γκρί χρώμα. Μια άλλη, να του ζωγραφίσουν στο πρόσωπο ένα συμβολικό σημάδι από την καπνιά της καπνοδόχου. Ο πρωθυπουργός Μαρκ Ρούτε (Mark Rutte) πρότεινε να μη συμμετέχει το κράτος σε λαϊκές εκδηλώσεις με τον Σάντα Κλάους και τον συνοδό του. Όμως ο Γκέερτ Βίλντερς χειρίστηκε το ζήτημα πιό ακραία από όλους: Για λογαριασμό του κόμματός του PVV, πρότεινε τον Φεβρουάριο στο ολλανδικό κοινοβούλιο ένα νομοσχέδιο που έθετε τον «Μαύρο Πέτρο» υπό την προστασία του κράτους, με την εγγύηση ότι το πρόσωπό του θα μείνει για πάντα μαύρο.
Μέχρι πού το πάει ο Βίλντερς, φαίνεται ανάγλυφα στην παράδοξη διαμάχη γύρω από τον κατά την ολλανδική παράδοση «βοηθό του Σάντα Κλάους», τον λεγόμενο «Zwarte Piet». Αυτός ο «Μαύρος Πέτρος», ο συνοδός του Αγίου Νικολάου, πάντα παρουσιάζονταν με μαύρο πρόσωπο. Υποτίθεται ότι μπαίνει στα σπίτια περνώντας μέσα από την καμινάδα και βοηθά τον αντίστοιχο του Άη Βασίλη στη Ρωμαιοκαθολική και Προστεσταντική παράδοση να μοιράσει τα δώρα στα παιδιά. Όμως ο «Μαύρος Πέτρος» φορά και εξωτικά ρούχα, έχει παχιά χείλη και σκουλαρίκια· εξ αιτίας του, κάποιοι άνθρωποι με μελαμψό δέρμα θεώρησαν ότι πέφτουν θύματα διακρίσεων. Ο Ολλανδός υπουργός Δικαιοσύνης Ard van der Steur του δεξιού φιλελεύθερου κόμματος VVD αποδέχτηκε ως δίκαιη τη διαμαρτυρία τους. Μια συμβιβαστική πρόταση που ακούστηκε, ήταν να βάψουν τον «Μαύρο Πέτρο» σε γκρί χρώμα. Μια άλλη, να του ζωγραφίσουν στο πρόσωπο ένα συμβολικό σημάδι από την καπνιά της καπνοδόχου. Ο πρωθυπουργός Μαρκ Ρούτε (Mark Rutte) πρότεινε να μη συμμετέχει το κράτος σε λαϊκές εκδηλώσεις με τον Σάντα Κλάους και τον συνοδό του. Όμως ο Γκέερτ Βίλντερς χειρίστηκε το ζήτημα πιό ακραία από όλους: Για λογαριασμό του κόμματός του PVV, πρότεινε τον Φεβρουάριο στο ολλανδικό κοινοβούλιο ένα νομοσχέδιο που έθετε τον «Μαύρο Πέτρο» υπό την προστασία του κράτους, με την εγγύηση ότι το πρόσωπό του θα μείνει για πάντα μαύρο.
Ο Βίλντερς αναφέρεται σε μια «παράδοση», από την οποία δεν λείπει και το κωμικό στοιχείο. Στο προεκλογικό σποτ του, μετά τους ανεμόμυλους ακολουθεί ο Σάντα Κλάους, το δέντρο των Χριστουγέννων και τα αυγά του Πάσχα. Το σποτ μοιάζει σχεδόν σαν παρωδία, όμως εκείνος όλα αυτά τα εννοεί στα σοβαρά. Αυτή είναι η Ολλανδία του: Ο Βίλντερς διαβεβαιώνει τους ψηφοφόρους ότι τίποτε ξένο δεν θα έλθει στη χώρα, για να της πάρει τα κόκκινα αυγά του Πάσχα. Τον
περασμένο Δεκέμβριο, καταδικάστηκε για εξύβριση και διακρίσεις εις βάρος των Μαροκινών, όμως η Δικαιοσύνη δεν μπορεί να τον σταματήσει. Ο Βίλντερς υπόσχεται στους ψηφοφόρους του ότι η Ολλανδία θα μείνει λευκή για πάντα.
Ο Χανς Μάρτεν βαν ντεν Μπρινκ (Hans Maarten van den Brink) δημοσίευσε ένα μικρό βιβλίο ακριβώς τώρα, στη προεκλογική περίοδο. Λέγεται «Koning Wilders» («Ο Βασιλιάς Βίλντερς») και έχει ως υπότιτλο «Ένα χειμωνιάτικο παραμύθι» (Εκδόσεις Atlas Contact). Ο
συγγραφέας παρατήρησε πόσο συχνά ο επικεφαλής του PVV αναφέρεται σε
μύθους και παραμύθια και ιδιαίτερα στο ολλανδικό μεγάλο πάρκο ψυχαγωγίας τύπου λούνα παρκ, στο
Efteling, το οποίο επισκέπτεται συχνά. Κάθε Ολλανδός, κατά μέσο όρο, επισκέπτεται επτά φορές στη ζωή του το πάρκο Efteling· έτσι, ο Βίλντερς δείχνει ότι είναι άνθρωπος του λαού. Μόνον ένα 6 % του πληθυσμού δεν έχουν πάει ποτέ εκεί.
Το βιβλίο του βαν ντεν Μπρινκ είναι ένα μίγμα δοκιμίου, ρεπορτάζ και καταγραφής. Ο συγγραφέας μιλά και για τη δική του επίσκεψη στο Efteling· μάλιστα πέρασε ολόκληρη νύχτα μέσα στο πάρκο. Στους συμπατριώτες του αρέσει ιδιαίτερα να γιορτάζουν εκεί την παραμονή της Πρωτοχρονιάς. Περίπου
πέντε εκατομμύρια επισκέπτες το χρόνο περιηγούνται το σχεδόν
ογδόντα εκταρίων πάρκο. Το 95 % των επισκεπτών είναι Ολλανδοί. Το Efteling δεν είναι μόνον ένα πολιτιστικό φαινόμενο αλλά και εθνικό σύμβολο. «Σε αντίθεση με τους θρύλους και τα έπη, τα παραμύθια δεν μεταφέρουν μηνύματα [πολιτικής] ηθικής», λέει ο βαν ντεν Μπρινκ. Έτσι, ο παραμυθένιος κόσμος της Efteling δεν είναι υποχρεωμένος να πάρει θέση για την παγκοσμιοποίηση. Σ' αυτόν τον εξωπραγματικό κόσμο καταφεύγει για να χαλαρώνει ο Βίλντερς, ο οποίος τώρα ζει υπό την προστασία της κρατικής σωματοφυλακής του, την οποία του παρέχει μια επίλεκτη μονάδα του
στρατού.
Ο Χανς Μάρτεν βαν ντεν Μπρινκ ανοίγει το laptop του. Καθόμαστε στην τραπεζαρία, έξω ρίχνει καρεκλοπόδαρα. Βλέπουμε μετά σε βίντεο κλιπ του YouTube το «Monsieur cannibale», ένα από τα κλασικά αξιοθέατα του Efteling. Με τη συνοδεία χαρούμενης λαϊκής μουσικής, οι χαρούμενοι επισκέπτες μπαίνουν σε γιγαντιαία καζάνια για να τους μαγειρέψουν στη φωτιά οι κανίβαλοι. Όλο το σκηνικό προορίζεται για τα παιδιά, είναι τόσο αθώο, όσο ήταν στη δεκαετίας του 1970 η σοκολάτα «Sarotti-Moor» [ο «Μαύρος» της εταιρίας Sarotti, κάποτε θυγατρικής της Nestlé]. Ο λόγος περί μειονοτήτων και η μετα-αποικιακή οπτική γωνία δεν έχουν έλθει ακόμη εδώ. Επιτρέπεται να παρεξηγούμε και να ζηλεύουμε την άκακη, αθώα διασκέδαση των ανθρώπων; Δεν είναι αυτό το ζήτημα, λέει ο βαν ντεν Μπρινκ. Το θέμα είναι, να μπορούμε να βλέπουμε και τις δύο όψεις του νομίσματος, να αναγνωρίζουμε τί
πολυπλοκότητα προκύπτει εκεί όπου συναντώνται διαφορετικοί πολιτισμοί.
Η οικονομική ανάκαμψη στην Ολλανδία φαίνεται να μην έχει καμία σχέση με τη διαμάχη που απειλεί να διασπάσει την ολλανδική κοινωνία. «Στη δεκαετία του 1980 όλα ήταν απλούστερα», λέει ο συγγραφέας Τόμμυ Bίρινγκα (Tommy Wieringa, που συναντήσαμε στους Βοτανικούς Κήπους του Άμστερνταμ. «Σήμερα η ρητορική του Τραμπ και του Βίλντερς ακούγεται στα αυτιά μας ως απειλή και Αποκάλυψη. Παντού παράγεται φόβος, άγχος».
Η στάση της Μέρκελ στο προσφυγικό πρόβλημα ήταν ένα λάθος που γεννούσε πολλή ελπίδα
Η οικονομική ανάκαμψη στην Ολλανδία φαίνεται να μην έχει καμία σχέση με τη διαμάχη που απειλεί να διασπάσει την ολλανδική κοινωνία. «Στη δεκαετία του 1980 όλα ήταν απλούστερα», λέει ο συγγραφέας Τόμμυ Bίρινγκα (Tommy Wieringa, που συναντήσαμε στους Βοτανικούς Κήπους του Άμστερνταμ. «Σήμερα η ρητορική του Τραμπ και του Βίλντερς ακούγεται στα αυτιά μας ως απειλή και Αποκάλυψη. Παντού παράγεται φόβος, άγχος».
Ο Βίρινγκα γεννήθηκε το 1967, μεγάλωσε στις τροπικές χώρες και ήλθε στην Ολλανδία ως έφηβος. Στην αρχή η χώρα του φαινόταν γκρίζα και εχθρική. Ίσως γι' αυτό τον συναρπάζει τόσο επίμονα το να ρίχνει το βλέμμα του στο ξένο. Στο μυθιστόρημά του «Dit zijn de namen» («Αυτά είναι τα ονόματα») γράφει για
πρόσφυγες που περιπλανιώνται στην ουκρανική στέπα και πληρώνουν υψηλό
τίμημα για το θάρρος τους.
Για ό,τι αφορά τους μετανάστες, λέει ο Βίρινγκα, ο λόγος του Πρωθυπουργού Μαρκ Ρούτε [του VVD, δεξιάς κομματικής εκδοχής των φιλελευθέρων], δυστυχώς δεν ηχεί καλύτερα από του Βίλντερς. Πρόσφατα τους ζήτησε ωμά «να συμπεριφέρονται φυσιολογικά». Δεν είναι απίστευτο;
Μετά, μιλάμε για την Άνγκελα Μέρκελ και για τη διάσημη φράση της. «Φυσικά, έκανε λάθος», λέει ο Βίρινγκα, όταν η Μέρκελ είπε αυτό το «μπορούμε να τα καταφέρουμε». «Ωστόσο ήταν ένα όμορφο λάθος, ένα λάθος που γεννούσε πολλή ελπίδα». Η Μέρκελ
δεν αντέδρσε στο λαϊκισμό με λαϊκισμό. Και μετά ο Βίρινγκα λέει:«Δεν έχω απαντήσεις για το κάθε ερώτημα· ξέρω όμως, ότι χρειαζόμαστε κάποιον που να παράγει τον αντι-φόβο, το αντι-άγχος, κάποιον που να κάνει το αντίθετο από αυτό που γίνεται τώρα».Δεν συνιστάται πιά «να πίνουμε τσάι»
Όμως, ποιός θα το κάνει; Βλέποντας αυτό που συμβαίνει μπροστά μας, το να μιλάμε για εισβολή της αγριότητας στη γλώσσα δεν είναι απλό παιχνίδι με τις λέξεις. Οι Ολλανδοί
συνήθιζαν πάντα να μιλούν κάπως πιο πολύ «στα ίσια» από τους γείτονές τους τους
Γερμανούς· και όταν δεν έχεις πάνω σου τη σκιά των εγκλημάτων των
Ναζί, που σε κάνει να σκέφτεσαι δυό φορές πριν μιλήσεις, μπορείς να λες πιο εύκολα μερικά πράγματα. Έτσι η ωμότητα μετατρέπεται σε επιχείρημά τους: θέλουν «να μπορούν να μιλούν για όλα». Πολλαπλασιάζονται τώρα τα κρούσματα της πιό άγριας δυσφήμησης και της πιο ισοπεδωτικής γενίκευσης,
που δημιουργούν αμφιβολίες για το κατά πόσον μια διαίρεση της κοινωνίας μπορεί όντως να
ξεπεραστεί με την «συζήτηση».
Η συστηματική όξυνση των τόνων είναι έργο του Βίλντερς. Όποιος, μέσα σ΄ αυτή την αχαλίνωτη φασαρία, ζητά εμπεριστατωμένα επιχειρήματα,
πρέπει να υπολογίζει ότι θα του επιρρίψουν προθέσεις «αστυνόμευσης των τόνων του διαλόγου», δηλαδή ότι προσπαθεί να αποσπάσει την προσοχή της κοινής γνώμης από τις
ουσιαστικές διαφορές και ότι επιχειρεί να προδιαγράψει σε τι τόνο πρέπει να μιλά ο αντίπαλός του. Πράγμα που σημαίνει: κακή προαίρεση, πατερναλισμό, πορεία προς την «αστυνομία της σκέψης», όπως στο «1984» του Τζορτζ Όργουελ. Στην ίδια κατεύθυνση οδηγεί και η επίθεση στη λεγόμενη «virtue-signalling» [το να σηματοδοτεί κανείς με διάφορους τρόπους ότι είναι ενάρετος - επιδεικτική έκφραση ηθικών αξιών από ένα άτομο, κατά κύριο λόγο για να ισχυροποιηθεί το status του μέσα σε μια κοινωνική ομάδα. Τελευταία ο όρος χρησιμοποιείται ως υποτιμητικός χαρακτηρισμός, ως επίκριση αυτού που οι σχολιαστές θεωρούν κοινότοπη, κενή, ή επιφανειακή υποστήριξη πολιτικών απόψεων στα «κοινωνικά δίκτυα»]· είναι ένας όρος
που συναντάται σε ιστοσελίδες της ολλανδικής παλαιο-Δεξιάς: Κατ΄ αυτούς, το κοινωνικό περιβάλλον της αριστερής συναίνεσης θεωρεί τον εαυτό του ως κάτι καλύτερο σε σχέση με τους λοιπούς και ασταμάτητα επικαλείται τη δική του, ανώτερη ηθική. Ο όρος «Gutmensch» [«καλός άνθρωπος»: με το παράπλευρο - απαξιωτικό ή ειρωνικό - νόημα που έχει αποκτήσει στα γερμανικά, δηλ. σημαίνει πρόσωπο που υποστηρίζει έντονα, συνήθως με αφέλεια, τις λεγόμενες πολιτικά ορθές απόψεις ή την «πολιτική ορθότητα» γενικώς], πολιτογραφήθηκε αμέσως στα ολλανδικά. Και επειδή ο όρος «political correctness» - «πολιτική ορθότητα» τους φαίνεται πάρα πολύ μακρόσυρτος, στην Ολλανδία έχει επικρατήσει ο σύντομος τύπος «Policor». Ο σωστός συγκριτικός και υπερθετικός βαθμός είναι policorder και policorst... Επίσης, δεν συνιστάται πιά να «πίνουμε
τσάι». Κατά πώς το βλέπουν οι δεξιοί, όποιος πίνει τσάι μιλά μόνον και δεν κάνει τίποτε. Το ερώτημα είναι, πόσος καιρός θα περάσει, μέχρι να γίνουν ύποπτα και τα τυριά Γκούντα και Ένταμ, αλλά και το φυστικοβούτυρο.
O
Paul Ingendaay γεννήθηκε το 1961 στην Κολωνία. Σπούδασε Αγγλική, Ισπανική και Γερμανική Φιλολογία, στα πανεπιστήμια της Κολωνίας, Δουβλίνου (Trinity College) και Μονάχου. Από το 1989 εργάζεται ως συντάκτης της F.A.Z (θέματα λογοτεχνίας και ως ανταποκριτής για την Ιβηρική Χερσόνησο μέ έδρα τη Μαδρίτη). Από το 2016 ανταποκριτής για ευρωπαϊκά θέματα (λογοτεχνικά, πολιτιστικά, πολιτικά) με έδρα το Βερολίνο.
Βιβλία του: „Warum du mich verlassen hast“
(Μυθιστόρημα, 2006), „Die romantischen Jahre“ (Μυθιστόρημα, 2011), „Die Nacht von
Madrid“ (Διηγήματα, 2013). Επίσης: „Gebrauchsanweisung für Spanien“
(Τουριστικός Οδηγός, 14η έκδοση 2016), „Gebrauchsanweisung für Andalusien“
(Τουριστικός Οδηγός, 2014), „Mark Twain“ (2015). Ο Paul Ingendaay είναι ο ένας από τους επιμελητές της έκδοσης στη γερμανική γλώσσα του έργου της Patricia Highsmith από τον ελβετικό εκδοτικό οίκο Diogenes Verlag (34 τόμοι) και επιμελητής της έκδοσης των διηγημάτων για το ποδόσφαιρο του Javier Marías, „Alle unsere frühen
Schlachten“. Βραβείο Alfred-Kerr-Preis για τη λογοτεχνική κριτική
(1997), λογοτεχνικό βραβείο του περιοδικού Αspekte (2006), λογοτεχνικό βραβείο της πόλης Krefeld της Κάτω Ρηνανίας (2006).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου