Με αφορμή το φοβερό περιστατικό με την «Πόρσε», είδαμε πάλι στα μέσα επικοινωνίας, ιδίως στα νέα διαδικτυακά, το γνώριμο από τα πολιτικά (και άλλα) πράγματα φαινόμενο: Όσο πιό σοβαρό - ή και τραγικό - το γεγονός, τόσο πιό επιφανειακός, αερολόγος και τελικά τοξικός για τη δημόσια σφαίρα ο επικοινωνιακός χειρισμός του.
Φυσικά,
κανείς από τους μανιακούς και μανιακές των «κοινωνικών» δικτύων δεν θα
είχε ποτέ τόση ευθυκρισία, θάρρος της γνώμης και χρόνο να σκεφτεί, ώστε να τολμήσει να
υποστηρίξει, λόγου χάρη, το εξής: Σε μια δημοκρατική χώρα, η οποία,
εκτός των άλλων, θα ήθελε να μεριμνά και για την ασφάλεια των πολιτών της, η
πώληση τέτοιων αυτοκινήτων όπως η Πόρσε του φοβερού ατυχήματος, όταν
προορίζονται για το οδικό δίκτυο και όχι για τις πίστες των ράλι, θα
έπρεπε να επιτρέπεται υπό έναν όρο: Να πωλούνται διασκευασμένα, με
προσθήκη «κόφτη» στο γκάζι τους. Που ενεργοποιείται αυτόματα όταν η
ταχύτητα φτάνει γύρω στα 140 χιλιόμετρα την ώρα.
Και
πόσοι από αυτούς έθεσαν, π.χ., ερωτήματα όπως από ποιό ΚΤΕΟ πέρασε αυτό
το αυτοκίνητο ή άν αυτό το ΚΤΕΟ έλεγξε τα λάστιχα που πρωτοφορέθηκαν το 2006 (σε περίπτωση που αυτό όντως ισχύει);
Και
κυρίως, πόσοι από αυτούς κατάλαβαν, τί πολιτική ανευθυνότητα και
κοινωνική αναλγησία είναι, ειδικά στην Ελλάδα με την πρωτιά σε ατυχήματα, και
μάλιστα σε εποχή που αυξάνουν τους φόρους, ιδίως των πιό αδύναμων, ο υπουργός Προστασίας του Πολίτη να θέλει να μειώσει τα πρόστιμα που επιβάλλονται σε βαρείς οδικούς παραβάτες (βλ. Γιώργος Κουβίδης: «Ακριβοί» στα πρόστιμα, «φτηνοί» στις ζωές!), όπως σ' αυτούς που επιδεικνύουν «συμπεριφορά οδήγησης που προκαλεί
τρόμο και ανησυχία, συμπεριφορά οδήγησης που θέτει σε κίνδυνο την
κυκλοφορία».
Τέτοιες
σκέψεις και γνώμες θα ταίριαζαν σε όποιους θέλουν πραγματικά να βλέπουν,
εκτός των άλλων, και την κοινωνική - γιατί όχι και ταξική - διάσταση αυτών που συμβαίνουν στην άσφαλτο· όχι πάντως αερολογίες πού αρχίζουν από την «κακιά ώρα» και καταλήγουν στους «κακούς πλούσιους». Αερολογίες που γεμίζουν με ζεστό μολυσμένο αέρα το ελληνικό (και όχι μόνον) διαδίκτυο και διογκώνουν το μικροκλίμα
της πώρωσης στις μεγαλύτερες ηλικίες, του εθισμού μέχρις αποβλάκωσης στις νεότερες.
Σε ένα πλαίσιο εγγενούς επιδειξιομανίας και λαϊφστυλίστικου ναρκισισμού των
«κοινωνικών» δικτύων, κάθε σκέψη που πάει πέρα από τα ομαδοποιημένα στερεότυπα
και τις αποσπασματικότητες της «παρέας» και των «φίλων», ίσως και κάθε ορθολογικό, θεσμικό ή ξερά
πρακτικό και «πεζό» επιχείρημα, στιγματίζονται αμέσως ως αντιδημοφιλή.
Και αυτός ο φόβος, μή τυχόν δεν αρέσουν, έχει γίνει δεύτερη φύση στους
μανιακούς και στις μανιακές των δικτύων, των «επαφών» και των
«σχέσεων»: έγινε ένα είδος ενστίκτου αυτοσυντήρησης.
Γ. Ρ.
Γιώργος Κουβίδης: «Ακριβοί» στα πρόστιμα, «φτηνοί» στις ζωές! (Εφημερίδα των Συντακτών)
και, Φώτης Γεωργελές: Μια Πόρσε έχει πολλές αναγνώσεις (Athens Voice)
Τάσος Τσακίρογλου: Μέσα «κοινωνικής» δικτύωσης. Προς έναν «δυσ-λεκτικό» κόσμο, εχθρικό προς το διάβασμα και το γράψιμο; (Εφημερίδα των Συντακτών)
Γιώργος Κουβίδης: Τροχαία Εγκλήματα και Πολιτική..., (EcoLeft, αναδημ. Μετά την Κρίση)
Εύα Γαλανιάδη: Ο «ταξικός» θάνατος (ArcadiaPortal)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου