Διαβάζοντας κείμενα φαινομενικά άσχετα μεταξύ τους.
Αποσπάσματα από δύο άρθρα του Χρήστου Χατζηιωσήφ για την οικονομία και την πολιτική - στα "Ενθέματα" της εφημερίδας "Η Αυγή" - και από ένα άρθρο του Τάκη Θεοδωρόπουλου για την αστική (και όχι μόνον) παιδεία και τον πολιτισμό - στην εφημερίδα "Η Καθημερινή".
Αποσπάσματα από δύο άρθρα του Χρήστου Χατζηιωσήφ για την οικονομία και την πολιτική - στα "Ενθέματα" της εφημερίδας "Η Αυγή" - και από ένα άρθρο του Τάκη Θεοδωρόπουλου για την αστική (και όχι μόνον) παιδεία και τον πολιτισμό - στην εφημερίδα "Η Καθημερινή".
Επιλογή Γ. Ρ.
Ι. Οικονομική πολιτική: Θεωρητική ένδεια και πρακτική αδυναμία (Χ. Χ.)
...Η γνώση του
τρόπου που «δουλεύει το μαγαζί» δεν οδηγεί όσους ισχυρίζονται πως τoν
κατέχουν στη σύλληψη και εφαρμογή μιας «πραγματιστικής» πολιτικής, αλλά
στην αποδοχή ότι πολιτική αποτελεί ακριβώς η έλλειψη πολιτικής: Η χωρίς
συζήτηση συμμόρφωση με τους κανόνες και τους όρους που θέτουν κάθε φορά
εκείνοι που λειτουργούν το μαγαζί, είτε είναι διαχειριστές αμοιβαίων
κεφαλαίων, τράπεζες, πάσης φύσης πιστωτές είτε επίδοξοι ξένοι και
εγχώριοι επενδυτές είτε η Ε.Ε., το ΔΝΤ κ.ά.
Η έλλειψη πολιτικής και σχεδίου γίνεται αντιληπτή από τους οπαδούς αυτής της μεθόδου, στην καλύτερη περίπτωση, σαν επικοινωνιακό πρόβλημα: «Η κυβέρνηση αυτοπαγιδεύεται σε ζητήματα όπως το φορολογικό και φροντίζει να βάζει επικοινωνιακά αυτογκόλ. Κατανοητή η κούραση και η δυσκολία του πολιτικού εγχειρήματος, αλλά χρειάζεται μια αφήγηση, κάτι που να μοιάζει με σχέδιο από εδώ και πέρα» (Α. Παπαχελάς, Η Καθημερινή, 5.12.2012). Καθώς όμως οι βουλές των δανειστών παρουσιάζονται άγνωστες και ευμετάβλητες, όπως έδειξαν η «διάσωση» της Κύπρου και το βέτο της τρόικας στη συγχώνευση Εθνικής και Eurobank, οι «πραγματιστές», για να τις παρακολουθήσουν, είναι υποχρεωμένοι να προβαίνουν σε συνεχείς δημόσιες αυτοαναιρέσεις.
Η έλλειψη πολιτικής και σχεδίου γίνεται αντιληπτή από τους οπαδούς αυτής της μεθόδου, στην καλύτερη περίπτωση, σαν επικοινωνιακό πρόβλημα: «Η κυβέρνηση αυτοπαγιδεύεται σε ζητήματα όπως το φορολογικό και φροντίζει να βάζει επικοινωνιακά αυτογκόλ. Κατανοητή η κούραση και η δυσκολία του πολιτικού εγχειρήματος, αλλά χρειάζεται μια αφήγηση, κάτι που να μοιάζει με σχέδιο από εδώ και πέρα» (Α. Παπαχελάς, Η Καθημερινή, 5.12.2012). Καθώς όμως οι βουλές των δανειστών παρουσιάζονται άγνωστες και ευμετάβλητες, όπως έδειξαν η «διάσωση» της Κύπρου και το βέτο της τρόικας στη συγχώνευση Εθνικής και Eurobank, οι «πραγματιστές», για να τις παρακολουθήσουν, είναι υποχρεωμένοι να προβαίνουν σε συνεχείς δημόσιες αυτοαναιρέσεις.
Ανεξάρτητα από
ενδεχόμενες προσωπικές επιλογές και στρατηγικές, η εμμονή σε αυτή τη
στάση εκφράζει συλλογικά αδιέξοδα και μετατοπίσεις στις σχέσεις
πολιτικής και οικονομικών συμφερόντων. Με την εξασθένηση της εγχώριας
παραγωγικής βάσης και την έδραση ή τη μεταφορά εκτός Ελλάδας των
δραστηριοτήτων μεγάλου μέρους του ελληνικού κεφαλαίου, που συμβολίζεται
άψογα με την κατοχή της προεδρίας του ΣΕΒ από έναν πρώην βιομήχανο και
νυν συλλέκτη έργων τέχνης, οι αστοί πολιτικοί δεν έχουν πλέον να
εκπροσωπήσουν και να υπερασπιστούν μεγάλες εγχώριες οικονομικές
δραστηριότητες. Όχι μόνο οι παραδοσιακά ισχυροί εισαγωγείς και οι
υπάρχοντες ξένοι επενδυτές, αλλά και οι ενεχόμενοι στις ναυτιλιακές
δραστηριότητες, την εμπορική και τραπεζική επέκταση στα Βαλκάνια και την
Ανατολική Ευρώπη έχουν συμφέροντα από την ελεύθερη κίνηση κεφαλαίων και
τη συμμετοχή σε μια ισχυρή νομισματική ένωση, και είναι πρόθυμοι να
θυσιάσουν την υπόλοιπη οικονομία προκειμένου να εξασφαλίσουν τη
διατήρηση αυτού του καθεστώτος.
Επιπλέον, εδώ και
τρεις δεκαετίες, η αναπαραγωγή του πολιτικού συστήματος εξαρτιόταν όλο
και περισσότερο από τις εισροές των κοινοτικών πόρων, η διάθεση των
οποίων στο εσωτερικό αποτελούσε το κυριότερο εργαλείο εξασφάλισης
μαζικής πολιτικής υποστήριξης. Παράλληλα, διογκώθηκαν και απέκτησαν
κοινωνικό και πολιτικό βάρος οι γραφειοκρατικοί μηχανισμοί του δημόσιου
και του ιδιωτικού τομέα που συμμετέχουν στη διαδικασία διάθεσης των
ευρωπαϊκών κονδυλίων και τον έλεγχό της χρήσης τους. Ειδικές
διαχειριστικές αρχές και πάσης φύσης ιδιωτικοί σύμβουλοι απομύζησαν
σημαντικό ποσοστό των εισρεόντων πόρων, διαβρώνοντας και απορρυθμίζοντας
παράλληλα τη δημόσια διοίκηση. Αυτές οι οικονομικές και πολιτικές
μεταβολές εξηγούν την ευπείθεια των παραδοσιακών κομμάτων εξουσίας και
νέων πολιτικών σχηματισμών στις εκάστοτε απαιτήσεις των ξένων
χρηματοδοτών. Η ευρωπαϊκή επιλογή, από μέσο διάσωσης του ελληνικού
καπιταλισμού, έχει μεταβληθεί για τις ίδιες πολιτικές δυνάμεις σε
αποδοχή της αποδόμησής του, στο όνομα ενός αόριστου μελλοντικού
υποδείγματος.
Σε αυτές τις βασικές
αντιφάσεις οφείλονται οι τραγελαφικές εκδηλώσεις απορίας, οι
διαμαρτυρίες χωρίς αποδέκτη και οι εκρήξεις ακίνδυνης οργής από τους
πολιτικούς και τους συνάδοντες δημοσιογράφους, κάθε φορά που βρίσκονται
μπροστά σε μια νέα απαίτηση των ευρωπαίων χρηματοδοτών τους, καθώς
ακροβατούν από την παλαιά τους θέση στη νέα, πριν αποκατασταθεί η
ισορροπία της άνευ όρων συμμόρφωσης.
Η άλλη πολιτική - η αδράνεια του κοινωνικού της υποκειμένου
Οι οικονομικές και
κοινωνικές ανακατατάξεις επηρεάζουν όμως και όσους υποστηρίζουν μια εκ
διαμέτρου αντίθετη πολιτική, καθώς και εδώ λείπει ή αδρανεί το κοινωνικό
της υποκείμενο. Αυτή η έλλειψη κάνει τον λόγο του ΚΚΕ για ολική
ανατροπή του συστήματος να φαίνεται χιλιαστικός, καθώς το γεγονός
πρόκειται να συμβεί σε ένα απροσδιόριστο μέλλον. Το πρωθύστερο των - μερικές φορές άρτιων τεχνικά - προτάσεων για επιστροφή σε εθνικό
νόμισμα, που θα αποτελέσει το έναυσμα για ριζικές κοινωνικές και
πολιτικές αλλαγές, μαρτυρά κατά τη γνώμη μου την έλλειψη ετοιμότητας των
κοινωνικών υποκειμένων της αλλαγής.
Στο επίκεντρο της κριτικής των «πραγματιστών» βρίσκεται όμως η πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ, καθώς η απήχηση αυτού του χώρου έχει διευρυνθεί ως συνέπεια της κρίσης. Ο ΣΥΡΙΖΑ διαπιστώνει την πραγματικότητα της ανεργίας, της αποδιάρθρωσης του παραγωγικού δυναμικού, της υποβάθμισης της υγείας και της παιδείας, την εξάπλωση των στερήσεων και της φτώχειας και υπόσχεται να θεραπεύσει αυτά τα δεινά, ωστόσο οι λύσεις τις οποίες προτείνει παραμένουν αχνά περιγράμματα. Το «Εθνικό Σχέδιο για την οικονομική, κοινωνική και περιβαλλοντική ανασυγκρότηση», το «Εθνικό Σχέδιο Δράσης για την καταπολέμηση της ανεργίας» και οι υπόλοιπες προτάσεις που παρουσίασε τελευταία ο Α. Τσίπρας ακούγονται ευχάριστα και γεννούν ελπίδες, αλλά το περιεχόμενό τους παραμένει άγνωστο, ενώ δεν διευκρινίζεται ποιος και πότε θα τα εκπονήσει (Η Αυγή, 19.4.2012)...
Στο επίκεντρο της κριτικής των «πραγματιστών» βρίσκεται όμως η πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ, καθώς η απήχηση αυτού του χώρου έχει διευρυνθεί ως συνέπεια της κρίσης. Ο ΣΥΡΙΖΑ διαπιστώνει την πραγματικότητα της ανεργίας, της αποδιάρθρωσης του παραγωγικού δυναμικού, της υποβάθμισης της υγείας και της παιδείας, την εξάπλωση των στερήσεων και της φτώχειας και υπόσχεται να θεραπεύσει αυτά τα δεινά, ωστόσο οι λύσεις τις οποίες προτείνει παραμένουν αχνά περιγράμματα. Το «Εθνικό Σχέδιο για την οικονομική, κοινωνική και περιβαλλοντική ανασυγκρότηση», το «Εθνικό Σχέδιο Δράσης για την καταπολέμηση της ανεργίας» και οι υπόλοιπες προτάσεις που παρουσίασε τελευταία ο Α. Τσίπρας ακούγονται ευχάριστα και γεννούν ελπίδες, αλλά το περιεχόμενό τους παραμένει άγνωστο, ενώ δεν διευκρινίζεται ποιος και πότε θα τα εκπονήσει (Η Αυγή, 19.4.2012)...
... Σ' αυτές τις
συνθήκες, το πρόβλημα δεν είναι η επιμονή του ΣΥΡΙΖΑ στην πολιτική της
«εθνικής» συνεννόησης. Για «Εθνικό Σχέδιο Δράσης» κατά της ανεργίας
μίλησε ο Α. Τσίπρας στην Ελληνική Ένωση Επιχειρηματιών, χαρακτηρίζοντάς
την «εθνικό πρόβλημα» (Η Αυγή, 19.4.2013) Το πρόβλημα είναι ότι η
αξιωματική αντιπολίτευση προσέρχεται σε αυτές τις δύσκολες συζητήσεις
χωρίς σαφές πρόγραμμα, δίνοντας την εντύπωση ότι θα το διαμορφώσει με
βάση τις αντιδράσεις, ακολουθώντας δηλαδή μια ατελέσφορη
διαπραγματευτική τακτική με τον πρόσθετο κίνδυνο να χάσει στην πορεία
και αυτούς που θέλει να εκπροσωπεί - χωρίς αυτό να σημαίνει ότι οι
ψηφοφόροι του ΣΥΡΙΖΑ έχουν σαφέστερες ιδέες για την έξοδο από την κρίση
από ό,τι η ηγεσία και τα μέλη του. Η προσμονή που έχει επανειλημμένα
διατυπωθεί («τώρα θα βγούμε από την κρίση με την κοινωνία. Η κοινωνία θα
αναδείξει τις μορφές έκφρασής της») φαίνεται δύσκολο να εκπληρωθεί,
παρόλο που σε όλη τη χώρα έχουν αναπτυχθεί ποικίλες μορφές αυτοοργάνωσης
για να ανακουφισθούν σε τοπικό επίπεδο όσοι έχουν πληγεί βαρύτερα από
την κρίση και τις πολιτικές λιτότητας.
Παρά τις δυνατότητες δικτύωσης
και επικοινωνίας τις οποίες χρησιμοποιούν, οι διάφοροι κοινωνικοί χώροι
αναλώνονται στη διαχείριση της καθημερινότητας στο ιδιαίτερο πεδίο
δράσης τους, αδυνατώντας προς το παρόν να συλλάβουν τη φύση της κρίσης
και να προτείνουν συνολικές λύσεις. Από αυτή την άποψη, η σημερινή
οικονομική κρίση στην Ελλάδα αποτελεί απόδειξη της χρεοκοπίας της
επιστημονικής διανόησης και των συλλογικών σωμάτων εκπροσώπησης
οικονομικών και κοινωνικών συμφερόντων (συνδικάτα, επιμελητήρια,
πανεπιστήμια, ερευνητικά ιδρύματα, σύλλογοι κ.ά.)
Όσο ήταν φυσικό κατά την εκδήλωση της κρίσης το 2009 και το 2010 να εκφράζονται απόψεις με το βλέμμα στραμμένο προς το παρελθόν, άλλο τόσο είναι αποκαρδιωτική, μετά την πάροδο τριών ετών, η θεωρητική ένδεια και η πρακτική αδυναμία των διαθέσιμων αναλύσεων και προτάσεων. Αυτή η γενική αδυναμία συμπληρώνει και εξηγεί τη γενική αμηχανία των πολιτικών δυνάμεων μέσα από τις οποίες εκφράζεται η ελληνική κοινωνία. Η θεωρητική και πρακτική απορία διαπιστώνεται σε τρία επίπεδα: α) Στον εγκλωβισμό των τρεχουσών αναλύσεων στα σχήματα της κυρίαρχης οικονομικής σκέψης, ακόμα και όταν δηλώνεται ότι αμφισβητείται, β) Τη σχηματική αντίληψη του διεθνούς περιβάλλοντος, γ) Την ασάφεια των προτάσεων για την έξοδο από την κρίση.
Όσο ήταν φυσικό κατά την εκδήλωση της κρίσης το 2009 και το 2010 να εκφράζονται απόψεις με το βλέμμα στραμμένο προς το παρελθόν, άλλο τόσο είναι αποκαρδιωτική, μετά την πάροδο τριών ετών, η θεωρητική ένδεια και η πρακτική αδυναμία των διαθέσιμων αναλύσεων και προτάσεων. Αυτή η γενική αδυναμία συμπληρώνει και εξηγεί τη γενική αμηχανία των πολιτικών δυνάμεων μέσα από τις οποίες εκφράζεται η ελληνική κοινωνία. Η θεωρητική και πρακτική απορία διαπιστώνεται σε τρία επίπεδα: α) Στον εγκλωβισμό των τρεχουσών αναλύσεων στα σχήματα της κυρίαρχης οικονομικής σκέψης, ακόμα και όταν δηλώνεται ότι αμφισβητείται, β) Τη σχηματική αντίληψη του διεθνούς περιβάλλοντος, γ) Την ασάφεια των προτάσεων για την έξοδο από την κρίση.
Ο εγκλωβισμός στα σχήματα της κυρίαρχης οικονομικής σκέψης
Στη νεοφιλελεύθερη
κοινή που επικρατεί σήμερα, θεωρείται ότι οι πράξεις των ιδιωτών
επιχειρηματιών και καταναλωτών, εφόσον είναι απαλλαγμένες από κρατικούς
περιορισμούς και ισχύει ο πλήρης ανταγωνισμός, αποδίδουν μέσω των αγορών
τα καλύτερα δυνατά για το κοινωνικό σύνολο αποτελέσματα. Κάτω από αυτές
τις προϋποθέσεις οι πράξεις των ιδιωτών είναι οι βέλτιστες και εκ
προοιμίου ανεπίδεκτες κριτικής. Γι’ αυτό και ο κυρίαρχος δημόσιος λόγος
δίνει έμφαση στα δημοσιονομικά προβλήματα, στο δημόσιο χρέος, αν και
είναι γνωστό ότι το πρόβλημα βρίσκεται στους παραγωγικούς τομείς.
Υπάρχει ο φόβος ότι μια δημόσια κριτική των πεπραγμένων των ιδιωτών
επιχειρηματιών θα οδηγούσε σε επικίνδυνη απονομιμοποίηση του συστήματος.
Καθώς όμως οι ανεπάρκειες του, κατά κύριο λόγο ιδιωτικού, παραγωγικού
τομέα είναι οφθαλμοφανείς, καλλιεργείται η εντύπωση ότι θα θεραπευθούν με
τις λεγόμενες μεταρρυθμίσεις. Το κοινωνικό κόστος αυτών των
μεταρρυθμίσεων που το φέρουν, όπως και το κόστος της δημοσιονομικής
προσαρμογής, οι μισθωτοί ως εργαζόμενοι πολίτες και καταναλωτές, στο
πλαίσιο μιας ριζικής ανακατανομής του εισοδήματος σε βάρος τους,
παρουσιάζεται ως το αναγκαίο τίμημα που πρέπει να καταβληθεί, ώστε να
φθάσουν οι κοινωνίες στον παράδεισο της διεθνούς ανταγωνιστικότητας.
Η πολιτική αυτή, ως
γενική κατεύθυνση συμπίεσης των μισθωτών και των λεγόμενων μικρομεσαίων,
που προηγούμενα αντιμετωπίζονταν ως κοινωνικός σταθεροποιητής,
ακολουθείται στην Ελλάδα από τη δεκαετία του 1990. Ουδέποτε όμως αυτή η
πολιτική θεωρήθηκε μέσο παραγωγικής αναβάθμισης, αφού η ανάπτυξη θα
ακολουθούσε αυτόματα. Εξάλλου, στη μεταβιομηχανική κοινωνία της
πληροφορίας, στην οποία υποτίθεται ότι έμπαινε η ανθρωπότητα, η
ενασχόληση με τις παραγωγικές δομές θεωρούνταν σύμπτωμα παρωχημένης
σκέψης. Εκείνη την εποχή αρχίζει η αδρανοποίηση του ΚΕΠΕ, από τότε οι
εκθέσεις της Τράπεζας της Ελλάδος παύουν να ασχολούνται με την
πραγματική οικονομία και εστιάζονται στη νομισματική πολιτική -
εξελίξεις που επιστεγάζονται με την απορρόφηση του Υπουργείου Εθνικής
Οικονομίας από το Υπουργείο Οικονομικών. Είναι η δημοκρατία ως καθεστώς
και όχι απλώς το κράτος ως διοικητικός μηχανισμός που απεμπολεί τα
εργαλεία που θα τη βοηθούσαν στη χάραξη της οικονομικής πολιτικής.
Είναι η εποχή της
δόξας των χρηματοοικονομικών συμβούλων, του πολλαπλασιασμού των
οικονομικών εφημερίδων, της συχνής αναμετάδοσης του δελτίου του
Χρηματιστηρίου, εκπομπών στο ραδιόφωνο και την τηλεόραση με τίτλους όπως
«Ο ήχος του χρήματος» (!), των χρηματιστηριακών γραφείων και στις
μικρότερες επαρχιακές πόλεις. Πολλές από αυτές τις εξελίξεις συμβαδίζουν
με ανάλογες στην υπόλοιπη Ευρώπη, με τη διαφορά ότι ο λόγος εναντίον
του «υδροκέφαλου κράτους» στην ελληνική περίπτωση δεν είναι μόνο
περισσότερο οξύς, αλλά και αποσυνδεδεμένος από τις άμεσες ανάγκες της
πραγματικής οικονομίας. Οι οξύτεροι εγχώριοι επικριτές του κράτους είτε
είναι δημόσιοι υπάλληλοι της μιας ή της άλλης κατηγορίας (καθηγητές
πανεπιστημίου, στελέχη κρατικοδίαιτων δεξαμενών σκέψης) είτε
δημοσιογραφούντες σε ΜΜΕ, η επιβίωση των οποίων εξαρτιόταν από τη
στήριξη ή την ανοχή του του κράτους στις παρανομίες τους. Το παράδοξο
αυτό εξηγείται από το γενικευμένο υποδόριο αίσθημα ότι το οικονομικό
μοντέλο της Ελλάδας είχε φθάσει στα όριά του και η ανασφάλεια οδηγούσε
από τότε σε έναν ακήρυκτο πόλεμο όλων εναντίον όλων: Επιχειρηματιών,
μισθωτών του ιδιωτικού και του δημοσίου, επαγγελματιών τεχνιτών,
ελεύθερων επαγγελματιών, αγροτών κ.ο.κ...
Το αίτημα χαλάρωσης της λιτότητας
....Εν αναμονή της νέας οικονομικής θεωρίας, η πράξη της σημερινής
κυβέρνησης εμπνέεται από συνταγές του παρελθόντος το οποίο θεωρητικά
αποκηρύσσει: Πελατειακοί διορισμοί, δημόσια έργα, τουρισμός. Η διαμάχη
γύρω από τη θέση του προέδρου του ΟΑΕΔ αποκαλύπτει τη σημασία που
αποδίδουν οι κυβερνητικοί εταίροι σε μαζικούς διορισμούς με χαλαρές
διαδικασίες. Για άλλη μια φορά, ο Ευρωπαϊκός εκσυγχρονισμός σπεύδει σε
βοήθεια των πελατειακών μηχανισμών. Ακόμα και η αμφισβητούμενης
συνταγματικότητας καρατόμηση χιλιάδων δημοσίων υπαλλήλων δεν κρύβεται
ότι θα οδηγήσει σε νέους διορισμούς υπαλλήλων με ανώτερα, υποτίθεται,
προσόντα. «1.800 νέοι διορισμοί» ανήγγειλε θριαμβευτικά με πηχιαίους
τίτλους το Έθνος την ημέρα της επετείου της δικτατορίας.
Στον τομέα των δημόσιων έργων, η παρουσία του πρωθυπουργού με τον αρχηγό
του ΠΑΣΟΚ στα εργοτάξια των αυτοκινητοδρόμων της Πελοποννήσου θύμισε
άλλες εποχές, καθώς για τις εντυπώσεις κινητοποιήθηκαν με το αζημίωτο
άνθρωποι και μηχανήματα των εθνικών εργολάβων. Τα επιπλέον δεκάδες
εκατομμύρια που τους καταβλήθηκαν, πέραν των ήδη συμφωνηθεισών αλλά
εκκρεμουσών «αποζημιώσεων», θεωρήθηκαν απαραίτητα «καθώς είναι ηλίου
φαεινότερον ότι η κυβέρνηση θέλει εργοτάξια σε κινητικότητα δίπλα στις
εθνικές οδούς κατά την έξοδο των εκδρομέων του Πάσχα» (Η Καθημερινή,
20 και 26.4.2013).
Ο τουρισμός, τέλος, εξακολουθεί να παρουσιάζεται σαν
πανάκεια και οι φιλικές προς την κυβέρνηση εφημερίδες βομβαρδίζουν τους
αναγνώστες με αισιόδοξες προβλέψεις, ανάλογες με αυτές που γίνονταν
πέρυσι την ίδια εποχή και δεν επαληθεύθηκαν. Σε κάθε περίπτωση, η
αποκαλούμενη «βαριά βιομηχανία» δεν θα πάψει να αποτελεί κατανάλωση, και
το τουριστικό συνάλλαγμα θα πρέπει να αντιστοιχισθεί με τις εκροές για
την εισαγωγή των προϊόντων που καταναλώνουν οι τουρίστες...
Αποσπάσματα από τα κείμενα του Χρήστου Χατζηιωσήφ "Οικονομική πολιτική: θεωρητική ένδεια και πρακτική αδυναμία" (28/4/2013), Οικονομική πολιτική της κυβέρνησης: το λάθος είναι το σωστό (12/5/2013), στα "Ενθέματα" της "Αυγής".
Ο Χ. Χατζηιωσήφ είναι καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Κρήτης. Αντικείμενα: Οικονομική - κοινωνική ιστορία του Μεσογειακού χώρου (18ος-19ος αι.), Ελληνική Ναυτιλία & Εμπόριο, Ιστορία της βιομηχανίας, πολιτικές - οικονομικές εξελίξεις στο Μεσοπόλεμο και την μεταπολεμική περίοδο στην Ελλάδα.
ΙΙ. Η ήττα της αστικής παιδείας (Τ. Θ.)
...αν θέλουμε να μιλάμε για παιδεία, οφείλουμε να αναζητούμε αυτές
ακριβώς τις σταθερές που σου επιτρέπουν, όχι μόνον να παρακολουθήσεις,
αλλά και να κρίνεις τις αλλαγές. Μιλάμε για έρμα. Η κλασική παιδεία όχι
μόνον δεν εμπόδισε, αλλά υποστήριξε και σε πολλές περιπτώσεις προκάλεσε
τα μεγάλα άλματα του Ευρωπαϊκού πολιτισμού. Κι αν σήμερα η Ευρώπη
δυσκολεύεται να σταθεί απέναντι στην υπαρξιακή της κρίση, αυτό οφείλεται
σε έναν μεγάλο βαθμό στο γεγονός ότι έχει καταθέσει τα όπλα της
κλασικής παιδείας.
...Θα ήταν αστείο να
υποστηρίξεις πως ο Ελύτης γυρνούσε την πλάτη του, για χάρη του Αιγαίου,
στη δημιουργική Ευρώπη του καιρού του όταν ξέρεις τη σχέση του με τη Γαλλική ποίηση. Εν κατακλείδι: Η Ελληνικότητα, στις καλύτερες στιγμές
της, δεν εμφανίστηκε ως άρνηση, αλλά ως οικειοποίηση και προέκταση του
σύγχρονου Ευρωπαϊκού πολιτισμού. Κι αυτός ήταν ο πυρήνας της Ελληνικής
αστικής παιδείας....
Η δε μεταπολίτευση, με τη νευρικότητα της συναισθηματικής αντίδρασης,
εξώκειλε στα αβαθή μιας «προοδευτικής θεώρησης» του κόσμου η οποία,
στραβοκάνα και με ειδικές ανάγκες, στηρίχτηκε στα δεκανίκια της
κακομεταφρασμένης κοινωνιολογίας. Η πνευματική παντοδυναμία της
αριστεράς και των πάσης φύσεως μαρξολογούντων καταδίκασε τη λογοτεχνική
παιδεία, τη μόνη σοβαρή μας παράδοση, σε στέρηση πολιτικών δικαιωμάτων. Η
επικράτηση του Μακρυγιαννισμού στήριξε το φάντασμα μιας λαϊκής
παιδείας, η οποία αναλωνόταν σε ασκήσεις προοδευτικού λυρισμού. Η αστική
παιδεία αφέθηκε στο έλεος μιας μεσαίας τάξης, η οποία απολάμβανε την
αρχιτεκτονική της μεζονέτας και τις διακυμάνσεις της αδρεναλίνης που
προκαλούν τα πολλά κυβικά.
Η ήττα της αστικής παιδείας - του Τάκη Θεοδωρόπουλου (Καθημερινή 11/8/ 2013). Ο Τάκης Θεοδωρόπουλος, δημοσιογράφος & συγγραφέας, ήταν ο πρώτος διευθυντής σύνταξης του περιοδικού "Το Τέταρτο" που εξέδιδε ο Μάνος Χατζιδάκις. Έχει λάβει το Βραβείο Ιδρύματος Κώστα & Ελένης Ουράνη της Ακαδημίας Αθηνών (1999). Βιβλία του Τάκη Θεοδωρόπουλου "Η καχεξία του αστικού στοιχείου στη νεοελληνική κοινωνία και ιδεολογία" (εισαγωγικό κείμενο του Παναγιώτη Κονδύλη στην Ελληνική έκδοση του βιβλίου "Παρακμή του αστικού πολιτισμού" 1991). Κυκλοφορεί ως ανεξάρτητο τομίδιο με τίτλο Οι αιτίες της παρακμής της σύγχρονης Ελλάδας (2011) III. Φυσικά, οι εγχώριοι πολιτικοί (το κομματικό "χρώμα" δεν μετρά ιδιαίτερα) και οι mainstream "μαζικοί ενημερωτές" μας, ποτέ δεν θα τολμήσουν να μιλήσουν για τις ανεπάρκειες του κατά κύριο λόγο ιδιωτικού, εγχώριου παραγωγικού τομέα, γι' αυτούς που δεν έχουν πλέον να εκπροσωπήσουν και να υπερασπιστούν μεγάλες εγχώριες οικονομικές δραστηριότητες, για την πολυετή απομύζηση των εισρεόντων Κοινοτικών πόρων, για την διάβρωση και απορρύθμιση της δημόσιας διοίκησης, για την συρίκνωση της εκπαίδευσης και παιδείας, δηλαδή συνοπτικά για την πορεία δεκαετιών του εγχώριου αστισμού απο την καχεξία στην παρακμή. Στον δικό τους ιδεολογικό κόσμο, "τον καλύτερο από όλους τους δυνατούς", ακόμη και η πρόταση του Χάμπερμας για συντονισμένη και θεσμοθετημένη στήριξη στις χώρες της Ευρωπαϊκής Περιφέρειας, στόχο έχει "να μη θυσιαστεί η «θεοποιημένη ανταγωνιστικότητα». Πράγμα που συνιστά βεβαίως μια "Χαμπερμασιανή υπόκλιση στη Μερκελική/Σοϊμπλική λατρεία της ανταγωνιστικότητας". Και μάλλον φταίει εκείνη η παράξενη "σύνθεση της Σχολής της Φρανκφούρτης και της μετα-Βεμπεριανής κοινωνιολογίας κάτω από ένα αίτημα νεοΚαντιανής προσέγγισης/οικουμενικού πραγματισμού". Μήπως τα ξέχασε αυτά ο Αλ. Τσίπρας και παρασύρθηκε σε "υπερβολικά" φιλοευρωπαική γραμμή εκεί στην Ρωσία, μήπως είναι ώρα να του θυμίσουν κάποιοι τι είναι πολιτικώς ορθόν, εδώ, στα πολύ Νότια Βαλκάνια; (Η Ευρώπη, ο Χάμπερμας και ο Τσίπρας, Protagon 12/8/2013). , Βεβαίως ο στραβός είναι ο γιαλός ! Πως θα ήταν δυνατόν ν' αρμενίζουμε εμείς στραβά ; |
Γ. Ρ. |
Η ελλαδική αντίληψη της Ευρώπης (No money, no honey)
ΑπάντησηΔιαγραφή