Μια πρώτη μορφή της απομαγνητοφωνημένης συνέντευξης δημοσιεύτηκε στο © Αθηναϊκό - Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων (17.1.2017): O Μ. Μπαρτσίδης, επιμελητής του βιβλίου του Γάλλου διανοητή Ετιέν Μπαλιμπάρ μιλά στον Γιώργη-Βύρωνα Δάβο του ΑΠΕ-ΜΠΕ
Μια σημείωση περί Θεωρίας και Πολιτικής: Η συστηματική ενασχόληση του Ετιέν Μπαλιμπάρ, τα τελευταία χρόνια, με την πορεία και την προοπτική της ΕΕ, είναι μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα περίπτωση διαλόγου και σύμπλεξης της θεωρίας και φιλοσοφίας αφενός, με την έμπρακτη πολιτική αφετέρου. Ωστόσο, πέραν του όλου πλούσιου προβληματισμού του, οι εντυπωσιακές συγκλίσεις των πολιτικών του συμπερασμάτων για την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση με τα αντίστοιχα συμπεράσματα ενός άλλου σπουδαίου αλλά πολύ διαφορετικού πολιτικού φιλοσόφου και κοινωνιολόγου της εποχής μας με έντονη και διαρκή παρουσία στα δρώμενα του κόσμου, του Γιούργκεν Χάμπερμας, είναι μια ακόμη χαρακτηριστική εκδήλωση της σχετικής αυτονομίας του Πολιτικού από τις θεωρητικο-φιλοσοφικές βάσεις της σκέψης: Η πολιτική πράξη είναι κατά πρώτο λόγο προγραμματικό εγχείρημα, όχι μεταφορά ή αντανάκλαση μιας θεωρίας, φιλοσοφίας ή ιδεολογίας στο πολιτικό επίπεδο.
Ως προς τη θεωρία, ο Μπαλιμπάρ και ο Χάμπερμας βρίσκονται στους αντίποδες εντός της μαρξιστικής παράδοσης. Ο πρώτος είναι ο επιφανέστερος και συνεπέστερος κληρονόμος του «αλτουσσεριανού» θεωρητικού ρεύματος, το οποίο, με την υπόθεση της επιστημολογικής τομής, απορρίπτει ως «προμαρξικό» κατάλοιπο το θεωρητικό έργο του νεαρού Μαρξ· ομοίως απορρίπτει τον λεγόμενο εγελιανό μαρξισμό με την ευρύτερη έννοια, από τον Λούκατς μέχρι τις νεότατες γενιές «Φρανκφουρτιανών» ή υποστηρικτών της συνέχειας του όλου μαρξικού έργου. Αντίθετα, ο δεύτερος, με όλη την μεταγενέστερη εξέλιξη και πολύπλευρο εμπλουτισμό της σκέψης του από άλλες παραδόσεις, διατηρεί πάντα, και μάλιστα τονισμένο στον υπερθετικό βαθμό, το έντονο ενδιαφέρον της μεσοπολεμικής και μεταπολεμικής Κριτικής Θεωρίας για την αλλοτρίωση και για την διαλεκτική της υπέρβαση ως εξελικτική-επικοινωνιακή διαδικασία, τυπικό θέμα του νεαρού Μαρξ. Για το θέμα αυτό, πέραν των άλλων, αξίζει να μελετήσει κανείς τo (μη μεταφρασμένo στα ελληνικά) έργo του Χάμπερμας «Για την Ανακατασκευή του Ιστορικού Υλισμού» (Zur Rekonstruktion des Historischen Materialismus) ή και το μεταγενέστερο μεγάλο έργο του «Θεωρία της Επικοινωνιακής Πράξης» (Theorie des Kommunikatinen Handelns). Το πόσο έντονη ήταν (και εξακολουθεί να είναι, εν μέρει) αυτή η θεωρητική στάση του, φαίνεται και από ένα ανεκδοτολογικού τύπου περιστατικό, στην αρχή της σταδιοδρομίας του: Ο ίδιος ο Μαξ Χορκχάιμερ, παρά την αντίδραση του Αντόρνο, ζήτησε το 1957 την αποπομπή από το Ινστιτούτο Κοινωνικών Ερευνών της Φρανκφούρτης του νεαρού τότε Χάμπερμας, του μετέπειτα διαδόχου του στην δική του ακαδημαϊκή έδρα, επειδή, κατά τον Χορκχάιμερ, ο Χάμπερμας ήταν «υπερβολικά προσκολλημένος στον νεαρό Μαρξ».
Όμως αυτή η ασυμβατότητα των Χάμπερμας και Μπαλιμπάρ στη θεωρία και στη φιλοσοφία, δεν εμποδίζει τους δύο στοχαστές να συγκλίνουν στην έμπρακτη πολιτική, ιδίως όσον αφορά το εγχείρημα της ευρωπαϊκής ένωσης. Και, με σοφία, να προειδοποιούν: «Δεν έχουμε πολύ χρόνο, ο χρόνος τελειώνει για την Ευρώπη», είναι το σήμα κινδύνου και του ενός και του άλλου.
Ο Μιχάλης Μπαρτσίδης, Δρ Φιλοσοφίας
και διδάσκων στο ΕΑΠ, είναι ο επιμελητής της ελληνικής έκδοσης του νέου βιβλίου του Ετιέν Μπαλιμπάρ, με τον
εύγλωττο τίτλο «Ευρώπη, κρίση και τέλος;» (μετάφραση του Γιάννη Ανδρουλιδάκη, εκδόσεις Ταξιδευτής). Το βιβλίο πραγματεύεται όλη την πορεία της κρίσης στην ήπειρό μας, βυθοσκοπώντας τις αιτίες και αναδιφώντας στις πιθανότητες για μία επανίδρυση του ευρωπαϊκού οικοδομήματος.
Μετά την
συνέντευξη του ίδιου του Μπαλιμπάρ στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, ο Μιχάλης Μπαρτσίδης ρίχνει
σήμερα περισσότερο φως στα επίκαιρα κι
εύστοχα επιχειρήματα του Γάλλου διανοητή
κι εξηγεί πόσο η κρίση έχει καταστεί
υπερεθνική και πόσο αναγκαία καθίσταται
η ανάγκη για μία αναδιαμόρφωση των
θεμελιωδών αρχών που διέπουν την
ευρωπαϊκή συνείδηση, έτσι ώστε να
αποφευχθούν οι κίνδυνοι που αιωρούνται
πάνω από την ήπειρό μας ένεκα της
διολίσθησής της στις αρνητικές συνέπειες
του νέου οικονομίστικου πνεύματος, δηλ.
στους λογής λαϊκισμούς και εθνικισμούς.
Μια σημείωση περί Θεωρίας και Πολιτικής: Η συστηματική ενασχόληση του Ετιέν Μπαλιμπάρ, τα τελευταία χρόνια, με την πορεία και την προοπτική της ΕΕ, είναι μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα περίπτωση διαλόγου και σύμπλεξης της θεωρίας και φιλοσοφίας αφενός, με την έμπρακτη πολιτική αφετέρου. Ωστόσο, πέραν του όλου πλούσιου προβληματισμού του, οι εντυπωσιακές συγκλίσεις των πολιτικών του συμπερασμάτων για την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση με τα αντίστοιχα συμπεράσματα ενός άλλου σπουδαίου αλλά πολύ διαφορετικού πολιτικού φιλοσόφου και κοινωνιολόγου της εποχής μας με έντονη και διαρκή παρουσία στα δρώμενα του κόσμου, του Γιούργκεν Χάμπερμας, είναι μια ακόμη χαρακτηριστική εκδήλωση της σχετικής αυτονομίας του Πολιτικού από τις θεωρητικο-φιλοσοφικές βάσεις της σκέψης: Η πολιτική πράξη είναι κατά πρώτο λόγο προγραμματικό εγχείρημα, όχι μεταφορά ή αντανάκλαση μιας θεωρίας, φιλοσοφίας ή ιδεολογίας στο πολιτικό επίπεδο.
Ως προς τη θεωρία, ο Μπαλιμπάρ και ο Χάμπερμας βρίσκονται στους αντίποδες εντός της μαρξιστικής παράδοσης. Ο πρώτος είναι ο επιφανέστερος και συνεπέστερος κληρονόμος του «αλτουσσεριανού» θεωρητικού ρεύματος, το οποίο, με την υπόθεση της επιστημολογικής τομής, απορρίπτει ως «προμαρξικό» κατάλοιπο το θεωρητικό έργο του νεαρού Μαρξ· ομοίως απορρίπτει τον λεγόμενο εγελιανό μαρξισμό με την ευρύτερη έννοια, από τον Λούκατς μέχρι τις νεότατες γενιές «Φρανκφουρτιανών» ή υποστηρικτών της συνέχειας του όλου μαρξικού έργου. Αντίθετα, ο δεύτερος, με όλη την μεταγενέστερη εξέλιξη και πολύπλευρο εμπλουτισμό της σκέψης του από άλλες παραδόσεις, διατηρεί πάντα, και μάλιστα τονισμένο στον υπερθετικό βαθμό, το έντονο ενδιαφέρον της μεσοπολεμικής και μεταπολεμικής Κριτικής Θεωρίας για την αλλοτρίωση και για την διαλεκτική της υπέρβαση ως εξελικτική-επικοινωνιακή διαδικασία, τυπικό θέμα του νεαρού Μαρξ. Για το θέμα αυτό, πέραν των άλλων, αξίζει να μελετήσει κανείς τo (μη μεταφρασμένo στα ελληνικά) έργo του Χάμπερμας «Για την Ανακατασκευή του Ιστορικού Υλισμού» (Zur Rekonstruktion des Historischen Materialismus) ή και το μεταγενέστερο μεγάλο έργο του «Θεωρία της Επικοινωνιακής Πράξης» (Theorie des Kommunikatinen Handelns). Το πόσο έντονη ήταν (και εξακολουθεί να είναι, εν μέρει) αυτή η θεωρητική στάση του, φαίνεται και από ένα ανεκδοτολογικού τύπου περιστατικό, στην αρχή της σταδιοδρομίας του: Ο ίδιος ο Μαξ Χορκχάιμερ, παρά την αντίδραση του Αντόρνο, ζήτησε το 1957 την αποπομπή από το Ινστιτούτο Κοινωνικών Ερευνών της Φρανκφούρτης του νεαρού τότε Χάμπερμας, του μετέπειτα διαδόχου του στην δική του ακαδημαϊκή έδρα, επειδή, κατά τον Χορκχάιμερ, ο Χάμπερμας ήταν «υπερβολικά προσκολλημένος στον νεαρό Μαρξ».
Όμως αυτή η ασυμβατότητα των Χάμπερμας και Μπαλιμπάρ στη θεωρία και στη φιλοσοφία, δεν εμποδίζει τους δύο στοχαστές να συγκλίνουν στην έμπρακτη πολιτική, ιδίως όσον αφορά το εγχείρημα της ευρωπαϊκής ένωσης. Και, με σοφία, να προειδοποιούν: «Δεν έχουμε πολύ χρόνο, ο χρόνος τελειώνει για την Ευρώπη», είναι το σήμα κινδύνου και του ενός και του άλλου.
Γ. Ρ.
Ακολουθεί η
συνέντευξη του Μ. Μπαρτσίδη στον Γιώργη-Βύρωνα Δάβο:
Ερ. Γ.-Β. Δ: Κύριε Μπαρτσίδη,
ευχαριστούμε που μιλάτε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ για
το σημαντικό τούτο βιβλίο του Ετιέν
Μπαλιμπάρ και, καταρχάς, θα ήθελα να σας
ρωτήσω σχετικά με το λόγο και την
αναγκαιότητα να εκδοθεί τούτη η μελέτη
στη συγκεκριμένη συγκυρία.
Απ. Μ.Μ.: Το βιβλίο του Ετιέν Μπαλιμπάρ με τίτλο «Ευρώπη, κρίση και τέλος;» (προσοχή στο ερωτηματικό) έχει ως θέμα του την κρίση της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Είναι ένα βιβλίο το οποίο γράφεται σταδιακά από το 2010, μια συλλογή κειμένων που το τελευταίο γράφτηκε το Νοέμβριο του 2016 και αποτελεί το προλογικό κείμενο της ελληνικής έκδοσης. Πρόκειται για ένα βιβλίο που γράφτηκε, θα λέγαμε, με ένα τρόπο όχι συστηματικό, ένα βιβλίο ανοιχτό που γράφτηκε μέσα στη συγκυρία και φυσικά με όλους τους κινδύνους που αυτό συνεπάγεται. Με τον κίνδυνο, δηλαδή, να λαθεύει ο συγγραφέας στις εκτιμήσεις και στις προβλέψεις του. Βέβαια ο Μπαλιμπάρ, όπως το συνηθίζει, είναι αρκούντως προσεκτικός, λαμβάνει πολιτική θέση με τρόπο αργό, ζυγιάζοντας τα πράγματα, τις στάσεις, τις δυνάμεις που αντιμάχονται και τους παράγοντες που επηρεάζουν την πολιτική και ιστορική συγκυρία. Γίνεται μάλιστα ακόμη πιο επιφυλακτικός όταν πρόκειται για ένα τόσο σύνθετο πρόβλημα όπως η κρίση μιας ολοκλήρωσης, όπως είναι η κρίση της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Με αυτή την έννοια είναι ένα βιβλίο το οποίο αναμετράται με τα στοιχεία της αβεβαιότητας όπου έχουμε μια πληθώρα αντιμαχόμενων και αντίρροπων δυνάμεων και παραγόντων, όπου έχουμε την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση και την κρίση της σε μια τριπλή δομή σε ένα υποεθνικό, σε ένα διεθνικό και σε ένα υπερεθνικό επίπεδο. Εκεί όπου αρθρώνονται οι εξελίξεις σε αυτό το τριπλό επίπεδο δημιουργούν, μια εξαιρετική συνθετότητα μια ιστορικά πρωτότυπη και περίπλοκη κατάσταση, που καθιστά υπό μία έννοια οποιαδήποτε πρόβλεψη εξαιρετικά παρακινδυνευμένη.
Ερ.: Όπως δηλώσατε κι εσείς έχουμε ένα τριαδικό σχήμα, Ευρώπη, κρίση, τέλος, που συναρμόζονται σε ένα πάλι τριαδικό επίπεδο, υποεθνικό-διεθνικό-υπερεθνικό. Μήπως τούτο το ερωτηματικό, στην ουσία αποτελεί μία παγίδα, δηλ. μπορεί να συμπαραδηλώνει το τέλος της κρίσης, το τέλος της Ευρώπης, ή ένα τέλος σαν ένα σκοπό, μία τελεολογία; Θα φθάσει δηλαδή σε κάποιο θετικά σκοπούμενο σημείο, ή απλώς θα σημάνει ένα οριστικό τέλος;
Απ.: Ναι, πραγματικά είναι ενδιαφέρουσα η παρατήρησή σας ότι ο συνδυασμός των δύο όρων της κρίσης και του τέλους περιέχει μια αμφισημία. Η απάντηση όσον αφορά την έννοια του τέλους είναι ότι στο βιβλίο αυτό ο Μπαλιμπάρ αναφέρεται στο πιθανό και ενδεχομενικό τέλος της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Δεν αναφέρεται στο τέλος της κρίσης. Η κρίση μπορεί να συνεχίζεται, για να μην πω μάλιστα ότι θα πρέπει να συλλαμβάνουμε μία διαδικασία ολοκλήρωσης, όπως την Ευρωπαϊκή Ένωση, ως καταστατικά κρισιακή διαδικασία, δηλαδή μια ολοκλήρωση δεν είναι μια σταθερή κατάσταση όπως η συγκρότηση ενός έθνους- κράτους, ή μια σταθερής αυτοκρατορίας. Είναι από τη φύση της μια διαδικασία σύνθετη, περίπλοκη και κρισιακή, οπότε, είναι προφανές, από αυτό το στοιχείο ορισμού να μην εννοούμε το τέλος της κρίσης, αλλά εννοούμε συχνότατα ακόμα πιο επικίνδυνα το τέλος της Ευρώπης, διότι ο κόσμος όταν βλέπει ορισμένες αντιφάσεις να εκρήγνυνται φαντάζεται ότι δεν μπορεί να συνεχιστεί μία κατάσταση έτσι όπως είναι μέχρι σήμερα. Αυτό με τη σειρά του σημαίνει ότι δεν μιλάμε για ένα τέλος με την έννοια, όπως είπατε, τελεολογικό, ένα οριστικό τέλος, μια καταστροφή, διότι φιλοσοφικά, τουλάχιστον όπως το εννοεί ο Μπαλιμπάρ και εγώ συμφωνώ σε αυτή την υλιστική θα έλεγα προσέγγιση, ένα τέλος είναι πάντοτε η δυνατότητα για μια επανέναρξη. Με άλλα λόγια, ένα τέλος δεν πρέπει να το συλλαμβάνουμε ως μια περάτωση με ένα τρόπο οριστικό και αμετάκλητο αλλά, αντιθέτως, ως μια διάνοιξη με την έννοια ότι δεν μπορεί να συνεχιστεί η κατάσταση έτσι όπως ήταν μέχρι τώρα και, επομένως, το τέλος ανοίγει τις δυνατότητες μετασχηματισμού της κατάστασης και των θεσμών. Με αυτή την έννοια πρόκειται για τη διαδικασία που ανοίγει τη δυνατότητα για μια επανέναρξη. Αυτό είναι το κρίσιμο ερώτημα: πως ενώ κάποιος βλέπει μια διαδικασία, μια Ευρώπη, μια Ευρωπαϊκή Ένωση να οδεύει κατά κάποιο τρόπο στον γκρεμό, ταυτοχρόνως ένας φιλόσοφος, ένας πολιτικός, να μπορεί να ισχυριστεί ότι μπορεί να ξεκινήσει μια διαδικασία αναθεμελίωσής της; Η μεγάλη αρετή αυτού του βιβλίου έγκειται στο ότι περιγράφει ακριβώς μια τέτοια έννοια της αναθεμελίωσης της Ευρώπης. Όχι ακριβώς της επανίδρυσής της όπως προτείνει ο Χάμπερμας (Habermas), αλλά προτείνεται με έναν διαφορετικό τρόπο και σημασία η έννοια της αναθεμελίωσης. Κι αυτή είναι η έννοια του τέλους.
Ο Ετιέν Μπαλιμπάρ στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών © ΑΠΕ-ΜΠΕ/ΧΑΡΗΣ ΑΚΡΙΒΙΑΔΗΣ |
Ερ.: Ναι, αλλά μία αναθεμελίωση πάνω στις ίδιες αξιακές δομές που χαρακτήριζαν το πνεύμα και την ουσία της Ευρώπης παραδοσιακά; Γιατί βλέπουμε ότι η Ευρώπη ουσιαστικά κατά τα τελευταία χρόνια έχει διολισθήσει κι έχει αναθεωρήσει η ίδια τις θεμελιώδεις κοινωνικές κι ανθρωπιστικά ιδεολογικές αξίες της, έναντι κάποιων ακραιφνώς υλιστικών κι οικονομίστικων αρχών, όλως αντιθέτων με εκείνες που το Ευρωπαϊκό Πνεύμα εισήγαγε από τον Διαφωτισμό και δώθε.
Απ.: Πάρα πολύ εύστοχο, κι αυτή είναι μια κεντρική ερώτηση και μέσα στο βιβλίο. Συμφωνώ κι εγώ μαζί σας. Η αναθεμελίωση όπως την αντιλαμβάνεται ο Μπαλιμπάρ με τη σημασία της γαλλικής επιστημολογικής παράδοσης, είναι μία refondation δηλαδή μια επαναθεμελίωση των ιδρυτικών αρχών με την έννοια ότι ξαναγυρνάμε σε αυτές όχι για να στραφούμε πίσω από την αρχική, ας το πούμε σύλληψη, πίσω από την αρχική τομή, διότι όταν ιδρύεται ένα πράγμα πρόκειται για μια τομή, σε ρήξη με κάτι το οποίο προϋπήρχε. Στην παράδοση του Γκαστόν Μπασελάρ (Bachelard), εννοούμε ότι με την αναθεμελίωση κάνεις μια αναδρομή, επανέρχεσαι για να αντλήσεις από το βάθος αυτών των αρχών και των αξιών οι οποίες μπήκαν σε κρίση, να αρχίσεις από το βάθος τους. Στην ουσία γυρνάς όχι στο ίδιο σημείο από το οποίο ξεκίνησες για να συνεχίσεις, όπως ίσως με έναν τρόπο ορθολογικό, της ορθολογικής επικοινωνίας την εννοεί ο Habermas, αλλά γυρνάς για να πάρεις, να αντλήσεις από το βάθος των αξιών αυτών και να κινηθείς κάπως παράλληλα. Απορρίπτεις εκείνα τα στοιχεία που πλέον δεν ισχύουν αλλά δεν επιστρέφεις στο πίσω της αρχικής εκείνης ίδρυσης. Όπως σωστά είπατε, σήμερα παρατηρούνται φαινόμενα που πραγματικά μοιάζουν να μας γυρνούν στο πίσω των αρχικών αξιών δηλαδή την ειρήνη, τη δημοκρατία, την αναγνώριση των δικαιωμάτων, αρχές και αξίες στις οποίες είδαμε μεταπολεμικά να θεμελιώνεται η Ευρώπη.
Απ.: Πάρα πολύ εύστοχο, κι αυτή είναι μια κεντρική ερώτηση και μέσα στο βιβλίο. Συμφωνώ κι εγώ μαζί σας. Η αναθεμελίωση όπως την αντιλαμβάνεται ο Μπαλιμπάρ με τη σημασία της γαλλικής επιστημολογικής παράδοσης, είναι μία refondation δηλαδή μια επαναθεμελίωση των ιδρυτικών αρχών με την έννοια ότι ξαναγυρνάμε σε αυτές όχι για να στραφούμε πίσω από την αρχική, ας το πούμε σύλληψη, πίσω από την αρχική τομή, διότι όταν ιδρύεται ένα πράγμα πρόκειται για μια τομή, σε ρήξη με κάτι το οποίο προϋπήρχε. Στην παράδοση του Γκαστόν Μπασελάρ (Bachelard), εννοούμε ότι με την αναθεμελίωση κάνεις μια αναδρομή, επανέρχεσαι για να αντλήσεις από το βάθος αυτών των αρχών και των αξιών οι οποίες μπήκαν σε κρίση, να αρχίσεις από το βάθος τους. Στην ουσία γυρνάς όχι στο ίδιο σημείο από το οποίο ξεκίνησες για να συνεχίσεις, όπως ίσως με έναν τρόπο ορθολογικό, της ορθολογικής επικοινωνίας την εννοεί ο Habermas, αλλά γυρνάς για να πάρεις, να αντλήσεις από το βάθος των αξιών αυτών και να κινηθείς κάπως παράλληλα. Απορρίπτεις εκείνα τα στοιχεία που πλέον δεν ισχύουν αλλά δεν επιστρέφεις στο πίσω της αρχικής εκείνης ίδρυσης. Όπως σωστά είπατε, σήμερα παρατηρούνται φαινόμενα που πραγματικά μοιάζουν να μας γυρνούν στο πίσω των αρχικών αξιών δηλαδή την ειρήνη, τη δημοκρατία, την αναγνώριση των δικαιωμάτων, αρχές και αξίες στις οποίες είδαμε μεταπολεμικά να θεμελιώνεται η Ευρώπη.
Η πρωτότυπη γαλλική, η γερμανική και η ελληνική έκδοση του βιβλίου |
Ερ.: Όπως η ανεκτικότητα για παράδειγμα, μία αξία και κοινωνική αρετή, που από τη δεκαετία του 1960 και μετά είχε τεθεί ως βάση της ευρωπαϊκής κοινωνικοπολιτικής δομής και που σήμερα βλέπουμε να εγκαταλείπεται. Κι εκεί ακριβώς μου γεννάται ένα άλλο ερώτημα: τούτη η επανίδρυση, αναθεμελίωση της Ευρώπης, απαιτεί μία απόφαση. Τούτη η απόφαση με δεδομένο ότι πρέπει να ληφθεί όχι μόνον από τα κάτω, όπως είδαμε, γιατί υπήρξαν λαϊκά κινήματα στη διάρκεια της κρίσης, ωστόσο εκεί που νομίζαμε πως το αποτυχημένο οικονομικό σύστημα κλυδωνιζόταν επικίνδυνα και να αναδυόταν δυνατότητα αν όχι ήττας του, τουλάχιστον υποταγής του, σήμερα έχει καταστεί και πάλι κυρίαρχο κι επιβάλλει τους όρους του και συνάμα να αναδύονται κι οι άσχημες πλευρές του, όπως οι διάφοροι μαυλιστικοί λαϊκισμοί κι επικίνδυνοι εθνικισμοί. Πώς είναι δυνατόν να συγκροτηθεί μία νέα απόφαση επανίδρυσης με τέτοιους όρους;
Απ.: Κοιτάξτε, εσείς τώρα θέτετε ένα θέμα όσον αφορά την αποτελεσματικότητα των αγώνων που υπήρξαν τα τελευταία πέντε χρόνια της κρίσης. Στην ουσία μιλάμε όχι ακριβώς για μια ήττα, αλλά ίσως για μια αναποτελεσματικότητα και, από την άλλη, θέτετε ένα ζήτημα, που θα σας εξηγήσω μετά ότι έχει σημασία αυτό που περιγράφετε για το ιδεολογικό υπόβαθρο αυτών των διεκδικήσεων κ.τ.λ. Πράγματι, αναφέρομαι στο πρώτο τώρα, νομίζω κι εγώ ότι τα κινήματα του 2010 - 2011 με τις πλατείες, μετά με τα occupy και με τις διεκδικήσεις των λαϊκών μαζών και των κινημάτων σε ευρωπαϊκό αλλά και σε παγκόσμιο επίπεδο, αυτά λοιπόν συνδέονται πλέον διότι είναι παγκοσμιοτοπικά: είχαν κοινά στοιχεία στην Ταχρίρ, στην Πουέρτα ντε Σολ και στο Σύνταγμα στην Αθήνα. Πράγματι αναπτύχθηκαν τότε μορφές δράσεων πρωτότυπες οι οποίες έθεταν ζητήματα επινόησης πραγματικά μιας νέας πολιτικής. Ειδικά όταν έθεταν αμεσοδημοκρατικά στοιχεία, όταν έθεταν τα όρια της εκπροσώπησης μέχρι τότε της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας κ.λπ. Και πράγματι δεν ήταν απλές συντεχνιακές διεκδικήσεις έναντι μια οικονομικής κρίσης η οποία αφαιρούσε κάποια κοινωνικά δικαιώματα. Θα μπορούσα, λοιπόν, να πω ότι η πολιτική είχε γίνει πολύ ορατή και είχαν προκύψει νέα στοιχεία πολιτικής στην πενταετία με τις κινητοποιήσεις και τις δράσεις αυτές. Από την άλλη όμως πράγματι τίθεται το θέμα της αναποτελεσματικότητας. Βλέπουμε ότι, και αυτό είναι πολύ ορατό σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης, ότι κυριαρχούν φαινομενικά απόλυτα κάποιες δυνάμεις και κάποιοι μηχανισμοί στο επίπεδο του ευρωπαϊκού κράτους. Για παράδειγμα, η κυριαρχία του Eurogroup, ο κατά κάποιο τρόπο παραγκωνισμός του Ευρωκοινοβουλίου και της ίδιας της Κομισιόν, μας δίνουν λοιπόν την εντύπωση σε αυτό το τριπλό επίπεδο της ολοκλήρωσης, ότι έχουμε μια μετατόπιση ισχύος που ο Μπαλιμπάρ εδώ προσφυώς δανείζεται την έννοια και την χαρακτηρίζει ως μια «επανάσταση από τα πάνω», δηλαδή γίνεται μια ενοποίηση από τα πάνω αλλά Μπίσμαρκ. Όπως ο Μπίσμαρκ ένωσε την Γερμανία, τα γερμανικά κρατίδια υπό την πρωτοβουλία της Πρωσίας και αμέσως έφτασε στο Παρίσι ή ο Καβούρ για το ιταλικό Risorgimento, έτσι και σήμερα, πρέπει να τονίζουμε ότι η διαδικασία ενοποίησης «από τα πάνω» δεν είναι απλό έλλειμμα δημοκρατίας, όπως λέγαμε τόσα χρόνια και εμείς. Στο σημείο αυτό της μετατόπισης ισχύος συνάντησε τα όριά της αυτή η ανανέωση της πολιτικής που είδαμε από τις πολιτικές πρωτοβουλίες των μαζών των κινημάτων κ.λπ. Αυτά είναι δύο στοιχεία που προέκυψαν αυτή την πενταετία και ακόμα δεν έχει κριθεί η μάχη, θα έλεγα. Προτείνω δηλαδή να το αφήσουμε ανοιχτό, παρότι φαίνεται αυτή τη στιγμή ότι ο πλούτος που έδωσαν τα κινήματα αυτά δεν μπόρεσε να αλλάξει τα πράγματα. Προτείνω να το αφήσουμε ανοιχτό, και γιατί να το αφήσουμε ανοιχτό, πού στηρίζω μια μικρή αισιοδοξία; Στο γεγονός της, και έρχομαι στο δεύτερο σημείο της ερώτησής σας, κυριαρχίας της οικονομίας έναντι της πολιτικής και της δημοκρατίας. Νομίζω, και αυτό είναι το βασικό επιχείρημα που διαπνέει την προσέγγιση του Μπαλιμπάρ τουλάχιστον όπως την ανασυγκροτώ εγώ, πρόκειται δε για το τρίτο μέρος του επιχειρήματος του που έχει έναν ανθρωπολογικό χαρακτήρα, όπου ο Μπαλιμπάρ λέει ότι στις μέρες μας όντως ζούμε μια παράδοξη κατάσταση «παγκοσμιοποίησης χωρίς καθολικό ιδεώδες». Δηλαδή έχουμε μια κατάσταση ιστορική όπου όλοι επικοινωνούν με όλους, είτε λόγω τεχνολογίας είτε λόγω μετακινήσεων και των ροών των πληθυσμών κ.τ.λ. και παρόλα αυτά η ανθρωπότητα δεν ενώθηκε όπως προέβλεπε ο κλασικός κοσμοπολιτισμός. Για να έρθω στην αρχική σας ερώτηση περί διαφωτισμού, κοσμοπολιτισμού και ανεκτικότητας: ενώ συνέβη η ενότητα υπό μία έννοια της ανθρωπότητας και μάλιστα αποτελεί γεγονός αναντίστρεπτο και αμετάκλητο, εντούτοις δεν έγινε με τον τρόπο που περιμέναμε ώστε να μειωθούν οι ανισότητες, οι αντιφάσεις, οι αδικίες και να έλθουμε σε μια κατάσταση ενωμένης ανθρωπότητας, προόδου και ειρήνης. Και αυτό το παράδοξο είναι η αιτία της κρίσης της ιδεολογίας, λέει ο Μπαλιμπάρ, δηλαδή εδώ είναι φανερό ότι μας λείπει πραγματικά το καθολικό ιδεώδες, αυτό που λέμε ιδεολογία, το ιδεολογικό στοιχείο το οποίο θα συνέδεε και θα έδινε μια κατεύθυνση στις ποικιλόμορφες κινήσεις των μαζών, οι οποίες έδωσαν κατά τα άλλα πολλά πλούσια στοιχεία. Με αυτή την έννοια δηλαδή βρισκόμαστε σε μια κατάσταση μετεωρισμού των υποκειμένων, τα οποία κινούνται κυμαινόμενα και ταλαντευόμενα υστερικά από το ένα άκρο στο άλλο, και έτσι εξηγείται και το πρόβλημα του λαϊκισμού σήμερα.
Απ.: Κοιτάξτε, εσείς τώρα θέτετε ένα θέμα όσον αφορά την αποτελεσματικότητα των αγώνων που υπήρξαν τα τελευταία πέντε χρόνια της κρίσης. Στην ουσία μιλάμε όχι ακριβώς για μια ήττα, αλλά ίσως για μια αναποτελεσματικότητα και, από την άλλη, θέτετε ένα ζήτημα, που θα σας εξηγήσω μετά ότι έχει σημασία αυτό που περιγράφετε για το ιδεολογικό υπόβαθρο αυτών των διεκδικήσεων κ.τ.λ. Πράγματι, αναφέρομαι στο πρώτο τώρα, νομίζω κι εγώ ότι τα κινήματα του 2010 - 2011 με τις πλατείες, μετά με τα occupy και με τις διεκδικήσεις των λαϊκών μαζών και των κινημάτων σε ευρωπαϊκό αλλά και σε παγκόσμιο επίπεδο, αυτά λοιπόν συνδέονται πλέον διότι είναι παγκοσμιοτοπικά: είχαν κοινά στοιχεία στην Ταχρίρ, στην Πουέρτα ντε Σολ και στο Σύνταγμα στην Αθήνα. Πράγματι αναπτύχθηκαν τότε μορφές δράσεων πρωτότυπες οι οποίες έθεταν ζητήματα επινόησης πραγματικά μιας νέας πολιτικής. Ειδικά όταν έθεταν αμεσοδημοκρατικά στοιχεία, όταν έθεταν τα όρια της εκπροσώπησης μέχρι τότε της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας κ.λπ. Και πράγματι δεν ήταν απλές συντεχνιακές διεκδικήσεις έναντι μια οικονομικής κρίσης η οποία αφαιρούσε κάποια κοινωνικά δικαιώματα. Θα μπορούσα, λοιπόν, να πω ότι η πολιτική είχε γίνει πολύ ορατή και είχαν προκύψει νέα στοιχεία πολιτικής στην πενταετία με τις κινητοποιήσεις και τις δράσεις αυτές. Από την άλλη όμως πράγματι τίθεται το θέμα της αναποτελεσματικότητας. Βλέπουμε ότι, και αυτό είναι πολύ ορατό σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης, ότι κυριαρχούν φαινομενικά απόλυτα κάποιες δυνάμεις και κάποιοι μηχανισμοί στο επίπεδο του ευρωπαϊκού κράτους. Για παράδειγμα, η κυριαρχία του Eurogroup, ο κατά κάποιο τρόπο παραγκωνισμός του Ευρωκοινοβουλίου και της ίδιας της Κομισιόν, μας δίνουν λοιπόν την εντύπωση σε αυτό το τριπλό επίπεδο της ολοκλήρωσης, ότι έχουμε μια μετατόπιση ισχύος που ο Μπαλιμπάρ εδώ προσφυώς δανείζεται την έννοια και την χαρακτηρίζει ως μια «επανάσταση από τα πάνω», δηλαδή γίνεται μια ενοποίηση από τα πάνω αλλά Μπίσμαρκ. Όπως ο Μπίσμαρκ ένωσε την Γερμανία, τα γερμανικά κρατίδια υπό την πρωτοβουλία της Πρωσίας και αμέσως έφτασε στο Παρίσι ή ο Καβούρ για το ιταλικό Risorgimento, έτσι και σήμερα, πρέπει να τονίζουμε ότι η διαδικασία ενοποίησης «από τα πάνω» δεν είναι απλό έλλειμμα δημοκρατίας, όπως λέγαμε τόσα χρόνια και εμείς. Στο σημείο αυτό της μετατόπισης ισχύος συνάντησε τα όριά της αυτή η ανανέωση της πολιτικής που είδαμε από τις πολιτικές πρωτοβουλίες των μαζών των κινημάτων κ.λπ. Αυτά είναι δύο στοιχεία που προέκυψαν αυτή την πενταετία και ακόμα δεν έχει κριθεί η μάχη, θα έλεγα. Προτείνω δηλαδή να το αφήσουμε ανοιχτό, παρότι φαίνεται αυτή τη στιγμή ότι ο πλούτος που έδωσαν τα κινήματα αυτά δεν μπόρεσε να αλλάξει τα πράγματα. Προτείνω να το αφήσουμε ανοιχτό, και γιατί να το αφήσουμε ανοιχτό, πού στηρίζω μια μικρή αισιοδοξία; Στο γεγονός της, και έρχομαι στο δεύτερο σημείο της ερώτησής σας, κυριαρχίας της οικονομίας έναντι της πολιτικής και της δημοκρατίας. Νομίζω, και αυτό είναι το βασικό επιχείρημα που διαπνέει την προσέγγιση του Μπαλιμπάρ τουλάχιστον όπως την ανασυγκροτώ εγώ, πρόκειται δε για το τρίτο μέρος του επιχειρήματος του που έχει έναν ανθρωπολογικό χαρακτήρα, όπου ο Μπαλιμπάρ λέει ότι στις μέρες μας όντως ζούμε μια παράδοξη κατάσταση «παγκοσμιοποίησης χωρίς καθολικό ιδεώδες». Δηλαδή έχουμε μια κατάσταση ιστορική όπου όλοι επικοινωνούν με όλους, είτε λόγω τεχνολογίας είτε λόγω μετακινήσεων και των ροών των πληθυσμών κ.τ.λ. και παρόλα αυτά η ανθρωπότητα δεν ενώθηκε όπως προέβλεπε ο κλασικός κοσμοπολιτισμός. Για να έρθω στην αρχική σας ερώτηση περί διαφωτισμού, κοσμοπολιτισμού και ανεκτικότητας: ενώ συνέβη η ενότητα υπό μία έννοια της ανθρωπότητας και μάλιστα αποτελεί γεγονός αναντίστρεπτο και αμετάκλητο, εντούτοις δεν έγινε με τον τρόπο που περιμέναμε ώστε να μειωθούν οι ανισότητες, οι αντιφάσεις, οι αδικίες και να έλθουμε σε μια κατάσταση ενωμένης ανθρωπότητας, προόδου και ειρήνης. Και αυτό το παράδοξο είναι η αιτία της κρίσης της ιδεολογίας, λέει ο Μπαλιμπάρ, δηλαδή εδώ είναι φανερό ότι μας λείπει πραγματικά το καθολικό ιδεώδες, αυτό που λέμε ιδεολογία, το ιδεολογικό στοιχείο το οποίο θα συνέδεε και θα έδινε μια κατεύθυνση στις ποικιλόμορφες κινήσεις των μαζών, οι οποίες έδωσαν κατά τα άλλα πολλά πλούσια στοιχεία. Με αυτή την έννοια δηλαδή βρισκόμαστε σε μια κατάσταση μετεωρισμού των υποκειμένων, τα οποία κινούνται κυμαινόμενα και ταλαντευόμενα υστερικά από το ένα άκρο στο άλλο, και έτσι εξηγείται και το πρόβλημα του λαϊκισμού σήμερα.
Κι εδώ περνάω στην τρίτη ερώτησή σας για τον κίνδυνο του λαϊκισμού. Νομίζω μπορούμε να πούμε ότι η Ελλάδα ήταν ένα παράδειγμα αριστερού λαϊκισμού, καλού λαϊκισμού που εξήρε τα πάθη των μαζών όπως λέει ο Σπινόζα με έναν τρόπο δημιουργικό και χαρούμενο.
Ερ.: Ένα conatus, έναν ενθουσιασμό της στιγμής εκείνης;
Ερ.: Ένα conatus, έναν ενθουσιασμό της στιγμής εκείνης;
Απ.: Ναι ένα conatus
ακριβώς σε αυτή την κατάσταση κι αυτό
φάνηκε τη στιγμή της επίδειξης της
αλληλεγγύης στα ελληνικά νησιά με τις
περσινές μαζικές ροές των προσφύγων,
ασχέτως φέτος αν έχουμε κάποια μεταστροφή.
Το θέμα είναι να μη συμβεί αυτή η
μεταστροφή των συναισθημάτων, των
θετικών συναισθημάτων της γενναιοδωρίας
των λαών σε θλιβερά αισθήματα του μίσους
και της μνησικακίας. Τότε ακριβώς η
καμπή αυτή είναι που θα φέρει τον
ακροδεξιό λαϊκισμό, το λαϊκισμό που
αντίκειται στην αλληλεγγύη, στη
συνεργασία, στην ανεκτικότητα και στη
δημοκρατία που ήταν θεμελιακές αρχές
της ευρωπαϊκής ένωσης και γενικότερα
ενός ιδεώδους παγκοσμιοποιητικού, θα
λέγαμε με την καλή έννοια.
Γ.-Β. Δ: Ευχαριστούμε πολύ κι ευχόμαστε να είναι καλοτάξιδο το βιβλίο!
O Etienne Balibar είναι από τους σημαντικότερους φιλοσόφους της εποχής μας, ομότιμος καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Paris-X Nanterre και στο Πανεπιστήμιο της California (Irvine). Σήμερα διδάσκει στο Πανεπιστήμιο Columbia (New York). Νεαρός έγινε γνωστός διεθνώς από τη συνεργασία του με τον Αλτουσέρ στο βιβλίο Διαβάζοντας το Κεφάλαιο (1965) αποτελώντας έκτοτε, με το μετέπειτα πλούσιο έργο του (π.χ. Η Φιλοσοφία του Μαρξ), σημείο αναφοράς στις μαρξιστικές και μεταμαρξιστικές τάσεις. Μετά τη δεκαετία του ’80 εγκαινίασε ένα ιδιαίτερο φιλοσοφικό ερευνητικό πρόγραμμα στη Νεότερη και Σύγχρονη Φιλοσοφία καθώς επίσης στην Πολιτική και Ηθική Φιλοσοφία για την ισοελευθερία, την ιδιότητα του Πολίτη, τον ρατσισμό και εθνικισμό, τη Δημοκρατία, την Ευρώπη, τη βία και τον πόλεμο. Μετά το 2010, η έρευνα του κορυφώνεται και συγκεντρώνεται σε κορυφαία έργα όπως το La proposition de l’ egaliberte (2010), Violence et Civilite (2010), το Citoyen Sujet et autres essais d’ Αnthropologie Philosophique (2001).
Άλλα βιβλία του στα Ελληνικά: Κράτος, μάζες, πολιτική, Εκτός Γραμμής (2014), Ο φόβος των μαζών Πλέθρον (2010), Για τη δικτατορία του προλεταριάτου, Οδυσσέας (2009), Πολιτική και αλήθεια, Νήσος (2005), Η Ευρώπη, η Αμερική, ο πόλεμος, Δαρδανός Χρήστος Ε. (2004), Η φιλοσοφία του Μαρξ, Νήσος (1996), Ο Σπινόζα και η πολιτική, Βιβλιοπωλείον της Εστίας (1996), Φυλή, έθνος, τάξη: οι διφορούμενες ταυτότητες (συλλογικό), εκδ. Ο Πολίτης (1991).
Άλλα βιβλία του στα Ελληνικά: Κράτος, μάζες, πολιτική, Εκτός Γραμμής (2014), Ο φόβος των μαζών Πλέθρον (2010), Για τη δικτατορία του προλεταριάτου, Οδυσσέας (2009), Πολιτική και αλήθεια, Νήσος (2005), Η Ευρώπη, η Αμερική, ο πόλεμος, Δαρδανός Χρήστος Ε. (2004), Η φιλοσοφία του Μαρξ, Νήσος (1996), Ο Σπινόζα και η πολιτική, Βιβλιοπωλείον της Εστίας (1996), Φυλή, έθνος, τάξη: οι διφορούμενες ταυτότητες (συλλογικό), εκδ. Ο Πολίτης (1991).
Συνέντευξη του Ετιέν Μπαλιμπάρ στον Vadim Kamenka της Humanité: «Το ευρωπαϊκό οικοδόμημα πρέπει να αλλάξει, πριν καταρρεύσει» (ελλην. εφημερίδα Εποχή, αναδ. εκδόσεις Ταξιδευτής)
Ετιέν Μπαλιμπάρ, συνέντευξη στο περιοδικό L’Obs, με αφορμή την γαλλική έκδοση του νέου βιβλίου του Europe, Crise et Fin? : Η Ευρώπη σε σταυροδρόμι ← (ελλ. μτφ. Θαν. Γιαλκέτσης, ΕφΣυν).
Ο Ετιέν Μπαλιμπάρ στον ιστοχώρο Μετά την Κρίση:
Étienne Balibar: A new impulse – But for which Europe? Πλήρες δοκίμιο, pdf / Στο Belgrade Journal of Media and Communications, 6/2014, via Eurozine - Στο ίδιο (4/2013, pdf): Etienne Balibar, Europe: Final Crisis? Some Thesis again
Ο Μιχάλης Μπαρτσίδης είναι Δρ Φιλοσοφίας. Η
διδακτορική του διατριβή αφορούσε στο έργο του Μπαλιμπάρ (Φιλοσοφία και
Πολιτική στο έργο του Etienne Balibar). Βλ. επίσης το Μπαλιμπάρ Ε.
(2005) Πολιτική και αλήθεια / μτφρ. Μιχάλης Μπαρτσίδης και Τάσσος Μπέτζελος. Διδάσκει φιλοσοφία στο ΕΑΠ, δίδαξε στον Τομέα Φιλοσοφίας του ΑΠΘ καθώς και στα μεταπτυχιακά του Παντείου, του ΠΑΜΑΚ κ.ά. Οι
δημοσιεύσεις του και τα ερευνητικά του ενδιαφέροντα κινούνται στο πεδίο
της Πολιτικής Φιλοσοφίας και της Σύγχρονης Ευρωπαϊκής Φιλοσοφίας
(Spinoza, A. Smith, Kant, Merleau-Ponty, Marcuse, Foucault κλπ). Επικεντρώνονται στις έννοιες της διατομικότητας και του εσωτερικού
ορίου στο φιλοσοφικό πεδίο συγκρότησης της υποκειμενικότητας, ειδικά στο
«Διατομικότητα, Κείμενα για μια οντολογία της σχέσης» / μτφρ. Λουκία Μάνο, της ηθικής του χρέους «Subjects in Crisis: Indebtedness, Money, Life», Phàsis 3, 2015, της αξιοπρέπειας «Dignity as glocal civic virtue: Redefining democracy in the era of neoliberal governmentality» (με Fotini Tsibiridou) στό Crisis, Resistance, and Prospects: The Arab Revolutions and Beyond, Palgrave 2016.
Update 6.5.2017: Ετιέν Μπαλιμπάρ: Το «καθήκον» του δεύτερου γύρου (Liberation, ελλ. Εφ.τ.Συν)
Είμαστε σε σημείο καμπής και τα όρια είναι ρευστά (συνέντευξη του Μ. Μπαρτσίδη στους Ιωάννα Δρόσου και Παύλο Κλαυδιανό της εφημερίδας Εποχή , 15.11.2016)
Μιά βραδιά στο Βερολίνο. Με τον Γκάμπριελ, με τον Μακρόν και με τον Χάμπερμας - Γιούργκεν Χάμπερμας: Ποιό το μέλλον της Ευρώπης; Γιατί δεν προχωρά η αναγκαία συνεργασία;Update 6.5.2017: Ετιέν Μπαλιμπάρ: Το «καθήκον» του δεύτερου γύρου (Liberation, ελλ. Εφ.τ.Συν)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου