1. Κανένα
μνημόνιο, έξωθεν ή έσωθεν προερχόμενο, κανένα δημοσιονομικό αντιβιοτικό - σε μίγμα με ποντικοφάρμακο ή και χωρίς ποντικοφάρμακο -, καμμιά πολιτική εξοικονόμησης (με ή χωρίς εισαγωγικά στη λέξη «εξοικονόμηση»), καμμιά πολιτική λιτότητας σαν αυτές που προωθεί η μετά Ζακ Ντελόρ κυβερνώσα ΕΕ, και γενικά - όπως αποδείχτηκε πάλι τα τελευταία 10 χρόνια -, κανένας πιεστικός καταναγκασμός από τις ανάγκες ή από πολιτικά και οικονομικά υπέρτερες δυνάμεις, δεν μπορεί να αλλάξει αυτό το «πιο βαθύ που
μας λερώνει», με την ιδιαίτερη μορφή που έχει πάρει εδώ στην Ελλάδα, μάλλον και σ' όλο στον Μεσογειακό Νότο, από την Ιβηρική και την Ιταλία μέχρι τη Βουλγαρία, ανεξαρτήτως πολιτικού παρελθόντος. Που
είναι το εξής ένα: Οι νοοτροπίες, μαζί και οι θεσμοί και οι πολιτικές σταθερές που αυτές οι νοοτροπίες σέρνουν πίσω τους και συντηρούν.
Κακά τα ψέμματα: Κατά πρώτο λόγο, δεί παιδείας και εκπαίδευσης. Μόνον η παιδεία και η εκπαίδευση μπορούν να αλλάξουν τις νοοτροπίες, αλλά αυτά θέλουν χρόνο και δουλειά πολλή.
Όμως, ποιός νοιάζεται για καλή παιδεία και εκπαίδευση, όταν ο μοντέρνος «δεκάλογος του Μωυσή» είναι τα εξής δύο, «ανταγωνιστικότητα» μεν, τουλάχιστον στα λόγια, αλλά ταυτόχρονα φοροαποφυγή στην πράξη; Ιδίως φοροαποφυγή, μαζί με στοχευμένη υποφορολόγηση, όταν τα λεφτά περισσεύουν και από όσους έχουν λεφτά περίσσια. Βέβαια αυτοί που ρητορεύουν για επιχειρηματικότητα, συνήθως αποφεύγουν το επιχειρηματικό ρίσκο και
σαν τον Σκρουτζ ΜακΝτακ προτιμούν να τα συσσωρεύουν σε πισίνες της Εκάλης ή σε κανάλια και λεκάνες ξεπλύματος των Τσάνελ Άιλαντς και των Κέιμαν. Πράγμα που φάνηκε τόσο στην εποχή της φούσκας 1990-2008, όσο και μετά, με τα δεκάδες CD της κ. Κριστίν Λαγκάρντ ή της Ρηνανίας-Βεστφαλίας καταχωνιασμένα στο μπαούλο με τον σκώρο και με την «τυφλή» αντίδραση της άγρυπνης δικαστικής μας εξουσίας που ακολούθησε.
Προφανές.
Ό,τι ισχύει γενικά για το κοινωνικό κράτος, ισχύει και για την εκπαίδευση: Η καλή παιδεία και
εκπαίδευση χρειάζονται αυτό που αποκαλούν «κράτος Λεβιάθαν» μερικοί από όσους θεωρούν τον εαυτό τους σύγχρονο μεταρρυθμιστή και ευρωπαϊστή, άν και συμμερίζονται ακόμη τον «αντικρατισμό» της εποχής 1980-2008. Η καλή εκπαίδευση χρειάζεται και υψηλούς φορολογικούς
συντελεστές για τους έχοντες και μη επενδύοντες. Αυτό δεν μας δείχνουν οι Σκανδιναβικές χώρες που είναι μόνιμες στις πρώτες θέσεις (μαζί με τον Καναδά, τα τελευταία χρόνια και της Κίνας, καθώς και άλλων χωρών της Ανατολικής Ασίας) των τεστ ποιότητας των εκπαιδευτικών συστημάτων του ΟΟΣΑ PISA;
Εξ ου και το συμπέρασμα που δύσκολα εκφωνείται, αλλά εύκολα προωθείται με τρόπο πλάγιο για να γίνει πράξη: Να μας λείπει το βύσσινο... Μετά τα μνημόνια θα βολευτούμε με αυτά και με αυτούς που είχαμε, τα έχουμε, τους ξέρουμε καλά και μας ξέρουν ακόμη καλύτερα.
Μέχρι νεωτέρας και με σταθερή πυξίδα την γκραμσιανή υπόδειξη για απαισιόδοξη σκέψη και αισιόδοξη θέληση, το προσωρινό συμπέρασμα στο τέλος των μνημονίων είναι: «Κανένας δεν μας σώνει, ούτε οι Μασόνοι».
2. Στο ταλαιπωρημένο και ταλαίπωρο ζήτημα «πόσο μεγάλο ή πόσο μικρό κράτος» χρειαζόμαστε, επικρατεί ζουρλάδα. Σύγχυση μεγάλη, δεξιά, αριστερά και διαγωνίως. Ο Τόμας Χομπς στο έργο του «Λεβιάθαν» ασφαλώς δεν υποστήριζε αυτά που φαντασιώνονται πολλοί φιλελεύθεροι, και μεταξύ αυτών νεοφώτιστοι Έλληνες του 2018· γι΄ αυτό, οι τελευταίοι, με την απαξιωτική λέξη Λεβιάθαν αποδοκιμάζουν το «μεγάλο», οιονεί «κομμουνιστικό», σίγουρα «σοσιαλίζον» και κυρίως «φορομπηχτικό» κράτος. Το αποδοκιμάζουν ρητά στην περίπτωση του ελληνικού κράτους, αλλά δειλά-δειλά, με υπονοούμενα και με προφυλάξεις, αρχίζουν να βλέπουν καχύποπτα, ως ζημιάρη που χαλάει την φιλελεύθερη πιάτσα, και κάθε κράτος με ισχυρή μερίδα περιουσιακών στοιχείων στην πραγματική οικονομία ή και με υψηλούς συντελεστές για τα ανώτερα κλιμάκια της φορολογίας φυσικών προσώπων. Το γαλλικό ή το γερμανικό, λόγου χάρη, επειδή διαπράττουν και τις δύο «ατασθαλίες»*, ή τα σκανδιναβικά κράτη που διαπράττουν σε ακραίο βαθμό τη δεύτερη. Τα πρότυπά των ελλήνων φιλελευθέρων αυτού του είδους δεν είναι χώρες της Βόρειας και Δυτικής, της «παλιάς» (κατά τους Αμερικανούς δεξιούς) Ευρώπης. Ίσως και να τους δούμε σύντομα να προτιμούν χωρίς δεύτερη σκέψη τις ΗΠΑ του Τραμπ ή τις χώρες της πρώην Σοβιετικής Ένωσης με τον flat tax.
Βέβαια, όταν αυτοί σκέφτονται τη λέξη κράτος, δύσκολα πάει το μυαλό τους σε λέξεις όπως εκπαίδευση ή πρόνοια· ωστόσο οι ίδιοι άνθρωποι επιθυμούν και θεωρούν ως αυτονόητα καλά αυτά ακριβώς που προσδοκούσε ο Χομπς στην εποχή του από κάθε καθώς πρέπει κράτος: Να προνοεί για ασφάλεια από εξωτερικές και εσωτερικές επιβουλές, να εγγυάται την οικονομική και κοινωνική τάξη πραγμάτων και στην ανάγκη να καταστέλλει όσους αμφισβητούν έμπρακτα την τελευταία. Δηλαδή, σύμφωνα με αυτούς τους επίδοξους φιλελεύθερους, όπως και σύμφωνα με τον συνήγορο του «Λεβιάθαν» Τόμας Χομπς, καλό κράτος σημαίνει κυρίως ισχυρός στρατός και ισχυρές, αποτελεσματικές δυνάμεις προστασίας του πολίτη - ή Σώματα Ασφαλείας, που λέγαμε παλιά.
Με δεδομένο το επίπεδο παιδείας για το οποίο μιλήσαμε πριν, είναι δύσκολο να απαιτήσεις από τους επίδοξους Έλληνες φιλελεύθερους να ξέρουν τι ακριβώς έλεγε ο Χομπς· ωστόσο, για το ζήτημα, άν το κράτος που πραγματικά θέλουν δικαιούται τον τίτλο «μικρό κράτος», είναι ασφαλώς δική τους υποχρέωση να δώσουν απάντηση.
Κυρίως όμως, έχουν να αντιμετωπίσουν τον διάβολο που κρύβεται στις λεπτομέρειες: Στο ωραίο μας μέλλον με το «μικρό κράτος» και τους λίγους φόρους, ποιός θα πληρώνει για τα αποτελεσματικά Σώματα Ασφαλείας και για τον ισχυρό στρατό; Εδώ στην Ελλάδα, οριακή Ευρώπη και όριο της Ευρώπης, με την Ασία να αρχίζει δίπλα μας - και τί Ασία έλαχε στις μέρες μας! - ξέρουμε καλά πόσο στοιχίζει ένας επαρκής στρατός. Αυτοί οι φιλελεύθεροι είναι ως γνωστόν εθνικά ευαίσθητοι και πατριώτες, όχι τίποτε αναρχοφιλελεύθεροι ή αναρχοκαπιταλιστές αμερικανικού τύπου (libertarians)· το αναμενόμενο είναι, μάλλον, να αποκλείουν ως λύση την ιδιωτικοποίηση του στρατού ή έστω των Σωμάτων Ασφαλείας. Και αφού αυτοπροσδιορίζονται ως μεταρρυθμιστές και εκσυγχρονιστές, δεν μπορεί, δεν γίνεται να υπονοοούν κυνικά ότι θα συνεχίσουν να πληρώνουν τα συνήθη κορόιδα, δηλαδή οι μισθωτοί...
Ευτυχώς η nationally correct λύση υπάρχει και είναι το δοκιμασμένο λεφτόδεντρο. Δεν θέλει πότισμα, ούτε λίπασμα, ούτε σκάλισμα.
* Γερμανία: Αύξηση δημοσίων δαπανών και φορολογικών βαρών «βλέπει» το Ινστιτούτο Ifo (Ναυτεμπορική)
Κατά τον Klemens Fuest, πρόεδρο του Ινστιτούτου Ifo, «για ό,τι αφορά τη δημοσιονομική πολιτική, το έγγραφο διαβούλευσης των δυνητικών εταίρων του “μεγάλου συνασπισμούι” εστιάζει στην αύξηση των δαπανών, κυρίως μέσω της ενίσχυσης των παροχών κοινωνικής πρόνοιας» [...]
[...] «Αυτό το κυβερνητικό πρόγραμμα σηματοδοτεί τη μακροπρόθεσμη αύξηση της συμμετοχής της κυβέρνησης στην οικονομική παραγωγή. Θα υπάρξουν περισσότερες δημόσιες δαπάνες και υψηλότερη φορολογική επιβάρυνση. Το φορολογικό σύστημα θα είναι επίσης προοδευτικότερο, επομένως θα υπάρξει μεγαλύτερη ανακατανομή. Με άλλα λόγια, το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα κατάφερε σε μεγάλο βαθμό να “επιβάλει” τον δικό του δρόμο, εκτός από το αίτημά του για υψηλότερο ανώτατο φορολογικό συντελεστή, κάτι που προφανώς δεν περιλαμβάνεται στην ημερήσια διάταξη» [...]
3. Μετά την ταλαιπωρία μας με το απολιτικό και αταξικό δίλημμα «μνημόνιο-αντιμνημόνιο», αρχίζει να φαίνεται στον ορίζοντα ο νέος διχασμός μας: «Εκσυγχρονισμός» εναντίον «αναχρονισμού». Πού; Στην Ελλάδα! Σοβαρά;
Κατά τον Klemens Fuest, πρόεδρο του Ινστιτούτου Ifo, «για ό,τι αφορά τη δημοσιονομική πολιτική, το έγγραφο διαβούλευσης των δυνητικών εταίρων του “μεγάλου συνασπισμούι” εστιάζει στην αύξηση των δαπανών, κυρίως μέσω της ενίσχυσης των παροχών κοινωνικής πρόνοιας» [...]
[...] «Αυτό το κυβερνητικό πρόγραμμα σηματοδοτεί τη μακροπρόθεσμη αύξηση της συμμετοχής της κυβέρνησης στην οικονομική παραγωγή. Θα υπάρξουν περισσότερες δημόσιες δαπάνες και υψηλότερη φορολογική επιβάρυνση. Το φορολογικό σύστημα θα είναι επίσης προοδευτικότερο, επομένως θα υπάρξει μεγαλύτερη ανακατανομή. Με άλλα λόγια, το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα κατάφερε σε μεγάλο βαθμό να “επιβάλει” τον δικό του δρόμο, εκτός από το αίτημά του για υψηλότερο ανώτατο φορολογικό συντελεστή, κάτι που προφανώς δεν περιλαμβάνεται στην ημερήσια διάταξη» [...]
3. Μετά την ταλαιπωρία μας με το απολιτικό και αταξικό δίλημμα «μνημόνιο-αντιμνημόνιο», αρχίζει να φαίνεται στον ορίζοντα ο νέος διχασμός μας: «Εκσυγχρονισμός» εναντίον «αναχρονισμού». Πού; Στην Ελλάδα! Σοβαρά;
Άλλο ένα παραμύθι. Η αλήθεια είναι, ότι τουλάχιστον στη μετεμφυλιακή εποχή, μας
καλύπτει ως χώρα, απολύτως και κυριολεκτικά, ο τίτλος του βιβλίου του Μπρούνο
Λατούρ: «Ουδέποτε υπήρξαμε μοντέρνοι». Kαι με άλλο τρόπο, πολλά από το περιεχόμενό του μιλούν για την Ελλάδα.
Στην Ελλάδα, «ο μοντερνισμός δεν απέτυχε, γιατί δεν υπήρξε ποτέ. Δεν αποκολληθήκαμε ποτέ από τη θρησκεία, την οικογένεια, τη μυθολογία. Η χειραφέτηση του μοντερνιστικού οράματος [...] απέβλεπε στην αποσύνδεσή μας από τη μυθολογία και τη θρησκεία έτσι θα γινόμασταν μοντέρνοι, ελεύθεροι, χειραφετημένοι. Αυτό που συμβαίνει είναι ακριβώς το αντίθετο» [..]
Αυτά, με δανεισμό φράσεων του Λατούρ.
Στην
περίοδο 1990-2008, με τις «ισχυρές Ελλάδες» και με τις «επανιδρύσεις του
κράτους», λανσαρίστηκαν ως τεκμήρια ή υποσχέσεις «εκσυγχρονισμού» ο
κατακλυσμός με τα μπετά και χωματουργικά των αυτοκινητόδρομων, οι
διορισμοί αγροφυλάκων και stageρηδων, οι συντάξεις στα 40 με εθελούσεις εξόδους
και η τρόμπα που φούσκωνε τις τιμές των ακινήτων με τον κοπανιστό αέρα που μας διοχέτευαν οι διεθνείς χρηματαγορές. Στην υπερδιογκωμένη αγορά υπερτιμημένων ακινήτων παρκάριζαν και τα παχειά εφάπαξ των υψηλόμισθων του βαθέος κράτους, με τον κρατικό προϋπολογισμό να τα χρηματοδοτεί αντλώντας δανεικά από τις ίδιες πηγές. «Μαζί τα
χτίσαμε», όπως έλεγε ο παλιός πολιτικός, ο λιτός και κομψός στη σκέψη και στον λόγο.
Μετά το σκάσιμο της φούσκας, και αφού μεσολάβησαν διάφορα ανατριχιαστικά, είχαμε την ευκαιρία να γνωρίσουμε από κοντά τον παγκόσμιο πρωταθλητή συγγραφέα ευπώλητων της Πολιτικής Οικονομίας και να ακούσουμε τις χαλαρωτικές και εθνικά υπερήφανες υποσχέσεις ότι θα έρθουν νταούλια και κλαρίνα που θα χορέψουν τσάμικο
τις χρηματοπιστωτικές αγορές. Θα υποκλίνονταν πεσμένες «στα τέσσερα», σύμφωνα με το λεξιλόγιο και την υψηλή αισθητική του
άλλου κομψού δανδή, ο οποίος, με ευστροφία χελιού και ως άλλο παιδί-λάστιχο, κατάφερε να μένει κυβερνητικός παράγων «και από εδώ και από εκεί», ενώ γύρω η θύελλα σάρωνε το μεταπολιτευτικό κομματικό σύστημα.
Τόσο σύγχρονοι και ριζοσπαστικοί, και οι μεν και οι δε !
Τόσο σύγχρονοι και ριζοσπαστικοί, και οι μεν και οι δε !
Και τώρα που ο νέος Οδυσσέας, αράζοντας στην Ιθάκη, ξέχασε το φορτίο με τους προ-προπέρσινους ξινούς λωτούς στο αμπάρι του καϊκιού του και δεν θέλει να λέει κουβέντα γι' αυτούς, έρχεται το ακόμη καλύτερο: Τον «εκσυγχρονισμό» θα μας τον
φέρουν ξανά αυτοί που ήδη μας «εκσυγχρόνισαν» μια φορά, στην
εποχή της φούσκας, των λιπών και των ελαίων. Αλλά τώρα θα βοηθήσουν και
οι καπεταναίοι και λοστρόμοι του βαποριού από το Ντουμπάι. Εντάξει,
το Ντουμπάι είναι απέναντι και ελαφρώς διαγωνίως από την Περσία, απ' όπου ξεκίνησε το άλλο βαπόρι του 1977, με το φορτίο των αναχρονιστικών ψευδαισθησιογόνων ουσιών, το βαπόρι του Τσιτσάνη· όμως, τούτη τη φορά το φορτίο μπορεί να μας χαρίσει πιο «σύγχρονες» αυταπάτες και δεν πάει για την Αμβέρσα ούτε για το Περού.
Έχουμε, ευτυχώς και στην Ελλάδα, πολίτευμα αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας - αυτός είναι ο πολιτικά ορθός όρος, αυτόν χρησιμοποιεί η πολιτική επιστήμη σε όλο τον κόσμο και όχι «αστική δημοκρατία» όπως αρέσει σε πολλούς εγχώριους Ταλιμπάν των αστικών κομμάτων. Στο πολίτευμα αυτό, η εναλλαγή των κομμάτων στην εξουσία είναι ο βασικός κανόνας του παιχνιδιού· είναι η αναπόφευκτη μοίρα και το καλοδεχούμενο πεπρωμένο της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας, στην οποία είμαστε πολίτες-συγκάτοικοι όλοι, αστοί και μη, πρόβατα και ερίφια, πολιτικά ενήλικοι και πολιτικά ανήλικοι. Οι προαναφερθέντες Ταλιμπάν ποτέ δεν αποδέχτηκαν μέσα τους ως νόμιμη και νομιμοποιημένη δημοκρατική πράξη την πολιτική εναλλαγή του 2015, που έφερε κυβέρνηση με βασικό κορμό τον ΣΥΡΙΖΑ (για τις προηγηθείσες κατεργαριές και νταηλίκια επιπέδου νηπιαγωγείου της άλλης πλευράς, περιττό να ξαναγίνει λόγος). Αντίθετα, οι γνήσιοι δημοκράτες είναι πάντα ολόψυχα με το μέρος των κανόνων του παιχνιδιού· δεν φοβούνται την μοίρα της δημοκρατίας, δεν γκρινιάζουν για τα ενδεχόμενα που εγκυμονεί αυτή η μοίρα - όποια και να είναι τα ενδεχόμενα. Έχουν αρχές και αυτοπεποίθηση: Τους αντιπάλους τους «τους ταράζουν στη νομιμότητα» (Ηλίας Ηλιού, 1962).
Έχουμε, ευτυχώς και στην Ελλάδα, πολίτευμα αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας - αυτός είναι ο πολιτικά ορθός όρος, αυτόν χρησιμοποιεί η πολιτική επιστήμη σε όλο τον κόσμο και όχι «αστική δημοκρατία» όπως αρέσει σε πολλούς εγχώριους Ταλιμπάν των αστικών κομμάτων. Στο πολίτευμα αυτό, η εναλλαγή των κομμάτων στην εξουσία είναι ο βασικός κανόνας του παιχνιδιού· είναι η αναπόφευκτη μοίρα και το καλοδεχούμενο πεπρωμένο της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας, στην οποία είμαστε πολίτες-συγκάτοικοι όλοι, αστοί και μη, πρόβατα και ερίφια, πολιτικά ενήλικοι και πολιτικά ανήλικοι. Οι προαναφερθέντες Ταλιμπάν ποτέ δεν αποδέχτηκαν μέσα τους ως νόμιμη και νομιμοποιημένη δημοκρατική πράξη την πολιτική εναλλαγή του 2015, που έφερε κυβέρνηση με βασικό κορμό τον ΣΥΡΙΖΑ (για τις προηγηθείσες κατεργαριές και νταηλίκια επιπέδου νηπιαγωγείου της άλλης πλευράς, περιττό να ξαναγίνει λόγος). Αντίθετα, οι γνήσιοι δημοκράτες είναι πάντα ολόψυχα με το μέρος των κανόνων του παιχνιδιού· δεν φοβούνται την μοίρα της δημοκρατίας, δεν γκρινιάζουν για τα ενδεχόμενα που εγκυμονεί αυτή η μοίρα - όποια και να είναι τα ενδεχόμενα. Έχουν αρχές και αυτοπεποίθηση: Τους αντιπάλους τους «τους ταράζουν στη νομιμότητα» (Ηλίας Ηλιού, 1962).
Ωστόσο τα ενδεχόμενα της αναπόφευκτης μοίρας μας είναι δεδομένα, τα βλέπουμε διαρκώς μπροστά μας. Και το ερώτημα για το αύριο τίθεται από μόνο του.
Να αισιοδοξήσουμε λοιπόν; Να πάρουμε στα σοβαρά τις εγγυήσεις που δίνουν οι «μνηστήρες», αυτοί οι παλιοί γνώριμοι της Πηνελόπης, της περιζήτητης νύφης που επιλέγει με την ψήφο; Μήπως, αυτή τη φορά, στο μέλλον που της υπόσχονται οι χθεσινοί, θα υπάρξει η δεύτερη ευκαιρία εκσυγχρονισμού για το failed state μας, που επί δεκαετίες και διαρκώς, ολημερίς το «εκσυγχρόνιζαν» και το βράδυ γκρεμιζόταν;
Να αισιοδοξήσουμε λοιπόν; Να πάρουμε στα σοβαρά τις εγγυήσεις που δίνουν οι «μνηστήρες», αυτοί οι παλιοί γνώριμοι της Πηνελόπης, της περιζήτητης νύφης που επιλέγει με την ψήφο; Μήπως, αυτή τη φορά, στο μέλλον που της υπόσχονται οι χθεσινοί, θα υπάρξει η δεύτερη ευκαιρία εκσυγχρονισμού για το failed state μας, που επί δεκαετίες και διαρκώς, ολημερίς το «εκσυγχρόνιζαν» και το βράδυ γκρεμιζόταν;
Γ. Ρ.
[...] Όλα αυτά που με πληγώσαν, με κρατήσαν στη ζωή / όλοι αυτοί που με προδώσαν μου χαράζαν νέα αρχή [...] Όλα αυτά που λες τα ξέρω, όλα τα `χω ξαναδεί /ρίχνω στάχτη μες τα μάτια και αράζω παρακεί [..] (Μάνος Ξυδούς: «Ο Παράδεισος Είναι Τόπος για Δεύτερους Ρόλους», 1994)
Παύλος Τσίμας: Οδυσσέα γύρνα σπίτι (HuffPost Greece)
Γιατί η Ελλάδα χρειάστηκε οκτώ χρόνια για να πετύχει αυτό που οι άλλοι ολοκλήρωσαν σε τρία; [...] Και γιατί υπέστη πολλαπλάσια οικονομική και κοινωνική οδύνη, μετρημένη σε απώλεια εθνικού εισοδήματος και ανεργία, απ ότι οι άλλοι τρεις; [...]
[Η Ελλάδα] πλήρωσε [και] ένα βαρύτατο τίμημα καθαρά ιθαγενές και απολύτως πολιτικό: Η Ελλάδα είναι η μόνη από τις χώρες που υπέστησαν ή απειλήθηκαν με μνημόνια, που απέτυχε να εξασφαλίσει στοιχειώδη πολιτική συναίνεση τη στιγμή που την χτυπούσε ο κεραυνός. Η μόνη όπου οι βασικές πολιτικές δυνάμεις απέτυχαν να συμφωνήσουν σ έναν ελάχιστο κοινό τόπο και σε μια ελάχιστη συμμετοχή στα πολιτικά βάρη της λιτότητας.
Η μόνη όπου κάθε κυβέρνηση που εφάρμοζε μνημόνιο, με εξαίρεση την περίπτωση της κυβέρνησης Τσίπρα, είχε απέναντί της μια αντιπολίτευση που αμφισβητούσε όχι την ορθότητα της συνταγής ή το μίγμα των μέτρων, αλλά την ίδια την αναγκαιότητα της δημοσιονομικής προσαρμογής και μαζί την εντιμότητα και τον πατριωτισμό των κυβερνώντων [...]
[...] Μετά από 99 μήνες, έχει αλλάξει κάτι; [...]
[...] Τίποτε δεν φαίνεται να αλλάζει στα ήθη, στους τρόπους της πολιτικής. Το διάγγελμα του Αλέξη Τσίπρα, που επέλεξε να μιλήσει περισσότερο ως αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ και λιγότερο ως πρωθυπουργός της χώρας, και οι πολεμικές αντιδράσεις της αντιπολίτευσης, αυτό βεβαιώνουν. Βγαίνουμε, αν βγαίνουμε τέλος πάντων, όπως ακριβώς μπήκαμε. Με τα πολιτικά μας κόμματα ανίκανα να δουν πέρα από τον ορίζοντα της επόμενης εκλογικής αναμέτρησης.
Όσοι θα ήθελαν να πάρουν μέρος σε μια σοβαρή, μια μη πολιτικάντικη συζήτηση για την επόμενη μέρα και τις αναπτυξιακές προοπτικές της χώρας, θα πρέπει μάλλον να κάνουν υπομονή. Να περάσουν πρώτα οι επόμενες εκλογές [...]
Γ. Γεωργακόπουλος: «Τι διδαχθήκαμε από την κρίση; Νομίζω απολύτως τίποτα»
Γ. Β. Ριτζούλης: Δυσλειτουργίες της δημοκρατίας και των θεσμών του κράτους, στην «ειδική περίπτωση» Ελλάδα και αλλού στη Δύση
Λαϊκισμός ελληνικού τύπου και οι ιδέες ΠΑΣΟΚ. Πόσο παγερά αδιάφορος να μένει κανείς;
Όσο πιο πικρή η απογοήτευση, τόσο πιο παράλογη η οργή λίγων, τόσο πιο πολλή η απόσυρση όλο και πιο πολλών μακριά από κάθε τι πολιτικό. Έτσι χάνει το περιεχόμενό της η δημοκρατία
Λαϊκισμός ελληνικού τύπου και οι ιδέες ΠΑΣΟΚ. Πόσο παγερά αδιάφορος να μένει κανείς;
Όσο πιο πικρή η απογοήτευση, τόσο πιο παράλογη η οργή λίγων, τόσο πιο πολλή η απόσυρση όλο και πιο πολλών μακριά από κάθε τι πολιτικό. Έτσι χάνει το περιεχόμενό της η δημοκρατία
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου