του Γιώργου Β. Ριτζούλη
Όταν περάσει η οξεία φάση της κρίσης υπερχρέωσης και εξυγιανθεί το άρρωστο Ευρωπαϊκό τραπεζικό σύστημα, θα είναι πιό σαφές πώς θα διαμορφωθεί η νέα, σχετικά σταθερή κατάσταση σ’ ολόκληρη την Ευρωζώνη. Θα φανεί το περίγραμμα του οικονομικού σκηνικού για τις προσεχείς 2 - 3 δεκαετίες. Μετά την περίοδο της ύφεσης, ίσως ακολουθήσει μια φάση αδύναμης, αργής ανοδικής αντίδρασης του οικονομικού προιόντος. Με τα σημερινά δεδομένα, το ενδεχόμενο της μακροπρόθεσμης στασιμότητας ή και «αποανάπτυξης» δεν πρέπει ν’ αποκλείεται. Μια ιδέα μας δίνει η Ιαπωνία των 2 - 3 δεκαετιών που πέρασαν.
Στις
συνθήκες αυτές, ίσως σταθεροποιηθεί
σιγά - σιγά και ένα άλλο πολιτικό σύστημα.
Διαφορετικό από εκείνο που γνωρίσαμε στις
ανοδικές δεκαετίες της κατανάλωσης
(1990 - 2008), που κορυφώθηκαν με την στεγαστική
και χρηματοπιστωτική φούσκα της δεκαετίας
του 2000 σε μεγάλες περιοχές της Ευρωπαϊκής
περιφέρειας (ολόκληρος ο Μεσογειακός
Νότος και η Ιρλανδία). Η πολιτική μεταβολή
εκκρεμεί λίγο-πολύ για όλες τις χώρες
του Ευρωπαϊκού Νότου. Στις χώρες αυτές
θα έχει συμβεί ασφυκτική συμπίεση για
τις φτωχότερες κοινωνικές τάξεις και
μέσα σε δύο δεκαετίες, πολύ μεγάλη
ταλάντωση του επιπέδου οικονομικής
ευημερίας για τα πολυπληθή μεσαία
κοινωνικά στρώματα*, παραδοσιακά και
σύγχρονα: Απότομη και
σημαντική άνοδος και μετά από αυτήν, πιό
απότομη «προσγείωση».
Σε κάθε περίπτωση, το σημερινό ρευστό κομματικό σκηνικό είναι προσωρινό. Προέκυψε από βίαιες μεταλλάξεις μέσα στην κρίση. Όμως είναι παράγωγο του σχετικά σταθερού πολιτικού συστήματος της εποχής της μεγέθυνσης, που είχε την ευχέρεια να διανέμει δανεικούς πόρους προς κατανάλωση και προς συσσώρευση, κυρίως για χάρη των ανώτερων μεσοστρωμάτων. Τα απομεινάρια εκείνου του πολιτικού συστήματος δεν είναι σε θέση να διαχειριστούν οικονομίες στατικές, στις οποίες η αγοραστική δύναμη των πιό φτωχών στρωμάτων θα έχει επιστρέψει πίσω στα επίπεδα της δεκαετίας του 1980 ή και του 1970.
Επίσης, η μεγάλη αποσυσσώρευση τόσο στα χαμηλά-παραδοσιακά μικροαστικά στρώματα, όσο και στη νέα μικροαστική τάξη των υψηλόμισθων μισθωτών, εν μέρει και στα στρώματα της μεσαίας αστικής τάξης, καταστρέφει την ετεροβαρή συμμαχία όλων αυτών με την κεφαλαιοκρατική κορυφή της πυραμίδας**. Αυτή όμως η συμμαχία ήταν η βάση της κοινωνικής και πολιτικής σταθερότητας στις δεκαετίες των παχειών αγελάδων (αλλά εις βάρος των στρωμάτων που βρίσκονταν πιό χαμηλά στη βάση της πυραμίδας).
Σε κάθε περίπτωση, το σημερινό ρευστό κομματικό σκηνικό είναι προσωρινό. Προέκυψε από βίαιες μεταλλάξεις μέσα στην κρίση. Όμως είναι παράγωγο του σχετικά σταθερού πολιτικού συστήματος της εποχής της μεγέθυνσης, που είχε την ευχέρεια να διανέμει δανεικούς πόρους προς κατανάλωση και προς συσσώρευση, κυρίως για χάρη των ανώτερων μεσοστρωμάτων. Τα απομεινάρια εκείνου του πολιτικού συστήματος δεν είναι σε θέση να διαχειριστούν οικονομίες στατικές, στις οποίες η αγοραστική δύναμη των πιό φτωχών στρωμάτων θα έχει επιστρέψει πίσω στα επίπεδα της δεκαετίας του 1980 ή και του 1970.
Επίσης, η μεγάλη αποσυσσώρευση τόσο στα χαμηλά-παραδοσιακά μικροαστικά στρώματα, όσο και στη νέα μικροαστική τάξη των υψηλόμισθων μισθωτών, εν μέρει και στα στρώματα της μεσαίας αστικής τάξης, καταστρέφει την ετεροβαρή συμμαχία όλων αυτών με την κεφαλαιοκρατική κορυφή της πυραμίδας**. Αυτή όμως η συμμαχία ήταν η βάση της κοινωνικής και πολιτικής σταθερότητας στις δεκαετίες των παχειών αγελάδων (αλλά εις βάρος των στρωμάτων που βρίσκονταν πιό χαμηλά στη βάση της πυραμίδας).
Εκτός
από την οικονομική ασυμμετρία μεταξύ
του Ευρωπαϊκού Βορρά και του Νότου,
υπάρχει και πολιτική ασυμμετρία. Η
προγραμματική ασυμβατότητα των κομμάτων
στις χώρες του Νότου με το πιό αποσαφηνισμένο
και πιό σταθερό πολιτικό φάσμα της
βορειότερης Ευρώπης (για ότι αφορά
τουλάχιστον τις κύριες πολιτικές
ομάδες), συνεπάγεται αδυναμία σταθερών
ενδοευρωπαϊκών συμμαχιών. Στις σημερινές
συνθήκες, είναι αδύνατη η πολιτική
σταθεροποίηση στις χώρες του Νότου και
μέσω αυτής η υποβοήθηση της οικονομικής
αναστροφής, χωρίς αξιόπιστα συστήματα
κομματικών συμμαχιών με υπερεθνική
προγραμματική σύγκλιση σε όλο τον
Ευρωπαϊκό Κοινοτικό χώρο, Νότιο, Βόρειο
και Κεντρικό.
Παρά
τα φαινόμενα, πουθενά στο Νότο δεν
υπάρχει πραγματική στροφή πρός τα
αριστερά. Όπου
δίνεται ψήφος σε αριστερά κόμματα
(π.χ. Ελλάδα), οι ψηφοφόροι χρησιμοποιούν
την ψήφο τους «εργαλειακά». Με σκοπιμότητα
που πιθανώς έχει ημερομηνία λήξης, και
όχι από σταθερή πεποίθηση. Δηλαδή είτε
δίνουν ψήφο διαμαρτυρίας, είτε στην
καλύτερη περίπτωση, την χρησιμοποιούν
ως αναγκαστικό μέσο άμυνας κατά της
οικονομικής συμπίεσης. Οι ψηφοφόροι
χρησιμοποίησαν ως εργαλείο ό,τι πρόσφορο
κομματικό υλικό εύρισκαν στην πολιτική
αγορά: Στην Ελλάδα τον ΣΥΡΙΖΑ, στην
Ιταλία Γκρίλλο, στην Ισπανία φυγόκεντρες
δυνάμεις των αυτόνομων περιοχών. Ακόμη
και η Ελληνική ψήφος προς την ακροδεξιά,
σε μεγάλο ποσοστό εμπίπτει στην κατηγορία
της εργαλειακής ψήφου. Ψήφισαν τους
«κακούς» γνωρίζοντας ότι είναι οι
«κακοί», γιατί, αφελώς, νομίζουν ότι
αυτοί οι «κακοί» μπορούν να δώσουν ένα
σκληρό μάθημα στους άλλους «κακούς»
που κακοδιαχειρίστηκαν, έκλεψαν, και
τώρα ταλαιπωρούν τον κόσμο. Η αυτοκαταστροφική θεωρία
του επιπόλαιου αγανακτισμένου και
απελπισμένου είναι «ο εχθρός
του εχθρού μου είναι φίλος μου».
Η δύσκολη κυβερνητική αλλαγή
Ο υποψήφιος για την διακυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ έχει δυσεπίλυτο πρόβλημα προγραμματικής συνοχής. Τα προγραμματικά αποθέματά του είναι δύσκολο (έως ανέφικτο) να ξεκαθαριστούν και επικαιροποιηθούν στον χρόνο που έχει διαθέσιμο. Βέβαια, άν του δοθεί η δυνατότητα, ίσως μπορεί να (συγ)κυβερνήσει και με την μέθοδο «βλέποντας και κάνοντας», δηλαδή με διαρκή πολιτικά ζίγκ-ζάγκ και καθυστερώντας όσο είναι δυνατό την λήψη κρίσιμων αποφάσεων. Τρόποι χρήσης σχετικά επιτυχούς (για κομματικό όφελος) της τακτικής αυτής υπάρχουν: Μια ιδέα μας έδωσαν οι καθυστερημένοι χειρισμοί της Άνγκελα Μέρκελ, που ελίσσεται ανάμεσα στα φιλοευρωπαϊκά και ευρωσκεπτικιστικά ρεύματα του κυβερνητικού συνασπισμού της και του κόμματός της. Από την άλλη πλευρά, η Κυπριακή εκδοχή ζιγκ-ζάγκ και αναβλητικότητας (βλέπε ΑΚΕΛ) είναι άκρως αποτυχημένη. Αναβάλλοντας και καιροσκοπώντας, μετέτρεψε την τραπεζική κρίση σε οικονομική ωρολογιακή βόμβα που εξερράγη στα χέρια της επόμενης κυβέρνησης. Η ομοιότητα αυτού του αριστερού καιροσκοπισμού με την τακτική της δεξιάς κυβέρνησης Καραμανλή τα χρόνια 2008 - 2009, είναι εντυπωσιακή. Όσοι στον ΣΥΡΙΖΑ δεν έχουν αυταπάτες, γνωρίζουν ότι δεν υπάρχει χρόνος και δυνατότητα να συνεχίσουν την σκυταλοδρομία που άρχισε ο Κ. Καραμανλής το 2009 και να παραδώσουν το χαρτοκούτι με τη βόμβα σ' έναν ακόμη επόμενο. Προφανώς η τακτική αυτή έχει αξιολογηθεί ως παράδειγμα προς αποφυγή.
Επίσης, άν ο ΣΥΡΙΖΑ δεν θέλει να απαρνηθεί τη δυνατότητα της διακυβέρνησης, πρέπει να εξασφαλίσει συμμάχους διαθέσιμους για κυβερνητική σύμπραξη, διατεθειμένους και για την αναπότρεπτη κυβερνητική φθορά. Και βέβαια, με στοιχειώδη προγραμματική - αλλά όχι αναγκαστικά «ιδεολογική» - συμβατότητα με αυτόν. Αυτά σημαίνουν, μεταξύ των άλλων, αμοιβαία προθυμία να βάλουν νερό στα ποτήρια του κρασιού τους, αλλά επίσης έναν κάποιο βαθμό συνοχής, προγραμματικής αξιοπιστίας και εσωτερικής σταθερότητας των συμμάχων, κάτι που τελικά, μάλλον αποκλείει τους ΑΝΕΛ.
Μια πηγή ανασφαλειών για κυβερνητική μεταβολή, είναι το γεγονός ότι εκλογικές πλειοψηφίες και κυβερνήσεις κερδίζονται από κόμματα που πείθουν ότι μπορούν να εκπροσωπούν, εκτός των άλλων, και το πολιτικό «Κέντρο». Εν τω μεταξύ στην Ελλάδα, μετά την αποσύνθεση του ΠΑΣΟΚ, κομματικό «Κέντρο» αξιόπιστο δεν υπάρχει πιά - ούτε φαίνεται πιθανό να ανασυγκροτηθεί στο κρίσιμο μέλλον.
Η ανυπαρξία υπολογίσιμου κομματικού «Κέντρου» προσφέρει ένα δυνατό χαρτί συνέχειας στην ΝΔ, σε περίπτωση που δεν φοβηθεί από τις διαρροές που έχει (και θα έχει) προς την ακροδεξιά, και επιλέξει μια ζυγισμένη «κεντροδεξιά» στρατηγική. Μπορεί όμως να λειτουργήσει έτσι στρατηγικά το κόμμα αυτό;
Μετά το εκλογικό σόκ του περισυνού Μαΐου και την οριακή πρωτιά στις δεύτερες εκλογές τον Ιούνιο, ο αρχηγός της και πρωθυπουργός επέδειξε στοιχεία πολιτικής μεταμόρφωσης ως πρός την ικανότητα για στρατηγικές και τακτικές κινήσεις. Είχε όμως προηγηθεί η ταραχώδης περίοδος της αλλοπρόσαλης και μη ρεαλιστικής συμπεριφοράς της ΝΔ, μετά την απώλεια εξουσίας το 2009: Σκληρά αντιπολιτευτικό και αντιμνημονιακό ξεκίνημα με Ζάππεια κτλ, που αναστράφηκε με την απότομη φιλομνημονιακή στροφή το χειμώνα 2011 - 2012 και τις αποχωρήσεις. Ακολούθησε μια σειρά βιαστικών, αντιφατικών και λανθασμένων επιλογών στην περίοδο Παπαδήμου, οι τερατώδεις αυταπάτες για το καταστροφικό PSI, και ως αποκορύφωμα, το εξωπραγματικό κυνηγητό της αυτοδυναμίας στις πρώτες εκλογές τον Μάϊο του 2012. Μετά το διπλό εκλογικό σόκ, πηγαίνοντας προς τον αναγκαστικό σχηματισμό της τρικομματικής κυβέρνησης, ο κ. Σαμαράς έδειξε ότι υπερέβαλλε εαυτόν. Χρειάζεται χρόνος για να δείξει άν όντως μεταμορφώθηκε σε ρεαλιστή πολιτικό «εθνικού ορθολογισμού», που θέτει κάποιες διακομματικές κοινές αξίες πάνω από το κομματικό συμφέρον, ή άν αυτά τα μη αναμενόμενα ήταν μόνον ένα βραχύβιο διάλειμμα. Πάντως, η διαρκής επιδίωξη της ΝΔ για πολωτική σύγκρουση με τον ΣΥΡΙΖΑ επί παντός θέματος, δεν είναι σημάδι πολιτικής σύνεσης. Η δικομματική πόλωση της περιόδου 1980 - 2008 είναι νεκρή και δεν θα ωφελήσει κανέναν απ’ όσους θέλουν να την συντηρούν ως ζόμπι.
Ο χώρος της ΝΔ ως όλον, διαχρονικά διακρίνεται για τις ασταθείς, αντιφατικές και αλληλοσυγκρουόμενες στρατηγικές που ακολουθεί κατά καιρούς, και για έντονα αυτοκαταστροφικές επιλογές. Η επιφανειακή αισιοδοξία που έρχεται τώρα με την νέα, ενιαία και πιό ευνοϊκή αντιμετώπιση των χωρών του Νότου από τις «αγορές», δεν σταματά παλιές εσωτερικές συγκρούσεις, συχνά ιδεοληπτικού τύπου, όπως των «κεντροδεξιών» με τους «ακραιφνείς δεξιούς».
Έτσι, ένα πέρασμα της διακυβέρνησης σ’ έναν διαφορετικό από τον σημερινό αστερισμό κυβερνητικών πολιτικών δυνάμεων, με μεγαλύτερη δύναμη τον ΣΥΡΙΖΑ, δεν θα πρέπει καθόλου να αποκλείεται σε σχετικά ορατό διάστημα, όταν η πόλωση «μνημονιακοί - αντιμνημονιακοί» ξεθωριάσει από τα πολιτικά χαρακτηριστικά της. Ίσως τότε θα γίνει και η πιό πιθανή εκδοχή.
Άν προκύψει μια κάποια αισιοδοξία περί το οικονομικό μέλλον (όχι πλασματική όπως η τωρινή), αυτό θα βοηθήσει τους πολίτες να ξεθαρρέψουν. Τότε μπορεί, μετά από τα «μολυβένια» χρόνια 2010 - 2014, ν’ αναζητήσουν κάτι διαφορετικό και πιό φιλολαϊκό στην διακυβέρνηση της χώρας. Τότε, μόνον δικές της εσωτερικές αντιφάσεις και αυτοκαταστροφικές λογικές, θα εμποδίσουν την σημερινή αξιωματική αντιπολίτευση να συγκροτήσει τη δική της πολυκομματική εκδοχή κυβερνητικού συνασπισμού, με τον εαυτό της ως κεντρική πολιτική δυναμη.
Για τον λόγο αυτό, και ανεξάρτητα από προβλέψεις (τι θα γίνει στις Γερμανικές Ομοσπονδιακές εκλογές κτλ), είναι σοβαρό πολιτικό λάθος του ΣΥΡΙΖΑ να στοιχηματίζει ή να επενδύει τώρα σε χειροτέρευση των συνθηκών, ελπίζοντας να επωφεληθεί από αυτήν. Ιστορικά οι πολίτες στρέφονται προς τα αριστερά όταν αισθανθούν κάπως πιό ασφαλείς. Σε περιόδους μεγάλης ανασφάλειας και κρίσης είναι πολύ πιό δύσκολες, σπάνιες οι στροφές της κοινωνίας προς τα αριστερά, με κάποια διάρκεια και συνέπεια.
Διαπράττουν επίσης λάθος τακτικής όσοι στο κόμμα αυτό στήνουν αδιαπέραστα ενδοαριστερά φράγματα προς τη μεριά της ΔΗΜΑΡ. Η οποία και προγραμματική συμβατότητα διαθέτει και, πρός το παρόν, είναι το μόνο από τα σημερινά υπολογίσιμα κόμματα που μπορεί να συμπράξει σε εναλλασσόμενες, διαφορετικές κυβερνητικές συμμαχίες. Και έτσι μπορεί να γίνει το μικρό «φορτίο που θα κάνει τη ζυγαριά να γείρει προς τα εδώ ή προς τα εκεί».
Τοπίο στην ομίχλη
Το ερώτημα που όταν απαντηθεί, διαλύει τις απορίες, ξεκαθαρίζει τις αντιφάσεις και περιορίζει την αναξιοπιστία και τις αυτοκαταστροφικές ροπές είναι ένα: Κυβέρνηση με ποιό πρόγραμμα, με ποιούς βασικούς στόχους; Μερικά πράγματα που φαίνονται αυτονόητα και κοινότοπα, αλλά δυστυχώς δεν είναι (στην πολιτική δεν υπάρχουν αυτονόητα!), πρέπει να ειπωθούν ορθά κοφτά.
Όπως το παρακάτω, εντελώς γενικόλογο μεν, αλλά απαραίτητη αξιόπιστη βάση για τις λεπτομέρειες και τα συγκεκριμένα: Διακυβέρνηση τέτοια ώστε να ξαναγυρίσουν οι στατιστικοί αριθμητικοί δείκτες που ευημερούσαν (όχι όμως με ισοτιμία των πραγματικών πολιτών, ούτε με παραγωγική λογική βιώσιμη και διατηρήσιμη) στα «χρόνια της ευημερίας» 1990 - 2008;
Ή ποτέ ξανά 1990 - 2008;
Από τέτοιες απαντήσεις θα κριθεί άν υπάρχει όντως αριστερός προγραμματικός χαρακτήρας με συνδυασμό ριζοσπαστισμού και ορθολογισμού, ή μόνον δήθεν ριζοσπαστισμός με αναβάπτιση στον «παλιό καλό Ανδρεϊκό» ΠΑΣΟΚισμό του 1980. Όταν απαντηθούν σαφώς τέτοια βασικά, τότε και όποιες κυβερνητικές συμμαχίες γίνουν θα έχουν αξιοπιστία, και οι αντίπαλοι δεν θα βρίσκουν απροστάτευτο στόχο.
Αυτή η σαφήνεια είναι αναγκαία και για άλλο λόγο. Οι επίδοξοι νέοι κυβερνήτες δεν θα συναντήσουν κανένα ξεκαθαρισμένο τοπίο: Οι κοινωνικές και οικονομικές δυνάμεις που πάσχισαν με το αζημίωτο επί δεκαετίες, που έκαναν την Ελλάδα αποτυχημένο κράτος και την οδήγησαν στη βαθειά κρίση και στα μνημόνια, επιβιώνουν μέσα στην κρίση και στα μνημόνια. Προσαρμόζονται στη νέα κατάσταση «όπως ο ιός στον ξενιστή» και αντιστέκονται αποτελεσματικά. Αναγκαίες, υπερώριμες μεταρρυθμίσεις (π.χ. φορολογικός εξορθολογισμός με δικαιοσύνη, καταπολέμηση γραφειοκρατίας και πελατειακής κομματοκρατίας, ριζική διευκόλυνση διατηρήσιμης επιχειρηματικότητας και επενδύσεων) δεν προχώρησαν εξαιτίας της αντίστασης αυτής. Οι ιδέες για στοιχειώδες πρόγραμμα επανεκκίνησης της πραγματικής οικονομίας με βάση τα συγκριτικά πλεονεκτήματα παραγωγικών τομέων, μένουν στα αζήτητα για τον ίδιο λόγο. Τα όποια ισχνά κονδύλια διοχετεύονται όπως πριν σε αντιπαραγωγικούς ή μη διατηρήσιμους αλλά φίλιους προορισμούς.***
Μαζί με την τεράστια ανεργία, την φυγή νέου παραγωγικού δυναμικού και άλλα ερείπια που αφήνει η κρίση, την «σάπια» Ελλάδα των δεκαετιών 1990 - 2008 θα την ξαναβρούμε άθικτη μπροστά μας. Δεν πειράχτηκε από την κρίση και τα μνημόνια, ούτε κάν άλλαξε τον τρόπο ζωής της και κοινωνικής-οικονομικής συμπεριφοράς της. Η κρίση προκάλεσε μεγάλη «χασούρα» στα φτωχότερα μέρη της κοινωνίας και στους όποιους συνεπείς προς τις υποχρεώσεις τους των μεσαίων στρωμάτων. Για τους «πολυμήχανους όλο φιγούρα», κρίση δεν υπήρξε, ούτε υπάρχει...
Όντως, συχνά βρεθήκαμε, στη Γραμματεία, μπροστά στον ισχυρισμό κάποιων ότι η επεξεργασία προγράμματος ενέχει τον κίνδυνο “να πας δεξιά”.
Ναι, η έννοια του προγράμματος θεωρείται συντηρητική ή τεχνοκρατική. Όμως η έννοια του προγράμματος είναι η οργάνωση των κοινωνικών σου συμμαχιών. Εδώ, πρέπει να πολιτικοποιηθεί η συζήτηση για το τι εννοείται ως πρόγραμμα. Διότι όντως μπορεί να υπάρξει πρόγραμμα που προσεγγίζεται με όρους κοινωνικά ουδέτερους ή τεχνοκρατικούς. Δεν μιλάμε για τέτοιο πρόγραμμα, αλλά γι’ αυτό που θα πατήσει στις λαϊκές ανάγκες. Στην ανάγκη ένα νέος πολιτικός οργανισμός να αναλάβει υπό τη διεύθυνσή του τις λαϊκές ανάγκες και προτεραιότητες. Αυτό δεν μπορεί να γίνει από μόνο του, το κάνει ένα πολιτικό υποκείμενο και αυτό έχει ανθρώπους, γνώσεις, εργαλεία, στόχους, απαιτεί προσβάσεις στην κοινωνική οργάνωση. Ο ένας κίνδυνος είναι να πεις πως δεν με ενδιαφέρει να έχω πρόγραμμα και ο άλλος είναι με το άγχος ότι δεν έχεις πρόγραμμα, να υιοθετήσεις ένα πρόγραμμα που δεν είναι δικό σου..."
...........
"Ο κόσμος που ψήφισε ΣΥΡΙΖΑ έχει αποκτήσει πιο ουσιαστικούς δεσμούς με την Αριστερά;
Θα έλεγα ότι κατά βάση ο στόχος είναι ακόμη εκλογικός. Φυσικά αυτές οι σχέσεις έχουν βελτιωθεί σε σύγκριση με ένα χρόνο πριν. Αυτό συμβαίνει, όμως, γιατί πλατιές εκλογικές μάζες θεωρούν τον ΣΥΡΙΖΑ ένα πολιτικό εργαλείο. Και έτσι θα λειτουργήσει το επόμενο διάστημα ειδικά εάν δεν λειτουργήσει, δεν ενεργοποιηθεί σε επίπεδο κοινωνικών κινημάτων"....
Η δύσκολη κυβερνητική αλλαγή
Ο υποψήφιος για την διακυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ έχει δυσεπίλυτο πρόβλημα προγραμματικής συνοχής. Τα προγραμματικά αποθέματά του είναι δύσκολο (έως ανέφικτο) να ξεκαθαριστούν και επικαιροποιηθούν στον χρόνο που έχει διαθέσιμο. Βέβαια, άν του δοθεί η δυνατότητα, ίσως μπορεί να (συγ)κυβερνήσει και με την μέθοδο «βλέποντας και κάνοντας», δηλαδή με διαρκή πολιτικά ζίγκ-ζάγκ και καθυστερώντας όσο είναι δυνατό την λήψη κρίσιμων αποφάσεων. Τρόποι χρήσης σχετικά επιτυχούς (για κομματικό όφελος) της τακτικής αυτής υπάρχουν: Μια ιδέα μας έδωσαν οι καθυστερημένοι χειρισμοί της Άνγκελα Μέρκελ, που ελίσσεται ανάμεσα στα φιλοευρωπαϊκά και ευρωσκεπτικιστικά ρεύματα του κυβερνητικού συνασπισμού της και του κόμματός της. Από την άλλη πλευρά, η Κυπριακή εκδοχή ζιγκ-ζάγκ και αναβλητικότητας (βλέπε ΑΚΕΛ) είναι άκρως αποτυχημένη. Αναβάλλοντας και καιροσκοπώντας, μετέτρεψε την τραπεζική κρίση σε οικονομική ωρολογιακή βόμβα που εξερράγη στα χέρια της επόμενης κυβέρνησης. Η ομοιότητα αυτού του αριστερού καιροσκοπισμού με την τακτική της δεξιάς κυβέρνησης Καραμανλή τα χρόνια 2008 - 2009, είναι εντυπωσιακή. Όσοι στον ΣΥΡΙΖΑ δεν έχουν αυταπάτες, γνωρίζουν ότι δεν υπάρχει χρόνος και δυνατότητα να συνεχίσουν την σκυταλοδρομία που άρχισε ο Κ. Καραμανλής το 2009 και να παραδώσουν το χαρτοκούτι με τη βόμβα σ' έναν ακόμη επόμενο. Προφανώς η τακτική αυτή έχει αξιολογηθεί ως παράδειγμα προς αποφυγή.
Επίσης, άν ο ΣΥΡΙΖΑ δεν θέλει να απαρνηθεί τη δυνατότητα της διακυβέρνησης, πρέπει να εξασφαλίσει συμμάχους διαθέσιμους για κυβερνητική σύμπραξη, διατεθειμένους και για την αναπότρεπτη κυβερνητική φθορά. Και βέβαια, με στοιχειώδη προγραμματική - αλλά όχι αναγκαστικά «ιδεολογική» - συμβατότητα με αυτόν. Αυτά σημαίνουν, μεταξύ των άλλων, αμοιβαία προθυμία να βάλουν νερό στα ποτήρια του κρασιού τους, αλλά επίσης έναν κάποιο βαθμό συνοχής, προγραμματικής αξιοπιστίας και εσωτερικής σταθερότητας των συμμάχων, κάτι που τελικά, μάλλον αποκλείει τους ΑΝΕΛ.
Μια πηγή ανασφαλειών για κυβερνητική μεταβολή, είναι το γεγονός ότι εκλογικές πλειοψηφίες και κυβερνήσεις κερδίζονται από κόμματα που πείθουν ότι μπορούν να εκπροσωπούν, εκτός των άλλων, και το πολιτικό «Κέντρο». Εν τω μεταξύ στην Ελλάδα, μετά την αποσύνθεση του ΠΑΣΟΚ, κομματικό «Κέντρο» αξιόπιστο δεν υπάρχει πιά - ούτε φαίνεται πιθανό να ανασυγκροτηθεί στο κρίσιμο μέλλον.
Η ανυπαρξία υπολογίσιμου κομματικού «Κέντρου» προσφέρει ένα δυνατό χαρτί συνέχειας στην ΝΔ, σε περίπτωση που δεν φοβηθεί από τις διαρροές που έχει (και θα έχει) προς την ακροδεξιά, και επιλέξει μια ζυγισμένη «κεντροδεξιά» στρατηγική. Μπορεί όμως να λειτουργήσει έτσι στρατηγικά το κόμμα αυτό;
Μετά το εκλογικό σόκ του περισυνού Μαΐου και την οριακή πρωτιά στις δεύτερες εκλογές τον Ιούνιο, ο αρχηγός της και πρωθυπουργός επέδειξε στοιχεία πολιτικής μεταμόρφωσης ως πρός την ικανότητα για στρατηγικές και τακτικές κινήσεις. Είχε όμως προηγηθεί η ταραχώδης περίοδος της αλλοπρόσαλης και μη ρεαλιστικής συμπεριφοράς της ΝΔ, μετά την απώλεια εξουσίας το 2009: Σκληρά αντιπολιτευτικό και αντιμνημονιακό ξεκίνημα με Ζάππεια κτλ, που αναστράφηκε με την απότομη φιλομνημονιακή στροφή το χειμώνα 2011 - 2012 και τις αποχωρήσεις. Ακολούθησε μια σειρά βιαστικών, αντιφατικών και λανθασμένων επιλογών στην περίοδο Παπαδήμου, οι τερατώδεις αυταπάτες για το καταστροφικό PSI, και ως αποκορύφωμα, το εξωπραγματικό κυνηγητό της αυτοδυναμίας στις πρώτες εκλογές τον Μάϊο του 2012. Μετά το διπλό εκλογικό σόκ, πηγαίνοντας προς τον αναγκαστικό σχηματισμό της τρικομματικής κυβέρνησης, ο κ. Σαμαράς έδειξε ότι υπερέβαλλε εαυτόν. Χρειάζεται χρόνος για να δείξει άν όντως μεταμορφώθηκε σε ρεαλιστή πολιτικό «εθνικού ορθολογισμού», που θέτει κάποιες διακομματικές κοινές αξίες πάνω από το κομματικό συμφέρον, ή άν αυτά τα μη αναμενόμενα ήταν μόνον ένα βραχύβιο διάλειμμα. Πάντως, η διαρκής επιδίωξη της ΝΔ για πολωτική σύγκρουση με τον ΣΥΡΙΖΑ επί παντός θέματος, δεν είναι σημάδι πολιτικής σύνεσης. Η δικομματική πόλωση της περιόδου 1980 - 2008 είναι νεκρή και δεν θα ωφελήσει κανέναν απ’ όσους θέλουν να την συντηρούν ως ζόμπι.
Ο χώρος της ΝΔ ως όλον, διαχρονικά διακρίνεται για τις ασταθείς, αντιφατικές και αλληλοσυγκρουόμενες στρατηγικές που ακολουθεί κατά καιρούς, και για έντονα αυτοκαταστροφικές επιλογές. Η επιφανειακή αισιοδοξία που έρχεται τώρα με την νέα, ενιαία και πιό ευνοϊκή αντιμετώπιση των χωρών του Νότου από τις «αγορές», δεν σταματά παλιές εσωτερικές συγκρούσεις, συχνά ιδεοληπτικού τύπου, όπως των «κεντροδεξιών» με τους «ακραιφνείς δεξιούς».
Έτσι, ένα πέρασμα της διακυβέρνησης σ’ έναν διαφορετικό από τον σημερινό αστερισμό κυβερνητικών πολιτικών δυνάμεων, με μεγαλύτερη δύναμη τον ΣΥΡΙΖΑ, δεν θα πρέπει καθόλου να αποκλείεται σε σχετικά ορατό διάστημα, όταν η πόλωση «μνημονιακοί - αντιμνημονιακοί» ξεθωριάσει από τα πολιτικά χαρακτηριστικά της. Ίσως τότε θα γίνει και η πιό πιθανή εκδοχή.
Άν προκύψει μια κάποια αισιοδοξία περί το οικονομικό μέλλον (όχι πλασματική όπως η τωρινή), αυτό θα βοηθήσει τους πολίτες να ξεθαρρέψουν. Τότε μπορεί, μετά από τα «μολυβένια» χρόνια 2010 - 2014, ν’ αναζητήσουν κάτι διαφορετικό και πιό φιλολαϊκό στην διακυβέρνηση της χώρας. Τότε, μόνον δικές της εσωτερικές αντιφάσεις και αυτοκαταστροφικές λογικές, θα εμποδίσουν την σημερινή αξιωματική αντιπολίτευση να συγκροτήσει τη δική της πολυκομματική εκδοχή κυβερνητικού συνασπισμού, με τον εαυτό της ως κεντρική πολιτική δυναμη.
Για τον λόγο αυτό, και ανεξάρτητα από προβλέψεις (τι θα γίνει στις Γερμανικές Ομοσπονδιακές εκλογές κτλ), είναι σοβαρό πολιτικό λάθος του ΣΥΡΙΖΑ να στοιχηματίζει ή να επενδύει τώρα σε χειροτέρευση των συνθηκών, ελπίζοντας να επωφεληθεί από αυτήν. Ιστορικά οι πολίτες στρέφονται προς τα αριστερά όταν αισθανθούν κάπως πιό ασφαλείς. Σε περιόδους μεγάλης ανασφάλειας και κρίσης είναι πολύ πιό δύσκολες, σπάνιες οι στροφές της κοινωνίας προς τα αριστερά, με κάποια διάρκεια και συνέπεια.
Διαπράττουν επίσης λάθος τακτικής όσοι στο κόμμα αυτό στήνουν αδιαπέραστα ενδοαριστερά φράγματα προς τη μεριά της ΔΗΜΑΡ. Η οποία και προγραμματική συμβατότητα διαθέτει και, πρός το παρόν, είναι το μόνο από τα σημερινά υπολογίσιμα κόμματα που μπορεί να συμπράξει σε εναλλασσόμενες, διαφορετικές κυβερνητικές συμμαχίες. Και έτσι μπορεί να γίνει το μικρό «φορτίο που θα κάνει τη ζυγαριά να γείρει προς τα εδώ ή προς τα εκεί».
Τοπίο στην ομίχλη
Το ερώτημα που όταν απαντηθεί, διαλύει τις απορίες, ξεκαθαρίζει τις αντιφάσεις και περιορίζει την αναξιοπιστία και τις αυτοκαταστροφικές ροπές είναι ένα: Κυβέρνηση με ποιό πρόγραμμα, με ποιούς βασικούς στόχους; Μερικά πράγματα που φαίνονται αυτονόητα και κοινότοπα, αλλά δυστυχώς δεν είναι (στην πολιτική δεν υπάρχουν αυτονόητα!), πρέπει να ειπωθούν ορθά κοφτά.
Όπως το παρακάτω, εντελώς γενικόλογο μεν, αλλά απαραίτητη αξιόπιστη βάση για τις λεπτομέρειες και τα συγκεκριμένα: Διακυβέρνηση τέτοια ώστε να ξαναγυρίσουν οι στατιστικοί αριθμητικοί δείκτες που ευημερούσαν (όχι όμως με ισοτιμία των πραγματικών πολιτών, ούτε με παραγωγική λογική βιώσιμη και διατηρήσιμη) στα «χρόνια της ευημερίας» 1990 - 2008;
Ή ποτέ ξανά 1990 - 2008;
Από τέτοιες απαντήσεις θα κριθεί άν υπάρχει όντως αριστερός προγραμματικός χαρακτήρας με συνδυασμό ριζοσπαστισμού και ορθολογισμού, ή μόνον δήθεν ριζοσπαστισμός με αναβάπτιση στον «παλιό καλό Ανδρεϊκό» ΠΑΣΟΚισμό του 1980. Όταν απαντηθούν σαφώς τέτοια βασικά, τότε και όποιες κυβερνητικές συμμαχίες γίνουν θα έχουν αξιοπιστία, και οι αντίπαλοι δεν θα βρίσκουν απροστάτευτο στόχο.
Αυτή η σαφήνεια είναι αναγκαία και για άλλο λόγο. Οι επίδοξοι νέοι κυβερνήτες δεν θα συναντήσουν κανένα ξεκαθαρισμένο τοπίο: Οι κοινωνικές και οικονομικές δυνάμεις που πάσχισαν με το αζημίωτο επί δεκαετίες, που έκαναν την Ελλάδα αποτυχημένο κράτος και την οδήγησαν στη βαθειά κρίση και στα μνημόνια, επιβιώνουν μέσα στην κρίση και στα μνημόνια. Προσαρμόζονται στη νέα κατάσταση «όπως ο ιός στον ξενιστή» και αντιστέκονται αποτελεσματικά. Αναγκαίες, υπερώριμες μεταρρυθμίσεις (π.χ. φορολογικός εξορθολογισμός με δικαιοσύνη, καταπολέμηση γραφειοκρατίας και πελατειακής κομματοκρατίας, ριζική διευκόλυνση διατηρήσιμης επιχειρηματικότητας και επενδύσεων) δεν προχώρησαν εξαιτίας της αντίστασης αυτής. Οι ιδέες για στοιχειώδες πρόγραμμα επανεκκίνησης της πραγματικής οικονομίας με βάση τα συγκριτικά πλεονεκτήματα παραγωγικών τομέων, μένουν στα αζήτητα για τον ίδιο λόγο. Τα όποια ισχνά κονδύλια διοχετεύονται όπως πριν σε αντιπαραγωγικούς ή μη διατηρήσιμους αλλά φίλιους προορισμούς.***
Μαζί με την τεράστια ανεργία, την φυγή νέου παραγωγικού δυναμικού και άλλα ερείπια που αφήνει η κρίση, την «σάπια» Ελλάδα των δεκαετιών 1990 - 2008 θα την ξαναβρούμε άθικτη μπροστά μας. Δεν πειράχτηκε από την κρίση και τα μνημόνια, ούτε κάν άλλαξε τον τρόπο ζωής της και κοινωνικής-οικονομικής συμπεριφοράς της. Η κρίση προκάλεσε μεγάλη «χασούρα» στα φτωχότερα μέρη της κοινωνίας και στους όποιους συνεπείς προς τις υποχρεώσεις τους των μεσαίων στρωμάτων. Για τους «πολυμήχανους όλο φιγούρα», κρίση δεν υπήρξε, ούτε υπάρχει...
* Βλ. Εργατική τάξη και μεσαίες τάξεις, ταξική θέση και ταξική τοποθέτηση (κριτική προσέγγιση στη θεωρία των κοινωνικών τάξεων του Νίκου Πουλαντζά) - των Γιάννη Μηλιού και Γιώργου Οικονομάκη, περ. Θέσεις, τεύχος 99, Απρίλιος - Ιούνιος 2007.
** Στο ίδιο
*** Βλ. Παγιδευμένες διαδρομές του Γερ. Μοσχονά και Ο ιός και ο ξενιστής : Το Ελληνικό πολιτικό σύστημα προσαρμόζεται στο Μνημόνιο του Αλέξη Καλοκαιρινού.
Επίσης, Μετά το σούρουπο και πριν την αυγή του Στάθη Κουρνιώτη ("μη μαδάς τη μαργαρίτα")
Update 13 Ιουνίου 2013:
1. "...Χρειάζεται χρόνος για να δείξει άν όντως μεταμορφώθηκε σε ρεαλιστή πολιτικό «εθνικού ορθολογισμού», που θέτει κάποιες διακομματικές κοινές αξίες πάνω από το κομματικό συμφέρον, ή άν αυτά τα μη αναμενόμενα ήταν μόνον ένα βραχύβιο διάλειμμα..." Τελικά, ο χρόνος που χρειάστηκε ήταν μόνον λίγες ημέρες. Μέχρι το οπερεττικό κλείσιμο της ΕΡΤ. Ο ρεαλισμός και ο ορθολογισμός μετρήθηκαν, ζυγίστηκαν και βρέθηκαν ελλιποβαρείς.
2. Για την ανάγκη που έχει ο ΣΥΡΙΖΑ να αποκτήσει ένα πιό σαφές προγραμματικό προφίλ, καθώς και για τον εργαλειακό τρόπο που βλέπουν βραχυπρόθεσμα οι ψηφοφόροι το κόμμα αυτό, βλ και την ενδιαφέρουσα συνέντευξη του πολιτικού επιστήμονα Χριστόφορου Βερναρδάκη στους Χ. Γεωργούλα και Π. Κλαυδιανό, "Κοινωνικός ριζοσπαστισμός και πρόγραμμα, το σωστό μείγμα για τον ΣΥΡΙΖΑ" (εφημερίδα Εποχή 9 Ιoυνίου 2013, αναδημοσίευση στο ecoleft.gr)
"...Τον κόσμο τον δεξιό θα τον πάρεις στη βάση της ταξικής
διαφοροποιητικής τομής, που έχει περάσει τα όρια της
φτώχειας. Θα πρέπει να προχωρήσεις, βέβαια, να μιλήσεις για το
πώς θα ανασυγκροτήσεις την κοινωνική συνοχή της χώρας με
βάση, όμως, αυτή τη διαιρετική τομή, όχι με μια άλλη. Το
δεύτερο πρόβλημα είναι η «προγραμματικότητα». Εδώ το
πρόβλημα του ΣΥΡΙΖΑ είναι περισσότερο εσωτερικό. Δηλαδή, ο
χώρος αυτός, επειδή κινείται περισσότερο με τη γνώση και την
κουλτούρα των μικρών πολιτικών ομάδων της Αριστεράς, δεν
αντιλαμβάνεται ότι οι διακινδυνεύσεις και τα επίδικα είναι
πλέον πολύ πιο σοβαρά. Απαιτούν γνώσεις, πρόγραμμα,
ηγεμονικές ιδέες, νέες ιδέες, είναι δηλαδή «βαριά» πράγματα.
Ως τώρα έλεγες, π.χ., δεν χρειάζεται να έχω πρόγραμμα για την
τάδε περιφέρεια. Είχες κάποια αιτήματα, φτάνουν. Τώρα είναι
πιθανό να κληθείς να ανασυγκροτήσεις εσύ την περιφέρεια.
Χρειάζονται κινητοποίηση των κοινωνικών δυνάμεων,
πολιτικές, πολιτικό προσωπικό, πρόγραμμα κανονικό,
στρατηγικές, συμμαχίες, να ξέρεις τι θα ιεραρχήσεις, κτλ. Εδώ
υπάρχει αργή ωρίμανση. Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει ένα κίνδυνο από «τα
δεξιά», τον εκλογικισμό και την «μετριοπάθεια», και ένα
κίνδυνο από «τα αριστερά», τη λογική που θεωρεί ότι δεν
χρειάζεται πρόγραμμα, αφού αυτό το έχει η κοινωνία.
*** Βλ. Παγιδευμένες διαδρομές του Γερ. Μοσχονά και Ο ιός και ο ξενιστής : Το Ελληνικό πολιτικό σύστημα προσαρμόζεται στο Μνημόνιο του Αλέξη Καλοκαιρινού.
Επίσης, Μετά το σούρουπο και πριν την αυγή του Στάθη Κουρνιώτη ("μη μαδάς τη μαργαρίτα")
Update 13 Ιουνίου 2013:
1. "...Χρειάζεται χρόνος για να δείξει άν όντως μεταμορφώθηκε σε ρεαλιστή πολιτικό «εθνικού ορθολογισμού», που θέτει κάποιες διακομματικές κοινές αξίες πάνω από το κομματικό συμφέρον, ή άν αυτά τα μη αναμενόμενα ήταν μόνον ένα βραχύβιο διάλειμμα..." Τελικά, ο χρόνος που χρειάστηκε ήταν μόνον λίγες ημέρες. Μέχρι το οπερεττικό κλείσιμο της ΕΡΤ. Ο ρεαλισμός και ο ορθολογισμός μετρήθηκαν, ζυγίστηκαν και βρέθηκαν ελλιποβαρείς.
2. Για την ανάγκη που έχει ο ΣΥΡΙΖΑ να αποκτήσει ένα πιό σαφές προγραμματικό προφίλ, καθώς και για τον εργαλειακό τρόπο που βλέπουν βραχυπρόθεσμα οι ψηφοφόροι το κόμμα αυτό, βλ και την ενδιαφέρουσα συνέντευξη του πολιτικού επιστήμονα Χριστόφορου Βερναρδάκη στους Χ. Γεωργούλα και Π. Κλαυδιανό, "Κοινωνικός ριζοσπαστισμός και πρόγραμμα, το σωστό μείγμα για τον ΣΥΡΙΖΑ" (εφημερίδα Εποχή 9 Ιoυνίου 2013, αναδημοσίευση στο ecoleft.gr)
Όντως, συχνά βρεθήκαμε, στη Γραμματεία, μπροστά στον ισχυρισμό κάποιων ότι η επεξεργασία προγράμματος ενέχει τον κίνδυνο “να πας δεξιά”.
Ναι, η έννοια του προγράμματος θεωρείται συντηρητική ή τεχνοκρατική. Όμως η έννοια του προγράμματος είναι η οργάνωση των κοινωνικών σου συμμαχιών. Εδώ, πρέπει να πολιτικοποιηθεί η συζήτηση για το τι εννοείται ως πρόγραμμα. Διότι όντως μπορεί να υπάρξει πρόγραμμα που προσεγγίζεται με όρους κοινωνικά ουδέτερους ή τεχνοκρατικούς. Δεν μιλάμε για τέτοιο πρόγραμμα, αλλά γι’ αυτό που θα πατήσει στις λαϊκές ανάγκες. Στην ανάγκη ένα νέος πολιτικός οργανισμός να αναλάβει υπό τη διεύθυνσή του τις λαϊκές ανάγκες και προτεραιότητες. Αυτό δεν μπορεί να γίνει από μόνο του, το κάνει ένα πολιτικό υποκείμενο και αυτό έχει ανθρώπους, γνώσεις, εργαλεία, στόχους, απαιτεί προσβάσεις στην κοινωνική οργάνωση. Ο ένας κίνδυνος είναι να πεις πως δεν με ενδιαφέρει να έχω πρόγραμμα και ο άλλος είναι με το άγχος ότι δεν έχεις πρόγραμμα, να υιοθετήσεις ένα πρόγραμμα που δεν είναι δικό σου..."
...........
"Ο κόσμος που ψήφισε ΣΥΡΙΖΑ έχει αποκτήσει πιο ουσιαστικούς δεσμούς με την Αριστερά;
Θα έλεγα ότι κατά βάση ο στόχος είναι ακόμη εκλογικός. Φυσικά αυτές οι σχέσεις έχουν βελτιωθεί σε σύγκριση με ένα χρόνο πριν. Αυτό συμβαίνει, όμως, γιατί πλατιές εκλογικές μάζες θεωρούν τον ΣΥΡΙΖΑ ένα πολιτικό εργαλείο. Και έτσι θα λειτουργήσει το επόμενο διάστημα ειδικά εάν δεν λειτουργήσει, δεν ενεργοποιηθεί σε επίπεδο κοινωνικών κινημάτων"....
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου