© Blätter für deutsche und internationale Politik, 6/2016 - Ulrike Guérot: Das Versagen der politischen Mitte / Die EU und der Aufstieg des Rechtspopulismus
Γερμανικά (Eurozine - De) - © Ulrike Guérot: Das Versagen der politischen Mitte - Die EU und der Aufstieg des Rechtspopulismus - PDF ←
Photo: Derek Bridges. Source: Flickr |
Οι λεγόμενοι λαϊκιστές αντιτάσσονται στην ΕΕ. Αναταράσσουν τα παραδοσιακά κομματικά συστήματα και συμβάλλουν έτσι στη διάβρωση των δημοκρατιών στα εθνικά κράτη. Γι' αυτό το λόγο, ο λαϊκισμός στιγματίζεται παντού ως απειλή για τις φιλελεύθερες δημοκρατικές κοινωνίες. Αλλά ο λαϊκισμός είναι μόνον ένα δευτερεύον πρόβλημα για την Ευρώπη. Το μεγαλύτερο πρόβλημά της είναι το πολιτικό Κέντρο!
Αυτό ισχύει, επειδή το πολιτικό Κέντρο δεν μπορεί - ή δεν θέλει - να ασκήσει καταγγελτική κριτική στην υπαρκτή ΕΕ για τον βιασμό της δημοκρατίας. Επίσης, δεν αισθάνεται υποχρεωμένο να προσπαθήσει να αναπτύξει περαιτέρω την ΕΕ προς την κατεύθυνση μιας πραγματικής διακρατικής δημοκρατίας, θέτοντας έτσι με έμφαση στο επίκεντρο ως θετικό στόχο, την πολιτική και κοινωνική ενοποίηση στην Ευρώπη. Η ΕΕ δεν είναι σε θέση να ξεφύγει από την πολιτική αυτοδιάψεσή της. Αυτό είναι το πραγματικό πρόβλημα στην Ευρώπη!
Europe is a woman © Valeska Peschke, Bερολίνο 2016 (Foto Martin Eggenfellner) |
Ο λαϊκισμός στην Ευρώπη εμφανίζεται πάντα με δύο πρόσωπα. Το ένα πρόσωπο εναντιώνεται στο ευρώ και στην Ευρώπη, το άλλο στρέφεται εναντίον της μετανάστευσης και των «υπερβολικά πολλών ξένων» [«Überfremdung» - τυπική έκφραση στη Γερμανία από τη δεκαετία του 1970]. Αυτά τα δύο πρόσωπα ενώνουν την Μαριν Λε Πεν (Marine Le Pen) με τον Βίκτορ Ορμπάν (Viktor Orbán), τους «Αληθινούς Φινλανδούς» με το αυστριακό FPÖ ή τους Σουηδούς Δημοκράτες με τον Ολλανδό Γκέερτ Βίλντερς (Geert Wilders). Η γερμανική AfD υπό την προηγούμενη ηγεσία του Μπερντ Λίκε (Bernd Lücke) πίστευε ακόμη ότι θα μπορούσε να κρύψει το άσχημο δεύτερο πρόσωπο πίσω από το πρώτο, δηλαδή πίσω από την αντίθεση στο ευρώ των ευρωσκεπτικιστών καθηγητών, όμως οι νέοι ηγέτες της Φράουκε Πέτρι (Frauke Petry) και Μπιέρν Χέκε (Björn Höcke) έδειξαν και δημόσια τους ξενόφοβους μορφασμούς αυτού του κόμματος.
Το αντι-μεταναστευτικό πρόσωπο των Ευρωπαίων λαϊκιστών διευκολύνει το πολιτικό Κέντρο να αναζητήσει καταφύγιο στην ηθική αλαζονεία. Ωστόσο, αυτή η αλαζονεία εμποδίζει το Κέντρο να διακρίνει ότι οι λαϊκιστές, με την κριτική τους εναντίον του ευρώ και της Ευρώπης, πλήττουν ένα πολύ ευαίσθητο σημείο του συστήματος διακυβέρνησης στην Ένωση: Η ΕΕ και η ζώνη του ευρώ μπορεί να λειτουργούν, αλλά δεν λειτουργούν δημοκρατικά. Αυτό που επικρίνουν η Marine Le Pen και οι συνοδοιπόροι της, δηλαδή την ευρωπαϊκή μετα-δημοκρατία, δεν αποτελεί πρωτότυπη δική τους ανακάλυψη· μπορούμε να τα βρούμε, τόσο την ίδια τη διαπίστωση της απόκλισης από τη δημοκρατία, όσο και την κριτική, σε όλες σχεδόν τις επιστημονικές αναλύσεις των πολιτικών και κοινωνικών επιστημόνων που σέβονται τον εαυτό τους. Ολόκληρες βιβλιοθήκες μας διδάσκουν ότι η ΕΕ και η ζώνη του ευρώ δεν διαθέτουν επαρκή νομιμοποίηση και ότι το ευρωπαϊκό κοινοβουλευτικό σύστημα είναι εύθραυστο.[2] Το ευρώ δεν μπορεί να εξασφαλίσει την κοινωνική συνοχή στην Ευρώπη. Όμως, αυτή τη διαπίστωση, εδώ και δεκαετίες, δεν θέλουμε να την κάνουμε επίσημα, στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Αν κάποιος το πεί με δυνατή φωνή στην πολιτική αρένα, διατρέχει άμεσο κίνδυνο να θεωρηθεί λαϊκιστής.
Το σύνθημα της Pegida «Εμείς είμαστε ο λαός» [«Wir sind das Volk» - χυδαία αντιγραφή από το δημοκρατικό σύνθημα του 1989 στην πρώην Ανατολική Γερμανία] δείχνει σε όλους με ενοχλητικά κραυγαλέο τρόπο το γεγονός ότι οι πολίτες και όχι τα κράτη είναι οι κυρίαρχοι. Δεν είναι κυρίαρχοι με μια δημοψηφισματική έννοια, είναι όμως αυτοί που ως κυρίαρχη συλλογικότητα νομιμοποιούν την κοινοβουλευτική εκπροσώπηση. Άν δεχθούμε το σχεδίασμα του Jan-Werner Müller για μια θεωρία του λαϊκισμού [3], κανείς δεν γίνεται αυτομάτως λαϊκιστής απλά και μόνον με το να έρχεται σε αντίθεση με την αντίληψη περί κυριαρχίας που ασπάζονται οι εθνικές ή ευρωπαϊκές ελίτ. Συνακόλουθα, η Marine Le Pen δεν θα ήταν λαϊκίστρια, ούτε και μια περίπτωση πολιτικής παθολογίας, άν απλά και μόνον ασκούσε στη Γαλλία μια νόμιμη κριτική της τρέχουσας ευρωπαϊκής πολιτικής.
Η σκέτη ηθικολογία δεν είναι λύση
Αντί να λάβει σοβαρά υπόψη τις αιτίες της ψήφου υπέρ των λαϊκιστών και να αναγνωρίσει ότι σ΄ αυτήν οδηγούν πραγματικοί λόγοι, συστημικές ανεπάρκειες και αποτυχίες που παράγουν κοινωνικούς και πολιτισμικούς αποκλεισμούς, η πολιτική τάξη συχνά αντιδρά με αυτάρεσκη ηθικολογία: Υπερτιμά τα δικά της επιχειρήματα στο πεδίο της δεοντολογίας και της ηθικής, θεωρεί ότι οι δεξιοί λαϊκιστές στερούνται ακεραιότητας, ότι είναι ανορθολογιστές, κακόβουλοι ή επικίνδυνοι· και δεν αναγνωρίζει την ανάγκη για ταυτότητα των ζημιωμένων από την παγκοσμιοποίηση ως ένα άλλο, ανταγωνιστικό σύστημα αξιών, ούτε καν ως διαφορετική πολιτική πεποίθηση.
Σήμερα η λέξη που εμπνέει την πολιτική τάξη είναι η «πόλωση»: Όποιος δεν υποτάσσεται στο Κέντρο, πολώνει. Έτσι, τα επιχειρήματα του άλλου δεν αποκρούονται αλλά μόνον απαξιώνονται πολιτικά και με τον τρόπο αυτό διαβρώνεται ακόμη και το ίδιο το θεμέλιο κάθε δημοκρατικού διαλόγου. Είναι αναπόφευκτο να διαβρώνεται, όταν εκ των προτέρων τα πολιτικά επιχειρήματα θεωρούνται ως μη ισότιμα και η συναίνεση θεωρείται κάτι ανώτερο από τη διαφωνία. Η διάβρωση της δημοκρατίας ξεκινά λοιπόν με την περιθωριοποίηση των λαϊκιστών.
Το αντι-μεταναστευτικό πρόσωπο των Ευρωπαίων λαϊκιστών διευκολύνει το πολιτικό Κέντρο να αναζητήσει καταφύγιο στην ηθική αλαζονεία. Ωστόσο, αυτή η αλαζονεία εμποδίζει το Κέντρο να διακρίνει ότι οι λαϊκιστές, με την κριτική τους εναντίον του ευρώ και της Ευρώπης, πλήττουν ένα πολύ ευαίσθητο σημείο του συστήματος διακυβέρνησης στην Ένωση: Η ΕΕ και η ζώνη του ευρώ μπορεί να λειτουργούν, αλλά δεν λειτουργούν δημοκρατικά. Αυτό που επικρίνουν η Marine Le Pen και οι συνοδοιπόροι της, δηλαδή την ευρωπαϊκή μετα-δημοκρατία, δεν αποτελεί πρωτότυπη δική τους ανακάλυψη· μπορούμε να τα βρούμε, τόσο την ίδια τη διαπίστωση της απόκλισης από τη δημοκρατία, όσο και την κριτική, σε όλες σχεδόν τις επιστημονικές αναλύσεις των πολιτικών και κοινωνικών επιστημόνων που σέβονται τον εαυτό τους. Ολόκληρες βιβλιοθήκες μας διδάσκουν ότι η ΕΕ και η ζώνη του ευρώ δεν διαθέτουν επαρκή νομιμοποίηση και ότι το ευρωπαϊκό κοινοβουλευτικό σύστημα είναι εύθραυστο.[2] Το ευρώ δεν μπορεί να εξασφαλίσει την κοινωνική συνοχή στην Ευρώπη. Όμως, αυτή τη διαπίστωση, εδώ και δεκαετίες, δεν θέλουμε να την κάνουμε επίσημα, στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Αν κάποιος το πεί με δυνατή φωνή στην πολιτική αρένα, διατρέχει άμεσο κίνδυνο να θεωρηθεί λαϊκιστής.
Το σύνθημα της Pegida «Εμείς είμαστε ο λαός» [«Wir sind das Volk» - χυδαία αντιγραφή από το δημοκρατικό σύνθημα του 1989 στην πρώην Ανατολική Γερμανία] δείχνει σε όλους με ενοχλητικά κραυγαλέο τρόπο το γεγονός ότι οι πολίτες και όχι τα κράτη είναι οι κυρίαρχοι. Δεν είναι κυρίαρχοι με μια δημοψηφισματική έννοια, είναι όμως αυτοί που ως κυρίαρχη συλλογικότητα νομιμοποιούν την κοινοβουλευτική εκπροσώπηση. Άν δεχθούμε το σχεδίασμα του Jan-Werner Müller για μια θεωρία του λαϊκισμού [3], κανείς δεν γίνεται αυτομάτως λαϊκιστής απλά και μόνον με το να έρχεται σε αντίθεση με την αντίληψη περί κυριαρχίας που ασπάζονται οι εθνικές ή ευρωπαϊκές ελίτ. Συνακόλουθα, η Marine Le Pen δεν θα ήταν λαϊκίστρια, ούτε και μια περίπτωση πολιτικής παθολογίας, άν απλά και μόνον ασκούσε στη Γαλλία μια νόμιμη κριτική της τρέχουσας ευρωπαϊκής πολιτικής.
Europe is a woman © Valeska Peschke, Bερολίνο 2016 (Foto Martin Eggenfellner) |
Αντί να λάβει σοβαρά υπόψη τις αιτίες της ψήφου υπέρ των λαϊκιστών και να αναγνωρίσει ότι σ΄ αυτήν οδηγούν πραγματικοί λόγοι, συστημικές ανεπάρκειες και αποτυχίες που παράγουν κοινωνικούς και πολιτισμικούς αποκλεισμούς, η πολιτική τάξη συχνά αντιδρά με αυτάρεσκη ηθικολογία: Υπερτιμά τα δικά της επιχειρήματα στο πεδίο της δεοντολογίας και της ηθικής, θεωρεί ότι οι δεξιοί λαϊκιστές στερούνται ακεραιότητας, ότι είναι ανορθολογιστές, κακόβουλοι ή επικίνδυνοι· και δεν αναγνωρίζει την ανάγκη για ταυτότητα των ζημιωμένων από την παγκοσμιοποίηση ως ένα άλλο, ανταγωνιστικό σύστημα αξιών, ούτε καν ως διαφορετική πολιτική πεποίθηση.
Σήμερα η λέξη που εμπνέει την πολιτική τάξη είναι η «πόλωση»: Όποιος δεν υποτάσσεται στο Κέντρο, πολώνει. Έτσι, τα επιχειρήματα του άλλου δεν αποκρούονται αλλά μόνον απαξιώνονται πολιτικά και με τον τρόπο αυτό διαβρώνεται ακόμη και το ίδιο το θεμέλιο κάθε δημοκρατικού διαλόγου. Είναι αναπόφευκτο να διαβρώνεται, όταν εκ των προτέρων τα πολιτικά επιχειρήματα θεωρούνται ως μη ισότιμα και η συναίνεση θεωρείται κάτι ανώτερο από τη διαφωνία. Η διάβρωση της δημοκρατίας ξεκινά λοιπόν με την περιθωριοποίηση των λαϊκιστών.
Φυσικά, τα παραπάνω δεν αποτελούν δικαιολογίες ή ελαφρυντικά για τα επιχειρήματα της AfD α λα Björn Hocke ή André Poggenburg που δημιουργούν κλίμα στην κοινωνία. Ωστόσο, πρέπει να τεθεί το ερώτημα γιατί μ' αυτό τον τρόπο καταφέρνουν να ανεβάζουν τα ποσοστά ψήφων της AfD στην Θουριγγία και στην Σαξονία-Άνχαλτ μέχρι το 15 ή και το 24 %. Ένας λόγος είναι ο εξής: Στον επίσημο πολιτικό λόγο, το αντικειμενικά σωστό δεν επιτρέπεται να κατονομάζεται και απωθείται στη γωνία του λαϊκισμού. Στην ταπεινή καθημερινότητα, πρόσφατα, στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο δεν κατάφεραν ακόμη και να συγκροτήσουν μια εξεταστική επιτροπή με αντικείμενο το φορολογικό σκάνδαλο του Γιούνκερ (Juncker). Η Ευρωπαϊκή Αριστερά και οι Πράσινοι δεν θέλησαν να χρησιμοποιήσουν αυτή τη δυνατότητα, επειδή για να το πετύχουν θα έπρεπε να υπερψηφίσουν την πρόταση από κοινού μαζί με τους λαϊκιστές της Δεξιάς. [4]
Europe is a woman © Valeska Peschke, Bερολίνο 2016 (Foto Martin Eggenfellner) |
Έτσι, ήδη φθάσαμε στην Ευρώπη σε ένα είδος προεπαναστατικής κατάστασης [5] χωρίς να το έχουμε καταλάβει. Οι αγχόνες που στήνονται στις διαδηλώσεις της Pegida στη Δρέσδη, αυτό συμβολίζουν. Προεπαναστατική κατάσταση σημαίνει να παίρνουν οι άνθρωποι θέση ενάντια στο σύστημα, επειδή δεν αποδέχονται πια την υποτιθέμενη απουσία εναλλακτικών λύσεων στην πολιτική, ούτε τη συσσωρευμένη διαφθορά και τη συστηματική παραβίαση του δικαίου. Ακριβώς αυτό συμβαίνει σήμερα, παντού στην Ευρώπη. Σε όλη την έκταση της Ευρώπης, το δυναμικό των λαϊκιστικών κομμάτων - πάνω-κάτω, ανάλογα με τη χώρα - βρίσκεται τώρα γύρω στο 30 %. Όταν η ΕΕ δεν επιτρέπει καμμιά πραγματική αντιπολίτευση και καμμιά αντιστροφή των ειλημμένων αποφάσεων, τότε το μόνο που απομένει είναι η φυγή προς την αντισυστημική κριτική και προς νέα κόμματα, προς τα δεξιά ή προς τα αριστερά. Είναι ακριβώς αυτό που ο διάσημος Αμερικανός οικονομολόγος Άλμπερτ Χίρσμαν (Albert O. Hirschman) είχε ήδη διατυπώσει από το 1970 με τον τύπο exit, voice, loyalty (έξοδος, φωνή, πίστη). Αν κάποιος δεν μπορεί πιά να συνδέεται με δεσμούς εμπιστοσύνης με ένα σύστημα και να μένει πιστός σ' αυτό (loyalty) και άν η δική του φωνή δεν ακούγεται πια (voice), τότε αναγκάζεται να εγκαταλείψει το σύστημα (exit). Όσοι είναι ενάντια στις σημερινές πολιτικές της ΕΕ, εξαναγκάζονται να είναι ενάντια στην ΕΕ ως σύστημα. Και αυτοί γίνονται σήμερα όλο και περισσότεροι. Δεν απειλεί λοιπόν την ΕΕ ο λαϊκισμός, αλλά η ΕΕ παράγει τον λαϊκισμό στην Ευρώπη. Όταν η ΕΕ ισχυρίζεται ότι δεν υπάρχει άλλη εναλλακτική λύση που να μπορεί να αντικαταστήσει τη σημερινή πολιτική της, τότε προκαλεί την γέννηση δυνάμεων αντίθετων στο σύστημα. Το μετα-δημοκρατικό καθεστώς της ΕΕ προσφέρει μια τυπική αλλά αναποτελεσματική δημοκρατική δυνατότητα μέσω των εκλογών για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Ωστόσο η ΕΕ δεν κρατά την υπόσχεσή της να παρέχει μια λειτουργούσα δημοκρατία, η οποία, για να είναι τέτοια, πρέπει και να μπορεί ανά πάσα στιγμή να προβάλλει και άλλη, διαφορετική πολιτική πρόταση.
Και κάτι ακόμη χειρότερο: Ταυτόχρονα η ΕΕ καταστρέφει τις λειτουργούσες δημοκρατίες σε εθνικό επίπεδο, με το να αφαιρεί από τα κράτη-μέλη κεντρικούς μηχανισμούς κοινωνικού ελέγχου και διακυβέρνησης, λόγου χάρη μέσω του λεγόμενου ευρωπαϊκού εξάμηνου και του ελέγχου των προϋπολογισμών. Σημείωση: Στην «χώρα του Κανενός» μεταξύ της ευρωπαϊκής μεταδημοκρατίας και των τυπικών δημοκρατιών των εθνικών κρατών, οι οποίες κυβερνώνται ως επί το πλείστον με «μεγάλους συνασπισμούς» κομμάτων του πολιτικού Κέντρου, ο ευρωπαϊκός λαϊκισμός ευδοκιμεί υπέροχα σήμερα και στο μέλλον θα ευδοκιμεί ακόμη καλύτερα.
Συνεπώς, ο ευρωπαϊκός λαϊκισμός έχει μια πραγματική βάση, την ύπαρξη της οποίας δεν αναγνωρίζει το πολιτικό Κέντρο και πολύ περισσότερο δεν είναι πρόθυμο να την διορθώσει με τρόπο συστημικό. Άν εξαιρέσουμε τους αδιόρθωτα Ναζί και ξενόφοβους [6], το πιό πρόσφορο έδαφος για την σημερινή ξενοφοβία (η οποία ενισχύεται από το δράμα των προσφύγων που συρρέουν στην Ευρώπη), είναι η επίμονη, διαρκούσα, μεταδημοκρατική κακοδιαχείριση της Ευρώπης, η οποία έχει δημιουργήσει μια κοινωνική κρίση σε άνευ προηγουμένου κλίμακα και μια κολοσσιαία απέχθεια για την πολιτική. Σ' αυτό το πλαίσιο, ο Frank Richter αναπτύσσει έναν διάλογο με το κλασικό βιβλίο του Hans-Joachim Maaz για την «αδιέξοδη συσσώρευση συναισθημάτων» («Gefühlsstau») και τονίζει ότι δεν αποτελεί λύση ο αποκλεισμός των λαϊκιστών ούτε ο υποτιμητικός χαρακτηρισμός τους (λόγου χάρη, το να τους αποκαλούμε «όχλο»). Παραδόξως, πρόσφατα επιχειρηματολογούν με παρόμοιο τρόπο και «αριστεροί Συντηρητικοί»· εκλαμβάνουν τη δεξιά λαϊκιστική εξέγερση ως σύμπτωμα πολιτικής αποτυχίας της Realpolitik [7].
Συνεπώς, ο ευρωπαϊκός λαϊκισμός έχει μια πραγματική βάση, την ύπαρξη της οποίας δεν αναγνωρίζει το πολιτικό Κέντρο και πολύ περισσότερο δεν είναι πρόθυμο να την διορθώσει με τρόπο συστημικό. Άν εξαιρέσουμε τους αδιόρθωτα Ναζί και ξενόφοβους [6], το πιό πρόσφορο έδαφος για την σημερινή ξενοφοβία (η οποία ενισχύεται από το δράμα των προσφύγων που συρρέουν στην Ευρώπη), είναι η επίμονη, διαρκούσα, μεταδημοκρατική κακοδιαχείριση της Ευρώπης, η οποία έχει δημιουργήσει μια κοινωνική κρίση σε άνευ προηγουμένου κλίμακα και μια κολοσσιαία απέχθεια για την πολιτική. Σ' αυτό το πλαίσιο, ο Frank Richter αναπτύσσει έναν διάλογο με το κλασικό βιβλίο του Hans-Joachim Maaz για την «αδιέξοδη συσσώρευση συναισθημάτων» («Gefühlsstau») και τονίζει ότι δεν αποτελεί λύση ο αποκλεισμός των λαϊκιστών ούτε ο υποτιμητικός χαρακτηρισμός τους (λόγου χάρη, το να τους αποκαλούμε «όχλο»). Παραδόξως, πρόσφατα επιχειρηματολογούν με παρόμοιο τρόπο και «αριστεροί Συντηρητικοί»· εκλαμβάνουν τη δεξιά λαϊκιστική εξέγερση ως σύμπτωμα πολιτικής αποτυχίας της Realpolitik [7].
Τα στρώματα της μεσαίας τάξης, ολοένα και πιο ανασφαλή από κοινωνική άποψη, στη Φινλανδία, στη Γερμανία, στην Ολλανδία ή στη Γαλλία, γίνονται εύκολη λεία για τις Σειρήνες με τα ρατσιστικά συνθήματα, επειδή ακόμη και τα δικά τους ατομικά, πολιτικά και κοινωνικά δικαιώματα έχουν ήδη καταπατηθεί. Όταν τα διαβρωμένα συστήματα καταρρέουν, αυτό γίνεται συνήθως πιο γρήγορα από όσο νομίζουμε. Και στις προβλέψεις μας, πάντα υποεκτιμούμε το πόσο ανελέητα προκαλούν την κατάρρευση ενός τέτοιου συστήματος εκείνοι που ποτέ δεν ωφελούνται από αυτό. Πάντως, κάνουν λάθος όσοι νομίζουν ότι θα χυθούν πολλά δάκρυα για την ΕΕ μεταθανάτια· ακόμη και αν χυθούν, στην καλύτερη περίπτωση θα είναι κροκοδείλια δάκρυα.
Εν τω μεταξύ, εμπειρικές μελέτες δείχνουν σαφή συσχέτιση μεταξύ φτώχειας και συμμετοχής στις εκλογές: Οι φτωχοί δεν ψηφίζουν. Και δυστυχώς έχουν λόγους που δεν ψηφίζουν. Οι εκλογές δεν προσφέρουν πια πραγματικές εναλλακτικές πολιτικές λύσεις και συνεπώς δεν προσφέρουν καμία ελπίδα για δυνατότητες βελτίωσης της ζωής τους· αυτός είναι ο λόγος που η μεγάλη πλειοψηφία όσων αποφεύγουν να ψηφίζουν είναι οι κοινωνικά υποβιβασμένοι. Αυτό επισημαίνει καίρια και ο Γάλλος κοινωνιολόγος Πιέρ Ροζανβαλόν (Pierre Rosanvallon) στο βιβλίο του «Η κοινωνία των ίσων», όπου γράφει το εξής: Στη δημοκρατία αυτό που μετράει περισσότερο από την τυπική συμμετοχή στις διαδικασίες [σε εκλογές κτλ] είναι η κοινωνική ισότητα, και αυτό θυμίζει τις αρχές της Γαλλικής Επανάστασης, ελευθερία, ισότητα, αδελφοσύνη (liberté, égalité, fraternité). [8] Η ελευθερία είναι νοητή μόνον μαζί με την ισότητα. Όπου προσφέρεται τυπική δημοκρατία, αλλά το κοινωνικό πρόβλημα παραμένει άλυτο, δηλαδή όταν δεν εκπληρώνεται η υπόσχεση της ισότητας μέσα στην κοινωνία - τουλάχιστον σε κάποιο βαθμό -, τότε το δημοκρατικό σύστημα αποτυγχάνει, διότι δεν πληροί πλέον τη λειτουργία του.
Εν τω μεταξύ, εμπειρικές μελέτες δείχνουν σαφή συσχέτιση μεταξύ φτώχειας και συμμετοχής στις εκλογές: Οι φτωχοί δεν ψηφίζουν. Και δυστυχώς έχουν λόγους που δεν ψηφίζουν. Οι εκλογές δεν προσφέρουν πια πραγματικές εναλλακτικές πολιτικές λύσεις και συνεπώς δεν προσφέρουν καμία ελπίδα για δυνατότητες βελτίωσης της ζωής τους· αυτός είναι ο λόγος που η μεγάλη πλειοψηφία όσων αποφεύγουν να ψηφίζουν είναι οι κοινωνικά υποβιβασμένοι. Αυτό επισημαίνει καίρια και ο Γάλλος κοινωνιολόγος Πιέρ Ροζανβαλόν (Pierre Rosanvallon) στο βιβλίο του «Η κοινωνία των ίσων», όπου γράφει το εξής: Στη δημοκρατία αυτό που μετράει περισσότερο από την τυπική συμμετοχή στις διαδικασίες [σε εκλογές κτλ] είναι η κοινωνική ισότητα, και αυτό θυμίζει τις αρχές της Γαλλικής Επανάστασης, ελευθερία, ισότητα, αδελφοσύνη (liberté, égalité, fraternité). [8] Η ελευθερία είναι νοητή μόνον μαζί με την ισότητα. Όπου προσφέρεται τυπική δημοκρατία, αλλά το κοινωνικό πρόβλημα παραμένει άλυτο, δηλαδή όταν δεν εκπληρώνεται η υπόσχεση της ισότητας μέσα στην κοινωνία - τουλάχιστον σε κάποιο βαθμό -, τότε το δημοκρατικό σύστημα αποτυγχάνει, διότι δεν πληροί πλέον τη λειτουργία του.
Είναι πια ευρύτατα τεκμηριωμένη διαπίστωση, ότι σήμερα, στο σύνολο της Ευρώπης, συνεχίζει να μεγαλώνει όλο και περισσότερο το εισοδηματικό χάσμα και προπαντός μεγαλώνουν διαρκώς οι ήδη μεγάλες διαφορές στην κατοχή περιουσιακών στοιχείων. [9] Αυτό το φωνάζουν ήδη και οι γάτες πάνω στις στέγες. Στη δημοκρατία, πιο σημαντικό από τη συμμετοχή στις διαδικασίες είναι η διατήρηση του σώματος της κοινωνίας, η συνοχή του. Συνακόλουθα, η λύση του προβλήματός μας δεν συνίσταται κατά κύριο λόγο στον στιγματισμό των διαδηλωτών της Pegida ή των ψηφοφόρων του αυστριακού FPÖ και του γαλλικού Εθνικού Μετώπου, αλλά στη διαμόρφωση των δημοκρατικών σχέσεων στην Ευρώπη και σε μια πολιτική για την Ευρώπη κοινωνικά υπεύθυνη και βιώσιμη. Και μάλιστα για όλη της την έκταση.
Αποτυχία της ΕΕ
Προς το παρόν, η ΕΕ δεν μπορεί να να δώσει αυτή τη λύση, επειδή δεν μπορεί να ασκήσει ούτε κοινωνική πολιτική, ούτε και πραγματική διαρθρωτική πολιτική. Τα καθήκοντά της έχουν σε μεγάλο βαθμό συρρικνωθεί στην πραγματοποίηση μιας ενιαίας εσωτερικής αγοράς. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο η ΕΕ δεν χρησιμοποιεί ούτε καν το λεξιλόγιο και πολύ περισσότερο την εργαλειοθήκη μιας κοινωνικά υπεύθυνης πολιτικής. Με Κοινοτικό προϋπολογισμό περίπου 100 δις ευρώ, δηλαδή περίπου 0,9 % του σημερινού ευρωπαϊκού ΑΕΠ, δηλαδή ένα γελοίο απολειφάδι του, δεν έχει ούτε καν τα μέσα για τέτοια πολιτική.
Μέσω μιας πολιτικής για την ενιαία Κοινοτική αγορά, που σε μεγάλο βαθμό γίνεται αντικείμενο διαπραγμάτευσης μεταξύ των χωρών-μελών υπό το πρίσμα των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, της αποτελεσματικότητας, της ανάπτυξης και της ανταγωνιστικότητας, και με τους πόρους των διαρθρωτικών ταμείων να κατανέμονται αναλογικά προς το μέγεθος των πληθυσμών, από την αλυσίδα των αξιοποιήσιμων και επωφελούμενων περιοχών αποκλείονται κυρίως οι επαρχιακές και γενικά περιφερειακές περιοχές σε όλη την Ευρώπη. Εκτός από λίγες εξαιρέσεις, [10] οι κάτοικοι αυτών των περιοχών έχουν γίνει πένητες, παραλήπτες ελεημοσύνης.
Το κοινωνικό πρόβλημα στην Ευρώπη σήμερα είναι ουσιαστικά πρόβλημα πόλης-υπαίθρου και κέντρου-περιφέρειας [11]. Ιδίως στις ερημωμένες και αραιοκατοικημένες περιφερειακές περιοχές, πολλοί άνθρωποι ψηφίζουν τους δεξιούς λαϊκιστές, από το βρετανικό UKIP μέχρι το αυστριακό FPÖ και το Εθνικό Μέτωπο στη Γαλλία. Το UKIP ανθεί στον απο-βιομηχανοποιημένο Βορρά της Αγγλίας, το Εθνικό Μέτωπο στα λεγόμενα centres péri-urbains, στις διαρθρωτικά αδύναμες περιοχές της Γαλλίας, το Φιλελεύθερο Κόμμα (FPÖ) της Αυστρίας είναι ισχυρό στη Στυρία και στην Κάτω Αυστρία. Η μονομερής φιλοσοφία της ενιαίας εσωτερικής αγοράς, στην οποία βασίζεται η σημερινή ΕΕ, στέλνει αυτούς τους ζημιωμένους της παγκοσμιοποίησης, κυρίως των περιφερειακών περιοχών, κατ' ευθείαν στην αγκαλιά του λαϊκισμού.
Το καθεστώς της πολιτικής της λιτότητας στην Ευρώπη και η άνοδος των ακροδεξιών λαϊκιστών πιέζουν τις θιγόμενες χώρες και τις εξαναγκάζουν να καταφύγουν στο οχυρό του εθνικού κράτους, όπως παρατηρούμε εδώ και καιρό στην Ουγγαρία, στη Γαλλία και στην Πολωνία, αλλά όχι μόνον σ΄ αυτές. Όπου τα εθνικά πολιτικά συστήματα δεν καταφέρνουν να αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά τη λαϊκίστικη πρόκληση, και όπου, επιπλέον, η εθνική πολιτική, προπαντός στον οικονομικό και στον κοινωνικό τομέα, περιορίζεται πολύ από την ΕΕ, εκεί ολόκληρα πολιτικά συστήματα μετακινούνται προς την Δεξιά, επειδή ολόκληρα κράτη υποκύπτουν στους πειρασμούς των εύκολων λύσεων, των εθνικών φαντασιώσεων ή των μακροχρόνιων κυβερνητικών «μεγάλων συνασπισμών» των ισχυρότερων κομμάτων τους.
Το καθεστώς της πολιτικής της λιτότητας στην Ευρώπη και η άνοδος των ακροδεξιών λαϊκιστών πιέζουν τις θιγόμενες χώρες και τις εξαναγκάζουν να καταφύγουν στο οχυρό του εθνικού κράτους, όπως παρατηρούμε εδώ και καιρό στην Ουγγαρία, στη Γαλλία και στην Πολωνία, αλλά όχι μόνον σ΄ αυτές. Όπου τα εθνικά πολιτικά συστήματα δεν καταφέρνουν να αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά τη λαϊκίστικη πρόκληση, και όπου, επιπλέον, η εθνική πολιτική, προπαντός στον οικονομικό και στον κοινωνικό τομέα, περιορίζεται πολύ από την ΕΕ, εκεί ολόκληρα πολιτικά συστήματα μετακινούνται προς την Δεξιά, επειδή ολόκληρα κράτη υποκύπτουν στους πειρασμούς των εύκολων λύσεων, των εθνικών φαντασιώσεων ή των μακροχρόνιων κυβερνητικών «μεγάλων συνασπισμών» των ισχυρότερων κομμάτων τους.
Ήδη στις προεδρικές εκλογές της Γαλλίας το 2012, ο Νικολά Σαρκοζί προσπάθησε να προσπεράσει την Marine Le Pen από τα δεξιά. Το 2017 ίσως το ξαναδοκιμάσει. Το ίδιο κάνει το Αυστριακό Λαϊκό Κόμμα (ÖVP), ενώ ένα μέρος των Γερμανών Χριστιανοδημοκρατών (CDU) ερωτοτροπεί εδώ και καιρό με θέσεις των ακροδεξιών Εναλλακτικών (AfD). Τα αποτελέσματα των πρόσφατων τοπικών εκλογών για τα Κοινοβούλια των ομόσπονδων χωρών έδειξαν πόσο ολισθηρό έχει γίνει το τοπίο των γερμανικών πολιτικών κομμάτων και δίνουν μια πρόγευση για το τι μπορεί να μας περιμένει στις εκλογές για την Ομοσπονδιακη Βουλή το 2017.
Ο «μεγάλος» κυβερνητικός συνασπισμός ως τελευταία «σανίδα σωτηρίας του πολιτικού Κέντρου».
Ο μεγάλος συνασπισμός είναι συνήθως η (τελευταία) σανίδα σωτηρίας του πολιτικού Κέντρου σε χώρες που έχουν ως νόμισμα το ευρώ και άρα δεν μπορούν να ξεφύγουν από τη μοιραία πολιτική της ζώνης του ευρώ. Οι άλλες χώρες έχουν ως επιλογή και την εναλλακτική λύση της πλήρους εθνικής περιχαράκωσης (βλέπε Ουγγαρία, Πολωνία και την πλειοψηφία των χωρών της Ανατολικής Ευρώπης) ή την έξοδο από την ΕΕ (Ηνωμένο Βασίλειο). Όταν δεν υπάρχει ως πολιτική δυνατότητα η ευρωπαϊκή δημοκρατία, τότε απομένει το φαντασιακό κατασκεύασμα ενός εθνικού δρόμου με το σύνθημα «καλύτερα μόνοι».
Ταυτόχρονα έχουμε χάσει την εννοιολογική σαφήνεια για το τι σημαίνει στην πραγματικότητα δημοκρατία. Όροι όπως «απολυταρχική» (autoritär) ή «νόμιμη» (legitim) έχουν γίνει πια σχετικοί και ως εκ τούτου χρησιμοποιούνται σχεδόν αυθαιρετα. To «νόμιμη» ήταν μέχρι τώρα μια λέξη που χαρακτήριζε τις δημοκρατίες (σε αντίθεση με τα απολυταρχικά καθεστώτα), ενώ τα απολυταρχικά καθεστώτα θεωρούνταν παράνομα [12]. Η κυβέρνηση του Viktor Orbán στην Ουγγαρία και η νέα πολωνική κυβέρνηση θεωρούνται ως αντιδημοκρατικές· και πράγματι είναι, αφού σήμερα στην Πολωνία, όπως συνέβη πριν στην Ουγγαρία, υπονομεύονται βασικές συνταγματικές αρχές, όπως η ανεξαρτησία του Συνταγματικού Δικαστηρίου ή η ελευθερία του Τύπου. Όμως οι κυβερνήσεις αυτές ψηφίστηκαν στις εκλογές από την πλειοψηφία. Τι θα κάνουμε λοιπόν με τους εκλεγμένους δυνάστες που καταδυναστεύουν τις αντιπολιτεύσεις τους;
Europe is a woman © Valeska Peschke
(Foto Martin Eggenfellner) Bερολίνο 2016
|
Ο μεγάλος συνασπισμός είναι συνήθως η (τελευταία) σανίδα σωτηρίας του πολιτικού Κέντρου σε χώρες που έχουν ως νόμισμα το ευρώ και άρα δεν μπορούν να ξεφύγουν από τη μοιραία πολιτική της ζώνης του ευρώ. Οι άλλες χώρες έχουν ως επιλογή και την εναλλακτική λύση της πλήρους εθνικής περιχαράκωσης (βλέπε Ουγγαρία, Πολωνία και την πλειοψηφία των χωρών της Ανατολικής Ευρώπης) ή την έξοδο από την ΕΕ (Ηνωμένο Βασίλειο). Όταν δεν υπάρχει ως πολιτική δυνατότητα η ευρωπαϊκή δημοκρατία, τότε απομένει το φαντασιακό κατασκεύασμα ενός εθνικού δρόμου με το σύνθημα «καλύτερα μόνοι».
Ταυτόχρονα έχουμε χάσει την εννοιολογική σαφήνεια για το τι σημαίνει στην πραγματικότητα δημοκρατία. Όροι όπως «απολυταρχική» (autoritär) ή «νόμιμη» (legitim) έχουν γίνει πια σχετικοί και ως εκ τούτου χρησιμοποιούνται σχεδόν αυθαιρετα. To «νόμιμη» ήταν μέχρι τώρα μια λέξη που χαρακτήριζε τις δημοκρατίες (σε αντίθεση με τα απολυταρχικά καθεστώτα), ενώ τα απολυταρχικά καθεστώτα θεωρούνταν παράνομα [12]. Η κυβέρνηση του Viktor Orbán στην Ουγγαρία και η νέα πολωνική κυβέρνηση θεωρούνται ως αντιδημοκρατικές· και πράγματι είναι, αφού σήμερα στην Πολωνία, όπως συνέβη πριν στην Ουγγαρία, υπονομεύονται βασικές συνταγματικές αρχές, όπως η ανεξαρτησία του Συνταγματικού Δικαστηρίου ή η ελευθερία του Τύπου. Όμως οι κυβερνήσεις αυτές ψηφίστηκαν στις εκλογές από την πλειοψηφία. Τι θα κάνουμε λοιπόν με τους εκλεγμένους δυνάστες που καταδυναστεύουν τις αντιπολιτεύσεις τους;
Όσο παραμένουμε προσκολλημένοι στην αρχή της εθνικής κυριαρχίας στην Ευρώπη και δεν θέτουμε ως στόχο μια πραγματικά δημοκρατική Ένωση, η ΕΕ μπορεί να διαμαρτύρεται για τέτοια φαινόμενα, όπως κάνει τώρα στην επίσημη διαδικασία ελέγχου της επάρκειας του δικαίου, όμως τελικά δεν μπορεί να κάνει τίποτε για να αλλάξει το πραγματικό γεγονός της κατάργησης του κράτους δικαίου και των δημοκρατικών αρχών. Με τον τρόπο αυτό, τόσο η ΕΕ όσο και τα εθνικά κράτη παράγουν με αμοιβαία συνεργασία την αθλιότητα τόσο της μιας όσο και των άλλων.
Επειδή η Ένωση καθυστερεί πολύ και παραμένει σ' αυτή την ερμαφρόδιτη πολιτική κατάσταση, έχει διαβρωθεί από καιρό η κοινωνική βάση που είναι αναγκαία για να σχεδιαστεί και να πάρει μορφή η πολιτική Ευρώπη. Η πλειοψηφία υπέρ της Ευρώπης εξασθενεί, εάν δεν έχει ήδη χαθεί. Επίσης, προς το παρόν δεν προσφέρεται καθόλου ως διαθέσιμη επιλογή μια δημοκρατική Ευρώπη, αλλά μόνον περισσότερη ΕΕ και περισσότερη ολοκλήρωση, δηλαδή όλο και περισσότερο από τα ίδια. Τα δημοψηφίσματα προκαλούν φόβο. Μια ώριμη μεταρρύθμιση των Ευρωπαϊκών Συνθηκών δεν φαίνεται στον ορίζοντα. Εν τω μεταξύ η ΕΕ επιχειρεί να στηριχτεί στα εθνικά κράτη, τα οποία όμως την αποστρέφονται όλο και περισσότερο. Συνεπώς, χάνουμε τη δημοκρατία σε εθνικό επίπεδο, ενώ ακόμη κάθε άλλο παρά την έχουμε κερδίσει σε ευρωπαϊκό. Με λίγα λόγια, η δημοκρατία βουλιάζει και χάνεται στο πολιτικό κενό που υπάρχει ανάμεσα στην ΕΕ και στο εθνικό κράτος.
Οι νέες γενιές: Ο λαϊκισμός εκπαιδεύει τα παιδιά τουΕπειδή η Ένωση καθυστερεί πολύ και παραμένει σ' αυτή την ερμαφρόδιτη πολιτική κατάσταση, έχει διαβρωθεί από καιρό η κοινωνική βάση που είναι αναγκαία για να σχεδιαστεί και να πάρει μορφή η πολιτική Ευρώπη. Η πλειοψηφία υπέρ της Ευρώπης εξασθενεί, εάν δεν έχει ήδη χαθεί. Επίσης, προς το παρόν δεν προσφέρεται καθόλου ως διαθέσιμη επιλογή μια δημοκρατική Ευρώπη, αλλά μόνον περισσότερη ΕΕ και περισσότερη ολοκλήρωση, δηλαδή όλο και περισσότερο από τα ίδια. Τα δημοψηφίσματα προκαλούν φόβο. Μια ώριμη μεταρρύθμιση των Ευρωπαϊκών Συνθηκών δεν φαίνεται στον ορίζοντα. Εν τω μεταξύ η ΕΕ επιχειρεί να στηριχτεί στα εθνικά κράτη, τα οποία όμως την αποστρέφονται όλο και περισσότερο. Συνεπώς, χάνουμε τη δημοκρατία σε εθνικό επίπεδο, ενώ ακόμη κάθε άλλο παρά την έχουμε κερδίσει σε ευρωπαϊκό. Με λίγα λόγια, η δημοκρατία βουλιάζει και χάνεται στο πολιτικό κενό που υπάρχει ανάμεσα στην ΕΕ και στο εθνικό κράτος.
Λες και δεν έφτανε το κακό αυτής της σχεδόν μηχανικά αυτοτροφοδοτούμενης διαδικασίας, επιπροστίθεται και μια καταθλιπτική εξέλιξη στη διαδοχή των γενεών· οι νεότερες ελίτ, ιδίως στην Ανατολική Ευρώπη (αλλά όχι μόνον εκεί), πάσχουν από ιστορικό αναλφαβητισμό. Αυτές οι νέες ελίτ δεν εισέπνευσαν ποτέ το ευρωπαϊκό πνεύμα των γονέων της Συνθήκης του Μάαστριχτ (η ολοένα στενότερη ένωση). Δεν έχουν τέτοιους στόχους και ποτέ δεν είχαν.
Εκτός από αυτό, εκεί στα ανατολικά ο λαϊκισμός εκπαιδεύει τα παιδιά του, και μάλιστα το κάνει καλύτερα από τις φιλελεύθερες δημοκρατίες της Δύσης. Όποιος είχε ποτέ την αμφίβολης αξίας τύχη να συζητήσει με τους «μαθητές» του Orbán, με στελέχη της νεολαίας του ουγγρικού κόμματος Fidesz, καταλαβαίνει τι εννοώ. Μήπως εξακολουθεί κανείς να επιμένει ότι η κλασική πλύση εγκεφάλου δεν μπορεί να λειτουργήσει σήμερα; Μήπως νομίζει κανείς ότι στην Ουγγαρία υπάρχει μια νεολαία, στην παιδεία της οποίας περιλαμβάνεται και η Κριτική θεωρία; Ίσως και την Πολωνία την περιμένει ίδια τύχη, μόνο που εκεί όλα συμβαίνουν πιο γρήγορα και πιο φανερά σε σύγκριση με την Ουγγαρία. Με όλον αυτό τον κραυγαλέο «πατριωτισμό» στον Τύπο και στην εκπαίδευση, ίσως και η πολωνική νεολαία σύντομα δεν θα έχει ιδέα για το τί στην πραγματικότητα είναι η Ευρώπη ή για το τί θα έπρεπε να είναι.
Η αδυναμία μπροστά σε τέτοιες διαρκείς και επίμονες μετεξελίξεις, κάνει ακόμη και τα παλιά ιδρυτικά κράτη του ευρωπαϊκού εγχειρήματος διστακτικά και μουδιασμένα. Στη Γαλλία, η τόλμη για την Ευρώπη έχει στερέψει εδώ και πολύ καιρό. Αλλά και στην Ολλανδία, ένας στους τέσσερις πολίτες θέλει την αποχώρηση απο την ΕΕ. Άν και το 75 % των Ολλανδών δεν θέλει την αποχώρηση, εν τούτοις τους πολιτικούς της Ολλανδίας τους σέρνει από τη μύτη αυτό το 25 % των απορριπτικών. Ο Ολλανδός Frans Timmermans, αντιπρόεδρος της Επιτροπής της ΕΕ, στην ομιλία του για την ανάληψη της προεδρίας της ΕΕ από τη χώρα του (αρχές του 2016) είπε το εξής: [Θα πράττουμε] «τόσο ευρωπαϊκά όσο είναι αναγκαίο, τόσο εθνικά όσο είναι δυνατόν». Στη δεκαετία του 1990 αυτό θα ακουγόταν πολύ διαφορετικά.
Όμως η πρόσφατη επανεθνικοποίηση λαμβάνει χώρα υπό την πίεση των δεξιών λαϊκιστών. Και η υπαρκτή ΕΕ αφήνει τα νώτα της εντελώς ακάλυπτα στις επιθέσεις των Geert Wilders, Marine Le Pen και Heinz-Christian Strache: Η αναδιανομή με κοινωνικά κριτήρια μέσω των συστημάτων κοινωνικής ασφάλισης ανήκει αποκλειστικά και μόνον στις αρμοδιότητες των εθνικών κρατών, το ίδιο και ο καθορισμός του επιπέδου των μισθών και η διαμόρφωση των εργασιακών σχέσεων. Έτσι, στην Ελλάδα και αλλού, κατάφεραν να σώσουν τις τράπεζες, αλλά δεν μπόρεσαν να σώσουν τους πολίτες. Ένα ευρωπαϊκό συλλογικό σύστημα ασφάλισης εναντίον της ανεργίας [13], το οποίο θα μπορούσε να μετριάσει τη δυστυχία, κυρίως στην Ελλάδα, προσφέροντας εκεί μια ασπίδα κοινωνικής πρόνοιας για την περίοδο των αναγκαίων διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, είναι αδιανόητο στο σημερινό σύστημα της ΕΕ. Έχοντας από τη μια πλευρά ένα νόμισμα που δεν μπορεί να υποτιμηθεί και από την άλλη τα μέτρα λιτότητας που επέβαλλε η ΕΕ, στο Νότο απέμειναν ως μοναδικά (υποτίθεται) μέσα της δυσάρεστης θεραπείας οι μειώσεις μισθών, οι αυξήσεις φόρων και η ριζική περικοπή των κοινωνικών παροχών. Το γεγονός ότι τίποτε από αυτά δεν λειτούργησε σ' όλη τη νότια Ευρώπη, ούτε οικονομικά, ούτε κοινωνικά, ούτε πολιτικά, το γνωρίζουμε σήμερα με βεβαιότητα.
Όμως η πρόσφατη επανεθνικοποίηση λαμβάνει χώρα υπό την πίεση των δεξιών λαϊκιστών. Και η υπαρκτή ΕΕ αφήνει τα νώτα της εντελώς ακάλυπτα στις επιθέσεις των Geert Wilders, Marine Le Pen και Heinz-Christian Strache: Η αναδιανομή με κοινωνικά κριτήρια μέσω των συστημάτων κοινωνικής ασφάλισης ανήκει αποκλειστικά και μόνον στις αρμοδιότητες των εθνικών κρατών, το ίδιο και ο καθορισμός του επιπέδου των μισθών και η διαμόρφωση των εργασιακών σχέσεων. Έτσι, στην Ελλάδα και αλλού, κατάφεραν να σώσουν τις τράπεζες, αλλά δεν μπόρεσαν να σώσουν τους πολίτες. Ένα ευρωπαϊκό συλλογικό σύστημα ασφάλισης εναντίον της ανεργίας [13], το οποίο θα μπορούσε να μετριάσει τη δυστυχία, κυρίως στην Ελλάδα, προσφέροντας εκεί μια ασπίδα κοινωνικής πρόνοιας για την περίοδο των αναγκαίων διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, είναι αδιανόητο στο σημερινό σύστημα της ΕΕ. Έχοντας από τη μια πλευρά ένα νόμισμα που δεν μπορεί να υποτιμηθεί και από την άλλη τα μέτρα λιτότητας που επέβαλλε η ΕΕ, στο Νότο απέμειναν ως μοναδικά (υποτίθεται) μέσα της δυσάρεστης θεραπείας οι μειώσεις μισθών, οι αυξήσεις φόρων και η ριζική περικοπή των κοινωνικών παροχών. Το γεγονός ότι τίποτε από αυτά δεν λειτούργησε σ' όλη τη νότια Ευρώπη, ούτε οικονομικά, ούτε κοινωνικά, ούτε πολιτικά, το γνωρίζουμε σήμερα με βεβαιότητα.
Ο μεγαλύτερος κίνδυνος για την Ευρώπη είναι ο εξής: το πολιτικό Κέντρο εξακολουθεί να αντιμετωπίζει αυτή την κατάσταση απωθώντας την συλλογικά [ανάλογα με την «αντιμετώπιση» των τραυματικών εμπειριών μέσω του μηχανισμού της απώθησης στην ατομική ψυχολογία]. Η πραγματική αποτυχία του είναι το γεγονός ότι αποφεύγει να δει καταπρόσωπο την πραγματικότητα και συνεχίζει να κάνει ό,τι έκανε πριν. Η προ-επαναστατική λαϊκιστική δυναμική υποτιμάται ή αντιμετωπίζεται με ηθική απαξίωση. Με αυτό τον τρόπο, οι δυνάμεις αυτές αποδέχονται το ρίσκο μιας διαρκούς αποσταθεροποίησης του συστήματος των πολιτικών κομμάτων στις χώρες της ΕΕ, με την ελπίδα ότι ο λαϊκισμός στην Ευρώπη μπορεί και να ξεφτίσει, άν η ΕΕ παρουσιάσει λίγες ποσοστιαίες μονάδες μεγαλύτερη άνοδο του ΑΕΠ. Όμως κάτι τέτοιο καθόλου δεν διαφαίνεται στον οικονομικό ορίζοντα. Έτσι, ίσως αυτό που καταφέρνει το πολιτικό Κέντρο, είναι απλά και μόνον να σκάβει το δικό του τάφο.
Χωρίς μια μεταρρύθμιση εκ θεμελίων με κατεύθυνση περισσότερη δημοκρατία, η ΕΕ δεν θα έχει καμία τύχη. Το μόνο πρόβλημα είναι ότι εντός της ΕΕ δεν υπάρχει πραγματική πολιτική αντιπολίτευση και ότι οι αποφάσεις εκ των πραγμάτων δεν είναι πλέον αντιστρέψιμες. Σε μεγάλο βαθμό, η πολιτική της ΕΕ ασκείται χωρίς διορθώσεις. Πολλές ελπίδες έχουν στηριχτεί στην «πολιτικοποίηση» της ΕΕ, στην πολιτική της ενοποίηση, όμως κάτι τέτοιο δεν συμβαίνει. Ο δρόμος προς την κατεύθυνση αυτή έχει φραχτεί με συστημικά εμπόδια.
Ακόμη και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο δεν μπορεί να πολιτικοποιήσει τον εαυτό του, ώστε να ικανοποιηθεί μια επιθυμία που εκφράζεται συχνά στη συζήτηση περί Ευρώπης. Για να αντιμετωπίσει την ισχύ του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου και τα διασταυρούμενα πυρά των εθνικών κυβερνήσεων, είναι αναγκασμένο να καταφεύγει σχεδόν πάντα σε έναν «μεγάλο συνασπισμό», δηλαδή σε διακομματική πλειοψηφία, διότι χρειάζεται πλειοψηφία δύο τρίτων προκειμένου να παρακάμψει το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο είναι κατ' ουσίαν «αποπολιτικοποιημένο». Σε περισσότερο από το 90 % των ψηφοφοριών, σχηματίζονται πλειοψηφίες του 70 % + κάτι, για να παρακαμφθεί το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο.
Το ίδιο πρόβλημα το συναντάμε και στο οικονομικό επίπεδο: Όσο η ευρωζώνη δεν θεωρείται ενιαία οικονομία και δεν οργανώνεται ανάλογα, ως ενιαία πολιτική οικονομία και με μία κοινή λογιστική ως όλον, είναι αδύνατο να αντιμετωπισθούν οι επιπτώσεις της κρίσης στη ζώνη του ευρώ με τρόπο δημοκρατικό και εξίσου κοινωνικά ισορροπημένο για όλους τους ευρωπαίους πολίτες. Επομένως, είναι σημαντικό να οργανωθεί η ισότιμη συμμετοχή όλων των πολιτών της ζώνης του ευρώ στο σωρευτικό κέρδος που προέκυψε με τη δημιουργία αυτής της ζώνης. [14]
Και αυτό απαιτεί πάνω απ' όλα μια διακρατική κοινοβουλευτική δημοκρατία, στην οποία όλοι οι ευρωπαίοι πολίτες πρέπει να θεωρούνται ίσοι, τόσο από πολιτική άποψη (δηλαδή ως προς την ψήφο τους στις εκλογές), όσο και ενώπιον του νόμου (δηλαδή ως προς τη φορολογική νομοθεσία και την πρόσβαση στα κοινωνικά δικαιώματα). Διαφορετικά, τα κράτη-μέλη και οι πολίτες τους θα συνεχίσουν να ανταγωνίζονται μεταξύ τους, όπως συμβαίνει σήμερα στην ΕΕ, με συνέπειες προβλέψιμες, δηλαδή με περαιτέρω άνοδο των δεξιών λαϊκιστών.
Το ίδιο πρόβλημα το συναντάμε και στο οικονομικό επίπεδο: Όσο η ευρωζώνη δεν θεωρείται ενιαία οικονομία και δεν οργανώνεται ανάλογα, ως ενιαία πολιτική οικονομία και με μία κοινή λογιστική ως όλον, είναι αδύνατο να αντιμετωπισθούν οι επιπτώσεις της κρίσης στη ζώνη του ευρώ με τρόπο δημοκρατικό και εξίσου κοινωνικά ισορροπημένο για όλους τους ευρωπαίους πολίτες. Επομένως, είναι σημαντικό να οργανωθεί η ισότιμη συμμετοχή όλων των πολιτών της ζώνης του ευρώ στο σωρευτικό κέρδος που προέκυψε με τη δημιουργία αυτής της ζώνης. [14]
Και αυτό απαιτεί πάνω απ' όλα μια διακρατική κοινοβουλευτική δημοκρατία, στην οποία όλοι οι ευρωπαίοι πολίτες πρέπει να θεωρούνται ίσοι, τόσο από πολιτική άποψη (δηλαδή ως προς την ψήφο τους στις εκλογές), όσο και ενώπιον του νόμου (δηλαδή ως προς τη φορολογική νομοθεσία και την πρόσβαση στα κοινωνικά δικαιώματα). Διαφορετικά, τα κράτη-μέλη και οι πολίτες τους θα συνεχίσουν να ανταγωνίζονται μεταξύ τους, όπως συμβαίνει σήμερα στην ΕΕ, με συνέπειες προβλέψιμες, δηλαδή με περαιτέρω άνοδο των δεξιών λαϊκιστών.
Ο λόγος είναι ο εξής: έχουμε μια νομισματική ζώνη που λειτουργεί με βασικά κοινωνικά πρότυπα άνισα, με μεγάλες διαφορές στο ύψος των φόρων, στους μισθούς και στα κοινωνικά δικαιώματα. Επομένως, μετά την εισαγωγή του ευρώ, βρισκόμαστε εκεί όπου βρισκόμασταν πριν από την εισαγωγή του ευρώ. Άς το διατυπώσουμε διαφορετικά: Ακόμη και χωρίς πολιτική ένωση το ευρώ μπορεί πράγματι να λειτουργήσει, όμως όχι δημοκρατικά, παρά μόνον μετα-δημοκρατικά, όπως λειτουργεί τώρα.
Κάθε πραγματική δημοκρατική Ένωση πρέπει να βασίζεται στην πολιτική ισότητα των πολιτών και στην ισότητά τους ενώπιον του αστικού Δικαίου. Ωστόσο, σήμερα, την ισότητα των πολιτών στην Ευρώπη δεν μπορούν να την εγγυηθούν τα εθνικά κράτη. Αυτή είναι η μεγάλη αυταπάτη των «Ηνωμένων Πολιτειών της Ευρώπης». Γι' αυτό το λόγο, η περισσότερη ολοκλήρωση δεν είναι λύση.
Όχι, η Ευρώπη πρέπει να αναστραφεί, δηλαδή να στηθεί με τα πόδια κάτω και με το κεφάλι επάνω και να επαναδομηθεί πλήρως με βάση την αρχή της ισότητας των πολιτών. Μόνον η πολιτική και αστική ισότητα των πολιτών θα σταθεροποιήσει μακροπρόθεσμα το ευρωπαϊκό σύστημα και συνακόλουθα θα θέσει ένα τέλος στην διάβρωσή του, που τη βλέπουμε να συμβαίνει τώρα. Αλλά αυτό μπορεί να επιτευχθεί μόνον μέσω της ευρωπαϊκής ιθαγένειας για όλους τους πολίτες, γυναίκες και άνδρες, που θα γίνουν έτσι πολίτες μιας κοινής, μετα-εθνικής ευρωπαϊκής Δημοκρατίας.
Κάθε πραγματική δημοκρατική Ένωση πρέπει να βασίζεται στην πολιτική ισότητα των πολιτών και στην ισότητά τους ενώπιον του αστικού Δικαίου. Ωστόσο, σήμερα, την ισότητα των πολιτών στην Ευρώπη δεν μπορούν να την εγγυηθούν τα εθνικά κράτη. Αυτή είναι η μεγάλη αυταπάτη των «Ηνωμένων Πολιτειών της Ευρώπης». Γι' αυτό το λόγο, η περισσότερη ολοκλήρωση δεν είναι λύση.
Όχι, η Ευρώπη πρέπει να αναστραφεί, δηλαδή να στηθεί με τα πόδια κάτω και με το κεφάλι επάνω και να επαναδομηθεί πλήρως με βάση την αρχή της ισότητας των πολιτών. Μόνον η πολιτική και αστική ισότητα των πολιτών θα σταθεροποιήσει μακροπρόθεσμα το ευρωπαϊκό σύστημα και συνακόλουθα θα θέσει ένα τέλος στην διάβρωσή του, που τη βλέπουμε να συμβαίνει τώρα. Αλλά αυτό μπορεί να επιτευχθεί μόνον μέσω της ευρωπαϊκής ιθαγένειας για όλους τους πολίτες, γυναίκες και άνδρες, που θα γίνουν έτσι πολίτες μιας κοινής, μετα-εθνικής ευρωπαϊκής Δημοκρατίας.
- [1] Το άρθρο έχει ως βάση το περιεχόμενο του Warum Europa eine Republik werden muss! Eine politische Utopie, του πρόσφατου βιβλίου της συγγραφέως (εκδόσεις Dietz).
- [2] Η βιβλιογραφία για το θέμα αυτό είναι τεράστια. Καλά αντιπροσωπευτικά παραδείγματα από τις πιο πρόσφατες δημοσιεύσεις, για όσους θέλουν να εμβαθύνουν: Wolfgang Streeck: Gekaufte Zeit, Suhrkamp, Berlin 2013. Fritz Scharpf: Das Dilemma der supranationalen Demokratie, στο Leviathan 1/2015. Jürgen Habermas: Warum der Ausbau der Europäischen Union zu einer supranationalen Demokratie nötig und wie er möglich ist, στο Leviathan, 4/2014, σ. 524-539. Claus Offe: Europa entrapped, London 2015. Fritz Scharpf: Deliberative Demokratie in der europäischen Mehrebenenpolitik, στο Leviathan, 2/2015, σ. 155-166.
- [3] Jan-Werner Müller: Zu einer politischen Theorie des Populismus, στο Transit, 4/2013, σ. 62-71.
- [4] Η αισθητική αρχή form follows function (η μορφή ακολουθεί τη λειτουργία) στην περίπτωση αυτή παραβιάστηκε: Η μορφή και όχι η λειτουργία προσδιορίζει την πολιτική της EΕ. Η επανακατάκτηση της πολιτικής αισθητικής στην Ευρώπη πρέπει να αρχίσει απο αυτό το σημείο.
- [5] Έχουν ήδη δημοσιευτεί τα πρώτα βιβλία που περιέχουν στον τίτλο τους την έννοια «ευρωπαϊκή επανάσταση». Βλ. Peter Trawny, Europa und die Revolution, Berlin 2015. Επανάσταση - revolution – από το Λατινικό revolver – η αρχική σημασία της λέξης είναι περιστροφή, επιστροφή στις απαρχές, στην προτέρα κατάσταση, διαγράφοντας έναν κύκλο.
- [6] Ο Manfred Güllner του δημοσκοπικού Forsa-Institut έκανε την εξής διαφοροποίηση σε μια εκπομπή της Deutschlandfunk (2.1.2016): Το πραγματικό πρόβλημα στη Γερμανία δεν είναι τόσο το 4 % των ριζοσπαστικών αντιδημοκρατικών, οι οποίοι πρέπει να καταπολεμηθούν με αποφασιστικό τρόπο (προπαντός τώρα, που απαιτούν δημόσια να πυροβολούνται όσοι επιχειρούν να περάσουν τα σύνορα), αλλά κυρίως οι απογοητευμένοι, εκείνοι που συνήθως δεν ψηφίζουν. Όμως η πράξη του εκλέγειν είναι ανώνυμη. Έτσι οι ριζοσπαστικοί αντιδημοκράτες παρέχουν τη σκηνή και το πολιτικό όχημα που δίνει την ευκαιρία σε πολλούς απογοητευμένους και θυμωμένους να δώσουν ψήφο διαμαρτυρίας.
- [7] Βλ. την εξαιρετική εισήγηση του Frank Richter στις Συζητήσεις της Καρλσρούης του Κέντρου Εφαρμοσμένων Πολιτισμικών Επιστημών (Zentrum für Angewandte Kulturwissenschaft und Studium General - ZAK) την 21.2.2016 (YouTube-Kanal ZAK). Βλ. επίσης πρόσφατες συζητήσεις φιλοσόφων όπως του Peter Sloterdijk και του Rüdiger Safranski στο Cicero 1/2016 και 2/2016, καθώς και: Albrecht von Lucke, Der Triumph der AfD, στο Blätter, 3/2016, σ. 5-8.
- [8] Pierre Rosanvallon, The society of eqals, Harvard University Press, Cambridge / London 2013, (Kindle-Edition, Position 1-7).
- [9] Ο Rosanvallon, όπ. π., δίνει εντυπωσιακά αριθμητικά στοιχεία για τη Γαλλία, σύμφωνα με τα οποία η κατανομή των περιουσιακών στοιχείων σήμερα δεν διαφέρει από του 1913. Ο Thomas Piketty, Το Κεφάλαιο τον 21ο Αιώνα (2014), δίνει εξαντλητικά αριθμητικά στοιχεία για τις εισοδηματικές και περιουσιακές διαφορές στις αναπτυγμένες βιομηχανικές χώρες. Επίσης πλούσιο υλικό υπάρχει στο βιβλίο του Walter Wüllenweber, Die Asozialen: Wie Ober- und Unterschicht unser Land ruinieren, Φρανκφούρτη 2012. Επίσημα αριθμητικά στοιχεία δίνει η ετήσια έκθεση για τη φτώχεια στη Γερμανία (Armutsbericht Deutschland - www.armuts-und-reichtumsbericht.de), στην οποία πάντως καταλογίζεται συνήθως ωραιοποίηση. Τέλος ο OECD επισημαίνει τις διαρκώς αυξανόμενες διαφορές στην κατανομή των περιουσιακών στοιχείων, προπαντός στη Γερμανία (βλ. Vermögen in Deutschland höchst ungleich verteilt, Die Zeit - www.zeit.de, 21.5.2015).
- [10] H Βάδη-Βυρτεμβέργη, η Βαυαρία, στη Γαλλία η Αλσατία και μερικές ευημερούσες περιφέρειες στη Βόρεια Ιταλία είναι μάλλον εξαιρέσεις στο σύνολο της Ευρώπης.
- [11] Για τη σωρευτική συγκέντρωση των βιομηχανικών κέντρων της Ευρώπης στη Γερμανία, για την οποία, εκτός των άλλων, παίζει ρόλο και η σαφώς κεντρική γεωγραφική θέση της Γερμανίας στην ευρωπαϊκή ήπειρο, βλ. χάρτες και διαγράμματα στο βιβλίο μου. Επίσης, ο χάρτης της Γαλλίας δείχνει την σύνδεση της ανεργίας με την ψήφο υπέρ του Front National. Για την ψήφο υπέρ του UKIP στις υποβαθμισμένες περιφέρειες της Βόρειας Αγγλίας, βλ. John Springford, Disunited Kingdom: Why «Brexit» endangers Britain's poorer regions, Centre for European Reform, Λονδίνο, Απρίλιος 2015.
- [12] Βλ. Georg Simmerl και Friederike M. Reinhold, A Post-Structuralist Reading of Authority: Developing a concept for the Study of Global (Dis-)Order, εισήγηση στην Graduate Conference του ECPR, Βρέμη, 4.-6.7.2012.
- [13] Όπως προτάθηκε το 2014 επίσημα από τον Ούγγρο Επίτροπο της ΕΕ για τα κοινωνικά θέματα László Andór και στις αρχές του 2016 επανέφερε στη συζήτηση ο Ιταλός πρωθυπουργός Matteo Renzi. Και για το θέμα αυτό υπάρχει εδώ και χρόνια εκτεταμένη βιβλιογραφία, π.χ. η μελέτη του Center for European Policy (CEP): Europäische Arbeitslosenversicherung. Ein wirkungsvoller Stabilisator für den Euroraum? των Matthias Kullas und Klaus-Dieter Sohn, Bρυξέλλες, Aπρίλιος 2015, www.cep.eu, καθώς και η (παλιά) μελέτη του Sebastian Dullien, Eine Arbeitslosenversicherung für die Eurozone, «SWP-Studien», 1/2008.
- [14] Στο επιχείρημα αυτό, προϋποτίθεται ότι υπάρχει η δυνατότητα και η βούληση να εξισορροπούνται στο σύνολο της Ευρώπης οι μακροπρόθεσμες αποκλίσεις στην παραγωγικότητα και στην οικονομική απόδοση των ομόσπονδων χωρών, των εθνικών κρατών και των περιφερειών, μέσω πολιτικών και νομικών αλλαγών και μεταρρυθμίσεων.
Η Ulrike Guérot, δημοσιογράφος, δοκιμιογράφος και αναλύτρια για τα θέματα της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης και του ρόλου της Ευρώπης στον κόσμο, ίδρυσε και διευθύνει το European Demoracy Lab στο European School of Governance-eusg (Βερολίνο).
Σήμερα είναι καθηγήτρια του Τμήματος για την Ευρωπαική Πολιτική και τις Σπουδές της Δημοκρατίας, του οποίου είναι διευθύντρια, στο Πανεπιστήμιο του Δουνάβεως, Krems, Aυστρία. Εργάστηκε ως δημοσιογράφος και λέκτορας, είναι συνεργάτιδα της Open Society Initiative for Europe (OSIFE), διετέλεσε διευθύντρια του γραφείου στο Βερολίνο του European Council on Foreign Relations ECFR, (www.ecfr.eu, 2007-2013) καθώς και του Τομέα Ευρώπης της Deutsche Gesellschaft für Auswärtige Politik (www.dgap.org).
Μέλος της συμβουλευτικής επιτροπής για την εξωτερική πολιτική του Ινστιτούτου Heinrich Böll
Πρόσφατα κυκλοφόρησε το νέο της βιβλίο Warum Europa eine Republik werden muss! Eine politische Utopie (Γιατί η Ευρώπη πρέπει να γίνει μια δημοκρατική πολιτεία. Μια πολιτική ουτοπία).
Ο προσωπικός ιστότοπος της Ulrike Guérot: Innovative Thinking about Europe |
Αρθρογραφία της Ulrike Guérot: IP Journal - DGAP (Deutsche Gesellschaft für Auswärtige Politik, αγγλικά)
Ulrike Guérot: European Council on Foreign Relations (ECFR, αγγλικά)
Ulrike Guérot: European Council on Foreign Relations (ECFR, αγγλικά)
Ulrike Guérot: Η ακραία ανισότητα και οι απατηλοί μύθοι που αφηγούνται οι κοινωνικές ελίτ
Sebastian Dullien - Ulrike Guérot: Γερμανία: Η μακρά σκιά του ορντο-φιλελευθερισμού
Ulrike Guérot: Η Ευρώπη πρέπει να αντιστρέψει την πορεία της - Η πολιτική επιστρέφει
Ulrike Guérot - Τι είδους Γερμανία χρειάζεται η Ευρώπη;
Περιέχεται στην συλλογική έκδοση στα Ελληνικά: Δημοκρατία ή Καπιταλισμός - Η Ευρώπη σε κρίση, Τόμος Α’, με επιμέλεια της Ρούλας Γκόλιου.
Περιέχεται στην συλλογική έκδοση στα Ελληνικά: Δημοκρατία ή Καπιταλισμός - Η Ευρώπη σε κρίση, Τόμος Α’, με επιμέλεια της Ρούλας Γκόλιου.
Η πρωτότυπη δημοσίευση είναι των Blätter für deutsche und internationale Politik.
Στον τόμο Α' περιέχονται επίσης δοκίμια των Jürgen Habermas, Ulrich Beck, Hauke Brunkhorst, Hans-Jürgen Urban, Claudio Franzius, Ulrich Κ. Preuss, Oskar Negt καθώς και μια συζήτηση των Jürgen Habermas, Joschka Fischer, Henrik Enderlein και Christian Calliess με την Ulrike Guérot, με θέμα την κρίση στην ΕΕ και το ρόλο της Γερμανίας, στα πλαίσια εκδήλωσης του ECFR. Εισαγωγή στην ελληνική έκδοση και περιεχόμενα του Α' Τόμου.
Στον τόμο Α' περιέχονται επίσης δοκίμια των Jürgen Habermas, Ulrich Beck, Hauke Brunkhorst, Hans-Jürgen Urban, Claudio Franzius, Ulrich Κ. Preuss, Oskar Negt καθώς και μια συζήτηση των Jürgen Habermas, Joschka Fischer, Henrik Enderlein και Christian Calliess με την Ulrike Guérot, με θέμα την κρίση στην ΕΕ και το ρόλο της Γερμανίας, στα πλαίσια εκδήλωσης του ECFR. Εισαγωγή στην ελληνική έκδοση και περιεχόμενα του Α' Τόμου.
Open Democracy: Ulrike Guérot - Call for a European republic
Ulrike Guérot: Europe as a republic -
The story of Europe in the 21th century © Eurozine / Open Democracy
Ulrike Guérot: Europe as a republic -
The story of Europe in the 21th century © Eurozine / Open Democracy
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου