Η
ταραχή με τις επιλογές προσώπων για τις αυτοδιοικητικές εκλογές,
κυρίως του ΣΥΡΙΖΑ (αλλά κατά δεύτερο λόγο και της ΝΔ - π.χ. περίπτωση Περιφέρειας
Κεντρικής Μακεδονίας), δεν είναι κάτι νέο ή απρόοπτο στο πολιτικό
σκηνικό. Συνεχίζει τις αλλοπρόσαλλες επιλογές υποψηφίων εκ μέρους των
κομμάτων, που πήρε μεγάλες διαστάσεις στις διπλές Βουλευτικές εκλογές του 2012,
με αποτέλεσμα να έχουμε ίσως τη χειρότερη μεταπολεμική Βουλή.
Η ταραχή σε άλλους πολιτικούς χώρους, με αφορμή τις επιλογές υποψήφιων ευρωβουλευτών, φαίνεται επίσης να προκύπτει από ζητήματα προσώπων.
Αλλά στην
πραγματικότητα, ούτε η μία ούτε η άλλη ταραχή δεν προκύπτει μόνον, ούτε κυρίως, από ζητήματα προσώπων. Από τη μία πλευρά, τα φτωχά ή αλλοπρόσαλλα
προγραμματικά αποθέματα των κομμάτων, είναι ευνόητο να μη
συναντούν ένθερμες διαθέσεις για υποψηφιότητες. Αλλά μερικές επιλογές από τους κομματικούς μηχανισμούς, είναι και ενδείξεις προχωρημένης διάβρωσης του κομματικού συστήματος.
“Ψεκασμοί” εξ αριστερών; “Όσο που να πάμε στην Κοζάνη, το φορτίο θα το 'χουμε τρομπάρει...”
“Ψεκασμοί” εξ αριστερών; “Όσο που να πάμε στην Κοζάνη, το φορτίο θα το 'χουμε τρομπάρει...”
Στην
περίπτωση του ΣΥΡΙΖΑ, εκτός των άλλων, η επιλογή ως υποψηφίου
περιφερειάρχη Δυτικής Μακεδονίας, προσώπου που έχει εκφρασθεί κατά
καιρούς με σκληρές αντισημιτικές εκφράσεις, με “ψεκασμένη”
συνωμοσιολογική γλώσσα, και φιλοξενεί συστηματικά σε τηλεοπτικά
προγράμματα εκπροσώπους της ΧΑ, θέτει ένα οδυνηρό ερώτημα: Πρόκειται για
λάθος, για απροσεξία, για απλή προχειρότητα, για την γνωστή “άγνοια κινδύνου”, την τόσο συνηθισμένη στο Ελληνικό κομματικό σκηνικό μετά το 2008; Ή πρόκειται για συνειδητή επιλογή target group, για πρόγραμμα; Φοβάμαι μήπως μπορεί να είναι το δεύτερο, γι' αυτό, το περιστατικό χρήζει μεγάλης προσοχής.
Το αδύνατο σημείο του ΣΥΡΙΖΑ ήταν (και σε μεγάλο βαθμό συνεχίζει να
είναι), η υπερτιμημένη θέση που επιφυλάσσει για τη σύγκλιση σε
(γενικά και αόριστα)“αντιμνημονιακές” λογικές, προκειμένου να συνεργασθεί ή όχι με άλλα
πολιτικά μορφώματα.
Πρόκειται για λάθος απλοϊκών πολιτικών ιεραρχήσεων. Που είναι ιδιαίτερα βαρύ, ακριβώς επειδή ο ΣΥΡΙΖΑ είναι, και πρέπει υποχρεωτικά να μείνει, αριστερό κόμμα: Εξαιτίας της υπερβολικά τονισμένης “αντιμνημονιακής” προτεραιότητας, χάνεται, αδυνατίζει το κοινωνικό, το ταξικό χαρακτηριστικό του κόμματος. Συσκοτίζεται το συστατικό για αριστερό κόμμα αίτημα, της Κοινωνικής Δικαιοσύνης. Συσκοτίζεται επίσης απερίσκεπτα, ο σαφής Ευρωπαϊκός χαρακτήρας του κόμματος, ο ακρογωνιαίος πολιτικός του λίθος “για μια άλλη Ευρώπη”, η φεντεραλιστική προϋπόθεση μιας πραγματικής εξόδου από την Ευρωπαϊκή κρίση.
Πρόκειται για λάθος απλοϊκών πολιτικών ιεραρχήσεων. Που είναι ιδιαίτερα βαρύ, ακριβώς επειδή ο ΣΥΡΙΖΑ είναι, και πρέπει υποχρεωτικά να μείνει, αριστερό κόμμα: Εξαιτίας της υπερβολικά τονισμένης “αντιμνημονιακής” προτεραιότητας, χάνεται, αδυνατίζει το κοινωνικό, το ταξικό χαρακτηριστικό του κόμματος. Συσκοτίζεται το συστατικό για αριστερό κόμμα αίτημα, της Κοινωνικής Δικαιοσύνης. Συσκοτίζεται επίσης απερίσκεπτα, ο σαφής Ευρωπαϊκός χαρακτήρας του κόμματος, ο ακρογωνιαίος πολιτικός του λίθος “για μια άλλη Ευρώπη”, η φεντεραλιστική προϋπόθεση μιας πραγματικής εξόδου από την Ευρωπαϊκή κρίση.
Το ξεχασμένο αίτημα για κοινωνική συνοχή
και για προτεραιότητα στην
προστασία των μη εξασφαλισμένων, δεν είναι άσχετο με αυτό το θέμα. Και
δεν είναι ζήτημα ιδεολογικής καθαρότητας ή αυθεντικότητας
(δηλ. ποιός είναι ο “πιό αριστερός”, ή ποιός είναι πραγματικός σοσιαλιστής και ποιος όχι): Είναι καθαρά προγραμματικό ζήτημα, ζήτημα πρακτικής πολιτικής.
Π.χ., το γεγονός ότι κανένα κόμμα στην Ελλάδα δεν υπερασπίζεται με δυνατή φωνή τους
εργαζόμενους του ιδιωτικού τομέα, έχει να κάνει με κοινωνικές
προτεραιότητες – και με κομματικές πελατείες βεβαίως – καθώς επίσης με επιλογές στα (όποια, φτωχά) προγράμματα.
Στο θέμα αυτό, η ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ (με τις πελατείες απο τα παλιά, βεβαίως), αλλά και ο ΣΥΡΙΖΑ (στον αγώνα για προσέλκυση αποδεσμευμένων πελατών), οι ΑΝΕΛ, ακόμη
και η μικρή, για να σκέφτεται πελατείες και πολιτικό κόστος, ΔΗΜΑΡ,
σχεδόν ταυτίζονται. Όλοι προσπαθούν να είναι κυρίως εκπρόσωποι
μεσοστρωμάτων,
υπερκινητικών μεσοαστών. Το ΚΚΕ φυσικά είναι πάντα αλλού.
Ως κατακλείδα: Η σύγκλιση με το σκληρό δεξιό “αντιμνημόνιο”, απειλεί να επικεντρώσει τον ΣΥΡΙΖΑ ως κόμμα εκείνων
των ευνοημένων στην εποχή της φούσκας κινητικών μερίδων των μεσοστρωμάτων. Πρόκειται για πολιτικές επικεντρώσεις και κοινωνικές συγκλίσεις που θυμίζουν το κατ' όνομα “σοσιαλιστικό” ΠΑΣΟΚ, την εποχή που γιγαντώθηκε (1975 - 1980). Τότε που έγινε το κατεξοχήν κόμμα των ανερχόμενων,
επιθετικών μεσοστρωμάτων (ελευθερο-επαγγελματικών μερίδων και κρατικής
υψηλο-υπαλληλίας). Έμεινε έτσι απόλυτα κυρίαρχο στις δεκαετίες 1980 - 1990, ωστόσο με την γνωστή, απότομη
κατάληξη του 2010 - 2011 “όταν η βελόνα άγγιξε τη φούσκα”.
Οικολόγοι-Πράσινοι: Σε δύσκολο πολιτικό “βιότοπο” - και δεν αναπαράγονται;
Παρατηρούμε ταυτόχρονα και την διαλυτική κρίση στο μικρό κόμμα των Οικολόγων Πράσινων, με αφορμή τη λίστα των υποψηφίων Ευρωβουλευτών.
Ειδικά
ο πολιτικός αυτός χώρος, όχι μόνον στην Ελλάδα,
αλλά σε όλη τη Νότια Ευρώπη, από την Πορτογαλία μέχρι την Κύπρο, δεν
βρήκε ποτέ τρόπο να αποκτήσει κοινωνικό έρεισμα. Από τη μία πλευρά, οι
Μεσογειακές κοινωνίες είναι πιό ηδονιστικές, πιό εγωιστικές, χωρίς τις
(Καντιανές) αξίες καθολικής ισχύος του Βορρά, και αυτό τις καθιστά
δύσκολο στόχο για ένα οικολογικό κόμμα. Όμως, από την άλλη πλευρά, ποτέ
δεν θέλησαν οι Έλληνες Πράσινοι να ανανεώσουν το πολιτικό τους προσωπικό
με άτομα νεότερης ηλικίας και “αποσαθρώθηκαν” εσωτερικά, μέσα στην οξειδωτική μικροπολιτική των στενών κύκλων.
Έτσι, οι πραγματικές αιτίες και αυτής της διάλυσης, είναι μια ακόμη
ένδειξη της ολικής αποτυχίας του Ελληνικού κομματικού συστήματος.
Το ΠΑΣΟΚ εναντίον των “58” ως ουροβόρος όφις;
Η κρίση δοκιμάζει και κομματιάζει όλους ανεξαιρέτως τους πολιτικούς
χώρους, πιό έντονα σε μια χώρα όπου πολιτική σημαίνει πολλή ιδεο-λογία και αερολογία (δηλαδή ψευδής συνείδηση) και ελάχιστος
ορθολογισμός. Αλλά στην πράξη, το απαξιωμένο
πολιτικό προσωπικό καταγίνεται ακόμη με κυνικό χειρισμό των απλών
πολιτών, με παραμύθιασμα: Και τους χωρίζει με σκληρά πραγματιστικό πολιτικό τρόπο σε προσοδούχους και επισφαλείς, όπως ακριβώς τους χωρίζει με τον μιντιακό - ιδεολογικό τρόπο της εικονικής πραγματικότητας σε μνημονιακούς και αντιμνημονιακούς. Ή όπως τους χωρίζει με τον επίμονο πελατειακό τρόπο (που εξακολουθεί να έχει τα εργαλεία του, παρά την εποχή ισχνών αγελάδων), σ' εκείνους που ελπίζουν να γυρίσει το ρολόι του χρόνου πίσω στο 2007 και σε απαλλαγμένους από αυταπάτες, προς το παρόν, μάλλον οπαδούς του “Κανένα”.
Μέσα στην κρίση έπεσε πολλή ομίχλη, αποπροσανατολίζει καρδιές και πνεύματα: Το “σμήνος των ψεκαστικών” και σία, αφού επί 2 χρόνια διέλυσε την ΝΔ, εισβάλλει τώρα και στον ΣΥΡΙΖΑ ως πρόγραμμα κομματικών συμμαχιών.
Η περιπέτεια στην οποία μπήκαν και οι λεγόμενοι “58”, μετά την κίνηση του προέδρου του ΠΑΣΟΚ (σε συνεργασία τον πρωθυπουργό) να γίνουν οι Ευρωεκλογές με σταυροδοσία - και με μιντιακή υπόκρουση σε μείζονα κλίμακα, το ίδιο πράγμα δείχνει: Ο κυνικός χειρισμός είναι πάντα μια από τις ακλόνητες σταθερές του παλιού, νεκροζώντανου κομματικού συστήματος και του προσωπικού του. Και είναι αδύνατο να αντιμετωπισθεί με κινήσεις καλής θέλησης προς αυτό το προσωπικό.
Τελικά, μια από τις ενδείξεις ότι βρισκόμαστε ακόμη βαθειά στην “εποχή των τεράτων” (έτσι ονόμαζε τέτοιες εποχές ο Γκράμσι), και έχουμε να διανύσουμε δρόμο, παρατηρείται σε όλα τα Ελληνικά κόμματα, επειδή υπάρχει ο κοινός παρονομαστής: Τα κόμματα μικρά και μεγάλα, “δεξιά”, “αριστερά”, ή ό,τι άλλο, λειτουργούν σαν κλειστά κλάμπ ενός συγκεκριμένου προσωπικού. Έτσι δεν καταλαβαίνουν τι γίνεται έξω στην ευρύτερη κοινωνία, ούτε και αυτή τα καταλαβαίνει.
Μέσα στην κρίση έπεσε πολλή ομίχλη, αποπροσανατολίζει καρδιές και πνεύματα: Το “σμήνος των ψεκαστικών” και σία, αφού επί 2 χρόνια διέλυσε την ΝΔ, εισβάλλει τώρα και στον ΣΥΡΙΖΑ ως πρόγραμμα κομματικών συμμαχιών.
Η περιπέτεια στην οποία μπήκαν και οι λεγόμενοι “58”, μετά την κίνηση του προέδρου του ΠΑΣΟΚ (σε συνεργασία τον πρωθυπουργό) να γίνουν οι Ευρωεκλογές με σταυροδοσία - και με μιντιακή υπόκρουση σε μείζονα κλίμακα, το ίδιο πράγμα δείχνει: Ο κυνικός χειρισμός είναι πάντα μια από τις ακλόνητες σταθερές του παλιού, νεκροζώντανου κομματικού συστήματος και του προσωπικού του. Και είναι αδύνατο να αντιμετωπισθεί με κινήσεις καλής θέλησης προς αυτό το προσωπικό.
Τελικά, μια από τις ενδείξεις ότι βρισκόμαστε ακόμη βαθειά στην “εποχή των τεράτων” (έτσι ονόμαζε τέτοιες εποχές ο Γκράμσι), και έχουμε να διανύσουμε δρόμο, παρατηρείται σε όλα τα Ελληνικά κόμματα, επειδή υπάρχει ο κοινός παρονομαστής: Τα κόμματα μικρά και μεγάλα, “δεξιά”, “αριστερά”, ή ό,τι άλλο, λειτουργούν σαν κλειστά κλάμπ ενός συγκεκριμένου προσωπικού. Έτσι δεν καταλαβαίνουν τι γίνεται έξω στην ευρύτερη κοινωνία, ούτε και αυτή τα καταλαβαίνει.
Γιώργος Β. Ριτζούλης
Υ.Γ. Το “ψηλότερο κερί” στην “ολοσκότεινη λυχνία” που μας άναψε καταπρόσωπο ο ΣΥΡΙΖΑ (και είδαμε αστράκια), το επισημαίνει πάντως αυτή τη φορά, άν και με άλλα κίνητρα - εσωκομματικής αντιπολίτευσης προς την “προεδρική” πλειοψηφία - ο Θανάσης Καρτερός στην “Αυγή”. Ότι το επισημαίνει είναι πάντως προς τιμήν του, παρά την εργαλειακή χρήση των γεγονότων. Δεν είναι να μένει ασχολίαστος ο
βαθμός μηδέν στα πολιτικά αντανακλαστικά, ειδικά αριστερού κόμματος,
αλλά και πολιτικό IQ γενικώς κάτω του 50: Στελέχη και βάση σκοτώνονταν
για την χαμηλή αντιμνημονιακή “τάση” του ενός (Βουδούρης), ενώ λίγο παραπάνω άστραφτε
μαύρο φώς και βροντούσε, με δέκα χιλιάδες βόλτ, η γιγαντιαία σκοτεινή
λυχνία του άλλου (Καρυπίδης).
«Αυτή τη φορά, παιδιά, πρέπει να το
παραδεχτούμε: Ούτε στόχο βρήκαμε, ούτε σύριζα περάσαμε. Στην άλλη άκρη
βρέθηκαν οι επιτροπές και οι προτροπές μας - και μας προέκυψε εκτροπή
και ολίγο από ντροπή, αντί για την επιδιωκόμενη ανατροπή. Διότι, ενώ
διυλίζαμε τον κώνωπα του εκ Μεσσηνίας Οδυσσέως, την κατάπιαμε
την κάμηλο του εκ Κοζάνης Θεοδώρου. Που με τόσες λυχνίες επτάφωτες,
τόση εβραϊκή ετυμολογία και τόσο Κασιδιάρη, μας κάθισε, όπως ήταν φυσικό
κι επόμενο, στο στομάχι. Μερικά πράγματα δεν χωνεύονται, βλέπετε, με
τίποτε...
...να εξεταστεί πώς με τόσο καταστατικό, τόσες διαδικασίες και τόσα
όργανα δεν φωτίστηκε η σκοτεινή πλευρά της λυχνίας. Για την οποία δεν
ισχύει το λυχνίας σβεσθείσης, διότι μισή ώρα να αφιέρωνε κανείς στο
Διαδίκτυο θα φωτιζόταν και για τη λυχνία και για τον Κασιδιάρη και για
την ετυμολογία - ακόμα και για την παπαρολογία. Γιατί και χάνος, που
λέει ο λόγος, να είσαι, τόση χάνουκα δεν κρύβεται.
Κι εμείς όμως, αγαπητοί εκτός επιτροπών τιμητές, εκτιμητές και
επιτιμητές; Πώς τόσοι πολλοί και τόσο πολύ αρρωστήσαμε έως θανάτου με
τον Οδυσσέα εκ ΠΑΣΟΚ, ενώ αισθανθήκαμε απλώς κάποιες ενοχλήσεις με τον
Θεόδωρο του σοκ; Και τι θα απαντήσουμε τώρα σε όσους μας εγκαλούν ότι σε
ένα κόμμα δεν συγχωρείται η στιγμή της αδυναμίας που επιτρέπει να το
βιάζουν; Ότι δεν ξέραμε; Ή ότι ήμασταν απασχολημένοι με τα μνημονιακά
καντήλια και μας ξέφυγαν οι μνημειώδεις επτάφωτες»;
Θανάσης Καρτερός - Η χάνουκα και οι χάνοι - “Αυγή” 7.2.2014
Update 26.2.2014
Update 26.2.2014
Εκλογές: Με δύο κομματικές παθογένειες - του Γιάννη Λούλη (Ημερησία 23.2.2014 και στην προσωπική ιστοσελίδα του)
Δύο είναι οι
παθογένειες: Η πρώτη είναι λιγότερο σημαντική, καθώς αφορά σε
μικροκομματικούς τακτικισμούς. Η δεύτερη είναι κομβική και έχει στοιχεία
στρατηγικού χαρακτήρα. Και τούτο, γιατί εντοπίζεται στην ποιότητα του
διαθέσιμου κομματικού προσωπικού...
...Τα δύο κυβερνητικά
κόμματα, που μέχρι πρόσφατα δεν είχαν αντιληφθεί την έκταση της φθοράς
τους, αντιδρούν υπό το κράτος πανικού. Εδώ εντάσσεται η κίνηση της
αλλαγής του συστήματος εκλογής των ευρωβουλευτών, κυριολεκτικά τη
δωδεκάτη ώρα. Έτσι εξηγείται και ο χρονικός σχεδιασμός των αναμετρήσεων.
Τίποτα από αυτά όμως δεν πρόκειται να προσελκύσει τους οργισμένους
ψηφοφόρους της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ. Αναφορικά με το ΠΑΣΟΚ και τους 58, οι
δεύτεροι δεν θα λειτουργήσουν ως ασπίδα του πρώτου, ενώ το ΠΑΣΟΚ θα
περάσει ως οδοστρωτήρας πάνω από τους 58. Τέλος, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν θα
προσελκύσει τον όγκο των αναποφάσιστων που προσδοκά με τους
συγκρουσιακούς μαξιμαλισμούς του. Άπαντες λοιπόν βρίσκονται «στον κόσμο
τους».
Η δεύτερη παθογένεια του
κομματικού συστήματος είναι η σοβαρότερη: Δηλαδή η γύμνια του σε ικανά
στελέχη, πετυχημένα επαγγελματικά, που ξέρουν να διοικούν και που είναι
άφθαρτα. Ακόμη και στις εκλογές της Τ.Α., η γύμνια αυτή, με βάση τις
κομματικές δεξαμενές, είναι ορατή. Γι’ αυτό άλλωστε, οι δύο μη
κομματικοί δήμαρχοι των δύο μεγαλύτερων δήμων της χώρας, έχουν πολλές
ελπίδες να επανεκλεγούν. Γι’ αυτό όλα τα κόμματα ψάχνουν επί ματαίω να
αναδείξουν νέα πρόσωπα. Γι’ αυτό και οι ευρωλίστες δεν πρόκειται να
προσφέρουν ικανούς για το έργο, που καλούνται να κάνουν στα ευρωπαϊκά fora.
Όλα τα κόμματα, είτε
αυτά κυβερνούν, είτε καλούνται να κυβερνήσουν, με το ξέσπασμα της κρίσης
δεν έκαναν το αυτονόητο: Να ανοίξουν τις πόρτες τους σε άτομα με
ικανότητες. Η ευκαιρία χάθηκε πρωτίστως, όταν σχηματίστηκε η
τρικομματική κυβέρνηση, που είχε τη δυναμική ενός στιγμιαία
πρωτοποριακού εγχειρήματος. Όμως, ειδικά τα δύο απομεινάρια του πρώην
δικομματισμού δεν άλλαξαν τίποτα στις αντιλήψεις τους, κάτι που φάνηκε
και στη δικομματική κυβέρνηση. Στις κυβερνήσεις αυτές τηρήθηκαν
εσωκομματικές ισορροπίες και ανταμείφθηκαν οι μέτριοι των μετρίων. Στις
θέσεις κρατικής διοίκησης ευνοήθηκαν οι συνήθεις εκπρόσωποι της κρατικής
νομενκλατούρας. Παράλληλα, ο ΣΥΡΙΖΑ με ένα νέο άνθρωπο ως αρχηγό του
είχε την ευκαιρία να φέρει κοντά του φρέσκους και ικανούς. Προτίμησε
όμως κρατικοδίαιτα στελέχη του κομματικού σωλήνα. Στράφηκε μέχρι και στο
παλαιό ΠΑΣΟΚ.
Τούτη είναι η εικόνα του
πολιτικού τοπίου, καθώς τα κόμματα βαδίζουν στις εκλογές. Ούτε
ανοίγονται έξω από το καβούκι τους, ούτε μπορούν να ανανεωθούν μέσα σε
αυτό. Ανακυκλώνονται πρόσωπα και νοοτροπίες, που συνέτειναν στα μεγάλα
αδιέξοδα. Ενώ οι ψηφοφόροι επιλέγουν το μη χείρον. Με τη χώρα όμως να
παλεύει για τη σωτηρία της, τα πήλινα πόδια του κομματικού της
συστήματος αποτελούν μέγιστη απειλή.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου