Tην επιθετική φιλοπόλεμη απολυταρχία την χρηματοδοτεί ο ενεργειοβόρος τρόπος ζωής και σύστημα παραγωγής ημών, των κοινωνιών στις αναπτυγμένες χώρες
Η επίθεση των στρατευμάτων του καθεστώτος Πούτιν στην Ουκρανία σηματοδοτεί μια τομή ιστορικών διαστάσεων για τον ευρωπαϊκό χώρο και για την παγκόσμια πολιτική συνολικά.
1. Επιστροφή στην «Εποχή των Αυτοκρατοριών» (Έρικ Χόμπσμπάουμ);
Σχήματα μεγάλα από το status quo που δημιούργησε αργά και βασανιστικά η ιστορία του 20ού Αιώνα στην ευρωπαϊκή ήπειρο, σχήματα που είχαν μείνει ακλόνητα μέχρι χθες αντέχοντας και σε τεράστιες αναστατώσεις, έσβησαν με την κίνηση αυτή. Τώρα χάνονται τα τελευταία αμυδρά ίχνη της Σοβιετικής Ένωσης, όπως αυτή δημιουργήθηκε το 1917. Τώρα χάνονται ίχνη στο έδαφος, στις κοινωνίες και στις καρδιές των ανθρώπων, ίχνη που άντεξαν, όπως άντεξαν, στον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, στον σταλινισμό, στην μακρά ψυχροπολεμική εποχή και επιβίωσαν ακόμη και μετά από τη διάλυσή της ΣΕ μετά το 1989. Μαζί τους χάνονται και μεγάλες πανευρωπαϊκές γεωπολιτικές σταθερές και ισορροπίες.
Ο Βλαντίμιρ Πούτιν, εκτός των άλλων ακύρωσε ανεπίστρεπτα ακόμη και τα εδαφικά ίχνη της ιδρυτικής διεθνικής συμφωνίας που συγκρότησε την πρώην Σοβιετική Ένωση ως Ένωση Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών (1919). Η συμφωνία εκείνη, εκτός των άλλων, ήταν αυτή που καθόριζε τα σύνορα των ξεχωριστών Δημοκρατιών-μελών της Ένωσης μεταξύ τους. Στο διάγγελμα κήρυξης πολέμου ο Πούτιν το ανέφερε καθαρά. Είπε, ότι ακόμη και εκείνο το status quo που δημιούργησε ο κατά την Ρόζα Λούξεμπουργκ «ασιατικού τύπου κομμουνισμός» του Λένιν και των Μπολσεβίκων, το οποίο όμως επιβεβαιώθηκε με τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης μετά το 1989, ήταν ένα «λάθος». Ήταν άδικο για το έθνος της Ρωσίας, κατά τη γνώμη του. Παρόμοιο επιχείρημα είχε χρησιμοποιήσει ο Σλόμπονταν Μιλόσεβιτς: Είχε επικαλεστεί την «ιστορική αδικία» εναντίον της Σερβίας, που δήθεν διέπραξε ο Τίτο, ως δικαιολογητικό για να εξαπολύσει τους πολλαπλούς αιματηρούς πολέμους στη Γιουγκοσλαβία στη δεκαετία του 1990.
Το γεγονός ότι στήριξαν το δικό τους αναθεωρητικό εγχείρημα της αλλαγής συνόρων, στις «αδικίες» του Λένιν και του Τίτο εναντίον της Ρωσίας ή της Σερβίας, σε «σφάλματα» πρωτεργατών του υπαρκτού κομμουνισμού στην Ευρώπη που δήθεν αμαύρωσαν το μεγαλείο δύο εθνών, ρίχνει ένα ακόμη μαύρο και σκληρό φως στις εκλεκτικές συνάφειες που καλλιεργούν τέτοιοι ηγέτες με τις ακροδεξιές πολιτικές δυνάμεις σε όλη την Ευρώπη, φυσικά και στην Ελλάδα. Το θλιβερά παράδοξο είναι ότι στην Ελλάδα, δεν θέλουν να δουν αυτό το μαύρο φως εκείνοι που θα 'πρεπε να το διακρίνουν πρώτοι. Έτσι, για ό,τι αφορά το status quo στο διακρατικό χώρο της πρώην Σοβιετικής Ένωσης, το σημερινό καθεστώς της Ρωσίας μας πάει τώρα πίσω και από το 1917. Επιχειρεί να «μετατοπίσει μέσα στο χρόνο» το ανατολικό κομμάτι της ηπείρου μας. Να το οπισθοδρομήσει στην εποχή που δεν υπήρχαν στο χώρο της πρώην ΣΕ συνταγματικά ορισμένες δημοκρατίες και δομή ενωσιακού τύπου, έστω και «ασιατικού»-μπολσεβίκικου, αλλά η συγκεντρωτική Αυτοκρατορία με περιορισμένων αρμοδιοτήτων Αυτοκρατορική Βουλή (Δούμα), που ακόμη και αυτή είχε ιδρυθεί μόλις μετά την επανάσταση του 1905. Δεν ήταν πολύ παλιότερες οι συγκρούσεις της Ρωσικής Αυτοκρατορίας με άλλες αυτοκρατορίες ή οι «Ιερές Συμμαχίες» της με αυτές, ούτε οι μεγάλες εξεγέρσεις μετά το 1848 για να διαφύγουν τα μικρότερα έθνη από αυτές τις αυτοκρατορικές «φυλακές των λαών». Εδώ και λίγες μέρες, σαν φάντασμα πλανιέται πάνω από την Ευρώπη ο 19ος Αιώνας.
Με αυτή την αναθεωρητική κίνηση μεγάλης κλίμακας και με την σπουδή του καθεστώτος να την «εφαρμόσει στο έδαφος», εξαναγκάζονται άμεσα όλες οι χώρες που συμμετείχαν κάποτε στην πρώην Σοβιετική Ένωση, και έμμεσα όλες οι γύρω χώρες, από τη Φινλανδία και τη Σουηδία μέχρι τη Ρουμανία και από την Εσθονία και την Πολωνία μέχρι την Αρμενία, να τεθούν μπροστά σε ένα ωμό δίλλημμα: Είτε να συμβιβαστούν με μια περιορισμένη κυριαρχία και να αποδεχτούν ένα δικαίωμα βέτο της Ρωσίας για ουσιαστικές δικές τους αποφάσεις, είτε να θεωρηθούν εχθροί της.
Τέτοιες δυνάμεις εξαναγκασμού δημιουργούν αυτόματα τις αντίρροπες τους. Ποτέ στη μακρόχρονη ιστορία της δεν ήταν τόσο μισητή και απομονωμένη η Ρωσία, η προ-αυτοκρατορική, η αυτοκρατορική, η κομμουνιστική και η μετα-κομμουνιστική, όσο απομονώνεται τώρα. Αυτό και μόνον είναι επαρκής λόγος για να καταδικασθεί μακροπρόθεσμα το αυτοκρατορικό εγχείρημα σε ιστορική αποτυχία.
Αλλά δεν είναι μόνον η περίμετρος που δονείται. Δεν είναι τυχαίο ότι και ο «εσώτερος» χώρος επιρροής των Πουτινιστών και των ολιγαρχών τους βράζει εδώ και πολύ καιρό, από το Καζαχστάν μέχρι τη Λευκορωσία. Οι αυτοκρατορίες είναι επιθετικές προς τα έξω, αλλά στο τέλος πέφτουν από μέσα. Ωστόσο, το συμπέρασμα για το ορατό μέλλον είναι σαφές: Έρχονται δύσκολες μέρες για όλο το χώρο της πρώην Σοβιετικής Ένωσης και όχι μόνον.
2. Tο επιθετικό φιλοπόλεμο καθεστώς το χρηματοδοτεί ο ενεργειοβόρος τρόπος ζωής και σύστημα παραγωγής ημών, των κοινωνιών στις αναπτυγμένες δημοκρατικές χώρες - Η «ατμομηχανή της ιστορίας» και το «χειρόφρενο έκτακτης ανάγκης»
Κρίσιμο και πολύ σημαντικό είναι το ενεργειακό ζήτημα, αφού η επίδοξη αυτοκρατορία από οικονομική άποψη αυτοπαρουσιάζεται κατά πρώτο λόγο ως αυτοκρατορία ορυκτών καυσίμων. Και τέτοια είναι. Στο πεδίο αυτό έγιναν μεγάλα λάθη στην ΕΕ, και κυρίως στη Γερμανία, από την προηγούμενη καγκελαρία Μέρκελ (με μεγαλύτερο εταίρο τήν Ένωση Χριστιανοδημοκρατών και Βαυαρών Χριστιανοκοινωνιστών και μικρότερους εταίρους, διαδοχικά, τους Φιλελεύθερους και τους Σοσιαλδημοκράτες). Και η αλήθεια είναι ότι η επιλογή αυτή, της ενεργειακής εξάρτησης από τη Ρωσία, στηρίχτηκε στο παρελθόν από όλες σχεδόν τις πολιτικές δυνάμεις της Ομοσπονδιακής Γερμανίας, πλην των Πρασίνων.
Ο δεύτερος αγωγός Nordstream, υποθαλάσσιος στον πυθμένα της Βαλτικής Θάλασσας και τράνζιτ όπως ο πρώτος, παρακάμπτοντας Πολωνία και Δανία, φόβισε ακόμη πιο πολύ από τον πρώτο όλους τους λαούς της Κεντρικής Ευρώπης, της Βαλτικής και της Σκανδιναβίας. Τους έδωσε την εντύπωση ότι το μόνο αξιόπιστο αποκούμπι τους είναι οι ΗΠΑ. Συνεργώντας με άλλα κίνητρα, βοήθησε τις κυβερνώσες δυνάμεις στην Πολωνία και στην Ουγγαρία, εν μέρει και στην Τσεχία, να κλείσουν τις κοινωνίες των χωρών τους στον «εθνικό εαυτό τους» και να τις περιχαρακώσουν σε νέου τύπου εθνικές «φυλακές ενός και μοναδικού λαού». Αυτό το γεωπολιτικό λάθος ήταν τερατώδες και η συνέχιση του από την καγκελαρία της Χριστιανικής Ένωσης και των Σοσιαλδημοκρατών ήταν ασυγχώρητη και χωρίς ελαφρυντικά.
Η πολιτική αυτή εκπήγαζε κυρίως από τον υπερχειλίζοντα «οικονομισμό» της Χριστιανοδημοκρατίας στην εποχή της Μέρκελ, καθώς και του FDP. Είχε όμως και άκριτη στήριξη μεγάλου μέρους της Σοσιαλδημοκρατίας και του Κόμματος της Αριστεράς (Linke). Όμως προς τα έξω έδινε σήματα ότι η δημοκρατική Ομοσπονδιακή Γερμανία φλερτάρει πάλι με τον γερμανικό αυτοκρατορικό «Sonderweg»· με την παλιά καταστροφική ιδέα ότι η Γερμανία δεν είναι «ούτε Δύση, ούτε Ανατολή», αλλά και τα δύο ταυτόχρονα ή κάτι ενδιάμεσο και «ιδιαίτερο». Η πολιτική εκείνη είχε οδηγήσει άλλοτε σε λυκοσυμμαχίες και άλλοτε σε συγκρούσεις με την αυτοκρατορική Ρωσία - και για λίγο με τη σταλινική Σοβιετική Ένωση, θύματα των οποίων ήταν επανειλλημένα οι μικρότερες χώρες της Κεντρικής Ευρώπης, της Βαλτικής και της Σκανδιναβίας.
Μετά την κυβερνητική αλλαγή στη Γερμανία το φθινόπωρο 2021, τον σχηματισμό νέας Ομοσπονδιακής κυβέρνησης με συμμετοχή των Πρασίνων, ο προσανατολισμός άλλαξε. Ο αγωγός Nordstream 2 δεν αδειοδοτήθηκε και στη συνέχεια πάγωσε εντελώς. Τώρα οι νέοι Ομοσπονδιακοί κυβερνήτες αυξάνουν ραγδαία την εισαγωγή υγροποιημένου (LNG) αερίου, κυρίως από τη Νορβηγία, ενώ η Υδρογραφική Υπηρεσία της χώρας παραχωρεί εσπευσμένα μεγάλες εκτάσεις στη Βόρεια Θάλασσα για ανάπτυξη υπεράκτιων αιολικών συστημάτων.
Όμως δεν είναι καθόλου εξασφαλισμένο ότι προλαβαίνουν να επανορθώσουν το σφάλμα των προκατόχων και να σώσουν μια ενεργειακή και γεωπολιτική παρτίδα σχεδόν χαμένη για τη Γερμανία.
Η Ελλάδα θα πληρώσει ακόμη πιο σκληρά, και όχι μόνον οικονομικά, το σφάλμα σύμπασας της πολιτικής της ηγεσίας τα τελευταία 10 - 15 χρόνια να εξαρτηθεί και αυτή ενεργειακά σχεδόν πλήρως από το φυσικό αέριο (ρωσικό και άλλο), τη στιγμή που τα ορυκτά καύσιμα είναι γενικώς σε αποδρομή. Το ελληνικό κομματικό σύστημα ταλαντεύεται ανάμεσα στις δύο βραχυπρόθεσμες και τελικά αδιέξοδες εναλλακτικές ενεργειακές επιλογές: Αέριο ή λιγνίτης; Παρέβλεψε εντελώς και αδικαιολόγητα ότι ο ελληνικός θαλάσσιος χώρος με το αιολικό δυναμικό του προσφέρονταν για εγκατάσταση υπεράκτιων αιολικών συστημάτων παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας σε πολύ μεγάλη κλίμακα. Και δεν είναι παρηγοριά ότι τέτοια σφάλματα συνέβησαν και σε «καλύτερες ευρωπαϊκές οικογένειες».
Το ενεργειακό θέμα έχει και μια άλλη πτυχή. Ο τρόπος ζωής που επικρατεί μαζικά στις αναπτυγμένες χώρες, όπως η Γερμανία και η Ελλάδα, με την τεράστια ζήτηση ενέργειας και ιδίως ορυκτών καυσίμων που συνεπάγεται, είναι η κινούσα δύναμη που τροφοδοτεί και γιγαντώνει όλο και περισσότερο τους τεράστιους οικονομικούς οργανισμούς, ιδιωτικούς και κρατικούς, που εξορύσσουν, επεξεργάζονται, διοχετεύουν και πωλούν ορυκτά καύσιμα ή τα μετατρέπουν σε άλλες μορφές ενέργειας. Εκτός από την κλιματική κρίση στην οποία οδήγησε το ισχύον ενεργειακό μοντέλο και ο τρόπος ζωής που το συντηρεί, υπάρχει και η τεράστια έμμεση πολιτική ισχύς που συσσωρεύουν στα χέρια τους αυτές οι εταιρείες, είτε πρόκειται για αμερικανικές, είτε για αραβικές, είτε χωρών της ΕΕ, είτε για ρωσικές εταιρείες υδρογονανθράκων (πετρελαίου ή φυσικού αερίου).
Υπήρξε η εικασία ότι με την παγκοσμιοποιημένη δραστηριότητα των αγορών και τη γιγάντωση τέτοιων εταιριών (π.χ. μέσω των ροών σε όλο και πιο εκτεταμένα δίκτυα μεταφοράς φυσικού αερίου και πετρελαίου), θα εκδημοκρατισθούν και θα γίνουν πιο ήπια ακόμη και κάποια ανελεύθερα πολιτικά καθεστώτα όπως της Σαουδικής Αραβίας, ή ημιδημοκρατικά όπως της Ρωσίας. Η εικασία αυτή αποδείχτηκε καταστροφική αυταπάτη. Η αυξανόμενη επιθετικότητα του σημερινού ρωσικού καθεστώτος, στην πραγματικότητα στηρίζεται σε μεγάλο βαθμό στην συσσώρευση κεφαλαίων που δημιούργησαν οι όλο και μεγαλύτερες διεθνικές ροές ορυκτών καυσίμων.
Οι «δυνάμεις της αγοράς» δεν εκδημοκρατίζουν. Ούτε η ανυπαρξία δημοκρατικών θεσμών και δικαιωμάτων καταστέλλει τις «δυνάμεις της αγοράς», όπως έδειξε η ραγδαία άνοδος της πιο επιτυχημένης κεφαλαιοκρατικής δύναμης της εποχής μας, της Κίνας. Τα υποσυστήματα της πολιτικής και της οικονομίας λειτουργούν σχετικά ανεξάρτητα· καθένα έχει τους δικούς τους «νόμους».
Έτσι προβάλλει καθαρότερα, με πιο σαφείς τις «οξείες γωνίες» του, το κομβικό ζήτημα της ενεργειακής μετάβασης, φωτισμένο και από μια άλλη οπτική γωνία, πέραν της κλιματικής κρίσης. Εάν - για να μη συνεχίσει ο κόσμος την υπνοβατική πορεία του μέχρι το βάραθρο της βαρβαρότητας - είναι αναγκαία μια πολύ βαθιά κοινωνική και πολιτισμική μεταρρύθμιση, μια ταυτόχρονη επανάσταση τόσο στον τρόπο ζωής των πολλών, όσο και στα συστήματα της οικονομίας και της πολιτικής εξουσίας, τότε αυτή η επανάσταση δεν νοείται σήμερα ως η ατμομηχανή της ιστορίας, αλλά ως το χειρόφρενο έκτακτης ανάγκης, ακριβώς όπως το διατύπωσε ο Βάλτερ Μπένγιαμιν στις Θέσεις για τη Φιλοσοφία της Ιστορίας. Tην φιλοπόλεμη απολυταρχία στη Ρωσία και την επίθεσή της στην Ουκρανία την χρηματοδότησε και την
χρηματοδοτεί σε τελευταία ανάλυση κυρίως ο ενεργειοβόρος, μη βιώσιμος τρόπος ζωής και σύστημα παραγωγής
ημών των κοινωνιών στις αναπτυγμένες δημοκρατικές χώρες. Είναι ο ίδιος που χρηματοδοτεί και άλλα ακραία ανελεύθερα καθεστώτα, όπως π.χ. της Σαουδικής Αραβίας
3. Μια πανίσχυρη και ανερχόμενη παγκόσμια υπερδύναμη κρυφογελά πίσω από την αναθεωρητική πολιτική των ΠουτινιστώνΠολλά συνηγορούν ότι ο μόνος κερδισμένος αυτής της νέας παγκόσμιας γεωπολιτικής αναστάτωσης θα αποδειχθεί η Κίνα.
Έχουμε μπροστά μας μια επιθετική, ασταθή και απομονωμένη Ρωσία που θα εξασθενεί από πολεμική, οικονομική και διπλωματική αιμορραγία. Είναι εξαρτημένη διπλωματικά και γεωπολιτικά από την υποστήριξη του Πεκίνου, με μια σχέση προστάτη-προστατευόμενου. Στη σχέση αυτή, προστάτης είναι η πλευρά που έχει την ισχυρή θέση στο χρήμα, στην παραγωγή, στο εμπόριο.
Οι ΗΠΑ μετά τις πολλαπλές στρατιωτικές, διπλωματικές και κυρίως γεωπολιτικές αποτυχίες (Ιράκ, Αφγανιστάν) είναι σε αποδρομή. Ως παγκόσμια υπερδύναμη οι ΗΠΑ πάσχουν από στρατηγική αδυναμία, από έλλειψη εναλλακτικών λύσεων και εμφανίζουν πλέον και αστάθεια πολιτική στο εσωτερικό, όπως έδειξε η περίοδος Τραμπ και το διαβρωτικό τέλος της.
Αυτό το σκηνικό είναι ό,τι πιο ευνοϊκό για τη ραγδαία κινεζική οικονομική και γεωπολιτική επέκταση σε Ασία, Αφρική, Ωκεανία και Ευρώπη. Η Κίνα βλέπει τώρα να έρχεται μια μακρά περίοδος οικονομικής και πολιτικής αποδυνάμωσης των ανταγωνιστικών της δυνάμεων (ΗΠΑ, ΕΕ), αλλά ταυτόχρονα, αποδυνάμωσης της γειτονικής της δυνητικής ανταγωνιστικής δύναμης (Ρωσία). Η σημερινή λυκοφιλία που προσφέρει απλόχερα η Κίνα προς τη Ρωσία δεν σηματοδοτεί νέο διπολισμό. Είναι η ευφυής αυτοκρατορική αντίδραση της Κίνας, αυτόνομη αντίδραση για δικό της όφελος· είναι υποδαύλιση της νέας, ευνοϊκής για την Κίνα κατάστασης, που διαμορφώνει το καθεστώς Πούτιν εντός του πολυπολικού κόσμου.
Και προς το παρόν δεν υπάρχει βραχυπρόθεσμος τρόπος απεξάρτησης της ΕΕ από την στρατιωτική ασπίδα των ΗΠΑ, ως προς την πολιτική σταθερότητας, ασφάλειας και άμυνας της ηπείρου μας
4. Ποιές είναι αναθεωρητικές δυνάμεις στη σημερινή Ευρώπη; Μια αμυδρή ακτίνα φωτός έρχεται από το χώρο της Ευρωπαικής Ένωσης. Άν και ο γεωπολιτικός χώρος της όλης
Ευρώπης - από τον Ατλαντικό ως τα Ουράλια - επιστρέφει ξανά στην πιο επικίνδυνη μορφή του, στο
status quo πριν τον 1ο Παγκ. Πόλεμο, ευτυχώς αυτή τη φορά ο πυρήνας της δεν είναι διπολικά διηρημένος όπως τότε, σε Κεντρικές Δυνάμεις αφενός και Αντάντ
αφετέρου. Η Ευρώπη, πλήν της σημερινής Ρωσίας και της Βρετανικής απόκλισης που δεν ξέρουμε σε τί θα καταλήξει, είναι ενωμένη. Ενωμένη χαλαρά μεν, αλλά τώρα πια χωρίς άλλες ρεαλιστικές και βιώσιμες εναλλακτικές λύσεις για τις μικρές και μεγάλες ηπειρωτικές χώρες της, πλην της «ολοένα στενότερης Ένωσης» που προδιαγράφουν οι Συνθήκες της ΕΕ. Εντός της ισχύει, θεωρητικά τουλάχιστον (και παρά το σφάλμα του Κοσσυφοπεδίου), η αρχή του απαραβίαστου των συμφωνημένων με Συνθήκες συνόρων μεταξύ των επιμέρους εθνικών κρατών ή μεταξύ ομόσπονδων ενοτήτων που συναποτελούν Ομοσπονδιακά κράτη. Και ισχύει ο σταθεροποιητικός κανόνας pacta sunt servanda. Σήμερα δεν υπάρχουν άλλες αναθεωρητικές δυνάμεις στην Ευρώπη, δηλαδή δυνάμεις του επιδιώκουν αλλαγή των συμφωνημένων συνόρων, πλην του Πουτινικού καθεστώτος.
Από στρατηγική-ιστορική άποψη, τα πρώτα ζητούμενα μπροστά στην πρόκληση είναι αντοχή δρομέα μεγάλων αποστάσεων και όσο πιο ειλικρινής αλληλεγγύη μεταξύ των μη αναθεωρητικών δυνάμεων. Μεσο-μακροπρόθεσμα, η Ρωσία ως χώρα που
έχει προσφέρει πάρα πολλά στον όλο ευρωπαϊκό πολιτισμό σε όλα τα επίπεδα, έχει όλες τις προϋποθέσεις ώστε να μπορέσει να δώσει και αυτή, από μέσα, τη δική της δημοκρατική απάντηση. Η εξουσία δεν βγαίνει από την κάννη του τουφεκιού.
Σε μας, ως πολίτες μιας μικρής ευρωπαϊκής χώρας, η υποστήριξη της ανεξαρτησίας και της εδαφικής ακεραιότητας της Ουκρανίας, όπως διαμορφώθηκε το 1918 και επικυρώθηκε το 1989, είναι προφανής μονόδρομος.
5. Ποιούς Ρώσους υποστηρίζουμε ως δημοκράτες Ευρωπαίοι; Τίθεται όμως, εκτός των άλλων, ζήτημα καθαρών σχέσεων με τη Ρωσία: Με ποιούς Ρώσους είμαστε; Είμαστε με το σημερινό καθεστώς της Ρωσίας, με τους ολιγάρχες του και τον αυτοκρατορικό αναθεωρητισμό ενός κεφαλαιοκρατικού συμπλέγματος των ορυκτών καυσίμων; Ή είμαστε με τους Ρώσους
που αρνούνται να γίνουν θύτες και θύματα ταυτόχρονα και διαδηλώνουν εναντίον του καθεστώτος στις πλατείες της Μόσχας και της Αγίας Πετρούπολης εδώ και χρόνια; Διαδηλώνουν ακόμη και σήμερα κατά του
πολεμόχαρου τσάρου τους, όπως άλλοι παλιότεροι Ρώσοι αντιστέκονταν και αντιμιλούσαν
σε άλλους τσάρους έναν και δυό αιώνες πριν. Το πλήρωναν και το πληρώνουν ακριβά. Από τον Πούσκιν και τον Ντοστογιέφσκι, περνώντας από τον Μαντελστάμ, την Αχμάτοβα και τον Παστερνάκ, μέχρι την Πολιτκόφσκαγια και τον Ναβάλνι τώρα.
Το ήξεραν εκ των προτέρων ότι το κόστος για δημοκρατία και ειρηνική συνύπαρξη με τους γείτονες είναι υψηλό και το πλήρωσαν συνειδητά. Τους υποστηρίζουμε και τους υπερασπιζόμαστε ή θα συνεχίσουμε να τους φοβόμαστε και να υβρίζουμε τις «πορτοκαλί επαναστάσεις» στη Ρωσία, Ουκρανία, Λευκορωσία, Γεωργία, τις οποίες όλοι οι άλλοι Ευρωπαίοι θεωρούν τίτλο τιμής;
Ή μήπως φιλοδοξούμε να μοιραστούμε τη δόξα εκείνων των δειλών πολιτικών και υπηρεσιακών κουτοπόνηρων, που νομίζουν ότι αντιστέκονται στο σημερινό καθεστώς της Ρωσίας με το να απαγορεύουν να παίζεται η Λίμνη των Κύκνων; Ίσως σκέφτονται και να απαγορεύσουν να διαβάζουμε έργα του Τολστόι ή να βλέπουμε στο θέατρο τον Θείο Βάνια του Τσέχωφ; «Πανέξυπνη» ιδέα, δεδομένου μάλιστα ότι ο Βάνιας στον τίτλο του έργου είναι υποκοριστικό του Γιάννη και ο άθλιος μεταφραστής στη χώρα μας το άφησε αμετάφραστο στα ρωσικά αντί να μεταφράσει ελληνοπρεπώς ο «Θείος Γιαννάκης». Κάποιος πρέπει να τους θυμίσει ότι μια δημοκρατική Πολιτεία μπορεί και πρέπει να στιγματίζει πολεμοχαρείς ηγεμόνες και απολυταρχικές πολιτικές δυνάμεις και ποτέ ολόκληρα έθνη και τον πολιτισμό τους. Να κατατοπίσει τους ανίδεους ότι ο μέγιστος Ρώσος και Ευρωπαίος μουσουργός Πιοτρ Ίλιτς Τσαϊκόφσκι δεν είναι ολιγάρχης του Πουτινικού περιβάλλοντος και ο Άντον Τσέχωφ είναι διαφορετικό πρόσωπο από τον σημερινό εκπρόσωπο Τύπου του Κρεμλίνου Ντμίτρι Πεσκόφ.
To επιθετικό φιλοπόλεμο καθεστώς Πούτιν, το χρηματοδότησε και το χρηματοδοτεί κατά κύριο λόγο ο ενεργειοβόρος τρόπος ζωής και τρόπος παραγωγής ημών, των κοινωνιών σε αναπτυγμένες δημοκρατικές χώρες. Δεν το τροφοφοτεί ο ρωσικός πολιτισμός, που είναι ευρωπαϊκός πολιτισμός όσο ο γαλλικός, ο γερμανικός και ο αγγλικός και οι ποιητές του είναι τόσο ευρωπαίοι όσο οι δικοί μας Σεφέρης ή Ελύτης. Σε κοινωνίες όπως π.χ. των ΗΠΑ, της Γερμανίας ή και την ελληνική, φαίνεται δύσκολο, άβολο για τα κεκτημένα τους, να απαλλαγούν από το βαρύ σιδερένιο σαμάρι, αυτό που μόνες τους - για την «ευημερία» τους και για μια άπλετη υλική «αφθονία» στη ζωή τους - φορέσανε στην πλάτη τους, και το φορέσανε επίσης στην πλάτη των Ουκρανών και των ίδιων των Ρώσων χωρίς να τους ρωτήσουν. Έτσι, η πολιτική τάξη των δημοκρατικών χωρών βολεύεται, εκτός των άλλων, και με το να χτυπά το δύστυχο γαϊδούρι. Αντί προμηθευτών μας, χτυπάμε Διαφωτιστές μας. Υποκρινόμαστε μάλιστα ότι η υπεκφυγή έχει και αποτελεσματικότητα.
Χωρίς
απάντηση στο πρακτικό ερώτημα με ποιούς είμαστε και τι σοβαρό κάνουμε γι' αυτούς και γι' αυτό που μας προέκυψε στην Ευρώπη, και όχι απλώς τι «επικοινωνούμε» ή πώς χειρονομούμε σε συμβολικό επίπεδο, κάθε συζήτηση γίνεται εγκυκλοπαιδικής
φύσεως. Όμως οι επιτιθέμενοι και οι απολογητές τους δεν
ενδιαφέρονται για επικοινωνιακά ζητήματα. Αυτοί δεν επηρεάζονται ούτε από
λογικά επιχειρήματα ούτε από χατζηαβατισμούς που βαφτίζονται πολιτισμικές «κυρώσεις», για να αποφασίσουν τι θα κάνουν. Μόνον το άδειο ταμείο μετράει.
Η Ελλάδα έχει τώρα ένα ακόμη πρόβλημα δίπλα στα πολλά άλλα: Η ροή της ιστορίας επιταχύνθηκε πολύ απότομα. Επιταχύνθηκε προς τα πίσω. Το αργόστροφο ελληνικό πλαίσιο πολιτικής σκέψης και η αναιμική ελληνική δημόσια σφαίρα είναι ακόμη και τώρα αγκυρωμένα με το ένα πόδι στον Εμφύλιο 1945-1949, με το άλλο στη χρεωκοπία του 2010, και έχουν μισοκατανοήσει στρεβλά τί έγινε το 1989. Πώς θα μπορέσουν τώρα να καταλάβουν τί τεράστια παλινδρόμηση συνέβη στην αρχή του 2022, πώς να αφομοιώσουν ότι δυνάμεις πελώριες για τα ελληνικά μέτρα και ασύλληπτες για τα ελληνικά αντανακλαστικά, πάνε να μας πετάξουν πίσω στον 19ο Αιώνα;
Παρά την αδυναμία μας να παραπέμπουμε τα πάντα στην ιστορία, πώς θα ξεπεραστεί η άγνοια της πραγματικής ιστορίας; Και πώς θα ξεπεραστεί μια επιλεκτικότητα στις «αφηγήσεις» κατά πώς βολεύει τους εκάστοτε «αφηγητές», ακόμη και πολλές δεκαετίες μετά τα γεγονότα; Πώς θα γιάνουν οι πληγές που ονομάζονται ελληνικά Μέσα Ενημέρωσης και ελληνόγλωσσο Διαδίκτυο; Στην Ελλάδα δεν ξέρουμε ακόμη καθόλου τί ήταν το Γολοντομόρ, όπως δεν ξέρουμε τί ήταν το Μπάμπι Γιαρ, τι ήταν το Κατίν, ούτε καν ποιοί ήταν οι Σουμπερίτες με τη συνδρομή των οποίων έκαψε ανθρώπους στο δικό μας Χορτιάτη ο αρχι-ναζιστής Σούμπερτ.
Στην Ελλάδα, η συνηγορία κάποιων υπέρ του επιτιθέμενου, αλλά και η υπεκφυγή των «ισαποστάκηδων» που δεν ξεχωρίζουν τον θύτη από το θύμα, πηγάζει από αντιαμερικανισμό, από μίσος κατά της «Δύσης». Κατ΄ αυτούς, «όποιος είναι εχθρός του εχθρού μου είναι φίλος μου». Αλλά το ιστορικό της βάθος μάς πάει πολύ πίσω, στο 1453, όταν ο αντιδυτικός παρακμιακός ιός κατέστρεφε τα τελευταία υπολλείμματα ενστίκτου αυτοσυντήρησης του Βασιλείου των Ρωμαίων: «Κρειτόττερόν εστίν ειδέναι εν μέση τη Πόλει φακιόλιον βασιλεύον Τούρκων ή καλύπτραν Λατινικήν». Δεν είναι τυχαίο ότι σήμερα, οι μοναδικές χώρες σε ευρωπαϊκό έδαφος με τέτοιες ισχυρές αντιδυτικές μειοψηφίες είναι η Τουρκία και η Ελλάδα.
Το μίσος κατά της «Δύσης» σε άλλες εποχές ήταν το αυτοκαταστροφικό σύνδρομο του παρακμία και του αντι-Διαφωτιστή ή ο «σοσιαλισμός» του ηλίθιου. Σε καταστάσεις όπως αυτή που βιώνουμε τώρα, είναι επίσης η χαρά του υπερφίαλου απολυταρχικού άρχοντα και του πανούργου εθνικοσοσιαλιστή.
Γ. Ρ.
Βλαδίμηρος Eρμολένκο: Τα όνειρα της Ευρώπης, βλέποντας από την ΟυκρανίαΙμμάνιουελ Βάλλερστάϊν: Η Ουκρανία και το φάντασμα των Βαλκανίων
Ούβε Κλούσμαν: Αγώνας για την Ουκρανία - Μια παρτίδα σκάκι σε ναρκοπέδιο
Αντώνης Λιάκος: Ανοιχτοί λογαριασμοί από το παρελθόν - Το ιστορικό υπόβαθρο της Κρίσης στην Ουκρανία Πωλ Κρούγκμαν: Ο Πούτιν, οι νεοσυντηρητικοί και η μεγάλη ψευδαίσθηση: Οι κατακτήσεις εδαφών είναι για τους ηττημένους
Τίμοθυ Σνάιντερ: «Να φοβάστε την καταστροφή του κράτους»! Μέρος Β' - Για την Ευρώπη σήμερα
Μέρος Α - Ολοκαύτωμα: Το αδιανόητο άρχισε πρώτα να γίνεται πράξη εκεί όπου είχε καταστραφεί το κράτος
Μιχαήλ Γιούριεβιτς Λέρμοντοφ: «Τρείς Φοίνικες» - Βλαδίμηρου Σεμιόνοβιτς Βισότσκι: «Τραγούδι για τη Γή»
Δημήτρης Β. Τριανταφυλλίδης: Το δίλημμα της Ρωσίας
Κλάους - Χέλγκε Ντόνατ: Η χερσόνησος της Κριμαίας και η Ρωσία - Ο Πούτιν και τα μαντρόσκυλα - Τι τρέχει με τον Βλαδίμηρο;
Βασιλική Γεωργιάδου, Λαμπρινή Ρόρη: Το ιδιότυπο μάγμα του αντιευρωπαϊσμού - Ακροδεξιοί - Ευρωσκεπτικιστές - “Ρωσόφιλοι” - Η ανάδευση του ιδεολογικού βυθού της παλιάς Ευρώπης
Ευγενία Κριτσέφσκαγια: Ταξίδι στη χώρα του Ποτέ-ποτέ - Ο Άντον Τσέχοφ στη Σαχαλίνη, στο νησί της εξορίας
Φρεντ Σάντερς: «Τολστόι ή Ντοστογιέφσκι - όχι όμως και οι δυό μαζί» - Ο Τζώρτζ Στάινερ και οι δύο μεγάλοι Ρώσοι συγγραφείς
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου