του Πωλ Κρούγκμαν
© The New York Times - The Opinion Pages - : What Greece Won (27.2. 2015)
Την περασμένη εβδομάδα, μετά από πολλά δραματικά επεισόδια, η νέα ελληνική κυβέρνηση κατέληξε σε συμφωνία με τους πιστωτές της. Νωρίτερα αυτή την εβδομάδα, η συμφωνία συμπληρώθηκε απο την ελληνική πλευρά με κάποιες λεπτομέρειες για το πώς σκοπεύουν να εκπληρώσουν τους όρους της. Πώς πήγε λοιπόν η διαπραγμάτευση;
Άν πιστέψουμε πολλά από τα δελτία ειδήσεων και τις γνώμες
των τελευταίων ημερών, πρόκειται για καταστροφή -
ότι ήταν μια «παράδοση» του ΣΥΡΙΖΑ και του νέου κυβερνητικού
συνασπισμού της Αθήνας. Είναι φανερό ότι έτσι ακριβώς σκέφτονται και ορισμένες πλευρές μέσα στο κόμμα του ΣΥΡΙΖΑ. Αλλά δεν συνέβη αυτό. Αντίθετα, η Ελλάδα έφερε σε πέρας τις διαπραγματεύσεις αρκετά καλά, αν και οι μεγάλες μάχες βρίσκονται μπροστά της. Με την επιτυχία αυτή, η Ελλάδα έχει κάνει καλό και στην υπόλοιπη Ευρώπη.
Για να καταλάβουμε τι συνέβη, θα πρέπει να κατανοήσουμε ότι το κύριο επίδικο θέμα συνοψίζεται σε έναν μόνο αριθμό: στο μέγεθος του ελληνικού πρωτογενούς πλεονάσματος, δηλαδή τη διαφορά μεταξύ των κρατικών εσόδων και των κρατικών δαπανών, χωρίς να υπολογίζονται οι τόκοι εξυπηρέτησης του χρέους. Με το πρωτογενές πλεόνασμα μετρώνται οι πόροι που στην πραγματικότητα η Ελλάδα μεταφέρει στους πιστωτές της. Ο,τιδήποτε άλλο, περιλαμβανομένου του ονομαστικού μεγέθους του χρέους (το οποίο είναι λίγο-πολύ ένας αυθαίρετος αριθμός και έχει ελάχιστη σχέση με το ποσό που αναμένεται να πληρώσει η Ελλάδα), είναι σημαντικό μόνον στο βαθμό που επηρεάζει το πρωτογενές πλεόνασμα που υποχρεώνεται η Ελλάδα να πραγματοποιήσει.
Το να πραγματοποιήσει η Ελλάδα οποιοδήποτε πλεόνασμα (με δεδομένη την βαθειά ύφεση στην οποία βρίσκεται, που έχει ως αποτέλεσμα μεγάλη πτώση
στα φορολογικά έσοδα), είναι ένα αξιοσημείωτο επίτευγμα, είναι το αποτέλεσμα απίστευτων θυσιών. Ωστόσο ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν πάντα σαφής ότι προτίθεται να επιμείνει στην πραγματοποίηση ενός μικρού πρωτογενούς πλεονάσματος διαρκώς. Όποιος είναι δυσαρεστημένος που οι διαπραγματεύσεις δεν αφήνουν χώρο για μια
πλήρη αντιστροφή της λιτότητας, για στροφή προς την Κεϋνσιανή δημοσιονομική τόνωση, αυτός δεν ήταν καλά ενημερωμένος.
Το πραγματικό επίδικο ζήτημα ήταν, αν η Ελλάδα θα αναγκαζόταν να επιβάλει ακόμη περισσότερη λιτότητα. Η προηγούμενη ελληνική κυβέρνηση είχε συμφωνήσει σε ένα πρόγραμμα βάσει του οποίου το πρωτογενές πλεόνασμα θα τριπλασιαζόταν μέσα στα προσεχή χρόνια, πράγμα που θα είχε τεράστιο κόστος για την πραγματική οικονομία της χώρας και
για το λαό.
Ποιός ο λόγος να συμφωνήσει οποιαδήποτε κυβέρνηση σ' ένα τέτοιο πράγμα; Ο λόγος ήταν ο φόβος. Στην πραγματικότητα, οι διαδοχικές κυβερνήσεις στην Ελλάδα και σε άλλες οφειλέτριες χώρες δεν έχουν τολμήσει να αμφισβητήσουν τις ακραίες απαιτήσεις των πιστωτών λόγω του φόβου ότι θα τιμωρηθούν: φοβούνται ότι οι πιστωτές θα διακόψουν τις ροές ρευστότητας ή, ακόμη χειρότερα, ότι θα συμπιέσουν το τραπεζικό τους σύστημα, σε περίπτωση που οι οφειλέτες αρνηθούν τις όλο και πιο βάναυσες περικοπές στους προϋπολογισμούς τους.
Ποιός ο λόγος να συμφωνήσει οποιαδήποτε κυβέρνηση σ' ένα τέτοιο πράγμα; Ο λόγος ήταν ο φόβος. Στην πραγματικότητα, οι διαδοχικές κυβερνήσεις στην Ελλάδα και σε άλλες οφειλέτριες χώρες δεν έχουν τολμήσει να αμφισβητήσουν τις ακραίες απαιτήσεις των πιστωτών λόγω του φόβου ότι θα τιμωρηθούν: φοβούνται ότι οι πιστωτές θα διακόψουν τις ροές ρευστότητας ή, ακόμη χειρότερα, ότι θα συμπιέσουν το τραπεζικό τους σύστημα, σε περίπτωση που οι οφειλέτες αρνηθούν τις όλο και πιο βάναυσες περικοπές στους προϋπολογισμούς τους.
Οπισθοχώρησε λοιπόν η σημερινή ελληνική κυβέρνηση, συμφώνησε να εξασφαλίσει αυτά τα μελλοντικά πλεονάσματα που θα στραγγαλίσουν την οικονομία της; Όχι. Στην πραγματικότητα, η Ελλάδα κέρδισε νέα ευελιξία για το τρέχον έτος, καθώς
και μια ασαφή διατύπωση για τα μελλοντικά πλεονάσματα. Αυτό μπορεί να σημαίνει κάτι ή και τίποτε.
Ωστόσο οι πιστωτές «δεν την έβγαλαν απο την πρίζα». Αντίθετα, επιτρέπουν να διατεθεί χρηματοδότηση στην Ελλάδα, προκειμένου να βγάλει τους επόμενους μήνες. Ας πούμε ότι μ' αυτό τον τρόπο «έδεσαν την Ελλάδα με ένα κοντό λουρί», πράγμα που
σημαίνει ότι η μεγάλη μάχη για το μέλλον της χώρας βρίσκεται μπροστά. Αλλά η ελληνική κυβέρνηση δεν ενέδωσε στην πίεση και αυτό από μόνο του είναι ένα είδος νίκης.
Γιατί τότε όλες αυτές οι αρνητικές αναφορές; Για να είμαστε δίκαιοι, η δημοσιονομική πολιτική δεν είναι το μόνο ζήτημα. Υπήρχαν
και υπάρχουν επιχειρήματα και διαφορές απόψεων σχετικά με άλλα πράγματα, όπως ιδιωτικοποιήσεις δημόσιας περιουσίας, όπου ο ΣΥΡΙΖΑ έχει συμφωνήσει να
μην ακυρώσει συμφωνίες που έχουν ήδη πραγματοποιηθεί, καθώς και ρυθμίσεις στην αγορά εργασίας, όπου είναι φανερό ότι μερικές από τις «διαρθρωτικές
μεταρρυθμίσεις» της εποχής της λιτότητας θα παραμείνουν. Ο ΣΥΡΙΖΑ συμφώνησε επίσης να πατάξει την φοροδιαφυγή. Όμως ποιός ο λόγος να θεωρηθεί ήττα για μια
αριστερή κυβέρνηση η είσπραξη των φόρων; Αυτό για μένα είναι μυστήριο.
Ωστόσο, τίποτε από αυτά που συνέβησαν δεν δικαιολογεί τέτοια διαδεδομένη ρητορική περί αποτυχίας. Στην
πραγματικότητα, η αίσθησή μου είναι πως βλέπουμε εδώ μια ανίερη συμμαχία μεταξύ αριστερόστροφων σχολιαστών με μη ρεαλιστικές προσδοκίες και
των Μέσων Ενημέρωσης που ταυτίζονται με τα επιχειρηματικά συμφέροντα, τα οποία αρέσκονται σε αφηγήσεις για ελληνικές
πανωλεθρίες, γιατί αυτό αναμένουν να συμβεί στους αλαζόνες
οφειλέτες. Όμως δεν υπήρξε καμμιά πανωλεθρία. Προσωρινά τουλάχιστον, στην Ελλάδα φαίνεται να έχει διακοπεί ο κύκλος που οδηγεί σε όλο και πιο άγρια λιτότητα.
Όπως ήδη είπα, με τον τρόπο αυτό η Ελλάδα έχει κάνει καλό και στην υπόλοιπη Ευρώπη. Να θυμόμαστε πως
στο παρασκήνιο του ελληνικού δράματος υπάρχει μια ευρωπαϊκή οικονομία, η οποία, παρά κάποιους θετικούς αριθμούς τελευταία, φαίνεται ότι
εξακολουθεί να διολισθαίνει στην παγίδα του αποπληθωρισμού. Η
Ευρώπη στο σύνολό της έχει απεγνωσμένη ανάγκη να τελειώσει η
τρέλα της λιτότητας, και αυτή την εβδομάδα υπήρξαν κάποια ελαφρά θετικά σημάδια. Συγκεκριμένα, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αποφάσισε να μην επιβάλει πρόστιμο
στη Γαλλία και στην Ιταλία ως τιμωρία για την υπέρβαση των στόχων τους στο δημόσιο έλλειμμα.
Η επιβολή αυτών των προστίμων θα ήταν πράξη παραφροσύνης, με δεδομένη την πραγματικότητα που επικρατεί στις αγορές. Η Γαλλία μπορεί να δανειστεί εκδίδοντας ομόλογα που έχουν περίοδο πέντε ετών και πληρώνοντας επιτόκιο 0,002 %. Σωστά διαβάσατε, 0,002 % [πρόκειται για δανεισμό στην πράξη άτοκο]. Ωστόσο, έχουμε δει πολλά παρόμοια δείγματα παραλογισμού τα τελευταία χρόνια. Και πρέπει να αναρωτηθούμε αν η ελληνική ιστορία έπαιξε ρόλο σ' αυτή την επανεμφάνιση της λογικής.
Εν
τω μεταξύ, η πρώτη πραγματική εξέγερση οφειλέτριας χώρας εναντίον της λιτότητας
είναι ένα καλό αξιοπρεπές ξεκίνημα, έστω κι αν κανείς δεν είναι έτοιμος να το
πιστέψει. Πως λένε στα ελληνικά το “Keep calm and
carry on”?
«Ψυχραιμία και συνεχίστε».
O Paul Krugman, στη σελίδα γνώμης των New Υork Times
Paul Krugman στον ιστότοπο Μετά την Κρίση
Στο γερμανικό περιοδικό «Blätter für deutsche und internationale Politik» και στη συνέχεια στο συλλογικό έργο «Η Ευρώπη σε κρίση - Δημοκρατία ή καπιταλισμός;» των εκδόσεων «Blätter», συμπεριλήφθηκαν ως μέρος της ευρύτερης συζήτησης για την κρίση στην ευρωζώνη 2 κείμενα του Πωλ Κρούγκμαν: “Wir sparen uns zu Tode” και Austerität: Der Einsturz eines Glaubensgebäudes (ΝΥΤ “How the Case for Austerity Has Crumbled”)
Στον Β' τόμο της ελληνικής έκδοσης του βιβλίου που κυκλοφορεί, τα 2 κείμενα έχουν τίτλους «Πως κατέρρευσε το θεωρητικό οικοδόμημα της πολιτικής της λιτότητας» και «Λιτότητα μέχρι θανάτου».
Ο Β' τόμος περιέχει επίσης κείμενα των Elmar Altvater, Peter Bofinger, Jürgen Habermas, Rudolf Hickel, Isabell Lorey, Claus Offe, Stephan Schulmeister, Wolfgang Streeck, Hubert Zimmermann, Karl Georg Zinn
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου