Το δημοψήφισμα αποφασίστηκε γιατί ο πρωθυπουργός ήταν βέβαιος πως οποιαδήποτε συμφωνία με τους εταίρους, είτε με βάση το σχέδιο των θεσμών, είτε το σχέδιο της ελληνικής κυβέρνησης (άλλωστε μικρές διαφορές είχαν), δεν θα περνούσε στη Βουλή με πλειοψηφία βουλευτών του κυβερνητικού συνασπισμού ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ. Τόσο απλός ήταν ο βασικός λόγος.
Ήταν όμως και κάτι άλλο, σε δεύτερο πλάνο, «κάτι πιο βαθύ που λέρωνε» ήδη την αστραφτερή, δημοφιλή εικόνα του: Ο κ. Τσίπρας ήξερε πως ακόμη και άν περνούσε στη Βουλή κάποια συμφωνία, στη συνέχεια, αυτός και η κυβέρνησή του έπρεπε κάτι να εφαρμόσουν στην πράξη - και κυρίως να αποφασίσουν για μερικές κρίσιμες μεταρρυθμίσεις στον παραγωγικό ιστό της χώρας και στις κοινωνικές της ισορροπίες, είτε αυτές προβλέπονταν είτε όχι από τη συμφωνία. Αυτή τη φορά, έπρεπε αναγκαστικά να κυβερνήσουν. Αν αποδέχονταν τυπικά τη συμφωνία, χωρίς στη συνέχεια κάτι να πράξει, σε ένα ή δύο χρόνια θα κατατάσσονταν και αυτός στη σειρά των αποτυχημένων τέως πρωθυπουργών της κρίσης που κυβέρνησαν κυττώντας άπρακτοι τον καιρό να περνά: Κ. Καραμανλής, Γ. Παπανδρέου, Α, Σαμαράς, Α. Τσίπρας...